Categories
Uncategorized

Για την αλβανική εξέγερση του 1997

Σχετικά με μια εν πολλοίς άγνωστη εξέγερση στην Αλβανία, πο πυροδοτήθηκε από τα μέτρα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, στη διάρκεια της οποίας το κράτος έχασε κάθε έλεγχο.

Η εξέγερση που έφερε την Αλβανία στο χείλος μιας επανάστασης το 1997 ήταν ενάντια σε κάθε προγνωστικό – Οι Αλβανοί, λεγόταν, είχαν εγκαταλείψει τους σταλινικούς τυράννους τους, και πλέον θα μπορούσαν να ενταχθούν στην απόλαυση της καπιταλιστικής ελευθερίας.

Η πραγματική εικόνα ήταν αρκετά διαφορετική: εκατομμύρια χαμένων θέσεων εργασίας, περικοπές στην κοινωνική ασφάλιση και τις συντάξεις, σχεδόν καταρρέουσες δημόσιες υποδομές, ήταν το αποτέλεσμα των σχεδίων για άνοιγμα της χώρας στις επενδύσεις της Δύσης.

Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν η πίεση του ΔΝΤ που οδήγησε το κράτος να καταργήσει κάθε εγγύηση για τις τραπεζικές καταθέσεις, να “απελευθερώσει” τον τραπεζικό και οικονομικό τομέα επιτρέποντας την ανάδυση “πυραμιδών” που προσέφεραν νόμιμα μηνιαίους τόκους μέχρι και 100%. Πολλοί άνθρωποι κατέθεσαν τις οικονομίες της ζωής τους σε αυτά τα διεφθαρμένα σχήματα, με αποτέλεσμα την λεηλασία 2 δισ. δολαρίων (80% του ΑΕΠ) από τα αφεντικά που, για να χειροτερέψουν ακόμα την κατάσταση, επιχείρησαν να “επενδύσουν” αυτό το κλεμμένο χρήμα στις μπίζνες τους, προκαλώντας δηλαδή τους ανθρώπους να εργαστούν με αντάλλαγμα τα χρήματα που τους είχαν κλέψει!

Αυτή η κατάσταση πραγμάτων αντιμετώπισε άγρια αντίσταση από τον βαριά οπλισμένο πληθυσμό. Οπλοστάσια δέχθηκαν επίθεση, λεηλατήθηκαν και τα όπλα μοιράστηκαν μεταξύ του κόσμου. Κρατούμενοι βοηθήθηκαν να αποδράσουν και απελευθερώθηκαν μαζικά. Κομματικά γραφεία πυρπολήθηκαν. Αστυνομικά τμήματα και δικαστήρια ισοπεδώθηκαν. Πράκτορες της Shik (μυστική αστυνομία) εκτελέστηκαν επι τόπου. Τράπεζες λεηλατήθηκαν. Το προεδρικό παλάτι κατελήφθηκε. Η εξέγερση απλώθηκε σ’ ολόκληρη τη χώρα και σύντομα κάλυψε ολόκληρη την Αλβανία, εκτός από κομμάτια της πρωτεύουσας, των Τιράνων, τα οποία έλεγχε η Shik. Δυο διαφορετικές Αλβανίες.

Οι κρατικοί θεσμοί είχαν κυριολεκτικά καταλυθεί για μια περίοδο μερικών ημερών εμπόλεμης κατάστασης (με περίπου 100 νεκρούς), ενώ η αστυνομία ήταν άφαντη από παντού. Αλλά αυτό ήταν μόνο ένα πρώτο βήμα, μια κατάσταση στην οποία αναπτυσσόταν μια δυαδική εξουσία, με ολόκληρες πόλεις να οργανώνουν δομές αυτο-άμυνας (συχνά με λιποτάκτες του στρατού που αποδείχθηκαν ιδιαίτερα ενεργοί στην εξέγερση) ενώ τοπικά αυτοοργανωμένες μορφές αυτόνομων συμβουλίων άνθισαν σε όλη τη χώρα, φροντίζοντας τις προμήθειες και την κυκλοφορία των αναγκαίων – αποφάσεις λαμβάνοντας σε τεράστιες λαϊκές μαζώξεις.

Αυτή η κατάσταση απείλησε την Ευρωπαϊκή Ένωση που ανησύχησε για τυχόν μετάδοση της εξέγερσης στην Ελλάδα και την Μακεδονία. Μια πολυεθνική δύναμη στάλθηκε προκειμένου να αποκαταστήσει την τάξη – η έλευσή της υποστηρήχθηκε πλήρως από τα αριστερά κόμματα που έσπευδαν να εξασφαλίσουν μια θέση σε μια “κυβέρνηση εθνικής ενότητας” υπό τον Σαλί Μπερίσσα (που μόλις πρόσφατα είχε βγει ζωντανός από μια εναντίον του επίθεση με δυναμίτη) και σταδιακά το κράτος ξαναστήθηκε στα πόδια του. Έχει σημασία να παρατηρήσουμε πάντως, ότι ένα κράτος μπορεί να διαλυθεί μέσα σε μερικές μέρες.

Πηγή: Άρθρο της Anarchist Federation

Categories
Uncategorized

Η εξέγερση της Μπολώνια το 1977

anni-di-piombo1

Autonomia! Η Ιταλία το 1977 έγινε μάρτυρας ενός αυθόρμητου και δημιουργικού ξεσπάσματων εξεγέρσεων που επεδείκνυαν ότι η δυναμική μιας επανάστασης είναι υπαρκτή, μεταξύ της εργατικής τάξης στην εκβιομηχανισμένη δύση – οτιδήποτε κι αν λένε οι κυνικοί αριστεριστές. Η ένταση ανέβηκε σε όλο το 1976 με την ανάπτυξη των Αυτόνομων (ομάδες έξω από τους σχηματισμούς της παραδοσιακής αριστεράς και των συνδικάτων), και των λεγόμενων Circollο Del Proletariato Giovanile (“κύκλος νεανικού προλεταριάτου”), επίσης ισχυρών στις φτωχογειτονιές των μεγάλων πόλεων του βιομηχανικού βορά.

Αυτοί επινοούσαν διάφορες συγκρουσιακές τακτικές, άμεσα συνδεδεμένες με της ανάγκες της εργατικής τάξης. Οι πιο επιτυχημένες απ’ αυτές ήταν η “Αυτομείωση”: η άρνηση πληρωμής των αυξημένων τιμών βασικών προϊόντων, ή η υιοθέτηση μιας “δίκαιης” τιμής από την κοινότητα, ώστε να καταβάλλεται το πολύ αυτή. Επίσης δημοφιλές ήταν το άμεσο σαμποτάζ της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας – εμπρησμοί οχημάτων και ξυλοδαρμοί συγκεκριμένων αυταρχικών αφεντικών, κλείσιμο του δρόμου τους καθώς μπαίναν στο εργοστάσιο και απαγόρευση εισόδου… Ανάλογες τακτικές γίνονταν ολοένα και πιο δημοφιλείς, δημιουργώντας ανησυχία τόσο στους αριστερούς όσο και στους καπιταλιστές, καθώς κάθε σχέση κυριαρχίας τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Η κατάσταση αυτή έφτασε το σημείο έκρηξης στην Μπολώνια το 1977, όταν ο Λάμα, ο ηγέτης του σταλινικού συνδικάτου CGIL επισκέφτηκε το πανεπιστήμιο για να δώσει μια ομιλία. Τότε μέλη του “κύκλου”¨και Αυτόνομοι (που τον χρησιμοποιούσαν ως βάση) και άλλοι φοιτητές διαφώνησαν προφανώς με τις νουθεσίες του να γραφτούν στο κομμουνιστικό κόμμα.

Ο Λάμα κυνηγήθηκε έξω από το κτήριο και διασώθηκε από την ομάδα περιφρούρησής του και τελικά τους αστυνομικούς που είχε κουβαλήσει μαζί του. Το πανεπιστήμιο κάλεσε τους μπάτσους προκειμένου να “αποκαταστήσουν την τάξη”, βάζοντας τη σπίθα για να πυροδοτηθεί μια σκληρή μάχη που οδήγησε στην κατάληψη όλων των πανεπιστημιακών εγκαταστάσεων, που μετατράπηκαν σε εστίες συνάντησης εργατών και φοιτητών (όπως στο Παρίσι το 1968). Γρήγορα οργανώθηκαν ευρύτερες διαδηλώσεις, οδηγώντας στην ουσιαστική κατάληψη του κέντρου της Μπολώνια για τρεις μέρες τον Μάρτιο, μετά τον πυροβολισμό ενός διαδηλωτή. Ένας αυτόπτης μάρτυρας έγραψε: “Στο κέντρο, πολυάριθμα μαγαζιά και πολυτελή εστιατόρια λεηλατήθηκαν. Δίπλα στους νεαρούς προλετάριους, γέροι συνταξιούχοι έφευγαν χαρούμενοι, σπρώχνοντας καρότσια γεμάτα νοστιμιές. Για πρώτη φορά σ’ αυτούς τους δρόμους οι άνθρωποι επικοινωνούσαν μεταξύ τους…

Μέσα στις επόμενες μέρες η αστυνομία βρήκε όπλα και πολυβόλα σε κάθε απίθανο μέρος, μετά από έρευνές της. Παρόμοια επεισόδια ξέσπασαν στη Ρώμη, το Μιλάνο, το Τορίνο… Το Ράδιο Αλίκη στήθηκε εκείνες τις μέρες, και μετέδιδε τις κινήσεις της αστυνομίας και του στρατού, βοηθώντας στην επέκταση των καταλήψεων. Τελικά το κίνημα καταστάλθηκε, ενώ όλα τα πολιτικά κόμματα συνεργάζονταν άμεσα με τον νόμο. Το μάθημα παρέμεινε – τα πάντα είναι δυνατά!

Πηγή: άρθρο της Anarchist Federation

Categories
Wildcat

Θέσεις πάνω στην παγκόσμια κρίση

Θέσεις πάνω στην παγκόσμια κρίση

1. Βρισκόμαστε σε μια παγκόσμια ιστορική καμπή

Η δομική κρίση, η τραπεζοπιστωτική κρίση, η «οικολογική κρίση» και οι περιφερειακές κρίσεις και μια βαθιά κυκλική ύφεση συντείνουν σε μια κατάσταση ιστορικής «ρήξης». Τα στρατηγικά «επιχειρηματικά μοντέλα» των δυο τελευταίων δεκαετιών [investment banking, hedge funds (επένδυση σε μελλοντικά εμπορεύματα ώστε να μειωθεί το ρίσκο απωλειών), derivatives trading (αμοιβαίες πληρωμές μέσω μελλοντικών συμβολαίων), private equity firms(εταιρίες με «κλειστό» μετοχικό κεφάλαιο)] βρίσκονται στο τέλος τους. Τους περασμένους τρεις μήνες οι παγκόσμιες συναλλαγές κατέρρεαν, κι αυτό το σημείο καμπής είναι πολύ πιο επικίνδυνο από την «τραπεζική κρίση» της τελευταίας διετίας. Και πάει πολύ πέρα από το φάσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του 1930. Εκείνη την περίοδο το παγκόσμιο εμπόριο έπεσε κατά 66% χάρη σε μια προτεξιονιστική (πολιτικής προστατευτισμού δηλαδή) λαίλαπα του πρώτου μισού της δεκαετίας. Με τους τρέχοντες ρυθμούς σ’ αυτό το σημείο θα μπορούσαμε να φτάσουμε γύρω στον Αύγουστο του 2009, ακόμα κι αν η προτεξιονιστική κούρσα δεν έχει καν αρχίσει. Όταν όντως αρχίσει, όχι μόνο το παγκόσμιο σύστημα συναλλαγών, αλλά και ολόκληρο το διεθνές πιστωτικό σύστημα και το νομισματικό σύστημα θα καταρρεύσουν.

2. Κρίση υπερσυσσώρευσης

Από το 1974 κι έπειτα, όλες οι κρίσεις «λύθηκαν» μέσω μιας ευρείας κλίμακας επέκτασης της πίστωσης: οι διάφορες οικονομικές φούσκες εξέφραζαν την βάση στην κρίση της λεγόμενης «πραγματικής οικονομίας». Στις ΗΠΑ, ο πιστωτικός τομέας κατελάμβανε το 40% του ΑΕΠ. Από την άλλη πλευρά, το χρέος των πολιτειών, των εταιριών και των ιδιωτικών νοικοκυριών γιγαντωνόταν. Από το 1980 το ιδιωτικό χρέος έχει φτάσει στο διπλάσιο του εισοδήματος στις ΗΠΑ, και το 220% στην Βρετανία. Η πληρωμή μέσω Securitization (έκδοση τίτλων/ομολογιών, επάνω στις ταμειακές ροές από στοιχεία του ενεργητικού, των οποίων η αποπληρωμή καλύπτεται από την ταμειακή ροή που δημιουργούν τα ίδια τα δάνεια) και οι Credit Decault Swaps (τα λεγόμενα CDS, «συμβάσεις ανταλλαγής πιστωτικού κινδύνου»: το σύνολο των τιτλοποιούμενων χρεών που οφείλονται σε μια τράπεζα), βρίσκονται στο επίκεντρο αυτής της διόγκωσης της πίστωσης: η Securitization νέων οικονομικών προϊόντων αυξήθηκε από 78 δις. Ευρώ σε 454 δις. Ευρώ μεταξύ των ετών 2000 και 2007. Οι διεθνείς αγοραπωλησίες παραγόντων εκτιμούνται σε τουλάχιστον 60 τρις. Συγκριτικά, το παγκόσμιο ΑΕΠ φτάνει τα 45 τρισεκατομμύρια. Η κρίση υπερσυσσώρευσης σημαίνει πως ένας ρεφορμισμός με την έννοια ρυθμιστικών μέτρων είναι αδύνατος –το να «τεθεί υπό έλεγχο ο οικονομικός τομέας» θα σήμαινε μια εξόντωση της όποιας χαμηλής κερδοφορίας έχει.

3. «Κρίση της κρίσης» – η εκδίκηση της γενιάς του 1968’

Τα χρόνια απ’ το 1973 μέχρι το 2006 ήταν μια μακρά, παρατεταμένη κρίση – η τρέχουσα κατάρρευση είναι η κρίση της κρίσης. Μια μαζική διαδικασία απαξίωσης από το κεφάλαιο, δεν κατάφερε να λύσει την κρίση που ξεκίνησε στην αρχή των 70es: Συγκρατώντας την κατάρρευσή του κατάφερε να εμποδίσει την επανάσταση, αλλά επίσης εμπόδισε και μια νέα άνθιση (boom). Το “Volcker” σοκ (απ’ το όνομα του γνωστού αμερικανού οικονομολόγου, πλέον συμβούλου του Ομπάμα), έγινε αισθητό στην νεοφιλελεύθερη επίθεση του 1979, όμως έκτοτε οι κρίσεις έρχονται ολοένα και γρηγορότερα: χρεωστική κρίση, αποθεματική και δανειστική κρίση, παγκόσμια κρίση των αρχών του ’90, νομισματικές κρίσεις του 1997/8 (Νοτιοανατολική Ασία, Ρούβλι, Λατινική Αμερική), κρίση των εταιριών του διαδικτύου, κι από το 2006 κι έπειτα η παγκόσμια κρίση. Ιστορικά, οι καταπιεσμένοι συνήθως αγωνίζονταν ενόψει των κρίσεων που ξεσπούσαν (πείνα…), ο εργατισμός (κι αργότερα οι Bonefeld και Holloway) μετέφρασαν την παγκόσμια οικονομική κρίση του 1930 σαν μια αντεπίθεση της καταπίεσης ενάντια στην ενδυνάμωση της εργατικής τάξης που είχε γίνει εμφανής από την αρχή του αιώνα ήδη και στις επαναστάσεις στο τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Η κρίση μετά το 1973 διαμορφώθηκε από την ταξική πάλη κι ως τέτοια είναι μια ιστορικά νέα κατάσταση.

4. Η αποσύνθεση της Χιμαιρικής

Η οικονομία των ΗΠΑ, χρηματοδοτούμενη από το χρέος και αγόμενη από την κατανάλωση ήταν και είναι εξαρτημένη από μια τεράστια εισροή κεφαλαίου, κατά κύριο λόγο από την Κίνα, η οποία έχει καταστεί το παγκόσμιο βιομηχανικό κέντρο για την παραγωγή καταναλωτικών αγαθών. Μεταξύ 2003 και 2006, το αμερικανικό εμπόριο «έμπαινε μέσα» κατά 800 δις. δολλάρια τον χρόνο. Σ’ αυτό το τρίγωνο, οι πιο μεγάλοι κερδισμένοι ήταν οι τράπεζες: δανείζονταν φθηνό χρήμα από την παγκόσμια αγορά και τα δάνειζαν ακριβά στους καταναλωτές (υποθήκες, φοιτητικά και δάνεια για αγορές αυτοκινήτων…). Οι κύριοι παροχείς κεφαλαίου, η Κίνα, η Ιαπωνία, η Ταιβάν και η Νότια Κορέα κατέχουν πλέον 4 δις. δολλάρια σε συναλλαγματικά αποθέματα μεταξύ τους. Αυτοί οι επενδυτές έχουν χάσει την μισή αξία τους χάρη στην υποτίμηση του δολλαρίου. Οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να εθνικοποιήσουν τις Fannie Mae και Freddie Mac (κεντρικές αμερικανικές εταιρίες υποθηκών) εξαιτίας της πίεσης που δέχονταν από την Κίνα – που έχει επενδύσει 500 δις. δολλάδια σ’ αυτές τις εταιρίες – μια ιστορική ήττα για την «Δύση»! Η εισροή κεφαλαίου που είναι απαραίτητη προκειμένου να συντηρήσει αυτήν την εύθραυστη ισορροπία εξαρτάται άμεσα από την πέραση του αμερικανικού δολλαρίου ως «παγκόσμιο νόμισμα» – κάτι που επαφίεται στην στρατιωτική υπεροχή του αμερικανικού στρατού, αλλά επίσης στις εξαγωγές της Κίνας – κι αυτές έπεσαν κατά 25% τον περασμένο Φλεβάρη. Είναι άραγε αυτό το τέλος μιας ηγεμονίας – ενώ η στρατιωτική υπεροχή της συνεχίζεται;

5. Προτεξιονισμός και πάλη των τάξεων

Το τέλος ενός ηγεμόνα φέρνει στο προσκήνιο την αποτυχία των πολύπλευρων επαφών, καθώς μια επαφή όλων των πλευρών έχει ανάγκη από μια ηγεμονική δύναμη. Η κρίση επιταχύνει τον προτεξιονισμό. Πολλά κράτη έχουν ήδη θέσει σε εφαρμογή προτεξιονιστικά/προστατευτικά μέτρα ενάντια στις εισαγωγές από την Κίνα. Όμως το νέο Bretton Woods (διακρατική συμφωνία ρύθμισης του νομισματικού/πιστωτικού συστήματος που σήμανε την ίδρυση του Συστήματος Ισοτιμιών και την εγκατάλειψη του «κανόνα του χρυσού»-πλέον το δολλάριο δεν έχει κάποιο αντίκρισμα σε χρυσό, αλλά και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου/ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας) δεν μπορεί απλά να αντικατασταθεί από κάτι νέο, μέσω πολιτικών αποφάσεων (εμπορικές πολιτικές): είναι κάτι πολύ περισσότερο συνυφασμένο με τις ταξικές σχέσεις, και όλοι σήμερα φοβούνται τους ταξικούς αγώνες στην Κίνα.

6. Και τώρα καταρρέουν κι οι τράπεζες;

Στην Ανατολική Ευρώπη ο περιορισμός των πληρωμών των χρεών απειλεί να γκρεμίσει το ευρωπαϊκό, και ιδιαίτερα το αυστριακό τραπεζικό σύστημα. Ολοένα και περισσότερες αποπληρωμές δανείων μένουν ακάλυπτες. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι οι αναγκαστικές απώλειες θα φτάσουν τα 23,2 τρις. δολλάρια. Μόλις οι μεγάλες μεταβιβάσεις κεφαλαίου αντιστραφούν, δηλαδή μόλις αρχίσει η ζημίωση, όχι μόνο τρισεκατομμύρια φαντασιακού κεφαλαίου «αξίας» θα καταστραφούν αλλά και «υπαρκτά πράγματα».

7. Είναι το σύστημα, χαζούλη!

Οι προβλέψεις σχετικά με την κρίση μέχρι τώρα δεν στόχευαν σε μια οικονομική ανάκαμψη, αλλά στην πολιτική επιβίωση. Οι νεοφιλελεύθερες επιθέσεις στην εργατική τάξη συνεχίστηκαν, και μάλιστα οξύνθηκαν. Μέχρι τώρα, όλα κινούνταν γύρω από την αποφυγή πανικού. Παράλληλοι θεσμοί οικοδομήθηκαν, ένα είδος «κρυφών κυβερνήσεων» σχηματίστηκαν, η εξουσία ξαναδόθηκε στο ΔΝΤ κοκ, αλλά μέχρι στιγμής, καμία νέα φατρία δεν έχει βγει στο προσκήνιο, ώστε να καταστεί ικανή να εντοπίσει και να επιβάλει μακροπρόθεσμες στρατηγικές. Για τις διάφορες εθνικοποιήσεις, γιγαντιαία χρηματικά ποσά έχουν ήδη δαπανηθεί, τα οποία θα αναγκαστεί να τα πληρώσει στο τέλος η εργατική τάξη (Στις ΗΠΑ το σύνολο είναι ήδη γύρω στο 1 τρις. δολλάρια, δηλαδή κάπου 4.000 δολλάρια κατ’ άτομο). Το πρόβλημα είναι ότι ξέρουν ότι μια αντιπληθωριστική ύφεση ενεδρεύει. Όμως, δεν γνωρίζουν ποια «πραγματικά» είναι η «αξία» των κεφαλαίων, μετοχών, ασφαλειών κλπ: είναι ήδη αδύνατον να υπολογιστεί πόσο χρήμα πρέπει να εισαχθεί στο παιχνίδι. Έτσι πάμε στο μεγάλο ερώτημα: ύφεση ή υπερπληθωρισμός;

8.Δεν υπάρχει διαλεκτική μεταξύ ρεφορμισμού και επανάστασης

Δεν υπάρχει καμία «μεταρρύθμιση» στον ορίζονται που θα μπορούσε να ανακουφίσει κάπως την εργατική τάξη: αντίθετα η πολιτική του σοκ και δέους ενάντια στην τάξη εντείνεται, γεννώντας συνεχή αβεβαιότητα. Εντονότερος ρυθμιστικός ρόλος δεν σημαίνει περισσότερο κράτος πρόνοιας! Μια ισχυρότερη ρυθμιστική λειτουργία θα επέλθει ούτως ή άλλως, καθώς οι κεντρικές τράπεζες και τα κράτη δεν μπορούν να παρατείνουν την στρατηγική του: είναι αδύνατον να εγγυηθεί τις καταθέσεις κι απ’ την άλλη να αφήσει τις τράπεζες να πάρουν ακόμη μεγαλύτερα ρίσκα. (Ο Ackermann, επικεφαλής της Deutsche Bank, ανέφερε μια πτώση της τάξης του 25% στην καθαρή αξία).

9. Η σκληρότερη επίθεση των τελευταίων δεκαετιών ενάντια στις συνθήκες ζωής της εργατικής τάξης

(μαζικές απολύσεις, γιγάντωση των αστέγων κλπ) ήδη πραγματοποιείται από την πρώτη φάση της κρίσης. Η αυτοκινητοβιομηχανία, οι τράπεζες και οι ασφαλιστικές έχουν προβεί σε αρκετές περικοπές θέσεων εργασίας τα τελευταία χρόνια. Όμως μέχρι τώρα, μια τέτοια κατάσταση διαχειριζόταν μέσω άφθονων αποζημιώσεων. Τώρα η ανεργία εκτινάσσεται στα ύψη με πολύ ταχύτερους ρυθμούς απ’ ότι σε προηγούμενες κρίσεις. Στη Γερμανία περίπου 200.000 προσωρινοί εργαζόμενοι απολύθηκαν. Ωστόσο, η σύνθεση της ανεργίας μεταβάλλεται ταχύτατα: Τον Φλεβάρη στην Märklin (εταιρία παραγωγής παιχνιδιών) και στην Karmann (αυτοκινητοβιομηχανία), έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτες απολύσεις χωρίς αποζημιώσεις… Η ανάλυσή μας το καλοκαίρι του 2008 ήταν ορθή και πλέον αποτελεί κοινό μυστικό: οι εξαγωγές στη Γερμανία έπεσαν πάνω από 20% από τον Γενάρη του 2008 ως τον Γενάρη του 2009. Για το 2009 υπολογίζουν σε μια ύφεση 8%, την μεγαλύτερη σε όλη την ιστορία της Ομοσπονδιακής Γερμανίας – κι αυτό μόνο σε περίπτωση που οι εξαγωγές σταθεροποιηθούν το δεύτερο τετράμηνο του έτους, οπότε ξεχάστε το!

10. Φάσεις της πολιτικής της κρίσης

-2007 μέχρι τον Σεπτέμβρη του 2008, εισερχόμαστε υπνοβατώντας στην τρέχουσα κρίση.

-Τουλάχιστον με την κατάρρευση της Lehman Brothers τον Σεπτέμβρη γίνεται φανερό ότι βρισκόμαστε σε μια αντιπληθωριστική ανάπτυξη, μέχρι τότε αμύθητα ποσά ρίχνονταν στο τραπεζικό σύστημα ενώ αποκρυπτόταν από τους εργαζόμενους ότι θα κληθούν να τα αποπληρώσουν οι ίδιοι.

-Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στην Τρίτη φάση της: για να το θέσουμε ξεκάθαρα: παίρνουν τα μέτρα τους ενώ την ίδια ώρα μας αποσπούν την προσοχή με τρικ όπως των «επιδοτήσεων» για να αφήσεις το παλιό σου αμάξι και να αγοράσεις ένα νέο. Στα πλαίσια των δραστικών περικοπών θέσεων εργασίας, οι εργατοπατέρες των συνδικάτων ανακοινώνουν την προθυμία τους να παράσχουν τα πάντα.

-Σε μια τέταρτη φάση θα προσπαθήσουν να κάμψουν με τα πιο βάναυσα μέτρα τον υπερπληθωρισμό που αναζωπυρωνόταν μέχρι τότε. Πιθανόν, κάτι τέτοιο να γίνει με νομισματικές μεταρρυθμίσεις – πάντως σίγουρα μέσω μιας ευρείας μετωπικής επίθεσης. Ο Volcker είναι οικονομικός σύμβουλος του Obama!). Η δυναμική της κρίσης θα γενικευτεί σε ολόκληρη την κοινωνία και θα ριζοσπαστικοποιηθεί παγκόσμια.

11. Κρίση της αντιπροσώπευσης – κρίση της πολιτικής

Είμαστε ήδη στα μισά μιας «αλλαγής καθεστώτος» -το σύστημα των υποθηκών, των τραπεζών, των δανείων είναι σάπιο: «το τέλος της Wall Street”. Ακόμα κι αν οι κυρίαρχες ελίτ δεν έχουν αλλάξει ουσιαστικά την πολιτική τους, οι μικρές αλλαγές που έχουν γίνει έχουν ήδη ενισχύσει ουσιαστικά την κρίση: οι σοσιαλδημοκράτες βρίσκονται στα τελευταία τους, ενώ οι χριστιανοδημοκράτες υποφέρουν ακόμα περισσότερο. Η πτώση των αριθμών των μελών των συνδικάτων και των πολιτικών κομμάτων δεν είναι ένδειξη πολιτικής απάθειας. Υπάρχουν πολλές πρωτοβουλίες κοινωνικής δέσμευσης και κριτικής του καπιταλισμού… Τα 2/3 των Γερμανών δήλωσαν σε γκάλοπ πως η οικονομία της αγοράς δεν είναι καθόλου καλό κοινωνικό σύστημα. Ωστόσο πολλοί άνθρωποι ακόμα ελπίζουν σε μεταρρυθμίσεις. Είναι αποφασιστικής σημασίας το σε τι θα μετασχηματιστούν αυτές οι ελπίδες όταν διαρραγούν υπό την επιρροή της κρίσης. Τα 2/3 των Ελλήνων είδαν τον Δεκέμβρη ως μια κοινωνική επανάσταση…

12. Κρίση της ριζοσπαστικής Αριστεράς

Η (ριζοσπαστική) Αριστερά χωρίς να έχει ανανεωθεί όσο η εποχή της συνεχίζει το έργο της –business as usual. Καμπάνιες, κινητοποιήσεις για συμβολικές διαδηλώσεις σε συνόδους, εναπόθεση των ελπίδων στα συνδικάτα και σε άλλους θεσμούς. Τα συνδικάτα παρέχουν την συγκατάβασή τους στα αφεντικά πριν καν τους ζητηθεί, ή διεξάγουν διαδηλώσεις αντιπερισπασμού. Οι «οργανωμένοι άνεργοι» είναι μια έκφραση του διαχωρισμού της τάξης, κι όχι της πάλης εναντίον του! [επεξηγηματική σημείωση: ιδιαιτερότητα της κατάστασης στην Γερμανία όπου απ’ την μία σχεδόν σύσσωμη η ριζοσπαστική αριστερά οργανώνει καμπάνιες για ένα «εξασφαλισμένο εισόδημα» κι απ’ την άλλη το κράτος έχει ήδη εισάγει ένα είδος εγγυημένου εισοδήματος, το λεγόμενο HartzIV, το οποίο αποτέλεσε την πιο βίαια επίθεση ενάντια στο πεδίο της αναπαραγωγής, τις τελευταίες δεκαετίες]. Πρέπει να παρέμβουμε στις κοινωνικές διαδικασίες αντί να εμπλεκόμαστε σε διαχωρισμένες κινήσεις αντιπροσωπευτικής πολιτικής.

13. Η «μεγάλη ύφεση» ως αναλογία – το τέλος ενός ιστορικού γαλαξία

Όσον αφορά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 1930, οι πάντες συμφωνούσαν στο πως θα έπρεπε να λυθεί: καπιταλιστές, σταλινικοί, εθνικοσοσιαλιστές και αμερικανοί δημοκράτες (Roosevelt) ήταν συγκεντρωμένοι στην μαζική παραγωγή καταναλωτικών αγαθών και μηχανημάτων, σε συνδυασμό με ένα εθνικό κράτος πρόνοιας – και όλοι πειραματίζονταν με κάποιου είδους στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας. Σήμερα ούτε ένας νέος τρόπος παραγωγής ούτε μια νέα φόρμα παραγωγικής ενσωμάτωσης από το κράτος διαφαίνεται οπουδήποτε. Η τρέχουσα κρίση θα μπορούσε μάλλον να συγκριθεί με την «μεγάλη ύφεση» των πέντε ετών από το 1873 ως το 1878, που κατέληξε στα 20 χρόνια στασιμότητας μέχρι το 1896. Ο καπιταλισμός βγαίνει από τις κρίσεις αλλάζοντας ριζικά, περνώντας μέσα από δεκαετίες στη σειριακή παραγωγή καταναλωτικών αγαθών (ραπτομηχανές, ηλεκτρικές σκούπες, αυτοκίνητα, ψυγεία…). Η κύρια καινοτομία ήταν η αλυσίδα παραγωγής: οι εργάτες από την ύπαιθρο μπορούσαν να προσληφθούν στα εργοστάσια σε μεγάλα νούμερα, οι παραδοσιακές εργατικές οργανώσεις ήταν στο τέλος τους. Σήμερα η «αλυσίδα παραγωγής»: ο «Τρίτος Κόσμος» και το πετρέλαιο ως πηγή ενέργειας βρίσκονται στο τέλος τους – και μαζί τους τα βιομηχανικά συνδικάτα ως κυρίαρχες μορφές οργάνωσης της εργατικής τάξης.

14. Δεν υπάρχει «έξω» πλέον

Για πρώτη φορά στην ιστορία του καπιταλισμού η εργατική τάξη της Κίνας θα χτυπηθεί από τα αποτελέσματα της κρίσης ταυτόχρονα με το υπόλοιπο του παγκόσμιου προλεταριάτου. Και μετά τις εξεγέρσεις «για την τροφή» όπως αποκλήθηκαν από τα μίντια το πρώτο μισό του 2008, οι βιομηχανικοί εργάτες στην Κίνα ξεκίνησαν να αγωνίζονται ενάντια στις συνέπειες της κρίσης. Υπολογίζεται ότι 30 εκατομμύρια μεταναστών εργατών έχουν βγει στην ανεργία μέχρι σήμερα. Τον Νοέμβρη και τον Δεκέμβρη εμφανίστηκαν κινήματα στην Ιταλία, τη Ρωσία και την Ελλάδα. Τον Γενάρη, το επίκεντρο μετατοπίστηκε στην ανατολική Ευρώπη: την Λετονία, τη Λιθουανία, τη Βουλγαρία, την Ελλάδα – αλλά επίσης στην Αγγλία, τη Γαλλία, την Ισλανδία, την Νότια Κορέα, τη Γουαδελούπη, τη Ρεουνιόν, τη Μαδαγασκάρη, το Μεξικό και την Ιρλανδία οι άνθρωποι βγήκαν στο δρόμο ενάντια στην πολιτική της κρίσης, σε ορισμένες περιπτώσεις με απεργίες. Το ζήτημα είναι εάν μια συλλογικά αγωνιζόμενη παγκόσμια εργατική τάξη θα προκύψει από τα κινήματα αυτά. Η Αργεντινή (το 2003) και η Ισλανδία δείχνουν ότι κάτι τέτοιο δε συμβαίνει αυτόματα. Το κίνημα υποχρέωσε την κυβέρνηση να παραιτηθεί, αλλά έφτασε σε τέλμα τον Φλεβάρη αν και ο πληθωρισμός χτύπησε το 20% και τα κοινωνικά προβλήματα εντείνονται!

15. Αυτοοργάνωση!

Ο καπιταλισμός δεν θα καταρρεύσει από μόνος του, αφήνοντας πίσω έναν κόσμο στον οποίο όλοι θα είμαστε καλά. Αλλά σήμερα ριζικά νέα πράγματα είναι εφικτά. Η «οικονομική κρίση» θα εξελιχθεί αναμφίβολα σε πολιτική κρίση. Για την τελική πτώση θα μπορεί να κατηγορηθούν οι υπερβολικές προσδοκίες από εταιρίες που δραστηριοποιούνται στο διαδίκτυο (dotcom) ή η 11/9, αλλά ο καθένας μπορεί να δει ότι πλέον είναι το ίδιο το πιστωτικό σύστημα που καταρρέει. Νέα πράγματα θα ‘πρεπε να είναι εφικτά – αλλά αν θυμηθούμε πόσο γρήγορα 20 χρόνια πριν οι πιθανότητες για δράση καταστράφηκαν και οι αντιστεκόμενοι σπρώχτηκαν στο περιθώριο, γίνεται εμφανές ότι δεν μπορούμε να επαναπαυτούμε σε κάποιο προβάδισμά μας.

[μετάφραση κειμένου της γερμανικής ομάδας wildcat – περισσότερα στο http://www.wildcat-www.de]

Categories
Grupos Autonomos

Για το αυτόνομο κίνημα στην Ισπανία

negras tormentas

Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε ως εισαγωγή σε μια επανέκδοση των προκηρύξεων των “Αυτόνομων Ομάδων” που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε.

Η δεκαετία του 1970 θα βρει την Ισπανία σε κατάσταση απελπιστικής φτώχειας και διεθνούς απομόνωσης, ως συνέπεια της υποστήριξης του Φράνκο στις δυνάμεις του άξονα –Γερμανία και Ιταλία- κατά τον ΄Β παγκόσμιο πόλεμο, να διέρχεται μια δριμεία πολιτική κρίση, υπό το φως της παγκόσμιας ενεργειακής και οικονομικής ύφεσης του ‘70, αποτέλεσμα της αδυναμίας του καπιταλισμού να διαχειριστεί την γενικευμένη προλεταριακή απειθαρχία. Μπρος στον κίνδυνο της αποσταθεροποίησης και κυρίως μιας αναζωπύρωσης της εργατικής αγωνιστικότητας που έκανε τα πρώτα της θαρραλέα βήματα μετά την ηθική και φυσική εξόντωση του μαχητικού προλεταριάτου κατά τον ισπανικό εμφύλιο, κάθε εξουσία μέσα στο φρανκικό καθεστώς θα πιεστεί να λάβει τα μέτρα της. Η καθολική εκκλησία, αδιάρρηκτα συνδεδεμένη με το φασιστικό κράτος και τους μηχανισμούς του (από την εκπαίδευση μέχρι παραστρατιωτικά σώματα), θα μεσολαβήσει μιας αποκατάστασης των σχέσεων με τη δύση, ενώ ο Φράνκο θα παραχωρήσει στρατιωτικές βάσεις στις ΗΠΑ και θα από-κρατικοποιήσει σταδιακά τη βιομηχανία που μαζί με τον τουρισμό γνωρίζουν ραγδαία ανάπτυξη, χάρη στην εισροή ξένου κεφαλαίου.

Ωστόσο, η αναπτυσσόμενη επιχειρηματική αστική τάξη, θα συγκεντρώσει στις μεγαλουπόλεις εκτός από κεφάλαιο (εις βάρος των παλιών γαιοκτημόνων που αποτελούσαν προπύργιο του φρανκικού καθεστώτος), την άρνησή του: Εργάτες, συνήθως φερμένοι από τη ρημαγμένη απ’ τον εμφύλιο ιβηρική επαρχία (μια μορφή πλεονάσματος εργασιακής δύναμης) για να στελεχώσουν την διογκώμενη βιομηχανία της Μαδρίτης, των Αστουριών, της Βαρκελώνης ή του Μπιλμπάο. Χαμηλόμισθοι, “ευέλικτοι”, παραπηγμένοι σε κακοφτιαγμένα γκέτο κοντά στις βιομηχανικές ζώνες, έρχονται γρήγορα σε επαφή μεταξύ τους ώστε να αντιμετωπίσουν κοινά ζητήματα που αφορούν τις συνθήκες εργασίας τους, και σχηματίζουν εργοστασιακές συνελεύσεις.

Αυτές οι πρώτες απόπειρες συλλογικοποίησης θα αποκρυσταλλωθούν στο άτυπο δίκτυο των Εργατικών Επιτροπών (Οι λεγόμενες CC.OO: Comisiones Obreras) που κινούνται έξω από το (μοναδικό) νόμιμο φρανκικό συνδικάτο CNS. Αυτός ο δυϊσμός σήμαινε ότι μια εργατική κινητοποίηση δεν είχε παρά δυο πιθανότητες: είτε να υποταχθεί στους συμβιβασμούς του κρατικού φασιστικού συνδικάτου, είτε να οδηγηθεί προς μια άγρια (εξω-συνδικαλιστική) απεργία και σύγκρουση. Έτσι, στα 1962-65 θα πολλαπλασιαστούν οι εργατικές επιτροπές, ιδιαίτερα μεταξύ των ανθρακωρύχων των Αστουριών, ενώ βίαιες συγκρούσεις με την αστυνομία και άγριες απεργίες (ιδιαίτερα στη Βαρκελώνη) αποτελούσαν γεγονότα που ενεδρεύανε καθημερινά.

Ωστόσο, το κίνημα αυτό, λειτουργώντας βάσει μιας αόριστης ενωτικότητας, θα διαβρωθεί γρήγορα (1965-68) από τα στελέχη του ισπανικού κομμουνιστικού κόμματος και σε δεύτερο πλάνο τους σοσιαλδημοκράτες (μόνο οι σταλινικοί του ισπανικού ΚΚ είχαν έναν δικό τους κομματικό μηχανισμό στα χρόνια του Φράνκο, ολόκληρο το υπόλοιπο πολιτικό φάσμα, από τους δημοκράτες αστούς μέχρι την αριστερά προήλθε από το κουφάρι του φασιστικού κρατικού μηχανισμού). Αυτό είχε ως συνέπεια την αποξένωση της επίσημης εκπροσώπησης των επιτροπών από την εργατική βάση, και την μετατροπή της σε μια κλίκα ειδικών των διαπραγματεύσεων, για να τραπεί τελικά σε μια νομιμόφρονα αστικοδημοκρατική τροχιά (κοινοβουλευτισμός), και να καταστεί ένα όργανο επίδειξης ισχύος του κομμουνιστικού κόμματος (PCE). Ορισμένοι κύκλοι εργαζομένων θα θελήσουν να βρουν διέξοδο απ’ τον εκφυλισμό αυτόν, δημιουργώντας νέες εργατικές επιτροπές, οι οποίες πλέον δραστηριοποιούνταν ταυτόχρονα πίσω στις γειτονιές και στην καθημερινή ζωή των εργατών: οι Αυτόνομες Εργατικές Ομάδες, που ιδίως στη Βαρκελώνη θα τεθούν ανοιχτά εναντίον των κομματικών και κάθε οργάνωσης που αποξενώνει και διαχωρίζει την εργατική τάξη.

Από την άλλη, καθώς η διεθνής κρίση επιδεινώνεται και η ισπανική πεσέτα υποτιμάται διαρκώς, το καθεστώς επιδιώκει ένα πισωγύρισμα στον κρατικό παρεμβατισμό (προτεξιονισμός) εισάγοντας έναν νέο παράγοντα στη διαμάχη μεταξύ των επιχειρηματικών συμφερόντων και της κρατικής γραφειοκρατίας του Φράνκο, ενώ τα σημάδια της προλεταριακής άρνησης που χαρακτήριζε τις περισσότερες καπιταλιστικά ανεπτυγμένες χώρες κάνουν την εμφάνισή τους παντού: Σαμποτάζ, κοπάνες και καθυστέρηση της παραγωγής, κλοπές και λεηλασίες σούπερ-μάρκετ, απειθαρχία στην εργασία, στα σχολεία, στο στρατό, γενικευμένη παραβατικότητα και βανδαλισμοί, ξυλοδαρμοί εθνικιστών και απεργοσπαστών, άρνηση του καταναλωτισμού, απαξίωση της ηθικής της εργασίας, καταλήψεις εργοστασίων και εργατικές συνελεύσεις, άγριες απεργίες και συγκρούσεις. Το χάος ανθεί…

Σ’ αυτή την ευφορία θα γεννηθεί το Ιβηρικό Κίνημα Απελευθέρωσης (MIL ή «1000») στα 1972, ως Αυτόνομες Ομάδες Μάχης (Grupos Autonomos de Combate), προκειμένου να υποστηρίξει την «αυτόνομη δράση της εργατικής τάξης», μεταξύ άλλων μέσα από την έκδοση και διανομή θεωρητικών και πρακτικών κειμένων σε χιλιάδες μπροσούρες που αυτό-χρηματοδοτούνταν από ληστείες τραπεζών κλπ. Πρόκειται για μια περίοδο που εκτυλίσσονται εκπληκτικοί προλεταριακοί αγώνες σε ολόκληρη την Ισπανία. Από τις εργατικές συνελεύσεις εκδιώκονται στελέχη κομμάτων και οργανώσεων, ενώ βίαιες οδομαχίες και ένα πνεύμα άρνησης της εργασίας δίνουν τον τόνο. Οι αγωνιστές του MIL διαμορφώνονται κάτω από την επίδραση του γαλλικού Μάη του ’68 τα συνθήματα του οποίου διαδίδονται ταχύτατα σ’ αυτό το κλίμα χλευασμού των ρεφορμιστικών μικρο-γραφειοκρατιών που φιλοδοξούν να εντάξουν το κίνημα στα προγράμματά τους. Στοχεύουν στην όξυνση των προλεταριακών αγώνων, «με το λόγο και τη δράση».

Μετά το πρώτο κύμα καταστολής, τις συλλήψεις μελών του MIL και τη δολοφονία του αγωνιστή Salvador Puig Antich (2 Μάρτη 1974) από το επίσημο κράτος, μια νέα γενιά αγωνιστών θα περάσει στην ένοπλη δράση, πραγματοποιώντας ληστείες τραπεζών, εμπρηστικές επιθέσεις (συχνά σε αλληλεγγύη με τους φυλακισμένους αγωνιστές του MIL) σε τράπεζες και κυβερνητικά κτίρια κλπ, σχηματίζοντας έναν άτυπο συντονισμό που θα ιδρυθεί επίσημα στα 1979 στις φυλακές της Σεγκόβια: πρόκειται για τις Αυτόνομες Ομάδες. Στην ανάπτυξη της ένοπλης σύγκρουσης, το φασιστικό κράτος απαντά ιδρύοντας την “6η περιφερειακή ταξιαρχία ερευνών” με δεδηλωμένο στόχο την «καταστολή των ελευθεριακών», και με δεκάδες συλλήψεις αναρχικών της FAI, της FIJL και της Ομάδας για την Ένοπλη Πάλη (OLLA). Στις 13 Μάη 1974 συλλαμβάνονται 3 επαναστάτες κατηγορούμενοι για συμμετοχή στις Αυτόνομες Ομάδες.

Το γεγονός όμως ήταν ότι η ανάκαμψη του ταξικού πολέμου είχε κλονίσει ανεπανόρθωτα το καθεστώς. Ο φασισμός, που είχε αναδειχτεί στην ένοπλη ταξική σύγκρουση του 1934-36 ως ο πλέον κατάλληλος να διαχειριστεί την προλεταριακή άρνηση, πλέον φαινόταν ασύμφορο να συντηρείται. Κύκλοι της αστικής τάξης ήδη επεξεργάζονταν μια μετάβαση στη δημοκρατία ως εχέγγυο της συνέχισης της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Ο θάνατος του δικτάτορα Φρανσίσκο Φράνκο στις 20 Νοέμβρη 1975 θα γίνει δεκτός, με μια γενική αμηχανία από το εργατικό κίνημα μπροστά στην επερχόμενη νομιμοποίησή του, αλλά και μια «coctelada» εναντίον τραπεζών από τις Αυτόνομες Ομάδες, επισημαίνοντας πως γι’ αυτούς τουλάχιστον, η έχθρα δεν εξαντλούνταν σε μια συγκεκριμένη μορφή διακυβέρνησης. Με τον θάνατο του Φράνκο, το νέο (και δημοκρατικό πλέον) κράτος, θα νομιμοποιήσει πλήρως τις εργατικές επιτροπές, αφομοιώνοντας έτσι το συνελευσιακό κίνημα, αφού υπονόμευσε κάθε ανεξαρτησία του και μετάτρεψε ορισμένα από τα παλιά στελέχη του σε ανθρώπους του κράτους (κάτι ανάλογο με τον «αγώνα» που «δικαιώθηκε» επί πασοκ στην Ελλάδα). Ταυτόχρονα, κάνουν την εμφάνισή τους μια σειρά συνδικάτων, τα οποία προϋπήρχαν σε εμβρυακές μορφές εντός του φασιστικού CNS, ενώ οι άνθρωποι του φρανκικού καθεστώτος με τη συναίνεση της αντιπολίτευσης οχυρώνουν το νέο δημοκρατικό καθεστώς.

Στο μαχητικό απεργιακό κίνημα του 1976-77, καταρρίπτεται η παλιά αντίθεση φασιστών-αντιφασιστών, αφού ολόκληρος ο «πολιτικός κόσμος» ενωμένος συνασπίζεται απέναντι στις εργατικές κινητοποιήσεις, που σαμποτάρονται αποτελεσματικότερα από τα μέσα, από τους σταλινικούς. Η χρονιά ξεκινά με τη διαδήλωση 70.000 ανθρώπων στη Βαρκελώνη για “Ελευθερία, Γενική Αμνηστία και Καθεστώς Αυτονομίας”. Στις 3 Μάρτη, εργαζόμενοι της πόλης Γκαστέιζ καλούν σε Γενική Απεργία ως απάντηση στο θάνατο 5 εργατών από μπάτσους, μετά από μήνες απεργιών κι έρχονται αντιμέτωποι με την εκκλησία και την αστυνομική καταστολή. Τα οδοφράγματα που υψώθηκαν στις κεντρικές λεωφόρους παρέλυσαν όλη την πόλη. Την ίδια στιγμή, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις κινητοποιήσεις των εκεί εργαζομένων, το νέο καθεστώς στρατιωτικοποιεί τους σιδηροδρόμους και το μετρό. Τον Απρίλη πραγματοποιείται η μεγάλη απόδραση από τις φυλακές της Σεγκόβια μαχητών της ΕΤΑ (που την επόμενη διετία θα φτάσει στην ακμή της δράσης της), και του Oriol Sugranyes του MIL. Μπάτσοι της Guardia Civil θα δολοφονήσουν τον Oriol στα βουνά της Ναβάρρας, πριν κατορθώσει να διαφύγει προς τη Γαλλία. Λίγο αργότερα θα δημιουργηθεί το COPEL (συντονιστικό αγωνιστών κρατουμένων) από αυτόνομους επαναστάτες και “ποινικούς” των ισπανικών φυλακών. Την επόμενη διετία ανθίζουν οι οδομαχίες και οι εμπρηστικές επιθέσεις αυτόνομων νεολαίων στην “ουρά” πορειών των συνδικάτων, εναντίον τραπεζών, κρατικών κτιρίων ή πολυτελών καταστημάτων. Ταυτόχρονα στα εργοστάσια κυριαρχούν οι συνελεύσεις, μαζικές συναντήσεις χιλιάδων εργατών, για να συζητήσουν ζητήματα της εργασίας τους και να εκλέξουν άμεσα ανακλητές επιτροπές που θα αναλάβουν τη σύνδεση με άλλους χώρους εργασίας στον αγώνα, και τη δημιουργία απεργιακών επιτροπών. Εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι συμμετέχουν στο αυτόνομο αυτό κίνημα που επεκτείνεται πέρα από τους χώρους εργασίας, συνδεόμενο επίσης με τις συνελεύσεις γειτονιάς, κυρίως στη Μαδρίτη και τη Βαρκελώνη, ή με λαϊκούς συλλόγους και ανατρεπτικές ομάδες, όπως στη χώρα των Βάσκων.

Στις 12 Ιούλη του 1977 ομάδες “ανεξέλεγκτων” παίρνουν υπό τον έλεγχό τους για ώρες το κέντρο της Βαρκελώνης στήνοντας γιορτές λεηλασιών και εμπρησμών, ενώ οι “Ελευθεριακές Ημερίδες” της 22-25 Ιούλη που συνδιοργανώνουν διάφορες αναρχικές ομάδες, υποδέχονται πάνω από 600.000 επισκέπτες. Τη σκυτάλη παίρνουν οι αγωνιστές του COPEL με συντονισμένες δράσεις εκατοντάδων κρατουμένων. Οι “απ’ έξω” απαντούν με νυχτερινές επιθέσεις εναντίον κομματικών γραφείων και εταιριών που κερδοσκοπούν από τις φυλακές. Νέο κύμα καταστολής: συλλήψεις 13 νεολαίων για συγκρούσεις σε πορείες, φασίστες χτυπάνε με βόμβα τα γραφεία μιας ελευθεριακής εφημερίδας σκοτώνοντας έναν άνθρωπο, δεσμοφύλακες δολοφονούν τον αγωνιστή του COPEL Agustin Rueda στις φυλακές του Carabanchel. Στις 18 Μαρτίου το χωριό του Agustin, Sallent, θα κυρρήξει ως απάντηση Γενική Απεργία με συμμετοχή πάνω από 3.000 εργατών από τα γειτονικά ορυχεία. Συνεχίζονται οι συλλήψεις δεκάδων αναρχικών σε Βαγιαδολίδ, Παμπλόνα και Αλμερία, ένας απ’ τους οποίος, ο Agustin Valiente εκπαραθυρώνεται και χάνει τη ζωή του. Και παράλληλα η σφαγή της Atocha θα έρθει να μπερδέψει τα πράγματα, όταν ομάδα παρακρατικών δολοφονούν 5 σταλινικούς του ΚΚ αποκαθιστώντας κατά κάποιο τρόπο τη στιγματισμένη εικόνα του κόμματος αυτού, ενώ τέλος ξεσπά η απεργία των οδηγών βυτιοφόρων, 35 απ’ τους οποίους συλλαμβάνονται, για να αφεθούν ελεύθεροι μόνο αφότου οι εργάτες της SEAT θα παρατήσουν για μια μέρα τη δουλειά τους για να διαδηλώσουν σε αλληλεγγύη με τους οδηγούς. Το 1977 θα σημειωθεί μια αναζωπύρωση των μαχητικών διαδηλώσεων στην Τενερίφη και τη χώρα των Βάσκων, πανεθνικές απεργίες στους ταχυδρομικούς, στα μεταλλουργία του Σαβαδέλ, στις κατασκευαστικές της Λυόν… Στη Βισκάια μετά από τεράστιες συνελεύσεις σχηματίζεται ένα συντονιστικό ανακλητών εκπροσώπων εργοστασιακών συνελεύσεων που αντιπροσώπευε 120.000 εργάτες και εργάτριες.

Μπρος στα γεγονότα αυτά, τα συνδικάτα ενώνονται γύρω από μια καταδίκη της βίας των εργατικών κινητοποιήσεων, προδίδοντας τον ουσιαστικό ρόλο που θα παίξουν στο νέο καθεστώς. Το συνδικάτο, αμυντικός μηχανισμούς του παλιού εργατικού κινήματος, όντας άλλωστε ανεπαρκές απέναντι στις επιθέσεις του κράτους ήδη από τα 1920, δε θα μπορούσε πλέον να υποστηρίξει την οργάνωση ενός προλεταριάτου ολοκληρωτικά διαφορετικού από αυτό των αρχών του αιώνα, και μάλιστα σε συνθήκες καπιταλιστικής ανάπτυξης. Αντιμέτωποι λοιπόν με τους κομματικούς και συνδικαλιστικούς μηχανισμούς αλλά και δυο νέους παράγοντες, την επίδραση των (πλέον μη ελεγχόμενων άμεσα από το καθεστώς, άρα «αντικειμενικών») μέσων μαζικής ενημέρωσης και της νέας ιδεολογίας που νομιμοποιούσε την κοινωνική αναρρίχηση και τον πλουτισμό (ως απότοκο της σύνδεσης της χώρας με την κοινή ευρωπαϊκή αγορά και της τουριστικής ανάπτυξης, αυτής της «βιομηχανίας χωρίς εργοστάσια»), οι αυτόνομοι αγώνες σπρώχνονταν στο περιθώριο.

Αν και αρκετοί αυτόνομοι αγωνιστές αντλούσαν τις θεωρητικές αναφορές τους από τον κομμουνισμό των συμβουλίων, τη γερμανική και ολλανδική αριστερά και τον νεαρό Μαρξ, ορισμένοι απ’ αυτούς αποφάσισαν –υπό την πίεση της περιθωριοποίησης αυτής- να συμβαδίσουν με τις αναρχο-συνδικαλιστικές δοξασίες της ανασυσταθείσας CNT, την οποία πρόχειρα ανακήρυξαν ως τον κατάλληλο συντονισμό που είχε ανάγκη η τάξη, προσχωρώντας στο συνδικάτο αποβλέποντας σε μια αντιεξουσιαστική ενότητα, για να διαψευστούν αργότερα. Οι ίδιοι στο μεταξύ συκοφάντησαν και συνέτειναν στην περιθωριοποίηση κάθε άλλης συλλογικής απόπειρας συντονισμού, εκτός της CNT… Μια άλλη τάση «Για την αυτονομία της τάξης», κινήθηκε προς «αυτόνομες» συνεργασίες με κομματικούς, συνυποψηφιότητες και συνδιαχειριστικές λογικές, για να αποδείξει γρήγορα ξανά ότι ο χειρότερος εχθρός για τη χειραφέτηση της τάξης είναι αυτός που κινείται μέσα στις συνελεύσεις της, σαμποτάροντάς τις πιο αποτελεσματικά. Κάποιοι άλλοι, αρκέστηκαν στο να αντιγράψουν τους μιλανέζους λενινιστές της Potere Operaio, δημιουργώντας μια βραχύβια Autonomia Obrera και αναπαράγοντας τους διανοουμενίστικους αυνανισμούς της. Αρκετοί ακόμα, φοβισμένοι ή κουρασμένοι από τις «προδοσίες» των ηγεσιών που οι ίδιοι αναδείκνυαν, γύρισαν απλώς στους καναπέδες τους. Ορισμένοι ενδεχομένως δεν έφυγαν ποτέ από εκεί. Τέλος, κάποιοι (μεταξύ των οποίων οι αγωνιστές των Αυτόνομων Ομάδων) αφήνοντας πίσω τους αυτή τη διαδικασία ήττας, συνέχισαν την περιπέτεια της ένοπλης δράσης, «την μόνη που άξιζε πλέον να ζεις», σίγουρα όμως πιο μόνοι από πριν.

Εκτός από την ήττα του εργατικού κινήματος όμως, το ισπανικό προλεταριάτο θα αλεστεί εκ νέου σε μια νέα μέγγενη που έχει να κάνει αυτή τη φορά με την ίδια την εργασία του. Με τη σταθεροποίηση του δημοκρατικού καθεστώτος, η εργασία αναδιαρθρώνεται και ελαστικοποιείται, θέτοντας τους μέχρι τότε εργατικούς αγώνες στο περιθώριο. Η αποβιομηχάνιση της χώρας στερεί το κίνημα από τους ως τότε δεδομένους βασικούς χώρους συνεύρεσης και δράσης αλλά και τους φυσικούς φορείς του, καθώς μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης παίρνει το δρόμο για κάποια φάμπρικα της Γαλλίας, της Γερμανίας ή του Βελγίου, την ίδια στιγμή που ένα αντίστροφο ρεύμα τουριστών αναδιαμορφώνει την οικονομία και τις σχέσεις εκμετάλλευσης και κοινωνικής αναρρίχησης, παρέχοντας την υλική βάση μιας νεοπλουτίστικης ιδεολογίας, αναπτύσσοντας παράλληλα έναν τομέα λιγότερο τρωτό από τις ως τότε εργατικές αντιστάσεις: τις ιδιωτικές υπηρεσίες. Στην αποσύνθεσή του κινήματος, ο κοινωνικός πλούτος που δημιούργησε στην άνοδό του θα αφομοιωθεί, με την μορφή μερικών διεκδικήσεων και συμπεριφορών, αποστραγγισμένων βέβαια από κάθε ανατρεπτικό περιεχόμενο. Έτσι, στη σφαίρα της κουλτούρας η καλλιτεχνική κίνηση της «movida» θα αποτυπώσει μια περιθωριακή –και ως τέτοια στερημένη από κάθε γενικευτικό συνειρμό- σεξουαλική ελευθεριότητα και άρνηση των παραδοσιακών σχέσεων ιεραρχίας, αλλά και την ευρεία χρήση ναρκωτικών που ακολούθησε τις καλές μέρες του κινήματος, καθώς και τη διάδοση της αργκό cheli των μαδριλένικων εργατογειτονιών, «φτιάχνοντας» διάφορους αστέρες όπως ο γνωστός Almodovar. Ακόμα, η γενικευμένη άρνηση της πατριαρχικής οικογένειας (μια υπόνοια αυτής της άρνησης προδίδει και η μείωση των γάμων κατά ¼ μέσα στα πρώτα χρόνια της δημοκρατικής μετάβασης) θα κωδικοποιηθεί νομικά σε ορισμένες κατακτήσεις για τις γυναίκες και τους ομοφυλόφιλους, όπως η μερική νομιμοποίηση των εκτρώσεων, η μη δίωξη της ομοφυλοφιλίας κλπ. Στην Ισπανία, ο καπιταλισμός φαινόταν αποφασισμένος να παραχωρήσει τα πάντα στους εργάτες ούτως ώστε να μην πάρουν τίποτα.

Επιπλέον, και καθώς το -αναποτελεσματικό πλέον- κίνημα συρρικνώνεται υπό την επίδραση των νέων εργασιακών και κοινωνικών σχέσεων και τα απομονωμένα άτομα έρχονται αντιμέτωπα με την ίδια τους την απομόνωση, η καταναλωτική ιδεολογία σαρώνει τα πάντα. Η καταστολή προελαύνει ανενόχλητη. Η δολοφονία του 17χρονου Emilio Gustavo, στη διάρκεια συγκρούσεων διαδηλωτών με μπάτσους θα περάσει γενικά απαρατήρητη. Το ίδιο και οι αστραπιαίες συλλήψεις στη Βαρκελώνη 11 ελευθεριακών, 2 εκ των οποίων είχαν αποδράσει από το Carabanchel ένα χρόνο πριν. Την επόμενη χρονιά, 3 επαναστάτες συλλαμβάνονται στη Βαρκελώνη για επιθέσεις σε τράπεζες, και καταδικάζονται σε 30 χρόνια φυλάκισης, για να βγουν τελικά στα 1987. 4 ακόμα αναρχικοί (δύο γυναίκες) θα συλληφθούν για να κακοποιηθούν βάναυσα από την αστυνομία, καθώς και δεκάδες μέλη της CNT. Στις 21 Νοέμβρη, 2 μέλη των Αυτόνομων Ομάδων που θα προσπαθήσουν να απελευθερώσουν σύντροφό τους από το νοσοκομείο όπου είχε μεταφερθεί, έρχονται αντιμέτωποι με μπλόκο της αστυνομίας, και στην ανταλλαγή πυροβολισμών ο ένας θα πέσει νεκρός. Λίγες μέρες μετά, στις 7 Δεκέμβρη, ένα εγγεγραμμένο μέλος της CNT θα συλληφθεί στο τρένο Βαλένθια-Κόρντομπα, κατηγορούμενος για συμμετοχή στις Αυτόνομες Ομάδες και απόπειρα απελευθέρωσης κρατουμένων…

Τα επόμενα χρόνια, το ισπανικό κράτος αναδιοργανώνεται με ενισχυμένες πλέον τις σχέσεις εκμετάλλευσης και συσσώρευσης πλούτου. Καθώς σταδιακά οι νέες παραγωγικές και εργασιακές σχέσεις τείνουν να κυριαρχήσουν παντού, η οικονομία από-βιομηχανοποιείται, ενώ γιγαντώνεται ο τουρισμός, το εμπόριο και οι υπηρεσίες. Οι παλιές, λιγότερο «ευέλικτες» εργασιακές συνθήκες καταρρέουν, πυροδοτώντας κάποιες σποραδικές δυναμικές απεργίες, όπως π.χ. στα ναυπηγεία του Καδίζ ή του Χιχόν όπου εμφανίζεται ξανά η ταξικη βία των φλεγόμενων οδοφραγμάτων ενάντια σε περικοπές, ιδιωτικοποιήσεις και χρεοκοπίες, που μέλλει να συγκινήσει αρκετούς συνδικαλιστές (αναρχο- ή μη), δεν έχουν πάντως καμιά ελπίδα να αναστρέψουν αυτή τη διαδικασία, πολύ απλά γιατί καμία κινητοποίηση δεν μπορεί να αναγκάσει το Κεφάλαιο να συντηρεί έναν χώρο εργασίας τον οποίον έχει απαξιώσει. Έτσι, η ανεργία γνωρίζει δραματική αύξηση, πράγμα που σημαίνει –μεταξύ άλλων- νέες δουλειές, με όρους καλύτερους (για την εργοδοσία) ή χειρότερους (για τους εργαζομένους). Εκτός της πίεσης που σημαίνει ένας μεγάλος πληθυσμός ανέργων για την εργατική τάξη, εντείνοντας την αγωνία του εργαζόμενου κομματιού της να μη χάσει την εργασία του (μπρος στην οποία 7 στους 10 ισπανούς εργαζομένους θα δεχτούν να δουλέψουν σε κακοπληρωμένες προσωρινές ή θέσεις ημι-εργασίας), περνώντας στην μεριά της ανεργίας, ζωογονεί μια ολόκληρη επιχειρηματικότητα που σχετίζεται με την επινοικίαση ανέργων, μέσω των κέντρων προσωρινής εργασίας. Αυτά τα τελευταία θα γνωρίζουν μια πραγματική άνθιση, ανοίγοντας παραρτήματα σε κάθε εργατογειτονιά. Ωστόσο, σε ορισμένες δε θα γίνουν τόσο αποδεκτά. Αν και το παλιό αυτόνομο κίνημα είχε ηττηθεί και οι εξτρεμιστές του βρίσκονταν στη φυλακή, νέοι αγωνιστές συνεχίζουν την «περιπέτεια». Τα κέντρα προσωρινής εργασίας θα βρεθούν στο επίκεντρο της κριτικής τους, καθώς δεκάδες απ’ αυτά γίνονται στόχος εμπρηστικών επιθέσεων και βανδαλισμών. Ταυτόχρονα, νέοι εργατικοί και οικολογικοί αγώνες έρχονται σε ρήξη με το καθεστώς, ενώ αυτόνομες ομάδες δημιουργούνται σε διάφορες πόλεις, κοινωνικές βιβλιοθήκες και έντυπα, στέκια και καταλήψεις, αυτοδιαχειριζόμενοι ραδιοσταθμοί και μεμονωμένοι ακτιβιστές δημιουργούν ένα άτυπο δίκτυο βασισμένο στην αυτοοργάνωση και την αλληλεγγύη, κρατώντας αναμμένη τη σπίθα του ταξικού πολέμου.

Σε μια γνωριμία μας με κάποιους από τους νέους αυτόνομους της Μαδρίτης, θα μας παραχωρήσουν και το υλικό που κυκλοφορήσαμε το 2006 στη Σαλονίκη, μέσα από το –τότε- Γραφείο Λυσσασμένων Ταραχοποιών. Η συμπάθειά μας για τους μαχητές των Αυτόνομων Ομάδων έχει να κάνει με τη θεωρία τους, που φτύνει κάθε ιδεολογία ως όργανο διαχωρισμού της τάξης, μαζί και την ιδεολογία της αυτονομίας (οι ίδιοι έγραφαν πως σε περιόδους άνθισης του κινήματος, οι εχθροί της αυτονομίας θα ανακηρύσσονται ως θεματοφύλακες της αυτονομίας) αλλά και της «ελευθεριακής» που τους κόλλησε η αστυνομία σχετίζοντάς τους με τη CNT, αυτή την «επαναφομοιωτική συνδικαλιστική γραφειοκρατία που στηρίζει ουσιαστικά την ύπαρξη της μισθωτής εργασίας» αλλά και τη ψευτο-διαμάχη μεταξύ μαρξισμού-αναρχισμού, κι έχει να κάνει με την πρακτική τους, που παρά τους περιορισμούς που επιβάλλει η παρανομία, εφάρμοσαν την ένοπλη δράση όχι για να «δείξουν το δρόμο στις μάζες» ή να ξεχωρίσουν απ’ αυτές, αλλά για να στηρίξουν έμπρακτα τα συμφέροντα της τάξης, δηλαδή την άγρια γενική απεργία, στο βαθμό που αυτή ταυτιζόταν με τα δικά τους συμφέροντα, την απελευθέρωσή τους από τα δεσμά της οικονομίας, στην αυτονομία τους που ήταν «απλώς μια κοινή πρακτική βασισμένη σε ένα μίνιμουμ συμφωνιών για τη δράση, και ταυτόχρονα μια θεωρία αυτόνομη που να αντεπεξέρχεται στον τρόπο της ζωής μας, του αγώνα και των βασικών αναγκών μας».

Οι Αυτόνομες Ομάδες δεν ήταν κάποια διαχωρισμένη οργάνωση, καθώς κάθε ομάδα τους βρισκόταν στα πλαίσια ενός συγκεκριμένου στόχου και αυτοδιαλυόταν μόλις αυτός επιτευχθεί. Όσο για το ζήτημα της «κριτική των όπλων», προφανώς δεν έχουμε καμία σχέση με αυτούς που υποκριτικά τονίζουν τον μειοψηφικό χαρακτήρα των ομάδων αυτών, αγνοώντας ότι το προλεταριάτο γενικά δεν οπλίζεται παρά μόνο όταν είναι ανάγκη: Δηλαδή, όταν θέλει να καταστρέψει το κράτος. Έτσι μια ένοπλη ομάδα που δρα ανεξάρτητα από το κίνημα, όταν αυτό πραγματώνει την επαναστατική βία του, μπορεί να είναι άχρηστη ή ακόμα και επικίνδυνη (π.χ. σε περίπτωση διάβρωσης από χαφιέδες), ή απλά να γίνει μια ακόμη «εξουσία». Ωστόσο, πρέπει να τίθεται το θέμα του κατά πόσο ένα κίνημα που ανέχεται στο εσωτερικό του τους ρεφορμιστές των συνδικάτων και των πολιτικών κομμάτων και οργανώσεων αποτελεί εργαλείο αυτο-χειραφέτησης καθώς δε βρίσκεται υπό τον άμεσο έλεγχό του προλεταριάτου. Το προλεταριάτο παύει να εκφράζεται μέσω του, και απλά αποσύρεται. Ο έλεγχος χάνεται τη στιγμή που παραιτούμαστε από τις υπευθυνότητές μας, όπως υπενθυμίζουν με φρόνηση οι κρατούμενοι των Αυτόνομων Ομάδων. Οι μαχητές των Αυτόνομων Ομάδων, εξτρεμιστές του αυτόνομου κινήματος πολέμησαν αυτόν το διαχωρισμό, χωρίς να αφομοιωθούν ως μια ακραία τάση που να τραβάει προς τα «αριστερά» τους ρεφορμιστές, ή ως μια τρομοκρατική απειλή για το αμέτοχο πλήθος.

Στην πραγματικότητα, υπήρξε μια ευρεία συμπάθεια προς τα πρόσωπά τους, καθώς και πριν τις συλλήψεις τους οι ίδιοι διατηρούσαν πολιτικούς και φιλικούς δεσμούς με πλήθος νέων εργατών, αλλά και μετά τις συλλήψεις, χάρη στην ηρωική στάση τους. Σε κάθε περίπτωση, η αμείλικτη Ιστορία δεν αρκείται στην ευγένεια των προσώπων και τις καλές προθέσεις. Το ενδεχόμενο μιας επανάστασης στην Ισπανία αποσοβήθηκε, και χρέος όσων με τον έναν ή τον άλλο τρόπο εμπλέκονται στην τελευταία αξιόλογη περιπέτεια του καιρού μας, είναι να εξετάσουν τι έκαναν οι σύντροφοί μας τότε, τι εμπόδια βρήκαν, τι καλύτερο θα μπορούσαν να κάνουν…

Προς το παρόν, σ’ αυτή την πρώτη εκδοτική απόπειρα για λογαριασμό του Πρακτορείου Rioters (υστερόγραφη σημείωση: τελικά για διάφορους πρακτικούς λόγους η έντυπη έκδοση δεν πραγματοποιήθηκε), ξανασκύβουμε πάνω από τα γραπτά των Αυτόνομων Ομάδων… Προχωρώντας σε μια τέτοια έκδοση, έχουμε πρώτιστα στο μυαλό μας ανθρώπους που μοιάζει να νιώθουν την προσωπική «ευθύνη ενάντια στον καπιταλισμό» όχι λιγότερο, ούτε περισσότερο από τη συλλογική χαρά της «τελευταίας περιπέτειας που αξίζει τον κόπο να ζεις»: ανθρώπους σαν τον Γιάννη Δημητράκη, τον Γιώργο Βούτση-Βογιατζή, τους ηρωικά φυγόδικους συντρόφους τους και τόσους ακόμα που μακάρι να μη χρειαστεί να μάθουμε ποτέ τα ονόματά τους, αλλά και τους συντρόφους που κατηγορούνται για την απαγωγή του προέδρου του ΣΒΒΕ («πρέπει οι εργαζόμενοι να σφίξουν κι άλλο το ζωνάρι») Βαγγέλη Χ., Βασίλη Παλαιοκώστα και τον Πόλυ Γεωργιάδη, που εργαζόταν σε μια βελτιωμένη επανέκδοση του υλικού αυτού πριν η σύλληψή τους διακόψει άκομψα το έργο του αυτό. Σ αυτούς την αφιερώνουμε.

Κείμενα που χρησιμοποιήσαμε (ενδεικτικά):

Comunicados de los Grupos Autónomos encarcelados en la prisión de Segovia (1978-1980), Madrid 1980

CO.P.E.L, butrones y otras aportaciones de Grupos Autónomos – DESORDEN distro, Valencia 2004

Telesforo Tajuelo : El MIL, Puig Antich y los GARI – ed. Ruedo Ibérico, 1977

Aux Libertaires: Guy Ernest Debord («Les Amis de l’ Internationale » – ed. Champ Libre, μετέπειτα Gerard Lebovici)

Για την εισαγωγή, χρησιμοποιήθηκαν βασικά κείμενα και προσωπικές αφηγήσεις ισπανών αυτόνομων, καθώς και το κείμενο «αυτόνομοι προλεταριακοί αγώνες νότια των πυρηναίων» από το περιοδικό Do Or Die.

Categories
Uncategorized

ΓΙΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ (ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΗΣ)

1

Η τέχνη δεν είναι η πιο “υψηλή” έκφραση του “πνεύματος” όπως επί αιώνες τώρα προσπαθούν να μας πείσουν οι μετέχοντες στο ιδεαλιστικό μπλοκ, αλλά μια σφαίρα αποκομμένη από την πραγματικότητα και τη ζωή. Μια σφαίρα που αποκόπηκε από την πραγματικότητα και τη ζωή, ταυτόχρονα με τον τεχνητό διαχωρισμό μεταξύ ύλης και πνεύματος, χειρονακτικής και πνευματικής εργασίας (ή “βάναυσης” και “αριστοκρατικής”) που συνόδεψε τον διαχωρισμό της κοινωνίας σε τάξεις. Η τέχνη λοιπόν είναι η πορδή της εξουσίας.

2

Σε μια αταξική κοινωνία δεν θα υπάρχει τέχνη, δεν θα υπάρχει όχι μόνο επειδή δεν θα έχει λόγο ύπαρξης αφού τη ζωή θα τη ζουν οι άνθρωποι και δεν θα την αναπαριστούν, αλλά και επειδή θα ξαναβρεί την θέση της στη γη. Η ενοποίηση πράξης και θεωρίας, υλικής και πνευματικής εργασίας που θα φέρει η κατάργηση των τάξεων θα ενοποιήσει και την τέχνη με τα υπόλοιπα κομμάτια της κοινωνικής ζωής, σε βαθμό που δεν θα υπάρχει ως τέτοια – ως ιερή, ως Τέχνη. Θα ξεπεραστεί!

3

Ενώ ο μόνος τρόπος που θα έπρεπε να θεωρεί κάποιος εχθρός της ταξικής κοινωνίας την τέχνη είναι μέσα από την προοπτική της κατάργησης της και της ενοποίησης της με την υπόλοιπη κοινωνική ζωή, ωστόσο υπάρχουν κάποιοι ιδεαλιστές που θεωρούν αρκετά ανατρεπτικό το να την εξυψώνουν ακόμα περισσότερο από ότι οι αστοί! Τη διαθέτουν χωρίς αντίτιμο ή για να μιλάμε στη δημοτική – τζάμπα και την ονομάζουν αντιεμπορευματική. Το ζήτημα εδώ έχει δύο σκέλη. Πρώτον, όχι μόνο ακολουθούν τον ιδεαλιστικό διαχωρισμό πνεύματος και ύλης αλλά τον φτάνουν στα όρια του, προστατεύοντας την “ιερή” αυτή σφαίρα από το (πράγματι) “μιαρό” εμπόριο ενώ δεν έχουν πρόβλημα να εμπορευτούν την “ταπεινή” και “βάναυση” χειρονακτική τους εργασία ή την εργατική τους δύναμη. Δεύτερον παραμένει θεαματική. Διατηρεί δηλαδή το βασικό χαρακτηριστικό της αστικής τέχνης (Μια ομάδα ταλαντούχων καλλιτεχνών κλείνεται στο εργαστήριο της και αφού παράγει το “έργο τέχνης” το παρουσιάζει σε δεκάδες ή εκατοντάδες θεατές οι οποίοι δεν έχουν κανένα δικαίωμα παρέμβασης σε αυτό).

4

Αν κάποιος θέλει να πάρει παραδείγματα αντιεμπορευματικής και αντιθεαματικής τέχνης ας παρακολουθήσει τα λαϊκά δρώμενα και τα δημοτικά τραγούδια. Εκεί δεν υπάρχει κάποιος καλλιτέχνης που να δημιουργεί “ελεύθερα”, με την αστική έννοια του όρου, ξεχωρίζοντας από το “κοινό”. Η καλλιτεχνική δημιουργία είναι προϊόν της συλλογικής εμπειρίας της κοινότητας και το ό,τι είναι τζάμπα δεν χρειάζεται να επισημανθεί..

Ex Negativo

Categories
Uncategorized

Αναρχοφουτουριστικό Μανιφέστο

ΑΝΑΡΧΟΦΟΥΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ

(Ο φουτουρισμός είναι το πλέον αμφιλεγόμενο καλλιτεχνικό κίνημα. Αντισυμβατικό και προκλητικό από την αρχή, λάτρεψε την ταχύτητα, τη μηχανοποίηση, τον πόλεμο, τον μιλιταρισμό και την καταστροφική δύναμη του αναρχισμού. Όλα αυτά σε συσκευασία του ενός!! Φλέρταρε με το σουρεαλισμό και τον ντανταϊσμό, αλλά τελικά παντρεύτηκε το φασισμό. Ο Μαρινέτι, μάλιστα, πολέμησε και πέθανε στο πλευρό του Μουσολίνι. Υπάρχει, όμως και η διαφορετική πλευρά του φουτουρισμού. Αρκετοί φουτουριστές υπήρξαν κομμουνιστές ή αναρχικοί, που ήρθανε σε ρήξη με τον φασιστικό φουτουρισμό (μαρινετισμό τον αποκαλούσαν). Έξω από την Ιταλία, ο φουτουρισμός συνδέεται με το Ρώσο ποιητή Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, ο οποίος Το 1912 θα δημοσιεύσει το μανιφέστο του ρώσικου φουτουρισμού, με τίτλο «Μπάτσος για το δημόσιο γούστο», όπου συναντάμε τη ρητορική του πρώτου ιταλικού μανιφέστου: «Το παρελθόν είναι στενάχωρο. Η Ακαδημία και ο Πούσκιν πιο ακατανόητοι κι από ιερογλυφικά». Ο Μαγιακόφσκι ιδρύει την «ομάδα κομμουνιστών φουτουριστών» και το ¨Αριστερό Μέτωπο Τέχνης (ΛΕΦ)»:«Το ΛΕΦ είναι η κάλυψη των μεγάλων κοινωνικών θεμάτων από όλα τα πυροβόλα του φουτουρισμού». Ταυτόχρονα, υπάρχει και μια φράξια των φουτουριστών που είναι επηρεασμένο από τον αναρχικό μηδενισμό. Ενδεικτικά, αναδημοσιεύουμε το Αναρχοφουτουριστικό μανιφέστο, που δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στα ελληνικά τη δεκαετία του 80 από την Ουτοπία (έντυπο για αναρχικούς, αντιεξουσιαστές, εγωιστές και άλλους)
Αχ. αχ , Αχ, χα – χα , χο – χο !

Ξεχυθείτε στους δρόμους ! Όλοι όσοι είστε ακόμη φρέσκοι και νέοι και δεν έχετε χάσει την ανθρώπινη ποιότητα σας – εμπρός στους δρόμους! Σε μια πλατεία στέκεται μεθυσμένο από χαρά το τσιμέντο του γέλιου με ξεχειλωμένη την κοιλιά. Το γέλιο και η αγάπη συνουσιάζονται με τη μελαγχολία και το μίσος, τυλιγμένα στο παντοδύναμο σπασμωδικό πάθος της κτηνωδικής λαγνείας. Ζήτω η ψυχολογία των αντιθέσεων. Μεθυσμένα πυρπολημένα πνεύματα έχουν σηκώσει το φλεγόμενο φλάμπουρο της διανοητικής επανάστασης. Θάνατος στα πλάσματα της ρουτίνας, στους Φιλισταίους, σε όσους υποφέρουν από ποδάγρα ! Τσακίστε μ’ ένα εκκωφαντικό θόρυβο το ασκί των τρικυμιών της εκδίκησης ! Ισοπεδώστε τις εκκλησίες και τους συμμάχους τους, τα μουσεία. Κονιορτοποιήστε τα εύθραυστα είδωλα του Πολιτισμού !

Έϊ , εσείς παρακμασμένοι αρχιτέκτονες των σαρκοφάγων της σκέψης, εσείς φρουροί του παγκόσμιου νεκροταφείου των βιβλίων – παραμερίστε ! ‘Ήρθαμε να σας διώξουμε, τα παλιά πρέπει να θαφτούν και τα σκονισμένα αρχεία να καούν από τη δημιουργική μεγαλοφυΐα του δαυλού του Ήφαιστου. Αφήνουμε πίσω τις στάχτες του παγκόσμιου αφανισμού, τους απανθρακωμένους μουσαμάδες των ογκωδών πινάκων, τους καμένους χοντρούς ξεχειλωμένους τόμους των κλασσικών και διαβαίνουμε εμείς οι Αναρχοφουτουριστές ! Πάνω από την τεράστια έκταση της ερήμωσης πού καλύπτει τη γη μας, το φλάμπουρο της αναρχίας θα ξεδιπλωθεί περήφανα. ΤΟ γράψιμο δεν έχει αξία! Δεν υπάρχει αγορά για τη φιλολογία. Δεν υπάρχουν φυλακές, δεν υπάρχουν όρια στην υποκειμενική δημιουργία ! Όλα επιτρέπονται. Όλα είναι αδέσμευτα !

Τα παιδιά της Φύσης δέχονται με χαρούμενη έκσταση το ιπποτικό χρυσό φιλί του ήλιου και την ηδονική, παχιά , γυμνή κοιλιά, της Γης. Τα παιδιά της φύσης ξεπηδώντας από το μαύρο χώμα ανάβουν τα πάθη των γυμνών λάγνων κορμιών. Τα μαζεύουν όλα μέσα σε μια ετοιμόγεννη κούπα – Χιλιάδες πόδια και χέρια συνδέονται σε ένα μοναδικό ασφυχτικό σωρό . Το δέρμα είναι ξαναμμένο από ζεστά αχόρταγα βασανιστικά χάδια. Δόντια βυθίζονται με μίσος στη ζεστή σάρκα των ζουμερών εραστών ! Μεγάλα παρατηρητικά μάτια ακολουθούν τον έγκυο φλεγόμενο χορό της ηδονής ! Όλα είναι παράξενα, επιτρεπτά, πρωτόγονα. Οι σπασμοί, το δέρμα, ή ζωή, ο θάνατος, όλα ! Όλα !

Τέτοια είναι ή ποίηση της αγάπης μας. Δυνατοί, αθάνατοι και τρομε¬ροί είμαστε στην αγάπη μας ! Ο βοριάς λυσσομανάει στα κεφάλια των παιδιών της Φύσης. Κάτι φοβερό έχει προκύψει – κάποιος Βρικόλακας μελαγχολίας ! Καταδίκη – ο κόσμος πεθαίνει ! Πιάστε τον ! Σκοτώστε τον! Όχι, περίμενε ! Η Μελαγχολία ! Μεγάλα έλκη ανίας που χασμουριούνται, καλύπτουν το ωχρό πανικόβλητο πρόσωπο του ουρανού. Ή γη τρέμει από φόβο κάτω από τις δυνατές οργισμένες γροθιές των παιδιών της. Ω σεις καταραμένα, σιχαμερά πράγματα ! Ξεσχίζουν την παχιά τρυφερή σάρκα της και χώνουν την σαπισμένη πειναλέα μελαγχολία τους στο αίμα που τρέχει και στις καινούργιες πληγές του σώματος της. Ο κόσμος πεθαίνει ! Αχ ! αχ ! αχ ! κλαίνε εκατομμύρια κουδούνια κινδύνου. Αχ! αχ ! αχ ! βρυχάται το γιγάντιο κανόνι του συναγερμού. Καταστροφή ! Χάος ! Μελαγχολία ! Ο κόσμος πεθαίνει.

Τέτοια είναι ή ποίηση της μελαγχολίας μας ! Είμαστε δίχως αναστολές ! Δεν μας κάνει ο θρηνητικός συναισθηματισμός των ανθρωπιστών. Προτιμούμε να δημιουργήσουμε την θριαμβευτική διανοητική αδελφότητα των ανθρώπων, σφυρηλατημένη στην ατσαλένια λογική των αντιθέσεων, του Μίσους και της Αγάπης. Με γυμνά δόντια θα προστατέψουμε την ένωση μας, από την Αφρική μέχρι τους δύο πόλους, ενάντια σε κάθε συναισθηματικό επίπεδο Φιλίας.

Όλα είναι δικά μας ! Έξω από μας είναι μόνο ο θάνατος ! Σηκώνοντας τη μαύρη σημαία της εξέγερσης καλούμε όλους τους ανθρώπους που ζουν, που δεν έχουν χάσει την ανθρώπινη ποιότητα τους, που δεν έχουν αποχαυνωθεί από την δηλητηριασμένη ανάσα του πολιτισμού ! Όλοι στους δρόμους ! Εμπρός ! Καταστρέψτε ! Σκοτώστε ! Μόνο ο θάνατος δεν επιτρέπει τον γυρισμό. Εξαφανίστε τα παλιά ! Ο κεραυνός και η αστραπή, τα στοιχεία της φύσης είναι δικά μας, όλα είναι δικά μας ! Εμπρός !

Ζήτω η διεθνής διανοητική επανάσταση !
Ένας ανοιχτός δρόμος για τους αναρχοφουτουριστές,
τους αναρχοϋπερβόρειους και τους νεονιχιλιστές !
Θάνατος στον παγκόσμιο πολιτισμό !

Ομάδα Αναρχοφουτουριστών
Χάρτοβο, 14-3-1919
K SVETU

Categories
Angry Brigade Stewart Home

ΜΙΑ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΟΥ ‘BENDING THE BARS: PRISON STORIES’ ΤΟΥ JOHN BARKER

ΜΙΑ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΟΥ ‘BENDING THE BARS: PRISON STORIES’ ΤΟΥ JOHN BARKER

Το βιβλίο του πρώην μέλους της Οργισμένης Ταξιαρχίας (Angry Brigade) John Barker “Bending The Bars” παρέχει μια συνεκτική κριτική της πολιτικής του μπολσεβικισμού, κάτω από τη σκληρή επιδερμίδα του ημερολογίου φυλακής ενός βαρυποινίτη.

Το Bending The Bars δεν είναι κάτι που ο οποιοσδήποτε που έχει φάει στην μάπα όλα τα δημοσιεύματα των ΜΜΕ για τον John Barker, ως επικίνδυνο τρομοκράτη και έμπορο ναρκωτικών, θα περίμενε να διαβάσει. Όμως πάλι ο Barker είναι τόσο ιδιοφυής όσο και πολυσύνθετος γι αυτές τις μονοδιάστατες διαστρεβλώσεις του παρελθόντος του, ώστε να κατορθώνουν ακόμα και να τον ψηλαφίσουν. Το βιβλίο δεν έχει να κάνει με την σχέση του Barker με την χαλαρή “ομάδα συγγενείας” που έγινε γνωστή ως Οργισμένη Ταξιαρχία, αλλά αποτελεί μάλλον έναν απολογισμό του χρόνου που πέρασε στη φυλακή, μετά την καταδίκη του για βομβιστικές επιθέσεις σε διάφορους στόχους (στην πραγματικότητα κανείς δεν κινδύνεψε ή τραυματίστηκε στις ενέργειες αυτές).

Τα βιβλία φυλακισμένων συχνά προσφέρουν στον αναγνώστη μια σειρά από τετριμμένες ηθικές κοινοτοπίες,-και δεν εννοώ απλά αυτά των κατάδικων ή πρώην κατάδικων που εκφράζουν μια ψευδο-μεταμέλεια για τα όσα έκαναν επειδή βρήκαν τη λύτρωση μέσω του χριστού ή όποια άλλη εξωφρενική αφαίρεση. Το ότι αυτοί οι μυστικιστές κρετίνοι που γράφουν βιβλία των φυλακών αυτού του είδους χύνουν κροκοδείλια δάκρυα γίνεται αρκετά φανερό από το γεγονός ότι αν δεν είχαν σφάλλει, τότε πως ο ανύπαρκτος θεός τους θα μπορούσε να επιδείξει την συγχώρεσή του βάζοντάς τους ξανά στον “ίσιο δρόμο”; Αναλόγως, τα βιβλία από- και για- πολιτικούς κρατουμένους είναι μερικές φορές σχεδιασμένα έτσι ώστε να δημιουργούν μια ιεραρχική κουλτούρα περί μαρτύρων που έκαναν λάθος και να εκμεταλλεύονται κυνικά το αίσθημα αδικίας ώστε να συγκεντρώνουν υποστήριξη για ένα συγκεκριμένο είδος πολιτικής των ειδικών. Εν συντομία, αυτού του είδους η γραφή, αποτυγχάνει να υπερβεί μια προοπτική θρησκευτική, ακόμα κι όταν δεν περιλαμβάνει τη συνήθη παγίδα του χριστιανικού οίκτου. Το βιβλίο του John Barker διαφέρει, καθώς κάνει χρήση μιας ταξικής κι όχι μιας ηθικής προοπτικής. Ο Barker γράφει για τις δικές του υποκειμενικές εμπειρίες της φυλακής, όμως σηματοδοτεί επανειλημμένα την γνώση εκ μέρους του, της πολλαπλότητας των απόψεων που έχει ακούσει από άλλους κρατουμένους να εκφράζουν για τον εγκλεισμό, αποφεύγει επιδέξια να δώσει προνομιακή θέση στη δική του αντίληψη για το θέμα πάνω σε οποιουδήποτε άλλου. Αναλόγως, ο Barker δεν επικεντρώνει στο πως θα βγάλει ένα best seller της φυλακής, δίνει άλλωστε πολύ λιγότερη έμφαση στην αποκτήνωση απ’ ότι στο βιβλίο του ο Jimmy Boyle, ή ακόμα ο αμερικάνος λαθρέμπορος χασίς Howard Mark στην αυτοβιογραφία του Mr. Nice. Έτσι, αν και στο βιβλίο γίνεται αναφορά στα ναρκωτικά της φυλακής, το Behind The Bars έχει να κάνει μόνο με την πρώτη περίοδο του Barker στην φυλακή, μετά τη σύλληψη και καταδίκη του για διάφορες βομβιστικές επιθέσεις της Οργισμένης Ταξιαρχίας. Δεν έχει να κάνει με την μετέπειτα φυλάκιση του για λαθρεμπόριο χασίς.

Αναλόγως, οι γεωγραφικές και ιστορικές διαφορές το καθιστούν χρήσιμο να διαβάσουμε τα γραπτά του Barker μαζί με βιβλία όπως του Mumia Abu-Jamal: Live From Death Row, μια θαρραλέα επίθεση στην απανθρωπιά του σωφρονιστικού συστήματος των ΗΠΑ από ένα από τα πολλά θύματά του.

Αν και υπάρχει μια αίσθηση αποκτήνωσης στο Bending The Bars, αυτή προέρχεται περισσότερο από την επιβεβλημένη ανία και τις ολοφάνερα χαμένες ζωές, παρά από οτιδήποτε άλλο. Μιας και ο Barker δεν ενδιαφέρεται να προωθήσει τον εαυτό του ως ηγετική φυσιογνωμία, δεν νιώθει την ανάγκη να παρουσιάζεται ως “σκληρός” των φυλακών, είναι άνθρωπος κι όχι υπεράνθρωπος. Οπότε, έχει την ικανότητα να καταδεικνύει τη φυλακή ως ένα ουσιαστικό συστατικό του καπιταλιστικού κόσμου, αντί να κάνει το λάθος να την αντιμετωπίζει ως κάτι το διαχωρισμένο από την καθημερινή αλλοτρίωση. Πράγματι, ένα από τα πράγματα που βρίσκω πιο σημαντικά στο βιβλίο είναι ότι μου άφησε την έντονη εντύπωση ότι πολλές βρετανικές φυλακές είναι τελικά πιο απάνθρωπες για τους ρουφιάνους παρά για τους ποινικούς. Η αντιμετώπιση του Barker μέσα ίσως ήταν φριχτή, όμως θα ήταν πολύ χειρότερα αν είχε καταφέρει να τον πείσει ότι ήταν αποκομμένος από την ανθρωπότητα, κι όχι ένα ουσιαστικό συστατικό ενός κόσμου που χρειάζεται αλλαγή. Στην μέση του βιβλίου ο Barker ανακοινώνει: “Αυτό που λέω είναι ότι πρέπει να ζεις παρά τις αντιφάσεις. Πρέπει να κάνεις κάποια ζωή εδώ μέσα, γιατί δεν είσαι νεκρός, αλλά να μη ξεχνάς ποτέ ότι είσαι στη φυλακή και είναι τελείως αφύσικο κι ενάντια στη ζωή” (σελ.63).

Το σημείο αυτό συνοψίζεται διαλεκτικά στον επίλογο του βιβλίου, όταν ο συγγραφέας δηλώνει ότι οι “…αλλαγές στο πως έβλεπα τον κόσμο μοιάζουν να προχωρούν στο ίδιο βήμα με τους φίλους μου. Όταν αυτό έγινε σαφές, μέσα σε μια μόνη πρόταση, ή στη διάρκεια μιας ολόκληρης επίσκεψης, θα ήμασταν ευχάριστα ξαφνιασμένοι κι έπειτα διόλου έκπληκτοι, καθώς τελικά όλοι ζούσαμε στην ίδια εποχή. Κυρίως, είχε να κάνει με την αναγνώριση σε τι είδους γκέτο μέσα βρισκόταν η επαναστατική πολιτική…” (σελ. 120). Ανάλογα, η κόπωση του Barker από τους άλλους κρατουμένους που άσκοπα διακήρυσσαν την αθωότητά τους αντανακλάται στις ιστορίες του. Ο Barker μας λέει απλά ότι όταν καταδικάστηκε, οι μπάτσοι “την έστησαν σ’ έναν ένοχο”, κι αυτό ήταν πάνω κάτω η υπόθεση. Αν ο Barker έμπαινε σε μια διαδικασία αποκήρυξης όλων των ψεμάτων που έχουν ειπωθεί γι αυτόν, αυτό που θα έκανε δε θα ήταν να αποκαλύψει την αλήθεια, αλλά να βρεθεί σ έναν λαβύρινθο ατελείωτων συζητήσεων για το τι έκανε και τι όχι.
Έτσι λοιπόν, θα ήταν λάθος να πάρουμε το Behind The Bars ως μια πολιτική ή προσωπική κατάθεση, καθώς ενώ εν μέρει έχει μια σχέση (αλλά σίγουρα δεν ταυτίζεται) με αυτά τα πράγματα, ο συγγραφέας έχει ιδιαίτερη αντίληψη της πολιτικής της αναπαράστασης. Η χρήση της λέξης “ιστορίες” στον τίτλο, δείχνει ότι ο Barker επιθυμεί τα γραπτά του να αντιμετωπιστούν σαν μια αυτο-συνείδητη λογοπλαστική κατασκευή, και η προσέγγισή του είναι ευθεία: “…ήταν η Scrubs, φυλακή προσαρμογής για πρωτάρηδες. Το μπατσάδικο που μας συνόδευε ξαφνικά έκανε αναστροφή. Πρόλαβα μια εικόνα μιας μεγάλης πύλης να ανοίγει κι είδα ότι μας περιμένανε, έντονα φώτα παντού, γουώκι-τώκι, κραυγές. Οι πολύωρη αγρύπνια μου, η ωχρότητα της κόπωσης ήταν έκδηλη κάτω απ’ αυτόν τον φωτισμό…” (σελ. 17-18). Εδώ ο Barker παίζει με πολιτιστικά κλισέ σχετικά με τις γκρίζες πύλες της φυλακής και αυτό είναι μια συναισθηματική βία, είναι υπερβολικά κουρασμένος για να αντιδράσει με φόβο. Ενώ η παρατήρηση ότι τους περίμεναν, από την άλλη, μοιάζει σχεδόν καλοπροαίρετη. Αυτός ο τόνος απάθειας είναι ένα πλήρως συνειδητό ξεφούσκωμα του κοινότυπου μελοδράματος που συναντούμε σε μυριάδες καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις της εισόδου ανθρώπων στη φυλακή. Σχετικά με τα πολλά ζητήματα που μπορούν να σημειωθούν μέσα από όρους όπως ρεπορτάζ και φορμαλισμός, ο Barker σημειώνει: “Δεν ήμουν καλός τότε, ούτε και είμαι έκτοτε, καθόλου καλός στο να κρατάω σημειώσεις, με την έννοια του να καταγράφω πράγματα τα οποία βλέπω κι ακούω, για μελλοντική χρήση – όμως ήθελα να μπω στο νόημα και στη ροή των τόσων συζητήσεων, ειδικά αυτών που λάμβαναν χώρα όταν ήμασταν πολλοί σ ένα κελί. Και φυσικά, ήθελα να τις φουντώσω, να πουλήσω μούρη ακόμα, με αστεία και πλάκες. Είναι πάντως ένας αρκετά ειλικρινής γενικός απολογισμός στον οποίο αποτελώ ολοένα και περισσότερο την “σοσιαλδημοκρατική” φωνή, τουλάχιστον έτσι όπως το βλέπω εγώ”.
Τον περισσότερο καιρό, δε συμβαίνει τίποτα στον απολογισμό του Barker για τα επτά χρόνια φυλάκισής του, για τις δράσεις της Οργισμένης Ταξιαρχίας, όμως, ως αποτέλεσμα, τα μικρά πράγματα μεγεθύνονται. Σε κάποια σημεία, κάτι τέτοιο δημιουργεί μια αίσθηση αποπροσανατολισμού που μου θυμίζει τον Beckett. Στο πως, όπως ο Barker, δημιουργικά αναπτύσσουν μια αίσθηση ανίας ώστε να προσομοιάσουν τα αδιέξοδα του λογοτεχνικού μοντερνισμού. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν είναι απλά μια περίπτωση πρωτοποριακών αντι-αφηγητικών τρικ που συνειδητά εκτυλίσσονται ως μια μεταμοντέρνα τροπή, καθώς ο Barker την ίδια στιγμή περικόπτει αυτά τα εντροπικά συμπτώματα με αστείες και παράξενες ιστορίες. Ανάμεσά τους υπάρχει μια εξιστόρηση της σαστισμένης αντίδρασης των γύρω του, όταν ένας φίλων του στέλνει με το ταχυδρομείο ως δώρο ένα ψεύτικο ποντίκι. Δεδομένης της αφόρητης μονοτονίας της ζωής στη φυλακή, οι ιστορίες του Barker για το ψεύτικο ποντίκι παίρνουν τεχνητά επικές διαστάσεις. Ενώ στοιχεία μιας εξεζητημένης καλλιέργειας βρίσκονται διάσπαρτα επίσης στις ιστορίες του Barker: προτιμά να δίνει έμφαση σ’ άλλα πράγματα: “Όπως είπα στο εξώφυλλο, η ώθηση να γράψω ήρθε από την πρώτη εμφάνιση των Brownie stories στα Republican News – τα οποία τα φιλαράκια μου του IRA λάμβαναν στη φυλακή, το 1976, ιστορίες στο Long Kesh”.
Η μελέτη του Barker είναι εκλεκτική, και χρησιμοποιεί το γράψιμό του ώστε να βρει προσεχτικά το δρόμο του μέσα απ’ αυτήν: “Όπως ήρθαν τα πράγματα, βρίσκω πλέον την επιρροή του Chandler να έχει εξαπλωθεί σε καταστροφικό βαθμό. Έγραψα όμως αρκετά στο στυλ της πρόζας των πρώτων τεσσάρων βιβλίων του Len Deighton και είμαι σίγουρος ότι ήταν μια ασυνείδητη επιρροή, βρίσκεται απλά κάπου εκεί. Ήμουν στη φυλακή πάλι αρκετά τυχερός που ο φίλος μου ο Philippe Garnier μου έστειλε τα πρώτα δυο ή τρία βιβλία του Bukowski μόλις βγήκαν. Αυτά τα τρία βιβλία τα δάνεισα σε πολλούς, πάρα πολλούς κρατούμενους, κι άφησα τελικά τη φυλακή χωρίς αυτά. Φυσικά, στη βιβλιοθήκη της φυλακής υπήρχαν σωροί σκουπιδιών αλλά υπήρχαν και μερικά πραγματικά διαμάντια, από τα οποία πιο σημαντικά μου φάνηκαν τα γραπτά του Ρώσου συγγραφέα Konstantin Paustovsky. Είναι πολιτικοποιημένος, και παρά τις δυσκολίες, τον πόνο, σε κάνει να σκέφτεσαι ότι η ζωή είναι υπέροχη και αξίζει απόλυτα να την ζεις. Ακόμα κι αν δεν έχει σε εκτίμηση τον Makhno, πιστεύω ότι αξίζει”.

Ακόμη περισσότερο κι απ τα βιβλία, το Bending The Bars βλέπει τις ταινίες και την τηλεόραση ως highlights της εβδομάδας στη φυλακή. Ωστόσο, ο Barker γενικά αδιαφορεί για τις εξωτερικές παγίδες ενός φιλμ, όπως ο τίτλος, τα αστέρια ή ο σκηνοθέτης. Αντίθετα, οι ταινίες λειτουργούν ως ένα είδος εξωτερικευμένης υποκειμενικότητας, κι ως τέτοιες η λειτουργία τους ως θέαμα ταυτόχρονα βρίσκει τον εκθειασμό και την άρνησή της. Δεδομένης της εμμονής του Hollywood με το έγκλημα, δεν θα έπρεπε ίσως να εκπλήσσει κανέναν ότι στις ταινίες που προβάλλονται στις φυλακές κυριαρχούν οι ταινίες για το έγκλημα. Παρόλο που ο Barker δεν το καταθέτει αναλυτικά, το συμπέρασμα που πρέπει να βγει είναι ότι είναι το ποινικό σύστημα που παράγει εγκληματίες κι όχι το ανάποδο. Οι μαφιόζοι για πολλά χρόνια είχαν ως πρότυπο τους γκάνγκστερς, έτσι όπως αποτυπώνονται στις ταινίες. Στην ίδια την πράξη της προβολής ταινιών εγκλήματος σε κρατουμένους, τα σωφρονιστικά ιδρύματα φανερώνουν την πραγματική τους λειτουργία ως σχολεία του εγκλήματος. Εφόσον, όπως κατέδειξε ο Marx αρκετό καιρό πριν, σε μια υποσημείωση της Θεωρίας της Υπεραξίας, ο αστυνομικός, ο δικαστής και ο χαφιές, όλοι εξαρτώνται από το έγκλημα για την εργασία τους, είναι αναπόφευκτο ότι η δικονομική γραφειοκρατία θα θελήσει μια αύξηση του εγκλήματος, καθώς η αύξηση του εγκλήματος είναι η καλύτερη δικαιολογία της αυξανόμενης ανάπτυξης των νομικών και ποινικών υποδομών. Το θεατρικό φαινόμενο των εγκληματιών να παίρνουν ως πρότυπο τους γκάνγκστερς των ταινιών φτάνει στην αρρωστημένη απόληξή του σε μια ιστορία που ο Barker αναφέρει στα 3/4 περίπου το βιβλίου του, για έναν δικαστή του ’50 που συνήθιζε να αποδίδει τη θανατική ποινή, ο οποίος ως παιδί το άρεσε να παίζει τον δικαστή που καταδικάζει εις θάνατον. Ο Barker κατανοεί την γκανγκστερική κουλτούρα, όπως ακριβώς κάθε νόμιμο θεσμό, ως ένα ενσωματωμένο στοιχείο του καπιταλιστικού συστήματος – και βλέπει την αλληλεπίδραση που παράγουν και διαμεσολαβούν αυτά τα δυο φαντασιακά. Αναλόγως, ο Barker έχει πλήρη επίγνωση της προβληματικής φύσης των μίντια, περιλαμβανομένων των έντυπων: “Διάβαζα τις προάλλες εκείνο το ρεπορτάζ που έλεγε ότι η βία στην τηλεόραση δεν κάνει τους ανθρώπους βίαιους, τους κάνει πιο αγχωμένους και πιο παθητικούς…” (σελ 101). Ο Barker δε θέλει να κάνει τους ανθρώπους αγχωμένους ή παθητικούς, θέλει να τους κάνει να ζήσουν. Ωστόσο, είναι αρκετά έξυπνος ώστε να αναγνωρίζει ότι η τηλεόραση δεν είναι ένας μονόδρομος απόλυτα, και περιγράφει πολύ προσεκτικά το αποτέλεσμα της απευθείας μετάδοσης της εξέγερσης της φυλακής του Hull, ενώ ο ίδιος ήταν μέσα. Κάτι τέτοιο ανοίγει περισσότερα θέματα, απ’ όσα μου επιτρέπει ο χώρος εδώ να αναπτύξω, από το πώς προσδιορίζεται η βία μέχρι το αν- όταν διαβάζεται στο πλαίσιο που υπάρχει- η πρόταση που αντέγραψα από το βιβλίο του Barker μόλις πριν αυτοαναιρείται σε μια αυτο-συνείδητη πράξη ρετρό-μοντερνιστικής άρνησης.

Μια κυρίαρχη δραστηριότητα αναψυχής στη φυλακή είναι η λήψη ναρκωτικών, και κανένα βιβλίο από τη φυλακή κάποιου με παραβατικό παρελθόν δε θα ήταν πλήρες χωρίς μια αναφορά σ αυτό. Σε κάτι που ίσως αποτελεί το κορυφαίο σημείο του Bending The Bars, o Barker χρησιμοποιεί κυκλικό κι επαναλαμβανόμενο λόγο για να περιγράψει και ταυτόχρονα να αναπαραστήσει το πρώτο του ολισθηρό ταξίδι με acid στη φυλακή. Αφηγείται επίσης μια διασκεδαστική ιστορία για το πως οι κρατούμενοι έκαναν έναν χαφιέ να τα ‘ξεράσει όλα’ με acid. Ωστόσο, αλκοόλ, στριφτά και τσιγαριλίκια αποδεικνύονται να είναι τα βασικά συστατικά της φυγής του Barker από την μιζέρια της φυλακής, και περίπου στο μέσον του βιβλίου γράφει: “Σταμάτησα να κάνω acid στη φυλακή. Το έκτο ταξίδι ήταν το ίδιο με το πέμπτο, μόνο πιο βαρετό” (σελ 56). Το πιο σημαντικό που έχουμε να θυμόμαστε για τις δραστηριότητες που φαινομενικά εξυπηρετούν τάσεις φυγής, όπως αυτές, είναι ότι ταυτόχρονα είναι συλλογικές. Ένα από τα πιο φανερά μαθήματα του βιβλίου είναι ότι η αλληλεγγύη είναι ο μόνος τρόπος να βελτιώσεις τα πράγματα είτε εντός είτε εκτός της φυλακής. Ο Barker περιγράφει έναν αριθμό διαμαρτυριών της φυλακής. Όμως, εξίσου σημαντικό, με τον τρόπο του, είναι οι κρατούμενοι που μαγειρεύουν ή παίζουν μουσική μαζί. Θα πρεπε να είναι αδιαμφισβήτητο ότι είναι η δι-υποκειμενική σχέση που μας κάνει ανθρώπους, πράγμα που εξηγεί για ποιο λόγο χρησιμοποιείται η απομόνωση προκειμένου να μεταμορφώσει τους κρατουμένους σε εξ-ατομικευμένους αστούς και ταυτόχρονα σε κάτι λιγότερο από έναν εξατομικευμένο αστό. Προφανώς , το να είσαι αστός είναι εξ ορισμού κάτι λιγότερο από το να είσαι ένα πλήρως πραγματωμένο ανθρώπινο ον, μιας και το να είσαι μέρος μιας τάξης σημαίνει αναγκαστικά ότι είσαι αλλοτριωμένος. Σ ένα σημείο, ενώ περιγράφει τα συναισθήματα στενοχώριας που βιώνει, ο Barker γράφει: “Κάθε ζήτημα που θα έπρεπε να είναι πολιτικό, γίνεται ατομικό, ζήτημα του κατά πόσον είμαι συνεπής με τον εαυτό μου, πως αντιμετωπίζω τον εαυτό μου…” (σελ. 85). Αν αυτό δεν είναι μια επίθεση στις υπάρξιστικές παρανοήσεις αυθεντικότητας, τότε δεν ξέρω τι είναι, ιδιαίτερα καθώς το βιβλίο γράφτηκε στο μεγαλύτερο μέρος του στη φυλακή.

Ο Barker γράφει για τις ιστορίες του: “Η πλειοψηφία τους γράφτηκε μέσα στα τελευταία 2-3 χρόνια πριν το ’78 οπότε αποφυλακίστηκα. Νομίζω, στο σύνολό τους τέλειωσαν. Ήμουν στο μεταξύ πολύ απασχολημένος να απολαμβάνω την ελευθερία και την πολιτική δράση, στις αρχές του 1980.” Το να βγει το γραπτό έξω από τη φυλακή δεν ήταν ιδιαίτερο πρόβλημα, αλλά και δεν περιείχε τίποτα το ρομαντικό, όπως το να βγει λαθραία, καθώς, κατά τον Barker και πάλι: “Υπάρχει ένα απόσπασμα στο βιβλίο για μια απόφαση που πρέπει να πάρεις για τη λογοκρισία της φυλακής, που εκτός συγκεκριμένων πραγμάτων που προφανώς έπρεπε να αποφύγεις, πρέπει να την αγνοείς. Κι έπειτα στο τέλος της ποινής, επιτρέπεται να πάρεις μαζί σου τα πράγματά σου, τα βιβλία, τις σημειώσεις κλπ.”

Το Behind The Bars είναι ένα βιβλίο για τη φυλακή, κι ενώ ο Barker αναφέρει κάποια από τα γεγονότα που οδήγησαν στη δεκαετή φυλάκισή του, δεν το κάνει με τον ίδιο τρόπο όπως όταν έγραψε μια κριτική επιθεώρηση του βιβλίου του Tom Vague “Anarchy In The UK: The Angry Brigade (AK Press, Edinburgh 1997)”, για την εφημερίδα Transgressions: “Το βρήκα επώδυνο να σκεφτώ ξανά το παρελθόν, να το κάνω για πρώτη φορά μετά από τόσο καιρό. Δεν μετανιώνω για ό,τι έκανα… Αλλά “εγώ” του τότε, μου φαίνομαι πολύ μακρινός και, αν και σέβομαι τα όσα έκανα, τα βλέπω κριτικά και όχι με συμπάθεια. Μέρος της ρητορικής και του κάπως ηθικού αισθήματος δικαιοσύνης “με το μέρος μας” των προκηρύξεων της Οργισμένης Ταξιαρχίας με κάνουν πια να μαζεύομαι… Οι επιθέσεις της Οργισμένης Ταξιαρχίας εναντίον άψυχων στόχων, έγιναν κυρίως στη διάρκεια της διακυβέρνησης του κυρίου Edward Heath. Μας συνέλαβαν τον Αύγουστο του 1971… Το σύγχρονο βρετανικό κράτος έπαιξε σύμφωνα με τους κανόνες, μέχρι που τους τροποποίησε όπως ήθελε, μέχρι τελικά να τους καταργήσει εντελώς. Έναν χρόνο αργότερα, 13 κάτοικοι του Derry σε μια ειρηνική διαδήλωση δολοφονήθηκαν από τις ένοπλες υπηρεσίες του βρετανικού κράτους. Ήμουν στη φυλακή τότε και μου φάνηκε ότι το βρετανικό κράτος θέλησε τον IRA, θέλησε μια στρατιωτικοποίηση του αγώνα στην Ιρλανδία, την προτιμούσε από το Free Derry και τον δημοκρατικό κομμουνισμό στην πράξη… Οι πολλοί και διάφοροι άνθρωποι που αναλάμβαναν δράσεις της Οργισμένης Ταξιαρχίας δεν ήταν ιδιαίτερα εξοικειωμένοι με την παρανομία, η οποία είναι αναπόφευκτα ελιτίστικη όταν δεν πηγάζει από ένα μαζικό κίνημα… Το στοιχείο του κριτικού σεβασμού που νιώθω τώρα είναι ότι ήμασταν συνεπείς σχετικά με τα όσα νιώθαμε και σκεφτόμασταν και πάνω στα οποία δρούσαμε. Τα κάναμε και περνούσαμε καλά, κάτι που χρηματοδοτούνταν κυρίως με ψεύτικες επιταγές. Όμως τότε, γιατί οι βόμβες, μια τακτική του 19ου αιώνα, που εύκολα πήρε μια αναρχική ταμπέλα (κάτι που δεν ήμασταν), υποχρεωτικά παράνομη και, δεδομένου του ότι δεν θέλαμε να βλάψουμε κανέναν, αναγκαστικά περιορισμένη ως προς τις ζημιές που θα μπορούσε να προκαλέσει… νιώθαμε σαν να τους χτυπούσε, χωρίς να μπορούν να χτυπήσουν εμάς… Όλη η φάση με την Οργισμένη Ταξιαρχία ήταν ότι χαροποιούσε τους σχετικά ανίσχυρους για λίγο. Όμως ήταν υπερβολικά ξένη προς αυτούς… Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι δεν ήμασταν τουλάχιστον σαν εκείνες τις αναίσχυντες αριστερές ομάδες που ενθάρρυναν τους μαύρους νεολαίους να επιτεθούν στα αστυνομικά τμήματα μετά τον θάνατο του Colin Roache, κι έπειτα τους αποκήρυσσαν όταν το έκαναν πράξη με μολότοφ (οι οποίες είναι πολύ πιο δημοκρατικές από τον δυναμίτη)… Αυτό που επεβίωσε και άνθισε από το ελευθεριακό κίνημα και ιδιαίτερα από το γυναικείο κίνημα ήταν ένας σκεπτικισμός σχετικά με το αυτοματοποιημένο “εμείς” της παραδοσιακής αριστερής πολιτικής. Από την άλλη, η έννοια της αυτονομίας (που τώρα πια χρησιμοποιείται στις διαφημίσεις των κινητών τηλεφώνων) ενσωματώθηκε, μέσα από την ήττα, στις παρανοήσεις της “ατομικής ταυτότητας”. Η ενότητα σήμερα πρέπει να ξαναδουλευτεί. Όμως μπορεί να γίνει ισχυρότερη από το αυτοματοποιημένο “εμείς” όταν γεννηθεί από τον αμοιβαίο σεβασμό και αν κατορθώσει να συμπεριλάβει αυτούς που εξοργίζονται με την κυβέρνηση των χριστιανο-μπολσεβίκων που έχουμε, καθώς η ρητορική τους της “ενσωμάτωσης” φανερώνεται ως ολοένα και περισσότερο ως πολιτική εξόρισης και απομόνωσης…”
Οι θέσεις που υποδεικνύονται παραπάνω στην επιθεώρηση αυτή του βιβλίου του Tom Vague, είναι εγγενείς στο Bending The Bars. Για να ξαναδηλώσουμε το προφανές, ο Tom Barker είναι ένας ελευθεριακός κομμουνιστής με μια πλήρως αναπτερωμένη κριτική της ιεραρχικής πολιτικής του μπολσεβικισμού.

( Για το βιβλίο: BENDING THE BARS: PRISON STORIES by John Barker, Christie Books, Hastings 2002, 123pp, eBook £7.50/χάρτινο εξώφυλλο £12.00-$15 σκληρό εξώφυλλο.
Το άρθρο εμφανίστηκε αρχικά στο metamute: http://www.metamute.org/en/node/6241 και είναι του βρετανού Stewart Home: http://www.stewarthomesociety.org/pol/barker.htm
Σημειώσεις: Η Οργισμένη Ταξιαρχία έδρασε στα 1970-72. Ήταν ένα χαλαρό δίκτυο ανταρτών πόλης, με βασικές θεωρητικές τους αναφορές τους καταστασιακούς, αναρχικούς και αντιεξουσιαστές κομμουνιστές. Κινηματικά μπορούν να ενταχθούν στη γενιά των ομάδων δρόμου (ΗΠΑ), των Motherfuckers (ΗΠΑ), του King Mob (Αγγλία), του Κινήματος 2 Ιούνη (Γερμανία), των Os Cangaceiros (Γαλλία)… Συνολικά τους αποδίδονται γύρω στις 25 βομβιστικές επιθέσεις. Η δίκη τους, από τις 30 Μάη έως τις 6 Δεκέμβρη 1972, ήταν η μακροβιότερη στην αγγλική ιστορία, καταδικάζοντας τους John Barker, Jim Greenfield, Hilary Creek και Anna Mendleson σε 10 χρόνια φυλάκισης ενώ αθωώθηκαν τελικά ο Stuart Christie (που είχε ήδη φυλακιστεί στην Ισπανία για απόπειρα εκτέλεσης του Φράνκο με εκρηκτικά) και η Angela Mason, μετέπειτα γνωστή ριζοσπαστική φεμινίστρια, και άλλοι.

Περισσότερες πληροφορίες στα: http://www.geocities.com/pract_history/barker.html (επισκόπηση από τον Barker του βιβλίου του Vague) – http://www.geocities.com/anarcores/angry.html (3 αναλήψεις ευθύνης, στα ελληνικά) – http://www.spunk.org/texts/groups/agb/sp000540.txt (χρονοδιάγραμμα των δράσεων της Οργισμένης Ταξιαρχίας).
Επίσης, έχει εκδοθεί στα ελληνικά βιβλίο με τις δράσεις και τα κείμενα της Οργισμένης Ταξιαρχίας από την Συσπείρωση Αναρχικών, πλέον εξαντλημένο – κυκλοφορεί η επανέκδοσή του.

Μετάφραση: …για τη διάδοση της μεταδοτικής λύσσας, Μάρτης 2008
για το έντυπο Ασύμμετρη Απειλή

Categories
Uncategorized

Για το σαμποτάζ ιδιωτικών καμερών στην Σαλονίκη ξημερώματα

( Σημείωση: Το παραπάνω κείμενο κυκλοφόρησε σε 1000 τουλάχιστον αντίτυπα στο κέντρο της Σαλονίκης συνοδευόμενο από τις ανάλογες φωτογραφίες από τις δράσεις και τα αποτελέσματα, το καλοκαίρι του 2008, σε πλατείες, μέσα σε free press κουτιά και εφημερίδες, χέρι με χέρι, αφημένο σε εμφανή σημεία στην πόλη και ιδιαίτερα στις γειτονιές όπου έλαβαν χώρα οι δράσεις)

Για το σαμποτάζ ιδιωτικών καμερών στην Σαλονίκη ξημερώματα

Πρελούδιο για τον κοινωνικό διάλογο στις μέρες μας: Στις 21 Αυγούστου 2007, οι διαδηλωτές που συγκεντρώθηκαν στο Montebello του Quebec, κατά τη σύνοδο της «Συνεργασίας για την Ασφάλεια και την Ευημερία» για να αντιπαρατεθούν στον αμερικανό πρόεδρο Τζορτζ Μπους, στον μεξικανό Φελίπε Καλντερόν και στον καναδό πρωθυπουργό Στέφεν Χάρπερ, βρέθηκαν μπροστά σε μια χαρακτηριστική εικόνα: το ξενοδοχείο όπου συνεδρίαζαν οι αρχηγοί κρατών ήταν αποκλεισμένο από αστυνομικό κλοιό, ενώ μπροστά τους είχε στηθεί μια σκηνή με κάμεραμεν και ηχολήπτες, και μια πινακίδα με το παρακάτω μήνυμα: «Οι κάμερές μας είναι σήμερα εδώ για να σας παρέχουν το δικαίωμά σας να εισακουστείτε. Παρακαλούμε επιτρέψτε μας να σας βοηθήσουμε να περάσετε το μήνυμά σας. Ευχαριστούμε». Στην αίθουσα του ξενοδοχείου όπου πραγματοποιούνταν η σύνοδος, είχαν εγκατασταθεί οθόνες, απ’ όπου θα φαίνονταν οι διαδηλωτές, χωρίς να υπάρχει απ’ ευθείας οπτική επαφή μαζί τους…

Σαλονίκη, κάπου στον Σεπτέμβρη του 2007, και το ενδιαφέρον μιας νυχτερινής βόλτας μαγνητίζει ο αναπάντεχα προσωπικός τόνος της παρακάτω επιγραφής που στόλιζε τον τοίχο της επιχείρησης «ASPIS Φοροτεχνικά», στην Ιπποδρομίου: “Εσύ που με θράσος λερώνεις την ιδιοκτησία μου, σε περιμένουν εκπλήξεις, θα γελάσουμε πολύ”. Στον τοίχο, σβησμένα ίχνη μιας εξίσωσης όπου τα ονόματα δυο παιδιών σημαίνουν L.F.E., η υπογραφή ενός γκραφιτά, ένα αγχωμένο σκίτσο… Η απροσδιόριστη απειλή που δέχεται ο περιπατητής, αντικειμενοποιείται στην εξωτερική κάμερα επιτήρησης που έστρεψε προς τον τοίχο αυτόν (τον ιδιόκτητο, και συνάμα τον λερωμένο με θράσος!) η διεύθυνση της επιχείρησης στήνοντας μια ιδιότυπη ενέδρα σε όσους ενδεχομένως δεν μοιράζονται την ίδια αισθητική περί καθαρότητας/ιδιοκτησίας των τοίχων. Δυσφορία. Ανάγκη για μερικές καθαρές σκέψεις.

Ο πόλεμος πάντοτε βασιλεύει στις πόλεις – Μπέρτολτ Μπρεχτ

Εντάξει, είναι πια κοινός τόπος πως ζούμε σε μια κοινωνία θεαματική. Κι ό,τι αποτέλεσε στην αυγή του πολιτισμού ο λόγος, είναι σήμερα η εικόνα. Φωτεινή αναλαμπή στη δίνη της κυκλοφορίας, παγιδεύει το βλέμμα και το καθοδηγεί μέσα στον λαβύρινθο της πόλης. Στον αφιλόξενο αυτό τόπο που όλο και εντονότερα μετασχηματίζεται από το Κεφάλαιο σε ένα σύμπλεγμα ελεγχόμενων χώρων και περασμάτων, όπου η κίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων ρυθμίζεται ορθολογικά από τις ανάγκες της κερδοφορίας. Κι ελέγχεται, χαρτογραφείται, κανονικοποιείται μέσω ενός δικτύου καμερών, τόσο διακριτών και επιβεβλημένων από την κρατική εξουσία, όσο και διάχυτων εθελοντικά από κάθε μικρό ή μεγάλο αφεντικό που αγωνιά για την ιδιοκτησία του. Κάπως έτσι, οι κάμερες «διαχείρισης κυκλοφορίας» και οι ασφαλίτες-κάμεραμεν των διαδηλώσεων, ο «μεγάλος αδερφός» των γηπέδων και το «πολύ ακριβό για να πάει χαμένο» σύστημα ελέγχου C4I, εμπλουτίζονται από τις ιδιωτικές κάμερες χιλιάδων επιχειρήσεων, τραπεζών, νοικοκυραίων. Καθώς το Κεφάλαιο αναπτύσσει τις τεχνολογίες ελέγχου, αυτές γίνονται προσιτές, παιχνίδι στα χέρια του καθενός. Ο έλεγχος γίνεται μοριακός και ταυτόχρονα απροσπέλαστος, αόρατος για το αποχαυνωμένο μάτι, που μένει να χαζεύει βιτρίνες, διαφημίσεις κι εμπορεύματα σαν να υπήρχαν εκεί από πάντοτε και να προορίζονται να υπάρξουν για πάντα. Δεν κατοικεί σε μια διακριτή στιγμή της κοινωνικής ζωής όπου το καθεστώς επιβάλλει την πολεμική λογική του (π.χ. παρελάσεις, φυλακίσεις), όπως ισχυρίζονται οι πολιτικάντηδες, αλλά αντίθετα συνίσταται στην ολότητα της ρύθμισης του σώματος και της ζωής από εικόνες: εικόνες που διαχέουν τις ιεραρχικές εντολές του Κεφαλαίου και χαρτογραφούν τις κινήσεις των υπηκόων. Ο απομονωμένος άνθρωπος καλείται να πειθαρχήσει στην επιτήρησή του με την ίδια γλώσσα που καλείται να καταναλώσει το ένα ή το άλλο προϊόν. Ούτε πάλι είναι πια μια αρμοδιότητα του κράτους, απέναντι στην οποία μπορεί να εξεγερθεί η τραυματισμένη ζωή (για παράδειγμα τα εκατοντάδες καμένα «καφάο» καμερών, κυρίως στην Αθήνα) αλλά γίνεται μια δραστηριότητα σχεδόν δια-ταξική. Τα χιλιάδες βίντεο από κινητά στο διαδίκτυο είναι μια στιγμή θριάμβου αυτού του φετιχισμού, που στα μέρη μας δεν έχει ακόμα επιστρατευθεί από το καθεστώς, όπως για παράδειγμα στον αμερικανικό νότο, όπου ο καθένας με μια σύνδεση στο internet και κάποιο ελεύθερο χρόνο μπορεί να επιδοθεί σε ένα εθνωφελές χόμπι: την παρακολούθηση των συνόρων μέσω ενός δικτύου καμερών, και την ειδοποίηση των αρχών, όποτε εντοπίσει κάποιον «λαθρομετανάστη» να προσπαθεί να εισέλθει στις ΗΠΑ από το Μεξικό.

Τόσο ο «λαθρομετανάστης» πάντως, όσο και ο προνομιούχος καταναλωτής είναι «ίσοι» ως προς την υπαγωγή τους σε εικόνες. Κάτω από το φως της δικτατορίας του εμπορεύματος, ο άνθρωπος δεν μπορεί παρά να εμφανίζεται όπως κάθε άλλο προϊόν: ως μια εικόνα. Το life-style είναι το όχημα στο οποίο οι υπήκοοι θα συναντηθούν μεταξύ τους, θα κοινωνικοποιηθούν. Ποιος κάνει πως παραξενεύεται από την άνοδο των ηλεκτρονικών «κοινοτήτων», όταν η φτώχεια κάθε «πραγματικής» κοινότητας βγάζει μάτι; Ο καθένας -ούτως ή άλλως- καλείται να δημιουργήσει μια εικόνα για τον εαυτό του, ελκυστική όσο και διάφανη, ευανάγνωστη από τους μηχανισμούς ασφαλείας της δικτατορίας του εμπορεύματος, που κατ’ ευφημισμό αποκαλείται δημοκρατία. Όχι τυχαία, στις μυθολογίες πολλών λαών γίνεται λόγος για μια έκ-πτωση, για την απώλεια της κοινότητας. Πώς από τα πρώτα ουρλιαχτά της επικοινωνίας, φτάνουμε σε έναν κώδικα από εικόνες: λογότυπα, στυλ, μόδες, εμπορεύματα, ιδεολογίες, διαφήμιση. Διαφήμιση. Ότι υπάρχει μέσα στην πόλη είναι διαφήμιση. Του εμπορεύματος και της δικτατορίας του. Μέσα από μια ορθολογική χρήση βιτρινών και ορθών γωνιών τα πάντα καθίστανται προσβάσιμα στο μάτι, ενώ ταυτόχρονα απαγορεύεται να επέμβουμε στη ροή των εικόνων, να αγγίξουμε οτιδήποτε (Οι κλούβες των ΜΑΤ, και οι ασφαλίτες στις πλατείες και οι σεκιουριτάδες στους ιδιωτικούς-δημόσιους χώρους, έχουν το ρόλο αυτής της προειδοποίησης). Παρίες. Να τι είμαστε. Θεατές. Αποξενωμένοι, ασφυκτιώντας σε σχέσεις που μυρίζουν συνθηκολόγηση. Εξόριστοι, όταν η μόνη κοινότητα που μπορεί πια να συμμετάσχει κανείς είναι η κατανάλωση. Στη δημοκρατία της, ο καθένας είναι ελεύθερος να μιλάει αρκεί να παπαγαλίζει τις προστακτικές του Κεφαλαίου. Την διαφήμιση, με την ευρεία έννοια της λέξης. Τη διαχείριση της μανιο-κατανάλωσης, και μαζί του φόβου, της σύγχυσης, της απομόνωσης. Μια ματιά σε ένα τυπικό δελτίο ειδήσεων θα ήταν κατατοπιστική. Φαίνεται πως στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό, δεν είναι η ζήτηση που καθορίζει την παραγωγή, αλλά η διαφήμιση, που καθορίζει και τις δυο. Και όπως ακριβώς η πρέζα, έτσι και η οικονομία εν γένει, αντί να αναβαθμίζει διαρκώς την ποιότητα των εμπορευμάτων, προτιμά να «ρίχνει» τον καταναλωτή. Η ανοσία του απέναντι σε κάθε νέα υποβάθμιση των συνθηκών της ζωής του είναι ανάλογη της πίστης του (η πίστη είναι η λέξη-κλειδί εδώ) στη διαφήμιση, με την ευρεία έννοια. Όσο περισσότερο πιστεύει κανείς στην απομόνωσή του, τόσο περισσότερο αυτή γίνεται πραγματική. Όσο αποδέχεται τον πιο υποτιμητικό έλεγχο με την παρηγοριά ότι προορίζεται για τους «άλλους», τους ενδεχόμενους παραβάτες (παραβατικούς, μετανάστες, χούλιγκανς, «τρομοκράτες» κ.ο.κ.), τόσο πιο έντονα θα καλείται να αποδεικνύει την αθωότητα του ίδιου, ενώπιον του αρμόδιου κριτή: του Κράτους. Φαύλος κύκλος.

Από αυτό το πλήθος των απομονωμένων ανθρώπων, θα γεννηθεί η κοινότητα που θα δώσει ζωή στο ανθρώπινο ξεπέρασμα – Φρίντριχ Νίτσε

Όσο αδυνατούμε να δράσουμε από κοινού ξανακερδίζοντας τις ζωές μας, τόσο εξωφρενικές ιδέες κερδίζουν έδαφος. Η παλιομοδίτικη πίστη στο θεό και τη μεταθανάτια ζωή, στην ελεύθερη αγορά και τον καταναλωτικό παράδεισο, ή στο σοσιαλιστικό παράδεισο που υπόσχεται το Κόμμα, δίνουν τη θέση τους σ’ ένα αίτημα παλινδρόμησης στον κρατικό παρεμβατισμό, συνεπικουρούμενο από τις ρεφορμιστικές ή ανθρωπιστικές οργανώσεις, ή για τους ακόμη πιο απελπισμένους στην αναμονή μιας επιφοίτησης από εξωγήινα όντα, ή έστω τη λύτρωση μέσω μιας ολοκληρωτικής καταστροφής του πλανήτη. Γιατί όχι; Άλλωστε αυτό το τελευταίο σενάριο αντανακλά και την ίδια την υλική κίνηση του Κεφαλαίου: την απονέκρωση κάθε τι ζωντανού. Όχι ότι περιμέναμε και τίποτα περισσότερο από τους τεχνοκράτες και τους πιστούς του. Στο θάνατο όμως ανακυκλώνεται η ζωή. Αν επιμένουμε να μιλάμε για επανάσταση στις μέρες μας, δεν είναι γιατί επιθυμούμε μια επιβολή επί του εχθρού, με την παλιά έννοια της «κατάληψης των μέσων» (την παλιά ιδέα της αυτοδιαχείρισης των ήδη διαμορφωμένων σχέσεων απαλλαγμένων απλώς από τα σημερινά αφεντικά τους) αλλά την ολοκληρωτική καταστροφή του. Δε φοβόμαστε τα ερείπια, γιατί κουβαλάμε έναν νέο κόσμο μέσα μας. Αναγνωρίζουμε τους συντρόφους μας στις κουβέντες, στους φίλους, σ’ αυτούς που βρισκόμαστε μαζί στη δράση στο δρόμο. Θα ξαναβρούμε το σαμποτάζ, την τέχνη του βανδαλισμού, όχι ως εργαλείο, υποταγμένο σ’ έναν «ανώτερο» σκοπό, αλλά ως παιχνίδι, ως μια παλιά αγάπη, φροντισμένη με τις στοργικές συμβουλές του Εμίλ Αρμάνδ, που έγραφε ότι «η ιδιοκτησία θα καταργηθεί όταν η υπεράσπισή της θα στοιχίζει περισσότερο από τα οφέλη της» και του Μπαλτάσαρ Γκραθιάν: «είναι πάντα εύκολο να πετύχεις ένα πουλί που πετάει σε ευθεία γραμμή». Φτύνουμε λοιπόν τις «κινηματικές» διαδικασίες. Τα νούμερα, οι συνθήκες ηλιοφάνειας και τα τυπικά άλλωστε δεν εξασφαλίζουν ούτε το αποτέλεσμα ούτε τις σχέσεις. Κι όσοι δεν λένε να το μάθουν, ήδη καλούνται να το πληρώσουν ξανά και ξανά… Το σαμποτάζ, ακόμη και από ένα άτομο να διεξάγεται, είναι πάντοτε ταξικό, καθώς το ίδιο το άτομο είναι μέρος ενός ιστού κοινωνικών σχέσεων, και φορέας μιας κοινής συνείδησης. Καθώς καλούμαστε να καταναλώσουμε ολοένα και πιο υπερτιμημένα τα άχρηστα προϊόντα που παράγουμε, η καταπίεση δεν μπορεί εδράζει πια αποκλειστικά στους χώρους εργασίας αλλά αποικιοποιεί ολόκληρο το 24ωρο. Έτσι οι ενέργειές μας κάθε άλλο παρά συμβολικές είναι: δεν αναπαριστούν ένα φανταστικό πρότυπο για την μελλοντική επανάσταση, αλλά επιβάλλονται με τη βία τους στην υλική πραγματικότητα, δημιουργώντας «ζημιές», μα πάνω απ’ όλα δημιουργώντας πιθανότητες. Έρχονται να ενωθούν, με μια χαοτική δραστηριότητα μυριάδων άλλων που λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά φράσσουν τις αρτηρίες του συστήματος. Προφανώς, κάνουμε λόγο για ενέργειες παράνομες, όπως είναι κάθε ουσιαστική κριτική στον εμπορευματικό πολιτισμό, από μια αφισοκόλληση μέχρι μια κατάληψη, μια διαδήλωση, μια ζημιά στο εργοστάσιο, ή, ή… Καθώς αντιλαμβανόμαστε τους εαυτούς μας ως υποκείμενα της Ιστορίας και όχι υπηκόους, δεν αποδεχόμαστε το σύστημα να ορίσει ποιες ενέργειες εναντίον του είναι αποδεκτές ή όχι. Τα μέσα όσων φιλοδοξούν να παίξουν με την Εξέγερση είναι αυστηρά δική τους επιλογή, στον πλούτο των οποίων έγκειται και η κοινή μας δύναμη. Πρέπει όμως πάντα να έχουμε υπόψη ότι μεγαλύτερη βία δε σημαίνει και μεγαλύτερη ριζοσπαστικοποίηση. Θα πρέπει λοιπόν να επεξεργαστούμε μια στρατηγική, που αφενός θα εμπεριέχει την ελάχιστη έκθεση στην καταστολή, κι αφετέρου την μέγιστη αποτελεσματικότητα. Θα κινηθούμε τελικά, τόσο «συνομωτικά» όσο και «δημόσια», ανοίγοντας το θέμα σε έναν κλειστό κύκλο ανθρώπων που θα βρίσκονται σε μια τακτική συνέλευση, σπάζοντας κάμερες αλλά και γράφοντας συνθήματα, μοιράζοντας κείμενα. Τη στιγμή που σαμποτάρουμε μια κάμερα παρακολούθησης, απελευθερώνουμε προσωρινά έναν χώρο από την εξουσία του συστήματος, χώρο μη-στατικό, που αντιστοιχεί με τη δύναμή μας στο δρόμο, τη δυνατότητα καταρχήν να υπερασπιστούμε σε φυσικό επίπεδο την κίνησή μας. Αρνούμαστε την επιτήρηση, τόσο όσον αφορά εμάς, όσο και για τον καθένα. Είναι ένα είδους «δώρο». Αυτό που μας ενδιαφέρει, δεν είναι να πειστεί για το δίκιο της υπόθεσης ένα αμέτοχο κοινό, όσο παραμένει τέτοιο, αλλά να ψηλαφίσουμε τις ήδη υπάρχουσες αρνήσεις, να δημιουργήσουμε ανάμεσά τους τις συνθήκες για τη γενίκευση της επίθεσης σ’ αυτόν το γηρασμένο κόσμο. Δεν υποκαθιστούμε μια ούτως ή άλλως ανύπαρκτη μαζική δράση, αλλά δεν είμαστε πρόθυμοι να κάτσουμε στ αυγά μας μέχρι να εμφανιστεί. Την δημιουργούμε εδώ και τώρα στις γειτονιές μας και τους χώρους που κινούμαστε πλουτίζοντας, υποστηρίζοντας και συνδιαμορφώνοντας την χαοτική κριτική του προλεταριάτου, όπως καταγράφεται σε τοίχους, κατεβασμένες βιτρίνες, και χιλιόμετρα φιλμ καμερών ασφαλείας! Στη σκιά των μμε και στη θέρμη του στόμα-με-στόμα, το σαμποτάζ προσκρούει στην υπάρχουσα κοινωνική οργάνωση και στις κατεστημένες αξίες. Η φύση του είναι ο προβληματισμός. Δεν αποτελεί την επίλυση ενός προβλήματος, αλλά την αποκάλυψη μιας πιθανότητας, είναι ταυτόχρονα μια απάντηση και μια ερώτηση. Αναδεικνύει τις νέες δυνατότητες ζωής και ταυτόχρονα τα στοιχεία μιας εποχής που καθίστανται μη-ανεκτά. Ας περάσουμε στη δράση λοιπόν. Και τόσο το χειρότερο γι’ αυτόν τον άρρωστο κόσμο και τους κομπογιαννίτες τσαρλατάνους του!

Το αρχέτυπο στοιχείο του παιχνιδιού βρίσκεται λοιπόν παντελώς σχεδόν κρυμμένο πίσω από πολιτισμικά φαινόμενα. Αλλά σε κάθε στιγμή, ακόμη και σ’ ένα πολύ ανεπτυγμένο πολιτισμό, το «ένστικτο» του παιχνιδιού μπορεί να ανακτήσει όλη την ισχύ του, βυθίζοντας το άτομο και τη μάζα στη μέθη ενός απέραντου παιχνιδιού. – Γιόχαν Χουιζίνγκα (Homo Ludens – Ο άνθρωπος και το παιχνίδι).

Το ίδιο το εξεγερτικό παιχνίδι δεν μπορεί να είναι παρά η οργάνωση μιας προλεταριακής δικτατορίας στο δρόμο, στη συνεκτικότερη και πιο πλούσια μορφή της. Κάθε μία από τις υπάρχουσες πολιτικές οργανώσεις δε θα μπορούσε παρά να το προδίδει απόλυτα. Ακόμα κι όταν οι μιλιτάντες τους καταφεύγουν σε εντυπωσιακές ενέργειες, κατεβάσματα καμερών ή μισο-στημένες αντιπαραθέσεις με τις «δυνάμεις της τάξης», δεν υπάρχει εκεί τίποτα το αυθεντικά παιγνιώδες, δηλαδή επαναστατικό. Ανάλογες μαζοχιστικές ασκήσεις αυτό-προβολής, βασισμένες στην μιζέρια της αυτουθυσίας «για το κοινό καλό» και μια μάτσο επίδειξη ισχύος με κριτή και αβανταδόρο τις τηλεοπτικές κάμερες, δε στοχεύει παρά στην αφαίμαξη των πιο θερμόαιμων στοιχείων της νεολαίας για τη στελέχωση της εκάστοτε οργάνωσης. Κάθε τέτοια κίνηση είναι διαμετρικά αντίθετη στην επαναστατική αντίληψη της πραγματικότητας: Δεν αποτελεί παρά μια ιδεολογική καταβολάδα της θρησκείας προς χρήση των γραφειοκρατιών του «χώρου», για τη δικαιολόγηση της εξουσίας τους.

Αντίθετα, στη δράση μας, αποφύγαμε ως ο διάολος το λιβάνι κάθε τέτοιο ενδεχόμενο αντιπαράθεσης, μιας και θα ήταν καταστροφική για τον σκοπό μας, που δεν ήταν η ανακήρυξή μας σε εξαιρετικά μάγκες ή έστω θύματα της κρατικής καταστολής, αλλά το ίδιο το σαμποτάζ. Στρατηγική μας παρέμενε ο αποπροσανατολισμός του εχθρού, η μη-προβλεψιμότητα, η πρωτοβουλία κινήσεων. Όσο περισσότερο μένουμε αόρατοι, τόσο πιο βαθιά μπορούμε να προχωρήσουμε στην καρδιά της καταστροφής. Παράλληλα, τόσο περισσότερο διαδίδονται οι τακτικές και τα μέσα στην απλότητά τους, ακηδεμόνευτα ώστε να μπορεί να τα οικειοποιηθεί ο καθένας και η καθεμιά χωρίς να νιώθουν μαλάκες ή υποστηρικτές (δηλαδή μαλάκες).

Κάπως έτσι, λίγο πριν το ξημέρωμα της 27ης Σεπτέμβρη, μια πενταμελής παρέα συναντιόμαστε σ’ ένα στενό της Ναυαρίνου. Χαμόγελα, μια ματιά στα εργαλεία: ένα στειλιάρι, 2 κουτιά μπογιές, φυλλάδια που να ενημερώνουν για τη δράση στη γειτονιά, όλα άπιαστα. Ο στάνταρ εξοπλισμός για τις δράσεις που θα ακολουθήσουν. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα ακούγεται το πρώτο κράατς! Με το δεύτερο η κάμερα έχει ξηλωθεί, οι μπογιές πετάγονται, στο φεύγα και τα φυλλάδια. Κάπως έτσι τελικά στήσαμε εμείς την έκπληξη στα φοροτεχνικά της ASPIS, και πράγματι γελάσαμε πολύ. Μέσα σε μια βδομάδα, η διεύθυνση αφαίρεσε την κάμερα (που εντωμεταξύ κοσμούσε το κατάστημα κρεμάμενη σπασμένη μαζί με τις μπογιές), και τελικά πρόσθεσε και ρολά για τα βράδυα!
Σαμποτάροντας τις κάμερες ελέγχου, ανοίγουμε πεδία για νέες μορφές ζωής και δράσης, στην καρδιά της πόλης που ασταμάτητα μετασχηματίζει το Κεφάλαιο για λογαριασμό του. Κάθε γειτονιά, ένας μικρός εμφύλιος! Αναγκάζουμε τον εχθρό να εκτεθεί, να αποκαλύψει την ενότητά του, τις άμυνες, τα αδύναμα σημεία του….

Μερικά βράδια αργότερα θα ‘ρθει η σειρά του Βιβλιοστόκ. 3 από μας κατεβάζουμε την κάμερα που έβλεπε στο πεζοδρόμιο της Π. Ιωακείμ μπροστά από το «ψαγμένο» κι «εναλλακτικό» βιβλιοπωλείο. Ταυτόχρονα (γύρω στις 2 την νύχτα δηλαδή) οι φίλοι μας σπάνε την κάμερα του «Αιμίλιου», μικρού διαμετρήματος αφεντικού στην Ολύμπου, μάλλον καχύποπτου απέναντι στον κόσμο –μετανάστες και ραντεβουδάκια- που άραζε στο παρκάκι μπροστά απ’ το μαγαζί του. Ωστόσο, η κάμερα δε θα ξηλωθεί εντελώς, και την επόμενη μέρα θα ξαναμπεί στη θέση της –άγνωστο κατά πόσο λειτουργούσε ή όχι, μικρή σημασία έχει. Μας αναγκάζει πάντως να ασχοληθούμε ξανά μαζί του, οπότε αυτή τη φορά φέρνουμε και μπογιές, ενώ ξηλώνουμε την κάμερα και την παίρνουμε μαζί μας -όμηρο. Τελικά συμμαζεύτηκε….
Και μετά, στις 10 Φλεβάρη κάτω από την Τσιμισκή, να «λερώνουμε» με τις αφίσες μας τη πρόσοψη ευφάνταστου μαγαζάτορα που στόλισε τη βιτρίνα του με κάμερα και οθόνη, για να βλέπουμε τις κινήσεις μας και να χαζογελάμε. Και πάνω στην Εγνατία τα χαράματα, ντυμένοι «εργατικά» (φόρμες, κράνη) να ξεβιδώνουμε άλλη μια πάνω σε σκάλα, χαμογελώντας σε αγουροξυπνημένους οδηγούς. Και ποιος να πρωτοθυμηθεί τα μικρά καθημερινά σαμποτάζ καμερών από τράπεζες, σε σούπερ-μάρκετ και καταστήματα, και, και, και…

Οι δράσεις δεν μιλούν από μόνες τους. Έπρεπε να μιλήσουμε, στο βαθμό που μας αφορά, όπως διαμορφώνεται από τη συμμετοχή μας στα σαμποτάζ ιδιωτικών καμερών, και μιλήσαμε. Οι δράσεις δεν μας ανήκουν. Είναι στα χέρια του προλεταριάτου γενικά, να κρίνει, να οικειοποιηθεί και να ξεπεράσει τις ασκήσεις ύφους που προτείνουμε, και των παραληπτών του κειμένου ειδικά, να στηρίξουν τις δράσεις, καταρχήν διαδίδοντας το κείμενο με όποιο τρόπο θέλουν, ή ακόμα καλύτερα γράφοντας δικά τους πιο όμορφα και συνεκτικά, και με περισσότερα «τεκμήρια», και οργανώνοντας το βίαιο εξεγερτικό παιχνίδι, μακριά κι απέναντι από τους ιδεολόγους και τις οργανώσεις τους, μέσα από τις ήδη υπάρχουσες προλεταριακές αρνήσεις της εποχής μας, σ’ αυτό που μας ενώνει: την επίθεση. Ως την Αταξική Κοινωνία!

ΝΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΣΑΜΠΟΤΕΡΣ!

Categories
Paul Lafargue Ασύμμετρη Απειλή

AΠ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟΓΟΝΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟ ΤΗΣ ΣΠΑΝΗΣ ΣΤΟΝ ΑΝΑΡΧΙΚΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ :

Κουμμουνισμός της Σπάνης και κομμουνισμός του Πλούτου

«Εντούτοις οι ινδιάνοι δεν είχαν ακόμα υποψιαστεί, πριν τον ερχομό των λευκών, ότι η γη θα μπορούσε να ανήκει σε κάποιον ξεχωριστά και να μην αποτελεί το κοινό αγαθό όλων εκείνων που ζουν στην επιφάνεια της […]. Η ινδιάνικη φυλή κατοικούσε σε μια εδαφική επικράτεια που εναρμονιζόταν με τις ανάγκες και τον αριθμό του πληθυσμού της, χωρίς να γεννάται γι΄ αυτήν ζήτημα συνόρων ή περιφράξεων»

R. Roger(από την “πολιτική ιστορία του συρματοπλέγματος” του Ολ. Ραζάκ, εκδ. Βάνιας)

Η κάθε εξουσία εμφανίζει τον εαυτό της και την τάξη πραγμάτων που δημιουργεί σαν αιώνια δοσμένη, φυσικά νομιμοποιημένη και αμετάβλητη. Έτσι και ο καπιταλισμός εμφανίζει την ατομική ιδιοκτησία σαν αιώνια και φυσική, σαν ένα χαρακτηριστικό ενσωματωμένο στην ανθρώπινη φύση: Τόσο θερμός ήταν ο ζήλος των οικονομολόγων για την ανακάλυψη κεφαλαϊικής ιδιοκτησίας κατά τους προϊστορικούς χρόνους, ώστε κατέληξαν με τις έρευνες τους να ανακαλύψουν και ιδιοκτησία κι εκτός του ανθρώπινου γένους – μεταξύ των ζώων. Είπαν, για παράδειγμα, ότι το μυρμήγκι στην πρόνοια του να αποταμιεύσει τροφές είναι «κεφαλαιούχος»! Κρίμα που δεν προχώρησαν ακόμα ένα βήμα και να μας βεβαιώσουν ότι το μυρμήγκι αποταμιεύοντας τροφές σκοπεύει στην πώληση τους και την πραγματοποίηση του κέρδους δια της κυκλοφορίας του κεφαλαίου του»(Πωλ Λαφάρκ )

Φυσικά, η ανεπεξέργαστη και απλοϊκή παραπομπή στη φύση μπορεί να ανακαλύψει τα πάντα στο ζωικό βασίλειο: καπιταλισμό, φασισμό, κομμουνισμό, αναρχία κ.τ.λ. Αλλά η ανθρώπινη κοινωνία βασίζεται πάνω στη συνειδητή(να υπογραμμιστεί) ζωική λειτουργία, πράγμα που καθιστά κάθε σύγκριση του ζωικού βασιλείου με την ανθρώπινη κοινωνία σαθρό ιδεολόγημα.

Η ατομική ιδιοκτησία λοιπόν, όπως και το κράτος και η εξουσιαστική/ ιεραρχική και ταξική δόμηση της κοινωνίας, δεν είναι ούτε αυτοφυή κι αιώνια φαινόμενα, όπως πιστεύουν οι καπιταλιστές, ούτε εξωκοινωνικά /εξωκοσμικά φαινόμενα, όπως πιστεύει ένας αφελής και ιδεαλιστικός αναρχισμός. Τα κατασκευάσματα αυτά είναι καθαρά κοινωνικά γεννήματα και εμφανίστηκαν σαν αποτέλεσμα μιας διαρκούς συνεξελικτικής διαδικασίας πολλών παραγόντων (κοινωνικών, οικονομικών, φυσικών, ψυχολογικών, “θρησκευτικών” κ.λ.π.). Δεν είναι ούτε αιώνια και αμετάβλητα, αλλά ούτε και προϊόντα μιας σκοτεινής και εξουσιαστικής συνωμοσίας

Η μετάβαση από τον πρωτόγονο κομμουνισμό στην ατομική ιδιοκτησία και τον σύγχρονο καπιταλισμό, όπως και η μετάβαση από την Μητριαρχία στην Πατριαρχία, δεν έγινε από την μία μέρα στην άλλη, αλλά αργά και σταδιακά. Ο Λαφάργκ διακρίνει τέσσερα βασικά στάδια σε αυτήν την πορεία: τον αρχέγονο κομμουνισμό την κοινή αιματοσυγγενική ιδιοκτησία (αιματοσυγγενικός κολλεκτιβισμός ), την φεουδαλική ιδιοκτησία και τη σύγχρονη αστική ιδιοκτησία. Κάθε στάδιο δεν έχει απόλυτα σύνορα, αλλά κάθε νέα κατάσταση εμπεριέχει, στοιχεία της παλαιότερης κατάστασης , ενώ κάθε παλιά κατάσταση εμπεριέχει σε σπερματική μορφή την καινοτομία που θα την ανατρέψει.

Η ύπαρξη λοιπόν μιας μακρόχρονης κομμουνιστικής κατάστασης στην ανθρωπότητα, καταρρίπτει το φιλελεύθερο ιδεολόγημα. Από την άλλη ο πρωτόγονος κομμουνισμός δεν ήταν ένας επίγειος παράδεισος όπως πιστεύουν τόσο οι διάφορες θρησκείες που μιλούν για την Πτώση του ανθρώπου, όσο και ο αφελής αναρχοπρωτογονισμός : «Στην αρχέγονη εποχή η ιδιοκτησία ήταν κοινή μόνο μεταξύ των μελών της ίδιας φυλής, που συνδεόταν με δεσμούς αίματος. Κάθε ανθρώπινο πλάσμα που δεν ανήκε στο στενό αυτό κύκλο θεωρούταν ξένος και εχθρός» (Πωλ Λαφάργκ).

Μια ματιά στα χαρακτηριστικά του πρωτόγονου κομμουνισμού αρκεί για να καταρρεύσει ο μύθος περί “ευγενών αγρίων” του Διαφωτισμού, που πέρασε στις μέρες μας με το ιδεολογικό κατασκεύασμα της “Αγριότητας” του αναρχοπρωτογονισμού. Ο αναρχοπρωτογονισμός εκφράζει με αναρχικό ένδυμα ένα κράμα ρομαντισμού και θρησκευτικού τύπου νοσταλγία για το “χαμένο παράδεισο” (την προ-πτωχική και προ-πολιτιστική κοινωνία), με την διαφορά ότι ταυτίζει την Πτώση όχι στην Αμαρτία ή την Γνώση του Καλού και του Κακού, όπως κάνει ο χριστιανισμός, αλλά στην εμφάνιση του πολιτισμού.

Εδώ τίθεται το ερώτημα: ο Πολιτισμός είναι ευλογία ή κατάρα για την Ανθρωπότητα; Μέσα στην ιδεολογία της “καθαρής ελευθερίας”, ο Πολιτισμός είναι ο νεκροθάφτης των ανθρώπινων ενστίκτων. Μήπως όμως ο Πολιτισμός εμφανίστηκε ακριβώς επειδή η “καθαρή ελευθερία” δεν μπορούσε δεν μπορούσε να ικανοποιήσει τις ανθρώπινες ανάγκες; Σύμφωνα με τον Φρόιντ η “η αρχή της ηδονής”: «έρχεται σε σύγκρουση με το φυσικό και το ανθρώπινο περιβάλλον. Το άτομο συνειδητοποιεί τραυματικά ότι η ακέραια και η άπονη ικανοποίηση των αναγκών είναι αδύνατη». Κι έτσι η “καθαρή ελευθερία” της άμεσης ικανοποίησης, της ηδονής και των ενστίκτων αντικαθίσταται με τον Πολιτισμό της απώθησης και της καθυπόταξης των ενστίκτων (την “αρχή της πραγματικότητας “). O κομμουνισμός της Σπάνης καταστρέφεται από τον Πολιτισμό, ο οποίος πολλαπλασιάζει τον κοινωνικό πλούτο και την ασφάλεια, μέσα από την επεξεργασία της φύσης, την ανάπτυξη της γεωργίας και την παραγωγικότητα. Αρχικά λοιπόν, ο Πολιτισμός εμφανίζεται σαν “αναγκαίο κακό”, μια ιστορική αναγκαιότητα που έδρασε προοδευτικά.

Ταυτόχρονα όμως αποσυνθέτει την αρχική κοινωνική ενότητα, που εξασφαλίστηκε μέσα από την ισότητα του αρχέγονου κομμουνισμού, κατακερματίζει την κοινωνία δημιουργεί ιεραρχικές δομές και στην κίνηση του φτάνει στο σημείο να αντικαταστήσει την επεξεργασία της φύσης με την (κερδώα για κάποιους) καταστροφής της.

«Η εντεινόμενη πρόοδος φαίνεται να είναι δεμένη με την εντεινόμενη ανελευθερία. Σε όλο τον κόσμο του βιομηχανικού πολιτισμού η κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο αυξάνεται σε έκταση και οργάνωση. Κι αυτή η τάση δεν εμφανίζεται σα μια πάρεργη, μεταβατική αναδρομή κατά την πορεία προς την πρόοδο… Και η πιο αποτελεσματική καθυπόταξη και καταστροφή του ανθρώπου από άνθρωπο συμβαίνει στο υψηλότερο σημείο του πολιτισμού, όταν οι υλικές και διανοητικές επιτεύξεις της ανθρωπότητας φαίνονται να επιτρέπουν τη δημιουργία ενός αληθινά ελευθέρου κόσμου».(Μαρκούζε)

Ακόμα και η πολλά υποσχόμενη Επιστήμη, που τόσες ελπίδες γέννησε στο αναρχικό και σοσιαλιστικό κίνημα του 19ου αιώνα, άλλα και στο ρωσικό μηδενισμό και το γαλλικό αναρχοατομικισμό, κάτω από το σφικτό εναγκαλισμό της με την Εξουσία, μετατράπηκε σε δημιουργό της κοινωνίας του Έλεγχου, της μηχανοποίησης, της τυποποίησης, της αλλοτρίωσης και της καταστροφής του φυσικού πλούτου.

Αλλά, ο ίδιος ο Πολιτισμός μας δίνει το σχοινί για να τον κρεμάσουμε. Ο κοινωνικός πλούτος σήμερα είναι τόσο μεγάλος ώστε υπάρχει η δυνατότητα για να δημιουργηθεί ένας σύγχρονος κομμουνισμός πλούτου: «Αφού ο Πολιτισμός κατέστρεψε τον ακατέργαστο και απλό κομμουνισμό των πρώτων βημάτων της ανθρωπότητας, απεργάζεται τώρα το υλικό ενός πολυσύνθετου και επιστημονικού κομμουνισμού»(στη φράση αυτή του Λαφάρκ είναι εμφανής ο επιστημονισμός που χαρακτηρίζει το επαναστατικό κίνημα του 19ου αιώνα).

Αυτός ο κομμουνισμός όμως υπάρχει σε λανθάνουσα μορφή μέσα στην υπάρχουσα κοινωνία, είναι μια δυνατότητα, μια πιθανότητα και όχι μια βεβαιότητα. Ο Μπακούνιν στο “θεός και κράτος”, με περίσσια σιγουριά τοποθετούσε την “ανθρώπινη ευτυχία” στο “Τέλος της Ιστορίας”(πολύ πριν τον Φουκουγιάμα…)ενώ για τους μαρξιστές τα υποκείμενα είναι τυφλά ενεργούμενα των “αντικειμενικών συνθηκών” οι οποίες αρκούνε για να μας πάνε καβάλα στον κομμουνιστικό παράδεισο. Αντίθετα ο Μάρξ στην “Γερμανική Ιδεολογία’’ έλεγε ότι η ιστορία δεν έχει τους ειδικούς σκοπούς, τη δική της αυτοσυνείδηση (το ότι οι μαρξιστές αγνοούν τη διαλεκτική σχέση των υποκειμένων με τις αντικειμενικές συνθήκες, είναι ένα από τα πολλά γεγονότα που δικαιώνουν την φράση του Μάρξ : ‘’ Έσπειρα δράκους και θέρισα ψείρες’’).

Η ιστορία λοιπόν δεν έχει προορισμό, δεν είναι ούτε ατμομηχανή με τελικό προορισμό τον κομμουνισμό ή την ανθρώπινη ευτυχία(μαρξιστικός και αναρχικός ντερτενισμός),ούτε βίντεο να πατήσουμε το Rewind και να βρεθούμε στον παράδεισο του πρωτόγονου κομμουνισμού (αναρχοπρωτογονιστική, θρησκευτικού τύπου, νοσταλγία του’’ χαμένου παραδείσου’’).Τον δρόμο τον φτιάχνουμε περπατώντας.

Κι ο γεροτυφλοπόντικας ακόμα σκάβει…

ΠΩΛ ΛΑΦΑΡΚ : « ΑΡΧΕΓΟΝΟΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ»

1

Αν οι οικονομολόγοι θεωρούν την ύπαρξη του Κεφαλαίου σύγχρονη με την παιδική ηλικία της Ανθρωπότητας , αυτό συμβαίνει διότι αρέσκονται στο να αγνοούν τις συνήθειες των αρχέγονων λαών.

Υπάρχουν και σήμερα άγριοι που δεν έχουν ιδέα για την έγγειο ιδιοκτησία ,ατομική ή κοινή(collective) και μόλις έχουν σχηματίσει την έννοια της ατομικής ιδιοκτησίας, πάνω στα αντικείμενα που χρησιμοποιούν. Μερικοί κάτοικοι της Αυστραλίας κατέχουν ως ολόκληρη ιδιοκτησία μόνο τα αντικείμενα που είναι αναπόσπαστα από το πρόσωπο τους ,δηλαδή: όπλα, κοσμήματα που φέρουν στα αυτιά τους, τα χείλη τους ή τις μύτες τους , δέρματα άγριων θηρίων που χρησιμοποιούν ως ενδύματα, λίπος για ιαματική χρήση κ.λ.π.

Τα αντικείμενα αυτά, των οποίων κάνουν αποκλειστικά προσωπική χρήση, θεωρούνται αναπόσπαστο μέρος του ατόμου τους και δεν τα αποχωρίζονται ούτε μετά τον θάνατο, αλλά καίγονται και θάβονται μαζί τους. Το Όνομα είναι η πρώτη ιδιοκτησία που συναντάμε. Ο άγριος ουδέποτε αποκαλύπτει το όνομα του στον ξένο. Το θεωρεί κάτι πολύτιμο, που μόνο σε φίλο μπορεί να δωρίσει. Τόσο είναι ταυτισμένο το όνομα με το πρόσωπο του, ώστε η φυλή του παύει να το προφέρει μετά τον θάνατο του. Για να γίνει ένα αντικείμενο ατομική ιδιοκτησία, πρέπει να είναι πραγματικά ή φαινομενικά συσσωματωμένο με το πρόσωπο του κατόχου του. Όταν ο άγριος θέλει να δείξει ότι ένα αντικείμενο του ανήκει , δηλώνει ότι τι χρησιμοποιεί γλύφοντας το με την γλώσσα του. Οι Εσκιμώοι μόλις αγοράσουν κάτι το φέρουν-εκτός κι αν είναι βελόνι- στο στόμα τους ή θα επισημοποιήσουν την αγορά με μια συμβολική πράξη, που σημαίνει την επιθυμία να το κρατήσουν για ατομική χρήση. Επίσης αντικείμενα χειροτεχνίας είναι ιδιοκτησία μόνο αν έχουν αποκτηθεί με τον πιο πάνω τρόπο. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο ο Εσκιμώος δεν μπορεί να κατέχει περισσότερα από δύο μονόξυλα. Το τρίτο είναι στη διάθεση της φυλής και θεωρείται απρόσωπη ιδιοκτησία. Ο άγριος ποτέ δε θεωρεί τον εαυτό του υπεύθυνο για την απώλεια πράγματος που ανήκει στη φυλή του, ούτε σκέφτεται να το αντικαταστήσει. Αυτό είναι έργο της φυλής.

Η ανικανότητα του αγρίου να συλλάβει την ιδέα της ιδιοκτησίας επί των αντικειμένων τα οποία δεν είναι ταυτισμένα με το πρόσωπο του, προέρχεται από το γεγονός ότι δεν έχει συνείδηση της ατομικότητας του ως ξεχωριστής. Τη θεωρεί σαν ένα μόριο του αιματοσυγγενικού ομίλου ή της φυλής μέσα στην οποία ζει.

Ο άγριος βρίσκεται στη μέση τόσων κινδύνων, το πνεύμα του εξάπτεται από τόσους φανταστικούς φόβους, ώστε δεν μπορεί να ζήσει απομονωμένος, ούτε καν να συλλάβει τη δυνατότητα αυτής της περίπτωσης. Η εξορία ενός αγρίου από τη φυλή ή την ορδή του, ισοδυναμεί με θανατική καταδίκη. Τόσο μεταξύ των προϊστορικών ελλήνων, όσο και μεταξύ των βαρβάρων, ακόμα και ο εξ αμελείας φόνος ενός μέλους τιμωρούταν με εξορία. Ο Ορέστης μετά την δολοφονία της μητέρας του υποχρεώθηκε να εκπατριστεί για να καθησυχαστεί η κοινή οργή. Και σε μεταγενέστερους πολιτισμούς, όπως της αρχαίας Ελλάδας και Ρώμης, η εξορία θεωρούταν σαν η σκληρότερη ποινή. Όπως λέει ο ποιητής Θέογνις, ο εξόριστος ‘’ δεν έχει ούτε φίλους, ούτε πιστούς συντρόφους και αυτό είναι το πλέον πένθιμο στην εξορία’’. Το να ζει κανείς απομονωμένος, μακριά από τους συντρόφους του, θεωρούταν το φοβερότερο δυστύχημα στον αρχέγονο άνθρωπο, ο οποίος ήταν συνηθισμένος στην κοινοβιακή ζωή.
Ο άγριος είναι το τελειότερο ον(από την άποψη της αυτάρκειας) σε σχέση με τον πολιτισμένο, είναι τόσο ενσωματωμένος με την ορδή ή τη φυλή του, ώστε δεν αισθάνεται τον εαυτό του ως ξεχωριστή προσωπικότητα, ούτε στην ιδιοκτησία, ούτε στην οικογένεια.*1

Το γεγονός ήταν το παν. Αυτό ήταν η οικογένεια αυτό νυμφευόταν αυτό ήταν ο κάτοχος της ιδιοκτησίας. Στο γένος τα πάντα είναι κοινά. Ο δασόβιος της Αφρικής όταν λαμβάνει κάτι ως δώρο το διαμοιράζει στα άλλα μέλη του γένους του. Ομοίως όταν πιάνει ένα ζώο ή όταν βρίσκει ένα αντικείμενο. Σε καιρό λιμού οι νεαροί Φονεγιάνοι ερευνούν τις ακτές κι αν τύχει να βρουν κάποιο θήραμα ή ψάρι τρέχουν να ειδοποιήσουν τους συντρόφους τους. Τρέχουν τότε όλοι σ΄ εκείνο το μέρος και με την ευθηνή του γηραιότερου το διανέμουν σε ίσες μερίδες.
Κυνήγι και ψάρεμα , αυτοί οι δύο πρωτόγονοι τρόποι παραγωγής, γίνονται από κοινούκαι το προϊόν τους διανέμεται από κοινού. Ο Μάρτιους αναφέρει ότι οι Μποτοκούντος, αυτές οι ατρόμητες φυλές της Βραζιλίας, οργανώνουν κοινά κυνήγια και ποτέ δεν εγκαταλείπουν το μέρος που φόνευσαν το ζώο αν πρώτα δεν το διαμοιράσουν. Το ίδιο αναφέρει και για τους Ντακότας αλλά και για τους Αυστραλούς ιθαγενείς. Μεταξύ ακόμα και των φυλών στις οποίες το κυνήγι γίνεται ελεύθερα και ατομικά, ισχύει ο αρχέγονος τρόπος διανομής της λείας. Ο τυχερός κυνηγός προσκαλεί σε συμπόσιο όλα τα μέλη του γένους του, του χωριού ή ολόκληρης της φυλής. Οι περιστάσεις αυτές είναι, μπορούμε να πούμε ένα είδος ‘’εθνικού συμποσίου’’. Σε κάποιες χώρες του Καυκάσου ο φόνος μιας αγελάδας ή βοδιού ή αιγόπροβάτου από μια οικογένεια είναι πάντα μια αφορμή για να συντρώγει ολόκληρο το χωριό. Έτσι οι χωρικοί τρώνε από κοινού και πίνουν σε ανάμνηση συνηθειών που εξέπνευσαν με το πέρασμα του χρόνου. Τα νεκρικά συμπόσια δεν είναι παρά ανάμνηση αυτών των κοινών εορτών.
Ο Μόργκαν που τόσο επιμελώς σπούδασε τα αρχέγονα κομμουνιστικά έθιμα, στο τελευταίο του σπουδαίο βιβλίο περιγράφει τις μεθόδους του κυνηγιού και της αλιείας που χρησιμοποιούν οι ερυθρόδερμοι της Β. Αμερικής : ‘’οι πεδινές φυλές ζούνε σχεδόν αποκλειστικά με ζωικές τροφές και δείχνουν σ’ αυτές τις κυνηγητικές συνήθειες τους την τάση προς τον κομμουνισμό. Οι Blackfeet κατά το κυνήγι βουβαλιών καταδιώκουν την αγέλη έφιπποι σε πολυάριθμες ομάδες , άνδρες, γυναίκες και παιδιά μαζί. Όταν αρχίζει το κυνήγι το πρώτο σκοτωμένο ζώο διανέμεται απ’ αυτούς που καταφθάνουν, όπως και το δεύτερο, το τρίτο κ. ο .κ. , μέχρις ότου όλοι να προμηθευθούν. Κατόπιν το κόβουν σε τεμάχια και το ξηραίνουν στον αέρα ή το καπνίζουν στην φωτιά. Άλλοι μετατρέπουν μέρος της λείας τους στο Pemmican, που είναι ξηρό και κονιοποιημένο κρέας αναμεμιγμένο με διαλυμένο λίπος βουβάλου, το οποίο βράζεται εντός του δέρματος του ζώου. Κατά την εποχή της αλιείας στο ποταμό Κολούμπια, όπου τα ψάρια βρίσκονται σε μεγαλύτερη αφθονία από κάθε άλλο ποτάμι της γης, όλα τα μέλη κάθε φυλής κατασκηνώνουν και ψαρεύουν από κοινού και κάθε βράδυ μοιράζουν την λεία, σε μερίδια ανάλογα με τον αριθμό τους. Τα ψάρια σχίζονται και χαράζονται, ξηραίνονται σε ξύλινα παραπήγματα και μεταφέρονται σε καλάθια στο χωριό τους .’’

Όταν παύει η νομαδική ζωή των αγρίων και εγκατασταίνονται σε μόνιμο μέρος, η κατοικία τους δεν είναι ατομική αλλά κοινή ιδιοκτησία. Αυτό εξακολουθεί να συμβαίνει και κάτω απ’ τον μητριαρχικό τύπο της οικογένειας. Οι κοινές κατοικίες αυτές μοιάζουν με τις κατοικίες που ανακάλυψε ο Perouse στην Πολυνησία. Έχουν ύψος 10 πόδια, μήκος 110 και πλάτος 10, σε σχήμα αντεστραμμένου μονόξυλου, με δύο εισόδους στα άκρα και παρέχουν χώρο για στέγαση 100 περίπου ατόμων. Τα μακρόσπιτα των Ιοροκέζων, τα οποία σύμφωνα με τον Μόργκαν εξαφανίστηκαν πριν τις αρχές του εικοστού αιώνα, είχαν 100 πόδια μήκος, 30 πλάτος και 20 ύψος. Διασχίζονταν κατά μήκος από διάδρομο που κατέληγε και στα δύο άκρα του στις πόρτες. Στο διάδρομο άνοιγαν σα σε κυψέλη σειρά μικρών διαμερισμάτων για τις παντρεμένες γυναίκες του γένους. Σε κάθε κατοικία υπήρχε το Τοτέμ του γένους, δηλαδή το ζώο απ’ το οποίο υποτίθεται ότι καταγόταν το γένος. Παρόμοιες είναι οι κατοικίες των Dyac στο Βόρνεο, με την διαφορά ότι εκεί κατασκευάζονταν με βάση ύψους 15-20 ποδιών, αποτελούμενες από σκληρές ξύλινες δοκούς. Αυτός ο τρόπος οικοδόμησης μας θυμίζει τα λιμνόσπιτα που ανακαλύφθηκαν στις Ελβετικές λίμνες, τα οποία στηρίζονταν σε ξύλινους στύλους. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Παίονες κατοικούν μέσα στη λίμνη της Πρασιάς, σε σπίτια στηριζόμενα σε πασσάλους. Τα casas grandes των ερυθρόδερμων στο Μεξικό, φαίνονταν σαν τεράστιες κλίμακες, με υπερκείμενα μεταξύ τους πατώματα, υποδιαιρούμενα σε δωμάτια για τα συζυγικά ζεύγη. Δεν είναι απίθανο και οι προϊστορικοί έλληνες να ζούσαν σε παρόμοιες κοινοβιακές κατοικίες, όπως συμπεραίνουμε απ’ το ανάκτορο της Αργολίδας, που έφεραν στο φώς οι ανασκαφές του δρ. Σλήμαν. Σ’ αυτές τις κοινοβιακές κατοικίες τα τρόφιμα και τα δείπνα είναι κοινά. Πρέπει να καταφύγουμε στον Μόργκαν για την περιγραφή της ζωής των ενοίκων των κοινοβίων. Είναι αλήθεια πως οι έρευνες περιορίστηκαν μόνο μεταξύ των ερυθρόδερμων της Αμερικής και κυρίως των Ιροκέζων, μαζί με τους οποίους έζησε για μεγάλο διάστημα. Αλλά όπως λέει και ο ίδιος, όταν μια συνήθεια βρίσκεται υπό καθορισμένο και αποκρυσταλλωμένο τύπο μεταξύ των Ιροκέζων, είναι πιθανή η ύπαρξή της και σε άλλες φυλές, που διαβιούν κάτω απ’ τις ίδιες συνθήκες, γιατί και αυτές οι φυλές έχουν τις ίδιες ανάγκες. « Οι Ιροκέζοι που ζουν σε μόνιμες κατοικίες, καλλιεργούν τη γη και τη συλλεγόμενη σοδειά την αποθηκεύουν ως κοινή ιδιοκτησία, στην οποία έχουν μερίδιο όλες οι οικογένειες, ανάλογα με τον αριθμό των μελών τους. Έτσι, ο αραβόσιτος π.χ. κρεμόταν με ανεστραμμένο το φλοιό σε δέσμες πλεκόμενες από τον ίδιο φλοιό στα οικογενειακά διαμερίσματα της κοινοβιακής κατοικίας. Αλλά όταν μία οικογένεια ξόδευε ολόκληρη προμήθεια, λάμβανε ελεύθερα από άλλη οικογένεια κι αυτό γινόταν μέχρις ότου εξαντλούταν οι προμήθειες όλων των οικογενειών. Κάθε κυνηγετική ή αλιευτική συντροφιά αποθήκευε από κοινού τη λεία, της οποίας το πλεόνασμα μοιραζόταν μεταξύ των άλλων οικογενειών ». Στα ινδιάνικα αυτά χωριά παρατηρούμε το περίεργο φαινόμενο της συνύπαρξης του δικαιώματος της ατομικής κατοχής συνδυασμένου με το δικαίωμα της κοινής χρήσης. « Τίποτα δεν υπάρχει στην ινδιάνικη οικογένεια »παρατηρεί ο Heckewelder, πραγματευόμενος περί Δελαβάρων και Μουνσών, «που να μην έχει τον ιδιοκτήτη του. Ο καθένας γνωρίζει τι κατέχει από το άλογο ή την αγελάδα του μέχρι τον σκύλο ή την γάτα με τα μικρά της ή τις κότες του. Συνήθως, μια γενιά μικρών ορνίθων ή γατιών έχει τόσους κατόχους όσος είναι ο αριθμός των ορνίθων ή των γατιών. Και συχνά για να αγοράσει κανείς μια κότα με τους νεοσσούς της πρέπει να διαπραγματευτεί συγχρόνως με πολλούς κατόχους. Έτσι ενώ στην Πολιτεία επικρατεί η αρχή της κοινοκτημοσύνης, εν τούτοις αναγνωρίζεται το δικαίωμα της ιδιοκτησίας στα μέλη των οικογενειών».*2 « οι Ινδιάνοι της Λαγκούνα του Νέου Μεξικό είχαν κοινές αποθήκες, τον έλεγχο της σιταποθήκης έχουν συνήθως οι γυναίκες », έγραφε ο Sam Corman κατά το έτος 1869 προς τον Μόργκαν « και είναι περισσότερο προνοητικοί από τους Ισπανούς γείτονες τους, φροντίζοντας να έχουν πάντα προμήθειές ενός έτους. Μόνο αν τύχει σιτοδεία επί δύο συνεχή έτη, υποφέρουν από πείνα αυτές οι κοινότητες ».

Μεταξύ των Μάγια η τροφή παρασκευάζεται σε κοινό μαγειρείο από το οποίο έκαστη οικογένεια λαμβάνει τη μερίδα της, καθώς παρατήρησε ο Στέφεν κατά την διάρκεια ενός ταξιδιού που επιχείρησε στη Γιουκατάν. Μεταξύ όμως των Ιροκέζων κάθε οικογένεια παρασκευάζει η ίδια τη τροφή των μελών της. Η γυναίκα αρχηγός της οικογένειας έκανε την διανομή των μερίδων ανάλογα με την ανάγκη κάθε μέλους, σερβίριζε την τροφή ζεστή σε πήλινες ή ξύλινες χύτρες. Τραπέζια και καθίσματα δε χρησιμοποιούταν, αλλά ο καθένας έτρωγε καθισμένος όπου ήταν βολικότερα, πρώτα οι άνδρες και κατόπιν οι γυναίκες και τα παιδιά. Ότι απέμενε φυλασσόταν για να χρησιμοποιηθεί από όποιον πεινούσε πριν την παρασκευή του επόμενου γεύματος. Το απόγευμα κατασκεύαζαν ένα είδος τροφής από κοπανιστό καλαμπόκι. Αυτό το φαγητό προοριζόταν να χρησιμοποιηθεί ως πρόγευμα ή για τους επισκέπτες. Δεν είχαν, όπως εμείς, γεύμα και δείπνο, αλλά καθένας έτρωγε όταν πεινούσε οτιδήποτε βρισκόταν σπίτι. Αυτή ήταν, προσθέτει ο Μόργκαν, η εικόνα της ζωής των ινδιάνικων φυλών της Αμερικής κατά την ανακάλυψη της.

Παρόμοια ήθη επικρατούσαν μεταξύ των προϊστορικών ελλήνων και τα ‘’συσσίτια’’ τους κατά τους ιστορικούς χρόνους ήταν η ανάμνηση των αρχέγονων κοινών συμποσίων.
Ο εκ του Πόντου Ηρακλείδης, μαθητής του Πλάτωνα, μας άφησε μια περιγραφή των κοινών συμποσίων της Κρήτης, όπου τα αρχέγονα ήθη διατηρήθηκαν για μεγάλο διάστημα. Στα ‘’ανδρεία’’ (γεύματα ανδρών) κάθε έφηβος λάμβανε ίση μερίδα, εκτός του ‘’άρχοντα’’, μέλος του συμβουλίου των γερόντων(Γερουσίας),ο οποίος λάμβανε τετραπλή μερίδα : μια ως “πολίτης”, μια ως πρόεδρος του συμποσίου και δυο ως επιμελητής οικογένειας.
Όλα τα τραπέζια των συμποσιαζόμενων ήταν υπό την επίβλεψη μιας Μητρίαρχου, η οποία καλύτερη μερίδα πάντα την πρόσφερε στον διακριθέντα κατά τα συμβούλια ή στο πεδίο της μάχης. Οι ξένοι σερβίρονται πρώτοι, ακόμα και πριν τον Άρχοντα. Δοχείο οίνου ή νερού δίδονταν από χέρι σε χέρι προς χρήση των συμποσιαζόμενων, το οποίο γεμιζόταν εκ νέου στο τέλος του γεύματος. Ο Ηρακλείδης μνημονεύει μόνο τα συμπόσια ανδρών, αλλά ο Hoek παραδέχεται ότι στις Δωρικές πόλεις και φυλές γινόταν κοινά συμπόσια γυναικών και παιδιών. Οι γνώσεις που έχουμε για το χωρισμό των φυλών μεταξύ των αγρίων και των βαρβάρων καθιστά την εκδοχή αυτού του σοφού ερευνητή της κρητικής Ιστορίας.
Κατά τον Αριστοτέλη, τις προμήθειες για τα συμπόσια αυτά παρείχε η γεωργία, τα ποίμνια των προβάτων κι άλλων ζώων, καθώς και ο φόρος σε είδος από τους ανήκοντες στην κοινότητα δούλους. Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι άνδρες, γυναίκες και παιδιά τρεφόταν στην Κρήτη με δαπάνες της Πολιτείας. Ο ίδιος ο Αριστοτέλης βεβαιώνει ότι η αρχή των συμποσίων αυτών ανάγεται σε πολύ απομακρυσμένο παρελθόν και ότι το πρώτο ίδρυσαν ο Μίνωας στην Κρήτη κι ο Ιταλός στην Οινότρια, τους κατοίκους της οποίας ο Ιταλός δίδαξε την γεωργία. Επειδή ο Αριστοτέλης έβλεπε να επικρατεί το έθιμο αυτό των κοινών συμποσίων στην Ιταλία, συμπέρανε ότι από εκεί διαδόθηκε στην Κρήτη, αγνοώντας ότι αυτό συμβαίνει σε όλους τους αρχέγονους λαούς.

Ο Πλούταρχος μας πληροφορεί ότι κατά τα συμπόσια αυτά όλοι θεωρούνταν ίσοι, γι΄ αυτό τα ονομάζει “αριστοκρατικά συνέδρια”. Τα πρόσωπα που συνέτρωγαν ήταν πιθανώς μέλη της ίδιας οικογένειας. Στη Σπάρτη τα μέλη του “συσσιτίου” αποτελούν μία στρατιωτική μονάδα και πολεμούν μαζί. Οι άγριοι και οι βάρβαροι, συνηθισμένοι να ενεργούν από κοινού σε κάθε περίπτωση, τασσόταν και στη μάχη κατά οικογένειες γένη και φυλές.

Τόσο αναγκαίο θεωρούνταν να λάβει το κάθε μέλος του γένους τη μερίδα της τροφής του, ώστε στην ελληνική γλώσσα η λέξη “μοίρα”, η οποία αρχικώς σήμαινε μερίδα τροφής, προσέλαβε αργότερα την σημασία του ” πεπρωμένου – μοίρας” , της υπέρτατης θεότητας, στην οποία υποτάσσονταν θεοί και άνθρωποι και μοιράζει στον καθένα το χρόνο της ζωής του, όπως ακριβώς η Μητριάρχης των κρητικών “συσσιτίων” μοιράζει τη μερίδα της τροφής. Ας παρατηρήσουμε ότι στην ελληνική μυθολογία το “πεπρωμένο” προσωποποιείτε σε γυναίκες-θεές (Μοίρα, Κήρες κ.τ.λ.) κι ότι αρχικά αυτά τα ονόματα σημαίνουν τη μερίδα τροφής ή λαφύρων.

Όταν η κοινή κατοικία, η οποία στέγαζε ολόκληρο γένος, εξαφανίστηκε υποδιαιρούμενη σε μονοοικογενιακές κατοικίες, τα συμπόσια έπαψαν να είναι κοινά.

Μόνο κατά τις θρησκευτικές ή εθνικές γιορτές συνέρχονταν σε κοινά συμπόσια, όπως τα ελληνικά “συσσίτια” στα οποία συναθροίζονταν σε ανάμνηση του παρελθόντος. Οι διάφορες προμήθειες αν και βρίσκονται στην κατοχή ιδιωτικών οικογενειών εξακολουθούν στην πραγματικότητα να είναι στη διάθεση κάθε μέλους της φυλής. Ο Catlin αναφέρει ότι “στις ινδιάνικες κοινότητες, κάθε άτομο ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας έχει το δικαίωμα αν εισέρχεται σε οποιοδήποτε κατάλυμα, ακόμα και στου φύλαρχου, και να τρώει όταν πεινά. Αυτού του δικαιώματος δε στερείτε ούτε ο αναξιότερος τεμπέλης, ο οποίος δεν κοπιάζει να προμηθεύει μόνος του την τροφή μέσω του κυνηγιού, αλλά μπορεί να τη λάβει εισερχόμενος σε οποιαδήποτε κατοικία. Αλλά όσοι ζούσαν μ΄ αυτόν τον τρόπο στιγματίζονταν ως άνανδροι και επαίτες”.

Στους νήσους Καρολίνες αυτός που ταξιδεύει δε φέρει ποτέ μαζί του τροφή. Αλλά οποτεδήποτε πεινάσει εισέρχεται χωρίς διατυπώσεις στην πρώτη κατοικία που θα βρει μπροστά του και βουτάει στον κάδο που βρίσκεται το “ποπόι” (ψωμί από καρπούς αρτόδενδρου), χωρίς να λάβει τον κόπο ούτε καν να ευχαριστήσει τους ενοίκους. Σε τέτοιο βαθμό αυτό θεωρείτε δικαίωμα του.

Οι κουμμουνιστικές αυτές συνήθειες επικρατούσαν κάποτε γενικά, διατηρήθηκαν επί μακρόν και στη Σπάρτη και μετά την έξοδο των σπαρτιατών από την περίοδο της βαρβαρότητας. Η ατομική ιδιοκτησία επί των αντικειμένων προσωπικής χρήσης ήταν κατ’ εξοχή αόριστη και προσωρινή. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Λυκούργος, ο μυθολογικός νομοθέτης της Σπάρτης, απαγόρευε το κλείσιμο των θυρών των σπιτιών, ώστε να μπορεί ο οποιοσδήποτε να προμηθεύεται τροφή και εργαλεία, ακόμα κι όταν ο ιδιοκτήτης απουσίαζε. Ο σπαρτιάτης πολίτης είχε το δικαίωμα να ιππεύει ελεύθερα οποιοδήποτε άλογο, να χρησιμοποιεί τα κυνηγητικά σκυλιά οποιουδήποτε, ακόμα και να χρησιμοποιήσει για εργασία τον ξένο δούλο, χωρίς άδεια.

Η ιδέα της ατομικής ιδιοκτησίας, η οποία είναι τόσο εμβολιασμένη ώστε να φαίνεται φυσική στο σημερινό αστό, γεννήθηκε πολύ αργά στο ανθρώπινο πνεύμα κι αφού προηγουμένως πέρασε από διάφορες φάσεις. Αντίθετα η πρώτη σκέψη του ανθρώπου ήταν να θεωρεί ότι πάντα στη γη είναι κοινό κτήμα. Ο Ηeckewelder γράφει : “οι Ινδιάνοι πιστεύουν ότι το Μέγα Πνεύμα έκανε τη γη κι ότι αυτή περιέχει για το κοινό καλό όλης της ανθρωπότητας. Όταν έδινε στη γη το άφθονο κυνήγι δεν το έκανε για την ευτυχία λίγων μόνο ανθρώπων. Κάθε τι δόθηκε για κοινή χρήση των παιδιών των ανθρώπων. Ότι έζησε πάνω στη γη ή αναπτύχθηκε μέσα της ή βρίσκεται στις θάλασσες και τα ποτάμια είναι δώρο του Μεγάλου Πνεύματος σε όλους τους ανθρώπους και ο καθένας δικαιούται τη μερίδα του. Η φιλοξενία γι’ αυτούς δεν είναι αρετή, αλλά αυστηρότατο καθήκον… Θα προτιμούσαν να μείνουν νηστικοί παρά να παραλείψουν την εκτέλεση του καθήκοντος της φιλοξενίας απέναντι ενός ξένου ή ασθενή φτωχού. Όλοι αυτοί θεωρούνταν ως έχοντες ίσο δικαίωμα στην απόλαυση των αγαθών της Κοινής Περιουσίας. Διότι εάν το κρέας που δίδεται προέρχεται απ΄ το δάσος , ήταν εκεί κοινό πριν το λάβει ο κυνηγός. Επίσης ο αραβόσιτος και τα λαχανικά αναπτύχθηκαν σε κοινό έδαφος και μέσω της δύναμης του Μεγάλου Πνεύματος και όχι της ανθρώπινης”.

Ο Καίσαρας παρατηρώντας ανάλογο κομμουνισμό στους Γερμανούς που επέδρασαν εναντίον του Βελγίου και της Γαλατίας, γράφει ότι ο κυριότερος σκοπός αυτών των εθίμων ήταν “να υποδαυλίζουν το αίσθημα της ισότητας, εφόσον ο καθένας έβλεπε τις απολαύσεις ίσες με τις απολαύσεις του ισχυρότερου”. Όντως τέτοιος κομμουνισμός παραγωγής και κατανάλωσης προϋποθέτει τέλεια ισότητα μεταξύ όλων των ατόμων του γένους ή της φυλής, που θεωρούνταν ότι προέρχονταν από κοινό πρόγονο. Ο στοιχειώδης αυτός κομμουνισμός δε συγκράτησε μόνο την ισότητα αλλά ανέπτυξε και αισθήματα ελευθερίας, αδελφότητας και κοινωνικής αλληλεγγύης, μπροστά στα οποία θα πρέπει να ντρέπεται η πολυύμνητη φιλαδελφία και φιλανθρωπία του χριστιανού. Απέσπασε δε το θαυμασμό όλων των μελετητών των εθίμων των αγρίων φυλών πριν αυτές εκφυλιστούν από την Βίβλο, το αλκοόλ τον ασυνείδητο εμπορισμό και τις μεταδοτικές ασθένειες του πολιτισμού! Σε καμία από τις μεταγενέστερες περιόδους της ανθρώπινης εξέλιξης δεν ασκήθηκε η φιλοξενία με τόσο απλό και αφελή αδελφικό τρόπο. Ο Μόργκαν γράφει: “εάν έμπαινε κάποιος σε κατοικία Ιροκέζου, συγχωριανός, της ίδιας φυλής ή ξένος και σε οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, καθήκον των γυναικών ήταν να του προσφέρει τροφή. Παράβλεψη αυτού θεωρούταν έλλειψη αβρότητας, σχεδόν προσβολή. Αν ο ξένος πεινούσε, έτρωγε. Αν δεν πεινούσε, οι καλοί του τρόποι του επέβαλλαν να ευχαριστήσει δοκιμάζοντας την μόνο τροφή”.

“ Εγκληματίας θεωρείται αυτός που μένει ασυγκίνητος στην ανάγκη μέλους της οικογένειας ή ξένου και το έγκλημά του αντανακλά σε όλη την φυλή”, γράφει άλλος ερευνητής των Ινδιάνων Αμερικάνων, ο James Adair.Ο ξένος κι αν ακόμα ήταν εχθρός, εθεωρείτο ιερό πρόσωπο. Ο Τάκιτος αναφέρει ότι παρόμοιες συνήθειες επικρατούσαν μεταξύ των βαρβάρων γερμανικών φυλών που επέδραμαν κατά τις Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. “Κανένας λαός” γράφει “δεν είναι ευκολότερος σε αγαθοεργίες, ή ελευθεριότερος σε παροχή φιλοξενίας. Το να αρνηθεί κανείς την φιλοξενία στη στέγη του, οποιουδήποτε ατόμου, εθεωρείτο σιχαμερό. Ο καθένας προσπαθεί να ευχαριστήσει τον ξένο, ανάλογα με τις δυνάμεις του. Όταν εξαντλούνται οι προμήθειες του, οδηγεί τον ξένο σε άλλη οικογένεια, όπου αμφότεροι γίνονται δεκτοί με θερμή εγκαρδιότητα. Κανένας δεν κάνει διάκριση, όσον αφορά το δικαίωμα της φιλοξενίας μεταξύ ξένου και γνώριμου”.

Ο Τάκιτος υποδείκνυε τους γερμανούς ως παράδειγμα στους πολιτισμένους συμπατριώτες του. Ο Catlin που έζησε μαζί με τις αγριότερες ινδιάνικες φυλές της Β. Αμερικής από το 1832 ως το 1839 γράφει : “Οι ινδιάνοι δεν έχουν ανάγκη από τους πολιτισμένους να διδαχθούν Ηθική και Αρετή”.

Περιηγητές- και όχι αγροίκοι και άρπαγες, εμπορικοί ταξιδιώτες όπως ο κύριος Στάλεϊ – δε δίστασαν , συμφωνώντας με τον Καίσαρα, να ομολογήσουν τις αρετές των αγρίων και να τις αποδώσουν στον κομμουνισμό με τον οποίο ζούσαν. “Τα φιλάδελφα αισθήματα ερυθροδέρμων” γράφει ο ιησουίτης μοναχός Charleroix, “πρέπει να αποδοθούν αναμφίβολα στο γεγονός ότι οι λέξεις δικό μου και δικό σου, οι ψυχρές αυτές λέξεις, όπως τις αποκαλεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος , είναι ακόμα άγνωστες μεταξύ των Αγρίων. Η προστασία των ορφανών, των χηρών και των ανίκανων να εργαστούν, η τόσο λαμπρά εξασκούμενη φιλοξενία δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της βαθύτατης πεποίθησης τους ότι τα αγαθά πρέπει να είναι κοινά σε όλους. Μόνο μεταξύ των εκχριστιανισμένων αγρίων, που ζούνε στα πρόθυρα των πόλεων μας, είναι εν χρήσει το χρήμα. Οι άλλοι δεν εννοούν να το θίξουν, ούτε καν να το αντικρίσουν και το ονομάζουν “φίδι των λευκών”. Θεωρούν παράδοξο ότι ένας μπορεί να κατέχει περισσότερα από κάποιον άλλον και ότι ο κατέχων τα περισσότερα απολαμβάνει μεγαλύτερης εκτίμησης. Ούτε μάχονται ούτε φιλονικούν μεταξύ τους. Αλλά ούτε κλέβονται ούτε κακολογούνται μεταξύ τους

2

Εφ’ όσων οι άγριες ορδές αποτελούνται από 30 ή 40 μέλη, είναι νομάδες. Περιπλανώνται στην επιφάνεια της γης και κατασκηνώνουν όπου βρουν αρκετή τροφή. Είναι πιθανό να κατοικούσαν οι άγριοι στις ηπείρους, διατρέχοντας τις ακτές και ακολουθώντας το ρουν των ποταμών, από τους οποίους προμηθεύονταν την τροφή τους. Αυτή είναι η γνώμη του Μόργκαν. Οι Μπόσσοι και οι Βεδάχοι της Κεϋλάνης, ζώντες ακόμα σε κατάσταση αγριότητας, δεν διανοούνται να διεκδικήσουν καν το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και επί αυτών των κυνηγετικών περιοχών( της πρώτης αυτής μορφής εγγείου ιδιοκτησίας).

Ο πρωτογενής άνθρωπος, που δεν καλλιεργεί την γη, αλλά ζει από το κυνήγι, την αλιεία, τους άγριους καρπούς και το γάλα, πρέπει να έχει στην διάθεση του, απέραντες εκτάσεις γης, για την συντήρηση του ίδιου και των ποιμνίων του. Υπολογίστηκε- αγνοώ κατά πόσο ακριβώς- ότι κάθε άγριος χρειάζεται για την συντήρηση του τέσσερα τετραγωνικά μίλια γης. Συνεπώς, όπου ο πληθυσμός αυξανόταν πολύ, γεννιόταν η ανάγκη να διανεμηθεί η γη μεταξύ των διάφορων φυλών.

Η πρώτη διανομή γης έγινε σε βοσκήσιμες γαίες και κυνηγητικές περιοχές κοινές για ολόκληρη την φυλή, καθώς η ιδέα της ατομικής κατοχής γεννήθηκε πολύ αργότερα. ‘’Η γη όπως η φωτιά και το νερό δεν μπορούν να πωληθούν’’, λένε οι Ομάχοι. Επίσης οι Μάοροι τόσο απέχουν από το να συλλάβουν την ιδέα της πώλησης της γης από ένα άτομο, ώστε και σε περίπτωση και που ολόκληρη η φυλή αποφάσιζε την ολοκληρωτική πώληση, αυτοί ζητούσαν πρόσθετο τίμημα για κάθε νεογέννητο, επειδή διά της πωλήσεως ξεχώριζαν τα δικά τους μόνο δικαιώματα και όχι των νεογέννητων. Η κυβέρνηση της Νέας Ζηλανδίας βρέθηκε στην ανάγκη να αντιμετωπίσει παρόμοια δυσχέρεια, αγοράζοντας γη στην οποία λάμβανε κλήρο κάθε βρέφος. Μεταξύ των Ιουδαίων και των Σημιτικών φυλών δεν υπήρχε ατομική ιδιοκτησία στις γαίες. “Μην πωλήσετε την γη, διότι είναι δική μου, εσείς δεν είστε ξένοι προς αυτήν και διαβάτες”, λέει η Βίβλος. Οι χριστιανοί περιφρόνησαν την εντολή του Θεού τους. Όση ευλάβεια κι αν τρέφουν προς τον Ιεχωβά και στους νόμους του, λατρεύουν περισσότερο το παντοδύναμο κεφάλαιο!

Μακριά και επίμονη σταδιοδρομία διήλθε η ανθρωπότητα πριν φτάσει στην ατομική ιδιοκτησία της γης.

Οι Φουεγιανοί χωρίζουν τις κυνηγετικές περιοχές των διαφόρων φυλών μ΄ ένα αχρησιμοποίητο τμήμα γης. Ο Καίσαρας διηγείται ότι οι Σουάβοι και οι Γερμανοί θεωρούσαν τιμητικό να έχουν ακατοίκητες εκτάσεις στα σύνορα τους( De bello Gallico IV). Οι άγριοι και οι βάρβαροι περιορίζουν τις γαίες τους μέσα σε ουδέτερη ζώνη κι αν βρισκόταν κάποιος ξένος στη γη τους τον μεταχειρίζονταν σαν άγριο θηρίο, ακρωτηριάζοντας τον ή θανατώνοντας τον. Ο Heckewelder αναφέρει ότι οι ερυθρόδερμοι κόβουν την μύτη και τα αυτιά εκείνων που συλλαμβάνονται στις γαίες τους και τον στέλνουν στον Αρχηγό για να τον πληροφορήσουν ότι αν επαναλάβει την επιδρομή θα τον ‘’γδάρουν”. Κατά την πρωτογενή αυτήν εποχή, επικρατεί το φεουδαρχικό ρητό “όποιος έχει χωράφι έχει πόλεμο”. Η παράβαση των γαιών κυνηγετικής ιδιοκτησίας είναι μία από τις κυριότερες αφορμές των πολέμων μεταξύ γειτονικών φυλών. Η συνήθεια του χωρισμού σε διάφορες φυλές που κατείχαν εδάφη με αχρησιμοποίητες εκτάσεις, αναπτύχθηκε πολύ αργότερα. Αυτές οι ουδέτερες εκτάσεις χρησίμευαν ως αγορά για ανταλλαγή διαφόρων ειδών. Ο Harold αφού νίκησε το 1063 τους Καμπρίους, εισβάλοντας συχνά σε εδάφη των Σαξόνων, συμφώνησε με αυτούς ότι κάθε ομοεθνής τους που βρισκόταν ένοπλος ανατολικά της οχυρωμένης θέσης Offa, θα έχανε δια αποκοπής το δεξί του χέρι. Αφ΄ ετέρου οι Σάξονες έσκαψαν παράλληλα οχυρώματα και ο μεταξύ αυτών χώρος κηρύχθηκε ‘’ουδέτερο έδαφος”, προορισμένο για τους εμπόρους των δύο εθνών.

Πολλοί ανθρωπολόγοι παρατήρησαν έκπληκτοι ότι τα δύο φύλα ζούσαν χωριστά μεταξύ των αγρίων. Έχουμε πολλούς λόγους να πιστεύουμε ότι αυτός ο χωρισμός εισήχθη με σκοπό να εξαλειφτεί η αιμομιξία και οι μεταξύ αδερφών σεξουαλικές σχέσεις, οι οποίες είχαν γίνει γενικός κανόνας. Ο χωρισμός αυτός, γινόμενος εντός των ορίων της φυλής, αναγκαίος για το συμφέρον της ηθικής, συγκρατήθηκε με διάφορες μεθόδους, ως και της ιδιοκτησίας. Οι άνδρες αναλάμβαναν την άμυνα της χώρας και την προμήθεια της τροφής, ενώ οι γυναίκες επιδίδονταν στην οικιακή παρασκευή του φαγητού, την κατασκευή ενδυμάτων και οικιακών συσκευών και γενικά τη διεύθυνση του νοικοκυριού *3. Όπως παρατηρεί ο Μάρξ αυτή είναι η αρχή του ‘’καταμερισμού της εργασίας”, η οποία στηρίζεται σον διαχωρισμό των δύο φύλων. Η ιδιοκτησία στην αρχή της εμφάνισης ήταν δικαίωμα μόνο ενός φύλου.

Ο άντρας είναι κυνηγός και πολεμιστής, κατέχει τα άλογα και τα όπλα. Στη γυναίκα ανήκουν τα οικογενειακά σκεύη και τα άλλα αντικείμενα που χρησιμοποιεί, τα οποία είναι υποχρεωμένοι να μεταφέρει στα νώτα της, καθώς και το παιδί, το οποίο της ανήκει αποκλειστικά, αφού κατά κανόνα είναι άγνωστου πατρός.

Η εισαγωγή της γεωργίας ενέτεινε το διαχωρισμό των δύο φυλών. Αυτός ο χωρισμός υπήρξε η κυριότερη αιτία της διανομής των γαιών, που μέχρι τότε ήταν κοινή ιδιοκτησία της φυλής. Ο άνδρας εξακολουθεί και κατά την περίοδο αυτή να είναι κυνηγός και πολεμιστής, αφήνοντας την γυναίκα να ασχοληθεί με την καλλιέργεια των αγρών, βοηθώντας την κατά τον θερισμό. Μεταξύ τον ασχολουμένων με την κτηνοτροφία λαών, τη φροντίδα της επιτήρησης των ποιμνίων την έχει ο άνδρας. Αυτή θεωρείτε σαν ευγενέστερη ενασχόληση σε σχέση με την γεωργία, αφού ούτως ή άλλως είναι και λιγότερο επίπονη. Οι Κάφροι θεωρούν την περιποίηση των ποιμνίων και των αγελών ως αριστοκρατική και ονομάζουν την αγελάδα “μαύρο διαμάντι”. Οι πρώτοι νόμοι των Αρίων φυλών, απαγόρευαν την γεωργία, θεωρώντας την εξευτελιστική, στις δύο ανώτερες τάξεις, τους Βραχμάνους και τους Ζατρίας ή πολεμιστές. “Οι ενάρετοι θα κατηγορήσουν τον Βραχμάνα, ο οποίος θα ασχοληθεί με την γεωργία, διότι το γόητρο του πέφτει και βλάπτεται, όπως βλάπτεται και παραμορφώνεται η γη από τη σιδερένια αιχμή του αρότρου” ( Νόμοι του Μανού).

Εφ όσων ο μοναδικός όρος της αναγνώρισης του δικαιώματος της ιδιοκτησίας επί ενός αντικειμένου ήταν η χρήση του αντικειμένου, ομοίως το δικαίωμα της εγγειού ιδιοκτησίας, στην αρχή της εμφάνισης του, αναγνωρίστηκε στην γυναίκα η οποία καλλιεργούσε την γη. Αυτό παρατηρήθηκε σε όλες τις κοινωνίες που ζούσαν με μητριαρχική μορφή της οικογενείας, ως τους Αιγύπτιους, Ναϊρες, Τουαρέγκους της αφρικανικής ερήμου και τους Βάσκους των Πυρρηναίων. Στα χρόνια του Αριστοτέλη, τα 2/3 των γαίων της Σπάρτης άνηκαν στις γυναίκες.

Η έγγειος ιδιοκτησία, η οποία αργότερα έγινε μέσο χειραφέτησης και κοινωνικής υπεροχής, αρχικά ήταν αιτία υποδούλωσης. Οι γυναίκες καταδικάστηκαν στα τραχιά έργα των αγρών και απαλλάχτηκαν μόνο μετά την εισαγωγή της δουλείας.

Η γεωργία, αφού οδήγησε στην ατομική ιδιοκτησία, εισήγαγε την εργασία των δούλων, η οποία μέσα στους αιώνες έλαβε διαφορετικές μορφές και ονόματα, δουλεία, δουλοπαροικία, μισθωτή εργασία.

3

Εφόσον διαρκεί ο πρωτόγονος κομμουνισμός , οι γαίες ολόκληρης της φυλής καλλιεργούνταν από κοινού. Ο Νέαρχος στρατηγός του Μ. Αλεξάνδρου και αυτόπτης μάρτυρας συμβάντων του 4ου αιώνα π.Χ. λέει: “Σε πολλά μέρη των Ινδιών οι γαίες καλλιεργούνται από κοινού από τα μέλη της φυλής ή τους συγγενικούς ομίλους, οι οποίοι κατά την συγκομιδή, μοίραζαν τους καρπούς και τα σιτηρά”.

Ο Στέφεν αναφέρει εγκατάσταση ομίλου των Μάγια αποτελούμενου από 100 καλλιεργητές “στην οποία οι γαίες κατέχονται και καλλιεργούνται από κοινού και τα προϊόντα μοιράζονται μεταξύ όλων των μελών” (“Επεισόδια ενός ταξιδιού στην Γιουκατάν”).

Από το ινδιάνικο χωριό του Τάο του Ν. Μέξικο, ο Μίλερ έγραφε το Δεκέμβριο του 1877 προς τον Μόργκαν : “Σε κάθε συνοικισμό υπάρχει χωριστή έκταση που καλλιεργείτε από κοινού. Όταν τα σιτηρά σπανίζουν, δύναται ο κάθε φτωχός να λαμβάνει από τα προϊόντα της κοινής αυτής καλλιέργειας. Τη φύλαξη και διανομή αυτών των προϊόντων έχει ο Casique (αρχηγός)”.
Στο Περού πριν την Ισπανική κατάκτηση, η αγροτική καλλιέργεια λάμβανε την μορφή γιορτής. Κατά την χαραυγή, από εξέχουσα θέση ή πύργο, καλούνταν ολόκληρος ο πληθυσμός, άντρες, γυναίκες , παιδία. Συναθροιζόταν εκεί με τα γιορτινά τους ρούχα και τα πολυτιμότερα κοσμήματα τους και άρχιζαν όλοι μαζί την εργασία, τραγουδώντας για την γενναιότητα των Ίνκας, μέσα σε κλίμα γενικής ευθυμίας και ενθουσιασμού. Ο Καίσαρας διηγείται ότι οι Σουέβοι, οι πολεμοχαρέστεροι των γερμανικών φυλών, έστελναν κάθε χρόνο στην μάχη 100 άνδρες από 100 διαφορετικές περιφέρειες. Οι εναπομείναντες ήταν υποχρεωμένοι να διαθρέψουν τους μαχόμενους άνδρες, οι οποίοι το επόμενο έτος επέστρεφαν, εναλλασσόμενοι με άλλους μη πολεμήσαντες κατά το προηγούμενο έτος. Τοιουτοτρόπως και οι αγροί δεν έμεναν ακαλλιέργητοι και όλοι οι άνδρες εξασκούταν στον πόλεμο.

Οι επιδραμόντες στην Ευρώπη Σκανδιναβοί, είχαν όμοιες κομμουνιστικές συνήθειες, συνδυασμένες με στρατιωτικές αποστολές στις οποίες οι πολεμιστές αντικαθιστούνταν, για να επιστρέψουν και να βοηθήσουν τις γυναίκες στο θερισμό των αγρών.

Η μορφή αυτή της κοινής καλλιέργειας διατηρήθηκε για αρκετό καιρό και μετά την αποσύνθεση του πρωτογενούς κομμουνισμού.

Στα χωριά της (τσάρικης) Ρωσίας όπου υπάρχει το σύστημα της αιματοσυγγενικής ιδιοκτησίας, συχνά ένα μέρος των αγρών (Μir-skia-zapaschky). Kαλλιεργείται από κοινού με την κοινότητα (Μir). Σε άλλα μέρη μόνο το όργωμα γίνεται από κοινού και οι γαίες διανέμονται ακριβώς μετά.

Σε μερικές κοινότητες του Ντον της Ρωσίας, τα λιβάδια ακόμα κι αν βρίσκονται σε διαφορετικές περιοχές δε διανέμονται, αλλά αφού γίνει η κοπή του χόρτου διανέμεται στο κατόπι το σανό. Ομοίως από κοινού γίνεται η εκχέρσωση των δασών. Πρέπει να υποθέσουμε ότι το συνεργατικό όργωμα δεν είναι παρά λείψανο της εποχής της κομμουνιστικής καλλιέργειας. Στα νησιά Φίτζι η καλλιέργεια είναι κοινή, εκτελούμενοι από άνδρες διαιρεμένους σε ομίλους τριών ή τεσσάρων ατόμων. Αυτοί εφοδιασμένοι με φτυάρια σχηματίζουν κύκλο δύο περίπου ποδιών. Αφού με επανειλημμένα χτυπήματα μπήξουν τα φτυάρια σε βάθος 18 δαχτύλων, τα χρησιμοποιούν κατόπι σα μοχλούς σκάβοντας το έδαφος μ΄ αυτόν τον τρόπο. Ο Gomme λέει ότι το ίδιο κάνουν και οι ορεινοί Σκωτσέζοι.

Ο Καίσαρας γράφει ότι οι Γερμανοί διοργανώνουν ετήσιες ληστρικές επιδρομές. Η λεία πιθανώς διανέμεται μεταξύ όλων των πολεμιστών, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έμειναν πίσω για να καλλιεργήσουν τους αγρούς της κοινότητας. Επίσης οι έλληνες των προϊστορικών χρόνων, οι οποίοι ήταν τρομεροί πειρατές, γύριζαν τη μεσόγειο και επέστρεφαν με την λεία στις ακροπόλεις που βρισκόταν στις κορυφές των ακρωτηρίων (δυσπρόσιτων όπως και οι εν μέσω των υδάτων σκανδιναβικοί πύργοι). Ένα πολύτιμο κομμάτι ελληνικού άσματος μας δίνει την εικόνα της ιστορικής ζωής των προϊστορικών ελλήνων : “έχω σαν πλούτο μου το μεγάλο δόρυ, το ξίφος και την ασπίδα μου ως προστάτες. Με αυτά καλλιεργώ, θερίζω και τρυγώ το γλυκό χυμό του σταφυλιού. Χάρη σ’ αυτά είμαι ο κύριος της Μνοίας (σ.σ. των δούλων). Όσοι τολμούν να φέρουν δόρυ και ασπίδα ας γονυπετήσουν ενώπιον μου και ας με αναγνωρίσουν σαν Άρχοντα τους”. Η πειρατεία είναι η προσφιλέστερη ενασχόληση στους προϊστορικούς χρόνους. Ο Νέστωρ στην Οδύσσεια ρωτάει τον Τηλέμαχο, που τον φιλοξενεί, αν είναι πειρατής. Ο Σόλων διατηρούσε στην Αθήνα ναυτική σχολή κι ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι κατά τους αρχαίους χρόνους η πειρατεία θεωρούταν σαν τιμητική ενασχόληση. Όπου επέδραμαν οι ήρωες συλλάμβαναν άνδρες και γυναίκες και λεηλατούσαν τα σιτηρά και κινητά οικιακά αντικείμενα. Τους άνδρες τους μετέβαλλαν σε δούλους που, σαν κοινή ιδιοκτησία, καλλιεργούσαν τους αγρούς του γένους, υπό την επίβλεψη των γυναικών των ηρώων. Όλες οι πόλεις της Κρήτης, του πρώτου νησιού που υπήρξε αποικία των τολμηρών αυτών πειρατών, κατείχαν ακόμα και μέχρι την εποχή του Αριστοτέλη στρατιές ολόκληρες δούλων (Μνώται), οι οποίοι καλλιεργούσαν τους κοινούς αγρούς. Επίσης οι ελληνικές πόλεις κατείχαν εκτός από κοινές γαίες και κοινούς δούλους και συνερχόταν σε κοινά συμπόσια παρόμοια μ’ αυτά που περιέγραφε ο Ηρακλειδής.

Ο Hodgson περιέγραψε το 1330 χωριό 330 χλμ βορειοδυτικά του Madras, στο οποίο οι κάτοικοι καλλιεργούσαν τη γη βοηθούμενοι από δούλους. Κι εκεί οι δούλοι ήταν κοινή ιδιοκτησία όλων, μεταβιβαζόμενοι μαζί με τα άλλα δικαιώματα των ιδιοκτητών του χωριού σε περίπτωση πώλησης ή υποθήκευσης. Οι πόλεις και τα χωριά της μεσαιωνικής εποχής είχαν ομοίως τους κοινούς δούλους τους.

Βλέπουμε λοιπόν ότι παντού η ιδιοκτησία της γης και των προϊόντων της, των κατοικίδιων ζώων, των δούλων και των δουλοπάροικων, ήταν αρχικά κοινή ιδιοκτησία του γένους. Ο κομμουνισμός υπήρξε το λίκνο της ανθρωπότητας. Η καταστροφή του πρωτογενούς αυτού κομμουνισμού είναι έργο του πολιτισμού. Σώζονται ίχνη αυτού του κομμουνισμού παρ’ όλη την αρπαγή των ευγενών και των αστών. Τα ίχνη αυτά διαφαίνονται καθαρά στις κοινοτικές γαίες και λιβάδια. Αλλά το έργο του πολιτισμού είναι διπλό. Αφ’ ενός διαλυτικό, αφ’ ετέρου δημιουργικό. Ενώ αποσυνθέτει την αρχέγονη ζύμη του κομμουνισμού της πρωτόγονης ανθρωπότητας, δημιουργεί εκ νέου στοιχεία για έναν ανώτερο και πολυσύνθετο κομμουνισμό.

Σημειώσεις:

1. Μεταξύ των αγρίων δεν υφίσταται οικογένεια με την σημερινή μορφή της λέξης, ούτε με την μητριαρχική της μορφή. Τα παιδιά ανήκουν σε ολόκληρο το γένος και ονομάζουν μητέρα, την μητέρα τους και τις αδερφές της, όπως επίσης και όλες τις γυναίκες που έχουν την ίδια ηλικία με την μητέρα τους. Όταν με την πάροδο του χρόνου οι καταρχάς αιμομικτικές σχέσεις άρχισαν να περιορίζονται και πριν την εμφάνιση της ζευγαρωτής οικογένειας, υπήρχε ο ελεύθερος γάμος. Όλες οι γυναίκες ενός γένους ήταν σύζυγοι των ανδρών ενός γένους και τανάπαλιν. Ο περίεργος αυτός τύπος γάμου παρατηρήθηκε από τους Fizon και Koweit στην Αυστραλία, ενώ ίχνη του βρίσκονται και στην αρχαιοελληνική μυθολογία.

2. Heckewelder : “ Ιστορία των ηθών και εθίμων των ινδιάνικων εθνών των κατοικησάντων την Πενσυλβανία και τις γειτονικές χώρες”. Ο Heckewelder έζησε ως ιεραπόστολος μεταξύ των ινδιάνικων φυλών επί 15 έτη( 1771-1886), μαθαίνοντας και την γλώσσα τους.

3. Ο “άντρας” έλεγε ένα μέλος της φυλής Kurnai στον Fison, “κυνηγά, ψαρεύει πολεμά και αναπαύεται”, εννοώντας πως κάθε άλλη ασχολία πέρα τούτων είναι γυναικεία υπόθεση.

4. Στις ελληνικές πόλεις οι δούλοι διαιρούταν σε δύο τάξεις : Του δημόσιους(κοινούς δούλους) που άνηκαν στην Πολιτεία και τους ιδιωτικούς, ονομαζόμενους και κληρωτούς, επειδή η διανομή τους γινόταν με κλήρο. Η Αθήνα είχε και μη καλλιεργητές δούλους, οι οποίοι δούλευαν σε κατώτερα δημόσια έργα (δήμιοι αστυνομικοί κλπ).

(Από το βιβλίο του Πωλ Λαφάρκ “η εξέλιξις της ιδιοκτησίας”, εκδοτικός οίκος Βασιλείου, έκδοση 1923, μτφ Ν. Δροσόπουλος,  μεταφορά στη δημοτική: Π.Γεωργιάδης)

Categories
Uncategorized

Για την Εξέγερση του Brixton, 1981

Για την Εξέγερση του Brixton

Το παρακάτω άρθρο είναι ένας προσωπικός απολογισμός ενος συμμετέχοντα τόσο των γεγονότων κατά τις ταραχές ενάντια στην αστυνομία που ξέσπασαν στο Brixton τον Απρίλη του 1981, όσο και των ίδιων των ταραχών.

Πλέον, το κοινωνικό και οικονομικό υπόβαθρο των ταραχών του Brixton θα είναι γνωστό στους περισσότερους ανθρώπους. Μια λίστα αναμονής για στέγαση, που στο δήμο του Brixton φτάνει τα 18.000 άτομα. Το ένα τρίτο των σπιτιών είναι κάτω του αποδεκτού. Υψηλή ανεργία, με σχεδόν 2 στους 3 ανέργους να είναι μαύροι. Ένας υψηλός βαθμός ληστειών (στην πραγματικότητα ο υψηλότερος στο Λονδίνο, με τον δεύτερο υψηλότερο να είναι κάτω του μισού του). Κι αυτό πλάι σε μηδαμινές κοινωνικές παροχές. Όλα αυτά είναι πολύ πολύ αληθινά.

Αυτή τη φορά η φωτιά…

Η περιοχή γύρω από την Railton Road (Frontline/Mayall Road triangle) κατοικείται πρωταρχικά από μαύρους που νοικιάζουν σε οικοδομικά συγκροτήματα του δήμου, και λευκούς καταληψίες (αριστεριστές/αναρχικούς/περιθωριακούς). Τα άδεια σπίτια χρησιμοποιούνται επίσης από τους μαύρους της γειτονιάς σαν στέκια για ποτό και τζόγο, χώρους για ντίλιες αλλά και μπλουζ πάρτυ με ηχοσυστήματα που παίζουν ασταμάτητα reggae μουσική. Προς την Frontline ένα κέντρο τεχνών των μαύρων άνοιξε σε ένα άδειο κτίριο και λίγο πιο κάτω ένα παλιό νέγρικο βιβλιοπωλείο μετατράπηκε σε αναρχική κατάληψη και βιβλιοπωλείο.

Οι άνθρωποι εδώ τείνουν να ζουν από τα απομεινάρια της καπιταλιστικής κοινωνίας. Για χρόνια το Triangle απασχολούσε το δημοτικό συμβούλιο με το ζήτημα της κατεδάφισής του, αλλά μόνο την τελευταία διετία έγιναν κάποιες απόπειρες για να γίνει κάτι τέτοιο. Κι όμως, το συμβούλιο ξεμένοντας συνέχεια από πόρους το άφησε να σαπίσει, κάνοντας μια σκληρή περιοχή να δείχνει ακόμα σκληρότερη. Ωστόσο, οι δρόμοι δυτικά του Frontline μοιάζουν πιο αστραφτεροί καθώς έχουν περιέλθει στην κατοχή λευκών, φιλελεύθερων επαγγελματιών και αυτοδημιούργητων, αξιοσέβαστων πια μαύρων.

Στο μήκος της Frontline αναπτύσσονται δυο ξεχωριστές κουλτούρες -η λευκή και η μαύρη- και είναι η μαύρη που κυριαρχεί στις αποδράσεις στις οποίες συμμετέχουν οι νεαροί λευκοί: Τα ναρκωτικά και η reggae. Οι μαύροι έχουν τη δική τους διάλεκτο -τα Patois- κι αυτό τους δίνει μια ανεξάρτητη πολιτιστική ταυτότητα που δεν αφομοιώνεται και δε διαλύεται εύκολα. Ίσως η πιο σχετική (όσον αφορά τις ταραχές) όψη αυτής της κουλτούρας είναι τό ότι αποτελεί μια κατά βάση κουλτούρα του δρόμου (παρά τον βρεττανικό καιρό). Καλοκαίρι ή χειμώνα, υπάρχουν συνεχώς πλήθη μαύρων που αράζουν στην Frontline, κάνοντας rap, καπνίζοντας, γελώντας, καταλαμβάνοντας εμφανώς το δικό τους δημόσιο χώρο. Αλλά είναι οι μπάτσοι αυτοί που αξιώνουν τον έλεγχο των δρόμων του Λονδίνου.

Στα δύο χρόνια που έζησα στην Frontline, παρατήρησα άπειρες φορές τους μπάτσους να προσπαθούν να φοβερίσουν την κοινότητα της Frontline με συνεχείς περιπολίες πεζές ή σε οχήματα ή λιγότερο συχνά σε άλογα. Το πιο περίεργο τέτοιο περιστατικό που έχω δεί συνέβη λίγους μήνες πριν, όταν ένας μπάτσος κυνηγούσε κάποιον καβάλα στο άλογο μέσα στο δρόμο Mayall Road. Στην πραγματικότητα, οι μπάτσοι ξέρουν ότι δεν μπορούν να ελέγξουν απόλυτα την Frontline. Παρά τους ισχυρισμούς τους και τις περιπολίες τους, η πολιτική της αστυνομίας στην Frontline είχε να κάνει περισσότερο με τον εκτοπισμό -περιοδικές εισβολές ώστε να υπενθυμίζεται στους ντόπιους ποιός είναι το αφεντικό, και να δρα προειδοποιητικά ώστε τα πράγματα να μη ξεφύγουν απ’ τα χέρια της.

Επιχειρήσεις όπως αυτή του 1978, όταν οι SPG (Special Patrol Group units) απέκλεισαν ολόκληρη την Frontline και πραγματοποίησαν σωματικούς ελέγχους στους πάντες, προκάλεσαν οργή. Οι μαύροι, ιδιαίτερα η δεύτερη γενιά, δείχνουν μεγάλη περιφρόνηση. Έναν μήνα πριν, ένας μαυρος μοτοσυκλετιστής έσκισε μια κλήση που του έδωσε ένας μπάτσος και του την πέταξε στη μούρη, ενώ ο κόσμος είχε μαζευτεί και ζητωκραύγαζε. Οι μπάτσοι συνεχώς χρησιμοποιούν την νομοθεσία SUS για να σταματήσουν και να ψάξουν νεαρούς μαύρους. Και το κάνουνε με μίσος. Ένα ακόμα περιστατικό στην Frontline βοηθάει να καταλάβουμε την εικόνα. Δυο οχήματα συγκρούστηκαν και οι μπάτσοι που έτρεξαν στο σκηνικό αμέσως κατέβασαν τους οδηγούς και τους επιβάτες για να τους κάνουν σωματικό έλεγχο. Το ίδιο το ατύχημα μπήκε σε δεύτερη μοίρα.

Με τέτοια καθημερινή στέρηση και έναν απερίσκεπτο κρατικό τραμπουκισμό, αυτό που ένωνε τα ανομοιογενή στοιχεία της κοινότητας της Frontline ήταν ένα πύρινο μίσος για τους μπάτσους. Αυτό που παραξένεψε τους ντόπιους όταν ξέσπασαν οι ταραχές του Bristol έναν χρόνο πριν, ήταν πώς και δε συνέβη κάτι τέτοιο εδώ νωρίτερα. Μια ακόμη έκπληξη ήταν εκείνο το αναρχικό γκράφιτι που έλεγε “Bristol yesterday, Brixton today” (Χθές το Bristol, σήμερα το Brixton), και χρειάστηκε τελικά έναν ολόκληρο χρόνο να πραγματοποιηθεί. Το καθεστώς το ήξερε αυτό επίσης: Μόνο μερικούς μήνες πριν, το τοπικό συμβούλιο του Lambeth δημοσίευσε μια αναφορά του που ασκούσε κριτική στους μπάτσους και προμήνυε μπελάδες.

Η διαρκής έντατική αστυνόμευση του Brixton και της Frontline ιδιαίτερα, αυξήθηκε τις εβδομάδες που οδήγησαν στις ταραχές. Στις 11 το πρωτί της Παρασκευής 3 Απρίλη, η περιοχή της Frontline γύρω από τις οδούς Dexter και Leeson Road αποκλείστηκε από τους μπάτσους, ενώ η είσοδος απαγορεύτηκς στους πάντες για πάνω από μια ώρα. Πάνω από 20 συλλήψεις έγιναν τότε. Έπειτα, την επόμενη εβδομάδα, η Operation Swamp 81 (επιχείρηση “Βάλτος” 81) συμπεριλάμβανε τον επί τόπου σωματικό έλεγχο (“stop and search”) άνω των 1000 ανθρώπων (κυρίως νεαρών μαύρων). Όλα αυτά ενέτειναν την απογοήτευση των ντόπιων κατοίκων.

Γύρω στις 2:30 το απόγευμα της Παρασκευής 10/4 μου την έπεσαν με μπουκάλια τρεις νεαροί μαύροι, γεγονός που με μπέρδεψε και με εκνεύρισε (ήταν η πρώτη φορά που με ενοχλούσε κανείς στην Frontline) για να μάθω τελικά μετά από λίγο ότι ήταν όλοι θύματα της επιχείρησης Swamp 81, λίγα λεπτά ίσως πριν συναντηθούμε. Γύρω στις 5 ένας νεαρός μαύρος τραυματισμένος από μαχαίρι σταματήθηκε από μπάτσους στη Frontline. Το τί ακολούθησε ποικίλοι ανάλογα με την πηγή που εξιστορεί κάθε φορά το περιστατικό.

Αυτό που ακολούθησε πάντως (και δεν είναι απαραίτητο να ψάχνουμε εδώ μια αιτιολόγηση για το τί ακολούθησε) είναι ότι οι μπάτσοι δέχτηκαν επίθεση από μια ομάδα ντόπιων, ο νεαρός τραυματίας απελευθερώθηκε και τον πήγαν στο νοσοκομείο. Μια σύντομη μάχη με τους μπάτσους χρησιμοποιήθηκε ως πρόκληση κι έτσι την επόμενη μέρα, Σάββατο 11/4, ολόκληρη η Frontline ήταν υπό αστυνομική κατοχή. Συνήθως οι μπάτσοι απλώς περιπολούν την Frontline. Αλλά το Σάββατο πάρκαραν σε όλο το μήκος της, κάθε 50 γιάρδες, και κάθονταν στα βανάκια τους περιμένοντας να γίνει κάτι. Ήταν μια θερμή μέρα, κι έτσι η Frontline ήταν γεμάτη ανθρώπους που άραζαν εκεί με τις συνήθεις ασχολίες τους, αυτή τη φορά αντικρύζοντας τις κατοχικές δυνάμεις με μίσος.

Ολόκληρο το απόγευμα οι περισσότεροι άνθρωποι περίμεναν να γίνει κάποιου είδους φασαρία. Γύρω στις 5 το απόγευμα ένας μπάτσος με πολιτικά φιλοδωρήθηκε με ένα τούβλο στο κεφάλι καθώς προσπαθούσε να ψάξει μέσα στο αμάξι ενός μαύρου νέου. Ψηλότερα, στην Atlantic Road έγινε μια απόπειρα σύλληψης κι αυτό εξαγρίωσε ακόμα περισσότερο το ήδη αγριεμένο πλήθος. Οι περισσότεροι είχαν μαζευτεί ήδη στην μιά άκρη της πλατείας και στην αρχή της Atlantic Road. Μερικά τούβλα έφυγαν προς τους μπάτσους που είχαν απομονωθεί στην μέση του πλήθους. Ένα παράθυρο έσπασε. Τσιτωμένα νεύρα. Ηλεκτρισμένα. Έπειτα μπάτσοι με πολιτικά εμφανίστηκαν μέσα από το πλήθος και ενώθηκαν με τους ένστολους.

Η γραμμή της μάχης είχε πλέον χαραχτεί ξεκάθαρα και η πρώτη επίθεση με τούβλα έγινε προς την μεριά των μπάτσων. Πέταξαν πίσω μερικά τούβλα και επιτέθηκαν. Στην αρχή υποχωρήσαμε λίγο, αλλά -συνειδητοποιώντας ότι είμαστε πολλοί, σταματήσαμε. Έπειτα, αυθόρμητα, ολόκληρη η ένταση του απογεύματος απελευθερώθηκε σαν μια άνοιξη, τους επιτεθήκαμε εμείς. Ό,τι ακολουθεί ίσως φανεί μπερδεμένο και ασυνάρτητο. Όμως είναι έτσι που βίωσα εγώ την ταραχή. Αναφέρω μόνο όσα είδα και άκουσα. Αρκετά περιστατικά λοιπόν λείπουν. Μια μαζική έκρηξη αδρεναλίνης. Πολεμικές κραυγές. Κραυγές ταξικούς πολέμου! Ένας πανικός να βρούμε τούβλα. Πρέπει να βρώ ένα τούβλο. Πού είναι τα τούβλα; Ένας σωρός από τούβλα. Οι μπάτσοι είναι μπερδεμένοι καθώς καταλαβαίνουν ότι δεν έχουν πλέον τον έλεγχο της κατάστασης. Μαριονέτες που χάσαν τον ρόλο τους. Μας κοιτάνε, κοιτάνε ο ένας τον άλλον τους, κοιτάνε γύρω τους. Νά τοι. Τρέχουν. Μακριά. Κάτω στην Mayall Road, αφήνοντας πίσω τα οχήματά τους στα χέρια μας.

Μέσα σε ένα βλεφάρισμα του ταραχοποιού ματιού, τα οχήματά τους σπάζονται και αναποδογυρίζονται. Κάποιος προσφέρει γρήγορα μια φωτιά και πάφ! Φώκωσε το μπατσικό! Ιαχές άγριας χαράς. Γέλια, χοροί γιορτινοί. Βλέπω ένα σύντροφο και ακτινοβολούμε αλληλεγγύη ο ένας προς τον άλλον. Οι άγριες γιορτές μας διακόπτονται από μια επίθεση των μπάτσων (είχαν στο μεταξύ αναδιοργανωθεί με τον ερχομό ενισχύσεων). Το πλήθος χωρίζεται. Οι μπάτσοι είναι έξαλλοι. Κοπανάν με τα ρόπαλα τα πάντα. Τρέχω να βρω καταφύγιο σε έναν παράδρομο και βρίσκω έναν ακόμη σύντροφο. Καθώς δείχνουμε με το δάχτυλο σαν παιδάκια προς ένα σημείο που έβγαινε καπνός. Ένας λευκός είχε φάει ένα τούβλο στο κεφάλι, για ανεξήγητο λόγο. Νεαροί μαύροι τον υπερασπίστηκαν και τα μάτια όλων έψαχναν για τον ηλίθιο ρίπτη του τούβλου.

Ένας φίλος είχε μεταφορικό μέσο, κι όπως πηγαίνω να δω αν είναι διαθέσιμο ένας μαύρος που μου κρατούσε μνησικακία από παλιότερα με τραβάει, βλέπω το πάθος για εκδίκηση στο βλέμμα του. Πριν καλά καλά μπορέσει να βρει μια δικαιολογία για να μου ρίξει κανά τούβλο (ήταν άραγε το τούβλο που έφαγε ο άλλος πριν, για μένα;) του κάνω σαφές ότι χρειάζεται άμεσα βοήθεια. Βρήκαμε ένα φορτηγάκι. Οι φίλοι μου κάνουν ερωτήσεις. Συντονιζόμαστε στο ράδιο της αστυνομίας. Έχουνε ξεφύγει. Ακούγονται να σπάζονται τζαμαρίες στην Coldharbour Lane. Πίσω στους δρόμους. Στην Coldharbour Lane, ένα φορτηγό της SPG είναι αναποδογυρισμένο στο πλάι σαν καμιά ξεβρασμένη φάλαινα.

Ένα κατάστημα είχε τις βιτρίνες του κατεβασμένες και πεταμένες κούκλες στο πεζοδρόμιο. Περαστικοί κοιτούσαν. Σπασμένες βιτρίνες στην Electric Avenue. Ένα κοσμηματοπωλείο λεηλατήθηκε. Ακόμα ένα πιο πέρα. Μαύρα και λευκά παιδιά σπάζουν τα ρολά των μαγαζιών για να εισβάλουν μέσα. Προσέχοντας για μπάτσους στην Brixton Road, ανακοινώνω στους περαστικούς που βγήκαν για τα ψώνια τους, κοιτάζοντας τις βιτρίνες, ότι μοιράζουν δωρεάν κοσμήματα αν θέλουν. Με αγνοούν. Υπόψιν ότι τα κοσμηματοπωλεία είναι, κοίτα σύμπτωση, ακριβώς δίπλα σε ένα κέντρο καταναλωτών. Βραχιόλια, κολιέ, δαχτυλίδια και ρολόγια πετάγονται στα πεζοδρόμια. Κοσμήματα ρίχνονται στο ρείθρο του πεζοδρομίου. Κάποιοι τσακώνονται για τις λεηλασίες. Καταθλιπτικό.

Προχωράω στη Brixton Road. Τα ρούχα του Burton’s έχουν ήδη γίνει, και μια κούκλα στη βιτρίνα έχει λαμπαδιάσει. Μαγική λάμψη. Καταφτάνουν οι μπάτσοι. Τραβούν τη κούκλα έξω στο πεζοδρόμιο. Ο σταθμός του μετρό κλείνει αλλά η Brixton Road είναι ακόμα ανοιχτή για τα αυτοκίνητα. Οι αυτοκινητιστές και οι οδηγοί των λεωφορείων κοιτάνε έξω συγχυσμένοι καθώς οι λεηλασίες εξαπλώνονται και στις δυο πλευρές του δρόμου. Ένας νεαρός μαύρος κοπανάει τις βιτρίνες σαν να σκότωνε μύγες. Κι άλλοι μπάτσοι. Αντικλεπτικοί συναγερμοί ουρλιάζουν μέσα στ’ αυτιά μας και μας ξεκουφαίνουν. Κι άλλοι, κι άλλοι μπάτσοι. Οι οδομαχίες μεταφέρονται από στενό σε στενό. Οι λεηλασίες το ίδιο. Έπειτα παρατήρησα ότι είχανε κόψει την κίνηση. Οι μπάτσοι είχαν αποκλείσει την κεντρική οδό από το μπατσάδικο προς το δημαρχείο. Λεηλασίες και βανδαλισμοί επεκτείνονταν σε όλο το μήκος της Brixton Road και της γύρω περιοχής, στην αγορά και στην Acre Lane. Κάποιος φωνάζει το όνομά μου. Ένας άλλο σύντροφος. Δίνουμε τα χέρια και μουρμουρίζουμε Σπουδαία! Σπουδαία! του κάνω μια γρήγορη περίληψη. Λαοθάλασσα έξω από το Brixton Oval. Σπάζονται και λεηλατούνται τα Woolworths. Τηλεοράσεις, στερεοφονικά, τα πάντα. Μερικά σπάζονται επί τόπου. Που και πού περνάει κανένα μπατσικό γκαζόνοντας και σπάζεται αμέσως.

Αρκετοί από το πλήθος καταλαβαίνουν ότι οι μπάτσοι πρέπει να περάσουν από μας για να φτάσουν στο πεδίο της μάχης οπότε το πλήθος ανοίγει στα δύο και καταλαμβάνει τα πεζοδρόμια της Brixton Road με πέτρες και μπουκάλια στα χέρια. “Πάρτε κι αυτό ρε” Κράτς! “Πάρτε κι άλλο ένα” Κράτς! Μια παιδική χαρά για το προλεταριάτο. “Και το επόμενο παρακαλώ! Κράτς. Παντού κι ένας νικητής. Οι μπάτσοι συμμαζεύονται και έρχεται ένα κομβόι, σταματάει και αμολάνε τις ορδές των ενισχύσεων, με ρόπαλα να κοπανάνε τους πάντες και τα πάντα. Το πλήθος διαλύεται αλλά ακόμα μπορούμε να τους πάρουμε. Μια γρήγορη αντεπίθεση, και ξεφεύγουμε σε ένα στενάκι. Όλοι χαλαρώνουμε, αποφασίζουμε να μπούμε σε μια παμπ, για ένα ποτό. Κυκλοφορεί μια φήμη ότι ένας μπάτσος έχει απαχθεί. Ο σύντροφός μου κι εγώ χαμογελάμε πίσω απ’ τα μουστάκια μας. Αποφασίζουμε να πάμε προς την Frontline.

Έχει πλέον νυχτώσει και κινούμαστε από στενάκια, αποφεύγοντας τα κορδόνια των μπάτσων. Πλησιάζουν την άκρη της Frontline στην Kellet Road για να αντικρύσουμε ένα απίστευτο θέαμα. Τρεις σειρές μπάτσων απλωμένοι στην Frontline με το πρόσωπο σε έναν ασταμάτητο καταιγισμό τούβλων που πέφτουν στις ασπίδες τους. Τότε, ξαφνικά μια μολότοφ (η πρώτη που είχα δει ποτέ) σηκώνεται και πέφτει και κραατς! προσγειώνεται σε μερικές ασπίδες τις οποίες ρίχνουν αμέσως κάτω. Ρίχνω μια ματιά προς την Mayall Road και αντικρύζω την παμπ Windsor Castle τυλιγμένη στις φλόγες.

Η Frontline είναι οχυρωμένη με οδοφράγματα από φλεγόμενα οχήματα. Είμαι ενθουσιασμένος και τσατισμένος μαζί. Ενθουσιασμένος που η Frontline είναι άβατο, και τσατισμένος που έμεινα από την έξω μεριά. Βλέπω γύρω μου. Εξαντλημένοι και τραυματισμένοι μπάτσοι κάθονται στο δρόμο κατάκοποι. Οι φωτιές, οι μπάτσοι, η ατμόσφαιρα. Ταξικός πόλεμος. “Θα φέρουν και το στρατό τώρα;” όπως στο Belfast.

Κάνουμε μια παράκαμψη προς την νότια μεριά της Frontline, η οποία είναι επίσης αποκλεισμένη. Βλέπουμε ένα μαγαζί να καίγεται. Το ταχυδρομείο έχει ισοπεδωθεί. Πίσω προς την περιοχή του δημαρχείου. Οι μπάτσοι πλέον επανέκτησαν στρατηγικές θέσεις: την μεγάλη διασταύρωση στο δημαρχείο, το μπατσάρικο κλπ. Οι λεηλασίες συνεχίζονται. Περισσότεροι φίλοι φτάνουν από αλλού. Μιλάμε. Επιστροφή στη Frontline. Όλες οι φωτιές έχουν πλέον σβήσει. Πλησιάζουν μεσάνυχτα. Τα πράγματα πολύ πιο ήσυχα. Οι μπάτσοι σταδιακά επανακτούν τον έλεγχο. Πίσω στο μπατσάδικο. Οδοφράγματα από αστυνομικά βαν. Κατάσταση πολιορκίας. Οι μπάτσοι μας επιτίθενται και μας κυνηγάνε σε ένα δρομάκι. Ξυλοδαρμοί. Συλλήψεις. Χωριζόμαστε.

Τριγυρνώ πίσω στη Brixton Road επιθεωρώντας τις ζημιές. Μόνο λίγοι κάτοικοι έμειναν τώρα. Οι μπάτσοι πήραν τον έλεγχο. Αφήνω τους δρόμους. Μιλώ σε φίλους για ώρες, κι έπειτα πάλι πίσω στη Frontline για ένα ποτό να το γιορτάσουμε. Μια τελευταία ματιά στις στάχτες της Frontline και με το χάραμα πέφτω για ύπνο. Ονειρεύομαι μπάτσους, μπάτσους και ακόμα περισσότερους μπάτσους.

Μετά:

Κυριακή 12/4. Κούραση. Χανγκόβερ. Λύσσα στις εφημερίδες. Ο επίτροπος McNee και άλλοι έχουνε το θράσσος να κατηγορούν “προβοκάτορες από έξω από την κοινότητα” (οι μπάτσοι ήταν οι μόνοι τέτοιοι). Η Frontline είναι γεμάτη με κόσμο που συζητάει. Άπειροι μπάτσοι περιπολούν ετοιμοπόλεμοι. Πυροσβέστες επιθεωρούν τις ζημιές. Συζητάμε τα γεγονότα με φίλους. Νέα για τις συλλήψεις. Απόγευμα. Κι άλλοι μπελάδες, αν και πιο απλοί αυτοί, καθώς πάνω από 1000 νέοι μπάτσοι έρχονται στην περιοχή. Το Brixton αποκλείεται μέχρι το Kennington Oval. Φασίστες επιτίθενται στη Villa Road (γνωστή κατάληψη). Το μπατσάδικο ξανά σε έντονο κλοιό προστασίας. Οι μπάτσοι χρησιμοποιούν νυχτερινά ελικόπτερα Nightsun για πρώτη φορά. (Μπορούν να φωτίσουν μια περιοχή έκτασης ενός ποδοσφαιρικού γηπέδου με υπέρυθρες ακτίνες). κι άλλοι μπάτσοι παντού. Κερδίζουνε το πάνω χέρι.

Μετά το σαββατοκύριακο επικρατησε σύγχυσυ και παράνοια. Οι κίτρινες φυλλάδες δεν έμειναν μόνο στους προβοκάτορες από έξω, αλλά εφηύραν μια “συνομωσία λευκών αναρχικών” πίσω από τα γεγονότα. Εισβολές σε σπίτια συντρόφων. (Ποιός θα είναι ο επόμενος;). Πού τους κρατάνε; Σε ποιό δικαστήριο θα τους πάνε; Οι πρώτες ποινές είναι βαριές. 200 λίρες. Μάχες για να βγουν με εγγύηση. Οι εφημερίδες δημοσιεύουν φωτογραφίες όπου φαίνονται καθαρά πρόσωπα (ποιός θα είναι ο επόμενος;). Η Frontline είναι τώρα πιο ήσυχη απ’ ότι συνήθως. Μαζική αστυνομική παρουσία που δε γίνεται αντιληπτή άμεσα. Κλούβες στα γύρω στενάκια, σε μια απόσταση 2 μιλιών.

Νέα για την αντιμετώπιση των συλληφθέντων. Άσχημη. Δεν μπορώ να κοιμηθώ. (Πώς μπόρεσε ο λαός της Β. Ιρλανδίας να επιβιώσει 10 χρόνια αυτό το πράγμα χωρίς να σπάσει;). Η μαύρη κοινότητα είναι χωρισμένη στα δύο. Η πορεία για την Κυριακή του πάσχα ακυρώνεται. Αλληλοκατηγορίες. Η Brixton Defence Committee και το Lambeth Law Centre οργανώνουν την αντιπληροφόρηση και δημοσιεύουν μια λίστα υποθέσεων ενάντια στην αστυνομία. Είναι ακόμα νωρίς.

Σαββατοκύριακο του πάσχα. Η Frontline πολύ πιο ήσυχη και το Brixton ακόμα κατεχόμενο. Όλες οι ποικιλίες των πολιτικών ομάδων προσπαθούν να αποικίσουν τις τοπικές κινήσεις. Η χειρότερη τέτοια απόπειρα που είδα ήταν της Militant που κυκλοφόρησε με επικεφαλίδα Brixton Blame the Tories (Brixton κατηγόρησε τους Torries-το κυβερνόν κόμμα). Δύσκολο να περιγράψεις την ατμόσφαιρα. Οι άνθρωποι πρέπει να ξανασκεφτούν, να βάλουν αυτά τα εξαιρετικά γεγονότα σε μια προοπτική. Είναι πλέον υψηλότερο το επίπεδο της σύγκρουσης. Όλα τα μαγαζιά στην αγορά και τη κεντρική λεωφόρο ξαναφτιάχνονται. Για πόσο ακόμα; Γίνονται συζητήσεις για περισσότερη “βοήθεια” στην κοινότητα. Σαν να ζητάς γάζες για λεπρούς. Η ταξική κοινωνία σαπίζει ολοένα και περισσότερο μέσα της. Πού θα ξεσπάσει η επόμενη έκρηξη; Ο αγώνας δεν τελείωσε.

Από την κολλεκτίβα: We Want to Riot, Not To Work, Riot Not To Work Collective, 1982

Categories
Uncategorized

Μπάχαλα του Notting Hill, 1957, 1976, 2008…

Για τα μπάχαλα στο Notting Hill 1958, 1976, 2008…


μικρή εισαγωγή: Μετά το ’50, πλήθος μεταναστών από τα νησιά της Καραϊβικής κατέφτασαν στη Βρετανία, πλημμυρίζοντας τους δρόμους γειτονιών του Λονδίνου (μετά από κάλεσμα της “μητέρας πατρίδας” που είχε στο μεταξύ ξεκληρίσει μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης της στον πόλεμο, πάνω από 100.000 εγκαταστάθηκαν εδώ μέχρι το 1961) και συχνά κεντρίζοντας τα ξενοφοβικά χαρακτηριστικά του ντόπιου στοιχείου. Δεν ήταν σπάνιες οι επιθέσεις σε μεμονωμένους μαύρους από φασιστικές ομάδες ή ακόμα και παρέες teddy-boys (κωλοπαιδαρίστικη υποκουλτούρα της εποχής και πιθανόν η πρώτη στιγμή που ένα νεολαιίστικο υποκείμενο εισβάλλει στο προσκήνιο συνειδητά ως όχημα της ανταλακτικής αξίας, ως καταναλωτές στυλ δηλαδή. Τα επόμενα χρόνια οι καυγάδες με τους punks θα μείνουν ιστορικοί, στα πλαίσια πάντα των υποκουλτούρων του δρόμου). Το καλοκαίρι του 1958 (στο μεταξύ η βιομηχανική ανάπτυξη του μεταπολέμου είχε ξεφουσκώσει ολότελα) οι επιθέσεις συμμοριών λευκών σε μαύρους θα ενταθούν με την ανοχή της αστυνομίας (σύμφωνα με στοιχεία που ήρθαν στο φώς το 2002), οδηγώντας στο πολυήμερο ξέσπασμα της μαύρης νεολαίας του Notting Hill, που θα καταστείλει τελικά η Metropolitan Police με εκατοντάδες προσαγωγές και δεκάδες συλλήψεις. Προκειμένου να καταλαγιάσουν τα πνεύματα, οργανώνεται έκτοτε το ετήσιο καρναβάλι του Notting Hill από την Claudia Jones (αναγνωρισμένη περσόνα του φεμινιστικού και του μαύρου κινήματος και στελεχάρα του κομμουνιστικού κόμματος, με λίγα λόγια επαναφομιώτρια πρώτου βεληνεκούς). Και πράγματι, με την “πρόσκληση” στην περιοχή του επίσημου κράτους (μέσω του καρναβαλιού και άλλων διορθωτικών μέτρων-7 χρόνια αργότερα θα ψηφιστεί η πρώτη Race Relations Act που ποινικοποιούσε τις ρατσιστικές επιθέσεις ως αντιστάθμισμα στον νόμο του ’62 για τον έλεγχο και περιορισμό των μεταναστών, με λίγα λόγια η σύγκρουση πλέον ρυθμίζεται σε κεντρικό επίπεδο, ενώ το ίδιο το Notting Hill θα μετατραπεί από γκέττο της εργατικής τάξης σε μια τρέντυ και “ασφαλή” γειτονιά) οι φασιστικές συμμορίες παραχωρούν τη θέση τους σ’ έναν επαγγελματία επιτέλους: Τα χρόνια που θ’ ακολουθήσουν η Metropolitan Police αναλαμβάνει τον έλεγχο των δρόμων και μαζί την υποτίμηση και την τρομοκράτηση του αφρο-καραιβικού πληθυσμού. Το επόμενο ξέσπασμα δε θα αργήσει, και στα 1976 με την λήξη του καρναβαλιού ομάδες μαύρων νεολαίων επιτίθενται σε μπάτσους που είχαν μόλις συλλάβει βίαια έναν πορτοφολά. Οι οδομαχίες επεκτείνονται και οι μπάτσοι μετράνε πάνω από 100 τραυματίες. Στις συγκρούσεις συμμετέχουν και δυο μετέπειτα γνωστά μέλη των The Clash, οι Paul Simonon και Joe Strummer, ενώ το τραγούδι τους White Riot αναφέρεται ακριβώς σ’ αυτά τα γεγονότα. Τα κείμενα που ακολουθούν δίνουν καλά το πνεύμα της εποχής. Ας σημειωθεί ότι στα 2008 ανάλογες ταραχές ξέσπασαν και πάλι μετά το καρναβάλι του Notting Hill, αν και αυτή τη φορά πιο περιορισμένες σε έκταση και σε συμμετοχή, οι μηχανισμοί της αφομοίωσης πλέον δουλεύουν ρολόι, κι έτσι “αυτές οι ταραχές ήταν απλά βίτσιο ορισμένων παιδιών, που προφανώς έχουν ανάλογη συμπεριφορά κάθε μέρα του χρόνου, όχι μόνο σήμερα, και δεν έχουν καμία σχέση με τις αντίστοιχες του ’70 που είχαν ένα ταξικό περιεχόμενο”-από συνέντευξη ενός παρευρισκομένου στην τηλεόραση, ή κι αντίστροφα (προσοχή στο ρόλο που παίζει η αντιπαραβολή με το παλιό, εξιλεωμένο πλέον γεγονός, στην απαξίωση του σημερινού).

Πηγές: en.wikipedia.org, www.geocities.com/londonriots, www.libcom.org

1958: Ένα μικρό χρονικό:

Οι επιθέσεις ξέσπασαν πρώτα στο Nottingham, όπου πάνω από 1.000 λευκοί προκάλεσαν βανδαλισμούς γύρω από την περιοχή της St Ann, εξοργισμένοι στη θέα ενός μαύρου άνδρα να έχει πιάσει κουβέντα με μια λευκή γυναίκα σε μια παμπ. Το επόμενο σαββατοκύριακο οι επιθέσεις μεταφέρονται προς το Notting Hill. Στις 30 Αυγούστου, η σουηδή Majbritt Morrison, δέχεται επίθεση από μια συμμορία λευκών νέων, επειδή ήταν παντρεμένη με έναν τζαμαϊκανό “Nigger lover! Kill her!” Ενώ την ίδια νύχτα πάνω από 400 άτομα συμμετείχαν σε ένα “nigger hunt” (κυνήγι αράπηδων) επιτιθέμενοι σε μαύρους στο δρόμο, ενώ έριχναν πέτρες και μολότοφ μέσα σε παράθυρα σπιτιών μαύρων, με τη διακριτική ανοχή της αστυνομίας. Οι μαύροι και ορισμένοι λευκοί αντιφασίστες για πρώτη φορά απαντούν ανοιχτά στις προκλήσεις. Οι μάχες κρατούν για πέντε μερόνυχτα.

Την επόμενη χρονιά ένας μαύρος ξυλουργός απ’ την Αντίγκουα, ο Kelso Cochrane, θα μαχαιρωθεί από μια συμμορία νεαρών λευκών στην Notting Hill Gate. Η αστυνομία κάνει λόγο για “απόπειρα κλοπής” ως το μόνο κίνητρο, αποφεύγοντας κάθε υπόνοια για ρατσιστικό κίνητρο. Πάνω από 1.200 μαύροι και λευκοί θα παραβρεθούν στην κηδεία του Cochrane.

Αναμνήσεις από τις μάχες με ρατσιστές και φασίστες, του Baker Baron
κατοίκου της περιοχής και πρώην στρατιωτικού της RAF (βασιλική στρατιωτική αεροπορία) για τέσσερα χρόνια (από τα 15 του). Στη συνέχεια ο Baker επέστρεψε στο Λονδίνο, έπιασε δουλειά στους σιδηροδρόμους και συμμετείχε ενεργά στο αντιφασιστικό κίνημα στις γειτονιές του δυτικού Λονδίνου.

“Ο Mosley προσπάθησε να υποδαυλίσει μια αντιπαράθεση μεταξύ λευκών και μαύρων μιας και ο σκοπός του ήταν να διώξει τους μαύρους από το βόρειο Kensington, να τους πετάξει έξω από τις ακτές της Αγγλίας. Δεν συμφωνούσα με κάτι τέτοιο, αν και είχα γυρίσει κι εγώ στην πατρίδα… Ο Mosley ξεκίνησε μια ολόκληρη εκστρατεία μίσους, οι υποστηρικτές του, οι Teddy Boys έτρεχαν πάνω-κάτω με αλυσίδες μοτοσυκλετών φωνάζοντας Keep Britain White-κρατήστε τη βρετανία λευκή. Τριγυρίζαν σε ομάδες ψάχνοντας για κάποιον έγχρωμο να δείρουν, να επιτεθούν, να εκφοβίσουν τους έγχρωμους άνδρες και γυναίκες, τριγύριζαν κλωτσώντας τους και δέρνοντάς τους.

Λοιπόν, οι μαύροι, ήταν τόσο τρομοκρατημένοι εκείνη την εποχή που δεν έβγαιναν από τα σπίτια τους, δεν τολμούσαν να βγουν, δεν τολμούσαν να περπατήσουν στα δρομάκια της Portobello Road. Έτσι αποφασίσαμε να σχηματίσουμε μια αμυντική δύναμη για να πολεμήσουμε αυτή τη συμπεριφορά και το κάναμε. Οργανώσαμε μια ομάδα για να συνοδεύουμε σπίτι του κάθε έγχρωμο όπου κι αν έμενε στην περιοχή. Δεν ήταν ότι θα βγαίναμε από το σπίτι μας να πάμε να χτυπήσουμε κάποιον, αλλά, αν χτυπούσες το σπίτι μας θα σε βρίσκαμε, αυτός ήταν ο τύπος της ομάδας κρούσης μας. Μας πληροφορούσαν ότι ήταν να έρθει κανείς και πάντοτε φυλάγαμε τα αρχηγεία μας.

Όταν μας είπαν ότι έρχονται να μας χτυπήσουν εκείνη την νύχτα βγήκα στους δρόμους και είπα σε όλον τον κόσμο που έμενε στην περιοχή να φυλάγεται εκείνο το βράδυ. Είπα στις γυναίκες να κρατήσουν γλάστρες, κατσαρόλες με καυτό νερό να βράζει, να βρουν λίγη καυστική σόδα κι αν προσπαθούσε κανείς να παραβιάσει την πόρτα τους να του τα αδειάσουν στη μούρη. Όσο για τους άνδρες, ημασταν που λέτε οπλισμένοι. Στη διάρκεια της μέρας έβγαιναν κι έπαιρναν το γάλα τους, ότι μπορούσαν να βρουν, και τα υλικά για κοκτέιλ μολότοφ. Μην νομίζετε, είχαμε σιδερόβεργες, ματσέτες, είχαμε απ’ όλα τα όπλα, είχαμε όπλα, είχαμε πιστόλια.

Προετοιμαζόμασταν στα αρχηγεία για την επίθεση. Είχαμε δικούς μας ανθρώπους στην ταράτσα που τους περίμεναν, εγώ στεκόμουν στο δεύτερο όροφο με σβησμένα τα φώτα, σαν καρτέρι, όταν είδα ένα σωρό κόσμο από μακριά. Παρατηρούσα τη συμπεριφορά του όχλου πίσω από τις κουρτίνες, έλεγαν “Πάμε να κάψουμε τους αράπηδες, πάμε να τους λιντσάρουμε”. Τότε έδωσα εντολή να ανοίξουν οι πόρτες και να τους στείλουμε από κει που ήρθαν. Ήμουν πρώην στρατιωτικός, ήξερα από ανταρτοπόλεμο, ήξερα τα πάντα για το παιχνίδι τους και ήταν πολύ, πολύ αποτελεσματικό.

Είπα “Ρίχτε τους τις βόμβες”. Όταν είδαν τις μολότοφ να τους έρχονται πανικοβλήθηκαν και άρχισαν να τρέχουν. Ήταν πολύ τρομακτικά εκείνη την νύχτα, ήμασταν αποφασισμένοι να πολεμήσουμε με όλα τα μέσα, όλα τα όπλα, οτιδήποτε μπορούσαμε να βρούμε για την ελευθερία μας. Δεν επρόκειτο να τους περιμένουμε σαν αρρωστιάρικα σκυλιά που αργοπεθαίνουν. Και τελικά δούλεψε, ρίξαμε στον Sir Oswald Μosley και στους teddy boys του ένα τέτοιο βρωμόξυλο που δε θα ξαναγυρίσουν ποτέ στο Notting Hill. Ένα πράγμα ξέρω, το επόμενο μεσημέρι βγήκαμε στους δρόμους και περπατούσαμε ελεύθεροι γιατί ήξεραν ότι δε θα ανεχόμασταν τέτοιες συμπεριφορές ξανά.

1976: Σχετικό βίντεο:

[youtube=http://www.youtube.com/watch?v=YTSuCeKBnCc&hl=en_US&fs=1&]

Ένας απολογισμός των ταραχών

…στο δημοφιλές καρναβάλι του Δυτικού Λονδίνου που εκπυρσοκροτήθηκαν από την αστυνομική αυθαιρεσία και το κύμα συλλήψεων νεαρών μαύρων παρευρισκομένων. Αν τις δούμε συνολικά, μαζί με τις ταραχές στο Broadwater Farm και το Brixton στα 1981 σηματοδοτούν μια τομή στις μεθόδους αστυνόμευσης στην πρωτεύουσα.

Κάθε χρόνο, μετά τις διακοπές του Αυγούστου, η κοινότητα των δυτικών ινδιών στη Βρετανία οργανώνει ένα καραϊβικού στυλ καρναβάλι με πολύχρωμα άρματα, μουσική, χορό και δεκάδες παράλληλων εκδηλώσεων. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι απ’ όλη τη χώρα προσέρχονται για το γεγονός στο Βόριο Kensington.

Το 1976 ωστόσο, οι εκδηλώσεις διακόπηκαν την τελευταία μέρα. Νεαροί μαύροι που παρενοχλούνταν από αστυνομικούς η παρουσία των οποίων αριθμούσε 1.600 άτομα, υπερασπίστηκαν τους εαυτούς τους ενάντια στις προληπτικές συλλήψεις των μπάτσων. Γύρω στις 5 το απόγευμα ξέσπασαν συγκρούσεις, που απλώθηκαν σε ολόκληρο το Ladbroke Grove και κράτησαν μέχρι την νύχτα. Πάνω από 300 μπάτσοι τραυματίστηκαν, 35 οχήματα της αστυνομίας καταστράφηκαν, αρκετά μαγαζιά λεηλατήθηκαν και 60 άνθρωποι συνελήφθησαν.

Αυτή είναι μια προσπάθεια να δούμε πέρα από τα γεγονότα όπως παρουσιάστηκαν στα μίντια. Η τεράστια αστυνομική παρουσία “δικαιολογήθηκε” με σκιώδεις ισχυρισμούς για δραματική αύξηση του μικρο-εγκλήματος από νεαρούς μαύρους μέσα στο πλήθος. Όμως κάτι τέτοιο δεν αποτελεί δικαιολογία για την μαζική αστυνομική παρουσία. Οι νεαροί μαύροι, άνθρωποι με καλή μνήμη, γνωρίζουν ότι η αστυνομία βρισκόταν εκεί με μόνο σκοπό την τρομοκράτησή τους. Η μαζικές συλλήψεις νεαρών μαύρων ήταν (και είναι ακόμη) τόσο κοινότυπες και η αστυνομία τόσο μισητή, που οι αστυνομικές δυνάμεις ολόκληρης της χώρας είχαν λιγότερους από 20αριά μαύρους αστυνομικούς. Περιπτώσεις μαζικών συλλήψεων μόνο στο Λονδίνο, οι 9 του Mangrove, 4 του Metro, 4 του Oval, 3 του Brockwell Park, 7 του Swan Disco, 12 του Cricklewood, 10 του Stockwell, περιπτώσεις που συμπεριλαμβάνουν σκευωρίες και αστυνομική κακοποίηση, είναι ακραίες περιπτώσεις της παρενόχλησης που υφίστανται οι νεαροί μαύροι. Μεμονωμένα περιστατικά, τυχαίες εξακριβώσεις στοιχείων και αστυνομικοί ξυλοδαρμοί πρέπει να ξεπερνούν τις δεκάδες χιλιάδες. Δεν τίθεται λοιπόν θέμα του πόσοι αστυνομικοί θα έπρεπε να είναι εκεί, αυτό είναι ένα ερώτημα για τις λογομαχίες των φιλελεύθερων, το πραγματικό ερώτημα είναι: Τί δουλειά είχε η αστυνομία εκεί; Μόνο οι άνθρωποι που βρέθηκαν στο καρναβάλι μπορούν να το απαντήσουν αυτό. Οποιοσδήποτε συμμετείχε στην εκδήλωση θα πρεπε να προσβληθεί από τη θάλασσα αστυνομικών κρανών και στολών, όπως και να χει επρόκειτο για ένα καρναβάλι κι όχι μια πολιτική διαδήλωση.

Ας ρίξουμε μια ματιά τώρα στις οδομαχίες. Οι πραγματικές συγκρούσεις ήταν οι πιο δυναμικές και ανεξέλεγκτες οδομαχίες στη Βρετανία από τις ταραχές της Cable Street του 1936. Ποιός κέρδισε; Από τα ρεπορτάζ των εφημερίδων φαίνεται σαν να πήραν οι μπάτσοι ένα καλό μάθημα. Οι μάχες που μαίνονταν εκείνη την ημέρα δεν έμοιαζαν με τις κλασσικές αντιπαραθέσεις αστυνομίας Vs αριστερών, αλλά μάλλων περισσότερο με τις οδομαχίες της Falls Road των αρχών του ’70. Οι μπάτσοι σωριάζονταν σαν κορίνες από καταιγισμούς τούβλων και μπουκαλιών (οι γειτονικές οικοδομές παρείχαν άπλετα πολεμοφόδια). Τα χτυπήματα με ρόπαλο δεν μπορούσαν να κάμψουν αποτελεσματικά τον ενθουσιασμό των ταραξιών καθώς έπαιρναν την εκδίκησή τους από την αστυνομία για χρόνια κακοποίησης. Παρά το ότι η απόπειρα να υψωθούν οδοφράγματα δεν τελεσφόρησε, το φλογερό μίσος και η κινητικότητα των ταραξιών μαζί με το συνεχή καταιγισμό πετρών κατάφερε την υποχώρηση της αστυνομίας. Οι αστυνομικοί δεν είχαν εξοπλισμό αστικών ταραχών, όπως ασπίδες, κι έπρεπε να πάρουν καπάκια από σκουπιδοτενεκέδες και πινακίδες του δρόμου για να προστατευτούν, ενώ προσπάθησαν ακόμα και να χτυπήσουν το πλήθος με τα οχήματά τους, πατώντας κόρνες, αλλά ήταν τόσο έντονος ο πετροπόλεμος που οι μπάτσοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν αρκετά απ’ αυτά, τα οποία πυρπολήθηκαν και αρκετά έγιναν στάχτη. Το παιχνίδι ήταν στα χέρια της νεολαίας μέχρι τα μεσάνυχτα, όταν οι ταραχοποιοί αποσύρθηκαν.

Την επόμενη μέρα, μαθεύτηκε ότι αρκετά μαγαζιά είχαν λεηλατηθεί, αλλά αυτό ήταν μια απλή παρενέργεια, στην οποία συμμετείχαν εξίσου λευκοί και μαύροι. Οι περισσότεροι από τον κόσμο που είχε βρεθεί εκεί προσπαθούσαν είτε να βρουν μια διέξοδο από το πεδίο των ταραχών είτε πολεμούσαν τους μπάτσους. Οι εγκαταστάσεις κάτω από το Portobello δεν λεηλατήθηκαν, αλλά σπάστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν ως όπλα. Έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε τον μεγάλο αριθμό αστυνομικών της μισητής Transport Police που τραυματίστηκαν και πυρπολήθηκαν τα οχήματά τους. (H Transport Police παραδοσιακά συμμετείχε σε ξυλοδαρμούς και σκευωρίες εις βάρος νεαρών μαύρων ιδιαίτερα στο νότιο Λονδίνο). Η Special Patrol Group φαίνεται να προκάλεσε τους περισσότερους τραυματισμούς, χτυπώντας τυχαία -κατά κύριο λόγο- μέσα στο πλήθος, βοηθώντας έτσι την εξάπλωση των ταραχών, αλλά η κανονική αστυνομία ήταν αποφασισμένη να πάρει την κατάσταση υπό τον έλεγχό της. Οι γέφυρες του Τάμεση αποκλείστηκαν από την αστυνομία και αμάξια με νεαρούς μαύρους μέσα δεν αφήνονταν να προσεγγίσουν. Ήταν όμως αργά, μιας και μαύροι από ολόκληρο το Λονδίνο, και ίσως ολόκληρη τη χώρα βρίσκονταν ήδη στο Notting Hill.

Οι ταραχές του Notting Hill ήταν μια συλλογική απάντηση της νεολαιίστικης μαύρης κοινότητας στα χρόνια αστυνομικής καταπίεσης. Δεν είχαν φυλετικό περιεχόμενο αλλά αντι-αστυνομικό, καθώς συμμετείχαν εκτός από τους (συχνά) άνεργους, ή από κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας, νεαρούς μαύρους, οι άνθρωποι από τον πάτο του οικονομικού και κοινωνικού οικοδομήματος. Δυο βδομάδες αργότερα στο Birmingham 300 νεαροί από τις δυτικές ινδίες συγκεντρώθηκαν στο δημαρχείο μετά τη σύλληψη ενός νέου για την κλοπή ενός σταχτοδοχείου. Μερικές μέρες αργότερα 50 πιτσιρικάδες επιτεθηκαν με πέτρες εναντίον ενός αστυνομικού τμήματος μετά από μερικές συλλήψεις, ενώ δεν κατορθώθηκε να τους απωθήσουν παρά μόνο το επόμενο πρωί. Φαίνεται ότι ανάλογα περιστατικά θα γίνονται όλο και πιο συχνά, πιθανώς να διαχέονται και σε άλλα τμήματα του πληθυσμού που δυσανασχετούν. Το Notting Hill ήταν μόνο η αρχή.

Πηγή: εφημερίδα Anarchy του 1976

Categories
325 magazine

Σημειώσεις για την Κεταμίνη – 325 magazine

Σημειώσεις για την Κεταμίνη

Disclaimer: κι άλλα μη-νέα για ναρκωτικά. Το κείμενο αυτό δε γράφτηκε για να πει σε κανέναν τι να κάνει με τη ζωή του. Γράφτηκε γιατί μερικά πράγματα πρέπει να ειπωθούν ξεκάθαρα όμως. Γιατί υπάρχει μια συγκεκριμένη κατάσταση με την ευρεία χρήση του ναρκωτικού αυτού στο βρετανικό underground. Γιατί την κατάσταση αυτή τη γνωρίζουμε πολύ καλά και την έχουμε σιχαθεί. Μπας και κάψουμε κανα μπάτσο αντί για κανα ακόμη κύτταρο.
Η Κεταμίνη (ή αλλιώς Κετ, ή Κ, ή Special K, ή Breakfast) εφευρεθηκε από τον Calvin Stevens και πατενταρίστηκε στο Βέλγιο το 1963. Είναι παράγωγο της Phencyclidine (PCP) που είναι λιγότερο ισχυρή και με μικρότερο χρόνο επίδρασης. Δεν φέρνει τόσο νύστα, όσο μια κατάσταση εμφανούς υπνηλίας (κατατονία) όπου οι ασθενείς μοιάζει να αποκόπτονται από το περιβάλλον χωρίς ωστόσο την κλασσική έλλειψη συνειδητότητας.

Προς το παρόν στο ηνωμένο βασίλειο κατατάσσεται ως class C ουσία, με ελάχιστες δηλαδή ποινικές κηρώσεις για την διακίνηση ή την κατοχή της. Είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη όταν συνδυάζεται με άλλα ηρεμιστικά και μπορεί να προκαλέσει σοβαρά τραύματα από ατυχήματα καθώς εξαφανίζει προσωρινά την αίσθηση του πόνου, προκαλώντας σύγχυση, στρεβλή όραση και διαταραχές στην ακοή. Μπορεί να παράγει προβλήματα στην αναπνοή και την λειτουργία της καρδιάς, αν και ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι τόσο στον χρήστη όσο και στους γύρω του, λόγω επικινδυνότητας ατυχήματος.

Αν καταλήξει δε να γίνει συνήθεια στο χρήστη, τότε αποτελεί γρήγορα μια τεράστια λειτουργική επιβάρυνση καθηλώνοντάς τον σωματικά. Είναι ένα διαβρωτικό αλκαλικό υδροχλωρικό άλας, κι έτσι η μύτη του χρήστη γρήγορα αρχίζει να αποσυντίθεται από τα μέσα, κι έτσι ένας γερός συναγερμός είναι όταν φυσήξεις τελικά την μύτη σου για να βγάλεις μια χοντρή μύξα, μάντεψε ξανά, δεν είναι μύξα είναι ο εσωτερικός ιστός της μύτης σου. Αυτό οφείλεται στο ότι όταν τραβάς μυτιές κεταμίνης (όσο μεγαλύτερες ποσότητες τόσο γρηγορότερα συμβαίνει), η ουσία επικάθεται στους μαλακούς ιστούς του εσωτερικού της μύτης μέχρι να απορροφηθεί στην κυκλοφορία του αίματος, αλλά όσο μένει εκεί κατατρώγει τους ιστούς μέσα στο κεφάλι.

Επίσης, έχει μια τεράστια καταστροφική επίδραση στο ουρικό/νεφρικό σύστημα, προκαλώντας μια εξαιρετικά οδυνηρή μορφή κυστήτιδας, κατά την οποία ο χρήστης νιώθει ξαφνικά πως θέλει να κατουρήσει επειγόντως, αισθανόμενος οξείς πόνους να τον καίνε στην ουροδόχο κύστη του, ωστόσο όταν προσπαθεί να κατουρήσει βλέπει ότι δεν μπορεί και πρέπει να περιμένει, ενώ εντωμεταξύ γίνεται επώδυνο ακόμη και να περπατήσει. Όταν τελικά αρχίζει να κατουράει, νιώθει πως δεν είναι σε θέση να το κρατήσει, ενώ τελικά αυτό κρατάει για μερικά ακόμη λεπτά. Όταν κατουράει, νιώθει να καίγεται ολόκληρος. Είναι πολύ σημαντικό να πίνει τόνους νερού προκειμένου να αποβάλλει τα αλκάλια από τον οργανισμό του, καθώς ανά πάσα στιγμή επικάθονται και κατατρώγουν την κύστη και τα νεφρά του και μπορούν να οδηγήσουν σε μολύνσεις και στα δυο αυτά όργανα.

Στην πραγματικότητα προσβάλει ολόκληρη την κυκλοφορία στο σώμα, καθώς ο οργανισμός το αντιμετωπίζει ως δηλητήριο όπως και είναι δηλαδή. Η μύτη τρέχει συνέχεια και οι σιελογόνοι αδένες δουλεύουν στο φουλ. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να φτύνει όποτε νιώθει ότι θέλει. Αν και κάτι τέτοιο δεν είναι κοινωνικά και πολύ ευγενές, αν καταπιείς το σάλιο είναι πολύ πιθανό να υποφέρεις από κράμπες στο στομάχι, καθώς τα αλκάλια καίνε το τοίχωμα του στομάχου, πράγμα απελπιστικά οδυνηρό που μπορεί να λυγίσει κάποιον στα δυο μέσα σε αγωνιώδεις πόνους. Πρέπει να εξασφαλίζεις ότι το στομάχι σου είναι συνεχώς γεμάτο τροφή.

Όταν εισπνέεται, η κεταμίνη μπορεί να δημιουργήσει συμπλέγματα αλάτων στο νεφρικό σύστημα που μπορούν να οδηγήσουν σε υψηλή πίεση και υπέρταση. Αυτό προκαλεί επιπρόσθετο άγχος και υποσκάπτει ακόμα την καλή λειτουργία των ματιών. Λέγεται συχνά ότι δεν ξεκόβει κανείς από την κεταμίνη, ωστόσο κατι τέτοιο δεν αληθεύει. Το επίπεδο του PH επιρρεάζεται σαφώς από την κεταμίνη καθώς το αίμα γίνεται ολοένα και πιο στυπτικό. Αυτό καταρχήν προκαλεί φαγούρα και εξανθήματα αλλά είναι επίσης επικίνδυνο καθώς δημιουργείται ένα αλκαλικό επικάλυμμα καθ’ όλο το μήκος του σώματος καταστρέφοντας τα κυτταρικά τοιχώματα. Σαν αποτέλεσμα, το σώμα καίγεται από τα μέσα, καθώς τα κύτταρα διαβρώνονται εκφυλίζοντας τα νεφρά, το συκώτι, την καρδιά κλπ.

Ο χρήστης νιώθει σχεδον σαν ολόκληρο το σώμα του να γίνεται αλκαλικό και στυπτικό, μπορεί να το γευτεί στο σάλιο του και να νιώσει άμεσα τις αλκαλικές ιδιότητες, στυπτικότητα, οξύτητα, γίνεται ευερέθιστος, αψίθυμος, βρίσκεται διαρκώς σε μια κατάσταση διάβρωσης. Ίσως δεν υπάρχουν εμφανή σημάδια στέρησης όπως με την ηρωίνη ή τα άλλα οπιούχα αλλά υπάρχει μια διαπιστωμένη ψυχολογική εξάρτηση που κρατάει τον χρήστη.

Οι περαιτέρω συνέπειες της χρήσης κεταμίνης είναι αυξημένο άγχος, μια παράλογη αγοραφοβία και τάσεις απομόνωσης στον εαυτό. Κάτι τέτοιο πρακτικά καταστρέφει κάθε έννοια αυτόνομης υπόστασης καθώς προσφέροντας μια κερδοφόρα υπόσχεση ενόρασης, στην πραγματικότητα αποξενώνει τον χρήστη από κάθε ανθρώπινη κοινότητα. Μέχρι τότε, αυτές οι ενοράσεις μοιάζουν αρκετά δελεαστικές.

Η ψυχεδελική, αόριστη, νεκροζώντανη ατμόσφαιρα της κεταμίνης είναι ένα ασφαλές μοτίβο για αυτήν την κοινωνία των εκτοπισμένων, τραυματισμένων ατομικοτήτων που αδυνατούν να αναγνωρίσουν τις δικές τους θλιβερές συνθήκες ζωής ωστόσο συνεχίζουν το κυνήγι ενός απατηλού ονείρου. Αν και είχε εισηχθή στο underground εδώ και πολλά χρόνια, μόνο πρόσφατα η κεταμίνη τινάχθηκε σε νέα υψίπεδα στο ηνωμένο βασίλειο και πλέον μπορεί να βρεθεί παντού, σε κάθε πόλη και κάθε προάστειο. Στη γαλλία και την ιταλία υπάρχουν επίσης μέρη με μια αύξουσα κουλτούρα της κεταμίνης που επιχειρεί να διεισδύσει στην καταληψιακή, νομαδική, ρειβάδικη και στην αναρχική αντικουλτούρα εδώ και καιρό. Από την οπτική μας, αυτό το ναρκωτικό έχει καταφέρει τεράστιες ζημιές τόσο σ’ εμάς όσο και στην αντικουλτούρα. Στο ηνωμένο βασίλειο, τα τελευταία 10 χρόνια έχει γίνει ιδιαίτερα δημοφιλές. Κάποιοι άνθρωποι έχουν βγάλει πάρα πολλά χρήματα από από την ευρεία απόγνωση τόσων και τόσων που ψάχνουν κάποιο τρόπο να ξεφύγουν από την μιζέρια τους.

Θα έπρεπε να έχει ήδη ξεκινήσει μια συζήτηση για την μακροχρόνια επίδραση αυτού του ναρκωτικού στην αντικουλτούρα, στην καταληψιακή και τη rave σκηνή, καθώς αντίθετα με τις σύντομες στιγμές της μη-κανονικής αντίληψης στο αποκορύφωμα ενός “χάι” με LSD, όταν έχουμε να κάνουμε με την κεταμίνη, ο χρήστης βρίσκεται σε μια τέτοια συνθήκη για ώρα, που μπορεί να γίνει απεριόριστη, μανιώδης και εθιστική, κι ακόμα δεν υπάρχει μια διαδεδομένη κατανόηση των κινδύνων που επιφυλάσσει αυτό το ναρκωτικό, κι επίσης του κρίσιμου παράγοντα που έχει να κάνει με την ψυχολογική εξάρτηση. Αν λαμβάνεται για μεγάλες περιόδους, τα ψυχεδελικά εφέ χάνονται καθώς ο οργανισμός χτίζει τις άμυνές του, και το “χάι” πλέον είναι παρόμοιο με αυτό της αμφεταμίνης, συνοδευόμενο πιθανότατα από σημάδια ψύχωσης, παραισθήσεις και παράνοια. Δεν είναι να απορεί κανείς που το τραύμα της σύγχρονης ζωής καταδιώκει τα άτομα ως τα πρόθυρα ενός εθιστικού, αποσυντονιστικού, παυσίπονου ναρκωτικού. Είναι ίσως μια σαγηνευτική απόλαυση που εμπεριέχει όμως πολύ περισσότερα προβλήματα απ’ αυτά που συχνά βλέπουν οι άνθρωποι σ’ αυτήν.

Σ’ αυτούς που έχουν δει από πρώτο χέρι τα αποτελέσματα του ναρκωτικού, τις καταστροφικές συνθήκες που επέφερε η κεταμίνη στην αντικουλτούρα στο ηνωμένο βασίλειο, και ιδιαίτερα στο Λονδίνο και στο Μπράιτον, το πρόβλημα είναι γνωστό από καιρό. Η κεταμίνη συνετέλεσε στη δημιουργία ενός κλίματος δεκτικού στην ηρωίνη και στο κρακ, κι αυτό σε χώρους που προηγουμένως τα αρνούνταν. Αυτά τα -μεταδιδόμενα σαν ιοί- παρασιτικά ναρκωτικά, λειτουργούν ως βαλβίδες εκτόνωσης της κοινωνικής πίεσης, τροφοδοτούμενοι από την ένταση, το τραύμα και το σοκ που υποφέρουμε καταπιεζόμενοι. Δημιουργεί σχιζοειδείς ατμόσφαιρες εξαθλίωσης κατά τις οποίες ο χρήστης δεν είναι επ’ ουδενί σε θέση να φροντίσει για τους ανθρώπους γύρω του, ή ακόμα και να σκεφτεί για τους διπλανούς του παρά μόνο για τον ίδιο. Κάτι τέτοιο έχει ιδιαίτερη σημασία τη στιγμή που το ναρκωτικό αυτό κυκλοφορεί σε κοινωνικές συνθήκες διασκέδασης όπου ο κίνδυνος τραυματισμού ή και ψύχωσης λόγω του ιδιαίτερου περιβάλλοντος είναι έντονος.

Η κεταμίνη είναι μια ουσία εξουθενωτική την οποία δεν πρέπει να υποτιμάμε. Το ναρκωτικό αυτό έχει ευνοηθεί και επιτρέπεται προκειμένου να κερδοσκοπούν καταστρέφοντας τη συνοχή και τη δημιουργική ανταρσία μιας ολόκληρης γενιάς νέων ανθρώπων. Για το κράτος ορισμένες τάσεις γίνονται χρήσιμες μόδες. Κάθε φορά που τα ναρκωτικά αυτά εξασφαλίζουν μια μικρή ανακούφιση από τη θλίψη, το κράτος επιχαίρει πολύ περισσότερο με τον εθισμό και την απόγνωσή μας. Ποιός ανάμεσα σε όλους τους χρήστες θεωρεί ότι εξαιρείται απ’ αυτά;

Ας είμαστε σαφείς, τα λόγια μας δεν είναι για τους ηθικιστές που δεν βλέπουν τους εθισμένους παρά μόνο ως ένα πρόβλημα, αναζητώντας αποδιοπομπαίους τράγους για τη δική τους έλλειψη δράσης. Τα πάντα έχουν μια θέση στο φαρμακείο, το κάθε τί εμπεριέχει και το αντίδοτό του. Είμαστε τόσο ενάντια στην νομιμοποίηση όσο και στην εγκληματοποίηση, αναγνωρίζουμε την ιατρική και ερευνητική αξία αυτής της ουσίας, αλλά στο πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορεί να λειτουργήσει κατάλληλα.

Στην τελική, οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν ότι καταλαβαίνουν, όσοι έχουν περιορισμένες αξίες ας προσδεθούν στην μιζέρια και την ήττα. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι στο ηνωμένο βασίλειο που διακινούν και σνιφάρουν κεταμίνη, που θεωρούν ότι κερδίζουν κάτι απ’ το τίποτα, μπορούν να κρατήσουν τις παραισθήσεις τους (μιας και, εκτός αν δημιουργούμε αναρχία) δεν υπάρχει τίποτα χωρίς αντίτιμο σ’ αυτόν τον κόσμο. Δεν μας ενδιαφέρει να κάνουμε σαν καλοί καταναλωτές και να ζητήσουμε να αποσυρθεί η ντόπα απ’ την αγορά.

Θέλουμε κάτι διαφορετικό.

Ο καθένας μπορεί να επιλέγει μόνος του τα μέσα για τη ζωή που διάγει, όμως ποιός ωφελείται είναι ένα θέμα: εσύ; ο προμηθευτής; ο καταναλωτής; οι τράπεζες; το κράτος; η βιομηχανία των φυλακών; Όσοι αρνούνται την μισθωτή εργασία προτιμώντας μια θέση στην μαύρη αγορά, γι’ αυτούς δεν μένει παρά να υποταχτούν στον κανόνα της αυτοσυγκράτησης, ει δε μή, τους περιμένει μια τραγική θέση στα ανακοινωθέντα της αστυνομίας και της μιντιακής προπαγάνδας του κράτους.

Με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, κάτι τέτοιο δεν αποτελεί λύση για την κρίση που έχουμε στα χέρια μας, το να έχουμε συντρόφους εθισμένους σε ναρκωτικά, που εθίζουν άλλους, που υποφέρουν, που πέφτουν θύματα ή δημιουργούν σχέσεις οργανωμένου εγκλήματος αμφίβολων επιδιώξεων, που τελικά καταλήγουν στα νοσοκομεία, στις φυλακές, νεκροί.

Η κεταμίνη είναι ένα ισχυρό εξουθενωτικό ναρκωτικό που προκαλεί ψυχολογική εξάρτηση στο χρήστη, καταλήγοντας στην απώλεια κάθε αυτονομίας του, στην άρνηση της επιβίωσης του ίδιου του ανθρώπινου πνεύματος. Προσφέρει πολλά, χωρίς όμως να παράγει τίοτα. Προσφέρει μια υπόσχεση τελειότητας ενώ την ίδια στιγμή αφαιρεί τα μέσα που είναι απαραίτητα προκειμένου να φτάσεις πρακτικά εκεί.

Τελικά, η κεταμίνη είναι ένα ναρκωτικό του θανάτου: σκοτώνει το σώμα, σκοτώνει το πνεύμα και περιορίζει την αυτονομία για χάρη μιας τεχνητά αντιληπτής πραγματικότητας που δε συνεισφέρει παρά στην ήδη εντεινόμενη κοινωνική αποσύνθεση που αποτελεί ενδημικό σύμπτωμα της μετα-βιομηχανικής, μετα-μοντέρνας κοινωνίας.

μετάφραση από το περιοδικό 325, τεύχος 6, Γενάρης 2009 [http://325collective.com/]

Categories
Uncategorized

Ταραχές του Oldham, 2001

Φλας μπακ (Ταραχές του Oldham, 2001)


“Η Βρετανία μπορεί να βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο εξάπλωσης των ταραχών αν συνεχίσει να διώκει την ισλαμική μαντίλα” (από σχετική συνέντευξη ενός υπεύθυνου δια-φυλετικών σχέσεων στην The sun)

“Κορυφαίος ειδικός για το Ισλάμ αποκαλύπτει ότι μουσουλμάνοι ιερείς στο Oldham προωθούν Ταλιμπάν και αντάρτες του Κασμίρ” (από άρθρο στην christianvoice.org)

“Δεν μπορούμε να καταλάβουμε γιατί όλη αυτή η αγριότητα των ταραχοποιών” πρόσθεσε ο Eric Hewitt, αρχηγός της αστυνομίας του Oldham. “Γιατί οι νεαροί ασιάτες μας επιτέθηκαν με κοκτέιλ μολότοφ;”.
“Για όλα φταίνε εξωτερικοί προβοκάτορες. Μέλη του NF (Εθνικό Μέτωπο) και του BNP (το εθνικιστικό κόμμα) έρχονται στην πόλη για να αναμοχλεύσουν τα πάθη. Δε θα συνέβαινε τίποτε διαφορετικά” δηλώνουν οι δημοτικοί σύμβουλοι. “Το Oldham είναι μια ήσυχη πολυπολιτισμική κοινότητα”. Αρχίδια. Οι ταραχές ήταν αναμενόμενες από καιρό και η αγριότητά τους δε θα πρεπε να εκπλήσσει κανέναν. Το Oldham είναι μια βαθιά διασπασμένη πόλη όπου οι διαφορετικές εθνικές κοινότητες συνυπάρχουν αλλά δυσκολεύονται να βρουν οποιοδήποτε σημείο επαφής έξω απ’ τη δουλειά, το σχολείο, τα μέσα μεταφοράς ή τα φαστφουντάδικα. Το άμεσο αίτιο των ταραχών ήταν η εκδίκηση. Εκδίκηση για μια ρατσιστική αστυνομία που χτυπούσε τα παιδιά των ασιατών όταν την καλούσαν να τα προστατεύσει από επιθέσεις ρατσιστών. Εκδίκηση ενάντια σε μια αστυνομία που παρακολουθούσε επί δύο μέρες τους ίδιους ρατσιστές να χτυπούν ασιατόπαιδα και να επιτίθενται σε σπίτια και στους κατοίκους τους. Εκδίκηση ενάντια στην αστυνομία που ρουτινιάρικα σταματούσε νεαρούς ασιάτες και τους υπέβαλλε στην πιο ρατσιστική κακομεταχείριση.
Η ένταση αυξήθηκε με τις συνεχόμενες εισβολές στην πόλη φασιστών με σκοπό να προκαλέσουν μπελάδες. Η αστυνομία έκανε τα στραβά μάτια και η υστερία κατέβαλλε κάθε πλευρά της κοινότητας του Oldham. Υστερία που ενορχηστρώθηκε από τον τοπικό τύπο, με επαναλαμβανόμενες ιστορίες για την έλευση του NF. Οι άνθρωποι τρομοκρατούνταν να κατέβουν στο κέντρο της πόλης.
Η τοπική φυλλάδα, η Evening Chronicle είχε ήδη κλείσει αρκετά χρόνια αναφέροντας εκτενώς πώς τόσοι λευκοί είχαν πέσει θύματα ασιατών πορτοφολάδων ως ρατσιστικές επιθέσεις, παρά ως αντικοινωνικά προβλήματα. Μια τέτοια εξιστόρηση συμβάδιζε και με την εκδοχή της αστυνομίας που ισχυριζόταν ότι ένα 60% των ρατσιστικών επιθέσεων στο Oldham προέρχονται από ασιάτες, εις βάρος λευκών!
Το ρατσιστικό συμβούλιο στέγασης του Oldham διασφάλιζε πως οι τόποι κατοικίας θα έμεναν εθνοτικά “καθαροί”. Αυτή η πολιτική δημιουργούσε εκτεταμένες απομονωμένες ζώνες κατοικίας για την λευκή εργατική τάξη, μακριά από το κέντρο της πόλης, με λιγοστές υπηρεσίες. Μεγαλώνοντας ξεχωριστά, οι άνθρωποι έφταναν να μην έχουν τίποτα κοινό ο ένας με τον άλλον. Η ανεργία και οι μισθοί πείνας είναι κοινός τόπος στο Oldham. Πολύ χειρότερα στις περιοχές των ασιατών απ’ ότι στων λευκών, αλλά κατατρύχουν την πόλη διασχίζοντάς την, αναβλύζοντας μια αίσθηση θλίψης. Η μιζέρια αυτή οδηγεί την μια ομάδα ανθρώπων να ρίχνει το φταίξιμο στην άλλη για τα προβλήματά της, παρά να εντοπίσει τον κοινό εχθρό στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα που τα γεννά. Οι άνθρωποι καθοδηγούνται σε μια ταύτιση με τη φυλή τους, παρά με την τάξη τους. (απόσπασμα από κείμενο της Anarchist Federation)

Το Oldham είναι μια περιοχή του Manchester με μεγάλο αριθμό μεταναστών (πρώτης και δεύτερης γενιάς), κυρίως από ασιατικές χώρες και την Αφρική. Οι μετανάστες κάτοικοι απολαμβάνουν την καθημερινή παρενόχληση της αστυνομίας καθώς και τις “διαμαρτυρίες” και προσβολές των εθνικιστών. Τα περισσότερα σχολεία είναι είτε 99% λευκών ή 99% ασιατών-αφρικανών, η ανεργεία σε άνοδο, φτώχεια, μια οικονομία που παρακμάζει με την πτώση της παραδοσιακής βιομηχανίας, θλιβερά κτίρια και δρόμοι του 1940, ενώ το τοπικό συμβούλιο (και μεγαλύτερος εργοδότης της περιοχής) απασχολεί κατά κύριο λόγο λευκούς, σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον καχυποψίας και μιζέριας, δεν είναι περίεργη η ανάδυση διαφόρων μύθων, όπως “τα λεφτά των φόρων των λευκών -εργαζομένων- τα σκορπάει το κράτος στους -άνεργους/τεμπέληδες- ασιάτες, πχ για να τους χτίσει τζαμί”. (Σύμφωνα πάντως με τη σχετική αναφορά Ritchie που έγινε για λογαριασμό των αρχών μετά τις ταραχές, 53 εκ. λίρες δαπανήθηκαν στις συνοικείες που κατοικούσαν κατά κύριο λόγο λευκοί στα 1995/6, σε αντίθεση με 16 εκ. στις αντίστοιχες συνοικείες μεταναστών).

Αν και δεν είναι ξεκάθαρο πως ακριβώς ξεκίνησαν όλα, κάποια προσβολή σε έναν νεαρό ασιάτη από αστυνομικό ή εθνικιστή πιθανότατα, οι ταραχές επεκτάθηκαν σε όλο το Oldham και μέρος του γειτονικού Chadderton, με κορύφωση το Σάββατο 26 Μάη 2001 (πυρπόληση της -κατειλημένης εντωμεταξύ- παμπ λευκών Live and Let Live και αρκετών ΙΧ κι ενός αστυνομικού βαν, άλλα 32 περιπολικά σπάστηκαν αργότερα), και συνεχίστηκαν την Κυριακή 27, και τη Δευτέρα 28 (επίθεση στα γραφεία της Evening Chronicle), κυρίως γύρω από το Glodwick όπου εκατοντάδες ασιάτες (κυρίως από το Πακιστάν, Μπαγκλαντές κ.α.) με μολότοφ, τούβλα, μπουκάλια κλπ αντιμετώπισαν δεκάδες διμοιρίες καταστολής ταραχών, τραυματίζοντας τουλάχιστον 15 μπάτσους.
Η πρώτη αντίδραση των ΜΜΕ και του κράτους ήταν να αποδώσουν τις ταραχές σ’ έναν αδιανόητο φανατισμό των μεταναστών, να τις μετατρέψουν σε κάτι ξένο, αν όχι άμεσα εχθρικό προς την λευκή εργατική τάξη…

Categories
Echanges et Mouvement

Η δυναμική σχέση κεφαλαίου-εργασίας στο UK

Η δυναμική σχέση κεφαλαίου-εργασίας στο UK

Το κείμενο γράφτηκε από τον Henri Simon για την ομάδα Echanges et Mouvement (βλ. γαλλικά: http://www.mondialisme.org/spip.php?rubrique3 – αγγλικά: http://libcom.org/tags/echanges-et-mouvement) το 1980, και περιέχεται στη μπροσούρα Shake it and Break it! στην οποία θα επανέλθουμε μελλοντικά σε σχέση με τους απεργιακούς αγώνες του 1977-80 και την άνοδο του θατσερισμού, σημεία κομβικά για μια κατανόηση της σημερινής κατάστασης σ αυτή τη χώρα…

Το να εκφράζουμε την κατάσταση στο Ηνωμένο Βασίλειο σήμερα (1980) με όρους μιας “καπιταλιστικής κρίσης” και μιας “επαναστασης” συνδεδεμένης μ’ αυτήν, προϋποθέτει από την μία μια κατάσταση κατάρρευσης του συστήματος κι απ’ την άλλη μια συνειδητοποίηση από τους εργαζομένους της ανάγκης για δημιουργία ενός νέου κόσμου, πράγμα που εγείρει δύο κριτικά ερωτήματα:

  1. Γιατί ο καπιταλισμός στην Αγγλία παραμένει ακλόνητος;

  2. Πώς συντελούν σε μια τέτοια κατάσταση οι τελευταίοι αγώνες που διήρκεσαν κοντά 20 χρόνια χωρίς ωστόσο να κατορθώσουν μια αποφασιστική ρήξη με αυτό το εκμεταλλευτικό σύστημα;

Ο αγγλικός καπιταλισμός παραμένει ανέπαφος χάρη στην κυρίαρχη παγκόσμια θέση του, καθώς παραμένει παρά τη σαφή παρακμή του τα τελευταία 50 χρόνια, η δεύτερη οικονομική δύναμη στον κόσμο. Από την παλιά αυτοκρατορία του, το ΗΒ διατηρεί την οικονομική κυριαρχία του σε περιοχές διαφορετικές μεταξύ τους αλλά εξίσου προσοδοφόρες όπως το Hong Kong, η Σιγκαπούρη, η Ινδία, η Νότια Αφρική. Αυτή η θέση ισχύος διασφαλίζεται κατά κύριο λόγο χάρη στην στρατιωτική ισχύ των ΗΠΑ (πράγμα που εξηγεί την ιδιαίτερη σχέση μεταξύ ΗΠΑ και Αγγλίας, στην καρδιά της οποίας βρίσκεται ένας καχύποπτος ανταγωνισμός). Αυτή η συσσώρευση δύναμης έχει επιτρέψει ως τώρα να εξαγοράζει τη συναίνεση της εργατικής τάξης, πράγμα που δούλεψε καλά για μια μακρά περίοδο κατά την οποία το σύστημα μπορούσε να της παρέχει μια “προνομιακή” κατάσταση. Μπορούμε να πούμε σήμερα ότι ένα σημαντικό μερίδιο της υπεραξίας που λεηλατούσε το αγγλικό κεφάλαιο στο παρελθόν χρησίμευε στο να καλύψει τα χαμηλά επίπεδα παραγωγικότητας στο εσωτερικό. Όμως μια τέτοια κατάσταση δε θα μπορούσε να διαρκέσει για πάντα: Οι παγκόσμιες κρίσεις επιτάχυναν την υποχώρηση του βρετανικού καπιταλισμού στο εξωτερικό, κάνοντας την κατάσταση στο εσωτερικό του, πολύ πιο εύθραυστη. Ο διεθνής ανταγωνισμός είναι πριν απ’ όλα ένα ζήτημα παραγωγικότητας, δηλαδή εκμοντερνισμού και αύξησης της έντασης της εργασίας. Ανάλογα με την περίσταση μπορεί να είναι αποτέλεσμα ή προϋπόθεσή της. Ελάχιστη σημασία έχει αν θεωρεί κανείς σημαντικότερο πρόβλημα του κεφαλαίου στην Αγγλία σήμερα το πως θα υπερνικήσει την αντίσταση στον εκμοντερνισμό και την εντατικοποίηση της εργασίας. Ο αγγλικός καπιταλισμός έχει τις ίδιες προοπτικές με τον καπιταλισμό γενικά οπουδήποτε στον κόσμο. Όπως σημείωναν οι “Financial Times” στη διάρκεια μιας συνόδου τραπεζιτών στο Βελιγράδι “Ο κόσμος είναι καταδικασμένος σε χρόνια αύξοντος πληθωρισμού, χαμηλά επίπεδα παραγωγικότητας και υψηλά επίπεδα ανεργίας ενώ οι Κυβερνήσεις και οι πολιτικοί δεν φαίνεται να μπορούν να κάνουν κάτι γι’ αυτό”.

Για τους καπιταλιστές και τις κυβερνήσεις τους απομένει μία πάντα επιλογή, οσοδήποτε δύσκολη κι αν είναι, κι αυτή είναι πάντοτε προσδιορισμένη από τη συνεχή τάση για αύξηση της υπεραξίας που εξάγουν – δηλαδή, μεγαλύτερη παραγωγή για λιγότερα χρήματα. Είναι σ’ αυτή τη φάση που το ερώτημα που τίθεται και από τις δυο μεριές εγείρεται: που μας πήγαν οι αγώνες που διεξήχθησαν στο ΗΒ τα τελευταία 20 χρόνια, οσοδήποτε παραδειγματικοί κι αν υπήρξαν; Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως είναι ακριβώς αυτή η κατάσταση παρείχε στον καπιταλισμό ικανά εφόδια να διαχειριστεί τις κρίσεις του, μέσα από 1000 διαφορετικά πρόσωπα (καθώς δεν εκφράστηκαν ποτέ με όρους διαρκούς ανοιχτής σύγκρουσης παρά τις όποιες βίαιες μορφές). Το άμεσο αποτέλεσμα για τους άγγλους εργαζομένους ήταν ότι για ένα επίπεδο διαβίωσης ανάλογο των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών, εργάζονται περίπου ένα τρίτο λιγότερο.

Επίσης οφείλεται σε δυο βασικά σημεία που αν και δεν είναι “επαναστατικά” από μόνα τους, δεν είναι μικρότερης σημασίας καθώς σηματοδοτούν το τέλος της αστικής δημοκρατίας και την ανάδειξη μιας κοινωνικής δύναμης στην πολιτική. Είναι η δεύτερη φορά μέσα σε 10 χρόνια που ένα ευρέους φάσματος κίνημα προκάλεσε την πτώση μιας κυβέρνησης: Η πρώτη φορά ήταν με την Κυβέρνηση των Συντηρητικών, και τώρα πρόκειται για την Κυβέρνηση των Εργατικών. Το πρόβλημα που κατατρύχει όλη την κλίμακα από τα αφεντικά μέχρι τους ηγέτες των συνδικάτων και την Κρατική εξουσία, γίνεται επιτέλους ουσιωδώς, στην παραμικρή του όψη, ένα πρόβλημα πολιτικό, καθώς τείνει να συμπεριλάβει ολόκληρο το σύμπλεγμα της εκμετάλλευσης και κυριαρχίας. (Θα μπορούσε κανείς να κάνει έναν παραλληλισμό με συγκεκριμένα χαρακρητιστικά των όσων συνέβησαν στην Πολωνία το ’70/71 και το 1976). Η “Πολιτική” με την παραδοσιακή έννοια του όρου δεν αντιμετωπίζεται πλέον σαν μια “λυση” για τους εργαζόμενους αλά σαν κάτι στο οποίο μπορούν να επιβληθούν και να επιρρεάσουν, όχι ψηφίζοντας ή μέσω αντιπροσώπων, αλλά μέσα από έναν άμεσο συσχετισμό δυνάμεων. Επίσης, η σχέση ο συσχετισμός δυνάμεων αυτός δεν τίθεται με όρους ανοιχτού ανταγωνισμού αλλά με όρους συμφέροντος και άμεσης δράσης για την προώθηση αυτού του συμφέροντος.

(…)

Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την κατεύθυνση που θα πάρουν οι επόμενοι αγώνες. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο καπιταλισμός είναι ένα δυναμικό σύστημα και εν όψει αυτής της κατάστασης, θα προσπαθεί διαρκώς να λάβει μέτρα σύμφωνα με τις συνθήκες παρά με κάποιο μακροπρόθεσμο πολιτικό σκεπτικό (πέραν βεβαίως από τη γενική προοπτική της υπεράσπισης των συμφερόντων του κεφαλαίου). Μπορεί κανείς να διακρίνει στα κλεισίματα εργοστασίων που δεν ήταν αρκετά παραγωγικά (και στα οποία οι εργάτες αντιστέκονταν στον εκμοντερνισμό, την εντατικοποίηση ή απαιτούσαν μια ανάλογη αύξηση στους μισθούς τους) τα πλαίσια μιας νέας πολιτικής. Ωστόσο, αυτό συμβαίνει επίσης σε χώρες που δεν επιρρεάζονται από την αγγλική νόσο, ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου που επιταχύνεται από τις κρίσεις. Φαίνεται πάντως ότι μόνο εδώ υπάρχει μια προσπάθεια επιτάχυνσης των κρίσεων προκειμένου να τσακιστεί η αντίσταση στα πιο μαχητικά εργοστάσια. (για παράδειγμα το Leylands). Όμως με κάτι τέτοιο συνδέεται επίσης μια επενδυτική ύφεση (κι όχι απλά σε επίπεδο δημοσίου) αλλά επίσης σε παραδοσιακούς τομείς της βιομηχανίας, και μια αύξηση σε τομείς στο εξωτερικό τους οποίους διαχειρίζεται το αγγλικό κεφάλαιο.

Για να επιστρέψουμε στο σημαντικό ζήτημα που αναφέραμε πριν, η κατάσταση στην Αγγλία θα μπορούσε να είναι μόνο μια ιδιαίτερη και οδυνηρή προσαρμογή σε μια ευρείας κλίμακας αναδιάρθρωση από την οποία διαφεύγουν προς το παρόν μόνο οι ίδιοι οι καπιταλιστές, αναδιάρθρωση που ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες συνθήκες του αγγλικού κεφαλαίου παντού στον κόσμο. Όμως μια τέτοια κατάσταση φέρει μέσα της δυο άγνωστα στοιχεία που την καθιστούν εξαιρετικά απρόβλεπτη. Οι διεθνείς κρίσεις δεν ανοίγουν προοπτικές για καμιά μορφή καπιταλιστικής ανανέωσης στην οποία θα απευθύνονταν τα προβλήματα που έχουμε δεί, στα πλαίσια ενός σκληρού διεθνούς ανταγωνισμού.Όσο για τα “αδύναμα σημεία” του καπιταλισμού, αυτά είναι εκε΄να που σε μια δεδομένη στιγμή αφήνουν να ανοιχτούν πιθανές προοπτικές που οδηγούν σ’ έναν νέο κόσμο και που στη γέννησή τους είναι αδύνατο να πει κανείς αν αναπτύσσονται ή αν θα καταστραφούν από την καταστολή, ή από κάθε διαφορετική όψη της.

Αυτό που συμβαίνει στην Αγγλία σήμερα (1980) σύμφωνα με μια τέτοια προοπτική είναι ότι κρίσιμοι αγώνες είναι “στον αέρα” χωρίς ωστόσο να έχουν εμφανιστεί ακόμη. Το υψηλό επίπεδο των αγώνων του 1979 είναι δίχως αμφιβολία μόνο μια προεικόνιση των αγώνων ενάντια στην Κυβέρνηση και τα συνδικάτα που ακονίζουν ήδη τα μαχαίρια τους – ενάντιά τους, βρίσκεται ένα προλεταριάτο που συνεχίζει στον ίδιο δρόμο που τράβηξε τα προηγούμενα χρόνια.

Categories
Uncategorized

Συζήτηση με σέρβο σύντροφο μετανάστη

Rebelmouse: μια συζήτηση

Το κείμενο παρακάτω αποτελείται από αποσπάσματα από μια συζήτηση με τον RebelMouse που βρίσκεται πίσω από το site www.inventati.org/anarhizam, αναρχικό από τη Σερβία σε «περιπλάνηση» στη βόρεια Ευρώπη (Οι φωτογραφίες από τις συγκρούσεις στην Κοπεγχάγη). To know us better…

Λοιπόν, έχω αφήσει τη Σερβία από τα τέλη του 2005. Θα μπορούσα να βρω δεκάδες λόγους (η διαμέλιση της Γιουγκοσλαβίας άφησε πίσω της μπόλικη φτώχια και μηδαμινό μέλλον), όμως ο ισχυρότερος λόγος είναι μάλλον ο ένας χρόνος φυλακής στον οποίο καταδικάστηκα τον Οκτώβρη του 2005, για παράνομη μεταφορά από τα σύνορα 4 γραμμαρίων κάνναβης. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου παράνομο, καθώς οι παράνομοι είναι άνθρωποι που έχουν διαλέξει αυτόν τον «κλάδο» από παιδιά, για το υπόλοιπο της ζωής τους. Συγκεκριμένες καταστάσεις της ζωής μου με έσπρωξαν κατά καιρούς στην παρανομία, προκειμένου να επιβιώσω. Τις μέρες του διαμελισμού της Γιουγκοσλαβίας, ήμουν στα 17, οι γονείς δούλευαν σε ένα εργοστάσιο για κάπου 1 ευρώ τον μήνα, οπότε άρχισα τις μπούκες σε μερικά «κυριλέ» σπίτια προκειμένου να εξασφαλίσω κάποια χρήματα για φαγητό και για έξοδα του σχολείου. Τώρα, γυρνώντας στα 30 μου βλέπω ότι είναι πια πολύ αργά και ούτως ή άλλως χωρίς νόημα να ψάξω για «μια καλή δουλειά», οπότε πρέπει να δράσω μόνος μου ώστε να εξασφαλίσω κάποια χρήματα. Μόνο έτσι μπορώ να απελευθερώσω το μυαλό μου από την μέριμνα των χρημάτων, του σπιτιού, του φαγητού… Θα βρεθώ με τον αναρχισμό (κι αργότερα με αναρχικούς) γύρω στο 2001. Τα επόμενα 2-3 χρόνια συμμετέχουμε σε διάφορες δράσεις: διαδηλώσεις (αποκλεισμούς πρεσβειών, των McDonalds κλπ), στήνουμε την εφημερίδα «Άμεση Δράση»… Το καλοκαίρι του 2003 μένω άστεγος και τον επόμενο χρόνο μαζί με άλλους ακτιβιστές περνάμε στην κατάληψη ενός σπιτιού. Από το καλοκαίρι του 2004 χάνω τις επαφές μου, μετά από 3 μήνες στη Γερμανία, όπου έμενα κυρίως σε εγκαταλελειμμένα σπίτια στο Βερολίνο (δεν έβρισκα να κοιμηθώ στις καταλήψεις των εγωκεντρικών γερμανών). Εκεί συμμετέχω στις κινητοποιήσεις των απόρων (ενάντια στην κοινωνική μεταρρύθμιση Hartz IV), για να συλληφθώ τελικά στη Βασιλεία τον Οκτώβρη του 2004 και να περάσω 5 μήνες σε κέντρο απέλασης μεταναστών. Θα μας στείλουν τελικά αεροπορικά στη Σερβία με συνοδεία μπάτσων, όπου μένω προφυλακισμένος άλλους 2 μήνες, ενώ καταδικάζομαι σε ένα ακόμη έτος φυλάκισης. Αποφασίζω να το σκάσω ξανά προς τη Δύση.

Έτσι περνάω τα σύνορα (Σερβίας-Ουγγαρίας, Ουγγαρίας-Αυστρίας), μόνος μου, χωρίς χαρτιά, το Δεκέμβρη του 2005. Είχα χρήματα για τα τραίνα μέχρι το Σάλτσμπουργκ κι από κει θα συνέχιζα μέχρι τη Βασίλεια χωρίς χρήματα. Ήθελα να πάω στη Βασίλεια για να εκδικηθώ το δικαστή, ήμουν έτοιμος να τον κοπανήσω μέχρι θανάτου με ένα ξύλο που είχα αλλά τελικά σκέφτηκα πως δεν είμαι και τόσο βίαιος άνθρωπος, οπότε του τη χάρισα (τουλάχιστον μέχρι να βρω κανα πιστόλι!)… Η αδυναμία μου και η παθητικότητά μου να τον αφήσω να συνεχίσει τις βρωμοδουλειές του με γέμισαν απογοήτευση, πάντως κάθε μελλοντική τιμωρία του θα είναι εν μέρει και δική μου ευθύνη. Έμαθα πως λίγες μέρες μετά, είχε καταδικάσει μια ακτιβίστρια γιατί ενόχλησε κάτι μπάτσους που έλεγχαν αφρικανούς μετανάστες. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι όταν είμαστε παθητικοί, τους αφήνουμε να μας χτυπάνε χωρίς να παίζει πρόβλημα. Ελπίζω λοιπόν μια μέρα να βρω εκείνο το MP5K. Πολλά απ’ τα κοπρόσκυλα της κυρίαρχης τάξης θα κόψουν τότε. Τέλος πάντων, μένω σε μια κατάληψη της Βασιλείας για 2 μήνες, και ταξιδεύω άλλους 2 μήνες στην Ε.Ε. χωρίς προορισμό, χωρίς σκοπό. Στη Βασίλεια, δεν περίμενα τίποτα παραπάνω απ’ τους καταληψίες, από ένα μέρος να την πέσω, πράγμα που τελικά βρήκα. Συμβαίνει συχνά πολλοί άνθρωποι να δέχονται νέες ιδέες κι ωστόσο να παραμένουν προϊόντα της κοινωνίας τους (η γερμανική ιδιοσυγκρασία, για παράδειγμα, προϊόν μιας ιδιαίτερης παιδαγωγικής, κουλτούρας κλπ, είναι τόσο εγωπαθής, ιδιοτελής, που το να βρεις ένα μέρος να κοιμηθείς στο γερμανόφωνο μέρος της Ευρώπης είναι ήδη μια «επανάσταση»). Μια νέα ιδέα οφείλει να πραγματώνεται και σε μια αλλαγή στη συμπεριφορά, διαφορετικά παραμένει σε θεωρητικό επίπεδο… Τους επόμενους 2 μήνες γύρισα τις Βρυξέλες, το Αμβούργο, το Άαρχους και το Μάλμε. Μόνο στις Βρυξέλες έψαξα να βρεθώ με αναρχικούς ή ακτιβιστές και ήταν εκατό τοις εκατό λάθος μου. Ήταν ίδιοι με τους γερμανούς. Οι άνθρωποι του ιντυμίντια αρνήθηκαν να μου δώσουν χώρο για ύπνο, το ίδιο και η κατειλημμένη πρεσβεία καθώς και η κατειλημμένη εκκλησία. Μιας και ήταν Φλεβάρης έπρεπε να κοιμάμαι έξω από σταθμούς του μετρό όπου έχει σχετική ζέστη, καθώς και σε κάποιες ανεγειρόμενες οικοδομές, μέχρι τελικά να βρω μια εστία για αστέγους. Τέλος πάντων, όπως καταλαβαίνετε, οι αριστεριστές είναι γενικά ελαφρώς μαλάκες. Ο Κροπότκιν είχε γράψει για την αναρχική ηθική, πάντως αυτή τη στιγμή στο κίνημα έχουν ενσωματωθεί τόσο πολλοί μοδάτοι τύποι της μεσαίας τάξης που οι περισσότερες συλλογικότητες στη δυτική Ευρώπη αποτελούν απαράλλαχτα προϊόντα της κοινωνίας που αντιμάχονται.

Από το καλοκαίρι του 2003, ζω χωρίς να χω χρήματα. Πράγμα κουραστικό και ηλίθιο, καθώς εξαρτώμαι από το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας, από τις εστίες για αστέγους (π.χ. για τις ώρες για το φαγητό, τον ύπνο, τους εργαζομένους της που είναι σε εκνευριστική συχνότητα φασίστες κλπ). Στη Κοπεγχάγη, πέρασα γύρω στους 13 μήνες, κατά τους οποίους πήγα λιγότερες από 10 φορές σε μαγαζί να πάρω κάτι της αρεσκείας μου να φάω. Μια τέτοια ζωή ήταν ηλίθια, καθώς ανά πάσα στιγμή εξαρτάσαι. Στη δυτική Ευρώπη, υπάρχουν ακτιβιστές που επιλέγουν να είναι άποροι, ωστόσο αυτοί μπορούν να το γυρίσουν ανά πάσα στιγμή, συνεπώς δεν είναι το ίδιο με το να είσαι φτωχός από μια περιοχή που έχει διαλυθεί από τον πόλεμο ή τη φτώχεια, να βρίσκεσαι στην Ε.Ε. παράνομα κλπ. Έτσι, άρχισα να σκέφτομαι τρόπους να βγάλω κάποια χρήματα προκειμένου να αγοράσω ένα διαβατήριο, ώστε να είμαι λίγο καλύτερα. Φυσικά, ως άστεγος παράνομος μετανάστης δεν είχα και πολλές προοπτικές. Εννοείται πως δεν περίμενα κάποια παραπάνω βοήθεια από τους αναρχικούς, καθώς αυτοί με το ζόρι μου προσέφεραν κάπου να κοιμηθώ, οπότε και δεν ζήτησα… Πίσω στην εστία, το μέρος είχε γεμίσει τόσο με ντόπιους (κυρίως αλκοολικοί, τζάνκια που συνέβαινε να είναι όλοι εθνικιστές και πατριώτες, μόνιμα έτοιμοι να λιντσάρουν όποιον κριτικάρει το σύστημά τους) αλλά και κάποιους ξένους (κυρίως από την Πολωνία και τη Ρουμανία, φτωχοδιάβολοι που δεν είχαν καταφέρει να βρουν μια δουλειά στη Δύση). Μόνο στη Σουηδία δεν συνάντησα ξένους, μιας και δεν τους παραχωρούν χώρο στις εστίες τους. Οι σουηδοί είναι συχνά ρατσιστές, δεν το κρύβουν, αλλά το καμουφλάρουν δικαιολογώντας το με διάφορες ορθολογιστικές μαλακίες. Όντας στη Δανία τώρα, συμμετείχα στις διαδηλώσεις για την κατάληψη Ungdomshuset στη Κοπεγχάγη (είχα μείνει εκεί μια βδομάδα, και μου φαίνονταν πιο συμπαθείς από τους γερμανούς καταληψίες, ωστόσο δεν είχα και τόσο καλή τύχη με τους «συγκατοίκους» που έμεναν εκεί. Ο κόσμος της κατάληψης δεν αποτελείται μόνο από αναρχικούς ή επαναστάτες, αλλά από διάφορους ανθρώπους ας πούμε για παράδειγμα, ένας από αυτούς μου έκανε παρατήρηση που είχα φέρει να φάω φαγητό από έξω, οπότε την έκανα ξανά για την εστία της πρόνοιας). Σε κάθε περίπτωση, οι οδομαχίες με τους μπάτσους τις επόμενες μέρες ήταν εξαίσιες. Ωστόσο, μετά από λίγες μέρες αποσύρθηκα από τις συγκρούσεις, καθώς σκέφτηκα τη θέση μου που ήταν ήδη πιο βεβαρημένη από αυτή των μαχητών από την Ε.Ε., αλλά και το γεγονός ότι οι ταραχές είχαν πλέον γίνει υπολογίσιμη ρουτίνα για τους μπάτσους, που τις 3 πρώτες μέρες μόνο συνέλαβαν πάνω από 650 άτομα. Βέβαια, οι περισσότεροι από αυτούς αφέθηκαν ελεύθεροι τις επόμενες μέρες, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν πρόκειται για ανθρώπους από τις χώρες του «τρίτου κόσμου». Κι όσον αφορά μια σύλληψη λοιπόν, οι ντόπιοι είναι σε λίγο καλύτερη θέση από τους ξένους.

Εκτός από κάποια μικροπροβλήματα με ελάχιστους ρατσιστές αστέγους δεν είχα ιδιαίτερους μπελάδες με μπάτσους ή φασίστες. Αν εξαιρέσουμε ίσως κάποιες φορές που «καθωσπρέπει» άνθρωποι σχολίαζαν σε τοπικές διαλέκτους τους, ή έναν παλαβιάρη που με προκαλούσε συνεχώς αλλά όταν τον χτύπησα το ‘κοψε. Στη Σουηδία τώρα, μου αρνήθηκαν χώρο για ύπνο σε μια εστία λόγω διαμαρτυρίας ρατσιστών εργαζομένων που δε γούσταραν να «φροντίζουν» ξένους. Ο ρατσισμός σε ατομικό επίπεδο φυσικά και υπάρχει, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ο θεσμικός ρατσισμός της Ε.Ε. που δημιουργεί πολλά προβλήματα τόσο στους ξένους όσο και στους ντόπιους. Θέλω να πω, οι ξένοι ωθούνται να περάσουν στην παρανομία προκειμένου να επιβιώσουν (να πληρώσουν γιατρούς, φαγητό, χώρο διαμονής κλπ) και φυσικά, σε πολλές περιπτώσεις οι παράνομες δραστηριότητές τους θα στραφούν εναντίον των ντόπιων. Έτσι, ο θεσμικός ρατσισμός παράγει και ανακυκλώνει την εγκληματικότητα και τη βία προς κάθε μια μεριά.

Έχω ήδη αναφερθεί στις σχέσεις μου με τους επαναστάτες εδώ. Εντάξει, εγώ τους δυτικοευρωπαίους τους αποκαλώ συχνά θεωρητικά επαναστάτες, καθώς τα καταφέρνουν πολύ καλύτερα στα μεγάλα λόγια παρά σε πραγματικές δράσεις. Λένε συχνά «όλοι για έναν, κι ένας για όλους», ωστόσο πολύ δύσκολα θα βοηθήσουν κάποιον. Στην κατάληψή μας στο Βελιγράδι είχαμε φιλοξενήσει για παράδειγμα από ολλανδούς κι αμερικανούς αναρχικούς μέχρι γάλλους φτωχο-τουρίστες. Δεν κάνουμε διακρίσεις στους ανθρώπους που ζητάνε βοήθεια από μας. Οι επαναστάτες λοιπόν πρέπει να δουλέψουν περισσότερο στο να αλλάξουν και τον εαυτό τους. Θεωρώ ότι ένα μεγάλο μέρος του «χώρου» εδώ είναι εναλλακτικοί μοδάτοι τύποι, πρόκειται δηλαδή για άτομα πρόθυμα να ακολουθήσουν αυτήν την κοινότητα χωρίς να ασκήσουν καμιά κριτική στο εσωτερικό της. Οπότε το αναφέρω αυτό για όλους μας: Δεν υπάρχει καμιά συνεργασία όταν δεν υποστηρίζουμε ο ένας τον άλλον όταν αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα. Σε πολλές χώρες, οι αριστεριστές αντικρύζουν τους ξένους σαν ένα νέο επαναστατικό δυναμικό ωστόσο η δυτική ιδιοσυγκρασία τους δεν τους αφήνει να γνωριστούν πραγματικά με τους ξένους. Μερικές πράξεις από κοινού, κάποιες διαδηλώσεις ας πούμε, μπορούν να γίνουν έτσι, μιας και υπάρχουν κοινά συμφέροντα, όμως τίποτα παραπάνω από αυτό. Από την εμπειρία μου μέσα στον αναρχικό και τον μαρξιστικό «χώρο», όταν είσαι ξένος σου δίνεται ελάχιστα η ευκαιρία να αποφασίζεις ισότιμα με τους άλλους στη λήψη αποφάσεων, τη συμμετοχή σε δράσεις ή ακόμα και στη χρήση ενός χώρου (μου έτυχε ακόμα να βρίσκομαι έναν χρόνο σε ένα μέρος όπου έπρεπε να ρωτήσω τους ντόπιους καταληψίες αν με άφηναν να δω τηλεόραση). Όπως ξαναείπα, για μένα γίνονται το ίδιο με τους καπιταλιστές, ακόμα κι αν αυτοί καταλαμβάνουν τα σπίτια τους και δεν τα αγοράζουν, δεν είναι πολύ διαφορετικοί από κάθε καπιταλιστή ιδιοκτήτη. Κατά συνέπεια, τα τελευταία χρόνια περνάω τον καιρό μου με πραγματικά ωραίους τύπους, όπως για παράδειγμα πολωνούς αλκοολικούς του δρόμου, κι όχι τόσο με δυτικοευρωπαίους ακτιβιστές. Οι πολωνοί και οι νησιώτες άστεγοι μου φαίνονται πολύ πιο ευγενείς άνθρωποι, και τους κατατάσσω αυτόματα σε περισσότερο αναρχικούς από τους δυτικούς ακτιβιστές. Ίσως φανεί ανώριμο ή αφελές κάτι τέτοιο, πάντως πολλοί ωραίοι άνθρωποι κάνουν πράξη στην καθημερινή τους ζωή αναρχικά ιδανικά, ακόμη κι αν θεωρητικά δεν έχουν ιδέα για τον αναρχισμό. Έτσι, οι πολωνοί μετανάστες εδώ μοιράστηκαν το φαγητό τους μαζί μου, μου έδωσαν χρήματα να πάρω τρόφιμα, ενώ με έβλεπαν πρώτη φορά στη ζωή τους (όχι βέβαια από φιλανθρωπία κι αδιάφορο αν δεν ήμουν «συμπατριώτης» τους), οι νησιώτες με δέχτηκαν στην παρέα τους σεβόμενοι απόλυτα την αυτονομία μου, τη στιγμή που οι αναρχικοί προσπαθούσαν να με κάνουν καθρέφτη τους (η ιδιοσυγκρασία του δυτικού τείνει να επιβάλλεται στον καθένα). Οι δυτικοί γενικά περιμένουν από τους ξένους που ζουν εδώ, ακόμη κι απ’ αυτούς που παντρεύονται, να τους φιλάνε τον κώλο, να είναι σκυλάκια τους. Περιμένουν να κάνεις τα πάντα όπως τα έχουν στο μυαλό τους αυτοί, δεν τους καίγεται καρφί για σένα. Αυτά κάπως εμπειρικά για το πρόβλημα μεταξύ ντόπιων και ξένων στη Δύση.

Από κείνο το σημείο και μετά, παρακολούθησα περισσότερο τις κινητοποιήσεις «μη-πολιτικοποιημένων» ας το πούμε ανθρώπων, όπως στο Βερολίνο το 2004, στη Βασίλεια για τα δικαιώματα των παράνομων μεταναστών, στις πρωτομαγιάτικες συγκρούσεις στη Βέρνη. Ακόμα στην υπεράσπιση της κατάληψης στη Κοπεγχάγη, και τελευταία πάλι με σουηδούς ακτιβιστές ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στο Ιράκ. Πάντως δεν κατέβηκα την πρωτομαγιά στη Στοκχόλμη, καθώς το μόνο που έχει είναι ομιλίες που ούτως ή άλλως δεν καταλαβαίνω (στα σουηδικά). Αυτό που ήθελα να πω είναι ότι δεν πρέπει να αφήνουμε τις διαδηλώσεις, και ακόμα τις πιο μαχητικές, να γίνονται προβλέψιμη ρουτίνα για τους μπάτσους. Πρέπει οι άνθρωποι να εξελίσσουν τις τακτικές τους. Για παράδειγμα, στις συγκρούσεις στην Κοπεγχάγη, αν αποσπόταν μια ομάδα από την κεντρική πορεία θα μπορούσε εύκολα να πλήξει απομονωμένους μπάτσους, κλούβες κλπ, σε παράπλευρους δρόμους της διαδήλωσης, να αποσπάσει πολύτιμο υλικό κλπ. Ωστόσο, αυτό που έκαναν οι άνθρωποι, ήταν να πετάνε πέτρες μέσα από τον κύριο κορμό της διαδήλωσης. Τώρα, ας πούμε αν είχα εκείνο το MP5K, θα μπορούσα ακόμα και να βγάλω απ’ την μέση το δήμαρχο της Κοπεγχάγης (τα μεγάλα προβλήματα απαιτούν και μεγάλες απαντήσεις), ωστόσο κάτι τέτοιο γνωρίζουν όλοι από την αρχή ότι είναι απίθανο, όχι γιατί οι δυτικοί δε βρίσκουν τα χρήματα να αγοράσουν ένα, αλλά γιατί είναι εξαρχής δεσμευμένοι στην μεσοαστική ζωή τους (εκτός βέβαια από εξαιρέσεις όπως η RAF και άλλοι) και θα χορέψουν μόνο στο ρυθμό και την ένταση που τους επιτρέπει το σύστημα…

Τον Ιούλη του 2008 κλείνω 5 χρόνια παρουσίας στο internet, για το site μου και 1 χρόνο για το blog. Το blog προορίζεται για προσωπικές μου απόψεις και σχόλια, ενώ το site για ενημέρωση και νέα, ενδιαφέροντος για αναρχικούς, αλλά και γενικότερα. Κάτι ακόμα που μου δίνει χαρά, είναι η online βιβλιοθήκη, όπου έχω ανεβάσει βιβλία και κείμενα στην μητρική μου γλώσσα, που δεν είχαν την ευκαιρία να εκδοθούν σε έντυπη μορφή, οπότε μπορεί να τα βρει κάθε ενδιαφερόμενος, δεδομένης της ευρείας χρήσης του internet, της πρόσβασης από ανθρώπους απ’ όλον τον κόσμο. Επιπλέον, επέλεξα το internet μιας και ως άστεγος δεν μπορούσα να πληρώνω για εκδόσεις ή κάτι άλλο, αλλά το internet μπορούσε να βρεθεί δωρεάν, πίσω στη Σερβία. Εκτός αυτού, οι περισσότεροι σέρβοι αναρχικοί ήταν την περίοδο εκείνη (2001-2005) αρκετά απασχολημένοι με τις σπουδές τους, οπότε ήταν λίγο δύσκολο να μαζευτούν για κάποια σοβαρή δράση (συν τις διάφορες προσωπικές συγκρούσεις μεταξύ αναρχικών στο Βελιγράδι). Τώρα που αυτή η γενιά αναρχικών ξεμπέρδεψε με τις σπουδές της, είναι πολύ πιο συνεπείς στις δράσεις τους βέβαια. Άξιζε τον κόπο η δουλειά μέσω του site; Δε ξέρω απόλυτα. Τον τελευταίο χρόνο συνεισφέρουν στο φόρουμ του ακόμα 30 άνθρωποι, οι μισοί σχεδόν είναι αναρχικοί που γνώριζα από την πρώην Γιουγκοσλαβία, οι υπόλοιποι είναι νέοι αναγνώστες του site. Κάποιοι που επικοινωνούν ενδιαφέρονται για καταλύματα στο Βελιγράδι, άλλοι για αναρχικά θεωρητικά έργα. Γενικά είμαι ευχαριστημένος που βλέπω καινούριους ανθρώπους να βρίσκονται με τις αναρχικές ιδέες, να αποκτούν μια άνεση να συμμετέχουν σε πράγματα… Υπάρχουν φυσικά προβληματικές με τους ακτιβιστές του internet (βλέπεις ότι χρησιμοποιώ αυτή τη συζήτηση για να θίξω διάφορα πράγματα που έχω στο μυαλό μου). Η δουλειά που γίνεται στο internet δεν πρέπει να υποκαθιστά τη δουλειά στην καθημερινή ζωή. Κάτι ενδιαφέρον είναι τα διάφορα μπινελίκια που χώνουν διάφοροι ακτιβιστές σε φόρουμ του internet, πράγματα που δε θα έλεγαν φυσικά ποτέ σε μια πρόσωπο με πρόσωπο συζήτηση… Κάτι που αποκόμισα είναι ότι πρέπει συνεχώς να αναλύουμε το τι κάνουμε και το τι παραπάνω μπορούμε να κάνουμε. Και κάτι ακόμα, ότι όταν είσαι παράνομος και άστεγος μπορείς να κάνεις πολύ λίγα πράγμα ενάντια σ αυτό το σύστημα, καθώς το ζήτημα της επιβίωσης σου κλέβει τον περισσότερο χρόνο.

Η αλήθεια είναι ότι μετέφρασα και δημοσίευσα πολλές από τις ενέργειες άμεσης δράσης από την Ελλάδα. Τέτοιες δράσεις δεν είναι συχνές στην Ευρώπη. Το ενδιαφέρον τους για μένα, βρίσκεται στο ότι τέτοιες ενέργειες εξελίσσουν τα άτομα και τις ομάδες που τις πραγματοποιούν: οι άνθρωποι γνωρίζουν καλύτερα τους εαυτούς τους και τους άλλους, δένονται περισσότερο, υποστηρίζουν περισσότερο τους άλλους, αποκτούν πίστη στις δυνάμεις τους και βλέπουν ότι μπορούν να φέρουν αποτελέσματα… Μοιάζει σαν μια διαρκής εξάσκηση για ακόμα σπουδαιότερες πράξεις. Ταυτόχρονα υπονομεύουν την κυρίαρχη τάξη. Εννοείται πως η άμεση δράση δεν πρέπει να γίνεται ρουτίνα, να μένει πάντα η ίδια, οι στόχοι και οι τακτικές της πρέπει να ανανεώνονται συνεχώς. Καθ’ αυτόν τον τρόπο γίνεται και δυσκολότερο για το σύστημα να καταστείλει τους ανθρώπους. Δεν ξέρω πάλι αν είναι καλό ή όχι οι άνθρωποι να αναπτύσσουν μια τέτοια δράση χωρίς κάποια δημόσια αναφορά. Χωρίς μια τέτοια αναφορά, είναι σαν κάποιου είδους προσωπικός πόλεμος με την κυρίαρχη τάξη και τα σκυλιά της, ωστόσο δεν μπορώ να προτείνω πως θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, χωρίς να παγιδευτούμε σε μια ατελείωτη αναμονή για την ανάπτυξη μιας μαζικής βάσης που να εξασκήσει τη δική της δράση, προκειμένου να χτυπήσει το κράτος, οπότε θα πρέπει να δεχτούμε και τις δράσεις χωρίς κάποια ανοιχτή αναφορά. Για μένα είναι καλό να υπάρχει πάντοτε μια ανοιχτή αναφορά για τη δράση, ακόμα κι αν η επιρροή της είναι περιορισμένη στους (ακτιβιστές ή μη) ανθρώπους του σήμερα. Πρέπει να συνυπολογίσουμε την προπαγάνδα των ΜΜΕ εναντίον μας. Μια ή περισσότερες διαδηλώσεις ή ενέργειες άμεσης δράσης δεν θα ανατρέψουν το παρόν σύστημα, σίγουρα, όμως αποτελούν εργαλεία για να επικεντρώσουμε την προσοχή σε κοινωνικά ζητήματα και να χτυπήσουμε την εξουσία της κυρίαρχης τάξης (πολιτική, στρατιωτική, επιχειρηματική, μιντιακή, και τους «λαϊκούς» ρατσιστές). Οι δράσεις αυτές οφείλουν συνέχεια να βελτιώνονται, πρέπει να διδαχτούμε από τις εμπειρίες της RAF, των Ερυθρών Ταξιαρχιών, της 17 Νοέμβρη… Ελπίζω τα επόμενα νέα που θα έχουμε από τους αναρχικούς στην Ελλάδα θα έχουν να κάνουν με απελευθερώσεις αγωνιστών κρατουμένων, τη συσκότιση της μιντιακής προπαγάνδας (π.χ. ταυτόχρονα σαμποτάζ πομπών/κεραιών) και άλλα τέτοια ωραία και ευφάνταστα πράγματα.

Από τον Μάρτιο του 2008 βρίσκομαι στη Σουηδία, κάπου 300 χιλιόμετρα από τη Στοκχόλμη. Δεν κατάφερα να βρω μέρος να κοιμηθώ στο Γκέτεμποργκ (απ’ την μια οι ρατσιστές εργαζόμενοι στην εστία, από την άλλη η ομάδα No One Is Illegal που απαιτούσε να κάνω αίτηση ασύλου), είχα ήδη έναν μήνα πνευμονία, έξω χιόνιζε ασταμάτητα, οπότε με τα πολλά πήγα να ζητήσω άσυλο. Ένιωθα τόσο χάλια, σαν Εβραίος που πήγαινε να παρουσιαστεί στη Γκεστάπο του Χίτλερ. Εκεί ήρθα σε επαφή με τη σουηδική γραφειοκρατία, από τους χριστιανούς του No One Is Illegal μέχρι τη Διεθνή Αμνηστία, όλοι τους κατασκοπεύουν τους μετανάστες, ενώ τους κάνουν τις ίδιες ερωτήσεις που κάνουν οι αρχές. Το σουηδικό κράτος μοιάζει με το γερμανικό και το βελγικό, είναι από τα πιο οργανωμένα αστυνομικά κράτη της Ε.Ε. Έτσι, οι πολίτες έχουν γενικά αποκτήσει μια ιδιοσυγκρασία τόσο φοβική όσο και ατομικιστική. Στη Κοπεγχάγη μπορείς να περπατήσεις μόνος σου την νύχτα, κανείς δε θα σε σταματήσει αν δεν κάνεις φασαρία. Στη Σουηδία, οι μπάτσοι πραγματοποιούν συνεχώς ελέγχους όλη την νύχτα, το internet είναι απολύτως ελεγχόμενο (π.χ. οι βιβλιοθήκες παρέχουν πρόσβαση μόνο σε καταγεγραμμένους χρήστες που μπαίνουν με το ονοματεπώνυμο και τον κωδικό τους, κάτι που δεν ισχύει στη Κοπεγχάγη ή στη Βασίλεια), οι ντόπιοι αναρχικοί είναι αρκετά μουδιασμένοι (όταν ρώτησα μέσω email κάποιους χώρους στη Στοκχόλμη αν μπορούσα να κοιμηθώ εκεί για λίγες μέρες, κανείς δεν μου απάντησε, εκτός από ένα καφέ του «χώρου» που μου έστειλαν: «δεν είμαστε κατάληψη εδώ»). Επίσης, αναγκάστηκα να περπατήσω μια διαδρομή 40 χιλιομέτρων, καθώς κανένα αμάξι δε σταματούσε να με πάρει με ωτοστόπ.

Οι μετανάστες που συναναστρέφομαι εδώ είναι κυρίως σομαλοί και ιρακινοί, όλοι τους πολύ φιλικοί και ευχάριστοι, ωστόσο δεν ενδιαφέρονται για την αναρχία. Έχουν βέβαια κοντινή ιδιοσυγκρασία με τους ανατολικοευρωπαίους, τους αρέσει να μοιράζονται πράγματα, κι ακόμα μερικοί έχουν μια αντι-ιμπεριαλιστική πολιτική συνείδηση, ωστόσο φοβούνται να μιλήσουν ανοιχτά γι αυτό. Όπως και με τους πολωνούς, προτιμώ να κάνω παρέα με τους άραβες παρά με τους σουηδούς. Στο χωριό που βρίσκομαι τώρα, όπου μου παραχώρησε ένα δωμάτιο το γραφείο μετανάστευσης, δε συμβαίνει ποτέ τίποτα, τα πάντα είναι εντελώς βαρετά. Αν και έχει αρκετούς μετανάστες σε άθλια κατάσταση, δύσκολα θα κάνουν μια διαδήλωση ή κάτι άλλο εδώ, καθώς είναι όλοι αιτούντες ασύλου, κι έτσι εξαρτώνται άμεσα από τις αρχές. Όσον αφορά τους άραβες πάλι, αν και είναι εδώ ως θύματα του ιμπεριαλισμού, και συγγενείς τους στις πατρίδες τους έχουν πάρει τα όπλα, πολλοί από αυτούς έχουν στο μυαλό τους μόνο το πώς θα βγάλουν χρήματα και θα πλουτίσουν εδώ…

Πεποίθησή μου είναι πως το γραφείο μετανάστευσης βρίσκει τρόπους για να ελέγχει όλους τους αιτούντες ασύλου, να τους εποπτεύει. Θα χρειαζόμουν αρκετό χρόνο για να το αποδείξω αυτό, που δεν μπορώ να βρω, καθώς έτσι όπως είναι στημένος αυτός ο μηχανισμός, κάθε διερεύνηση του θέματος μου προκαλεί περισσότερο άγχος. Ένας λόγος παραπάνω είναι που εκτός από το θέμα της ταυτότητάς μου, με ελέγχουν και για ζητήματα «τρομοκρατίας». Έτσι πρέπει να ανέχομαι έναν ηλίθιο χαφιέ πάνω από το κεφάλι μου, χώρια τυχόν κοριούς ή παρακολουθήσεις. Ο ρατσισμός αυτός ξεκινά από τις κρατικές υπηρεσίες, κι όχι απλώς από το γραφείο μετανάστευσης. Όταν είχα προσπαθήσει να πουλήσω κάτι σε κάποιους μουσουλμάνους στην Κοπεγχάγη προκειμένου να βγάλω λίγα χρήματα, την επόμενη μέρα οι μπάτσοι επισκέφτηκαν τα μέρη που είχα επισκεφτεί την προηγουμένη, με τη φωτογραφία μου. Οπότε μου φαίνεται πολύ πιθανό να είμαι υπό παρακολούθηση ήδη πριν έρθω στη Σουηδία. Παρακολούθηση βέβαια από την οποία μπορώ να αποδράσω, αν βρω χρήματα να αλλάξω τελείως ντύσιμο και τόπο διαμονής (το να αγοράσω διαβατήριο παραμένει ακόμα όνειρο). Παρόλα αυτά αν κάνω οτιδήποτε, πέφτει σήμα οπότε μπορούν να έρθουν να με μαζέψουν. Αν και συμπαθώ δράσεις όπως της RAF, δεν τα πάω καλά με τις σημερινές αναρχικές συλλογικότητες στη δυτική Ευρώπη. Όσον αφορά πάλι τον ισλαμικό αντι-ιμπεριαλισμό, αν και δεν έχω κανένα ενδιαφέρον για τη θρησκεία ή το σύστημα ιδεών απ’ όπου πηγάζει, μου φαίνεται κάπως συμπαθής, όταν στοχεύει αυστηρά την κυρίαρχη τάξη. Ωστόσο σε τέτοιες δράσεις είναι εξαιρετικά πιθανό να κάνεις λάθη. Επίσης, δεν μπορείς να προσεγγίσεις έναν τέτοιο χώρο, χωρίς να στοχοποιηθείς από τις αρχές. Τέλος πάντων, η μόνη λύση για μένα είναι να δράσω βάσει των δικών μου δυνάμεων. Αυτό που προσπαθώ τώρα είναι με κάποιους φίλους από τη χώρα μου που είμαστε στην ίδια θέση να βρούμε έναν τρόπο ώστε να ξεφύγουμε από την εποπτεία των αρχών. Έτσι θα μπορούμε να περάσουμε από τη θέση του αδύναμου άστεγου στη θέση της επίθεσης.

Πάντοτε τα καλύτερα!

Rebel Mouse

Categories
Grupos Autonomos Guy Ernest Debord

ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΕΣ ΤΩΝ ΑΥΤΟΝΟΜΩΝ ΟΜΑΔΩΝ, ΙΣΠΑΝΙΑ 1974-1980

ΒΑΘΙΑ ΑΝΑΣΑ ΩΣ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟΥ

ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΕΣ ΤΩΝ ΑΥΤΟΝΟΜΩΝ ΟΜΑΔΩΝ, ΙΣΠΑΝΙΑ 1974-1980

ΓΡΑΦΕΙΟ ΛΥΣΣΑΣΜΕΝΩΝ ΤΑΡΑΧΟΠΟΙΩΝ

Θεσσαλονίκη, Αύγουστος του 2006

Για την έκδοση

Αν η Επανάσταση είναι η διαλεκτική κατάρα της Εξουσίας, είναι η ίδια η διαλεκτική που διαιρεί το στρατόπεδο της ’ρνησης στα δυο. Ο ρεφορμισμός, πράκτορας της αφομοίωσης για λογαριασμό της Εξουσίας, δεν θα εξαφανιστεί πριν την καταστροφή του παλιού κόσμου, ο καλλωπισμός του οποίου είναι μόνο μια από τις δυο βασικές λειτουργίες του. Η διαστρέβλωση, η συκοφαντία, και η υποκατάσταση στην κοινωνική μνήμη των επαναστατικών ιδεών και πρακτικών είναι η άλλη. Η αστυνομία θα αναλάβει τα υπόλοιπα… Από ‘κεί και πέρα οι κόλποι της ’ρνησης παραδίδονται στην Έριδα, σε μια διαμάχη, για την αποκατάσταση της χαμένης ολότητας, άλλοτε συγκαλυμμένη κι υπόγεια κι άλλοτε εκρηκτικών διαστάσεων, στην οποία αναπόφευκτα ο ρεφορμισμός (με όλη την αποδοχή που χαίρει στον παλιό κόσμο ως θεσμοθετημένη αντιπολίτευση) έχει το πάνω χέρι: οι λιγοστοί «τρελοί», «ανεξέλεγκτοι», «θερμόαιμοι», εκτεθειμένοι άμεσα στην καταστολή, λόγω του -αδιάρρηκτα δεμένου με την παρανομία- περιεχομένου της δράσης τους, δύσκολα θα μιλήσουν ανοιχτά για την εμπειρία, την ευγένεια και την αγωνία (μέλι με ξυράφια στα σωθικά…) της «μόνης αυθεντικής περιπέτειας που μπορεί να μας προσφέρει η εποχή μας»: του αναρχικού, ακηδεμόνευτου, λυσσασμένου Αγώνα που διαρρηγνύει την υποταγμένη στο Κεφάλαιο ύπαρξη ανεβάζοντας την στην πρωτόγονή της δυαδικότητα: του Ανθρώπου-σοφού και του Ανθρώπου-πολεμιστή. Προκύπτει, τελικά, η αναγκαιότητα, να «πούμε δυο λόγια» για τους συντρόφους του δικού μας «στρατοπέδου», ή καλύτερα να τους αφήσουμε να μιλήσουν για τους εαυτούς τους. Κι όχι για να εξιδανικεύσουμε ή να αναπαράγουμε τις ήττες και τα αδιέξοδά τους, αλλά να τα αποφύγουμε. Οι αναλογίες με την ελληνική πραγματικότητα, βασικός συντελεστής και της χρηστικότητας των κειμένων είναι, νομίζουμε, προφανείς. (Γ.Λ.Τ.)

segovia

Πρόλογος των Αυτόνομων Ομάδων (Grupos Autónomos – GG.AA):

Οφείλουμε να πούμε δυο λόγια, σαν εισαγωγή στα κείμενα που ξαναβρέθηκαν εδώ μετά από χρόνια, για την καλύτερη κατανόησή τους. Προέρχονται από τα χρόνια 1978-79 και ανταποκρίνονται σε συγκεκριμένες ανάγκες ενός κομματιού του πραγματικού κινήματος για τον κομμουνισμό: των Αυτόνομων Ομάδων. Η επιμονή μας στην κριτική μιας «αναρχικής» ιδεολογίας, μεταξύ άλλων, ίσως φανεί πλέον παράταιρη από κάποιους που δεν έχουν υπόψη τους την κοινωνική κατάσταση στην Ισπανία. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τη σύγχρονη κομμουνιστική επανάσταση χωρίς ταυτόχρονα να κάνουμε κριτική στις δυο επαναστατικές ιδεολογίες που με τη δική τους πρακτική ανικανότητα έστρωσαν το χαλί της αντεπανάστασης της γραφειοκρατίας: Μιλούμε για τον μπολσεβικισμό, κατακάθι του μαρξισμού και τον «αναρχισμό» της CNT. Στην πράξη, η διαφορά τους είναι ότι ο πρώτος ασκεί άμεσα καταπίεση στο προλεταριάτο που ελέγχει (με χαρακτηριστικό παράδειγμα την καταστολή της κομμούνας της Κροστάνδης του 1921), ενώ ο δεύτερος αρκείται στο φρενάρισμα και τη συνακόλουθη εγκατάλειψη του ριζοσπαστικοποιημένου προλεταριάτου (όπως στην επαναστατημένη Ισπανία τον Μάη του 1937) στα επιτελεία της σταλινικής – δημοκρατικής καταπίεσης.

Στις αρχές του ’78 συνελήφθηκαν και φυλακίστηκαν τα πρώτα μέλη των Αυτόνομων Ομάδων. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης πιστά στην εξυπηρέτηση του Κεφαλαίου τους παρουσίασαν αόριστα σαν «αναρχικούς», συντάκτες αρκετών κειμένων (Diario 16), και υπεύθυνους περισσότερων κακουργημάτων εμμένοντας στην επιτυχία της Guardia Civil (αστυνομία πόλεων) να τα εξαρθρώσει, πλησιάζοντας ίσως στην GRAPPO (Alcazar). Η αστυνομία πάλι, τους παρουσίασε σαν τον «ένοπλο βραχίονα» της CNT (παρουσιάζοντας ένα έντυπο της CNT που βρέθηκε στο σπίτι ενός από αυτούς). Τα έντυπα της CNT, από τα οποία δεν θα παραθέσουμε εδώ τίποτα, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να συμβουλευτεί οποιοδήποτε τεύχος των Solidadidad Obrera και GAT από το 1978 ως το ’80, αποκηρύσσουν κάθε συσχέτιση με τις ομάδες αυτές. Βέβαια το ότι η CNT, όπως σπεύδουν να μας βεβαιώσουν, αναπτύσσει μια αποκλειστικά συνδικαλιστική πρακτική και συγκρούεται με κάθε αντίληψη ενόπλων ενεργειών, δεν φαίνεται να την εμπόδισε, όσο οι σύντροφοι ήταν ήδη στη φυλακή να τους παρουσιάζει σαν «συντρόφους του ελευθεριακού κινήματος», προκειμένου να κεφαλαιοποιήσει επιδέξια την πολιτική υπεραξία των ενεργειών που αποκήρυσσε… Αρκετές από τις ενέργειες αυτές, έγιναν είτε χωρίς να παρθεί ανάληψη, είτε την ευθύνη τους αναλάμβανε κάποιος σύντροφος χρησιμοποιώντας διαφορετικά ονόματα. Έτσι προέκυψαν, για παράδειγμα οι ομάδες 7 Ιούλη, 28 Δεκέμβρη (Santos Inocentes, ανάλογη της δικής μας πρωταπριλιάς), 31 Φλεβάρη, Οι Τελευταίοι Των Φιλιπινέζων κλπ. Οι στόχοι που επιλέγονταν ήταν πάντοτε σαφείς και ανταποκρίνονταν σε ένα ευρύ κοινωνικό κίνημα. Αποτελούσαν μια συμπυκνωμένη απάντηση στη διάχυτη καπιταλιστική καταπίεση. Λίγες μέρες μετά τις συλλήψεις, η αστυνομία επινόησε το λογότυπο GAL (Grupos Autonomos Libertarios) που κυκλοφόρησε σε όλες τις εφημερίδες της χώρας. Χρειάζονταν ένα σήμα και μιας και δεν αντιλαμβάνονταν πως μπορεί μια «οργάνωση» να μην έχει σήμα επινόησαν αυτοί ένα, και ανάγκασαν μετά από βασανιστήρια τους συντρόφους να υπογράψουν ως GAL. Από τη στιγμή εκείνη πέρασαν στην «κοινή γνώμη» ως GAL, και κάποιες από τις μετέπειτα προκηρύξεις υπογράφονται έτσι ώστε να αποφευχθεί η σύγχυση. Η κράτηση των συντρόφων σε διαφορετικές φυλακές (καθώς και των νέων συντρόφων που συνελήφθηκαν από τα μέσα του ’78 ως τις αρχές του ’79, είχε ως αποτέλεσμα η επικοινωνία μεταξύ μας να είναι πενιχρή. Κάθε θεωρητικός διάλογος ήταν συνεπώς αδύνατος. Όσο ήμασταν έξω, κάθε ομάδα ή κάθε άτομο αναλάμβανε μόνο του την ευθύνη για την ενέργεια που εκτελούσε. Όταν οι ενέργειες ήταν συντονισμένες, γινόταν μια συμφωνία για ένα κοινό όνομα που αποφασιζόταν από όλους τους συμμετέχοντες. Αυτό ήταν το κλίμα που υπήρχε στο δρόμο, στη φυλακή συνεχίσαμε βασισμένοι σ αυτό. Αφότου μερικοί από μας ξαναβρεθήκαμε στη φυλακή της Segovia (που ο υπουργός δικαιοσύνης προόριζε για τους «ελευθεριακούς»), ξαναδουλέψαμε πάνω στα κείμενά μας υπογράφοντας πια, από τις αρχές του ’79, ως GGAA (Grupos Autonomos) όχι επειδή είχαμε ανάγκη από κάποιο λογότυπο, αλλά για να εκφράσουμε τον κοινό μας αγώνα. Από κείνες τις μέρες εγκαταλείπουμε και το «L» των ελευθεριακών (libertarios) των πρώτων προκηρύξεων έτσι ώστε να σαμποτάρουμε κάθε πιθανή αφομοίωσή μας.

Καθ όλον αυτόν τον καιρό, οι γραφειοκράτες της CNT δεν έχαναν αφορμή να μας εντάσσουν στο (δικό τους) «ελευθεριακό κίνημα», πράγμα που μας ανάγκαζε να συγκεκριμενοποιούμε τις πραγματικές θεωρητικές μας θέσεις και τις ενέργειές μας αναφορικά με την (προλεταριακή) τάξη. Είναι ένα είδος εμμονής μας στην πολιτική μας ταυτότητα της δράσης χωρίς «σφραγίδα», χωρίς μάρτυρες ή ιδεολογίες, που μας έφερε θεωρητικά και πρακτικά αντιμέτωπους με την μαφία των πολιτικών οργανώσεων, των κομμάτων και των συνδικάτων. Δεν είναι ότι είμαστε απολίτικοι, αλλά αντι-πολιτικοί…

Η προκήρυξή μας: Λόγος Για Τη Διεθνή Αλληλεγγύη, που έγραψαν κάποιοι σύντροφοι τον Χειμώνα του 1970, στάλθηκε σε όλα τα πιθανά μέσα μαζικής ενημέρωσης, ωστόσο μόνο η γραφειοκράτες της CNT λογόκριναν ξεδιάντροπα ένα μέρος της προκήρυξης. Η σύνταξη της Solidaridad Obrera, προσπαθώντας να καλύψει αυτή την πρώτη της λογοκρισία, δημοσίευσε μια γελοία ανακοίνωση (στο τεύχος Νοεμβρίου ’79) όπου ανέφερε τα εξής: Στο γράμμα που λάβαμε από το γραφείο για τους προφυλακισμένους και τα νομικά ζητήματα, της FL (Federacion Local — Τοπική Ομοσπονδία) της Βαρκελώνης, υπήρχε το κείμενο ενός φυλακισμένου συντρόφου που ανήκει στο συνδικάτο μεταφορών, και είναι μέλος των GAL. Το κόψιμο του κειμένου που φιλοξενείται στη σελίδα 16 της “Soli” ν. 50, δεν οφείλεται σε καμία περίπτωση σε λογοκρισία ή χειραγώγηση αλλά δημοσιεύτηκε πλην των δυο τελευταίων παραγράφων αποκλειστικά για λόγους οικονομίας χώρου. Και για να μην υπάρξει καμία παρεξήγηση, δεσμευόμαστε να δημοσιεύσουμε ολόκληρο το κείμενο στο μέλλον. Η υποκρισία και ο κυνισμός του σημειώματος αυτού ανταγωνίζονται ακόμα και τη γελοιότητά του. Πώς είναι δυνατό να παραπονιούνται για την έλλειψη χώρου όταν στο ίδιο έντυπο χωρούν τα ατελείωτα μνημόσυνα των μαρτύρων του αναρχοσυνδικαλισμού, ή οι ύμνοι στους θεούς Μπακούνιν και Κροπότκιν και ατελείωτες άλλες ηθικολογικές βλακείες χωρίς κανένα ενδιαφέρον, αξιολύπητα κεράκια στην ταπεινή εκκλησία της CNT;

Ο αγώνας των συνελεύσεων του ’70-’75 έχει αφήσει πίσω του τα ίχνη μιας ευρείας συνείδησης που μπορεί να υποστηρίξει την αυτοοργάνωση της τάξης, τον αντι-κομματισμό και τον αντι-συνδικαλισμό, σε πρώτο επίπεδο. Υπήρξαν ακόμα οι αυτόνομες συνελεύσεις στις γειτονιές, στα εργοστάσια, στα πανεπιστήμια, φοιτητές-εργαζόμενοι κλπ, φανερώνοντας μιαν αντιεξουσιαστική τάση. Κατά την περίοδο της πολιτικής μετάβασης από την δικτατορία του Φράνκο στη δικτατορία της δημοκρατίας το 1975-77(που ουσιαστικά συνεχίζεται και επεκτείνεται ακόμα) τα κόμματα και τα συνδικαλιστικά κινήματα πέρασαν μια φάση νομιμοποίησης ώστε μέσα από μια διαδικασία εσωτερικής πειθάρχησης να κερδίσουν μια αμφίβολη θέση στο ανερχόμενο δημοκρατικό θέαμα.

Η CNT διεκδικεί για τον εαυτό της τον «επαναστατικό» πόλο του θεάματος αυτού. Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η πλειοψηφία των εγχώριων λενινιστικών γκρουπούσκουλων έχασε κάθε γόητρο μετά την άνοδο των εργατικών συνελεύσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το MIL (η αλλιώς 1000, Movimiento Ibérico de Liberación-Ιβηρικό Απελευθερωτικό Κίνημα, ένα δίκτυο αυτόνομων ομάδων) όταν γύρω στο ’74 έβαλε στόχο να απελευθερώσει κάποιους φυλακισμένους αγωνιστές (ιδού κι ένας λόγος για τη συνέντευξη που ακολουθεί και δόθηκε στη FIGA), μοίραζε παράλληλα φυλλάδια που εξηγούσε πως οι οργανώσεις τους, κόμματα και συνδικάτα αποτελούσαν μέρος της διαρκούς αντεπανάστασης.

Στο φυλλάδιο COÑO (Γαμώτο) του ’75, σελίδα 29-30, διαβάζουμε τα παρακάτω: Οι στόχοι του ισπανικού προλεταριάτου και των αυτόνομων ομάδων είναι: η γενίκευση της ταξικής πάλης και η επέκτασή της σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο. Η αυτοοργάνωση της τάξης στους χώρους εργασίας. Ο πόλεμος στο Κεφάλαιο σε οποιαδήποτε μορφή του: δημοκρατική, φασιστική ή σοσιαλιστική. Απομυθοποίηση και πάλη ενάντια στα συνδικάτα, φασιστικά είτε δημοκρατικά, θεωρούμενα ως όργανα της διαρκούς αντεπανάστασης. Επεξεργασία ριζοσπαστικών εναλλακτικών που ο καπιταλισμός δεν είναι σε θέση να διαλύσει ή να αφομοιώσει. Αυτόνομα όργανα αντιπληροφόρησης και προπαγάνδας στην υπηρεσία της τάξης. Οργάνωση των τεχνικών όρων για την παράνομη πάλη: πέρασμα συνόρων, πλαστογραφία, οικονομικοί πόροι, όπλα κλπ. Αποπεράτωση του προγράμματος που διακόπηκε τον Μάη του 1937 από τη σταλινική αντεπανάσταση και τους αρχηγίσκους της CNT και του POUM (ενιαίο μαρξιστικό εργατικό κόμμα – σύμμαχοι της CNT στην επανάσταση), ανέβασμά του ως το τέλος, την καταστροφή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Η ενότητα της τάξης αναδεικνύεται στους αγώνες και στις συνελεύσεις στα εργοστάσια ή έξω από αυτά. Είναι το ριζοσπαστικό προλεταριάτο που οργανώνεται κι αποκτά τα αναγκαία μέσα για την χειραφέτησή του.

Όλα αυτά τα φυλλάδια κυκλοφορούσαν πολύ δύσκολα, λόγω της παρανομίας, δύσκολα έφταναν στους ριζοσπαστικούς αγώνες και η επιρροή τους στο εργατικό κίνημα ήταν περιορισμένη. Χωρίς εμπόδιο το θεαματικό μάρκετινγκ της CNT τα κατάφερε καλύτερα από την θεωρητική ικανότητα. Η τάξη τείνει να μαθαίνει στην πράξη κι όχι στη θεωρία τι σημαίνει συνδικάτο, κι ένα συνδικάτο που μπορείς να εκλέγεις τους αντιπροσώπους σου φαινόταν ελκυστικό. Έτσι οι αυτόνομες ομάδες αρνούμενες να ενταχθούν συλλογικά στο συνδικάτο, απομονώνονταν καθώς τα διάφορα συντονιστικά εντάσσονταν μαζικά στο συνδικάτο αυτό, μετασχηματίζοντάς το έτσι, σε μια θεαματική αντανάκλαση των αυτόνομων συνελεύσεων, πλήρως νομιμοποιημένης βέβαια. Από τη στιγμή που το ψεύτικο πήρε τη θέση του αληθινού, οι αυθεντικοί ανεξέλεγκτοι αγώνες βάλθηκαν να ξεγυμνώνουν αυτό το ρεφορμιστικό θέαμα. Από το ’76 ως το ’78 ξετυλίχτηκαν μια σειρά από άγριες απεργίες σε όλη τη χώρα. Σ αυτές τις απεργίες, που γρήγορα πήραν έναν επιθετικό χαρακτήρα αρκετά σαφή, ξέσπασαν πολυάριθμες συγκρούσεις με την αστυνομία. Πικετοφορίες, οδοφράγματα, σαμποτάζ, επιθέσεις σε γραφεία συνδικάτων, κομμάτων κλπ. Τα συνδικάτα κατέστειλαν τις απεργίες με αντάλλαγμα την νομιμοποίησή τους. Απομόνωσαν και συκοφάντησαν τους εμψυχωτές των συνελεύσεων για να καταπολεμήσουν αποτελεσματικότερα τους απεργούς. Με γραφειοκρατικούς χειρισμούς και ψευδείς πληροφορίες έπεισαν τους εργάτες να γυρίσουν στη δουλειά τους… Το χαριστικό χτύπημα στις συνελεύσεις το έδωσε η αστυνομία που διέλυσε με στρατιωτικούς όρους τις εναπομείνασες απεργίες (περιπτώσεις Vitoria και «Roca» το ’76) συμπληρώνοντας τη καταστολή των συνδικάτων. Η πολιτική ανωριμότητα των εργαζομένων, που ανέχονται στις συνελεύσεις τους τα συνδικάτα, επιτρέποντάς τους να μιλούν στο όνομά τους, είναι η αιτία της σημερινής κατάπτωσης του απεργιακού κινήματος.

Σε πρακτικό επίπεδο είναι δύσκολο να ξεγελάσεις μια συνέλευση δεδομένης της εμπειρίας των εργατικών αγώνων, ωστόσο σε θεωρητικό επίπεδο όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της αυτονομίας των συνελεύσεων έχουν πλέον ακρωτηριαστεί και καταχωρηθεί στην νομιμότητα. Παρατηρούμε έτσι το οξύμωρο, στη δικτατορία του Φράνκο, τα θεωρητικά κείμενα διακινούνταν στην παρανομία, αφήνοντας την παραπληροφόρηση να οργιάζει μέσα στην τάξη, ενώ στην εποχή μας το εμπόριο των ιδεολογιών ξεπουλάει και κάθε πικραμένος ψάχνει στη θαλασσοταραχή για τον γραφειοκράτη που θα αναθέσει την βελτίωση της μιζέριας του. Ξεβράζεται λοιπόν όπως και πολλά από τα αρχαιότερα μέλη των σεβάσμιων αντικαπιταλιστικών οργανώσεων στην USO ή στην CNT, για να κερδίσει επάξια μια θέση στην κατεστημένη εργατική γραφειοκρατία, παπαγαλίζοντας την καταδίκη της ανεξέλεγκτης εργατικής βίας ή της βίας των ριζοσπαστικών ομάδων. Από το ’76 ως το ’78 ξέσπασαν μια σειρά από εξεγέρσεις που ανατάραξαν το μεγαλύτερο μέρος των ισπανικών φυλακών. Αυτές οι εξεγέρσεις είχαν ως αφετηρία τον αγώνα για την αμνηστία των κοινωνικών («ποινικών») κρατουμένων, παράλληλα με την αμνηστία στους πολιτικούς κρατουμένους που θα εκχωρούσε το νέο καθεστώς. Η πάλη μέσα από τις φυλακές πήρε κάποιες συνελευσιακές μορφές, όπως το COPEL (Συντονιστικό Αγώνα Φυλακισμένων:, Σημ: προέκυψε ταυτόχρονα με τη χορήγηση αμνηστίας στους πολιτικούς κρατουμένους, διεκδικώντας την απελευθέρωση και των κοινωνικών κρατουμένων, στις κινητοποιήσεις του συμμετείχαν με ενθουσιασμό τα φυλακισμένα μέλη των αυτόνομων ομάδων), μια δομή αυτοοργάνωσης των κρατουμένων που δεν μπόρεσε να ξεφύγει από τον ηγετισμό, που χωριζόταν σε δύο είδη: από την μία οι ρεφορμιστές ηγετίσκοι που αρκούνταν στην διεκδίκηση πιο «ανθρώπινων» φυλακών υμνητές των υποσχέσεων του Garcia Valdéz (διευθυντή των φυλακών) για την αναβάθμιση των φυλακών, κι από την άλλη μια μειοψηφία ριζοσπαστών που προέβαλλαν την πλήρη καταστροφή των φυλακών. Η αστυνομία κατέπνιξε βίαια κάθε κινητοποίηση και η γενική διεύθυνση σωφρονιστικών καταστημάτων ξεχώρισε και έριξε στα γρήγορα σε ειδικές φυλακές τη μειοψηφία που διακρίθηκε στις κινητοποιήσεις για το ριζοσπαστισμό της. Η ειρήνη βασίλευσε πάλι στις φυλακές που βρίσκονταν τώρα υπό τη στρατιωτική κατοχή της αστυνομίας. Στο δρόμο μονάχα κάποιες επιτροπές προ-COPEL, ελάχιστοι τομείς της CNT και οι GGAA έφερναν την πάλη προς τα έξω.

Από το ’79 ως το ’80 υπήρξε μια φανερή κόπωση στους κοινωνικούς αγώνες. Ξεχώρισαν μόνο οι συνελευσιακές απεργίες των νοσοκομείων και της FASA-RENAULT (στο Valladolid) με πικετοφορίες και συγκρούσεις με την αστυνομία. Από το ’76 ως το ’80 τόσο τα κόμματα όσο και τα συνδικάτα είδαν τον αριθμό των πιστών τους να μειώνεται σημαντικά. Στις τελευταίες εκλογές η αποχή έφτασε το 40%. Αυτό υποδηλώνει μια έλλειψη εμπιστοσύνης στην πολιτική, ότι δηλαδή η εναλλαγή της δικτατορίας της καπιταλιστικής δημοκρατίας έχασε κάθε γόητρο μέσα σε 4 χρόνια. Αν και σε πολλές άλλες χώρες το δημοκρατικό ψέμα κρατάει αρκετά χρόνια πριν απομυθοποιηθεί, εδώ άντεξε μόλις μια τετραετία.

Όσον αφορά την εργατική τάξη και το ισπανικό προλεταριάτο, δεν έχουν άλλη εναλλακτική από την κοινωνική επανάσταση. Σκεφτόμαστε ότι είναι απλώς ένα ζήτημα χρόνου. Η μόνη άλλη πιθανότητα, και το μόνο που θα μπορούσε να αποκόψει την παγκόσμια επαναστατική κίνηση είναι η πλήρης μετατροπή της ανθρωπότητας, από την αντεπαναστατική τρομοκρατία των πολυεθνικών, σε αυτοματοποιημένα ρομπότ. Οι κοινωνικές αντιθέσεις εκρήγνυνται, οι αντικειμενικές συνθήκες είναι εδώ, λείπουν μόνο τα υποκείμενα.

Από το ξεκίνημά της, στις αρχές του ’70, με λίγα μέλη, και μέχρι το ’74, η ένοπλη πάλη, κοινή στα προλεταριακά κινήματα, έγινε μέσα από μας -χωρίς να κομπάζουμε γι αυτό- μια επιθετική πρακτική αγώνα στην Ισπανία. Ήταν άλλωστε η μοναδική περιπέτεια που άξιζε τον κόπο να ζήσουμε, η μόνη «περιπέτεια» που μπορεί να μας προσφέρει η σύγχρονη εποχή: η καταστροφή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Στην πραγματικότητα, η είσοδος σε αυτόν τον αγώνα, στη ζώνη της κοινωνικής αυτονομίας, των αυτόνομων αντικαπιταλιστικών κομάντος της χώρας των βάσκων και των εργατών της SEAT, έρχεται να επιβεβαιώσει την εγκυρότητα της αρχικής μας θέσης, ότι ήταν και είναι απλό θέμα χρόνου όπως αναδεικνύουν και ανάλογες εμπειρίες πάλης στην Ισπανία και στην Ευρώπη. Ξεκινώντας από μια κοινωνική πραγματικότητα και μια εμπειρία αγώνων διαφορετική από τη δική μας, έρχονται να βεβαιώσουν πως η ένοπλη πάλη, κι όχι σαν αποκλειστικό εργαλείο, μπορεί να ανατρέψει ριζικά τις οικονομικές ανάγκες της ζωής επιφέροντας την καταστροφή αυτού που μας εμποδίζει να ζήσουμε: της μισθωτής εργασίας, της οικονομίας και του κράτους.

Αυτόνομες Ομάδες

Αύγουστος 1980

Φυλακές της Segovia

Προκηρύξεις των Αυτόνομων Ομάδων από τις φυλακές της Segovia (1978-1980)

Από τη στιγμή των πρώτων συλλήψεων μελών των GGAA στη Γαλλία και στην Ισπανία, διάφοροι «ευαίσθητοι» επαναστάτες βιάστηκαν να μας δικάσουν προτού το κάνει το ίδιο το κράτος για λογαριασμό του. Ίσως κακοκαρδίσουμε αυτούς τους θεωρητικούς της απραξίας, που κριτικάρουν τις δράσεις μας, αν και αδυνατούν να μας πουν για τις όποιες δικές τους, ίσως δυσκολεύονται να δέσουν ακόμα και τα κορδόνια τους, ικανοί μόνο για να συμβιβάζονται, όπως είναι, όλοι αυτοί που μας χαρακτηρίζουν τρελούς, ανεύθυνους ακτιβιστές, για να δικαιολογήσουν την παθητικότητά τους. Εάν είμαστε «τρελοί», η τρέλα μας δεν είναι καθόλου γλυκιά, είναι η τρέλα του να θέλεις να ζήσεις, του να αρνείσαι να υποταχθείς στην μισθωτή σκλαβιά, του να σπας τον κύκλο της θλιβερής κοινοτοπίας, του να χρησιμοποιείς όλες τις πιθανότητες επιστροφής στον εαυτό σου, να χωρίζουμε και να ενωνόμαστε για να επιβεβαιώνουμε την αυτονομία των επιθυμιών μας, ανικανοποίητων από το Κεφάλαιο. Εάν είμαστε «ακτιβιστές», ο ακτιβισμός μας είναι η χαρά του εξεγερτικού παιχνιδιού, απελευθερώνουμε τα σωθικά μας, είναι το ξεπέρασμα του θεσμοθετημένου κόσμου, το απεριόριστο των πιθανοτήτων μας. Είναι, τελικά, η προίκα των μέσων που χρησιμοποιούμε στον αγώνα μας, που μας προσφέρει η ένοπλη ή άοπλη απαλλοτρίωση, η πλαστογράφηση επιταγών κλπ. για την κάλυψη μιας απαραίτητης υποδομής (χρήματα, καταφύγια, όπλα, ψεύτικα πιστοποιητικά…) και ικανοποιεί τις επιθυμίες μας, ξεφεύγοντας από την πιθανότητα της μισθωτής σκλαβιάς και του ακολούθου της: της γενικευμένης μιζέριας. Εάν είμαστε «ανεύθυνοι», η ανευθυνότητά μας είναι μικρόβιο και προσβάλει αυτούς που θέλουν να διατηρήσουν την κατεστημένη τάξη κι αυτούς που θέλουν να την αντικαταστήσουν με μια άλλη. Μια βόμβα, ένα κοκτέιλ μολότοφ, μια εκτροπή των μέσων πληροφόρησης τη κατάλληλη στιγμή, μπορούν να είναι πολύ αποτελεσματικότερες πρακτικές από κάμποσα φυλλάδια και ατελείωτες πολιτικές συνελεύσεις. Γνωρίζουμε τις αντιρρήσεις απέναντι στις ενέργειές μας: είναι θεαματικές, τρομοκρατικές, αφομοιώσιμες, υποκαθιστούν τους αγώνες των εργαζομένων, δίνουν αφορμή στο κράτος να καταπατήσει τους ίδιους του τους νόμους, να οχυρώσει τη δύναμή του και να αυξήσει την καταπίεση… Δεν μας καίγεται καρφί για το θέαμα! Δεν θέλουμε να φαινόμαστε σαν μια οργάνωση με τους ειδικούς της, την ιεραρχία της, με τα φερέφωνα και τα καρφιά της. Κατανοούμε πως το κράτος δεν μπορεί ακόμα να κατευθύνει την προσοχή των προλεταρίων σε μια αντιπαράθεση ασαφή και σκοτεινή. Έχει ανάγκη από μια οργάνωση την οποία οφείλει να ονομάσει «τρομοκρατική» για να προβάλει σε αυτή τον δικό του μισητό ρόλο. Το κράτος αυτό δεν έχει ανάγκη τις «αφορμές που του δίνουμε» για να εξασκεί την καθημερινή του τρομοκρατία: αστυνομική τρομοκρατία απέναντι στις διαδηλώσεις και τις απεργίες, τρομοκρατία των χαφιέδων των αφεντικών, τρομοκρατία της γενικευμένης εκμετάλλευσης… Οι δράσεις μας δεν στοχεύουν να δείξουν κάτι στους προλετάριους παρά να αντιμετωπίσουν δυναμικά την αλλοτρίωσή τους έξω από το πεδίο των πολιτικών και των συνδικάτων (με άγριες απεργίες, μαχητικές συνελεύσεις…). Οι προλετάριοι δεν έχουν ανάγκη τους επαγγελματίες επαναστάτες. Όταν παρεμβάλλονται αυτοί θέλουν όλο το πεδίο για τους εαυτούς τους. Στο πεδίο αυτό τοποθετημένοι, κάποιοι σύντροφοι που εργάζονται, μερικώς ή πλήρως, για να δικαιολογήσουν έναν μισθό προκειμένου να επωφεληθούν από το επίδομα ανεργίας, λεν πως χρειάζεται να αναμειχθούμε εκ νέου στους εργατικούς αγώνες. Όσο για μας, που αρνούμαστε κατηγορηματικά να υποταχθούμε στην μισθωτή σκλαβιά, εκφράζουμε μια τακτική απόδρασης, αν μη τι άλλο. Δεν υπάρχει κανείς συσχετισμός υποταγής των μεν στους δε, όπως φαντάζονται από τις μουχλιασμένες πολυθρόνες τους οι εργατιστές διανοούμενοι, αλλά εργάτες με διάνοια που δραπετεύουν από τους καταναγκασμούς. Οι ενέργειές μας δεν συνοψίζουν την μοναδική και απόλυτη αντίθεση στην Εξουσία, είναι σίγουρα περιορισμένες, δυναμικές και υποκειμενικές (απαντήσεις στις δολοφονίες φυλακισμένων συντρόφων, στη σύγκρουση στο δρόμο ή σε εργατικούς αγώνες). Στην πραγματικότητα συντονίζονται με άπειρα σημεία σχεδιασμού και παρέμβασης (πυρηνικά, κίνημα των φυλακισμένων, ενάντια στην μισθωτή εργασία…). Αναλαμβάνουμε την ευθύνη τους ή και όχι, ανάλογα με τις προθέσεις μας. Κάποιες φορές, όταν δεν υπάρχει ανάληψη ευθύνης (απόπειρες, απαλλοτριώσεις…), βλέπουμε οργανώσεις ή γκρουπούσκουλα να τις οικειοποιούνται για να δώσουν την ψευδαίσθηση μιας δυναμικής που δεν διαθέτουν, αναγνωρίζοντας βέβαια έτσι ότι πρόκειται για αποτελεσματικές ανταγωνιστικές ενέργειες ενάντια στο Κράτος. Η στρατηγική τους ήταν να δίνουν την εικόνα μιας ψευδούς πολυμορφίας δράσης, περιορισμένης φυσικά στα έντυπά τους, που προβάλλοντας τους φυλακισμένους παλιούς μιλιτάντες και μάρτυρες τους, αποζητά την εικόνα του ορκισμένου υπερασπιστή της εργατικής τάξης. Είναι το θεαματικό αποτέλεσμα αυτών των πρωτοποριών, η πρόθεση να δημιουργήσουν φερέφωνα της επαναστατικής συνείδησης, με τη δράση τους. Πόσο λίγο μας ενδιαφέρει η αποδοχή μας από τις οργανώσεις αυτές, όσο λίγο και, αν και διεθνιστές, μας ενδιαφέρει η αποδοχή των φορέων μιας ιδεολογίας εθνικιστικής (ΕΤΑ) ή τριτοκοσμικής (RAF). Φτύνουμε τους θαυμαστές, ή τους επαγγελματίες αλληλέγγυους, που εκθειάζουν συστηματικά κάθε ενέργειά μας, διαβεβαιώνοντας πως συμφωνούν με τη ριζοσπαστικότητά τους σε συλλαλητήρια ή σε εκδηλώσεις, χωρίς οι ίδιοι να συμμετέχουν στους αγώνες και στις συνέπειές τους. Από τις αναπαυτικές τους θέσεις, που τους επιτρέπουν να στοχάζονται σχολαστικά πάνω στην αλλοτρίωση του «μιλιτάντικου ακτιβισμού», χωρίς να δρουν ποτέ, χωρίς να παίρνουν πρωτοβουλίες, ή να δοκιμάζονται στα απελευθερωτικά εγχειρήματα… Θα σπεύσουν να δώσουν στην αυτονομία το νόημα μιας νέας ιδεολογίας του συρμού προκειμένου να κρύψουν την ανικανότητά τους να δώσουν μια καθαρή διέξοδο στην ριζοσπαστική τους ευαισθησία, να προσθέσουν κάτι καινούριο στην Πράξη μας, να είναι κάτι παραπάνω από αλλοτριωμένοι ημι-ζωντανοί ορισμοί του οπορτουνισμού και του ρεφορμισμού για να εξασκούμε την κριτική μας. Δεν έχουμε καμιά διάθεση να ασχοληθούμε με αυτούς, αρκεί να πάψουν να μιλούν στο όνομά μας. Η θέση μας δεν είναι προϊόν ελιτισμού. Αυτό που θέλουμε είναι, αν μπορούμε να ζητάμε κάτι τέτοιο από αυτούς, να ξεκινήσουν τον δικό τους αγώνα, ωθούμενοι από τους κοινωνικούς περιορισμούς, οπότε αν μέχρι τώρα συγκρουόμαστε, τότε θα τους μεταδώσουμε τις εμπειρίες μας, θα τους μιλήσουμε για τα εμπόδια και τις επιτυχίες μας και δεν θα τους αρνηθούμε κανένα από τα μέσα μας. Η πρακτική τους πρέπει να είναι αντι-ιεραρχική και να βασίζεται στην ισότητα, πράγμα που θέτει ένα αριθμητικό όριο, και οδηγεί σε αποκλεισμούς, όμως αποκλείει και την αναγέννηση της Εξουσίας, ενώ επιτρέπει μια ελάχιστη συνοχή ενός επαναστατικού σχεδιασμού και ελαχιστοποιεί τις πιθανότητες διάβρωσης από την αστυνομία, εξασφαλίζοντας μια δυναμική που οι περισσότερες οργανώσεις, αν και πολυάριθμες αδυνατούν να επιδείξουν. Το προλεταριάτο που έχει υποδουλωθεί στην μισθωτή σκλαβιά τείνει να θέτει όλο και πιο επιτακτικά το ζήτημα της ένοπλης πάλης, χωρίς να σημαίνει αυτό ότι εξουσιοδοτεί εξειδικευμένες ομάδες (συμπεριλαμβανομένων των εαυτών μας) να δρουν για λογαριασμό του. Η κοινωνική κατάσταση στην Ισπανία το εξηγεί. Αυτό που έδειξαν οι προλετάριοι της SEAT είναι πως με την αντιστροφή των όρων του καπιταλισμού, αντί για μια αναδιανομή των χρημάτων, προϊόντων απαλλοτριώσεων, προς όφελος των ανέργων, προτίμησαν να δημιουργήσουν οι ίδιοι τις αναγκαίες συνθήκες για να οικειοποιηθούν αλυσιδωτά όλο και περισσότεροι προλετάριοι την πρακτική τους, ευνοώντας καθ αυτόν τον τρόπο την ανάπτυξη νέων πυρήνων ένοπλης πάλης στο εσωτερικό των εργοστασίων. Ξεκινώντας από την αλλοτρίωσή τους δεν μπόρεσαν να φτάσουν μακριά στην ανάπτυξη του αγώνα. Έδειξαν ωστόσο ότι κατέχουν μια ευρεία επαναστατική συνείδηση, σηματοδοτώντας τα πεδία εκείνα του ταξικού αγώνα που χρειάζεται να οικειοποιηθεί το προλεταριάτο. Εμείς ως Αυτόνομες Ομάδες, ένοπλη φράξια του ριζοσπαστικού προλεταριάτου, που θέλουμε να ξεριζώσουμε την μισθωτή εργασία, μπορούμε μόνο να προσφέρουμε τις πρώτες ύλες για τη δημιουργία ενόπλων ομάδων στους χώρους εργασίας ή έξω από αυτούς. Στη συνέχεια πρέπει αυτοί οι ίδιοι να αποδείξουν την συγκρότησή τους αναδεικνύοντας την αυτονομία της δράσης τους. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να αποφύγουμε τη δημιουργία «οπλισμένων βραχιόνων στην υπηρεσία του προλεταριάτου». Η στρατηγική της FAI (Federacion Anarquista Iberica – Ιβηρική Αναρχική Ομοσπονδία, οργάνωση που ελέγχει ιδεολογικά την CNT), για την ισπανική επανάσταση δεν μπορεί να ισχύει ακόμα. Οι προλετάριοι πρέπει να πραγματώνουν τις επιθυμίες τους, ανάλογα με τις απαιτήσεις των συνθηκών, οπλισμένοι ή όχι, πάντοτε για τους εαυτούς τους. Οι στόχοι μας είναι μια απάντηση στην καταπίεση και μια ανίχνευση των σημείων παρέμβασης. Δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το Κράτος μόνοι μας. Πρέπει οι στόχοι μας να γίνουν οικείοι σε όλο το προλεταριάτο.

ΚΑΤΩ ΤΟ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΜΙΣΘΩΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ! ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΤΑΞΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ!

Αυτόνομες Ομάδες, Γενάρης 1979

Ο δημοκρατικός τύπος μας βομβαρδίζει τελευταία με μια επαναλαμβανόμενη αποκήρυξη των συνθηκών κράτησης στις οποίες υπόκεινται οι βάσκοι πολιτικοί κρατούμενοι των φυλακών της Soria και σε μικρότερο βαθμό, οι κρατούμενοι της GRAPΟ στη Zamora, στην οποία δε θα διαφωνήσουμε σε κάτι. Από την άλλη, αποκρύπτεται συστηματικά η κατάσταση των υπόλοιπων πολιτικών και κοινωνικών κρατουμένων του ισπανικού κράτους. Στη δημοκρατία της δικτατορίας του κεφαλαίου, ο ρόλος των αστυνομικών συντακτών είναι να φανερώνουν το μέρος αυτό της κρατικής καταπίεσης, που είναι πρόσφορο για βελτίωση ή εμπορευματοποίηση, συνθλίβοντας ή επισκιάζοντας ό,τι συμβαίνει στις υπόλοιπες φυλακές. Όσον αφορά τις φυλακές-τάφους της Herrera de la Mancha, η λειτουργία τους συνίσταται στην φυτοποίηση των θεωρούμενων ως μη αναμορφώσιμοι για το Κεφάλαιο. Η ύπαρξη των φυλακών του Burgos, της Ocaña και του Puerto de Santa María, που τελούν υπό στρατιωτική κατοχή, όπως κι αυτές τις Soria και Zamora, στις οποίες οι ξυλοδαρμοί, τα βασανιστήρια, και τα ασφυξιογόνα σπρέι είναι πράγματα καθημερινά. Για να διασκεδάσουν την πλήξη και να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους, οι ιεραπόστολοι της καταπίεσης δεν βρίσκουν από το να ζητούν πιο δικαιολογημένους ξυλοδαρμούς, συνοδευόμενους ίσως από τραγούδια όπως τα cara al sol, montañas nevadas, yo tenía un camarada. Αιτήματα που χαρακτηρίζουν άλλωστε την έγνοια τους για τους φιλήσυχους και νομοταγείς κρατουμένους στη «σωφρονιστική θεραπεία» τους, προκειμένου «να επανενταχθούν ομαλά στην κοινωνία». Αυτή είναι και η πραγματικότητα του κάθε ρεφορμιστή όσον αφορά τους κρατουμένους που μάχονται για την αμνηστία, με τα πενιχρά μέσα που διαθέτουν. Με αυτά που κράτησαν 3 χρόνια αγώνων, δημιουργία κύκλων αυτομόρφωσης, απεργίες πείνας κλπ. Ο García Valdés θα επιχειρηματολογούσε ότι τα κελιά προορίζονται για τους «απροσάρμοστους», όταν στην πραγματικότητα, σε αυτό που αρνούνται να προσαρμοστούν είναι ο διαβόητος εκσυγχρονισμός του Κεφαλαίου και οι νέες δημοκρατικές μεθοδεύσεις. Η προσαρμογή σ αυτά, σημαίνει την φυσική και ψυχική καταστροφή του ατόμου, τον αργό θάνατό του, καθημερινά μεθοδικά και σιωπηλά. Από την άλλη ο ρεφορμισμός αναδεικνύει σε θεαματικό επίπεδο κάποιες βεντέτες όπως ο el Lute ή ο Daniel Pons και άλλοι αστέρες του COPEL, τη στιγμή που χιλιάδες ανάλογοι κρατούμενοι σαπίζουν στα κελία τους, στην καλύτερη περίπτωση. «Προσωπικότητες» τέτοιου βεληνεκούς, φέρνουν στο ρεφορμισμό οργασμούς. Ο ρεφορμισμός, σε κοινοβουλευτικό επίπεδο συναίνεσε στην μετατροπή των φυλακών σε τσιφλίκια του κάθε διευθυντή, οπότε το απόρρητο της αλληλογραφίας παραβιάζεται κατά βούληση, η επικοινωνία με το εξωτερικό των φυλακών είναι περιορισμένη στο ελάχιστο, βιβλία και έντυπα λογοκρίνονται συστηματικά, ενώ απαγορεύεται να εισαχθούν στη φυλακή χωρίς να εξεταστούν από διάφορες επιτροπές, κάθε ερωτική επαφή είναι σαφώς απαγορευμένη κλπ. Η μόνη διαφορά ανάμεσα στις φυλακές του Φράνκο και της δημοκρατίας είναι ότι στις μεν πρώτες, τα βασανιστήρια γίνονταν από τους φύλακες, ενώ στις δεύτερες, κάτω από στρατιωτική κατοχή, τα βασανιστήρια αναλαμβάνουν κάποιοι «νομοταγείς» κρατούμενοι (με την ολόψυχη στήριξη των φυλάκων). Κι όσο για τη φυλακή της Segovia, φυλαγμένης για τους φυλακισμένους ελευθεριακούς από τον García Valdés, τις ημέρες 30 και 31 Ιούλη τα ξημερώματα χωρίς καμιά δικαιολογία, απήχθηκαν με στρατιωτική επιχείρηση και χωρίς οι υπόλοιποι κρατούμενοι να μπορούν να κάνουν τίποτα για να εμποδίσουν την μεταφορά τους εκεί, 10 κρατούμενοι: 4 εμπλεκόμενοι στην υπόθεση Scala (3 στην Ocaña κι ένας στο Burgos), 3 των Αυτόνομων Ομάδων (2 στην Ocaña κι ένας στο Burgos), 2 κοινωνικοί κρατούμενοι στο Burgos κι ένας ακόμη στο Σωφρονιστικό Ψυχιατρείο. Ακόμη υπήρχαν 8 σύντροφοι των Αυτόνομων Ομάδων στο Puerto de Santa María και 6 της CNT στο Burgos. Στις πιο σκληρές φυλακές η αντιμετώπιση που απολαμβάνουν οι ελευθεριακοί κρατούμενοι είναι ίδια με αυτή των λεγόμενων «απροσάρμοστων» κοινωνικών κρατουμένων. Οι ελευθεριακοί υπόκεινται κατά πρώτο λόγο στην πολιτική της εγκληματοποίησης των ταξικών αγώνων σε δικαστικό επίπεδο και στη συνέχεια στις φυλακές. Το καπιταλιστικό κράτος φροντίζει, και σε αυτό το επίπεδο είναι υπεύθυνες εξίσου η δεξιά, η αριστερά και η άκρα αριστερά, να παρουσιάζει τους συντρόφους των Αυτόνομων Ομάδων και τους ελευθεριακούς καθώς και τις δράσεις τους, που αποσκοπούν πάντοτε στην καταστροφή της σύγχρονης δουλείας της μισθωτής εργασίας, του εμπορεύματος και του κράτους, σαν συμπεριφορές που υπόκεινται στο ποινικό δίκαιο: πλημμελήματα και κακουργήματα. Εκτός από τα προβλήματα συνείδησης που προκαλεί αυτό στο «θέατρο της πολιτικής», πρέπει να ιδωθεί στην καθαρή φύση του: την επιλεκτική καταπίεση. Με την πρόσφατη έγκριση του καταστατικού της Guernica και την επακόλουθη συνθήκη στο επίπεδο των πολιτικών γραφειοκρατιών, φάνηκε μια πιθανότητα χορήγησης αμνηστίας στους βάσκους πολιτικούς κρατουμένους, κατά κύριο λόγο αυτών της ETA, που αναθέτει τον ρόλο του διαπραγματευτή της στην πολιτική της έκφραση: το Euskadiko Ezquerra. Αποσκοπώντας στο να αποκρύψει τους αγώνες των υπόλοιπων πολιτικών και κοινωνικών κρατουμένων του ισπανικού κράτους. Η ETA αναδεικνύεται έτσι ως ο μόνος γνήσιος εκφραστής του ριζοσπαστισμού της βασκικής μικροαστικής και μεσοαστικής τάξης και του λαϊκιστικού εθνικισμού της. Μπορούμε να διαβεβαιώσουμε τον καθέναν ότι το μέλλον της ETA θα είναι αυτό της μελλοντικής αστυνομίας του βασκικού καπιταλισμού που θα συγκρούεται με την άκρα αριστερά, και κατά συνέπεια υπερασπιστές της αντεπανάστασης, που αντιμετωπίζουν ήδη την άρνησή της: της προλετάριους που δεν ανέχονται να είναι τέτοιοι άλλο πια.

ΓΕΝΙΚΗ ΑΜΝΗΣΤΙΑ-ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ-ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΜΙΣΘΩΤΗΣ ΣΚΛΑΒΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΣ.

Αυτόνομες Ομάδες, Αύγουστος 1979

Για τις Αυτόνομες Ομάδες, τους οπαδούς του κόμματος της προπαγάνδας με τη θεωρία και την ένοπλη δράση, που δρούσαν και δρουν στο ισπανικός κράτος, υπάρχει μια αναγκαιότητα ξεκαθαρίσματος ορισμένων όψεων της προπαγάνδας του αστικού και μιας μερίδας του αυτοαποκαλούμενου εργατικού τύπου. Η σύγχυση αποτελεί τον κανόνα, όσον αφορά κάθε πληροφορία που βλέπει το φως σχετικά με τον επαναστατικό αγώνα των προλεταρίων για την αυτονομία τους. Αυτή η σύγχυση είναι μια απόλυτη ανάγκη του κεφαλαίου και των οργάνων αφομοίωσής του (κόμματα, συνδικάτα) για να αποτρέψουν την ανάπτυξη της προλεταριακής αντίληψης της αναγκαιότητας της επαναστατικής υπευθυνότητας σε κάθε τομέα (οργάνωση, ανάλυση, δράση…), που θα του επέτρεπε να αρνηθεί κατ αρχήν τον εαυτό του σαν τάξη, καταστρέφοντας την μισθωτή εργασία και κάθε εξουσία, κινούμενο προς μια κομμουνιστική κοινωνία. Κάθε υποτίμηση της υπευθυνότητας αυτής, γεννά την εξουσία και την επικύρωσή της: την εκμετάλλευση. Μας έχουν κατονομάσει αναρχικούς, ένοπλο βραχίονα της CNT, συμμορίτες, ναρκομανείς κλπ, ενώ το μόνο που είμαστε είναι ο ένοπλος βραχίονας των δικών μας επιθυμιών, ανικανοποίητων από την μιζέρια ενός μισθού. Θεωρούμε αναγκαιότητα σε αυτή τη φάση το ξεπέρασμα των ιδεολογιών, ως εργαλεία διαχωρισμού της εργατικής τάξης. Τα μαρξιστικά ή αναρχικά σχήματα είναι ένα εμπόδιο στον επαναστατικό μετασχηματισμό. Οι αυτόνομες ομάδες καταδεικνύουμε ένα θεμελιώδες πεδίο δράσης: την καταστροφή των φυλακών, την κατάργηση της μισθωτής σκλαβιάς και κάθε εξουσίας. Το ότι κάποιοι από μας έχουν περάσει από το συνδικάτο της CNT σε ατομικό επίπεδο, είχε σαν συνέπεια να κατηγορηθούμε από την αστυνομία ότι αποτελούμε τον «ένοπλο βραχίονα της CNT». Σε κάθε δήλωσή μας προς τους βασανιστές ή τους δικαστές, το έχουμε αρνηθεί κατηγορηματικά. Ωστόσο οι επαγγελματίες οπορτουνιστές προσπαθώντας να επωφεληθούν από τη σύγχυση που καλλιέργησε η αστυνομία προκειμένου να οικειοποιηθούν και να ρευστοποιήσουν τη δράση μας και τους εαυτούς μας. Η CNT το 1936 υποτίθεται ότι ανέβασε το ισπανικό προλεταριάτο σε μια επαναστατική κατάσταση. Ωστόσο, αποδείχτηκε ανίκανη να διατηρήσει και να επεκτείνει τα επιτεύγματα της επανάστασης, με τους -υπουργοποιημένους πλέον- ηγέτες της, ομήρους της αστικής δημοκρατικής κυβέρνησης του κεφαλαίου. Αυτό είναι και το ανώτατο όριο της ιδεολογίας και της υποδομής τους αναρχοσυνδικαλισμού, που διατηρεί στην μούχλα την ίδια αρχαϊκή ιδεολογία όπως και τους «φυσικούς ηγέτες» του. Ο Μάης του ’37 έδειξε στην πράξη τον ρόλο αυτών των ταξικών οδοφραγμάτων: στην υπηρεσία του κεφαλαίου κι ενάντια στο προλεταριάτο.[Σημ. Τις μέρες μεταξύ 3 και 8 Μάη 1937 ξέσπασε μια σειρά οδομαχιών ανάμεσα στους αγωνιστές της CNT και του POUM από την μια μεριά και της πολιτοφυλακής του PCI (Κομμουνιστικό Κόμμα Ισπανίας). Οι συγκρούσεις ξεκίνησαν όταν δυνάμεις του Ενιαίου Καταλανικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (προσκείμενου στο ΚΚΙ) επιχείρησαν να καταλάβουν ένα τηλεφωνικό κέντρο που λειτουργούσαν αναρχικοί. Οι αναρχικοί και οι μαρξιστές επαναστάτες του POUM έστησαν οδοφράγματα στις γύρω συνοικίες, ενώ η χωροφυλακή και η πολιτοφυλακή του PCI επιτίθονταν αδιάλειπτα. Οι ταραχές εξαπλώθηκαν ενάντια στο PCI, όμως η CNT επενέβη πυροσβεστικά, με πρωτοστατούντα τον υπουργό της Juan García Oliver, αναγκάζοντας τους εργάτες σε συμβιβασμό, ενώ η δημοκρατική κυβέρνηση απέσυρε από το μέτωπο 10.000 στρατιώτες για να ελέγξουν την κατάσταση στην Καταλωνία, συλλαμβάνοντας και φυλακίζοντας αναρχικούς. Η γνωστή Dolores Ibárruri (Πασσιονάρια) έκανε τότε λόγο για χιτλερικό δάχτυλο πίσω από τους «αναρχοτροτσκιστές» προκειμένου να χτυπήσουν τη δημοκρατική κυβέρνηση, για να περάσει στην ίδια διαχρονική ανυποληψία με το κομμουνιστικό κόμμα και τον σταλινισμό. Σαν αποτέλεσμα, διαλύθηκε κάθε ψευδαίσθηση εργατικού ελέγχου, αλλά και ξεκαθαρίστηκε η διασύνδεση της CNT με την κυβέρνηση. (Τα στοιχεία προέρχονται από τα βιβλία των: George Orwell: Homage to Catalonia και Augustin Souchy: The May Days Barcelona ’37) Στην ιστορική στιγμή της αποσύνθεσης του καπιταλισμού, τα συνδικάτα δεν μπορούν παρά να είναι συντηρητικές δυνάμεις αφομοίωσης. Ο διαμεσολαβητικός τους ρόλος στην εκδούλευση της εργατικής δύναμης, αποκαλύπτουν ξεκάθαρα τον ρόλο τους στην αντιπαράθεση κεφαλαίου-προλεταριάτου. Τα πολιτικά κόμματα της αριστεράς και της άκρας αριστεράς αναλαμβάνουν το ίδιο έργο. Δεν είναι παρά η αριστερή πτέρυγα του κεφαλαίου, τα προγράμματά τους εξυπηρετούν τις ανάγκες βελτίωσης του καπιταλισμού, είναι προγράμματα του καπιταλισμού. Δεχόμαστε την ύπαρξη επαναστατών στις τάξεις της CNT (όπως και σε άλλες οργανώσεις), ωστόσο η δράση τους μέσα από αυτήν παραμένει εγκλωβισμένη στον συνδικαλιστικό χαρακτήρα της, υποκαθίσταται από τη διαμάχη για τον πολιτικό έλεγχο της CNT ανάμεσα στις διάφορες ρεφορμιστικές τάσεις και αυτούς. Είναι συνεπώς, καταδικασμένοι να μην προσφέρουν τίποτα στην υπόθεση του επαναστατικού αγώνα. Προτιμούν να παλινδρομούν στους σκοπέλους της ήττας αντί να ξεκινούν τον αγώνα. Η δημοκρατική δικτατορία του κεφαλαίου αντιλαμβάνεται την ανάγκη να ποινικοποιεί τους εξεγερτικούς αγώνες, παρουσιάζοντας τους επαναστάτες σαν συμμορίτες, ναρκομανείς, εγκληματίες κλπ. Στον αποκαλούμενο «εκδημοκρατισμό» του, ο ισπανικός καπιταλισμός δεν μπορεί να παραδεχτεί ξεκάθαρα το γεγονός ότι έχουν απαχθεί και στοιβάζονται στις φυλακές του πάνω από 400 πολιτικοί κρατούμενοι. Είναι σαφές, τέλος, πως δεν σχετιζόμαστε με κανέναν τρόπο με την ιδεολογία του αυτοαποκαλούμενου «ελευθεριακού κινήματος», ούτε βέβαια είμαστε «μαρξιστές». Η πρακτική μας της αυτονομίας της τάξης, μας απαλλάσσει από τέτοιες δομές, που δεν αποτελούν παρά τροχοπέδη στην αυτό-χειραφέτηση των προλεταρίων.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ-ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΜΙΣΘΩΤΗΣ ΣΚΛΑΒΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΘΕ ΕΞΟΥΣΙΑΣ.

Αυτόνομες Ομάδες, Σεπτέμβρης 1979

Η πρακτική των αυτόνομων ομάδων βασίζεται σε μια πανάρχαια σχέση: Τις πρακτικές επαναστατικής παρέμβασης γενικευμένης οικειοποίησης, που ξεκίνησαν το ’70, και της συμμετοχής στους κοινωνικούς αγώνες που τείνουν στην αυτονομία της τάξης και την αυτό-οργάνωση του προλεταριάτου, δηλαδή την πραγματοποίηση της αληθινής κομμουνιστικής κοινωνίας. Αυτή η σχέση εντατικοποιήθηκε από τη νομιμοποιημένη δολοφονία του Salvador Puig Antich από το ισπανικό κράτος τον Μάρτη του ’74. Οι ένοπλες δράσεις αλληλεγγύης απογειώθηκαν τις ημέρες πριν και μετά τη δολοφονία του, τόσο στην Ισπανία όσο και στο εξωτερικό, λειτουργώντας ως μια συνδετική πλατφόρμα μεταξύ των διαφόρων ομάδων και ατόμων, για να σχηματίσει στη συνέχεια ένα ανώτερο επίπεδο συντονισμού που θα μας επέτρεπε να δώσουμε μια απάντηση πιο ευρεία και πιο αποτελεσματική ενάντια στο κεφάλαιο. Για μας είναι προφανές πως τόσο ο φασισμός όσο και η δημοκρατία είναι δυο μορφές καπιταλιστικής δικτατορίας και εκμετάλλευσης του προλεταριάτου. Όσο για τις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» δεν διαφέρουν παρά στο γραφειοκρατικό τρόπο οργάνωσης του κεφαλαίου. Οι πρακτικές παρεμβάσεις των αυτόνομων ομάδων ζωογονούνται από την ύπαρξη των ριζοσπαστικών αγώνων του σύγχρονου κοινωνικού πολέμου ανάμεσα στο προλεταριάτο και τους υπερασπιστές του καπιταλισμού. Δεν αρκούνται σε μια μερική επίθεση για να εκθέσουν τις πιο βάρβαρες πτυχές των αντιθέσεων του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά είναι μια απάντηση καθημερινή και παγκόσμια ενάντια στην ολότητά του. Απάντηση που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και τις ακόλουθες: Μια σειρά επιθέσεων με βόμβες και κοκτέιλ μολότοφ καθ’ όλο το ’76 και το ’77 ενάντια σε γερμανικές πρεσβείες για τις «αυτοκτονίες» από το κράτος, των αγωνιστών της RAF, και ενάντια στις γαλλικές πρεσβείες της Βαρκελώνης και της Μαδρίτης για την έκδοση του Klaus Croissant. Οι επιθέσεις του 1977 έγιναν σε συντονισμό με αυτόνομες ομάδες στη Γαλλία με τους ίδιους στόχους. Στα μέσα του ’78, με αφορμή την επίσκεψη του Giscard d’ Estaing στην Ισπανία, σε συντονισμό με συντρόφους στη Γαλλία, χτυπήθηκαν ισπανικές πρεσβείες στη Γαλλία, καθώς και οι γαλλικές πρεσβείες της Βαρκελώνης και της Βαλένθια. Όλες αυτές οι δράσεις αποτελούν μια απάντηση επαναστατική και διεθνιστική ενάντια στην διεθνή καταπίεση του κεφαλαίου. Όσον αφορά τώρα τους αυτόνομους εργατικούς αγώνες: υπήρχαν οι απεργίες της Roca και των μεταφορών Mateu-Mateu στην Βαρκελώνη. Στην Μαδρίτη, οι απεργίες κατά τη κατασκευή της Roca (1976) και του Metropolitano (1977), ενώ στις αρχές του 1978 γίνονταν παρεμβάσεις στο Μετρό για την μείωση των μισθών. Η αστυνομική κατάπνιξη των συνελεύσεων και η διάλυση της οργάνωσης των εργατών, έφερε μια σειρά από επιθέσεις ενάντια σε παραρτήματα των εταιριών αυτών. Επίσης, κατά το ’75, το ’76, και το 77 στην Βαρκελώνη, τη Βαλένθια και τη Μαδρίτη για την επέτειο της δολοφονίας του Salvador Puig έγιναν επιθέσεις από πολυάριθμα κομάντος σε φρουρές της αστυνομίας και σε αστυνομικά τμήματα.[Σημ: μετά από αρκετά χρόνια αστυνομοκρατίας, οι πρώτες “cocteladas” (μπαράζ με μολότωφ – μπουκαλιάδες που λεν κι οι ντόπιοι) ήρθαν σαν κεραυνός εν αιθρία στην ύπνωση της ισπανικής κοινωνίας. Με τον θάνατο του Φράνκο 40 άτομα, χωρισμένα σε ομάδες των δυο η τριών ατόμων χτύπησαν 15 τράπεζες, στέλνοντας έπειτα μια κοινή προκήρυξη με τίτλο: Να γκρεμίσουμε τους τοίχους των φυλακών!) Αναφορικά με τον αγώνα των φυλακισμένων: στην Βαρκελώνη, τη Βαλένθια και την Μαδρίτη, σε όλη τη διάρκεια του ’77 και στις αρχές του ’78, έγιναν πολυάριθμες απόπειρες εναντίον δικαστών, επιθέσεις στις «φυλακές-πρότυπο» της Βαρκελώνης και σε γραφεία του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Για την κάλυψη των οικονομικών αναγκών αυτού του είδους αγώνα, καταφύγαμε στην απαλλοτρίωση: ενάντια σε τράπεζες, ιδιωτικές επιχειρήσεις, παραχαράξεις, επιτιθέμενοι στο κεφάλαιο παίρναμε πίσω, άμεσα ή έμμεσα, ένα μέρος απ όσα χρειαζόμασταν. Οι περισσότεροι από μας, αφού είχαμε ήδη φυλακιστεί, αναλάβαμε την ευθύνη για πολλές ακόμα απόπειρες και απαλλοτριώσεις. Οι υπόλοιποι δηλώσαμε την αλληλεγγύη μας με ανάλογες επιθέσεις και απαλλοτριώσεις, αν και δεν είχαμε συμμετάσχει στις συγκεκριμένες, δυσχεραίνοντας τη δουλειά της αστυνομίας και των δικαστών που μας είχαν κατηγορήσει ήδη για τις περισσότερες χωρίς αποδείξεις, μετά από άγρια βασανιστήρια. Οι δράσεις μας δεν στοχεύουν να δείξουν κάτι στους προλετάριους παρά να αντιμετωπίσουν δυναμικά την αλλοτρίωσή τους έξω από το πεδίο των πολιτικών και των συνδικάτων (με άγριες απεργίες, μαχητικές συνελεύσεις…). Στα μέσα του ’75 το αυτόνομο κίνημα στην εργασία, στα σχολεία, στις γειτονιές, αντιμετώπισε την εναλλακτική της ένταξης στη CNT και της συνακόλουθης αναγέννησής της, θεωρώντας πιθανή την σύμπτυξη των επαναστατικών στοιχείων κάτω από την αναρχοσυνδικαλιστική δομή της, που απλωνόταν σε όλη την έκταση του κράτους. Με το θάνατο του Φράνκο, το εργατικό κι επαναστατικό κίνημα ερχόταν για πρώτη φορά μετά από 40 χρόνια δικτατορίας, σε επαφή με την προοπτική ένταξης σε νόμιμες πολιτικές οργανώσεις και συνδικάτα. Έχασε έτσι όλη τη δύναμη που του εξασφάλιζε η ενότητά του στους χώρους εργασίας κι έξω από αυτούς, παραχωρώντας τα περισσότερα μέλη του στα πολιτικά κόμματα και στα συνδικάτα, εγκαταλείποντας το ταξικό πεδίο για να εισχωρήσει στις διάφορες θέσεις των μηχανισμών της δημοκρατικής πλέον, δικτατορίας του κεφαλαίου: στα κόμματα και τα συνδικάτα. Η CNT στάθηκε η μοναδική κλασσική εργατική οργάνωση που απολάμβανε ακόμα μια σχετική συμπάθεια σε μερικούς τομείς του προλεταριάτου, οφειλόμενη στο επαναστατικό παρελθόν που η εξορισμένη (από τον Φράνκο) γραφειοκρατία της διαφήμιζε και καρπωνόταν, για το οποίο ωστόσο υπεύθυνοι ήταν οι ανώνυμοι αγωνιστές της βάσης που πολέμησαν μέχρι τον Μάη του 1937 και ακόμη μετά την ήττα, που έγιναν οι αντάρτες των πόλεων και της υπαίθρου της δεκαετίας του ’60, τους οποίους η γραφειοκρατία πάντοτε εχθρευόταν και ήθελε να ελέγχει πολιτικά, τους «incontrolados» (ανεξέλεγκτους, έτσι ονόμαζαν οι αναρχοσυνδικαλιστές τους αναρχικούς αγωνιστές που δεν ήλεγχαν, από τη Σιδηρά Ταξιαρχία της επανάστασης μέχρι τους αντάρτες της δικτατορίας…) στους οποίους οφείλει ολόκληρο το επαναστατικό παρελθόν της. Και σε αυτό το παρελθόν και τη σχετική «ελευθεριακότητά» της οφείλει την ύπαρξή της, και γι αυτό δεν υπάρχει και μια καθαρή εξήγηση του τι είναι πλέον η CNT, είναι ένα συνδικάτο ή μια οργάνωση αυτόνομων ομάδων; Σύγχυση που εξυπηρετεί στον εισοδισμό από στοιχεία που διαφορετικά έτειναν στην «προπαγάνδα με τη δράση»… Ο συντονισμός των αυτόνομων ομάδων που ασκούν προπαγάνδα με τη δράση και με τη θεωρία, ενιαίος σε μια κοινωνική εξέγερση, αναγεννά την προοπτική της συνέχισης και της επέκτασης των συνελευσιακών αυτόνομων μορφών, που ήδη υπάρχουν στους χώρους εργασίας και στο δρόμο, στο φοιτητικό κίνημα κλπ, και ξαναφέρνουν στο προσκήνιο το φάντασμα του ενιαίου αγώνα χωρίς οργανώσεις-σφραγίδες, ενάντια στα κόμματα και τα συνδικάτα, διασπαρμένου σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο εξ αιτίας της υποχρεωτικής παρανομίας στην οποία τον υποχρέωνε η δικτατορία του Φράνκο, δυνάμενου ωστόσο να περάσει ένα βήμα μπροστά παρά το μεγαλύτερο πρόβλημά του: την πολυδιάσπαση και τον τελικό κατακερματισμό του. Αυτό οφείλεται στην νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε με τον θάνατο του Φράνκο και την αλλαγή από τη δικτατορική στην δημοκρατική μορφή διαχείρισης του κράτους. Εμφανίστηκε ξανά η δυνατότητα να μπορούμε να οργανωθούμε δημόσια, αυτή τη φορά πειθαρχημένοι και υποταγμένοι, διεκδικώντας στα πλαίσια της «νομιμότητας», αντί να αμφισβητούμε την κυρίαρχη «νομιμότητα» εξερευνώντας και διευρύνοντας την δική μας αυτονομία, επεκτείνοντας και βελτιώνοντας τις οργανωτικές μορφές που ήταν ήδη σε χρήση από το μεγαλύτερο μέρος του κινήματος στους χώρους εργασίας, στα σχολεία και τις σχολές, και στο δρόμο, και εγκαταλείφθηκε με τις μαζικές εισχωρήσεις στη CNT. Από την αναδημιουργία της κι έπειτα, παρέμειναν στον μόνο οι αυτόνομες ομάδες προπαγάνδας με τη δράση και τη θεωρία και λιγοστές ακόμα ομάδες βάσης, απομονωμένες πλήρως, συνεπείς στην αυτό-οργάνωση της τάξης, να αναδεικνύουν μια επιθετική προοπτική, μέσα στο παλιό αυτόνομο κίνημα. Κάποιοι από τους συντρόφους του αυτόνομου κινήματος, θιασώτες της προπαγάνδας με τη δράση και τη θεωρία, αποφάσισαν να εισχωρήσουν στις τάξεις της CNT ως άτομα, για να προσπαθήσουν να την εκτρέψουν προς μια πιθανότητα επαναστατικής οργάνωσης στην οποία ήλπιζαν, εγκαταλείποντας ταυτόχρονα την δράση τους στις αυτόνομες ομάδες και τον συντονισμό που υπήρχε τότε, που με τη σειρά τους θεωρούσαν τη CNT λίγο-πολύ ένα ακόμη συνδικάτο του συρμού, μια εναλλακτική για τον καπιταλισμό σανίδα σωτηρίας στην οικονομική κρίση στην οποία διερχόταν, που επιπλέον παρεμποδίζει την ανάπτυξη ενός αυτό-οργανωμένου προλεταριακού κινήματος, μιας και η οργάνωση αυτή φρενάρει ή ξεπουλάει την επαναστατική δυναμική ανάλογα με τα καθαρά συνδικαλιστικά της συμφέροντα, είναι συνεπώς ρεφορμιστική. Αυτή η προφανής αντίφαση βρίσκει το ξεπέρασμά της στην δική μας κοινή πρακτική, που επιτρέπει στον καθένα να την οικειοποιηθεί διατηρώντας την αυτονομία του, αποφεύγοντας έτσι να καταλήξουμε μια μόνιμη οργάνωση, με τους ειδικούς της, την ιεραρχία της και τα αλάθητα ιδεολογικά σχήματα του κάθε κόμματος ή κομματικού υποκατάστατου. Αυτή η ποικιλομορφία, ευνοεί τον διαρκή εμπλουτισμό της επαναστατικής πρακτικής μας. Η κριτική που γίνεται στη CNT από μεριάς των μελών των ομάδων που συμμετέχουν στον αυτόνομο συντονισμό και αρνήθηκαν να ενταχθούν σ αυτήν, θεωρώντας την ανάλογη των υπόλοιπων κομμάτων και συνδικάτων, σαν συντηρητικό μηχανισμό άμυνας της μισθωτής σκλαβιάς κι εξομάλυνσης των αντιθέσεων που γεννά, και κατά συνέπεια του κεφαλαίου, ολοκληρωτικά ανίκανης για την ανατροπή του, επιβεβαιώνεται πια, 4 χρόνια μετά την αναδημιουργία της, από τους ίδιους αυτούς που προσέβλεπαν σε αυτήν πιθανολογώντας την μετατροπή της σε επαναστατική οργάνωση, για να εγκλωβιστούν στη συνέχεια στα ίδια εγγενή αδιέξοδα που χαρακτηρίζουν κάθε κόμμα ή συνδικάτο: Γραφειοκρατία, διαμάχη για την εξουσία, ολοκληρωτικός έλεγχος της βάσης, που δεν έχει πρόσβαση στα μέσα πληροφόρησης για να εκφράσει τις ιδέες της. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία της CNT καυχιέται για την εικόνα του επαναστατικού παρελθόντος της, ενώ την ίδια στιγμή ξεπουλά το απονεκρωμένο πια παρελθόν προς ίδιον όφελος. Η διαμάχη για την εξουσία ανάμεσα στις διάφορες τάσεις και η απουσία ουσιαστικών προτάσεων για την τάξη, χρονολογούνται από την εγκατάλειψη της CNT από αρκετά στοιχεία που συνετέλεσαν στην αναδημιουργία της. Προερχόμενοι οι ίδιοι από το αυτόνομο κίνημα στους χώρους εργασίας, στις σχολές και στο δρόμο, που παράτησαν την αυτό-οργανωμένη δράση προς χάρη μας συνδικαλιστικής πρακτικής. Αυτή η εισροή αρχικά την ωφέλησε, μιας και η πλειοψηφία των εντασσόμενων στη CNT κατευθυνόταν εκεί ωθούμενη από τα δικά της αδιέξοδα και τα οργανωτικά προβλήματα που απέδιδαν στο αυτόνομο κίνημα, αναζητώντας πλέον στην γραφειοκρατία αυτό που τους έλειπε: ένα ένδοξο σύμβολο και τους μιλιτάντες του. Το αυτόνομο εργατικό κίνημα δεν κατέθεσε ρητά τις ιδέες που σχηματίζουν την αυτονομία της τάξης στην πράξη -ίσως πάλι να μην αντιλήφθηκε ποτέ την εισχώρησή του στη CNT- εξ αιτίας της σύμφυτής του θεωρητικής αδυναμίας, οπότε δεν έχουμε παρά να παραδεχτούμε ότι το μεγαλύτερο μέρος του εργατικού κινήματος πάντοτε απαξίωνε τη θεωρία ως ενασχόληση κουλτουριάρηδων. Από τη μεριά μας, καταλογίζουμε στους θεωρητικούς την αδυναμία τους να περάσουν το πάθος τους από τη θεωρία στην πρακτική, πράγμα που θα αναλάβουμε οι ίδιοι ακόμη κι εναντίον τους. Αυτό θα το ονομάζαμε «θεωρητική απαλλοτρίωση». Η αυτονομία δεν είναι απλώς μια κοινή πρακτική που βασίζεται σε ένα μίνιμουμ συμφωνιών πάνω στη δράση, αλλά επίσης μια θεωρία συνδεδεμένη με τον τρόπο ζωής μας, τον αγώνα και τις ριζικές ανάγκες μας. Θεωρία που αν κάποιο από τα συστατικά της το θεωρούμε ξεπερασμένο, τότε του ασκούμε την πιο οξεία κριτική μας και το απαξιώνουμε, για να μη ξεπέσει σε ιδεολογία ή δόγμα που θα μας εμπόδιζε στην πραγματοποίηση του κομμουνισμού. Σήμερα, υπάρχουν στη CNT κάποιοι πυρήνες δυνητικά επαναστατικοί, συμπαθούντες της ένοπλης πάλης, που πλησιάζουν τις θεωρητικές τοποθετήσεις και το συντονισμό των αυτόνομων ομάδων. Τους καλούμε να παρατήσουν τη CNT. Παρατώντας την οργάνωση και μαζί με άλλα εξω-οργανωσιακά ριζοσπαστικά στοιχεία μπορούν/μπορούμε να δημιουργήσουμε μια νέα οργανωσιακή μορφή, εφήμερη, βασισμένη στην αυτονομία της τάξης, όπου η υποδομή θα ευνοεί την μέγιστη αυτονομία των ατόμων, τον συντονισμό και τον αγώνα, και δεν θα τον εμποδίζει, μιας και η CNT είναι ολότελα ακατάλληλη για αυτούς τους στόχους μιας και η ονομασία της η ίδια προσδιορίζει τους στόχους της (CNT: Confederación Nacional de Trabajo – Εθνική Συνομοσπονδία της Εργασίας). Ας ξεκινήσουμε να οργανωνόμαστε μόνοι μας στους χώρους όπου εκτυλίσσονται οι κοινωνικές δραστηριότητές μας. Θεωρούμε την αυτονομία της τάξης, αντανάκλαση της οικειοποίησης όλων αυτών που μας στερεί την απόλαυσή τους το κεφάλαιο, εάν δεν έχουμε το χρηματικό αντίτιμό τους, όλων αυτών που χρειαζόμαστε χωρίς καμιά διαμεσολάβηση, αντιμετωπίζοντας το προφανές: ότι η λεηλασία είναι η κομμουνιστική πρακτική της εποχής μας, που εκτείνεται από τις απαλλοτριώσεις τραπεζών, τις καταλήψεις σπιτιών, το να μην πληρώνεις στα μέσα μαζικής μεταφοράς, τις λεηλασίες των σούπερ-μάρκετ, τα ελεύθερα ραδιόφωνα, ως την άρνηση της μισθωτής σκλαβιάς κλπ… Χωρίς να υπερτερεί η μια της άλλης, σχηματίζουν μια αιχμή επίθεσης και λεηλασίας του κεφαλαίου. Είναι πρακτικές που αλληλοσυμπληρώνονται και δεν αποκλείει η μια την άλλη. Σε αντίθεση με τις πολιτικές οργανώσεις ο δικός μας συντονισμός των αυτόνομων ομάδων και ατόμων, έγκειται πάνω απ’ όλα στην χαρά του να είμαστε μαζί και να χωρίζουμε, σαν αυτόνομα όντα που προτιμούμε να ζήσουμε τις κομμουνιστικές σχέσεις εδώ και τώρα, παρά να ελπίζουμε σε μια προκαθορισμένη μελλοντική επανάσταση που θα ζήσουμε κάποτε. Η συνεύρεσή μας και η πρακτική μας προκύπτουν από τις κοινές ανάγκες μας που καταπνίγονται στην αθλιότητα ενός μισθού, που δεν μπορεί ούτως ή άλλως να τις ικανοποιήσει. Όταν πραγματοποιούμε μια επίθεση σε μια τράπεζα, αυτό που αναζητάμε πάνω απ’ όλα είναι η εξεγερτική χαρά της επίθεσης στο καπιταλιστικό σύστημα που μας καταπιέζει και μας εκμεταλλεύεται, όχι η ηθική ικανοποίηση του μιλιτάντη που νιώθει υποχρεωμένος να «απελευθερώσει» την εργατική τάξη από τα δεσμά της, δρώντας για λογαριασμό της, σαν διαχωρισμένη πρωτοπορία που αποζητά τη συντήρησή της ως τέτοια, καταλήγοντας έτσι αντεπαναστατική, αλλά απλώς για τη χαρά του εξεγερτικού παιχνιδιού της καταστροφής όλων όσων μας εμποδίζουν να ικανοποιήσουμε τις επιθυμίες και τα πάθη μας, του να είμαστε και να μας αντιμετωπίζουν σαν ανθρώπινα όντα κι όχι σαν αποξενωμένες εμπορευματοποιημένες υπάρξεις. Πρέπει να κάνουμε σαφές ότι στην ολότητά του το αγωνιστικό κάλεσμά μας για την απελευθέρωση όλων των φυλακισμένων επαναστατών στην Ευρώπη, κατηγορούμενων για ενέργειες ένοπλης πάλης ή συμπαθούντων, δεν συνεπάγεται για μας τη δημιουργία ενός κοινού μετώπου ένοπλου αγώνα, αλλά μόνο της αλληλεγγύης μπροστά στην καταστολή και την καταπίεση. Στο βαθμό αυτό, δεν θα δικαιολογήσουμε, ούτε θα κριτικάρουμε τις πολιτικές απόψεις της RAF, των Brigatte Rosse�, ούτε την εθνικιστική ιδεολογία της ETA, του IRA� Η επαναστατική αλληλεγγύη μπαίνει σφήνα στην δράση στα εργοστάσια και στο δρόμο, όχι με τον παθητικό μιλιταρισμό, αλλά με τον καθημερινό και παγκόσμιο αγώνα ενάντια στον παλιό κόσμο του κεφαλαίου.

Αυτόνομες Ομάδες, Οκτώβρης 1979

Αποσπάσματα από ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΩΝ GG.AA. (GRUPOS AUTÓNOMOS – αυτόνομες ομάδες) ΓΙΑ ΤΗ FIGA (FEDERACIÓN IBÉRICA DE GRUPOS ANARQUISTAS – ιβηρική συνομοσπονδία αναρχικών ομάδων):

Πως αντιλαμβάνεστε οι ίδιοι τις GG.AA. και ποιο είναι το ιδεολογικό σας πλαίσιο;

Κατ αρχήν πρέπει να διευκρινίσουμε ότι δεν εκπροσωπούμε με κανένα τρόπο την «Αυτονομία» στο σύνολό της, παρά μονάχα τους ίδιους τους εαυτούς μας όπως διαμορφώθηκαν από τις εμπειρίες μας. Θεωρούμε τους εαυτούς μας μέρος αυτού που λέμε «Αυτονομία». Ο κόσμος που λειτουργεί με έναν ανεξάρτητο τρόπο, σε αντίθεση με τα κόμματα και τα συνδικάτα, καθώς και άλλοι που αναγνώριζαν τους εαυτούς τους σε αυτόν τον χώρο, δεν είχε δημιουργήσει κάποιον συντονισμό πιο ευρύ και αποτελεσματικό μέχρι την δολοφονία του Salvador Puig Antich από το ισπανικό κράτος την Μάρτη του ’74, με την οποία οι ένοπλες ενέργειες ξέσπασαν σε μια ιστορική έκρηξη, θέτοντας τις βάσεις για τον συντονισμό κάποιων ομάδων με παρεμφερή χαρακτηριστικά. Αυτό όσον αφορά τη γεωγραφική περιφέρεια της Μαδρίτης. Όσον αφορά πάλι τη Βαρκελώνη, ήδη από τα τέλη του ’69 υπήρχαν αυτόνομες ομάδες που εξελίχθηκαν κατά ένα μέρος τους στις GOA (grupos obreros autónomos – αυτόνομες εργατικές ομάδες) που τελικά κατρακύλησαν σε έναν κλασσικό εργατισμό. Από την άλλη υπήρχε κόσμος που προτίμησε να οπλιστεί, δημιουργώντας το MIL. Αρχικά εμείς ξεκινήσαμε από ένα μίνιμουμ κοινών πεποιθήσεων, σε αντίθεση με τις κλασσικές οργανωτικές δομές που απαιτούν τη συμμόρφωση με ένα δόγμα, ένα σύστημα αρχών, μια ιδεολογία ή ένα θεωρητικό σχήμα συμπαγές και ακλόνητο, που προσαρμόζεται ανά περίπτωση σε κάθε γεγονός. Στη Βαρκελώνη αυτό το μίνιμουμ θεωρητικό-πρακτικών συμφωνιών ενσαρκώθηκε στην Πλατφόρμα των Εργατικών Επιτροπών, οργάνωση που δημιουργήθηκε στις αρχές του ’70 και συμπεριλάμβανε μια σειρά ομάδων που έρχονταν σε ρήξη με την κηδεμονία του κομμουνιστικού κόμματος. Προσδιοριζόταν ως αντικαπιταλιστική, αυτόνομη, αντι-συνδικαλιστική, αντι-εξουσιαστική και παράνομη οργάνωση. Έως τώρα οι Αυτόνομες Ομάδες βρίσκονταν στους «Ανεξάρτητους» της Μαδρίτης, στο MIL και σε έναν μικρό βαθμό στις GOA, καθώς επίσης και σε μια ομαδοποίηση που είχαν σχηματίσει με θεωρητικό-πρακτικές δραστηριότητες, που συμπεριλαμβανόταν στην «Πλατφόρμα». Στα μέσα του ’74 η «Πλατφόρμα» κατέρρευσε κάτω από την έλλειψη εσωτερικής συνοχής, ενώ κάποιος κόσμος συμφιλιώθηκε με τα κόμματα και τα συνδικάτα και κάποιοι άλλοι, οι λεγόμενοι «ξεκρέμαστοι» αρκέστηκαν σε διαχωρισμένες ιδεολογίες όπως η αντι-εξουσία, ο αντι-συνδικαλισμός κλπ. κάποιος κόσμος τέλος, ήρθε μέσα από μια κοινή πρακτική σε επαφή με ομάδες της Βαρκελώνης, αργότερα της Μαδρίτης και τέλος με άτομα από την Βαλένθια. Όλους μας ένωνε ένα μίνιμουμ συμφωνιών που συγκεκριμενοποιούνταν σε μια κοινή επιθυμία: την άρνηση να εγκαθιδρύσουμε μια νέα ιδεολογία, ή να πλασάρουμε την ιδεολογία της «αυτονομίας». Να αγωνιστούμε συνολικά ενάντια στον καπιταλισμό, εκκινώντας τον συντονισμό μας από μια ριζική συμφωνία στη δράση: ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΜΙΣΘΩΤΗΣ ΣΚΛΑΒΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΣ, ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΚΑΘΕ ΜΟΡΦΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ, ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΚΑΙ ΚΑΘΕ ΚΑΤΑΠΙΕΣΤΙΚΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ. Δεχόμαστε την οργάνωση μόνο για τους συγκεκριμένους στόχους. Θεωρητικοποιούμε την πρακτική μας και κάνουμε πράξη την θεωρία μας. Είμαστε αντίθετοι με κάθε ιδεολογία, ως εργαλείο διαχωρισμού του πραγματικού κομμουνιστικού κινήματος. Θα ήταν προφανώς ασάφεια να μιλάμε για το «ιδεολογικό» μας πλαίσιο όντας αντίθετοι σε κάθε ιδεολογία. Αντιλαμβανόμαστε την αυτονομία των υποκειμένων σαν την άρνηση παραίτησης από την υπευθυνότητα σε όλους τους τομείς: οργάνωση, δράση, προπαγάνδα κλπ. Κάθε παραίτηση από την υπευθυνότητα γεννά την εξουσία, και κάθε παραίτηση έχει τις συνέπειές τις. Η πραγματική αυτονομία των ατόμων, των ομάδων ή της τάξης στην ολότητά της, πραγματοποιείται αθροίζοντας αυτές τις επαναστατικές υπευθυνότητες, την παγκόσμια ευθύνη ενάντια στον καπιταλισμό.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είστε επίσης αντικρατιστές;

Φυσικά, είναι προφανές: δεν υπάρχει κράτος χωρίς εξουσία…

Πιστεύετε ότι θα μπορούσατε να αναδιοργανώστε τη ζωή σε μια κοινή βάση με τα αναρχικά ιδεώδη;

Μία από τις συμφωνίες που απαιτούμε είναι ότι για τον συντονισμό των ομάδων είναι να απέχουμε από κάθε ιδεολογία, ενώ αντιτάσσουμε την κοινή πρακτική και τις ανάγκες μας στη βάση κάποιων ελάχιστων συμφωνιών. Όσον αφορά αυτές τις συμφωνίες θα μπορούσαν κάλλιστα να ικανοποιήσουν έναν αναρχικό. Στην πραγματικότητα πολλοί από μας αυτό-προσδιορίζονται ως αναρχικοί. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε φορείς μιας «αναρχικής» ιδεολογίας, στην οποία είμαστε αντίθετοι με τον ίδιο τρόπο που είμαστε αντίθετοι και στα κόμματα, τα συνδικάτα και τη μισθωτή εργασία.

(…)

Πραγματικά, δεν μπορούμε να πούμε ότι οι GG.AA. θα μπορούσαν να είναι μια αποκλειστικά αναρχική οργάνωση;

Όχι, ούτε αποκλειστικά αναρχική, ούτε αποκλειστικά μαρξιστική. Σκεφτόμαστε τον συντονισμό των GG.AA. σαν μια οργάνωση με συγκεκριμένους στόχους. Είπαμε ήδη ότι απέχουμε από κάθε ιδεολογία προς όφελος της πρακτικής μας που είναι προϊόν των κοινωνικών συνθηκών. Δε θέλουμε να συζητάμε για χρόνια για να παράγουμε μια διαφωτιστική πολιτική θεωρία και παράλληλα να δουλεύουμε κι από πάνω. Χτυπάμε την αλλοτρίωση που επιφέρει την ανάγκη μιας στεγανής ιδεολογίας κάποιας οργάνωσης και προσπαθούμε να αποφύγουμε την αναβάθμιση των στόχων σε κεντρικό επίπεδο. Κάθε άτομο πρέπει να είναι υπεύθυνο για τη δράση, την προπαγάνδα κλπ. Δεν παρατάμε με τίποτα μια ευθύνη μας και σε κανέναν. Είμαστε οργανωμένοι γύρω από αυτούς τους συγκεκριμένους στόχους, όταν οι στόχοι μας εξαλειφθούν, η οργάνωση θα αυτό-διαλυθεί.

Τι γνώμη έχετε για τη CNT;

Λοιπόν, για καλύτερη κατανόηση θα τη διαιρέσουμε σε 2 μέρη. Ιστορικά, η CNT είχε τη δυνατότητα να κερδίσει την επανάσταση το ’36, μιας και την είχε επεκτείνει, στην πράξη μόνη της, σε επίπεδο στρατιωτικής αντιπαράθεσης. 4 μήνες αργότερα, εισχώρησε με 4 υπουργούς της σε μια κυβέρνηση που δεν ήταν και τόσο «επαναστατική», βασικά θα λέγαμε ήταν αντεπαναστατική. Θεωρούμε πως η εξήγηση ότι αυτό ήταν ένα προσωπικό λάθος της Montseny, ή του García Oliver, δεν στέκει, αλλά είναι η ίδια η οργανωτική δομή της CNT που επέτρεψε την κατάσταση αυτή. Η CNT όντας περισσότερο ένα συνδικάτο παρά μια επαναστατική οργάνωση, δεν μπορεί παρά να δημιουργεί διεξόδους για τις κρίσεις του καπιταλισμού, όπως έκανε και την αποφασιστική στιγμή που θα μπορούσε να ανατρέψει την κυβέρνηση ή να γίνει μέρος της εξ ίσου αντιδραστικό όπως και κάθε κυβέρνηση. Με μια λέξη η αναδημιουργία της CNT θα μπορούσε να περιγραφεί ως αντίθεση στις αυτόνομες ομάδες. Οι μεν θεωρούσαν την οργάνωσή τους άψογη, ενώ οι δε πίστευαν ότι δεν μπορεί να απαλλαγεί από το γενετήσιο ελάττωμά της, που δημιουργεί το κατάλληλο περιβάλλον για την ανάπτυξη του καιροσκοπισμού της, όπως αποκρυσταλλώθηκε στην πεποίθηση ότι «με την δημοκρατία τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα». Οι αυτόνομοι πίστευαν πως πρέπει να γίνει μια ανάλυση της εξέλιξης του ισπανικού καπιταλισμού και της ταξικής σύγκρουσης προτού δοθεί το πράσινο φως στη CNT. Αυτοί που πίστεψαν στη CNT, έβλεπαν σε αυτήν την αντανάκλαση όλων των σχηματοποιημένων τάσεων που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως αντικαπιταλιστικές ή αντι-εξουσιαστικές που οργανωμένες σε εθνικό επίπεδο σε ένα μετωπικό σχήμα θα μπορούσαν να ενώσουν όλες τις δυνάμεις που προέτασσαν την κοινωνική αλλαγή. Με μια τέτοια ανάλυση συμμετείχαν στην αναδημιουργία της CNT και ενδυνάμωσαν το συνδικαλισμό, χωρίς να ξεχνούν πάντοτε την πρακτική των αυτόνομων ομάδων. Σήμερα, μετά από 4 χρόνια πορείας της CNT στο κοινωνικό κίνημα, η κριτική που μπορούμε να της κάνουμε είναι η ίδια με κάθε συνδικάτο ή κόμμα, ως εργαλείο συντήρησης που χρησιμοποιεί ο καπιταλισμός για τις δικές του ισορροπίες. Αναγνωρίζουμε ωστόσο ότι υπάρχουν πυρήνες επαναστατών μέσα στη CNT που όμως δεν έχουν τη δύναμη να συγκρουστούν με τη γραφειοκρατία του συνδικάτου, ούτε και να εξελιχθούν προς μια σαφή κατεύθυνση.

Μπορούμε να συμπεράνουμε λοιπόν ότι είστε σε κόντρα με τη CNT;

Ναι, ως συνδικάτο. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν έχουμε καμιά ιδιαίτερη φοβία για τη CNT, απλώς συμπυκνώνει την κριτική που ασκούμε στα συνδικάτα και τα κόμματα, τα οποία αδυνατούμε να δούμε ως εργαλεία κατάλληλα για μια κοινωνική επανάσταση. Επίσης τυχαίνει κάποιοι από μας να έχουν περάσει από τη CNT σε ατομικό επίπεδο και να ξέρουν από μέσα τις διασυνδέσεις και τα πολιτικά παιχνίδια της. Ως εκ τούτου, όσον αφορά τον κόσμο της Βαρκελώνης, όταν η αστυνομία, ως όργανο προπαγάνδας του κεφαλαίου κατέβαλε κόπο για να μας παρουσιάσει σαν τον «ένοπλο βραχίονα» της CNT βασισμένη σε κάποια φυλλάδια της CNT που βρέθηκαν σε ένα σπίτι, ήταν επιτακτική ανάγκη να αρνηθούμε κάθε συσχετισμό τόσο στα δικαστήρια όσο και στις προκηρύξεις που κυκλοφόρησαν μέσα από τη φυλακή. Φυσικά αυτό που η αστυνομία παρουσίασε ως τρομερό εύρημα δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα.

Τι πιστεύετε για τη FAI;

Για ποια FAI, γιατί υπάρχουν πολλές, έτσι δεν είναι; Το μόνο εργαλείο που μπορούμε να μεταχειριστούμε είναι η επανίδρυσή της στις αρχές του 1977. Η κριτική μας βασίζεται στην πεποίθησή μας ότι δεν γίνεται να μαζεύεις ένα σωρό κόσμο χωρίς κάποια πραγματική βάση, χτίζοντας αναίσχυντα μια οργάνωση από τα πάνω προς τα κάτω, όπου ακόμα κι αν υπήρχαν οι ομάδες της βάσης που υποτίθεται ότι εκπροσωπούσαν, μετά από λίγο εγκατέλειψαν κάθε δράση. Συμπεραίνουμε λοιπόν, πως η FAI δεν υπάρχει. Όσον αφορά πάλι την ιστορική FAI, το πράγμα γίνεται ακόμα πιο περίπλοκο. Η κριτική μας προς αυτήν έγκειται στο γεγονός ότι αν και ευνόησε την ανάπτυξη μιας επαναστατικής κατάστασης πράγμα που οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην πρακτική του ένοπλου αγώνα. Πιστεύουμε ότι το επαναστατικό κίνημα ευνόησε κάποιες προσωρινές οργανωτικές δομές ανάμεσα στους εργάτες, προκειμένου να αντιμετωπίσει τους οπλισμένους τραμπούκους των αφεντικών, στις αρχές της δεκαετίας του 1920. Ωστόσο για να μετατραπεί αυτό σε μια μόνιμη, συμπαγή οργάνωση χρειάστηκε να υποκαταστήσει την εργατική τάξη στους στόχους που η ίδια έθετε. Από την μεριά μας αναγνωρίζουμε τη συμμετοχή της σε μια επαναστατική κατάσταση, που όμως βρέθηκε ανίκανη, με τον ίδιο τρόπο με τη CNT, να προχωρήσει σε μια επαναστατική αλλαγή. Αυτή τη λάθος κατάληξη τη θεωρούμε φυσική συνέπεια της σύγχυσής της σχετικά με το τι είναι η εργατική τάξη και ποια η υπευθυνότητά της, που δεν πρέπει να παραχωρεί με τίποτα. Ένα ακόμη σφάλμα που βλέπουμε στη FAI είναι η ανάληψη ενός ρόλου ιδεολογικής κατεύθυνσης της CNT, φερόμενης ως αναρχικής. Αυτό απέφερε την μαζική είσοδο των διανοούμενων, δηλαδή της σαβούρας που βαραίνει τις επαναστατικές καταστάσεις. Βλέπουμε ως θετικό στοιχείο το γεγονός ότι η FAI κατέφυγε στην πρακτική του ένοπλου αγώνα, όταν βρέθηκε σε συγκεκριμένες καταστάσεις, φανερώνοντας έτσι τη σημαντικότητα του ένοπλου αγώνα στη χειραφέτηση της τάξης.

Μιλάτε συνέχεια για την ένοπλη πάλη, υπάρχουν όμως κι άλλες ομάδες που την εφαρμόζουν όπως οι ΕΤΑ, GRAPO κλπ. Τι σκέφτεστε για αυτή την ένοπλη πάλη κι αυτές τις οργανώσεις;

Βλέπουμε την ένοπλη επαναστατική πάλη σαν ριζοσπαστική σύγκρουση με το Κεφάλαιο. Αυτή είναι η μόνη συνεκτική μορφή πάλης ενάντια στη θεσμική καταπίεση του κράτους. Αδυνατούμε να βρούμε κάποιο λόγο για να μην την χρησιμοποιήσουν οι προλετάριοι. Όσον αφορά την ένοπλη πάλη αυτών των δυο οργανώσεων, υπάρχουν κάποιες διαφορές. Στην περίπτωση της ΕΤΑ είμαστε σύμφωνοι στο βαθμό που υπάρχει μια στρατηγική καταστροφής του κράτους. Τώρα όσο μιλούν για δημιουργία ενός βασκικού κράτους «σοσιαλιστικού», ανεξάρτητου κλπ δεν μπορούμε να συμφωνούμε. Νομίζουμε πως αυτό που πρέπει να αναλάβει η ΕΤΑ είναι να αποσαφηνίσει το κοινωνικό πρόταγμά της. Σ αυτή τη φάση μας φαίνεται πιο συνεκτικό το στρατιωτικό σκέλος της ΕΤΑ, αν και δεν απολαμβάνει ιδιαίτερο σεβασμό. Με όλο το σεβασμό στη GRAPO, η πρώτη αντίφαση που διακρίνουμε είναι ότι δεν έχει νόημα να μιλάς για τη δημοκρατία όταν παίρνεις τα όπλα, μιας και η δημοκρατία σου επιτρέπει να αγωνίζεσαι χωρίς όπλα. Μια δεύτερη αντίφαση εντοπίζουμε στην ανάλυση της GRAPO για την μετάβαση από τη δικτατορία στη δημοκρατία που βασίζεται σε ένα αντιφασιστικό κλίμα, ενώ στην πραγματικότητα μια συνεκτική θεωρία της ένοπλης πάλης μπορεί να γίνει αποκλειστικά σε αντικαπιταλιστική βάση, βλέποντας κριτικά την εξέλιξη του κράτους. Ο φασισμός και η δημοκρατία είναι δυο διαφορετικές μορφές κυριαρχίας του Κεφαλαίου. Μια τρίτη αντίφαση που βλέπουμε στην πλειοψηφία των ενεργειών που πραγματοποιούσε, και εκτός από ένα μικρό μέρος τους οι υπόλοιπες δύσκολα θα μπορούσαν να θεωρηθούν επαναστατικές.

Τι άποψη έχετε για τη FIGA;

Λοιπόν, αρχικά υπήρχε μια παραπληροφόρηση σχετικά με ότι έφτανε σε μας στις φυλακές και δεν το έχουμε εμβαθύνει αρκετά στις συζητήσεις μας. Από την άλλη, δεν έχουμε ακούσει τίποτα για κάποια δράση σας στο δρόμο, που να δείχνει τη δυναμική σας. Μας δίνει γενικά την εντύπωση ότι προσπαθεί να καλύψει το κενό της ιστορικής FAI.

Πόσα μέλη των GG.AA. είστε στη φυλακή αυτή τη στιγμή;

Πάνω κάτω 30.

Ταυτίζεστε με κάποιο κίνημα του εξωτερικού;

Με το αυτόνομο κίνημα, ιδιαίτερα της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Γερμανίας� Οι GG.AA. δεν είναι ένα κίνημα διεθνιστικό ούτε εθνικιστικό. Είναι στην τελική η δράση που μας φέρνει κοντά σε κινήματα και οργανώσεις.

Πως αντιλαμβάνεστε οι ίδιοι τον αγώνα και την αλληλεγγύη στους φυλακισμένους σήμερα;

Έχουμε τονίσει πολλές φορές ότι δεν ενδιαφερόμαστε για την οικονομική αλληλεγγύη, δε θέλουμε να μας στέλνουν ρούχα, φαγητά… Την αλληλεγγύη την αντιλαμβανόμαστε μέσω της δράσης. Αυτό που βοηθάει τους φυλακισμένους είναι αυτό που τους φέρνει πιο κοντά στην ελευθερία τους, είναι οι παγκόσμιες επιθέσεις στο καπιταλιστικό σύστημα.

Έχετε δεχτεί βοήθεια από τη CNT;

Κάποιοι από μας, στους πρώτους μήνες μετά τη σύλληψή τους δέχονταν μια τακτική οικονομική βοήθεια, όπως και επιταγές από διάφορα συνδικάτα π.χ. των χημικών της Βαρκελώνης, μετέπειτα σπανιότερα. Από την άλλη βέβαια πρέπει να πούμε ότι η CNT αφοσιώθηκε στο να μποϋκοτάρει συστηματικά όσες εκδηλώσεις αλληλεγγύης γίνονταν για μας, όπως αυτή του Manlleu το 1978, μεταξύ άλλων.

(…)

Τι σκέφτεστε για τη σημερινή νεολαία;

Υπάρχουν νέοι τομείς που πρέπει να εξετάσουμε όσον αφορά την νεολαία σήμερα. Ευρεία τμήματά της αρνούνται να παίξουν το ρόλο του εκμεταλλευτή ή του εκμεταλλευομένου ή του ενδιάμεσου στο σύστημα της εκμετάλλευσης. Αρνούνται, τελικά, την μισθωτή εργασία. Το καπιταλιστικό σύστημα μπορεί να ανεχτεί την πολυτέλεια να αποκλείσει ένα τμήμα της νεολαίας από τον κύκλο παραγωγής αλλά όχι και από την κατανάλωση. Αυτός ο αποκλεισμός εκ μέρους του κεφαλαίου φανερώνει ολοκάθαρα την φύση του, γονιμοποιώντας μια γενικευμένη άρνηση και μια επαναστατική συνείδηση να ανθίσουν ανάμεσα σε κάποια τμήματα της νεολαίας, και να μετουσιωθεί σε μια γενικευμένη πρακτική που βρίσκει στη νεολαία γόνιμο έδαφος, την πρακτική της απαλλοτρίωσης. Τρόφιμα, ρούχα, βιβλία κλπ… ό,τι χρειάζονται σε καθημερινή βάση, το επανακτούν από αυτά που τους έχει ληστέψει το κεφάλαιο.

Τι γνώμη έχετε για τα ναρκωτικά;

Ότι είναι πολύ ωραία. Ωστόσο δεν τα θεωρούμε τόσο σημαντικά όσο το να είμαστε σε θέση να οργανώσουμε μια-δυο σεβαστές καταστάσεις. Σε κάθε περίπτωση νομίζουμε ότι το ριζικό πρόβλημα σ αυτά είναι ο λόγος που χρησιμοποιούν τα ναρκωτικά.

Τι σκέφτεστε για την καθημερινή ζωή στο δρόμο;

Ωραία, εκτός του ότι είναι πολύ πιο διασκεδαστικά απ’ ότι εδώ μέσα, οι συνθήκες της καθημερινής ζωής καθορίζουν την κοινωνική σου θέση. Για μας, ο ένοπλος αγώνας είναι ο αγώνας ενάντια σε μια κοινωνία που μας εμποδίζει να ζήσουμε σαν ολοκληρωμένα υποκείμενα.

Μεταχειρίζεστε τις απαλλοτριώσεις σαν μέσο επιβίωσης;

Ο συντονισμός των ομάδων χρειαζόταν κάποια οικονομικά μέσα για να πραγματοποιήσει συγκεκριμένες δράσεις. Προφανώς, οι ομάδες αυτές θα έπρεπε να βρουν τα οικονομικά μέσα για να καλύψουν και τις δικές τους ανάγκες. Δεν έχουμε φυσικά κανέναν ενδοιασμό στο να κάνουμε μια απαλλοτρίωση για να καλύψουμε προσωπικές μας επιθυμίες και ανάγκες, μακροπρόθεσμα όμως, δεν ζούσαμε από τις απαλλοτριώσεις μας και κάποιοι από μας εργάζονταν, κάποιοι άλλοι όχι… Μπορούμε να πούμε ότι ο καθένας έκανε τη ζωή του όπως ήθελε και μπορούσε. Είναι σαφές ότι δεν περιοριζόμασταν σε αυτό, κάποιες από τις δράσεις μας συγκαταλέγονται στα κατηγορητήριά μας, άλλες (που δεν έχουν διαλευκανθεί) δεν επιθυμούμε να αναφέρουμε για προφανείς λόγους, ενώ άλλες που ανέλαβαν οι GRAPO και FRAP, στολίζουν τα δικά τους κατηγορητήρια…

Έχετε παρακολουθήσει λίγο-πολύ τις προετοιμασίες του προσεχούς συνεδρίου της CNT;

Με όλο το σεβασμό, δεν μπορούμε να είμαστε και πολύ ενημερωμένοι… Έχουμε λίγα πράματα υπόψη μας για το «πιάτο της ημέρας»…

Όσον αφορά αυτό το «πιάτο της ημέρας», τι πιστεύετε ότι μπορεί να βγει;

Η πρώτη εντύπωση που μας δίνει είναι ότι είναι μπαγιάτικο όσον αφορά τη θεματολογία του, και πως χρειάζεται να περάσει ακόμα πολύς καιρός για να γίνει μια ευσυνείδητη συζήτηση. Και πάνω απ’ όλα να ξεκινήσει μια βαθιά κριτική στην πορεία της CNT κατά την ισπανική επανάσταση, μια αυτοκριτική στην ιδεολογική καπηλεία και στην οργανωτική δόμηση, που επιτρέπουν αναρίθμητα προσωπικά λάθη. Πρέπει να διασαφηνίσουμε πως αν και είμαστε αντίθετοι με τα συνδικάτα και τα κόμματα, δεν μπορούμε να πούμε ότι είμαστε εναντίον των παρεμβάσεων στα εργοστάσια ή στους χώρους εργασίας, αν και απεχθανόμαστε τον εργατισμό, το βρίσκουμε σωστό οι εργάτες να ενώνονται και να οργανώνονται σε συνελεύσεις για να αποφασίζουν για τον αγώνα τους. Αυτό που δεν βλέπουμε με καλό μάτι είναι η θεσμική συνδικαλιστική πρακτική.

Δεν βρίσκετε πως είναι τελικά οι εργάτες και μόνο που τείνουν στη χειραφέτησή τους;

Ναι, ας έχουμε υπόψη μας όμως ότι αρκετοί από μας δεν δουλεύουν, δεν είμαστε μισθωτοί σκλάβοι, νιώθουμε ωστόσο μέρος του προλεταριάτου. Αν και δεν μας εκμεταλλεύονται στη φάμπρικα νιώθουμε την καταπίεση σε κάθε κοινωνική μας σχέση που μεσολαβείται από το χρήμα και την εξουσία. Ο δικός μας ορισμός του προλεταριάτου είναι το σύνολο αυτών που ο καπιταλισμός τους έχει στερήσει τα παραγωγικά μέσα.

Πιστεύετε ότι η επανάσταση είναι δυνατή σήμερα, που ο καπιταλισμός έχει εξελίξει τόσο την υπερδομή του, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης κλπ;

Θεωρούμε ότι αυτό έγινε σαφές ήδη από τον γαλλικό Μάη του ’68, ότι οι συνθήκες για μια κοινωνική επανάσταση είναι παρούσες και μάλιστα, πολύ περισσότερο στις χώρες που ο καπιταλισμός έχει αναπτυχθεί περισσότερο.

(…)

Δε θεωρείτε πως ο Μάης του ’68 τελματώθηκε χωρίς να αποκρυσταλλωθεί σε μια συμπαγή μορφή και χωρίς να διατηρήσει κάποια πιθανή κατάκτηση;

Δεν πιστεύουμε με τίποτα ότι ήταν ένα τέλμα, αλλά ότι αντανακλούσε τις πιθανότητες που έχει η επανάσταση σε μια ανεπτυγμένη χώρα. Ήταν επίσης μια συντριβή της παραδοσιακής αριστεράς που εγκλώβιζε και κεφαλαιοποιούσε τις προλεταριακές διαμαρτυρίες, και εκτέθηκε ανεπανόρθωτα ως μηχανισμός αφομοίωσης του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό που βρίσκουμε αρνητικό στους επαναστάτες του γαλλικού Μάη είναι ότι δεν στάθηκαν ικανοί να δώσουν τη χαριστική βολή στα συνδικάτα και τα κόμματα, τα οποία επαναπροσλήφθηκαν από τον καπιταλισμό αποτελώντας μέρος της αριστεράς και της άκρας αριστεράς του κράτους. Τα προγράμματά τους είναι ξεκάθαρα καπιταλιστικά προγράμματα, το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να βελτιώσουν τη διαχείριση του κεφαλαίου, και όχι η καταστροφή του. Μόνο οι καταστασιακοί παρήγαγαν μια επαναστατική θεωρία εκείνη την εποχή. Ο Μάης του ’68 δεν ήταν το τέλος αλλά το λίκνο των σύγχρονων επαναστάσεων.

Ωστόσο, εσείς πιστεύετε ότι μπορείτε να κάνετε την επανάσταση για τους εαυτούς σας, εδώ και τώρα;

Κάτι που δεν είμαστε είναι παράλογοι και έχουμε μια στοιχειώδη ανάλυση των συνθηκών στις οποίες κινούμαστε, όλων των δυνάμεων που παρεμβάλλονται στο κοινωνικό πεδίο… Δρούμε σε συνέπεια με μια μεθοδική σκέψη. Σκεφτόμαστε πως αναλύοντας τον εχθρό, εντοπίζουμε τους συμμάχους μας.

Θα συμφωνείτε λοιπόν και με τον Μπακούνιν όταν λέει: «η ελευθερία μου είναι ανάλογη με την ελευθερία των γύρω μου»;

Σαφέστατα…

Θεωρείτε πως με τη δική σας οργανωτική δομή θα μπορούσαμε να ανατρέψουμε την καπιταλιστική τάξη και τη βάση που στηρίζεται;

Ναι, μόνο που θα πρέπει να επαναλάβουμε πως ο συντονισμός των GG.AA. έχει δημιουργηθεί αποκλειστικά για συγκεκριμένους στόχους και κατά κάποιον τρόπο ως αποκλειστικά δικό μας όχημα για την επανάσταση. Ο συντονισμός των GG.AA. δεν είναι μια παραδοσιακή οργάνωση, σε διαφορετικές καταστάσεις θα έπρεπε να αναθεωρήσουμε αυτήν την οργανωτική μορφή.

Δεν έχετε εμπιστοσύνη σε καμιά άλλη σημερινή οργάνωση εκτός από τις GG.AA;

Δεν παριστάναμε ποτέ ότι είχαμε την εργολαβία της επανάστασης. Πάντως, σκεφτόμαστε ότι δεν υπάρχει κάποια ομάδα που να συμφωνούμε σε θεωρητικό επίπεδο και ταυτόχρονα να συμφωνούμε απόλυτα με την πρακτική της. Αυτό είναι πολύ σχετικό. Νομίζουμε ακόμα, ότι κάθε οργάνωση, ανάλογα με τα μέσα που χρησιμοποιεί, φτάνει συνήθως σε ένα τέλμα σε ένα από τα δυο επίπεδα.

Πιστεύετε πως θα βγείτε από τη φυλακή με μια προεπαναστατική κατάσταση, με μια αμνηστία, ή ότι δεν θα βγείτε για αρκετά χρόνια, δεδομένων των υπόλοιπων ποινών που θα προτείνει η εισαγγελική αρχή; Πιστεύετε ότι είναι πιθανή μια επανάσταση τώρα;

Όσον αφορά τη πρώτη ερώτηση, θα απαντήσουμε απλώς ότι δεν μπορούμε να μαντέψουμε ή να κάνουμε εικασίες για το μέλλον. Όσο για τη δεύτερη, τι θα πει «τώρα»; Αύριο-μεθαύριο ή σε 50 χρόνια; Πιστεύουμε ότι οι αντικειμενικές συνθήκες είναι ώριμες, λείπουν μόνο τα υποκείμενα.

Πιστεύετε ότι μπορείτε να πυροδοτήσετε μια επανάσταση σε εθνικό επίπεδο;

Όχι, δεν το πιστεύουμε με τίποτα. Νομίζουμε πως πρέπει το λιγότερο να επεκταθεί στην Ευρώπη, για να μη καταλήξει όπως στη Ρωσία, την Κίνα, την Κούβα κλπ

Έχετε μιλήσει για αμνηστία, θεωρείτε ότι μπορεί να είναι αίτημα ενός αγώνα ενάντια στις φυλακές; Ιδιαίτερα τώρα που γίνεται λόγος για μια πιθανή αμνηστία για τους βάσκους κρατουμένους.

Λοιπόν, καταρχήν βλέπουμε πιθανή την αναζωπύρωση ενός αγώνα για την αμνηστία μέσα στις φυλακές, όμως μόνο αν συνδεθεί με έναν γενικότερο αγώνα στο δρόμο, μιας και έχουν αποδείξει ότι εμάς μόνο μπορούν να μας αποσιωπήσουν όποτε θέλουν. Από την άλλη, ακόμη κι αν έδιναν μια αμνηστία, με το σημερινό κατασταλτικό μηχανισμό, σε λίγο καιρό οι φυλακές θα ξαναγέμιζαν στα σίγουρα με αρκετούς από μας. Συνεπώς η αμνηστία δεν μπορεί να είναι μια αποκομμένη διεκδίκηση.

Θεωρείτε τους εαυτούς σας πολιτικούς κρατουμένους;

Όχι, θεωρούμαστε αιχμάλωτοι του συστήματος.

Τι σκέφτεστε για τους ποινικούς κρατουμένους;

Οι αποκαλούμενοι ποινικοί ή κοινωνικοί κρατούμενοι είναι μια συνέπεια της ανωμαλίας του καπιταλιστικού συστήματος. Στη πλειοψηφία τους είναι προλετάριοι που αποπειράθηκαν να δραπετεύσουν από την μιζέρια στην οποία τους ανάγκαζε το «έτσι είναι τα πράγματα» του καπιταλισμού, παραβιάζοντας τις κατεστημένες κοινωνικές και παραγωγικές σχέσεις. Κάποιοι από αυτούς, στη διάρκεια των αγώνων στις φυλακές, απέκτησαν μια συνείδηση επαναστατική. Μοιραζόμαστε μαζί τους τις θετικές κι αρνητικές εμπειρίες του αγώνα, όπως και με τους πολιτικούς κρατουμένους. Πιστεύουμε ότι δεν υστερούν των εργατών στη δυνατότητα επανάστασης, ανάλογα με τον καθένα.

Τι σκέφτεστε για τους κρατούμενους αυτούς που βρίσκονται στη φυλακή για απάτες, κυκλώματα κλπ, και έχουν μια καπιταλιστική συνείδηση;

Βασικά αρνούμαστε τη φυλάκιση για τον καθένα, ακόμη και για έναν αστό. Η φυλακή έχει νόημα μόνο μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα. Νομίζουμε ότι στον κομμουνισμό μια αντικοινωνική συμπεριφορά θα μπορούσε να συζητηθεί στην κοινότητα, με όλα τα μέλη και την επικοινωνία και τη φροντίδα που σε κάθε περίπτωση θα έδινε μια κατάλληλη λύση. Η φυλακή, αποδεδειγμένα, δεν προσφέρει κανένα θετικό αποτέλεσμα, υπάρχει μόνο όσο το καπιταλιστικό σύστημα αδυνατεί να δώσει λύσεις στις αντιφάσεις που παράγει.

(…)

Οκτώβρης 1979

Ανακοίνωση των κρατουμένων για τη φωτιά στις φυλακές: «Θα ήταν ζωντανοί»

Η παρακάτω ανακοίνωση είναι υπογεγραμμένη από τους κρατουμένους της πρώτης πτέρυγας των φυλακών της Segovia (μεταξύ των οποίων οι Guillermo Gonzalez, Antonio Cativiela, Luis Guillardini, Jose Luis Martin και Ignacio Sebastian de Erice από τις GG.AA. αλλά και οι CNTίστες Luis Muñoz και Jose Cuevas από τα κελιά του Castigo:

«Οι έγκλειστοι της πρώτης πτέρυγας των φυλακών της Segovia, με όλο τον σεβασμό στα θύματα των τελευταίων περιστατικών, μεταξύ των οποίων ένας σύντροφός μας κλινικά νεκρός, νιώθουμε υποχρεωμένοι να βάλουμε κάποια πράγματα στη θέση τους:

1: Η ανακοίνωση του γραφείου τύπου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, είναι γεμάτη σοβαρά λάθη και παραλείψεις.

2: Γύρω στη μία το μεσημέρι, και εν μέσω κραυγών, στην έκταση του διαδρόμου που ενώνει τις πτέρυγες 1 και 2, μάθαμε ότι 2 σύντροφοι σκέφτηκαν να βάλουν φωτιά στα κελιά τους σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τον εξαναγκαστικό διαχωρισμό τους, ωστόσο αυτό έγινε γενικά γνωστό πριν επεκταθεί η φωτιά.

3: Από τη στιγμή που μαθεύτηκε, από τις φλόγες στα παράθυρα και τις κραυγές βοήθειας, οι δυο πτέρυγες άρχισαν να καλούν τους φύλακες, που ήταν υπεύθυνοι για τη βάρδιά τους εκείνη τη στιγμή. Κρατούμενοι κρέμονταν στα παράθυρα και χτυπούσαν δυνατά τις πόρτες, φωνάζοντας ότι σύντροφοι στη δεύτερη πτέρυγα πήραν φωτιά.

4: Παρά τις φωνές και την κατάσταση αυτή, οι φύλακες της βάρδιας παράτησαν τα πόστα τους και κατευθύνθηκαν στο κέντρο της φυλακής καθυστερώντας πάνω από 20 λεπτά να ανοίξουν τις πόρτες, πράγμα που οδήγησε στο να βρεθούν νεκροί οι σύντροφοι όταν άνοιξαν τα κελιά.»

Έγκλειστοι της πρώτης πτέρυγας, Segovia 6 Οκτώβρη 1978

Παράρτημα 1: Το MIL, ο Antich και οι Αυτόνομες Ομάδες

Το θεμελιώδες πρόβλημα μιας ωφέλιμης ψυχολογίας δεν έγκειται στο να εξηγήσει γιατί κάποιοι άνθρωποι επιλέγουν να κάνουν μια ληστεία, αλλά αντιθέτως, γιατί κάποιοι άλλοι επιλέγουν να μην το κάνουν. (Βίλχελμ Ράιχ)

Το MIL (ή 1000, ιβηρικό κίνημα απελευθέρωσης) γεννήθηκε από κόσμο που συμμετείχε στο ισπανικό εργατικό κίνημα του ’70 και έβλεπε με αηδία την αύξουσα χειραγώγηση των πολιτικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων που γνώριζαν μια άνθιση πριμοδοτούμενες από τη διαδικασία μετάβασης στη δημοκρατία που είχε τεθεί σε κίνηση, και τον νέο (αστυνομικό) ρόλο που έμελλε να αναλάβει και εδώ, η αριστερά του κεφαλαίου. Σε αντίθεση με τον παραδοσιακό μαρξισμό των οργανώσεων, το MIL περιλάμβανε τάσεις όπως η καταστασιακή θεωρία, τα εργατικά συμβούλια και η αναρχία. Αντί για τη συνδικαλιστική δράση προέτασσε την ένοπλη πάλη σαν εργαλείο για τη χειραφέτηση της εργατικής τάξης. Αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από νεολαίους μεσοαστικής καταγωγής όπως οι Oriol Solé Sugranyes, Santiago Soler Amigó και αργότερα ο Salvador Puig Antich. Με την εξορία του ο Oriol Solé Sugranyes στην Τουλούζη της Γαλλίας, συνδέθηκε με νέους προλετάριους από την άλλη μεριά των Πυρηναίων, όπως ο Jean Marc Rouillan που αργότερα θα συμμετάσχει στην Action Dirécte και στο Αντιιμπεριαλιστικό Μέτωπο (AD-RAF). Το MIL δραστηριοποιήθηκε από τις αρχές του 1971, δημιουργώντας τις GAC (Grupos Autónomos de Combate – αυτόνομες ομάδες μάχης), επιτιθέμενοι αρχικά σε χρηματαποστολές τραπεζών, και υποστηρίζοντας ή απελευθερώνοντας κρατουμένους μαχητές. Έτσι, χρηματοδοτούσαν παράνομες εκδόσεις και στήριζαν τις επιτροπές των απεργών, βοηθούσαν τους απολυμένους εργάτες κλπ. Οι διαφωνίες των μελών του σχετικά με το πώς θα οργανωθεί ο αγώνας χωρίς να ξεπέσει σε πατενταρισμένες αντιλήψεις, οδήγησαν στην αυτοδιάλυση του MIL τον Αύγουστο του 1973. Έναν μήνα μετά οι πρωτεργάτες του συνελήφθησαν στη Βαρκελώνη και φυλακίστηκαν. Ο Salvador Puig Antich εκτελέστηκε τον Μάρτη του 1974 κατηγορούμενος για το φόνο ενός μπάτσου κατά τη σύλληψή του. Ο Oriol Solé Sugranyes ξεψύχησε στα βουνά της Navarra τον Απρίλη του 1976, μετά από μια μαζική απόδραση από τις φυλακές της Segovia που οργάνωσε μαζί με μια ομάδα κρατουμένων της ΕΤΑ. Ωστόσο ο Αγώνας τους δεν είχε πει την τελευταία του κουβέντα. Οι νέοι σύντροφοι που συμμετείχαν στις ενέργειες αλληλεγγύης ή απελευθέρωσης κρατουμένων, ανέπαφοι από την κατασταλτική επίθεση του κράτους στους κεντρικούς πυρήνες του MIL, σχημάτισαν το 1974 το δικό τους συντονισμό, και από το 1976 δημιουργήθηκαν κι επίσημα οι GG.AA. Οι GG.AA. αποτελούνταν από προσωρινές ομάδες που σχηματίζονταν για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων, και στη συνέχεια αυτοδιαλύονταν, κρατώντας ένα συντονισμό με όλο τον κόσμο που συμμετείχε σε αυτές. Έτσι απέφευγαν να μετατραπούν σε μια αναγνωρίσιμη στατική δομή, που το μόνο που θα εξυπηρετούσε θα ήταν να δρουν σαν διαχωρισμένη εξουσία. Ωστόσο, ζώντας στην παρανομία δεν μπόρεσαν να συνδεθούν με τους προλεταριακούς αγώνες που εκτυλίσσονταν, αρνούμενοι φυσικά να υποκύψουν στη διαμεσολάβηση των αριστερών οργανώσεων και των συνδικάτων, ώστε γρήγορα έχασαν το ζωτικό τους χώρο που τους επέτρεπε να κινούνται στην παρανομία, και βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη καταστολή. Η δράση τους έγινε ευρύτερα γνωστή κατά τη διάρκεια του στρατοδικείου του Salvador Puig Antich, πριν και μετά την εκτέλεσή του με απαγχονισμό. Η εκτέλεση του αναρχικού αγωνιστή κινητοποίησε ένα ευρύ κίνημα αλληλεγγύης, που εκδηλώθηκε σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και στην Αργεντινή και αλλού – Ο Salvador Puig Antich ήταν γιος ενός αγωνιστή της Acció Catalana (Καταλανικής Δράσης), αναρχικός από νεαρή ηλικία, επηρεασμένος από τον γαλλικό Μάη, εντάχθηκε νωρίς σε εργατικές επιτροπές και στη συνέχεια στο MIL, στις περισσότερες ενέργειες του οποίου συμμετείχε ως οδηγός ενώ συχνά με τους συντρόφους του περνούσαν τα σύνορα με τη Γαλλία βρίσκοντας καταφύγιο σε παλιούς αγωνιστές της γαλλικής CNT. Κατά τη σύλληψή του, σε ανταλλαγή πυροβολισμών με τους μπάτσους τραυματίστηκε ενώ ένας αστυνομικός σκοτώθηκε. Ο Φράνκο ανέδειξε σε προσωπική υπόθεση κύρους την εξόντωση του Antich και της αντίστασης στο πρόσωπό του. Ο Salvador εκτελέστηκε στις 02:40, 2 Μάρτη 1974 δι απαγχονισμό, στις «φυλακές-πρότυπο» της Βαρκελώνης. Ήταν 25 χρονών.

Παράρτημα 2: Λίγα λόγια για το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ισπανία σήμερα:

Ο παραδοσιακός αναρχοσυνδικαλισμός μετά το τέλμα στο οποίο βρέθηκε το 1937 συνασπισμένος με δυνάμεις των σταλινικών, των σοσιαλδημοκρατών και των αστικοδημοκρατών, ήρθε πάλι στο προσκήνιο με τον θάνατο του Φράνκο και τη συνακόλουθη «μετάβαση στη δημοκρατία». Οι διαμάχες μεταξύ των ομάδων και των διαφόρων γραφειοκρατιών για τον έλεγχο των επιτροπών αλλά και οι χειρισμοί της αστυνομίας οδήγησαν στη διάσπασή του στις ακόλουθες, κυρίως, οργανώσεις:

1: η CGT: Οι συνδικαλιστικές εκλογές, εφεύρεση του μετασταλινικού CCOO και της σοσιαλδημοκρατικής UGT (και τα δύο θεωρούνται ως «κίτρινα» συνδικάτα, υπηρέτες δηλαδή της εργοδοσίας) που δημιουργήθηκαν το 1979 ως στήριγμα της εξουσίας και δύναμη ανάπτυξης της εργατικής γραφειοκρατίας, ανέδειξαν έναν μεγάλο νικητή: τη CGT. Ξεκινώντας από μια σοσιαλδημοκρατική βάση, πασπαλισμένη με όλες τις σύγχρονες ιδεολογίες του διαχωρισμού (αντιμιλιταρισμός, οικολογία, φεμινισμός, κίνημα των «χωρίς χαρτιά», ζαπατίστας, καταληψίες στέγης) προσφέροντας επίσης ένα καταφύγιο στα ιστορικά απολειφάδια του μαοϊσμού, τροτσκισμού, λενινισμού που εξήλθαν από το CCOO, καθώς επίσης (προσαρμόζοντας τη ρητορική του ανάλογα με την περίσταση) σε ένα ετερόκλητο πλήθος καταλωνέζων αυτονομιστών, αναρχοσυνδικαλιστών, δημοκρατών, συντηρητικών, κάτω από τον απίστευτο κι όμως αληθινό ευφημισμό «αναρχοσυνδικαλιστική οργάνωση».

2: η CNT/AIT: η ιστορική CNT είναι η δεύτερη πολυπληθέστερη οργάνωση, και τυπώνει το ομώνυμο περιοδικό, πράγμα που είναι ίσως η σημαντικότερη δράση της. Η χρόνια διαμάχη της με το αυτόνομο αναρχικό κίνημα την ανάγκασε να εγκαταλείψει ως ένα βαθμό το συνδικαλιστικό ντελίριο των ηγετών της, για να προσαρμοστεί σε μια περισσότερο «αναρχική» ορθοδοξία, και να αναμειχθεί στα διάφορα οικολογικά, αντιπυρηνικά, φεμινιστικά κινήματα. Ο ίδιος κόσμος συμμετέχει σε οργανώσεις όπως η FAI, οι Mujeres Libres (Ελεύθερες Γυναίκες), και διάφορα Ελευθεριακά Αθηναία (Τα τελευταία αποτελούνται κυρίως από διανοούμενους και καλλιτέχνες, επαγγελματίες ή εναλλακτικούς). Τα τελευταία χρόνια όλο και μεγαλύτερο μέρος των αναρχικών δημιουργεί ή συμμετέχει σε οργανώσεις που έχουν αποκοπεί ή δεν σχετίζονται με τη CNT, όπως η Federación Ibérica de Juventudes Libertarias, σε Locals (στέκια) κλπ…

3: η CNT-Catalunya: ο τρίτος πολυπληθέστερος τομέας της CNT που έχει πλέον αποκοπεί από την CNT/AIT μετά από διχογνωμίες και τις ιεραρχικές διαμάχες, και συμμετέχει αυτόνομα σε εκδηλώσεις της Καταλωνίας, όντας περισσότερο σκληροπυρηνική από την CNT/AIT. Σε αντιστοιχία με το ίδρυμα Anselmo de Lorenzo της CNT/AIT στη Μαδρίτη, λειτουργεί το ίδρυμα S. Segui, μαζί με τη CGT. Σκοπός τους είναι «η διάδοση της ελευθεριακής κουλτούρας, με την πραγματοποίηση εκθέσεων, εκδόσεων, ομιλιών κλπ.»

4: η Solidaridad Obrera: η «εθνική ομοσπονδία εργατικής αλληλεγγύης» αποτελείται κατά βάση από ένα συνδικάτο, των υπαλλήλων του Μετρό της Μαδρίτης, και δραστηριοποιείται ουσιαστικά στην Μητροπολιτική περιοχή της πρωτεύουσας. Έχει αποχωρήσει από τη CGT και βρίσκεται πιο κοντά στη CNT (δεν δέχεται επιδότηση από το κράτος, αλλά συμμετέχει στις συνδικαλιστικές εκλογές), και λειτουργεί συχνά σα γέφυρα συνεργασίας ανάμεσα στα δυο μεγάλα συνδικάτα. Παλιότερα διατηρούσε δεσμούς και με την διαλυμένη πλέον «Αυτόνομη Πάλη», όπως και με κομμουνιστικές οργανώσεις.

Σε γενικές γραμμές, παρά την υπερανάπτυξη των συνδικάτων και τον θεωρητικό τους εξτρεμισμό, τα εργατικά δικαιώματα στην Ισπανία είναι συρρικνωμένα, ενώ το μόνο που καταφέρνουν είναι να εγκλωβίζουν τους εργαζομένους στην ιεραρχική δομή τους, ρευστοποιώντας τη δυναμική τους στις μεταξύ τους διαμάχες και σε αποδοτικούς, γι αυτά, συμβιβασμούς με τα πολιτικά κόμματα.

Παράρτημα 3: Τα αυτόνομα κομάντος στη χώρα των βάσκων

ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΣΤΕ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ «ΔΙΚΗ ΜΑΣ» ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ! ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΤΙΠΟΤΑ ΝΑ ΧΑΣΟΥΜΕ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΙΠΟΤΑ ΝΑ ΚΕΡΔΙΣΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ. ΟΥΤΕ ΜΙΑ ΩΡΑ ΣΤΟ HERRI BATASUNA! Η ΕΝΑΛΑΚΤΙΚΗ KAS ΔΕΝ ΑΜΦΙΣΒΗΤΕΙ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ! ΦΤΥΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΟΡΓΑΝΩΣΙΑΚΟ ΕΛΙΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΕΣ. ΤΑ ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ ΔΟΥΛΕΥΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ!

Παράξενες ιδέες εξαπλώνονται στη συντηρητική βασκική κοινωνία… «Δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε αλλά και τίποτα να κερδίσουμε από τη Γενική Απεργία! Αυτοί που μιλάνε για κέρδος ή για χασούρα είναι τα κομματόσκυλα της πολιτικής των συμμαχιών και των συμφωνιών με την αστική τάξη, και δεν έχουν τίποτα να μας πούνε.» Τα αυτόνομα κομάντος, παράδοξη κληρονομιά των αυτόνομων ομάδων, προσαρμοσμένη στη διαστρεβλωμένη ταξική πάλη στη χώρα των βάσκων, μιλούνε ενάντια στον βασκικό καπιταλισμό και την «ανεξαρτησία» του βασκικού κράτους, για τις εργατικές συνελεύσεις και την αντικαπιταλιστική-αντισυνδικαλιστική άμεση δράση, ενώ ταυτόχρονα δηλώνουν «βάσκοι εθνικιστές», σοκάροντας τη καθωσπρέπει ισπανική αριστερή διανόηση. (Σημ: Η ισπανική αριστερά συνηθίζει να αποδίδει οποιαδήποτε ενέργεια άμεσης δράσης σε «εθνικιστές» ώστε να αποφεύγει κάθε αρνητικό συνειρμό για την νομιμοφροσύνη της ίδιας και της δεξαμενής ψήφων της). Οι περισσότεροι προέρχονται από το Εργατικό Μέτωπο της ΕΤΑ, κάποιοι είχαν συνδεθεί με τις GAC και το MIL φέρνοντας μαζί τους μια πλούσια εμπειρία ένοπλου αγώνα. Ξεκόβοντας από κάθε δεσμό με την ΕΤΑ, διαχέονται στο αντιπυρηνικό, γυναικείο και εργατικό κίνημα προκειμένου να το ριζοσπαστικοποιήσουν. Αρνούνται κάθε συσχετισμό με τις άλλες (συντηρητικές) ένοπλες οργανώσεις της χώρας των Βάσκων. Οι ίδιοι εξάλλου είναι κατά κύριο λόγο αναρχικοί και συμβουλιακοί κομμουνιστές, ξεκάθαρα εχθρικοί απέναντι στους «αναρχικούς» της KAS ή της CNT, στις οποίες καταλογίζουν συνδικαλισμό, ρεφορμισμό, ασυνέπεια και κοινοβουλευτικές αποκλίσεις. Εφαρμόζουν την ένοπλη πάλη, «σαν ένα ακόμη εργαλείο στον αγώνα μας, ούτε σημαντικότερο, ούτε πιο ασήμαντο, ούτε τίποτα, που στρέφεται ενάντια σε κάθε καταπιεστικό θεσμό, της εκκλησίας και των συνδικάτων περιλαμβανομένων, μιας και αναδεικνύουν τον αφομοιωτικό ρόλο που παίζουν για τον καπιταλισμό». Από το 1976 περίπου 20 μέλη τους είχαν συλληφθεί και βρίσκονταν διασκορπισμένοι σε 6 φυλακές της Ισπανίας (Soria, Martutene, Basauri, Aitor, Elorza, Bayona), ενώ 3 άλλοι έχουν δολοφονηθεί από την αστυνομία. Σκοπός της δράσης τους «δεν είναι να καθιερωθούμε σε μια ηρωική επαναστατική ελίτ, αλλά να δώσουμε το παράδειγμα στους υπόλοιπους εργάτες…

Παράρτημα 4: Το τραγούδι του Luis Guillardino Gonzalo (στο ρυθμό του “A las barricadas”)

Φαντάσματα πλανώνται πάνω από τη δημοκρατία- Για τα νέα μέσα που πρέπει πια να χρησιμοποιείς- Και οι άλλοι να περιμένουν το «καλύτερο αύριο»- Εμείς μόνο χτυπώντας τον εχθρό βρίσκουμε τη χαρά.

Είμαστε λίγοι για να σηκώσουμε τη σημαία της άρνησης- Αυτό το καθήκον ανήκει στο προλεταριάτο- Μη πιστεύεις στους ηγέτες, πίστεψε μόνο στο όπλο σου!- Δεν έχουμε φράγκα, αλλά δεν μας λείπει η ψυχή.

Μη πιστεύεις στους ηγέτες, παρά μόνο στο όπλο σου!- Δεν έχουμε φράγκα, μα δεν μας λείπει η ψυχή.

Για να βοηθήσουμε τους εργάτες σήμερα- Πρέπει να καταφύγουμε στις λεηλασίες.- Πάμε για τις τράπεζες, δε θα γλιτώσει καμιά τους- Για το θρίαμβο της επανάστασής μας!

Πάμε για τις τράπεζες, δε θα γλιτώσει καμιά τους,- Για το θρίαμβο της επανάστασής μας!

Παράρτημα 5: Guy Debord: Προς τους ελευθεριακούς

[Σημ: το κείμενο που ακολουθεί (Aux libertaires) γράφτηκε και δημοσιεύτηκε τον Νοέμβρη του 1980 από τις εκδόσεις Champ Libre, σαν μέρος ενός βιβλίου με τίτλο «Κραυγές από τη φυλακή της Segovia» που ήταν αφιερωμένο στο συντονισμό των Αυτόνομων Ομάδων στην Ισπανία. Ο Γκυ Ντεμπόρ, μετά το 1978 περνούσε μεγάλα διαστήματα στην Ισπανία. Έγραψε αυτό το κείμενο μετά από μια επιστροφή του στο Παρίσι, σε μια περίοδο που το επίσημο ισπανικό κράτος αποσιωπούσε επιδέξια την ύπαρξη περίπου 50 ελευθεριακών στις φυλακές του. Από την άλλη, ενώ ο αγώνας των Βάσκων βρισκόταν στο καθημερινό ρεπερτόριο των ΜΜΕ, οι αναρχικοί και αυτόνομοι κρατούμενοι, τα κίνητρα τους, και οι αγώνες τους ήταν παντελώς άγνωστοι. Τον χρόνο που γράφτηκε αυτό το κείμενο, το ισπανικό κράτος παραχώρησε μια περιφερειακή ανεξαρτησία στη χώρα των βάσκων, στην νέα αυτή κατάσταση αντέδρασε κυρίως η ΕΤΑ (Euskadi Τa Askatasuna – Βασκική Γη Κι Ελευθερία)]

Σεβαστοί σύντροφοι,

Έχουμε το δυσάρεστο καθήκον να τραβήξουμε την προσοχή σας σε ένα σοβαρό κι επείγον ζήτημα, για το οποίο υπό άλλες συνθήκες θα γνωρίζατε περισσότερα απ’ ότι εμείς. Είμαστε όμως υποχρεωμένοι να διαλευκάνουμε τις συνθήκες που έκαναν μέχρι τώρα ακατόρθωτο να φτάσουν στην αντίληψή σας κάποια γεγονότα και η σημασία τους. Το θεωρούμε συνεπώς, απαραίτητο να εκθέσουμε πλήρως στην προσοχή σας τα δεδομένα αυτά, καθώς επίσης και τις συνθήκες που διαμεσολάβησαν για να μην φτάσουν στην αντίληψή σας.

Αυτές τις στιγμές, περισσότεροι από 50 ελευθεριακοί κρατούνται μυστικά στις φυλακές τις Ισπανίας, πολλοί από αυτούς για πολλά χρόνια χωρίς δίκη. Ολόκληρος ο κόσμος, που μιλά ανοιχτά πια για τον ενδιαφέροντα αγώνα των Βάσκων, αγνοεί επιδεικτικά αυτή την όψη της σύγχρονης ισπανικής πραγματικότητας. Ακόμη και στην ίδια την Ισπανία, η ύπαρξη και τα ονόματα των συντρόφων αυτών, απασχολούνε σπάνια ένα στενότατο τομέα απόψεων, αλλά γενικά τα καλύπτει η σιγή, τόσο όσον αφορά τις πράξεις των κρατουμένων ελευθεριακών όσο και τα κίνητρά τους, ενώ τίποτα συγκεκριμένο δεν έχει γίνει στην κατεύθυνση της απελευθέρωσής τους. Εννοείτε πως όταν απευθυνόμαστε σε σας, δεν συμπεριλαμβάνουμε την αναδημιουργημένη CNT (Σημ. Ο Ντεμπόρ χρησιμοποιεί τον προσδιορισμό «αναδημιουργημένη» όταν αναφέρεται στην μετα-δικτατορική CNT για να αποφύγει την ταύτισή της με την παλιά προεπαναστατική CNT), που θεωρεί ότι είναι το κεντρικό πεδίο δράσης των ελευθεριακών: ωστόσο όσοι βρίσκονται εκεί, δεν ανήκουν σ αυτήν, κι όσοι ανήκουν σ αυτήν δεν βρίσκονται εκεί… Η εποχή του επαναστατικού συνδικαλισμού έχει περάσει ανεπιστρεπτί, μιας και στον εκσυγχρονισμένο καπιταλισμό, κάθε συνδικαλιστική μορφή έχει αναλάβει τη θέση της, σημαντική ή όχι, στο θέαμα του δημοκρατικού διαλόγου για τη διαχείριση του μισθωτού προλεταριάτου, δηλαδή: του μεσάζοντα και βοηθού της δικτατορίας της μισθωτής σκλαβιάς. Μιας και η δημοκρατία και η μισθωτή εργασία είναι έννοιες ασυμβίβαστες, και αυτή η ασυμβατότητα που πάντοτε υπήρχε στοιχειωδώς, εκδηλώνεται θεαματικά στην εποχή μας σε ολόκληρη την επιφάνεια της παγκόσμιας κοινωνίας. Από τη στιγμή που ο συνδικαλισμός και η οργάνωση της αποξενωμένης εργασίας αλληλο-αναγνωρίζονται σαν δυο δυνάμεις που εγκαθιδρύουν διπλωματικές σχέσεις, απαξιώνεται κάθε είδους διαχωρισμένη εργασία που στη συνέχεια ενδέχεται να αναπτύξει το συνδικάτο, κάνοντας τη ρεφορμιστική του φύση ακόμα πιο απεχθή. Ακόμα κι ένα συνδικάτο που αυτό-ανακηρύσσεται εχθρικό ιδεολογικά προς κάθε πολιτικό κόμμα δεν μπορεί να εμποδίσει την ανάπτυξη στο εσωτερικό του μιας γραφειοκρατίας ειδικευμένων στελεχών, ανάλογη με κάθε πολιτικού κόμματος. Όλες και καθεμία ξεχωριστά οι δραστηριοποιήσεις του στιγματίζονται από το γεγονός αυτό. Αυτό που αντιμετωπίζουμε τώρα είναι μια θεαματική αντανάκλαση, καθότι αν οι οργανωμένοι ισπανοί ελευθεριακοί είχαν πει όσα έχουν να πουν, τότε δε θα είχαμε να πούμε τίποτα πια.

Από αυτούς τους 50 φυλακισμένους ελευθεριακούς (οι περισσότεροι στη Segovia, αλλά ακόμη στη φυλακή-προτυπο της Βαρκελώνης, στη Carabanchel και στην Yserias της Μαδρίτης, στο Burgos, στην Herrera de la Mancha, στη Soria), αρκετοί είναι αθώοι που φυλακίστηκαν με τις κλασσικές αστυνομικές μεθόδους. Ελάχιστοι άνθρωποι μιλούνε γι αυτούς, και είναι αυτοί που τους υπερασπίζονται παθητικά. Εντωμεταξύ, η πλειοψηφία των φυλακισμένων αυτών, έχουν διαπρέψει σε επιθέσεις στο δρόμο, ενάντια σε κρατικά κτήρια, δικαστήρια κλπ. Έχουν διεξάγει ένοπλες απαλλοτριώσεις πολλών επιχειρήσεων ανάμεσά τους πολυάριθμες τράπεζες. Θα μιλήσουμε ιδιαίτερα για μια ομάδα εργατών της SEAT στη Βαρκελώνη (με την επωνυμία «Επαναστατικός Στρατός Εργατικής Υποστήριξης»), που προσπάθησαν να βοηθήσουν τους απεργούς του εργοστασίου τους, καθώς και άλλους ανέργους, καθώς και για τις Αυτόνομες Ομάδες της Βαρκελώνης, της Μαδρίτης και της Βαλένθια, που έδρασαν για καιρό προπαγανδίζοντας την επανάσταση σε όλη τη χώρα. Οι σύντροφοι αυτοί είναι που έχουν και τις πιο προχωρημένες θεωρητικές θέσεις. Τη στιγμή που ο εισαγγελέας τους επέβαλλε ποινές 30 και 40 χρόνων, παντού κυριάρχησε η σιωπή και η λήθη.

Το ισπανικό κράτος με τα επίσημα πολιτικά κόμματά του, που όλα τους, είτε στην εξουσία είτε στην αντιπολίτευση, το αναγνωρίζουν και το υποστηρίζουν, οι αρχές των άλλων κρατών, που για την περίπτωση αυτή είναι όλα σύμμαχοι του ισπανικού κράτους, η ηγεσία της αναδημιουργημένης CNT, όλοι μαζί κι ο καθένας για τους δικούς του λόγους είχαν συμφέρον να επιβάλλουν τη λήθη για τους φυλακισμένους συντρόφους. Κι εμείς, που το συμφέρον μας είναι ακριβώς το αντίθετο, θα εξηγήσουμε αμέσως το γιατί. Το σύγχρονο ισπανικό κράτος -κληρονομιά του Φρανκισμού- εκδημοκρατισμένο κι εκσυγχρονισμένο στο βαθμό που ήταν απαραίτητο για να διατηρήσει την μίζερη θέση του στις συνθήκες του σύγχρονου καπιταλισμού και μες τη βιασύνη του να γίνει το μέλος της ευρωπαϊκής «Κοινής Αγοράς», που του αναλογεί, προπαγανδίζει παντού τον εαυτό του σαν τη συμφιλίωση των νικητών και ηττημένων του εμφυλίου πολέμου, των Φρανκιστών και των δημοκρατικών, και αυτό εν τέλει είναι. Οι λεπτομέρειες δεν το απασχολούν και πολύ. Αν, από την μεριά των σταλινικών δημοκρατικών ο Carrillo (Σημ: Ο Σαντιάγο Καρίγιο ήταν ο σκληροπυρηνικός Γενικός Γραμματέας του ΚΚ Ισπανίας από το 1960 ως το 1982) είναι κάπως πιο μοναρχικός από τον Berlinguer (Σημ: Ενρίκο Μπερλινγκουέρ, ανανεωτικός Γ.Γ. του ΚΚ Ιταλίας από το 1972-84). Από την μεριά των πριγκηπόπουλων της άκρας δεξιάς, ο βασιλιάς της Ισπανίας είναι σίγουρα τόσο δημοκρατικός όσο και ο Giscard d’Estaing (σοσιαλιστής πρόεδρος της Γαλλίας από το 1974-81). Αλλά η βαθύτερη αλήθεια του ισπανικού κράτους είναι ότι αποτελεί την ουσιαστική συμφιλίωση των νικητών και της αντεπανάστασης. Έσμιξαν επιτέλους τρυφερά, γνωρίζοντας πια ο καθένας τον άλλον, γνωρίζοντας αυτούς που ήθελε να κερδίσει και αυτούς που ήθελε να χάσουν. Έσμιξαν οι δολοφόνοι του Lorca με του φονιάδες του Nin (Σημ: Ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα δολοφονήθηκε από τους εθνικιστές του Φράνκο στις 19 Αυγούστου 1936, ο Αντρές Νιν πρωτεργάτης του POUM, πάλι, από σταλινικούς πράκτορες). Όλες οι δυνάμεις που τη στιγμή εκείνη ήταν σε πόλεμο με τη δημοκρατία ή βρίσκονταν στην εξουσία εκείνης τις δημοκρατίας, έχουν μεταλλαχτεί σήμερα στα ίδια τα κόμματα, που μέσα από την νομοθεσία πλέον, συνεχίζουν να μάχονται με διάφορους και αιματηρούς τρόπους για τον ίδιο σκοπό: την εξαφάνιση της προλεταριακής επανάστασης του 1936, της μεγαλύτερης προλεταριακής επανάστασης στην ιστορία, κι ως εκ τούτου αυτή που προεικονίζει καλύτερα την προλεταριακή επανάσταση του μέλλοντος. Η μόνη οργανωμένη δύναμη που είχε την ικανότητα να προετοιμάσει την επανάσταση εκείνη, να την πράξει και, με μικρότερη σίγουρα οξύνοια και αποτελεσματικότητα, να την υπερασπιστεί, ήταν το αναρχικό κίνημα, υποστηριζόμενο από μόνο του, και σε δυσανάλογα μικρό βαθμό, το POUM. Το κράτος και όλοι οι απολογητές του δεν έχουν ξεχάσει αυτές τις φοβερές μνήμες, έτσι αγωνίζονται αδιάκοπα για να τις σβήσουν από τη συνείδηση των ανθρώπων. Αυτός είναι και ο λόγος που η κυβέρνηση προτιμά σήμερα ρίχνει μια σκιά πάνω από την ελευθεριακή απειλή. Προτιμά να μιλά για τη GRAPO (Σημ: Grupo de Resistencia Anti-Fascista Primero de Octubre – Ομάδα Αντιφασιστικής Αντίστασης 1 Οκτώβρη: ιδρύθηκε το 1975 σαν ένοπλη πτέρυγα του παράνομου τότε ΚΚ Ισπανίας), η οποία αποτελεί την ιδανική μορφή ενός καλά ελεγχόμενου κινδύνου, μιας και η ομάδα αυτή από το σχηματισμό της ήδη ελεγχόταν από τις μυστικές υπηρεσίες, με τον ίδιο τρόπο που ελέγχονταν οι BR (Brigate Rosse: Ερυθρές Ταξιαρχίες. Ο Ντεμπόρ αναλύει διεξοδικά τις θέσεις του για τις BR στον πρόλογο της τέταρτης ιταλικής έκδοσης της «Κοινωνίας Του Θεάματος»), ή όπως οι ψευδώνυμες τρομοκρατικές μικροοργανώσεις που επινόησε η γαλλική κυβέρνηση αποδίδοντάς τους κάποιες μικρο-επιθέσεις (Σημ: μεθόδευση του γαλλικού κράτους μάλλον ανάλογη με την εγχώρια περίπτωση του πράκτορα Ντ. Κρυστάλλη ο οποίος σε κάποια φάση τοποθετούσε μέχρι και βόμβες, που φυσικά δεν έσκαγαν, αναλαμβάνοντας την ευθύνη στο όνομα συνήθως ανύπαρκτων οργανώσεων, προβοκάροντας πρακτικά εργατικούς αγώνες που ήταν σε εξέλιξη εκείνη τη στιγμή). Η ισπανική κυβέρνηση, ικανοποιημένη με τη GRAPO μπορούσε πλέον να θέσει σε δεύτερη μοίρα το ζήτημα των βάσκων. Βέβαια, αυτό που θέλουν οι βασκικές οργανώσεις είναι η δημιουργία δικού τους, βασκικού, κράτους, απόσχιση δηλαδή την οποία ούτως ή άλλως θα μπορούσε να αντέξει ο ισπανικός καπιταλισμός. Το κρίσιμο σημείο εδώ είναι ότι οι βάσκοι ξέρουν να υπερασπίζονται τους φυλακισμένους τους, τους οποίους δεν ξεχνούν με τίποτα. Η Ισπανία πάντοτε βασιζόταν σε ένα είδους αλληλεγγύης, κι αν η χώρα των βάσκων δεν νιώθει πια αλληλέγγυα με την Ισπανία, τι θα γίνει αυτή η τελευταία όταν οι βάσκοι αποσχιστούν από αυτήν;

Τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη θα μπορούσαν εύκολα να ανεχτούν μια ανεξάρτητη χώρα των βάσκων. Όμως συγκλονισμένα από το 1968 από μια κοινωνική κρίση χωρίς επιστροφή, είναι εξίσου ενοχλημένα όσο και η Μαδρίτη από την επανεμφάνιση ενός διεθνιστικού επαναστατικού σχεδιασμού στο εσωτερικό τους. Πράγμα που σύμφωνα με τις πιο σύγχρονες μεθόδους κυριαρχίας μεταφράζεται σε: Ακόμη κι αν κάτι υπάρχει, δεν πρέπει να φαίνεται. Τα κράτη αυτά θυμούνται πολύ καλά ποιος ήταν ο ρόλος τους το 1936, εξίσου οι «απολυταρχικοί» της Μόσχας, του Βερολίνου, της Ρώμης, όσο και οι «δημοκρατικοί» του Λονδίνου και του Παρισιού, όλοι σύμφωνοι στην αναγκαιότητα να τσακιστεί η ελευθεριακή επανάσταση, και μερικοί από αυτούς ελαφρά τη καρδία συμφιλιωμένοι με τα ρίσκα ως προς τα κέρδη και τις απώλειες που θα τους αποφέρει στο δευτερευούσης σημασίας μεταξύ τους ανταγωνισμό. Στις μέρες μας κάθε ενημέρωση περνάει μέσα από τα κανάλια του κράτους, επίσημα ή όχι. Ο λεγόμενος δημοκρατικός τύπος νιώθει τόση αγωνία και υποχρέωση για τη συντήρηση της υπάρχουσας κοινωνικής τάξης που δεν χρειάζεται πια να του το υπενθυμίζει η κυβέρνηση. Ο τύπος προσφέρει απλόχερα τις υπηρεσίες του στην κυβέρνηση, σε κάθε κυβέρνηση, προπαγανδίζοντας παντού το ακριβώς αντίθετο από την απάντηση σε κάθε ερώτημα, μιας και οι απαντήσεις ακόμη κι από το πιο ασήμαντο ερώτημα αποτελούν πλέον απειλή για την κυρίαρχη τάξη (Σημ: ιδέα που επαναλαμβάνεται και στο 6ο κεφάλαιο της «Πειστικής έρευνας σχετικά με την τελευταία ευκαιρία να σωθεί ο καπιταλισμός στην Ιταλία» του Sanguinetti). Όπως και να έχει δεν υπάρχει κάποιο πραγματικό πεδίο να τα καταφέρνουν καλύτερα ο αστικός και ο γραφειοκρατικός τύπος περισσότερο από την απόκρυψη της επαναστατικής δράσης.

Όσο για την αναδημιουργημένη CNT στο θέμα αυτό είναι τελείως αναίσχυντη. Δεν είναι από αδιαφορία ή από σύνεση που το χει βουλώσει. Οι ηγέτες της CNT θέλουν να αποτελέσει τον πόλο γύρω από τον οποίο οι ελευθεριακοί θα οργανώνονται σε μια συνδικαλιστική βάση, με τρόπο τέτοιο που να τους καθιστά αποδεκτούς από την κυρίαρχη τάξη. Οι σύντροφοι που κατέφυγαν στην απαλλοτρίωση, για αυτό και μόνο αποτελούν έναν διαφορετικό πόλο οργάνωσης. Παραμένουν λογικοί, όταν οι άλλοι αυταπατώνται. Ο καθένας τους είναι το απόσταγμα της δράσης του, και μπορούμε να τους κρίνουμε εξετάζοντας τη σημασία και το αποτέλεσμα των δράσεων του καθενός. Αν, κατά τη διάρκεια που οι απαλλοτριωτές σύντροφοι ήταν στη φυλακή, κάποιος έβλεπε τη CNT να διεξάγει μαζικούς επαναστατικούς αγώνες, τότε θα μπορούσε ίσως να συμπεράνει ότι οι σύντροφοι ήταν πράγματι ανίδεοι και τυχοδιώκτες, κι επιπλέον ότι η CNT έδρασε με αξιοπρέπεια υπερασπιζόμενη τους απαλλοτριωτές αυτούς, παρά τις διαφορές της μαζί τους. Αλλά αντί γι αυτό, το μόνο που βλέπουμε είναι η CNT να αρκείται στο να μαζέψει μερικούς νεόπτωχους του καπιταλιστικού εκσυγχρονισμού, πράγμα το οποίο δεν είναι και καμιά πρωτοπορία, (είναι ίσως οι νέοι Βουρβόνοι (Σημ: μακρόβιος οίκος μοναρχών της παλιάς Ευρώπης); Ο νέος Βοναπάρτης;) Εν τέλει ήταν το επαναστατικό προλεταριάτο που δημιούργησε τη CNT κι όχι το αντίθετο.

Όταν η δικτατορία έκρινε ότι ήρθε ο καιρός για να ανανεωθεί εν μέρει, πολλοί έσπευσαν να επωφεληθούν από την νομιμοποίηση. Όμως οι αυτόνομοι σύντροφοι αποφάσισαν άμεσα ότι θα ήταν τουλάχιστον εξευτελιστικό, να αρκεστούν σε κάτι τέτοιο. Ζητούσαν τα πάντα, μιας και μετά από 40 χρόνια αντεπανάστασης, τίποτα δε θα μπορούσε να ξεπλύνει το αίμα εκτός από την αυτό-επιβεβαίωση και τον θρίαμβο της ολικής επανάστασης. Ποιος μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του ελευθεριακό, όταν δεν αναγνωρίζει τον εαυτό του σε αυτούς τους απογόνους του Durruti; (Σημ: Ο αναρχικός Buenaventura Durruti, που σκοτώθηκε στο μέτωπο κάτω από σκοτεινές συνθήκες στις 20 Νοέμβρη 1936, έγινε μια αγαπημένη αναφορά της Καταστασιακής Διεθνούς(I.S.) από τις θεωρητικές αναζητήσεις τους του 1957. Το 1966 δημοσιεύτηκε και κυκλοφόρησε ευρέως το κόμικ: η επιστροφή της ταξιαρχίας Durruti).

Οι οργανώσεις περνούν αλλά η αγάπη για την εξέγερση μένει. Ποιος σ έχει αντικρίσει και δε σε θυμάται για πάντα; (Σημ: στα ισπανικά στο πρωτότυπο). Σήμερα οι ελευθεριακοί είναι πολλοί στην Ισπανία και αύριο θα είναι ακόμη περισσότεροι. Και, το σπουδαιότερο, η πλειοψηφία τους και η πλειοψηφία των ελευθεριακών εργατών συγκαταλέγονται στους «incontrollados». Ακόμα περισσότερο, ότι νέοι άνθρωποι όπως και παντού στην Ευρώπη ήδη συμμετέχουν σε έναν εξειδικευμένο αγώνα ενάντια σε μια όψη, σύγχρονης ή αρχαιότερης, αυτής της καταπιεστικής κοινωνίας. Οι αγώνες αυτοί είναι απαραίτητοι: Τι καλό έχει μια επανάσταση όταν οι γυναίκες και οι ομοφυλόφιλοι δεν είναι ελεύθεροι; Τι καλό θα είχε αν μια μέρα απελευθερωνόμασταν από την κατεστημένη κι εξουσιαστική εξειδίκευση, αν η ανεπανόρθωτη υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος έθετε νέους περιορισμούς στην ελευθερία μας. Την ίδια στιγμή, ανάμεσα σε αυτούς που συμμετέχουν σοβαρά σε εξειδικευμένους αγώνες, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι εισπράττει αληθινή ικανοποίηση από τις διεκδικήσεις του όσο δεν έχει διαλυθεί το ίδιο το κράτος. Κι αυτό γιατί όλες αυτές οι εξειδικευμένες, πρακτικές αντιφάσεις είναι ο λόγος ύπαρξης του κράτους.

Δεν θα αγνοήσουμε το γεγονός ότι πολλοί ελευθεριακοί ήρθαν σε διαφωνία με πολλούς από αυτούς τους αυτόνομους συντρόφους, και δε θέλουν να δώσουν την εντύπωση ότι παραδέχονται έτσι την ήττα τους, παρατούν την υπεράσπιση των συντρόφων. Ε λοιπόν, κανείς δε συζητά για τις σωστές και τις λάθος στρατηγικές με συντρόφους όταν είναι στη φυλακή. Για να ξεκινήσει αυτή η ενδιαφέρουσα συζήτηση πρέπει κατ αρχήν να πάρουμε τους συντρόφους μας πίσω, στο δρόμο. Νομίζουμε ότι αυτές οι διαφωνίες, που τροφοδοτούμενες συχνά από τη παραπληροφόρηση, διατρέχουν τον κίνδυνο να επιτρέψουν σε κάποιους αυτοαποκαλούμενους επαναστάτες να θεωρήσουν την υπόθεση αυτή σαν αδιάφορη, έχουν τέσσερις αιτίες: 1: κάποιοι ελευθεριακοί, που βλέπουν τα πράγματα με λιγότερη αδιαφορία και με μεγαλύτερη συμπάθεια, ενδέχεται να έχουν μια πιο αισιόδοξη προοπτική της παρούσας κατάστασης στην Ισπανία. 2: κάποιοι άλλοι δεν συμφωνούν με τις μορφές που πήρε ο αγώνας των αυτόνομων ομάδων. 3: κάποιοι ίσως πιστεύουν ότι οι φυλακισμένοι σύντροφοι δεν μπορούν να έχουν μια υπεράσπιση βασισμένη σε ηθική ή νομικιστική βάση, και 4: κάποιοι ίσως νιώθουν ότι δεν έχουν επαρκή μέσα παρέμβασης. Νομίζουμε ότι όλα αυτά μπορούν να εκμηδενιστούν εύκολα.

Αυτοί που περιμένουν μια νέα βελτίωση του κοινωνικο-πολιτικού συστήματος στην Ισπανία έχουν ολοφάνερα τις περισσότερες αυταπάτες. Κάθε ευχαρίστηση που επιτρέπει η δημοκρατία έχει δει ήδη τις καλύτερες μέρες της, πράγμα γενικά αντιληπτό. Κατά συνέπεια, τα πάντα θα χειροτερέψουν στην Ισπανία όπως και παντού. Οι ιστορικοί γενικά συμφωνούν πως αυτό που γέννησε μια εκατονταετή επαναστατική κατάσταση στην Ισπανία, ήταν η ανικανότητα της άρχουσας τάξης να ανεβάσει το επίπεδο της καπιταλιστικής οικονομικής ανάπτυξης στο επίπεδο των πιο προηγμένων χωρών της Ευρώπης και των ΗΠΑ, χώρες με μακρές περιόδους κοινωνικής ειρήνης. Κι όμως. Η Ισπανία θα ξαναγίνει επαναστατική και για τον νέο λόγο που έχει πλέον, παρά την εκσυγχρονιστική άρχουσα τάξη που ανέλαβε την μετα-φρανκική Ισπανία και αποδεικνύεται πιο ικανή στη βελτίωση των γενικών συνθηκών του σύγχρονου καπιταλισμού, και θα το κάνει τόσο αργά, την ακριβή στιγμή που τα πάντα θα αποσυντίθενται. Παντού ο καθένας βρίσκει τη ζωή των ανθρώπων και τη σκέψη των αρχόντων τους να πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο, και τόσο το χειρότερο για την δυστυχισμένη «Κοινή Αγορά» στην οποία όλοι οι γαλλικού τύπου εξουσιαστές υπόσχονται να σας οδηγήσουν σαν να πρόκειται για κάποιο τοπικό πανηγύρι. Η εξουσιαστική παραγωγή ψεμάτων διογκώνεται στο βαθμό της κοινωνικής σχιζοφρένειας, η προλεταριακή συνθήκη διαλύεται, κάθε κοινωνική τάξη είναι ατελής. Η Ισπανία δεν θα είναι ποτέ ειρηνική, μιας και στον υπόλοιπο κόσμο η ειρήνη είναι νεκρή. Ένα καθοριστικό στοιχείο στην προδιάθεση της Ισπανίας για αταξία υπήρξαν ασφαλώς το αυτόνομο ελευθεριακό πνεύμα που είναι τόσο δυνατό στο προλεταριάτο. Αυτή η τάση είναι ακριβώς εκείνη στην οποία η ιστορία του αιώνα μας χάρισε έναν σκοπό, και είναι αυτή που επανεμφανίζεται παντού, διότι παντού αντικρίζουμε τη διαδικασία μετατροπής του σύγχρονου κράτους σε απολυταρχικό, και οι θλιβερές συνέπειες του κανιβαλισμού του εργατικού κινήματος, κυριαρχούμενου από εξουσιαστικές και κρατιστικές γραφειοκρατίες. Έτσι τη στιγμή που οι επαναστάτες όλων των χωρών, σε αυτό το ζήτημα, γίνονται ισπανοί, δεν μπορείτε να σκεφτείτε να γίνετε κάτι άλλο. Μπορούμε κάλλιστα να κατανοήσουμε την αντίρρηση που αφορά καθαρά το επίπεδο στρατηγικής. Μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί, αν το να λεηλατούμε τράπεζες για να προμηθευτούμε χρήματα να αγοράσουμε εκτυπωτές, που χρειαζόμαστε για να εκδίδουμε ανατρεπτικά κείμενα, αποτελεί τον πιο πρακτικό και αποτελεσματικό τρόπο δράσης. Σε κάθε περίπτωση, οι σύντροφοι αυτοί έχουν πληρώσει ένα δυσανάλογο τίμημα για τη δική τους αποτελεσματικότητα: Ρίχτηκαν στη φυλακή, επειδή διεξήγαγαν το πρόγραμμα δράσης που σχεδίασαν, για πολύ καιρό και χωρίς κανένα δισταγμό. Υπηρέτησαν πολύ καλά τους σκοπούς της επανάστασης, στην Ισπανία και σε όλον τον κόσμο, ακριβώς γιατί δημιουργούν ένα φανερό, πρακτικό πεδίο δράσης που επιτρέπει σε όλους τους ελευθεριακούς που διατρέχουν την Ισπανία, να δουν και να αναγνωρίσουν τους εαυτούς τους στον αγώνα για την απελευθέρωσή τους. Με την πρωτοβουλία τους, αυτοί οι σύντροφοι σας γλίτωσαν από τον κόπο της αναζήτησης, σε μακρές και δύσκολες θεωρητικές συζητήσεις, του καλύτερου τρόπου να ξεκινήσεις τη δράση. Δε θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη αρχή, μιας και είναι πολύ οξεία στην θεωρία και πολύ καλή στην πρακτική Συγκεκριμένοι ελευθεριακοί, έχουν ίσως την εντύπωση ότι, σε νομικό επίπεδο, η βαρύτητα των ποινών καθιστά την υπεράσπιση των συντρόφων πιο δύσκολη. Αντιθέτως, εμείς νομίζουμε ότι είναι η βαρύτητα των ποινών αυτών που διευκολύνει κάθε καλά-υπολογισμένη πράξη. Οι ελευθεριακοί δεν μπορούν, σαν θέμα αρχής, να δίνουν αξία σε κάθε νόμο του κράτους, και ιδιαίτερα όταν μιλάμε για το ισπανικό κράτος: Αναλογιζόμενοι την νομιμότητα της καταγωγής του, και όλης της ακόλουθης συμπεριφοράς του, η δικαιοσύνη δεν μπορεί να λειτουργήσει αξιοπρεπώς, εκτός ίσως αν δοθεί μια μόνιμη αμνηστία, μια για πάντα. Αυτό είναι και που το κάνει τόσο αξιομίσητο: η καταλήστευση των φτωχών, που παίρνει την μορφή όλων των ελεεινών νόμων της οικονομίας, που θα διαλυθούν μόνο με την απόλυτη καταστροφή του πραγματικού εδάφους στο οποίο κινούνται: την εγγύηση ότι ένας φτωχός δε θα πλησιάσει ποτέ έναν τραπεζίτη. Έτυχε έτσι σε μια αντιμετώπιση που βγήκαν τα όπλα, να σκοτωθεί ένας φρουρός. Η ανθρωπιστική απαξίωση της δικαιοσύνης που εξεγέρθηκε, φάνηκε ύποπτη σε μια χώρα στην οποία οι βίαιοι θάνατοι είναι τόσο συχνοί. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι άνθρωποι πεθαίνουν όπως στο Casas Viejas ή στις άμμους του Badajoz (Σημ: η εξέγερση των κατοίκων του Casas Viejas καταπνίγηκε στο αίμα στις 8 Γενάρη του 1933, στις 14 Αυγούστου 1936 τα στρατεύματα των εθνικιστών έσφαξαν όλους τους αντιφασίστες του Badajoz). Σε άλλες εποχές, σε συμφωνία με τις τεχνολογικές ανάγκες αύξησης της κερδοφορίας, μπορείς να πεθάνεις ακαριαία, όπως οι 200 καταληψίες που κάηκαν μέχρι θανάτου στο Los Alfaques ή οι 70 αστοί που θάφτηκαν στην πλαστική πολυτέλεια ενός μεγάλου ξενοδοχείου της Σαραγόσα. Ή μήπως οι «τρομοκράτες» σύντροφοί μας είναι υπεύθυνοι και γι αυτές τις σφαγές; Όχι, όπως δεν είναι υπεύθυνοι και για την μόλυνση του κόλπου του Μεξικού, μιας και το πλημμέλημα (Σημ: σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου που απενοχοποιούσε τους εφοπλιστές) αυτό διαπράχτηκε όσο ήταν ήδη στη φυλακή.

Το ζήτημα δεν είναι μια νομικίστικη υπόθεση. Είναι απλά ζήτημα κοινωνικών συσχετισμών. Από τη στιγμή που η κυβέρνηση έχει εκδηλώσει το φανερό της ενδιαφέρον να κλείσει όλα τα στόματα σχετικά με την υπόθεση των συντρόφων, είμαστε υποχρεωμένοι να μιλήσουμε γι αυτούς με τρόπο τέτοιο που η αναγκάσει την κυβέρνηση να συμπεράνει ότι είναι άμεσο συμφέρον της να τους απελευθερώσει, και να μην τους κρατά στη φυλακή. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση θέλει να φτάσει στην ίδια κατάληξη, αλλά μέσω της δικαστικής οδού, να φτάσει δηλαδή ακόμα και στο επίπεδο να μειώσει τις ποινές των συντρόφων στην προφυλάκισης, με το να δοθεί μια αμνηστία ή να μπορέσουν οι σύντροφοι να δραπετεύσουν είναι ασήμαντο. Ωστόσο, πρέπει να επιμείνουμε στο γεγονός ότι, αν δεν υπάρξει ένα κίνημα υποστήριξης των συντρόφων αυτών που θα μπορέσει να εκφραστεί δυναμικά και με ικανοποιητική απειλή, μια απομονωμένη δραπέτευση είναι επικίνδυνη: Ξέρουμε όλοι τον «νόμο των φυγάδων» (Σημ. Είναι γνωστή η παγκόσμια συνήθεια της αστυνομίας να πυροβολεί τους δραπέτες εν ψυχρώ) και θα γίνουμε μάρτυρες της εφαρμογής του αρκετές φορές ακόμα.

Σύντροφοι, δεν μας επιτρέπεται να προτείνουμε σε σας, που ζείτε εκεί (στην Ισπανία) και μπορείτε να ζυγίσετε ώριμα τις δυνατότητες και τα ρίσκα, ανάσα προς ανάσα, να κάνετε αυτό-αυτό-κι αυτό, σε πρακτικό επίπεδο. Δεδομένου ότι η επείγουσα αίτηση για την απελευθέρωση των ελευθεριακών αυτών τίθεται κεντρομετωπικά, κάθε μορφή δράσης είναι καλή, κι όσο μεγαλύτερο το σκάνδαλο τόσο το καλύτερο. Συνδεόμενοι σε ομάδες συγγενείας, μπορείτε ανάλογα με τα γούστα και τις ευκαιρίες, να εξερευνήσετε ή να επεκτείνετε κάθε μέσο δράσης που έχει χρησιμοποιηθεί σε άλλες εποχές ή με το οποίο μπορούμε να πειραματιστούμε, εκτός από το να ξεπέσουμε στην αθλιότητα των αξιοσέβαστων καμπανιών που διοργανώνονται παντού, καθόλου παράδοξα, από τα αριστερίστικα εκλογικά κόμματα. Είναι φυσικά παντελώς άχρηστο να συντονιστούν τέτοιες αυτόνομες δράσεις. Είναι αρκετό που θα συμπίπτουν στον ίδιο συγκεκριμένο σκοπό, προπαγανδίζοντάς τον και πολλαπλασιαζόμενες ολοένα. Και όταν ο συγκεκριμένος αυτός στόχος θα έχει επιτευχθεί, θα διαφανεί η ύπαρξη ενός ενεργού ελευθεριακού ρεύματος που επανεμφανίστηκε, και που θα αναγνωρίσει και θα μάθει τον εαυτό του. Έτσι θα ξεκινήσει ένα γενικευμένο κίνημα, που θα μπορεί να συντονιστεί καλύτερα και να φτάσει ένα όλο και διογκούμενο φάσμα στόχων. Ένας πρώτος στόχος είναι να παθιαστεί η χώρα με την υπόθεση αυτή, ικανοποιητική συνθήκη για να γίνει ευρύτερα γνωστή η ύπαρξη ενός επαναστατικού ελευθεριακού κινήματος στην Ισπανία, υποχρεώνοντας τους ανθρώπους να μάθουν για τους κρατούμενους αυτούς και τη δύναμη αυτών που τους υποστηρίζουν. Είναι απαραίτητο τα ονόματα των κρατουμένων αυτών να γίνουν ευρύτατα γνωστά σε κάθε χώρα στην οποία οι προλετάριοι εξεγείρονται ενάντια στο κράτος, από τους εργάτες που ξεκινούν τεράστιες επαναστατικές απεργίες στην Πολωνία, μέχρι αυτούς που σαμποτάρουν την παραγωγή στα εργοστάσια της Ιταλίας και τους ανυπότακτους που ζουν στη σκιά των Μπρεζνιεφικών ψυχιατρικών κελιών ή στις φυλακές του Πινοτσέτ. Μιας και υπάρχουν, δυστυχώς, πολλά ονόματα για να απαριθμούμε, κρίμα, πόσο πολλοί νιώθουν σαν τον Puig Antich στο σβέρκο τους την πίεση της αγχόνης ή το βάρος 40 ή 50 ετών φυλάκισης σύμφωνα με τα σχέδια της κυβέρνησης, πρέπει προς στιγμή να περιοριστούμε στα ονόματα των ενόχων, ενάντια στους οποίους η δικαιοσύνη έχει ζητήσει ή ήδη επιβάλλει ποινές άνω των 20 χρόνων. Gabriel Botifoll Gomez, Antonio Cativiela Alfos, Vicente Dominguez Medina, Guillermo Gonzalez Garcia, Luis Guillardini Gonzalo, Jose Hernandez Tapia και Manuel Nogales Toro. Πρέπει όμως να γίνεται σαφές ότι ζητάμε επίσης την απελευθέρωση και των υπολοίπων, ακόμα και για τους αθώους.

Το πρώτο βήμα είναι να κάνουμε το ζήτημα ευρέως γνωστό. Να το αποτρέψουμε απ το να ξεχαστεί, διαδηλώνοντας όλο και πιο δυναμικά μια αυξανόμενη ανυπομονησία. Τα μέσα θα πολλαπλασιαστούν όσο το κίνημα βρίσκει το δρόμο του. Ακόμα κι ένα μικρό εργοστάσιο θα μπορούσε να απεργήσει για μια μέρα, σε υποστήριξη των κρατουμένων, πράγμα που ίσως γινόταν πρότυπο και για την υπόλοιπη χώρα. Αυτό που πρέπει να κάνετε άμεσα είναι να γνωστοποιήσετε ευρέως τη παραδειγματική τους στάση, και η μισή μάχη έχει νικηθεί. Αμέσως, πρέπει να εμποδίσετε τον καθένα να φτάσει στο φοιτητικό αμφιθέατρο, στη σκηνή του θεάτρου ή στο επιστημονικό εργαστήριο χωρίς να περάσει από έναν κατακλυσμό μηνυμάτων που του θέτουν την ερώτηση: Τι γίνεται με τους συντρόφους μας; Και Πότε επιτέλους θα απελευθερωθούν; Κανείς να μην μπορεί να περπατήσει στους δρόμους χωρίς να έρχεται παντού αντιμέτωπος με τα ονόματα των συντρόφων, χωρίς να εκτίθεται στα τραγούδια γι αυτούς που πρέπει να ακουστούν παντού.

Σύντροφοι, αν τα επιχειρήματά μας σας ακούγονται σωστά, αναπαράγετε και διανείμετε αυτό το κείμενο άμεσα και με κάθε μέσο που διαθέτετε ή μπορείτε να βρείτε. Κι αν όχι, πετάξτε το μακριά τώρα, κι αρχίστε να δημοσιεύετε νέα, καλύτερα! Γιατί είναι πέραν αμφιβολίας ότι έχετε το δικαίωμα να κρίνετε τα επιχειρήματά μας ανελέητα. Αλλά αυτό που είναι πέραν πάσης αμφιβολίας είναι ότι η σκανδαλώδης πραγματικότητα που προσπαθήσαμε να σας εκθέσουμε δεν είναι αντικείμενο της κριτικής σας, αντιθέτως θα σας κρίνει η ίδια, σφοδρότατα.

Χαιρετισμούς

Ζήτω η κοινωνική αναταραχή!

Οι φίλοι της Διεθνούς, 1 Σεπτέμβρη 1980

Πηγές:

Comunicados de los Grupos Autónomos encarcelados en la prisión de Segovia (1978-1980), Madrid 1980

CO.P.E.L, butrones y otras aportaciones de Grupos Autónomos – DESORDEN distro, Valencia 2004

Telesforo Tajuelo : El MIL, Puig Antich y los GARI – ed. Ruedo Ibérico, 1977

Το κείμενο του Ντεμπόρ καθώς και άλλες πληροφορίες βρέθηκαν στο διαδίκτυο.

* Η παρούσα έκδοση κυκλοφορεί χέρι- με- χέρι, χωρίς αντίτιμο, αμφισβητώντας στοιχειωδώς το εμπόρευμα και τους κοινωνικούς ρόλους που αξιώνει αυτό (παραγωγός- καταναλωτής- μεσάζοντας). Αυτό είναι και το ελάχιστο που περιμένει από τον αναγνώστη, που δε θέλει να παραμείνει τέτοιος (καταναλωτής στην ουσία). Κατά συνέπεια, κάθε ανατύπωση, διάδοση, κριτική κλπ είναι επιθυμητή, και δικαιώνει κατά κάποιο τρόπο την υπόθεση της έκδοσης και όχι μόνο.

Διαβάστε επίσης: για το αυτόνομο κίνημα στην Ισπανία

Categories
Animal Liberation Front

Σχετικά με το ALF

Μικρή εισαγωγή στην απελευθέρωση των ζώων:

Το κίνημα της απελευθέρωσης ζώων (Animal Liberation) αποτελείται από μικρές αυτόνομες ομάδες, ατόμων από όλον τον κόσμο που αναλαμβάνουν ενέργειες άμεσης δράσης. Οι επίγονοι του κινήματος απελευθέρωσης προέκυψαν από το Μέτωπο Απελευθέρωσης Ζώων – Animal Liberation Front (ALF), το οποίο με τη σειρά του προήλθε από τους σαμποτέρς των κυνηγιών στην Αγγλία του 1970. Το ALF, που στάθηκε το πιο δραστήριο υπόγειο δίκτυο απελευθέρωσης στις ΗΠΑ, έχει επιλέξει να λειτουργεί κάτω από ένα συγκεκριμένο πλαίσιο που αποτελείται από τις εξής θέσεις:

1)Απελευθέρωση ζώων από μέρη όπου κακοποιούνται, πχ εργαστήρια, φάρμες παραγωγής, φάρμες γούνας κλπ, και εύρεση νέων σπιτιών όπου θα μπορούν να ζήσουν μια φυσιολογική ζωή, χωρίς να υποφέρουν. 2)Πρόκληση οικονομικών ζημιών σε αυτούς που κερδοσκοπούν από την εξαθλίωση και την εκμετάλλευση των ζώων. 3)Αποκάλυψη του τρόμου και του σαδισμού που διαπράττεται εναντίον των ζώων στα κλουβιά, με ενέργειες άμεσης δράσης και απελευθέρωσης. 4)Λήψη όλων των αναγκαίων προφυλάξεων ώστε να μη προκληθεί βλάβη σε οποιοδήποτε ζώο, ανθρώπινο ή όχι. 5)Κάθε ομάδα ανθρώπων που είναι φυτοφάγοι ή vegans και αναλαμβάνουν ενέργειες σύμφωνα με το παραπάνω πλαίσιο έχουν το δικαίωμα να θεωρούνται μέρος του Animal Liberation Front.

Φιλοσοφία του κινήματος απελευθέρωσης ζώων:

Το κίνημα απελευθέρωσης ζώων είναι ένας χαλαρά συνδεδεμένος ιστός από αυτόνομους πυρήνες ανθρώπων που εσκεμμένα παραβιάζουν τον νόμο για να ελευθερώσουν ζώα από την αιχμαλωσία και τη φρίκη της εκμετάλλευσης. Καθώς οι ακτιβιστές ενός πυρήνα δεν γνωρίζουν αυτούς ενός άλλου, η μη-ιεραρχική δομή και η ανωνυμία εμποδίζει τις αρχές από το να διαλύσουν την οργάνωση. Οι ακτιβιστές της απελευθέρωσης των ζώων εισβάλλον σε κτίρια, φάρμες, εργαστήρια, με σκοπό να αφήσουν ελεύθερα ή να διασώσουν ζώα. Επίσης καταστρέφουν την ιδιοκτησία ώστε να παρεμποδίσουν περαιτέρω εκμετάλλευση των ζώων και για να χτυπήσουν οικονομικά τις εταιρίες εκμετάλλευσης. Οι δράσεις τους έχουν χτυπήσει πολλά εργαστήρια, έχουν κλείσει για πάντα άλλα, και έχουν εμποδίσει άλλα να εδραιωθούν από φόβο μιας επαπειλούμενης επίθεσης. Ενδέχεται επίσης να χρησιμοποιήσουν τον εκφοβισμό ούτως ώστε να προλάβουν μεγαλύτερη καταπίεση και δολοφονίες ζώων. Με την ανάπτυξη του κινήματος απελευθέρωσης ζώων, εμπνεύστηκαν και δημιουργήθηκαν πολυάριθμες άλλες απόπειρες άμεσης δράσης και απελευθέρωσης ζώων. Αυτές κυμαίνονται από ομάδες όπως η Justice Department («Υπουργείο Δικαιοσύνης») και η Animal Rights Militia (Περίπολος των Δικαιωμάτων των Ζώων – ΑRM), που αντίθετα με το ALF υπερασπίζονται και χρησιμοποιούν βίαιες τακτικές (όπως η αποστολή δεμάτων-βομβών με το ταχυδρομείο) μέχρι τις Compassion Over Killing και Mercy For Animals που εισβάλλουν σε φάρμες παραγωγής απελευθερώνοντας ζώα αλλά αποκηρύσσουν τακτικές καταστροφής περιουσίας. Οι άνδρες και οι γυναίκες του κινήματος απελευθέρωσης ζώων έχουν παρομοιαστεί με τους «Μαχητές της Ελευθερίας» που απελευθέρωναν αιχμαλώτους στην ναζιστική Γερμανία και κατέστρεφαν εξοπλισμούς, αλλά και με το κίνημα ενάντια στο Απαρτχάιντ του Nelson Mandela: Αν θεωρήσουμε μαζί με τους απελευθερωτές ζώων ότι τα ζώα έχουν κάποια βασικά δικαιώματα, θα συμφωνήσουμε μαζί τους ότι οι επιστήμονες ή οι εταιρίες δεν μπορούν να έχουν κάποια ζώα σαν ιδιοκτησία τους. Με απλά λόγια, τα ζώα έχουν δικαίωμα στη ζωή, την ελευθερία, και την επιδίωξη της ευτυχίας, σε αντίφαση με τη κατάσταση στην οποία βρίσκονται (συχνά κυριολεκτικά) αιχμάλωτα. Ακόμη κι αν η «έρευνα» πάνω στα ζώα εξυπηρετεί τους ανθρώπους, και υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες ότι δεν τους εξυπηρετεί καθόλου (για περισσότερα σ αυτό το θέμα, δες το www.curedisease.com) αυτό δεν εγγυάται ότι πρέπει να γίνονται, όπως και οι έρευνες πάνω σε μη σύμφωνους ανθρώπους για το καλό των ζώων. Το μόνο εχέγγυο του προνομίου των ανθρώπινων επί των ζωικών συμφερόντων είναι μια προκατάληψη, μια ηθική κατασκευή εξίσου δολοφονική με το ρατσισμό ή το σεξισμό: η ανωτερότητα του ανθρώπου… Αφότου η επαφή με κάποιο από τα άτομα του κινήματος απελευθέρωσης ζώων δεν είναι πιθανή (η ανωνυμία που λέγαμε), η χρήση προκηρύξεων είναι ένας τρόπος επικοινωνίας με τον καθένα, από τις παράνομες ομάδες υποστήριξης και τις επιφανείς οργανώσεις δικαιωμάτων των ζώων μέχρι τα ΜΜΕ. Μιας και τα άτομα που εμπλέκονται σε παράνομες ενέργειες δεν μπορούν να μιλήσουν δημόσια γι αυτές, κάποια άλλα άτομα δημιούργησαν το North American Animal Liberation Press Office (βορειοαμερικανικό γραφείο τύπου απελευθέρωσης ζώων – NAALPO). Μιας και αυτά δεν εμπλέκονται στις ίδιες τις παράνομες ενέργειες, δεν είναι σε θέση να δώσουν λεπτομέρειες γι αυτές, μπορούν όμως να παρέχουν αρκετές κοινωνικο-ιστορικές πληροφορίες για να προσδιορίσουν καλύτερα τους λόγους που έγιναν αυτές, και να φωτίσουν μια διαφορετική οπτική από αυτή που διαμορφώνουν οι εταιρίες που εκμεταλλεύονται τα ζώα και οι απολογητές των ειδικών νομοθεσιών.

Ιστορία του κινήματος απελευθέρωσης ζώων

Στα 1970 στην Αγγλία, κάποιοι ακτιβιστές πέρασαν από τις νομικές διαδικασίες κατάργησης του κυνηγιού σε παράνομες μορφές σαμποτάζ αφού αντιμετώπισαν την κρατική καταστολή κι έψαξαν για πιο αποτελεσματικές τακτικές. Μια ομάδα σαμποτάζ, η Band of Mercy διεύρυνε την προσοχή της και σε άλλες περιπτώσεις εταιριών εκμετάλλευσης ζώων όπως στα πειράματα και ξεκίνησε τη χρήση των εμπρησμών σαν εργαλείο καταστροφής περιουσίας. Δυο από τους πρωτεργάτες του συνελήφθησαν το 1974 και αφέθηκαν ελεύθεροι έναν χρόνο αργότερα. Ο ένας, ο Cliff Goodman, έγινε ο πρώτος επίσημος χαφιές του κινήματος απελευθέρωσης ζώων, ενώ ο άλλος, ο Ronnie Lee, εμβάθυνε στις πεποιθήσεις του και το 1975 σχημάτισε μια νέα αντάρτικη ομάδα που ονόμασε Animal Liberation Front. Γύρω στα μέσα της δεκαετίας του 1990, οι πολυάριθμοι αγώνες ενάντια στα πειράματα σε ζώα στην Αγγλία, γονιμοποίησαν ένα δεύτερο κύμα άμεσης δράσης που τελικά παρέμεινε εγκλωβισμένο σε νόμιμες μορφές διαμαρτυρίας. Στους αγώνες αυτούς, που συχνά ήταν επιτυχημένοι, μεγάλο ρόλο έπαιξε από τα τέλη του 1990 το SHAC, που δημιουργήθηκε με σκοπό να κλείσει ένα από τα μεγαλύτερα εργαστήρια βασανισμού ζώων: το Huntingdon Life Sciences (HLS). To SHAC εγκαινίασε τακτικές όπως το μπλοκάρισμα τηλεφώνων, e-mail, φαξ, διαδηλώσεις στα σπίτια επιλεγμένων στόχων, αδιάκοπη πίεση σε δευτερεύουσες εταιρίες που παρέχουν υπηρεσίες στην HLS κλπ. Δέθηκαν επίσης με παράνομες τακτικές όπως η καταστροφή ιδιοκτησίας για την άσκηση μεγαλύτερης πίεσης στην HLS ή και σε πελάτες της. Η επιτυχία της στην αποδυνάμωση της HLS και την κατάρρευση των μετοχών της, ενέπνευσε πολλές ομάδες που άνθισαν στον αγγλοσαξονικό κόσμο. Μια από αυτές η SPEAK πέτυχε να ακυρώσει την εγκατάσταση ενός νέου εργαστηρίου ζωικής έρευνας στα πανεπιστήμια των Cambridge και Oxford το 2004, ενώ μια άλλη το κίνημα Save the Newchurch Guinea Pigs (SNGP) πέτυχε το κλείσιμο φάρμας εκτροφής ινδικών χοιριδίων τον Γενάρη του 2006. Εντωμεταξύ το ALF μετανάστευσε στις ΗΠΑ στις αρχές του 1980 και είναι πλέον ένα διεθνές κίνημα με δράσεις σε δεκάδες χώρες. Πίσω στη Βρετανία, το κίνημα απελευθέρωσης των ζώων έχει πια δυναμώσει αρκετά ώστε να θέτει σε κίνδυνο την άλλοτε κραταιά βιομηχανία φαρμακευτικών ειδών, πειραμάτων και πλέον αποτελεί μια σοβαρή οικονομική απειλή. Ως απάντηση στην αύξουσα δύναμή του, οι τοπικές αρχές, η βρετανική αστυνομία και το FBI λαμβάνουν ολοένα και πιο αυστηρά μέτρα εναντίον του. Τον Αύγουστο του 2005 με τη σύνταξη μιας «μαύρης λίστας» επικυρώθηκε η απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ πάρα πολλών ατόμων λόγω της δημόσιας υπεράσπισης τακτικών απελευθέρωσης ζώων. Σταθμός της αυξανόμενης καταστολής που δέχεται το κίνημα απελευθέρωσης ζώων υπήρξε η λεγόμενη δίκη GANDALF του 1997, ονομασμένη έτσι από τα ακρωνύμια των Green Anarchist (για πληροφορίες-επικοινωνία: www.greenanarchist.org και ταχυδρομικά BCM 1715, London WC1N 3XX) και του Μετώπου Απελευθέρωσης των Ζώων (GA and ALF) κατά την οποία μετά από ποινικές διώξεις πάνω από 53 ατόμων, δικάστηκαν 3 μέλη του GA και 2 υποστηρικτές του ALF για «συνωμοσία με σκοπό την πρόκληση παράνομων ζημιών». Προφυλακίστηκαν αλλά τελικά αφέθηκαν ελεύθεροι στο εφετείο μετά από μια δυναμική καμπάνια αλληλεγγύης.

Χαρακτηριστικά της δράσης του ALF και άλλων ομαδοποιήσεων:

Το Μέτωπο Απελευθέρωσης Ζώων είναι απόλυτα αποκεντρωμένο και αντι-ιεραρχικό. Ο καθένας μπορεί να αναλάβει την ευθύνη μιας ενέργειας σύμφωνης με τις βασικές αρχές του ALF. Σε σχέση με τις οργανώσεις που χρησιμοποιούν βία όπως το Animal Rights Militia (ARM) ή το Justice Department, ο Robin Webb που διατηρεί το γραφείου τύπου του ALF (δηλαδή την ιστοσελίδα www.animalliberationpressoffice.org όπου ανακοινώνονται οι αναλήψεις ευθύνης) δήλωσε στο περιοδικό No Compromise (www.nocompromise.org), ότι τέτοιες τακτικές δεν αποκλείονται, απλά δεν αποτελούν μέρος της δράσης των ακτιβιστών του ALF. Επιπλέον, υπάρχουν οι δράσεις του Earth Liberation Front (Μέτωπο απελευθέρωσης της Γης – ELF) που στοχεύουν στο σαμποτάζ και την πρόκληση οικονομικών καταστροφών ώστε να εμποδίσουν την εκμετάλλευση και τη καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, κυρίως ενάντια σε σοδειές μεταλλαγμένων κλπ. Το ELF γεννήθηκε επίσης στη Βρεττανία, στα 1992 από πρώην μέλη της περιβαλλοντικής οργάνωσης Earth First! Όταν αυτή έτεινε προς την νομιμοποίησή της. Σύμφωνα με το άρθρο στην εφημερίδα της Earth First! που ανακοίνωνε την ίδρυση του ELF, αυτό, σε αντίθεση με το ALF, δεν επιδιώκει τη δημοσιότητα των ΜΜΕ για τις ενέργειές του αλλά το σκοτάδι που βοηθά την εξάπλωσή τους και την ανωνυμία των φορέων τους. Από την άλλη το ALF επιδιώκει σταθερά τη μέγιστη δημοσιότητα για τις ενέργειές του, οι οποίες πάντως δεν περιορίζονται σε συγκεκριμένους στόχους και τακτικές. Έτσι από την απελευθέρωση αιχμαλωτισμένων ζώων σε εργαστήρια κλπ, των πρώτων χρόνων δράσης του ALF, πλέον περιλαμβάνεται ένα ευρύ φάσμα από τακτικές όπως: βανδαλισμοί, επιθέσεις με σπρέι, μπογιές, πέτρες, εμπρησμοί και απειλές εναντίον προσώπων και χώρων. Έτσι, μόνο το έτος 1999, καταγράφηκαν σύμφωνα με το BBC 1.200 εμπρησμοί, επιθέσεις και βανδαλισμοί σχετιζόμενοι με την απελευθέρωση ζώων στη Βρετανία. Μια από τις περιπτώσεις που απέκτησαν ιδιαίτερη δημοσιότητα ήταν η ανακοίνωση του ARM το 1984 ότι είχε δηλητηριάσει σοκολάτες Mars στα ράφια αδιευκρίνιστων σούπερ-μάρκετ, ως διαμαρτυρία στη χρηματοδότηση επιστημονικών προγραμμάτων βασισμένων στα πειράματα σε μαϊμούδες από την Mars. Παρόλο που το ARM δεν είχε δηλητηριάσει πραγματικά καμμιά σοκολάτα, πολλές αποσύρθηκαν και απέφεραν τεράστιες ζημιές στην εταιρία. Η ενέργεια αυτή σηματοδότησε και τη ρήξη με ένα μεγάλο μέρος του θεσμικού οικολογικού κινήματος. Το 1998 το ALF απελευθερώνει από μια φάρμα για γούνες 6.000 μινκ. Το 1999 ο φιλόζωος παραγωγός ταινιών Graham Hall, που είχε προηγουμένως δημοσιοποιήσει μια ταινία όπου ακτιβιστές του ALF συζητούσαν για ενέργειες άμεσης δράσης, έπεσε θύμα απαγωγής και σταμπαρίστηκε με τα αρχικά ALF στον κώλο. Μετά την καταγγελία του στις αστυνομικές αρχές, ο Robin Webb, που παρεπιμπτόντως πρωταγωνιστούσε στη κουβέντα που κατέγραψε η χαφιέδικη ταινία του Hall, έβγαλε μια ανακοίνωση με τίτλο: Όσοι βγάζουν το ψωμί τους με τέτοια μέσα, πρέπει που και που να αντικρίζουν τις συνέπειες των πράξεών τους. Από το 1999 κι έπειτα η Huntingdon Life Sciences, η μεγαλύτερη εταιρία που εφαρμόζει πειράματα σε ζώα, στην Ευρώπη έγινε ένας «αγαπημένος» στόχος τόσο του ALF όσο και του SHAC (Stop Huntingdon Animal Cruelty) συγγενούς κινήματος του ALF. Το ALF στοχοποίησε πολλές φορές άτομα και εταιρίες που συνεργάζονται με την Huntigdon, πολλές φορές με αποτέλεσμα την απόσυρση της στήριξής τους σ΄ αυτή.

Το ALF απέναντι στη Βία:

Το ALF προσδιορίζεται ως μη-βίαιο, ορίζοντας τη βία σαν δράση φυσικού καταναγκασμού που επιβάλλεται σε ανθρώπους ή ζώα. Πράξεις που περιλαμβάνουν βία δεν μπορούν να κατοχυρωθούν στο ALF, ωστόσο το γραφείο τύπου του δεν αποκηρύσσει τη βία εκ μέρους του κινήματος απελευθέρωσης ζώων. Όταν ο διευθυντής της Huntingdon Life Sciences δέχθηκε επίθεση έξω από το σπίτι του από 3 πρώην ακτιβιστές του ALF, ο Robin Webb είπε χαρακτηριστικά: «Το ALF ήταν πάντα ενάντια στη πρόκληση βλαβών σε ζώα, αλλά δεν καταδικάζει τέτοιες ενέργειες, μιας και καταλαβαίνει πολύ καλά την οργή και την αγανάκτηση που οδηγεί τους ανθρώπους σε μια τέτοια δράση». Ο David Blenkinsop που πήρε μέρος στον ξυλοδαρμό αυτό, έχει την πλήρη αλληλεγγύη του ALF που τον θεωρεί δικό του πολιτικό κρατούμενο. Με το πέρασμα πολλών διαδηλωτών σε πιο βίαιες μορφές αγώνα, στα 1980, άλλαξε και η εικόνα που χρησιμοποιούσαν τα ΜΜΕ για να περιγράψουν τους ακτιβιστές, από συμπαθητικούς, εκκεντρικούς ζωόφιλους, ελαφρώς ρομαντικούς και ακραίους, έγιναν πλέον επικίνδυνοι τρομοκράτες. Ο Barry Horne, φίλος του Webbs, φυλακίστηκε σε 18 μήνες λόγω υποψιών για συμμετοχή του στις πρώτες βίαιες επιθέσεις του ARM (αποστολές παγιδευμένων δεμάτων) και σε επιθέσεις στο νησί του Wight που προκάλεσαν ζημιές ύψους 6 εκ. λιρών. Ο Barry πέθανε στο κελί του μετά από απεργία πείνας…

Το FBI και το κυνήγι -αναρχικών- μαγισσών:

Τον Γενάρη του 2005 το ΑLF καταχωρήθηκε και επίσημα στις «τρομοκρατικές απειλές κατά των ΗΠΑ» από τον τομέα Εθνικής Ασφάλειας, ενώ ξεχωριστή μνεία έχει γίνει στο ALF και το ELF από ομοσπονδιακούς πράκτορες, ως υπ’ αριθμόν 1 εθνική απειλή. Στη Βρετανία, έχουν αποκληθεί (πχ Daily Telegraph) «η πιο δυναμική τρομοκρατική οργάνωση». Το FBI έχει θέσει σε κίνηση επιχειρήσεις όπως η Operation Backfire και πιο πρόσφατα τη διαβόητη υπόθεση Green Scare («Πράσινη Απειλή»: παραπέμπει στην κόκκινη απειλή της εποχής της αντισοβιετικής προπαγάνδας, όρος που συνοψίζει τις κατασταλτικές μεθοδεύσεις του αμερικανικούς κράτους ενάντια στους «οικο-αναρχικούς») κι έχει πραγματοποιήσει δεκάδες συλλήψεις. Παρακάτω, παραθέτονται αποσπάσματα από έρευνα του FBI για το κίνημα απελευθέρωσης των ζώων που ήρθε στο φως και βρίσκεται στο http://www.fbi.gov/congress/congress02/jarboe021202.htm της 12/2/2002 και έχουν κάποιο ενδιαφέρον: …Το 1994 ιδρυτικά μέλη της Earth First! του Σαν Φρανσίσκο δημοσίευσαν στην εφημερίδα της Earth First! την προτροπή να ακολουθήσει η οργάνωση έναν θεσμικό ρόλο αφήνοντας τις παράνομες ενέργειες, εκτός από διαδηλώσεις απαγορευμένες από την αστυνομία, στο ELF….Το FBI έχει αντιπαρατάξει μια ισχυρή απάντηση στις απειλές που θέτει η εγχώρια και η διεθνής τρομοκρατία. Ανάμεσα στα έτη 1993 και 2003, ο αριθμός των ειδικών πρακτόρων που αφιερώνει το FBI στα αντιτρομοκρατικά προγράμματα έχει αυξηθεί περίπου 224%, σε 1.669 άτομα…Η συνεργασία ανάμεσα στους υπερασπιστές του νόμου σε όλα τα επίπεδα αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό στοιχείο μιας συνεκτικής απάντησης στην τρομοκρατία. Αυτή η συνεργασία συνεπάγεται σε πιο υψηλή οργανωτική μορφή τις Δυνάμεις Αντιμετώπισης Συμβατικής Τρομοκρατίας (Joint Terrorism Task Forces) που έχουν ιδρυθεί σε 44 πόλεις σε όλη τη χώρα. Αυτές οι δυνάμεις είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές αντιμετωπίζοντας την τρομοκρατία διότι συνδυάζουν την εθνική και διεθνή πείρα του FBI με την εμπειρία του δρόμου των τοπικών υπερασπιστών του νόμου….(στη συνέχεια παρατίθενται περιπτώσεις όπου το FBI συνετέλεσε στη σύλληψη και τις διώξεις ατόμων που συνελήφθηκαν για ενέργειες άμεσης δράσης)…Παρόλη την πρόοδο που έχουμε σημειώσει, ομάδες όπως το ALF ή το ELF παρουσιάζουν μοναδικές προκλήσεις. Υπάρχουν ελάχιστες ιεραρχικές δομές σε αυτές τις οντότητες. Η οικο-τρομοκρατία αντίθετα με της παραδοσιακές εγκληματικές επιχειρήσεις δεν είναι σκληρά δομημένη και οργανωμένη…Η αδυναμία των υπερασπιστών του νόμου να διεισδύσουν σε τέτοιες ομάδες εκδηλώθηκε με την αδυναμία των υπερασπιστών του νόμου να επιφέρουν τη σύλληψη κάποιου για τις πιο πρόσφατες εγκληματικές δραστηριότητες…Προτού κλείσω, θα ήθελα να επιβεβαιώσω την αγαστή συνεργασία και βοήθεια που μας προσφέρει η Δασική Υπηρεσία στη διερεύνηση περιπτώσεων οικο-τρομοκρατίας…Το FBI και όλοι οι ομοσπονδιακοί, κρατικοί και τοπικοί υπερασπιστές του νόμου θα συνεχίσουν να αγωνίζονται για να αντιμετωπίσουν τις δύσκολες και μοναδικές προκλήσεις που θέτει η οικο-τρομοκρατία. Παρά την πρόσφατη ανάδειξη της διεθνούς τρομοκρατίας, παραμένουμε σε επιφυλακή για όλων των επιπέδων απειλές που δέχονται οι Ηνωμένες Πολιτείες. Τέλος, σε έρευνα που έγινε για λογαριασμό της καναδικής Security Intelligence Service (Commentary No 74, χειμώνας 1998), διαβάζουμε: …O υψηλός επαγγελματισμός χαρακτηρίζει πολλές εξτρεμιστικές ομάδες όπως το ALF. Συχνά οργανώνονται σε απομονωμένους πυρήνες και είναι δύσκολο να διεισδύσεις ή να τους ταυτοποιήσεις, και υπάρχει σχετικά υψηλή μυστικότητα, τα μέλη πχ παροτρύνονται να μη χρησιμοποιούν κινητά τηλέφωνα ώστε να αποφύγουν αναγνωρίσεις και παρακολούθηση. Οι ακτιβιστές ψάχνουν προσεκτικά κάθε στόχο, συχνά περνούν μέρες ή και μήνες φωτογραφίζοντας και χαρτογραφώντας τα συστήματα παρακολούθησης και τους φύλακες που υπάρχουν. Αν είναι δυνατόν, οι ίδιοι ακτιβιστές γράφονται σε γκρουπ ξενάγησης στις εγκαταστάσεις-στόχους, στρατολογούν προσωπικό που τους βοηθά, ή ακόμα πιάνουν δουλειά εκεί ώστε να μάθουν περισσότερα και να περνάν από τα συστήματα ελέγχου… Ο τρόμος και μόνο είναι η κύρια τακτική των ακτιβιστών για τα δικαιώματα των ζώων. Χρησιμοποιούν τη βία με την δηλωμένη πρόθεση να αναγκάσουν τη κυβέρνηση να δράσει με έναν επιβεβλημένο τρόπο, να εισάγει ειδικές νομοθεσίες. Η τρομοκρατικές μέθοδοί τους είναι να εμπνεύσουν τον φόβο μέσω δηλητηριασμένων σοκολατοειδών, περίεργων γκράφιτι, με βίαια και απειλητικά τηλεφωνήματα, στέλνοντας παγιδευμένα δέματα, και καταστρέφοντας περιουσίες… Υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τις πιθανότητες εξέλιξης από τον βανδαλισμό στον εμπρησμό και τις βόμβες και σε ακόμα πιο θεαματικά γεγονότα. Με ενέργειες που αντιγράφονται εύκολα από μεμονωμένα άτομα που ενδεχομένως να έθεταν σε κίνδυνο ζωές, και με την άνοδο της παραβατικότητας που θα μπορούσε να δημιουργήσει απρόβλεπτα προβλήματα για του υπερασπιστές του νόμου και το ποινικο-δικαστικό σύστημα…

Πιο πρόσφατες ενέργειες του ALF:

Από το http://www.animalliberationpressoffice.org:

6/9/2006: βανδαλισμοί στην κατοικία του γενικού διευθυντή της TEVA Neuroscience. Στην προκήρυξη που δημοσιοποιήθηκε αναφέρεται: «Ο Jon Congleton γενικός διευθυντής της TEVA Neuroscience Canada δέχθηκε την περασμένη βδομάδα την επίσκεψη του ALF. Αυτή η ενέργεια έγινε γιατί η TEVA συνεχίζει τις συμφωνίες με την Huntingdon Life Sciences, ακόμα και μετά τις αποδείξεις των εγκλημάτων της που ήρθαν στο φως. Αποσύρατε όλες τις συμφωνίες ή θα επιστρέψουμε».

12/9/2006: Περίπου 30 αγριόχοιροι απελευθερώθηκαν από φάρμα που εξέτρεφε ζώα στη Σκωτία από πυρήνα του «ALF Σκωτίας». Στην προκήρυξη αναφέρθηκε ότι τα ζώα αφέθηκαν ελεύθερα στο δάσος όπου ανήκουν κι όχι στα πολυτελή δείπνα.

13/9/2006: βανδαλισμός στα KFC: «Σπάστηκαν τα τζάμια του Kentucky Fried Chicken στη Philadelphia. Το μέρος αυτό έγινε συχνά στόχος διαμαρτυριών, μποικοτάζ, και τώρα θα κλείσει για τη σεζόν αυτή. Ελπίζουμε κάτι τέτοιο να βοηθήσει».

18/9/2006: παρέμβαση με σπρέι σε 4 McDonalds: «Σε τέσσερα McDonalds που βρίσκονταν 2 μίλια το ένα από το άλλο βάφτηκαν με σπρέι: Fuck MC’D, Meat is murder, ALF was here, και Mcmurder killers”. Και τα τέσσερα βάφτηκαν μέσα σε 20 λεπτά. Μέχρι όλα τα ζώα και το περιβάλλον να αντιμετωπίζονται με σεβασμό, μέχρι όλα τα αδέρφια μας να μην ανησυχούν για τη βία του βιασμού και του φόνου. Μέχρι τότε τα ALF/ELF δεν θα πάψουν να υπερασπίζονται την Μάνα Γη.”

19/9/2006: απελευθέρωση 23 κουνελιών από εργαστήρια: Η ενέργεια αυτή έγινε προς τιμή των 7 του SHAC (πληροφορίες στο: http://www.shac7.com). 23 κουνέλια απελευθερώθηκαν από το πειραματικό εργαστήρι της Capralogics στην Μασαχουσέτη. Στην προκύρηξη αναφέρεται επίσης: Κι ενώ οι 7 του SHAC οδεύουν προς τα κελιά τους απλά και μόνο επειδή μίλησαν δημόσια υπέρ των ζώων, όλοι εμείς που κάνουμε αυτή τη βρωμοδουλιά για την οποία μίλησε το δικαστήριο και τα ΜΜΕ είμαστε ακόμα ελεύθεροι. Σε αυτούς λοιπόν που συνεργάζονται με την HLS και σε όλους όσους κακοποιούν τα ζώα: έρχεται η σειρά σας, γαμιόληδες!

Πηγές – Διαδίκτυο:

www.wikipedia.org – διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια www.animalliberationfront.org – Ιστοσελίδα του ALF www.animalliberationpressoffice.org – Το γραφείο τύπου του ALF www.webgroups.us/animalliberation/ – ALF (USA) forum www.arkangelweb.org – δελτίο για την απελευθέρωση ζώων www.directaction.info – το περιοδικό Bite Back και χρονολόγιο των ενεργειών του ALF www.nocompromise.org – μαχητική επιθεώρηση άμεσης δράσης και απελευθέρωσης ζώων www.hedweb.com/alffaq.htm. – FAQ του ALF (USA) www.greenanarchy.org – περιοδικό Green Anarchy (USA) www.greenanarchist.org – περιοδικό Green Anarchist (UK) www.greenscare.org – οι κατασταλτικές επιχειρήσεις του αμερικανικού κράτους ενάντια στους «οικο-αναρχικούς» www.fbi.gov –  http://www.fbi.gov/congress/congress02/jarboe021202.htm – το FBI για το κίνημα απελευθέρωσης ζώων http://www.earthliberationfront.com/ – Ιστοσελίδα του ELF www.greenanarchy.org/index.php?action=viewprisoners – πολιτικοί κρατούμενοι στις ΗΠΑ http://www.spiritoffreedom.org.uk/ – ιστοσελίδα αλληλεγγύης σε φυλακισμένους ακτιβιστές www.prisonactivist.org/ – αυτό-οργανωμένο δίκτυο υποστήριξης φυλακισμένων ακτιβιστών (ΗΠΑ) http://www.animaldefense.info/ – ενημέρωση – αντιπληροφόρηση – δικαιώματα των ζώων http://fbiwitchhunt.com/index.html – σχετικά με τις κατασταλτικές μεθοδεύσεις του FBI εναντίον αναρχικών ακτιβιστών

Το να πολεμάς το σύστημα μέσα από το ίδιο το σύστημα, απλώς το ενισχύει. Αν χρησιμοποιούμε αυτές τις πρακτικές είναι γιατί γίνονται πραγματικά αντιληπτές και μπορούν να συμμετέχουν οι άνθρωποι. Terra Selvagia, ακτιβιστής. 13/2/2003

Η φυλακή δεν είναι εμπόδιο για το ALF. Katie Fedor, ακτιβίστρια του ALF, 28/8/1998

Αν δεν έχουμε φυλακισμένους, έχουμε σταματήσει να πολεμάμε. Αν ξεχάσουμε τους φυλακισμένους, έχουμε χάσει τον πόλεμο. Keith Mann, ακτιβιστής και πρώην κρατούμενος του ALF

Αυτή η εκστρατεία για τη διάσωση των θυμάτων της επιστήμης και της γεωργίας στην Iowa δε θα σταματήσει μέχρι να πάψει η εκμετάλλευση κάθε ζώου, μέχρι κάθε σφαγείο να πυρποληθεί και να κατεδαφιστεί. Στον αγώνα για την ελευθερία όλων των ζώων, τα πάντα είναι δίκαια. Προκήρυξη του ALF, 18/8/2002

Δε λυπάμαι καθόλου όσους, στις ΗΠΑ ή στην Αγγλία, είδαν τα αυτοκίνητά τους σπασμένα ή καμένα, γιατί τα αυτοκίνητά τους αυτά, τα απέκτησαν με λεφτά βουτηγμένα στο αίμα. Kevin Jonas, ακτιβιστής του SHAC στην απολογία του στον ανακριτή της Φιλαδέλφια, για τις πράξεις του ALF

Μπρος στην σφαγή 9 δισεκατομμυρίων ζώων κάθε χρόνο, δεν είναι καθόλου αξιοπρεπές να βάζεις μια υπογραφή σε μια καμπάνια, αυτό που είναι αξιοπρεπές είναι να βγεις έξω και να κάψεις τη βιομηχανική φάρμα. John Harper, φυλακισμένος ακτιβιστής του SHAC

Σ’ έναν πόλεμο πρέπει να οπλιστείς, και άνθρωποι μπορεί να πεθάνουν, κι εγώ, υποστηρίζω κάθε ενέργεια από τις μολότοφ και τα εκρηκτικά κάτω από αμάξια, και ίσως σε ένα επόμενο στάδιο, τη πυροβόληση των επιστημόνων που πειραματίζονται σε ζώα, μπρος στα σπίτια τους. Είναι ένας πόλεμος, και δεν υπάρχει άλλος τρόπος να τους σταματήσουμε. Tim Daley, ακτιβιστής του βρετανικού ALF

Ο πολιτισμός σαν ολότητα έχει αποδειχθεί επιρρεπής σε μια διαρκή φθορά του ανθρώπινου και μη, ζώου. Δε θα συμβιβαστούμε με τίποτα λιγότερο από την κατάρρευσή του. Προκήρυξη του ELF στις 3/6/2003

Η δολιοφθορά, είναι κάτι παραπάνω από το οικονομικό σαμποτάζ, και φυσικά είναι επαναστατική! Αυτό είναι Τζιχάντ, φίλε. Δεν υπάρχουν αθώοι θεατές, απλούστατα γιατί σε τέτοιες στιγμές, οι θεατές δεν είναι αθώοι. Να τους πάρουμε στο κατόπι! Mike Roselle, συν-ιδρυτής του Earth First!, στην εφημερίδα Earth First! 12/1994-1/1995

Categories
Uncategorized

Για τους 9 του MOVE

Για τους 9 του MOVE

Πηγή: http://www.spiritoffreedom.org.uk/
Περισσότερες πληροφορίες: http://www.onamove.com/

Για επικοινωνία με το MOVE:

MOVE
P.O. Box 19709
Philadelphia, PA 19143
610-499-0979.
onamovellja@aol.com
Η μπροσούρα “20 Years on the Move” [ PDF ] [ Text ]

Οι 9 του MOVE είναι 9 αθώοι άνδρες και γυναίκες, φυλακισμένοι από το 1979, μετά από μια μαζική επίθεση της αστυνομίας στα γραφεία του MOVE στο Powerton Village της Philadelphia (7 χρόνια πριν το κράτος αποφασίσει τελικά να τα βομβαρδίσει, δολοφονώντας επι τόπου 11 ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων 5 παιδιών)

Το πιστεύω του MOVE είναι η ζωή. Τα μέλη του MOVE ακολουθούν τις διδασκαλίες του John Africa. Τα μέλη του MOVE έχουν μια ακλόνητη πίστη στις ιδέες τους. Αυτή η δέσμευση τους ενώνει, τους δίνει δύναμη, τους κάνει μια οικογένεια, παρά τα χρόνια εξωτερικά προβλήματα.

Στις 8 Αυγούστου του 1978, έλαβε χώρα μια στρατιωτική επιχείρηση του Αστυνομικού Τμήματος της Philadelphia, υπό τη διεύθυνση του δημάρχου Frank Rizzo. Ήταν το αποκορύφωμα πολλών ετών αστυνομικής βίας ενάντια στο MOVE, ενώ η φήμη του Rizzo για το ρατσισμό του και την κατάχρηση εξουσίας εναντίον των πολιτών είναι μνημειώδης.

Στη διάρκεια της επίθεσης, χρησιμοποιήθηκε βαρύς εξοπλισμός προκειμένου να γκρεμιστούν τα οδοφράγματα γύρω από το σπίτι, και η αστυνομία εισέβαλε, ενώ μονάδες των SWAT είχαν αποκλείσει κάθε πιθανή έξοδο. Τα μέλη του MOVE υποχώρησαν προς το υπόγειο, το οποίο οι μπάτσοι πλημμύρισαν με αντλίες νερού. Καθώς η στάθμη του νερού ανέβαινε, τα μέλη του MOVE κρατούσαν τα παιδιά και τα σκυλιά του σπιτιού πάνω από το νερό.

Ξαφνικά η αστυνομία άνοιξε πυρ και γάζωσε με σφαίρες ολόκληρη την περιοχή. Ο αστυφύλακας James Ramp χτυπήθηκε από μια σφαίρα και πέθανε.

Οι ενήλικες του MOVE βγήκαν από το σπίτι κρατώντας τα παιδιά τους στα χέρια μέσα από σύννεφα δακρυγόνων και συνελήφθησαν αμέσως. Κανείς τους δεν πυροβόλησε και κανένας δεν είχε όπλα στην κατοχή του. Όλοι τους χτυπήθηκαν και βασανίστηκαν. Ακόμα και οι τηλεοπτικές κάμερες κατέγραψαν το βίαιο ξυλοδαρμό του Delbert Africa από τους αστυνομικούς. (Τρεις από τους τέσσερεις αστυνομικούς παραπέμφθηκαν σε δίκη και αθωώθηκαν παρά τα αδιαμφισβήτητα στοιχεία). Ο Δήμος ανέλαβε να γκρεμίσει και να εξαλείψει τα ερείπια του σπιτιού την ίδια μέρα, καταστρέφοντας κάθε αποδεικτικό στοιχείο.

Οι 9 του MOVE καταδικάστηκαν σε 30 – 100 χρόνια ο καθένας, κατηγορούμενοι για το φόνο του αστυφύλακα James Ramp. Οι αναφορές από την αυτοψία δείχνουν ξεκάθαρα ότι η σφαίρα που χτύπησε τον Ramp κινήθηκε από πάνω προς τα κάτω. Τα μέλη του MOVE βρίσκονταν στο υπόγειο του σπιτιού, κάτω από το επίπεδο του δρόμου, κάτι που το κάνει βαλλιστικά αδύνατον να έχουν ρίξει τη σφαίρα αυτοί…

Στην πραγματικότητα, τα 9 μέλη του MOVE καταδικάστηκαν επειδή ήταν μέλη του MOVE. Οι κατηγορίες για φόνο ήταν στημένες. 12 ενήλικες συνελήφθησαν, μεταξύ τους 2 υποστηρικτές του MOVE και ένα μετανοημένο μέλος του MOVE που αφέθηκαν ελεύθεροι. Στην προδικαστική εξέταση, ο δικαστής είπε στην μία τους: “Δεν έχω κάποια απόδειξη ότι είσαι μέλος του MOVE” και την άφησε να φύγει. (Η Consuewella Dotson αρνήθηκε να αποκηρρύξει το MOVE, οπότε δικάστηκε ξεχωριστά και καταδικάστηκε σε 10 – 20 χρόνια. Βγήκε με αναστολή στα 1994 μετά από σταθερή δημόσια πίεση). Ο Merle Africa από τους 9 του MOVE πέθανε φυλακισμένος στις 13 Μαρτίου μετά από 20 χρόνια άδικης φυλάκισης.

Μετά τη δίκη, στα 1980, ο δικαστής Malmed είπε: “Τους δίκασα σαν μια οικογένεια, και τους καταδίκασα σαν μια οικογένεια”. Όταν εμφανίστηκε σε ένα ραδιοφωνικό σόου μια μέρα αργότερα, ένας ακροατής ρώτησε “Ποιός σκότωσε τον James Ramp;” στο οποίο ο Malmed απάντησε “Δεν έχω ιδέα”… Ο ακροατής αυτός ήταν ο Mumia Abu Jamal, ένας από τους ελάχιστους δημοσιογράφους που έκανε ακριβείς ανταποκρίσεις για την υπόθεση του MOVE. Ο Mumia πυροβολήθηκε και χτυπήθηκε από την αστυνομία και τελικά τον παγίδευσαν με κατηγορίες για το φόνο ενός αστυνομικού στις 9 Δεκέμβρη 1981. Από το 1983 βρίσκεται καταδικασμένος στη θανατική ποινή, δεν αποδέχεται τις κατηγορίες και μάχεται για τη ζωή του και την απελευθέρωση όλων των φυλακισμένων του MOVE.

Έχουν περάσει πια 20 χρόνια από την επίθεση της 8ης Αυγούστου του 1978. Τα μέλη του MOVE έχουν περάσει σχεδόν το μισό της ελάχιστης ποινής τους στη φυλακή. Παρά τα εμπόδια του διαχωρισμού από τις αδερφές, τους αδερφούς, τους/τις συζύγους τους και τα παιδιά τους, παραμένουν αδάμαστοι και πιστοί στις ιδέες τους, τη ζωή, και τη διδασκαλία του John Africa. Έχουν γίνει διάφορες κινήσεις για συλλογή αιτήσεων για την αποφυλάκισή τους, όμως θα χρειαστεί πολύ μεγαλύτερη δημόσια πίεση για κάτι τέτοιο.

Μπορείτε να γράψετε στους φυλακισμένους του MOVE στις παρακάτω διευθύνσεις

Debbie Simms Africa (006307), Janet Holloway Africa (006308) and Janine Philips Africa (006309) all at: SCI Cambridge Springs, 451 Fullerton Ave, Cambridge Springs, PA 16403-1238, USA.

Michael Davis Africa (AM4973) and Charles Simms Africa (AM4975) both at SCI Grateford, PO Box 244, Grateford, PA 19426-0244, USA.

Edward Goodman Africa (AM4974), 301 Morea Rd, Frackville, PA 17932, USA.

William Philips Africa (AM4984) and Delbert Orr Africa (AM4985) both at SCI Dallas Drawer K, Dallas, PA 18612, USA.

Για τον Mumia Abu Jamal

Ένα ομοσπονδιακό δικαστήριο απέσυρε τη θανατική ποινή από τον πρώην Μαύρο Πάνθηρα και δημοσιογράφο Mumia Abu-Jamal, ενώ η ποινή του θα επανεξεταστεί. Κατηγορείται εδώ και 20 χρόνια, σύμφωνα με το δικαστή Judge Yohn , για την εκτέλεση ενός λευκού μπάτσου της Philadelphia στα 1981, του Daniel Faulkner. Ωστόσο, σε μια 272σέλιδη αναφορά του Yohn, μια βδομάδα σχεδόν μετά τη συμπλήρωση 20 χρόνων από το περιστατικό, ζητούνταν ακόμη 180 μέρες προκειμένου να οριστεί η τελική ποινή, υπογραμμίζοντας διάφορα λάθη στην θανατική ποινή που αποδώθηκε στη δίκη του 1982. Η εισαγγελέας της Philadelphia, Abraham θα προωθούσε την αναφορά του Yohn στο 3 Εφετείο της Philadelphia. Ο Yohn κατέληγε στο ότι οι οδηγίες και τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν στη δίκη του Mumia 19 χρόνια πριν ενδέχεται να έχουν μπερδέψει τους δικαστές και να συσκότισαν πιθανά ελαφρυντικά στοιχεία, στον υπολογισμό της ποινής.

Μπορείτε να γράψετε στον Mumia abu Jamal στη διεύθυνση:

Mumia Abu Jamal, (AM8335), SCI Greene, 175 Progress Drive, Waynesburg PA 15370, USA.

Για περισσότερες πληροφορίες: International Concerned Family and Friends of Mumia Abu-Jamal -PO Box 19709, Philadelphia, PA19143, USA or see www.mumia.org

Ο Mumia έχει γράψει δυο βιβλία στη φυλακή, το ‘Live from Death Row’ και το ‘Death Blossoms’, και τα δυο κυκλοφορούν από την AK Press.

*
Μπορείτε να γράψετε στο συμβούλιο εφετών, υποστηρίζοντας την αποφυλάκιση των μελών του MOVE, στους παρακάτω:

Chairman Catherine C Mcvey
Charles Fox
Michael Green
Jeffrey R. Imboden
Mathew T Mangino
Benjamen A. Martinez
Gerard N. Massoro
Judy Viglione
Lloyd A.White

at PENNSYLVANIA BOARD OF PROBATION AND PAROLE
1101 SOUTH FRONT STREET
SUITE 5100
HARRISBURG, PA 17104-2517
Τηλέφωνο: 001 -717-787-5699

*
FREE THE MOVE 9
FREE ALL POLITICAL PRISONERS
DOWN with the rotten cyst,m
ON THE MOVE

Categories
Translations

On Vaggelis Botzatzis’ case

On Vaggelis Botzatzis’ case

Vaggelis Botzatzis has been remanded into custody accused of setting fire to two company cars owned by a energy/power company. According to the communique claiming responsibility for a group called “Antiauthoritarian Conscience Brigade” the person or persons unknown who carried out the arson did so in protest at the destruction of the natural environment and in support of the workers who died at the power plant.

You can check out that communique at: http://directactiongr.blogspot.com/2007/10/arson-against-ppc-vehicles-thessaloniki.html

Vaggelis is also accused of setting fire to a bank and starting a fire inside a French car dealership in the days of the recent riots by young people. Vaggelis denies all the allegations against him and maintains his innocence. You can communicate with the detainee (in Greek, English or French) at:

Vaggelis Botzatzis
Komotini Juridical Prison (“Dikastikes Fylakes Komotinis”)
T.K. 69100
GREECE

Vaggelis is accused (under the “anti”terror law) with “Arson, repeated and in common, explosion, making and possessing explosive material, criminal organization, terrorist actions”, and three felonies, and is in pre-trial detention (up to 18 months, according to the Greek laws). Three more persons are still fugitives, under the same case.

Letter from Anarchist Vaggelis Botzatzis

From the judicial prison of Komotini (24/1/8)

I am already 2 months imprisoned in the galleys of democracy. In the prisons effigies of prison society. I am pre-trial imprisoned with a made-up bill of indictments which is based on the testimony of a security guard (who asserts that he saw my car license plates) and by black-mailing inhumanely my companion, the secret police after an hour-long detention and intimidation threatened her and forced her to sign a totally made-up deposition. This deposition after a few days was denounced and refuted by my companion on her own in front of the interrogator as a product of black-mail.

Imprisoned by the anti-terror law, a law that aims at de-sensing acts and practices of resistance of symbolic actions, so it can show them as a threat to society, hiding in the meantime the fact that the terrorists are those who put forward these laws. In these frames, warrants are issued for 3 other comrades who are wanted by the police now.

Nothing is new or unfamiliar for anyone that has open eyes and is not possessed by illusions. Judges, prosecutors and interrogators imprison people before trial for each case that reaches their hands and give life-long sentences in order to hide their involvement in para-judge groups, who use the 18 month long pre-trial imprisonment as a penalty for cases that they know will get acquitted in the auditorium, following orders of each of their masters. Police that humiliate human dignity in police stations, who shoot in cold blood unarmed immigrants at the borders, who shoot in the head to “save” insured money, who “suicide” prisoners, who spray with chemicals those who decide to go against the will of the rulers. Media and journalists, political party, ministry, MP, millionaire employees, show an objectiveness which is nothing but the interests of their bosses. Assignees who are not boggled to sell-out for money and job careers. And next to this hodge-podge of institutionalists, a diffused social informery. Truck drivers, shop-owners and guards, everyday informers, defenders of the “honest sweat” of the banks, security guards and uniformed men, everywhere supervision and social control. Across this silence and obedience that is forced by this whole meshwork of authority, there are those who stand with clear glance and with sure steps they walk on the roads of insurrection.

Whether from inside the galleys of society, whether inside the social galley, the struggle goes on…

FREEDOM to the anarchists Yannis Dimitrakis, Yiorgos Vousis-Vogiatzis, Marios Tsourapas, Hrisostomos Kontorevithakis, Nikos Kountardas

FREEDOM for the fighter Vaggelis Pallis

SOLIDARITY to the 3 wanted comrades

FREEDOM TO ALL PRISONERS

Vaggelis Botzatzis
Judicial prisons of Komotini

Letter from the 3 wanted (27/1/8)

-Early hours of Monday 26/11/07

Comrade V.Botzatzis is arrested by plain clothes police while he was at his friend’s house in Ano Poli, Thessaloniki, and his car is confiscated. He is taken to the main police station of Thessaloniki, where he is held for over 48 hours, in total isolation and without legal coverage.

The same day, Monday morning, and while the cops have already forced entry in Vangelis house and in his friend’s, she (companion of Vangelis) is arrested at her workplace.

In the afternoon and evening of the same day, 4 more arrests of comrades who are politically closely related with Vangelis. 2 of them as well while working and the 2 other ones from a cafe in the centre of Thessaloniki. Late at night the 4 are let free while there is a solidarity demo where we were more of 100 people outside of the police station where Vangelis and his friend are still held.

-Tuesday 27/11/07 after 35 hours of detention, Vangelis friend is free. The same afternoon, Ano Poli (the broader area around our places of residence) is surrounded by police forces. 2 riot police buses are lined up in the neighborhood limits and tens of undercover cops, motorbike police and cop cars are moving provocatively around in the area. At the same evening we are informed that the anti-terror unit is forcing entry in our houses (in one of the two houses without the presence of a lawyer or a resident while in the other one a comrade is arrested and let free after a few hours. This fact made it clear to us that the police is trying to set up a dirty game against us by inventing “guilty”.

-On Wednesday 28/11/07, an unsubstantial, invented deposition of Vangelis friend, a product of black-mail, of threats, of psychological violence and pressure, an unbelievable list of charges is made up for Vangelis and 3 arrest warrants are issued against us.

The charges we receive are 5 felonies and 3 delinquencies, specifically: Complete arson and in attempt in a group and continuously, complete explosion and in attempt in a group and continuously, construction and possession of explosive mechanism, distinguished occasion of private property damage, formation of a criminal group, terrorist actions in a group and continuously, illegal possession of weapons.

Vangelis denies the charges, he states that he is an anarchist and gets imprisoned at the judicial prisons of Komotini. Alike, the 3 of us don’t accept any of the charges.

The Media in an admirable collaboration with the agents of authority take action. Publicized on the newspapers Makedonia, Ethnos and on the channels Mega, ET3, Alter, Alpha are the pictures of the 3 of us. Only the word “wanted” was missing and a cash award that would be given to any possible informer.

Inside this entire atmosphere, from the beginning with having any doubts we chose to escape. A choice so conscious as also political. We are anarchists and as that we realize the world around us. For us the struggle for freedom is the only way. The labels of innocent-guilty, ethical-unethical, good-bad are not recognized by us and we don’t attempt to do it now. That’s why we choose to not be victims of authority, of the processes, of laws, of austerity or leniency.

We realize ourselves as political beings that belong in the anarchist-revolutionary movement. Our participation in this is a way to exist in the present without having to wait resignedly for an earthly paradise of social justice but by putting forward the everyday pursuit and the rupture between institutions and relationships for regaining human dignity.

We exist in a condition of today, without evangelizing a “better tomorrow”, we live and struggle for today, while putting perspectives for the future. We consider the triptych “yesterday-today-tomorrow” a beginning for fertile criticism. We learn from our mistakes and move away from them.

We realize our existence-realization as an enemy towards the existing. Actively we stand opposed to all those who reflect this compromised society, which we see as a whole and not only to its authoritative factors and institutions but to the whole of its besotted citizens. Those who with their “neutral” stance which is not neutral at all because silence is complicity, are trying to gain a sure place in this system, ruled by complexes of micro-authorities. Whether those who voluntarily play their roles of lawful citizens-conscious informers where the rules, the laws and order gain ethical power alike the obedience to death of modern social cemeteries.

It was, it is and it will always be our choice to stand across all this scum, and the reason is no other than that our life and our freedom, nobody else except us can determine.

We were, we are and we will always be attackers on this world that the only it has to put front is apathy, sureness and self-slavery.

Our realizations look like impetuous waters that try to take with them the orders of authority whichever form they have. The rocks of the legality limits, which artily tries to force the radical components of this society, would not block their road.

We didn’t compromise and we would never compromise with this old world. Because we never possessed a position in the authority corral. Because our dignity would never let us follow by our own will the tactic of being the sheep ready to be slaughtered. Because we know very well your “chaste” democracy, the democracy of totalitarianism, of control and security-insecurity. Because we are humans and we would never exchange our freedom at any cost.

See you at the theatrical show that you call court.

ON THE ROAD TOWARDS FREEDOM

NOTHING HAS FINISHED EVERYTHING CONTINUOUS

FREEDOM FOR COMRADE VANGELIS BOTZATZIS

Dimitra S., Kostas H., Ilias N.

Categories
Translations

The case of the 27 activists of Parnitha (Athens, 2007)

The case of the 27 activists of Parnitha (Athens, 2007)

Ok, This isn’t exactly news. It is a report on the case of the 27 activists prosecuted for an eco-action in Parnitha mountain, near Athens, back at 2007. They are all free without charges, though I thought since this contact wasn’t active at the time, there should be a report on that even now, for archive use.

***


Sunday, July 29 2007, one month after the destructive sprawl arson at Parnitha mountain, Athens, 27 activists got arrested near the mountain, accused for a symbolic attack with paintbombs against the “Mont Parnes” casino, earlier that day.
The casino is built within the natural forest of Parnitha, and remained untouched during the arsons that destroyed a large part of Greece’s forests and wildlife and costed more than 67 people their lives, since the local firemen were sent to protect the casino’s infrastructure and not the forest. The casino is even planning its expansion inside the damaged forest area, a part of wich (around 20.000 acres) was donated to the casino by the Greek government, right after the arsons, so as to “protect” it. The casino belongs by 51% to a Greek state’s agency, and by 49% to private companies, mainly “Regency Entertainment-BC Partners”.
Two days before that, an “Open Assembly from Strefis hill” organised a march in the forest and blockaded the casino’s teleferik, facing intense police pressure.
On the 29th, the police mobilised riot-policemen, police cars, helicopters and special police squads. This operation resulted in the arrest of 27 activists, who were beaten while hand-cuffed. Inside GADA (Athens police headquarters), they were tortured and deprived of any phone calls, even to their lawyers. After their strong dissent inside GADA, and the gathering of supporters outside the building, those injured heavily were sent to a hospital, and the police announced the accusations against the 27.
On Monday 30, the 27 activists appeared before a district attorney. The riot police, outside the jury, attacked supporters gathered but was repelled succesfully.
The activists, in a communique they circulated on August 5, signed “The deers of Parnitha” state they decided to act against the casino “recognising the fact that its presence is irrelative and totally competitive to the natural forest, and that it is needed to kick it out and prevent its expansion. That’s why this paint attack was a symbolic, fair and posetive action aiming to contribute in the awakeningof an equal social justice”. They also mention that “The day we climbed up the mountain was when a provocative declaration of a goofy celebrity of the ruling class named Aris Spiliotopoulos, parliament member of New Democracy, accusing the anarchists for the forest arsons” and that “as friends of the forest and the mountain of Parnitha we couldn’t limitate to the protests that took part in the city, we went up to the place of the crime, where the forest was burnt and the monstrous casino raised among thousands of burnt trees. Thus, the morning of Sunday, June 29 we realised an intervention outside Regency Casino at Parnitha, lifting a banner writing “Kick the casino out of Parnitha” and chanting slogans as “Our rage won’t be put out – kick the casino out”, “Either a casino or a forest, take your roulettes and go home”, while the security guards run away inside the casino from where they kept watching us, once they realised they ‘re not in danger. During the intervention, red paint (symbolizing the blood of innumerable animals lost during the last fire) was thrown at the entrance and the front walls of the casino, and slogans were spray painted on them, against the presence of the casino in the forest. Then, after our intervention and the symbolic attack against this church of gambling, and after we passed through the burnt zones, we continued our route through passages inside the forest zones and the streams of our beloved mountain, while above us two police helicopters were looking for us, and police units with buses, jeaps and motorbikes, riot policemen, crime units, special police forces, frontier patrols and undercover policemen where hunting us. We are also aware of the fact that the chief leaders of the Greek police went up the mountain and settled outside a refuge at “Bafi” where they headed the whole operation asking desperately for the arrest of all those that “dared to hit the casino”.
According to witnesses, local municipality officers but also a few residents helped the police spot them.
On Monday, January 7, around 30 persons occupied a radio station in Athens and transmitted messages of solidarity to the 27 arrestees. Meanwhile, many groups around Greece circulated posters and communiques in solidarity to the 27 activists.
On January 10, the 27 activists faced a jury in Athens, where more than a hundred supporters attended. All 27 were found not guilty for the accusations concerning throwing paint at the casino, while two of them were found guilty for “dissobedience” and set on parole because they denied to give their identity while they were under arrest. After the trial, while they were leaving the jury, the cops tried to stop the two claiming they had to pay around 70 euros for extra jury expenses, though supporters from the audience intervened so they managed to leave without paying anything.
The 27 are set free, without charges.

***

Also check out some photos of the marches at Parnitha:
at athens IMC
http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=784086
http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=782687
Of the paint attack against the casino:
at indy.gr
http://www.indy.gr/newswire/drasi-enantia-sto-kazino-27-syllpseis-gia-plimmelmata-6-traymaties-meta-apo-ksylodarmo-astynomikn-sygkentrosi-allileggyis-ekso-apo-ti-gada
Of a march, at the site of the Open Assembly at Strefis hill:
http://strefis.ath.cx/index.php?option=com_zoom&Itemid=27&catid=2


Earth Liberation Prisoners Support! – Greece