Στη Γερμανία, πρακτικά ανέπαφη από φοιτητικές ή άλλες κινητοποιήσεις, το χιόνι καλύπτει ήσυχα πόλεις όπως η Λειψία. Στο Connewitzer Kreuz, στα νότια της πόλης, μια παρέα άρχισε τον χιονοπόλεμο με γείτονές της, όπως είναι σχεδόν παραδοσιακό στη συνοικία αυτή τα τελευταία χρόνια. Ένα άτυπο ραντεβού, με τα πρώτα χιόνια, σπάει την αμηχανία και μπλέκει ανθρώπους που αμίλητοι και μοναχικοί κατευθύνονται σ’ ένα απ’ τα γειτονικά εμπορικά κέντρα για τη χριστουγεννιάτικη κατανάλωση. Το αρχικό πλήθος, γύρω στα 40 άτομα, γρήγορα μεγαλώνει, ώσπου σύντομα πάνω από 500 άτομα επιδίδονται σ’ αυτό το παιχνίδι για τη χαρά του, σπάζοντας την μονοτονία της αγοράς. Μερικές βιτρίνες καταστημάτων και τζάμια πολυτελών αμαξιών επίσης. Είναι 7 το απόγευμα.
Μέσα σε 45 λεπτά, αστυνομικές διμοιρίες κάνουν την εμφάνισή τους, ενώ αποκόπτουν την κυκλοφορία οχημάτων. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο τύπου της αστυνομίας Uwe Voigt, οι συμμετέχοντες δεν μπορεί παρά να υποκινούνται από ακροαριστερούς ακτιβιστές, που κρύβοντας πέτρες μέσα στις χιονόμπαλες, εκμεταλλεύονται την κατάσταση για να επιτεθούν κατά της αστυνομίας, στην τελική δεν υπάρχει λόγος για τέτοια παιδιαρίσματα, και οι πολίτες θέλουν την ησυχία τους… Στη θέα των δυνάμεων της τάξης, ο χιονοπόλεμος μετατράπηκε σε οδομαχίες με πέτρες, μπουκάλια και πυροτεχνήματα, χωρίς ωστόσο να χάσει κάτι απ’ τη γιορταστική ατμόσφαιρά του, ενώ 2 μπάτσοι τραυματίστηκαν κι ένα περιπολικό σπάστηκε. Η αστυνομία τελικά καταφέρνει να αδειάσει τον δρόμο και να επαναφέρει την κυκλοφορία. Δεν υπάρχουν αναφορές για συλλήψεις.
Το αρχέτυπο στοιχείο του παιχνιδιού βρίσκεται λοιπόν παντελώς σχεδόν κρυμμένο πίσω από πολιτισμικά φαινόμενα. Αλλά σε κάθε στιγμή, ακόμη και σ’ ένα πολύ ανεπτυγμένο πολιτισμό, το «ένστικτο» του παιχνιδιού μπορεί να ανακτήσει όλη την ισχύ του, βυθίζοντας το άτομο και τη μάζα στη μέθη ενός απέραντου παιχνιδιού. – Γιόχαν Χουιζίνγκα (Homo Ludens – Ο άνθρωπος και το παιχνίδι).
Γκρενόμπλ, 1/12/2010:
Μερικές δεκάδες παιδιά παίζουν χιονοπόλεμο στην πλατεία Victor Hugo, μπροστά στην αγορά των χριστουγεννιάτικων. Οι σεκιουριτάδες της αγοράς τα διώχνουν, ενώ τα παιδιά απαντούν με χιονόμπαλες. Μετά από λίγο, τα παιδιά βαριούνται και τα παρατούν. Μια ομάδα δημοτόμπατσων καταφτάνει ως ενισχύσεις των σεκιουριτάδων. “Εδώ δεν είναι παιδική χαρά”. Κυνηγητό στα στενά. Άλλοι 25 μπάτσοι εμφανίζονται. Η αστυνομία θα συλλάβει 6 άτομα και τα οδηγεί μπροστά στους σεκιουριτάδες για να τα “αναγνωρίσουν”. Χωρίς πολλή σκέψη, όλοι τους υποδεικνύονται ως ένοχοι. Ούτως ή άλλως, ενημερώνονται πως τα πρόσωπά τους έχουν καταγραφεί στις “έξυπνες” κάμερες ασφαλείας που έχει εγκαταστήσει ο δήμος, χωρίς τη συναίνεση των κατοίκων βέβαια, καθώς κάθε τέτοια περιττεύει, όταν πρόκειται για την εξασφάλιση της μέγιστης κερδοφορίας της αγοράς. Κάτι που προοιωνίζει ότι εκτός απ’ τις χιονόμπαλες θα είναι και άλλες πολλές χειρονομίες που θα γεμίσουν μ’ ένα εξεγερτικό περιεχόμενο, όσο οι περασμένες εξεγέρσεις, οι κατακτήσεις και οι συμβιβασμοί τους, αδειάζουν από κάθε δικό τους.
Στα περιθώρια διαδήλωσης ενάντια στην αύξηση των πανεπιστημιακών διδάκτρων, νεαροί άρχισαν να πετούν χιονόμπαλες στις αστυνομικές δυνάμεις που ακολουθούσαν τη φοιτητική πορεία, ενώ οι μπάτσοι τους σημάδευαν με όπλα. Δεν πυροβόλησαν. Ανάλογο σκηνικό έγινε και στο Sheffield της Αγγλίας.
Η σοδειά των νεκρών ελεφάντων: Η ψευδής κριτική της απελευθέρωσης ζώων
του Aden Marcos
σημείωση: το κείμενο αυτό (The Harvest of Dead Elephants: The False Opposition of Animal Liberation)δημοσιεύτηκε στο αξιόλογο αμερικανικό αναρχικό περιοδικό A Murder of Crows (διαθέσιμο στα αγγλικά εδώ), που έβγαλε δυστυχώς μόνο δυο τεύχη (λιγοστά αντίτυπα των οποίων κυκλοφόρησαν και στη Σαλονίκη στα 2007). Η παρούσα μετάφρασις αφιερούται εις τον Τ.
Δεν έχω γνωρίσει ποτέ κανέναν που ως παιδί, να ‘λεγε “όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω κριτικός” – Richard Pryor
Θεωρούμε ότι υπάρχουν κάποιοι που αναλαμβάνουν δράση υπό το ευρύτερο πλαίσιο της απελευθέρωσης των ζώων που μοιράζονται την ίδια ανησυχία με μας για τον ολικό μετασχηματισμό αυτής της κοινωνίας που βασίζεται στην εκμετάλλευση και την μιζέρια. Ωστόσο, βρίσκουμε αρκετούς μεταξύ των αναρχικών και ριζοσπαστικών κύκλων που άκριτα υιοθετούν τη φιλοσοφία της απελευθέρωσης των ζώων και τον βηγκανισμό. Αυτές οι ιδέες έχουν διατηρήσει μια αδράνεια και προσήλωση που δυστυχώς έχει αντικρουστεί ελάχιστα, ειδικά στη βόρειο αμερική. Ελπίζουμε η παρούσα κριτική να παρέχει ένα σημείο εκκίνησης για μια ευρύτερη κριτική και θεωρητική σκέψη, εργαλείο που μας είναι απαραίτητο αν σκοπεύουμε ν αναλάβουμε αποτελεσματική δράση ενάντια στην κυριαρχία και την εκμετάλλευση.
Απελευθέρωση Ζώων: μια σύντομη ανασκόπηση
Το κίνημα απελευθέρωσης ζώων αναπτύχθηκε και ριζοσπαστικοποιήθηκε στα 1970 στη Βρετανία, και σε μικρότερο βαθμό στις ΗΠΑ. Η φιλοσοφία του προέκυψε, και συχνά συμπίπτει, μ’ αυτή των δικαιωμάτων των ζώων, που ισχυρίζεται ότι όλα τα ζώα έχουν δικαίωμα να ορίζουν τις ζωές τους, δικαιώματα ηθικά, κι ότι κάποια απ’ αυτά θα πρεπε να νομοθετηθούν, όπως το δικαίωμα να μην κλείνονται σε κλουβιά, να μην κακοποιούνται, να μη σκοτώνονται.
Ο Piter Singer είναι ένας απ’ τους ιδεολογικούς πατέρες του κινήματος απελευθέρωσης των ζώων. Η προσέγγισή του προς ενός είδους ηθικής των ζώων δε βασίζεται στην έννοια των δικαιωμάτων, αλλά στη χρησιμοθηρική αρχή της ίσης εκτίμησης των συμφερόντων. Στο βιβλίο του Animal Liberation (1975), ισχυρίζεται ότι οι άνθρωποι θα έπρεπε να αναγνωρίζουν μια ηθική υποχρέωση στα ζώα όχι βάσει της νοημοσύνης τους, της ικανότητάς τους για ηθική σκέψη, ή κάθε άλλου ανθρώπινου χαρακτηριστικού, αλλά μάλλον στην ικανότητά τους να νιώθουν πόνο. Η ιδεολογία της απελευθέρωσης ζώων δέχεται ότι οι άνθρωποι έχουν το πλεονέκτημα να κάνουν ηθικές επιλογές που στερούνται τα ζώα, οπότε οι άνθρωποι θα πρεπε να επιλέξουν να αποφύγουν ό,τι προκαλεί πόνο.
Ήδη απ’ το φιλοσοφικό ξεκίνημα των δικαιωμάτων των ζώων και της απελευθέρωσης των ζώων, πολλές ομάδες απελευθέρωσης ζώων εμφανίστηκαν σ’ όλον τον κόσμο, η κάθε μία με διαφορετική προσέγγιση, αλλά όλες εργαζόμενες πάνω στον ίδιο πρωταρχικό σκοπό. Αναλόγως, ο βηγκανισμός, ο τρόπος ζωής που βασίζεται στην μη κατανάλωση ζωικών προϊόντων, έχει γίνει ολοένα και πιο δημοφιλής. Πρόθεσή μου δεν είναι να επεκταθώ σ’ αυτό, εδώ πέρα. Ο κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να βρει μια πληθώρα βιβλίων και ιστοσελίδων με περισσότερες πληροφορίες για το κίνημα απελευθέρωσης ζώων.
Χειραγώγηση, Αντιπροσώπευση και Αφαιρέσεις
Η απελευθέρωση ζώων είναι… ένας πόλεμος. Ένας μακρύς, σκληρός, αιματηρός πόλεμος στον οποίον τα αμέτρητα εκατομμύρια των θυμάτων του υπήρξαν όλα απ’ την μία μεριά μόνον, ανυπεράσπιστα κι αθώα, η τραγωδία των οποίων ήταν ότι γεννήθηκαν μη-ανθρώπινα. – Robin Webb, βρετανικό γραφείο τύπου του ALF
…η πιο αφηρημένη των αισθήσεων, και η πιο εύκολα εξαπατημένη… – Guy Debord, Κοινωνία του Θεάματος
Για να ξεκινήσουμε μια κριτική σε οτιδήποτε, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε το πως το αναπαριστούν οι υπερασπιστές του. Το κίνημα απελευθέρωσης ζώων πρώτα και κύρια απευθύνεται σε διάφορα άκρια κλισέ που αφθονούν στους ακτιβιστικούς κύκλους, όπως και γενικότερα στην κοινωνία.
Οι έννοιες της καλοσύνης, της συμπόνιας, της φιλανθρωπίας, βρίσκονται κοινωνικοποιημένες σε όλους μας στο να είμαστε πολιτισμένοι, υπεύθυνοι, καλοί, έχουν την πρώτη θέση στο λεξιλόγιο της απελευθέρωσης ζώων. Η απελευθέρωση ζώων αυτοσυστήνεται ως μια ηθική και πολιτισμική αξία της ανθρώπινης κοινωνίας, μια διαδικασία “διεύρυνσης του κύκλου της συμπόνιάς μας”. Μας λένε πως οι άνθρωποι μπορούν και οφείλουν να αποφύγουν τον πόνο και το μαρτύριο για κάθε ζώο, κι ότι κάμνοντάς το, η ανθρωπότητα θα βρίσκεται στο σωστό δρόμο για έναν πιο ευγενή και ειρηνικότερο κόσμο.
Αυτή η επικέντρωση στον πόνο και την υποτιθέμενη αναγκαιότητα εκμηδένισής του είναι αρκετά προβληματική. Στον καπιταλισμό, τα ζώα χρησιμοποιούνται ως εμπορεύματα -ως αντικείμενα ο μόνος σκοπός των οποίων είναι να πουλιούνται και ν αγοράζονται- ως αντικείμενα πλήρως. Ως τέτοια, μετριούνται, εμπορευματοποιούνται, τους κολλιέται μια τιμή. Ωστόσο, οι απελευθερωτές ζώων περιορίζουν όλες αυτές τις έννοιες σε ένα απλό σύμπτωμα: τον πόνο. Αυτή η υποβάσθμιση εξαφανίζει τις πολυπλοκότητες και τις ιδιαιτερότητες της χρήσης των ζώων μέσα στα τρέχοντα κοινωνικά πλαίσια, και ισοπεδώνει τη φύση της εκμετάλλευσής τους. Αυτό που μετράει για τους απελευθερωτές ζώων είναι ο πόνος που προκαλείται στα ζώα, και ο αριθμός των ζώων που σκοτώνονται. Πράγμα που γενικά οδηγεί σε γελοίες υπεραπλουστεύσεις για οποιονδήποτε και οτιδήποτε σκοτώνει ζώα. Οι κυνηγοί είναι κακοί επειδή σκοτώνουν ζώα, όπως ακριβώς και μια βιομηχανική φάρμα, ή ένας καταπιεστικός ιδιοκτήτης κατοικιδίου. Για τους απελευθερωτές ζώων, είναι μοναχά θέμα κλίμακας. Συγκεντρώνονται αποκλειστικά στο πως θα σταματήσουν αυτά να υποφέρουν – ένας απόλυτος παραλογισμός από μόνος του.
Ας είμαστε σαφείς, τα ζώα νιώθουν πόνο, υποφέρουν, κι οποιοσδήποτε ισχυρίζεται το αντίθετο είναι ηλίθιος. Το ίδιο όμως κι όποιος ισχυρίζεται ότι ο πόνος και το μαρτύριο αυτό μπορούν απλά να λάβουν τέλος. Ο πόνος είναι αδιαχώριστο συστατικό της ζωής. Τα ζώα μπορούν να πεθάνουν της πείνας στην άγρια φύση, να σπάσουν κάποιο κόκκαλο, να τους σκίσει τα πλευρά κάποιο άλλο ζώο. Ο πόνος, είναι λοιπόν ένας βιολογικός δείκτης του κινδύνου, του τραυματισμού, της ασθένειας. Είναι κάτι που συμβαίνει κάλλιστα στα ζώα, και χωρίς την παραμικρή ανθρώπινη παρέμβαση. Και πάλι, οι απελευθερωτές ζώων αναπαριστούν τον πόνο και τον θάνατο σα συνέπειες ενός ανθρώπινου προπατορικού αμαρτήματος εξ αιτίας του οποίου τα ζώα πάντα χρησιμοποιούνταν και κυριαρχούνταν, καθώς δεν τους αναγνωρίζαμε ίσα δικαιώματα. Δεν προοδεύσαμε λοιπόν. Έτσι, οι απελευθερωτές ζώων, υιοθετούν μια αντιφατική κι επικίνδυνη προοπτική: ότι ο πόνος και τα βάσανα, τουλάχιστον όσον αφορά τα ζώα, μπορούν να λάβουν τέλος, είτε εξ ολοκλήρου, είτε όσο προκαλούνται από ανθρώπινη παρέμβαση. Ωστόσο η ιδέα του ξεμπερδέματος με τον πόνο, είναι εξίσου φαιδρή με το να ήθελε κανείς να τελειώνει με τη θλίψη, προσπαθώντας να κάνει τους ανθρώπους να χαμογελάνε περισσότερο. Ασκήσεις ματαιότητας. Είμαστε αδιάρρηκτα συνδεδεμένοι σ’ έναν κύκλο ζωής και θανάτο, κι ως εκ τούτου αναγκαστικά εμπλεκόμενοι με τον πόνο και τα βάσανα, όπως και με τη θλίψη και τη χαρά. Κι όμως, μας λένε ότι αν μόνο δεν αποστρέφαμε το βλέμμα μας, θα μας συγκινούσε ο σκοπός τους. Αποκρουστικές εικόνες αίματος και θανάτου σε βιομηχανικές φάρμες και βαρβαρότητες σε εργαστήρια εμβολιασμών υπεραφθονούν στην προπαγάνδα της απελευθέρωσης ζώων. Αυτές οι εικόνες, όπως κι εκείνες με τις οποίες μας σοκάρουν τα δελτία ειδήσεων, χρησιμοποιούνται αναπαριστώντας κι εκμεταλλευόμενες την αθλιότητα. Ενώ τα μήντια μας σοκάρουν και μας εξοικειώνουν με εικόνες παγκόσμιας αθλιότητας, το κίνημα απελευθέρωσης ζώων αναπαριστά την αθλιότητα προκειμένου να μας δημιουργήσει ενοχές και να μας χειραγωγήσει μέσω αυτών προς μια συνολική αποδοχή της προοπτικής του. Δεν είναι σπάνιο να ακούμε τους υπέρμαχους της απελευθέρωσης ζώων να συγκρίνουν την εκμετάλλευση των ζώων με το ολοκαύτωμα, ενώ υπαινίσσονται ότι αυτό που τραβάνε τα ζώα είναι κατά πολύ χειρότερο απ’ οτιδήποτε έχει βιώσει ο άνθρωπος. Μια τέτοια αναλογία κάνει παιχνίδι πάνω στη συμπόνια μας, ενώ ποσοτικοποιεί τον πόνο των ζώων προσπαθώντας να μας πείσει με το ειδικό βάρος των αριθμών. Ο πόνος κι ο θάνατος γίνονται αφηρημένα και μετρήσιμα μεγέθη, αναπαρίστανται μ’ έναν τρόπο που να εξυπηρετεί την προώθηση μιας ιδεολογίας. Αν δεν ενδιαφερόμαστε για τα εκατομμύρια των ζώων που πεθαίνουν κάθε μέρα, τότε είμαστε αδιάφοροι κι αναίσθητοι. Αν ενδιαφερθούμε, τότε είμαστε συνυπεύθυνοι.
Η απελευθέρωση ζώων δεν μας παρέχει καμμιά κριτική της κοινωνικής κυριαρχίας. Υπόσχεται την απελευθέρωση ενώ στην πραγματικότητα κλείνει σχεδόν τα πάντα στην ποσοτικοποιημένη λογική που κυριαρχεί παντού στην κοινωνία αυτή. Η αφηρημένη γλώσσα και η χειραγωγική χρήση εικόνων του κινήματος απελευθέρωσης ζώων είναι ενδεικτικά της ευρύτερης λογικής του, και τελικά, απ’ τις μεγαλύτερες αδυναμίες του. Μετρώντας την αθλιότητα των σφαγείων ή των εργαστηρίων πειραμάτων, είναι μια προσέγγιση βασισμένη σ’ έναν συγκεκριμένο αριθμό καπιταλιστικών φρικαλεοτήτων. Η φρίκη που αντανακλάται στα ζώα υψώνεται πάνω από κάθε άλλη, καταλήγοντας διαρκώς σ’ ένα body count (καταμέτρηση πτωμάτων). Ωστόσο, η βαρβαρότητα και η εκμετάλλευση δεν μπορούν να μετρηθούν. Δε γίνονται πιο κακές όσο πιο συχνά ή όσο πιο πολλοί τις βιώνουν. Αν μπορούμε να συσχετιστούμε μαζί τους, είναι ακριβώς επειδή τις βιώνουμε όλοι μας καθημερινά, και τις βλέπουμε να βιώνονται μέσα στον κόσμο.
Ελάχιστοι από μας θα παρέμεναν αδιάφοροι στο μακελειό των σφαγείων. Η κοινωνία μας φέρεται στα ζώα ακριβώς όπως φέρεται στους ανθρώπους, τα δένδρα ή τα γονίδια. Όλους μας, μας αντιμετωπίζει ως μονάδες οικονομικής αξίας, προς -όσο πιο κερδοφόρα- κατεργασία και αναπαραγωγή ως αγοραία εμπορεύματα. Όμως, η απέχθειά μας δεν αιτιολογείται από καμμιά φαντασίωση περί του όποιου τέλους του πόνου. Αναζητούμε την επαναστατική καταστροφή αυτής της κοινωνίας της εκμετάλλευσης. Μισούμε την υποτίμηση και την μιζέρια του να μετατρέπεται το κάθε τί σε ένα αντικείμενο προς πώληση, εκτιμημένο σύμφωνα με τις καπιταλιστικές προσταγές του σύγχρονου κόσμου. Επιθυμούμε να αποφασίζουμε οι ίδιοι για τις ζωές και τις σχέσεις μας, κι όχι η αγορά. Είναι σύμφωνα μ αυτήν την προοπτική που αναλύουμε την εκμετάλλευση και την υποδούλωση ως συνθήκη για την κοινωνική κυριαρχία -μια συνθήκη που μπορεί να αλλάξει. Είναι επίσης, μ’ αυτήν την οπτική που ασκούμε κριτική στην απελευθέρωση των ζώων και στις αμφίβολες υποσχέσεις της.
Αυτό, το άλλο και το ίδιο: οι αντιφάσεις ενός καταναλωτισμού-χωρίς-ενοχές
Καλώς ορίσατε πελάτες μας! Σας ευχαριστούμε που είστε ευαισθητοποιημένοι καταναλωτές! Αγοράζοντας αποκλειστικά προϊόντα-χωρίς-βαρβαρότητα, μπορείτε να βοηθήσετε στη σωτηρία κουνελιών, ποντικιών, ινδικών χοιριδίων, τρωκτικών κι άλλων ζώων. – απ’ την ιστοσελίδα Caring Customer της PETA
Το κίνημα απελευθέρωσης των ζώων επιζητεί την μεταρρύθμιση των τρεχουσών κοινωνικών σχέσεων, εν μέρει, προάγοντας έναν καταναλωτισμό “της συμπόνιας” και “χωρίς ενοχές”. Συνηγορώντας υπέρ ενός τέτοιου είδους οικονομικής κατανάλωσης, ισχυρίζονται ότι μπορεί να μειωθεί το πόσο υποφέρουν τα ζώα. Σύμφωνα μ’ αυτή τη λογική, αν δε χρησιμοποιούμε ή καταναλώνουμε ζωικά προϊόντα, σημαίνει ότι δε θα βλάπτονται ή δε θα σκοτώνονται τα εν λόγω ζώα. Αυτή η ιδέα καταναλωτικού ρεφορμισμού βασίζεται στην πεποίθηση ότι το σύστημα κάνει απλά ένα λάθος, είναι άδικα βάρβαρο σ’ έναν τομέα, και απλά χρειάζεται φτιάξιμο. Το κίνημα προφανώς δεν αντιστρατεύεται τον καπιταλισμό ως τέτοιον, άσχετα του τί μπορεί να λένε ορισμένα απ’ τα μέλη του. Η πραγματικότητα είναι, ωστόσο, ότι η αθλιότητα είναι μια αναπόφευκτη συνέπεια της καπιταλιστικής παραγωγής και κατανάλωσης. Οτιδήποτε αγοράζουμε είναι ένα αντικείμενο, ένα εμπόρευμα -ποσοτικοποιημένο, υποτιμημένο, κι αξιοποιημένο αποκλειστικά όσον αφορά τον ρόλο του στην οικονομία. Η αθλιότητα είναι απλά ένα ακόμη παρα-προϊόν, όπως η μόλυνση, που δεν έχει κάποια οικονομική αξία, κι έτσι διοχετεύεται ελεύθερα.
Η αίρεση (cult) του βηγκανισμού είναι αποτελεσματική στο να εγκολπώνει κάθε ψευτολογική του καταναλωτικού ρεφορμισμού. Οι αντιφάσεις της βηγκαν ηθικής γίνονται οδυνηρά εμφανείς όταν ρίξουμε μια ματιά στην προέλευση όλων των προϊόντων κι εμπορευμάτων στην κοινωνία μας. Ένα κομμάτι τόφου, ή ένα μπουκάλι “ηθικής κατανάλωσης” σαμπουάν κρύβει πίσω του την επιπολαιότητα του ισχυρισμού αυτού. Ο ισχυρισμός ότι τα βήγκαν προϊόντα δεν έχουν συνεισφέρει άμεσα στον θάνατο ζώων, είναι μία απ’ τις πολλές εμπορικές αυταπάτες που προωθούν επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται αυτήν την επιμέρους αγορά. Η καπιταλιστική παραγωγή, φρενιασμένη απ’ την μαζική κατανάλωση, έχει ανάγκη από μια τεράστια ποσότητα πρώτων υλών. Αυτές με τη σειρά τους εξωρύσσονται από τη γη με τα φθηνότερα και πιο καταστροφικά μέσα, συμβάλλοντας στην μαζική υποβάθμιση και καταστροφή βιοτόπων και στην ακόλουθη εξάλειψη της πανίδας τους. Αυτή είναι η βάρβαρη πραγματικότητα της παραγωγής που κρύβεται πίσω απ’ τα εκθαμβωτικά σουπερμάρκετ.
Απλά δείτε πως λειτουργεί η παραγωγή: Η κατασκευή πλαστικών βασίζεται στο πετρέλαιο, κι έτσι οι συσκευασίες που χρησιμοποιούνται για τα βήγκαν προϊόντα συνεπάγονται τη συνήθη μόλυνση και τα “ατυχήματα” της πετρελαιοβιομηχανίας. Τέτοια ατυχήματα στους ωκεανούς εκτιμώνται σ’ έναν μέσο όρο 100 εκ. γαλονιών τον χρόνο. Μόνο ένα 5% αυτών προέρχεται από τις μεγάλες πετρελαιοκηλίδες κακόφημων ατυχημάτων όπως η καταστροφή της Exxon Valdez. Το υπόλοιπο και μεγαλύτερο μέρος τους προέρχεται από συνηθισμένες διαρροές απ’ τις κανονικές επιχειρήσεις μεταφοράς κι εξόρυξης πετρελαίου. Οι πετρελαιοκηλίδες καταστρέφουν βιοτόπους πουλιών, καλύπτουν παραλιακούς βιοτόπους δηλητηριάζοντας και σκοτώνοντας άμεσα πουλιά, ψάρια, κι άλλα θαλάσσια είδη. Η κατασκευή αγωγών καταστρέψει τους άγριους βιοτόπους. Τα διυλιστήρια πετρελαίου μολύνουν υδροφόρους ορίζοντες, δηλητηριάζοντας ζώα και καταστρέφοντας τους τόπους αναπαραγωγής τους. Χωρίς να αναφέρουμε καν τους πολέμους για τον έλεγχο των κοιτασμάτων πετρελαιοειδών που έχουν στοιχίσει εκατοντάδες χιλιάδες ζωές, και συνεχίζουν, στο Αφγανιστάν, το Ιράκ και την Αφρική, καταστρέφοντας επίσης κάθε οικολογική ισορροπία των περιοχών αυτών.
Το γεγονός είναι ότι, οργανική σόγια είτε τόφου, τέμπε, και κάθε λογής υποκατάστατα κρέατος, όπως και κάθε άλλο προϊόν στο ράφι, χρησιμοποιεί το ίδιο σύστημα βιομηχανικής διανομής που καταναλώνει τεράστια ποσά πετρελαίου κι άλλων πόρων για να συσκευάσει, να αποθηκεύσει, να μεταφέρει και να διανέμει τρόφιμα και μη-τρόφιμα εμπορεύματα σ’ όλον τον κόσμο. Αυτό μεταφράζεται σε βουνά και λαγκάδια καταστρεμμένα από ορυχεία, δάση αποψιλωμένα για υλικά συσκευασίας, χημική ρύπανση απ’ τη βιομηχανία των μελανιών, των προσθέτων και λιπαντικών, κ.ο.κ.. Ολα αυτά τα βιομηχανικά προϊόντα δηλητηριάζουν ζώα και καταστρέφουν τους βιοτόπους τους. Η καπιταλιστική οικονομία δε θα κάνει τίποτα για να αποφύγει αυτήν την μαζική καταστροφή, πολύ απλά επειδή κάθε μέτρο προστασίας θα αύξανε το κόστος παραγωγής και θα έριχνε το κόστος. Κι αυτό είναι μόνο στοιχειωδώς ενδεικτικό του ότι η κατανάλωση στον καπιταλισμό είναι άμεσα εξαρτημένη από μια αχαλίνωτη αύξηση της καταστροφής πρώτων υλών και της οικολογικής καταστροφής προκειμένου να θρέψει την αφθονία της. Ο καπιταλισμός είναι αναγκασμένος να αναπτύσσεται ή να πεθάνει. Με την ανάπτυξή του, αναγκάζεται να πεθάνει ο κόσμος.
Ο βηγκανισμός παρουσιάζει μια ψευδή εναλλακτική στην καπιταλιστική μιζέρια. Δεν αλλάζει, ούτε πρόκειται να το κάνει ποτέ, τα πράγματα για τα ζώα ή για μας τα ανθρώπινα όντα. Ο καπιταλισμός ορίζει τις συνθήκες του πόνου μας, κι επιβάλει το πώς θα ζούμε τις ζωές μας, και κυρίως το πώς δεν θα τις ζούμε. Η παραγωγική διαδικασία που ακολουθείται στην παραγωγή βήγκαν προϊόντων είναι η ίδια μ’ αυτήν που χρησιμοποιείται για κάθε προϊόν στην αγορά σήμερα. Η μαζική παραγωγή είναι μέρος του παγκόσμιου καταμερισμού της εργασίας την εκμετάλλευση του οποίου υφίστανται δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκόσμια. Οι πρώτες ύλες δεν μετατρέπονται σε προϊόντα από μόνες τους. Οι άνθρωποι παράγουν τα προϊόντα αυτά. Τους ανθρώπους εκμεταλλεύονται προκειμένου να κινηθεί η οικονομία, να γυρίσουν τα γρανάζια της και να λειτουργήσει. Δεν είναι περίεργο που οι καπιταλιστές φέρονται τόσο στα ζώα όσο και στους ανθρώπους ως αναλώσιμα αντικείμενα. Ωστόσο, το κίνημα απελευθέρωσης ζώων θα επιθυμούσε μια βίαια καταστροφή ή έστω μια κατάργηση των βιομηχανικών φαρμών και των σφαγείων, προκειμένου να αντικατασταθούν με άλλους χώρους εργασίας που δεν εκμεταλλεύονται ζώα. Αγνοώντας φυσικά τους ανθρώπους που υποφέρουν στην μισθωτή σκλαβιά, καταστρέφοντας τα σώματά τους και αποχαυνώνοντας το πνεύμα τους. Εμάς τους ανθρώπους, μπορεί να μην μας μεγαλώνουν και να μας σκοτώνουν για τροφή όπως άλλα ζώα, αλλά σίγουρα μας μεγαλώνουν και μας σκοτώνουν στο βωμό της παραγωγής με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Το πρωινό ξύπνημα, το χρέος, το νοίκι, η κούραση, η ανία, η απογοήτευση -δε ξεμπερδεύουμε με τίποτα απ’ αυτά σε μια κοινωνία ακόμα κι αν πουλάει μόνο βήγκαν προϊόντα. Δεν υπάρχει καπιταλισμός “χωρίς ενοχές”, παρά μόνο κέρδη “χωρίς ενοχές” για τους καπιταλιστές. Όσο η οικονομία κάνει παιχνίδι, θα παίρνει ό,τι χρειάζεται, καταστρέφοντας όλα τα υπόλοιπα.
Για να αντεπιτεθούμε στην καπιταλιστική αθλιότητα, πρέπει να την αντιμετωπίσουμε στην ολότητά της, απορρίπτοντας τη ψευδαίσθηση των μονοθεματικών ημίμετρων και των εκστρατειών καταναλωτικού ρεφορμισμού. Πιο σημαντικό, μια συνεκτική ανάλυση της κοινωνικής κυριαρχίας απαιτεί μια ανυποχώρητη κριτική των ιδεολογικών και ηθικών δυνάμεων που εμποδίζουν μια τέτοια κριτική.
Ανάθεμά σε αν…: H παγίδα του ηθικισμού
Η Αγιότητά Του ευφραίνεται με την επίκλησή της… για να ξεριζώσει απ’ τις καρδιές των ανθρώπων τις βάρβαρες και τις αισχρές τους τάσεις. -Πάπας Πίος ο 10ος
Η ηθική είναι το πνεύμα του κοπαδιού στο άτομο. – Φρίντριχ Νίτσε
Η ηθική είναι ένα σύστημα κανόνων, ένα σύνολο από αυστηρούς κώδικες βασισμένο σ’ ένα “αντικειμενικό” σωστό και λάθος, τα οποία με τη σειρά τους βασίζονται σε αντιλήψεις περί καλού και κακού. Αυτοί οι κώδικες υποθετικά εφαρμόζουν σε κάθε τόπο και χρόνο. Αυτό που θεωρείται “σωστό” ή “λάθος” για έναν ηθικό κώδικα δεν είναι απλά η σωστή ή η λανθασμένη δράση ενός ατόμου σε ένα συγκεκριμένο μέρος, χρόνο και συνθήκες, αλλά μάλλον η σωστή ή λάθος δράση για όλους του ανθρώπους σε κάθε μέρος και χρόνο. Οι ηθικιστές ισχυρίζονται ότι οι περιορισμοί τους είναι οικουμενικές αλήθειες σύμφωνα με τις οποίες θα πρέπει να κρίνονται οι δράσεις οι δικές τους αλλά και των άλλων. Καθ’ αυτόν τον τρόπο, η ίδια η ηθική έχει έναν χαρακτήρα εξουσιαστικό, καθώς οφείλουμε να συμμορφωθούμε σ’ αυτήν ανεξάρτητα απ’ τη βούλησή μας.
Κάθε ηθική προέρχεται από μια ανώτερη εξουσία. Η εξουσία αυτή μπορεί να λέγεται θεός, κράτος, οικογένεια, ή ακόμα και διάφορες ιδέες ή οντότητες οι οποίες επικυρώνουν την υποτιθέμενη αντικειμενικότητα μιας συγκεκριμένης ηθικής. Οι ηθικοί κώδικες προσδιορίζουν και κατευθύνουν τις επιλογές που κάνει ο καθένας. Δεν πρέπει να παραβιάζονται, καθώς είναι απόλυτοι και άκαμπτοι. Έτσι, οι αποφάσεις που λαμβάνονται δε βασίζονται στο τί νιώθει ο καθένας ως κατάλληλο για μια κατάσταση, για τις επιθυμίες του στον κόσμο αυτόν, αλλά μάλλον οι αποφάσεις του προκαθορίζονται από ένα ηθικό σύστημα. Ενώ αρκετοί ηθικιστές καμμιά φορά σπάνε τα καλούπια τους, υπάρχει μια αίσθηση ντροπής κι ενοχής καθώς διέρρηξαν κανόνες που ακόμα πιστεύουν μέσα τους ότι είναι δίκαιοι και σωστοί. Έτσι ο ηθικισμός αντιτίθεται σε κάθε απόπειρα σκέψης και αλληλεπίδρασης με τον κόσμο με τρόπους που να αντανακλούν τις επιθυμίες μας.
Αναλόγως, τα ηθικιστικά επιχειρήματα δεν βασίζονται σε μια κριτική θεωρητική σκέψη. Τα ηθικιστικά επιχειρήματα και οι ισχυρισμοί μπορούν να αντικρουσθούν μόνο με την επίκληση αντίθετων ηθικισμών. Αν για έναν χορτοφάγο το να τρως κρέας είναι λάθος, για έναν κρεωφάγο είναι σωστό. Η διαμάχη για το τί είναι σωστό και τί λάθος μπορεί να συνεχίσει μέχρι να ξεραθούν γλώσσες και στόματα. Ωστόσο, ο ηθικισμος σχετίζεται με την κουλτούρα απ’ την οποία προέρχεται [47]. Έννοιες σωστού και λάθους προσδιορίζονται απ’ την κοινωνία, και ιδιαίτερα απ’ αυτούς που κυριαρχούν στην κοινωνία. Όποιος πιστεύει ότι οι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες ήταν δολοφόνοι επειδή έτρωγαν κρέας, δεν κάνει άλλο απ’ το να επαναλαμβάνει την κυρίαρχη υπεροψία. Είναι ακριβώς αυτή η έλλειψη κριτικής σκέψης που καταλήγει να βάζει φράγματα στην αναγνώριση των κοινών συμφερόντων μεταξύ των ανθρώπων.
Ορισμένοι απελευθερωτές ζώων, γεμάτοι ιερή αγανάκτηση, είναι έτοιμοι να κράξουν τον καθένα για το φαγητό που τρώει. Ειδικά οι αδιάφοροι ή αναίσθητοι κρεωφάγοι, αυτοί πρέπει να πεισθούν ότι είναι συνένοχοι στους φόνους αθώων ζώων. Αν δεν ακούν, είναι ένοχοι. Αν ακούν αλλά δεν κάνουν κάτι, είναι ακόμα πιο ένοχοι. Η ασπρόμαυρη οπτική της ηθική πέφτει πάνω τους όπως ένας δικαστής χτυπάει το σφυρί του. Καμπάνιες για να “μορφώσουν” τους ανθρώπους για τη βαρβαρότητα απέναντι στα ζώα και τον βηγκανισμό διεξάγονται στα πρότυπα των ιεραποστολικών εκστρατειών. Οι ευσεβείς που καταδικάζουν την αδυναμία των άλλων ανθρώπων να “δώσουν ένα τέλος στον πόνο”, μοιράζονται πολλά κοινά με τους ιεροκήρυκες που απ’ τον άμβωνα καταριούνται αυτούς που δεν λεν να ξεπλυθούν απ’ τις αμαρτίες τους. Αυτή η καλλιέργια της ενοχής φυσικά, δεν έχει άλλο αποτέλεσμα απ’ το να κάνει τους ανθρώπους να νιώθουν σκατά, ήδη απογοητευμένοι απ’ την ανίσχυρη θέση τους στην κοινωνία, τώρα καλούνται να περιορίσουν ακόμα πιο πολύ τις ελάχιστες επιλογές που τους έχει αφήσει ο καπιταλισμός. Δεν προωθεί μια κριτική αξιολόγηση των κοινωνικών συνθηκών που συμβάλλουν στην εκμετάλλευση των ζώων, αλλά ενθαρρύνει τον τυφλό παπαγαλισμό και την υπακοή σε προκαθορισμένες έννοιες περί σωστού και λάθους.
Διάφοροι κοινωνικοί θεσμοί -η θρησκεία, η εκπαίδευση, η εργασία, η οικογένεια- εξασκούν μια ηθική πειθαρχία πάνω μας προκειμένου να κανονικοποιούν τις δράσεις και τις σκέψεις μας εσωτερικά, και να ενισχύουν τους θεσμούς της κοινωνικής κυριαρχίας. Η ηθική είναι ένας μπάτσος μες το κεφάλι μας, τα δεσμά που κρατούν πίσω την ατομική και κοινωνική συνειδητοποίησή μας, ένα εμπόδιο για οποιονδήποτε επιθυμεί να καθορίζει ελεύθερα τη ζωή του. Όταν αρχίσουμε να αποφασίζουμε για τους εαυτούς μας, τί θέλουμε και πώς θα ζήσουμε, και να επιτρέπουμε και στους άλλους το ίδιο, θα κάνουμε άλματα απελευθέρωσης από φυλακές που δεν έχουμε αντιληφθεί στην ολότητά τους ακόμα.
Τα βολικά δεσμά της ιδεολογίας
Καθώς η ιδεολογία είναι πάντα μια μορφή αλλοτρίωσης στη σφαίρα της σκέψης, όσο πιο αλλοτριωμένοι είμαστε, τόσο λιγότερο τείνουμε να αντιλαμβανόμαστε τις πραγματικές συνθήκες της ζωής μας… Κι όσο λιγότερο ζούμε αυτόνομα την ύπαρξή μας, τόσο πιο εμφατικά η ύπαρξη καταλαμβάνεται απ’ τον καπιταλισμό, απ’ την παγωμένη εικόνα των ρόλων στις διάφορες κοινωνικές ιεραρχίες και συναλλαγές της εμπορευματικής οικονομίας. – Len Chernyi “An Introduction to Critical Theory”
Η ιδεολογία λειτουργεί παρόμοια με την ηθική. Στη θέση των κανόνων της αντικειμενικής αλήθειας, του σωστού και του λάθους, υιοθετεί κανείς τα συμπαγή προγράματα και τις προοπτικές που συνεπάγεται μια ιδέα ή μια έννοια. Περιθώρια για οποιαδήποτε ευελιξία δεν υπάρχουν. Η ιδεολογία υποτάσσει ολοκληρωτικά μια όψη της ζωής και κυβερνά κάθε σχέση μας μ’ αυτήν. Με τον τρόπο αυτόν, την θέση της κριτικής σκέψης παίρνει η σκέψη βάσει ιδεολογίας. Ο κόσμος, η κάθε πτυχή του κόσμου, ερμηνεύονται και γίνονται κατανοητές μέσα απ’ το φιλτράρισμα της ιδεολογίας. Για παράδειγμα, η δημοκρατική ιδεολογία υποστηρίζει την ιδέα ότι η όποια κοινωνική αλλαγή θα γίνει μέσω των εκλογών, της πολιτικής αντιπροσώπευσης, της αλλαγής της νομοθεσίας. Προωθεί την πίστη στην επίσημη πολιτική, εμποδίζοντας την αυτόνομη άμεση δράση. Η δύναμη αυτής της ιδεολογίας, όπως και κάθε ιδεολογίας, έγκειται στο ότι συμβιβάζει και κατευθύνει τη σκέψη σε περιορισμένες δυνατότητες και προοπτικές. Η ιδεολογία βρίσκετια σε αντίθεση με την κριτική θεωρητική ανάλυση που μπορεί να αξιολογήσει τις καταστάσεις και τις ιδέες βάσει της πραγματικής τους χρησιμότητας στην πρακτική και την προσέγγισή μας [48].
Η απελευθέρωση ζώων δεν εξαιρείται απ’ αυτό. Είναι ιδεολογικοποιημένη απ’ τα ίδια τα θεμέλιά της. Θέτει τα πάντα σε δεύτερη μοίρα, μπρος στα θέματα των ζώων. Η εκμετάλλευση των ανθρώπων, η καταστροφή του περιβάλλοντος, είναι θέματα που μπορεί να είναι εξίσου ενδιαφέροντα για τον ακτιβιστή της απελευθέρωσης των ζώων, αλλά αντιμετωπίζονται απλά ως διαφορετικές θεματικές. Η ιδεολογία καθιστά τον καθένα ανίκανο να δει ή να κατανοήσει τα πράγματα έξω απ’ αυτήν, με τρόπο συνεκτικό. Τα πάντα μπαίνουν σ’ ένα πλαίσιο ανάλογα με το πώς σχετίζονται με το ζήτημα των ζώων. Ένα εργαστήριο πειραμάτων σε ζώα για παράδειγμα, είναι απλώς ένα μέρος όπου τα ζώα βασανίζονται, αγνοώντας εντελώς τις βλάβες των φαρμακευτικών πειραμάτων στους ανθρώπους, τα εκατομμύρια κέρδους που παράγονται, και την άκριτη ανάπτυξη της τεχνολογίας. Ένας εκδορέας κόβει όλη μέρα ζώα σε φέτες. Μισούμε αυτό που κάνουν στα ζώα, καθώς αυτά αιμορραγούν σε σειρές, σε ουρές, κρεμασμένα από αγκίστρια. Όμως η ιδεολογία της απελευθέρωσης ζώων δεν αφήνει περιθώρια για την ίδια σκέψη για τον άνθρωπο εργάτη που είναι υποχρεωμένος να υποφέρει τους κινδύνους και τους τραυματισμούς σ’ ένα εργοστάσιο τόφου ή σε μια βιομηχανία γάλακτος σόγιας. Αυτή η υποτίμηση, ως αναλώσιμα γρανάζια στο σύστημα παραγωγής, δεν αντιμετωπίζεται ως άξια ανάλογου στοχασμού, καθώς τα ζώα και οι άνθρωποι βλέπονται σα διαφορετικές κατηγορίες, η πρώτη ως ανώτερη της δεύτερης.
Ο βηγκανισμός είναι ένα ξεκάθαρο παράδειγμα της δύναμης της ιδεολογίας να υποτάσσει τα πάντα. Μερικοί βήγκανς ενδιαφέρονται ελάχιστα για την ποιότητα της διατροφής τους, αρκεί να μην καταναλώνουν ζωικά προϊόντα. Έτσι, καταλήγουν να τρώνε σκατά (υψηλής κατεργασίας, φορτωμένα χημικά, βήγκαν φαστ φουντ). Δεν υπάρχει λοιπόν πρόβλημα να καταστρέψει κανείς την υγεία του, καθώς έτσι δεν καταστρέφει κάποιου ζώου -καθένας έχει δικαίωμα στην ψευδαίσθηση. Καθ’ αυτόν τον τρόπο, τα πάντα υπάγωνται στα ζητήματα των ζώων, αποκλείοντας κάθε άλλον παράγοντα. Η απολυτότητα της συντήρησης ενός βήγκαν τρόπου ζωής μπαίνει ως προτεραιότητα πάνω από κάθε άλλο ζήτημα, και διατηρεί τη ψευδαίσθηση ότι η βήγκαν κατανάλωση δε συμβάλλει στο να υποφέρουν τα ζώα. Τυφλώνει τους ανθρώπους μπροστά στην πραγματικότητα του τί καταναλώνουν, επιτρέποντάς τους να υιοθετούν βολικά τις υποσχέσεις της χωρίς να τις εξετάζουν κριτικά.
Η απελευθέρωση ζώων και ο βηγκανισμός πρέπει να τεθούν σ’ ένα κοινωνικό πλαίσιο για να κατανοήσουμε την κλίμακα και την εμβέλειά τους. Η ιδεολογία της απελευθέρωσης ζώων και ο βήγκαν τρόπος ζωής που προκύπτει απ’ αυτήν είναι αποσπασματικές αντιθέσεις που υιοθετούν πλήρως τον καπιταλιστικό τρόπο θεώρησης της αλλαγής. Ασπάζονται την ιδέα ότι οι ατομικές καταναλωτικές επιλογές είναι πρωταρχικής σημασίας, όχι μόνο καθορίζοντας την “ταυτότητά” μας, αλλά επίσης κι ως τρόπο για να φέρουμε μια αλλαγή. Οι υποσχέσεις του “χωρίς ενοχές” βηγκανισμού προωθούν μια αφηρημένη άποψη της κοινωνικής αλλαγής, επικεντρωμένη στη “σωτηρία” ενός αριθμού ζώων, μέσω ενός διαφορετικού καταναλωτισμού. Αυτή η ψευδής αντίθεση αμφισβητεί μια πτυχή της κυριαρχίας, ενώ δεν κάνει τίποτα για να καταστρέψει τις ίδιες τις συστηματικές αιτίες της, στην περίπτωσή μας, την καπιταλιστική κυριαρχία.
Ορισμένοι βήγκανς υποστηρίζουν ότι οι επιλογές στον τρόπο ζωής τους, είναι και πάλι κάτι καλύτερο απ’ το τίποτα, όπως ακριβώς ορισμένοι ισχυρίζονται ότι οι δημοκρατικοί είναι λίγο καλύτεροι απ’ τους ρεπουμπλικάνους. Αυτό είναι μέρος της βήγκαν αποσπασματικής κατανόησης της κοινωνικής τάξης, που επικεντρώνει την μονόφθαλμη όρασή της αποκλειστικά στην “μείωση του πόνου των ζώων”. Εντωμεταξύ, τα ζώα εξακολουθούν να μετατρέπονται σε μηχανές παραγωγής κρέατος, να επεξεργάζονται από ανθρώπους που είναι αναγκασμένοι να δουλεύουν σαν μηχανές παραγωγής εργασίας. Και οι δυο αγοράζονται και πουλιούνται με χρηματικούς όρους, τους εκμεταλλεύονται, τους χρησιμοποιούν για την κερδοφορία του κεφαλαίου. Ο καπιταλισμός ορίζει τους ρόλους τόσο των ανθρώπων όσο και των ζώων στην κοινωνία ενώ ο βηγκανισμός, δεν κάνει άλλο απ’ το να συσκοτίζει αυτήν τη σχέση, προωθώντας έναν απατηλό καταναλωτισμό “της συμπόνιας”.
Μια σχετική ιδεολογία, δημοφιλής μεταξύ ριζοσπαστών ακτιβιστών των ζώων, πράσινων αναρχικών, και περιβαλλοντιστών ακτιβιστών, εναποθέτει την ευθύνη για τη βαναυσότητα που υφίστανται τα ζώα και η γη σε όλους τους ανθρώπους, και συγκεκριμένα στην ανθρώπινη φύση. Πρόκειται για ελάχιστα συγκαλυμμένο μισανθρωπισμό. Οι απελευθερωτές ζώων ανυψώνουν τη συνθήκη των ζώων καθώς τα βλέπουν ως ανυπεράσπιστα, ειρηνικά κι αθώα, ενώ οι άνθρωποι βλέπονται με ένα άλλο μάτι, στερούμενοι κάθε τέτοια ποιότητα. Ένας μισάνθρωπος θα έλεγε ότι κάποιοι ή και όλοι οι άνθρωποι είναι έμφυτα κακοί, σκληροί και αναίσθητοι, ή ακόμα κι ότι πολλοί άνθρωποι λατρεύουν να σκοτώνουν, να βασανίζουν και να βλάπτουν. Θα λεγε ότι αυτή είναι η ανθρώπινη φύση. Αλλά είναι αυτές οι πράξεις προϊόν της “φύσης” μας; μας κυβερνούν τα “ένστικτα” και αφηρημένες ιδέες περί μιας ανθρώπινης φύσης; Η ανθρώπινη ιστορία δεν δίνει και πολλή βάση στην ιδέα ότι τα ανθρώπινα όντα είναι ντε και καλά κακά και καταστροφικά. Αυτό το χάλι της επιβεβλημένης μιζέριας και κυριαρχίας είναι ένα προϊόν της ανθρώπινης κοινωνίας, όχι μιας ανθρώπινης φύσης που οφείλει να αναπαράγεται ή να ηθικολογείται.
Οι διάφοροι θεσμοί που συνθέτουν την κοινωνία ορίζουν και τις δράσεις μας εντός της. Δεν είμαστε απλά άτομα που κάνουμε ό,τι θέλουμε. Έχουμε ελάχιστες επιλογές στο πώς θα επιβιώσουμε, όλες απ’ τις οποίες περιλαμβάνουν το να αγοράζουμε τα προϊόντα της εκμετάλλευσης και να υποφέρουμε την εκμετάλλευση εμείς οι ίδιοι για να τα παράγουμε. Εκπαιδευόμαστε διαρκώς στο να δεχόμαστε αυτήν τη ζωή, όπως ακριβώς οι κρατούμενοι μαθαίνουν ν’ αποδέχονται τη φυλακή τους. Ο μισανθρωπισμός ούτε εξηγεί ούτε διαφωτίζει τις ιεραρχικές κι εκμεταλλευτικές κοινωνικές σχέσεις. Είναι απλά μια τεμπέλικη δικαιολογία της ιδεολογίας για να μη σκεφτεί κριτικά τα προβλήματα που μας τίθενται.
Η επίθεση στο καπιταλιστικό σύστημα και τις συνέπειές του απαιτεί από μας να το αντιλαμβανόμαστε και να δρούμε εναντίον του ως μια ολότητα. Διαφορετικά, η αντιπολίτευση σ’ αυτό, θα πάρει την μορφή που παίρνει συνήθως, αναπτύσσοντας την ιδεολογία του ρεφορμισμού κι ενός ριζοσπαστισμού που στερείται κριτικής σκέψης για το πώς και πού πρέπει να επιτεθούμε. Η ιδεολογία σαλαγάει σαν πρόβατα τους ανθρώπους. Το ότι μας λένε, ή λέμε στον εαυτό μας, ότι είμαστε ελεύθεροι, δε σημαίνει κι ότι πραγματικά είμαστε. Θα πρέπει να είμαστε κριτικοί απέναντι σε κάθε θεωρία, σε κάθε ιδεολογία και πρακτική, εάν σκοπεύουμε να καθορίσουμε το πόσο χρήσιμες είναι στον μετασχηματισμό, ή ακόμα καλύτερα, στην καταστροφή αυτής της κοινωνίας της εκμετάλλευσης.
Just do it: Οι ακτιβιστές
Πιστεύω ακράδαντα ότι η προσοχή μας πρέπει να είναι στον τερματισμό της οδύνης και του θανάτου κατά τον ταχύτερο κι αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο. Αν όλοι μας κάνουμε ό,τι μπορούμε, ο 21ος αιώνας ΘΑ είναι αυτός που θα φέρει την απελευθέρωση των ζώων. – Ανώνυμος
Η υποτιθέμενη επαναστατική δράση των ακτιβιστών δεν είναι παρά μια βαρετή και στείρα ρουτίνα -μια συστηματική επανάληψη λιγοστών δράσεων χωρίς καμμιά δυνατότητα αλλαγής. -X. Andrew “Give Up Activism”
Οι ακτιβιστές παίζουν έναν ειδικό ρόλο στην κοινωνία μας. Είναι οι ειδικοί της κοινωνικής αλλαγής όπως περίπου οι καλλιτέχνες είναι οι ειδικοί της κουλτούρας. Αυτή η εξειδίκευση διαχωρίζει μια ομάδα ανθρώπων απ’ το υπόλοιπο της κοινωνίας. Αυτή η συνθήκη δεν είναι συμπτωματική, καθώς είναι στη φύση της εξειδίκευσης να είναι αποκλειστική. Ο ακτιβιστής διαχειρίζεται κι αναπαριστά τους κοινωνικούς αγώνες, περιορίζοντάς τους σε μονοθεματικά ζητήματα και στρατολογώντας μέλη για τον σκοπό τους. Κάτι τέτοιο είναι προβληματικό από μια επαναστατική προοπτική, που ασχολείται με τον μετασχηματισμό των τρεχουσών κοινωνικών σχέσεων κι όχι με την αναπαραγωγή τους.
Το κίνημα απελευθέρωσης ζώων αναπαράγει τον ρόλο του ακτιβιστή στέκοντας πάνω κι έξω απ’ τη σφαίρα των αγώνων που περιλαμβάνουν κι αφορούν τους εκμεταλλευομένους. Ο φιλοζωικός ακτιβισμός αφοσιώνεται σε συγκεκριμένους σκοπούς, κι αποκλείει αυτούς που δεν ταυτίζονται με τους δικούς του ηθικούς και life-style κώδικες. Αναλόγως, δοξάζει την αυτοθυσία, μια ιδέα που είναι απόλυτα διαβρωτική για κάθε είδους απελευθέρωση. Οι ακτιβιστές βλέπουν τη θυσία και την οδύνη ως κάποιου είδους ικανότητες, που οι περισσότεροι άνθρωποι στερούνται. Έτσι, ο ακτιβιστής πρέπει να αλλάξει την κοινωνία για τους άλλους, για το υποτιθέμενο συμφέρον των άλλων. Οι μάζες δεν μπορούν παρά να εκπαιδευτούν και να κατανοήσουν την ευγένεια και τη σημασία ενός τέτοιου υψηλού σκοπού ή υπόθεσης. Το κίνημα απελευθέρωσης ζώων είναι έτοιμο να κάνει κάθε άνθρωπο βήγκαν, άσχετα του πόσο θα βοηθήσει ουσιαστικά τον καθένα να πάρει ο ίδιος στα χέρια του τις αποφάσεις για τη ζωή του. Ένας εργάτης που προσπαθεί να στηρίξει την οικογένειά του, έχει συνήθως ελάχιστο ενδιαφέρον για μια χορτοφαγική δίαιτα, τη στιγμή που αυτή δεν μπορεί να κάνει κάτι για να αλλάξει το γεγονός ότι αυτός βρίσκεται με τη θηλιά της οικονομίας περασμένη σφιχτά γύρω απ’ τον λαιμό του. Μια βήγκαν δίαιτα δεν κάνει καμμιά οδύνη πιο εύπεπτη.
Αυτός δεν είναι κι ο μοναδικός λόγος για τον οποίον πολλοί άνθρωποι δεν παίρνουν την απελευθέρωση των ζώων στα σοβαρά. Η ίδια η υποκουλτούρα των ακτιβιστών των ζώων περιορίζει κάθε αλληλεπίδραση με τους μη-ακτιβιστές κι εμποδίζει μια ανοιχτόμυαλη κατανόηση των αγώνων των άλλων. Κάθε υποκουλτούρα, ακτιβιστική ή μη, δημιουργεί διαιρέσεις κι εμπόδια μεταξύ των εκμεταλλευομένων. Απαιτώντας απ’ τους άλλους να προσαρμοστούν σε κώδικες σκέψης, συμπεριφοράς, ακόμα και μόδας, ντυσίματος, καταλήγει να τους αποξενώνει από κάθε δυνατότητα χτισίματος δεσμών συνάφειας κι αλληλεγγύης με άλλους. Ποιός θέλει στην τελική να του τί να κάνει, τί να σκέφτεται και τί να φοράει; Μια ομάδα ακτιβιστών μπορεί να απομονωθεί απ’ αυτόν τον κόσμο όσο θέλει, αλλά είναι άσκοπο να περιμένει από κάθε άλλον να ακολουθήσει σ’ αυτήν την αυτο-απομόνωση.
Ορισμένοι ακτιβιστές μπορεί να βλέπουν αυτήν την απομόνωση σαν
μια ακόμα ανιδιοτελή θυσία για το γενικότερο καλό. Δεν είναι σπάνιο να θυσιάζεται κανείς για κάτι άλλο, για τα ζώα, για μια αφαίρεση, για τον έναν ή τον άλλο σκοπό. Δεν ενεργεί για τα δικά του συμφέροντα, αλλά για το συμφέρον κάποιου άλλου. Μπορεί να υποστεί ξυλοδαρμούς σε μια διαδήλωση ή να οδηγηθεί και στη φυλακή για την απελευθέρωση ζώων. Ο ακτιβιστής θα ισχυριστεί ότι αυτές είναι αναγκαίες θυσίες για δίκαιους σκοπούς, κι ότι η προσωπική οδύνη του, θα οδηγήσει σε λιγότερη οδύνη για άλλα όντα. Πρόκειται για το γνωστό μυθικό θέμα του οσιομάρτυρα αναπαριστάμενο στη δράση. Η οδύνη δεν μετριάζεται με την πρόκληση περισσότερης οδύνης, στον εαυτό μας. Η σύγχρονη ζωή ήδη δικαιωνίζεται μέσω της θυσίας -στη δουλειά, στο σχολείο, παντού στον καπιταλισμό. Αυτό δε σημαίνει ότι θα πρεπε να παραμένουμε παθητικοί απέναντι σε κάτι που μας αρρωσταίνει, για να αποφύγουμε τυχόν κινδύνους. Αντίθετα, θα πρέπει να αναλάβουμε δράση, ακριβώς επειδή το θέλουμε κι όχι επειδή το οφείλουμε. Το ρίσκο που παίρνουμε λοιπόν, είναι αυτό του να ζήσουμε τη ζωή μας, κι όχι να τη θυσιάσουμε για μιαν ιδέα. Στην τελική, ο χριστός έχει ήδη πεθάνει για τις αμαρτίες μας, αρκεί. Δε χρειάζεται να κάνουμε κι εμείς το ίδιο.
Όσον αφορά την τρέχουσα πρακτική, οι ακτιβιστές της απελευθέρωσης ζώων επιδιώκουν την επιτυχία ορισμένων μεταρρυθμιστικών εκστρατειών, παρά μια γενικευμένη πρόκληση στο σύστημα ως όλον. Είναι ικανοί ακόμα και να γιορτάζουν τις αυτοανακηρυσσόμενες νίκες τους. Μια φάρμα γουναρικών κλείνει. Ένα εργαστήρι πειραμάτων χρεωκοπεί. Αργότερα βέβαια, η φάρμα γουναρικών επανέρχεται σ’ ένα άλλο μέρος, με άλλον ιδιοκτήτη, μόλις η βιομηχανία γούνας “ανέβει” λίγο. Η παραγωγή ξεκινά και πάλι, ακριβώς όπως πάντα. Κι η βιομηχανία καλλυντικών συνεχίζει να χρειάζεται τις δοκιμές χημικών στα μάτια κουνελιών ή τα φάρμακα στις φλέβες ποντικιών ώστε να αποφύγει ενδεχόμενες μυνήσεις από δυσαρεστημένους πελάτες. Έτσι, κάποιο άλλο εργαστήριο θ’ ανοίξει στο εξωτερικό, ή κάποιο απ’ τα υπάρχοντα θ’ αυξήσει τον κύκλο εργασιών του, τελικά καταλήγοντας σε περισσότερα ζώα να υποφέρουν και να σκοτώνονται. Ο “δρόμος προς την νίκη” που γιορτάζουν πολλοί ριζοσπάστες ακτιβιστές των ζώων είναι μια σειρά ασήμαντων παραχωρήσεων του συστήματος [55]. Ο καπιταλισμός είναι πια αρκετά ευέλικτος ώστε να δέχεται την μια ή την άλλη μεταρρύθμιση όσο η συνολική λειτουργία του παραμένει ανεμπόδιστη. Και όσο η συνολική του λειτουργία παραμένει ανεμπόδιστη, τα ζώα θα εξακολουθούν να μετατρέπονται σε εμπορεύματα, και να τα εκμεταλλεύονται μέχρι τέλους. Ας ρίξουμε όμως τώρα μια πιο προσεχτική ματιά στη δυναμική και τις πρακτικές του κινήματος αυτού.
Χαμένοι στην ομίχλη του πολέμου: μια ματιά στο κίνημα απελευθέρωσης ζώων
“Ριζοσπάστες” απελευθερωτές ζώων
Υπάρχουν πολλές ακτιβιστικές καμπάνιες που περηφανεύονται για το πόσο ριζοσπαστικές κι από τα κάτω είναι. Ένας τέτοιος ριζοσπαστισμός από μόνος του, δεν είναι παρά ένας αντιθετικός όρος για να συγκριθεί μια μέθοδος με μια άλλη. Είναι αμφιλεγόμενο και σίγουρα δε λέει κάτι παραπάνω το να ‘σαι “ριζοσπάστης” όσον αφορά την προοπτική, παρά του ότι είσαι πιο ακραίος στην τακτική σου. Υπάρχουν πολλοί που τους σαγηνεύει η γοητεία του εξτρεμισμού, καθώς παρουσιάζεται σαν μια εναλλακτική στις ρεφορμιστικές τάσεις άλλων ομάδων. Αυτή η αναπαράσταση είναι ψεύτικη. Το κίνημα απελευθέρωσης ζώων ασπάζεται τον ρεφορμισμό εξ ολοκλήρου, παρότι παρουσιάζεται ως ριζοσπαστικό χάρη σε ορισμένες τακτικές που υιοθετεί. Η PETA και το SHAC επιθυμούν το ίδιο πράγμα. Απλώς χρησιμοποιούν διαφορετικές τακτικές και στρατηγικές προκειμένου να πετύχουν τον ίδιο στόχο. Όμως, οι “ριζοσπαστικές” τακτικές, δεν συνεπάγονται αναγκαστικά ριζοσπαστικούς στόχους. Ο κοινωνικός μετασχηματισμός δεν έρχεται απλά με το σπάσιμο ορισμένων βιτρινών ή με μερικές στοχευμένες διαδηλώσεις. Μια ριζοσπαστική κριτική του υπάρχοντος, απαιτεί και την αποδόμηση του “ριζοσπαστισμού”, και το να μην ταυτίζουμε τις τακτικές με τον στόχο.
Τα Κομμάντος των ζώων
Το μέτωπο απελευθέρωσης ζώων (ALF) έχει συγκεντρώσει πολλή υποστήριξη όλ’ αυτά τα χρόνια για τις τακτικές τύπου κομμάντο που επιστρατεύει σε απελευθερώσεις, σαμποτάζ κι εμπρησμούς. Οι πυρήνες του αποτελούνται από μικρές, αποκεντρωμένες ομάδες χορτοφάγων ή βήγκαν που διεξάγουν τις δράσεις τους κάτω από ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές. Για παράδειγμα, μια δράση μπορεί να διεκδικηθεί για λογαριασμό του ALF αν είτε απελευθερώνει ζώα είτε καταστρέφει την ιδιοκτησία επιχειρήσεων που εκμεταλλεύονται ζώα χωρίς να βλάπτεται καμμία ζωή κατά τη διεξαγωγή της. Ο βραχυπρόθεσμος στόχος τους, είναι να σώσουν μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ποσότητα ζώων, ενώ μακροπρόθεσμα, στοχεύουν να θέσουν ένα τέλος στην “οδύνη των ζώων”, οδηγώντας τις επιχειρήσεις που κερδοσκοπούν απ’ τα ζώα στη χρεωκοπία. Προφανώς, το ALF αντιπροσωπεύει την ίδια ιδεολογική και ποσοτική σκέψη με το υπόλοιπο κίνημα απελευθέρωσης ζώων.
Η γοητεία του ALF εν μέρει οφείλεται στις εικόνες δράσεων-κομμάντο παραβαίνοντας νόμους υπό την κάλυψη της νύχτας. Δημοφιλείς εικόνες τους ALF φέρουν έναν αγγελικό χαρακτήρα. Σωτήρες της αθωότητας απ’ το κακό, όπως ακριβώς τα βαρετά παραμύθια που μας ταϊζουν από μικρά. Απ’ την οπτική των απελευθερωτών ζώων, η άμεση δράση, αν κι έχει πρακτική σημασία για την απελευθέρωση ζώων, είναι απλά μια κίνηση τακτικής, και δεν παίρνει έναν ευρύτερο χαρακτήρα κι ένα ήθος, στο πώς αλληλεπιδρούμε με τον κόσμο, έξω από κάθε αντιπροσώπευση και διαμεσολάβηση. Μια τέτοια παράβαση των νόμων, ορθολογικεύεται με τον ίδιο τρόπο που ο Γκάντι δικαιολογούσε και νομιμοποιούσε την παράβαση ορισμένων νόμων. Μια τέτοια προοπτική ενσωματώνεται ηθικιστικά στην μη-βία και διεξάγεται αποκλειστικά με σκοπό την αμφισβήτηση νόμων που προστατεύουν μια όψη της κοινωνικής κυριαρχίας, ενώ αφήνουν κάθε άλλη ανέγγιχτη. Συνήθως, το ALF και οι συνήγοροί του, συγκρίνουν τη δράση του με το Underground Railroad, ένα δίκτυο ανθρώπων που βοηθούσαν σκλάβους να διαφύγουν απ’ τις νότιες πολιτείες, μέχρι η δουλεία να καταργηθεί επισήμως στις ΗΠΑ. Αυτή η σύγκριση εξυπηρετεί τον εαυτό της φυσικά, κι ενισχύει τη λατρεία των “ηρώων” με ψευδαισθήσεις μεγαλείου.
Το Justice Department (JD) και η Animal Rights Militia (ARM), απ’ την άλλη, παίζουν έναν ρόλο περισσότερο στρατιωτικού τύπου βίας. Ενώ αυτές οι ομάδες είναι πολύ λιγότερο παραγωγικές απ’ ότι το ALF, αξίζει να σκιαγραφήσουμε την ανάπτυξή τους μέσα στο κίνημα απελευθέρωσης ζώων. Το ARM είναι γνωστό για ξυλοδαρμούς κυνηγών στην Αγγλία, ενώ το JD για την ταχυδρόμηση λεπίδων σε επιχειρηματίες γουναρικών, και απειλές εναντίον ερευνητών σε εργαστήρια πειραμάτων σε ζώα. Αντί της φετιχοποίησης μη-βίαιων δράσεων, όπως το ALF, αυτές οι ομάδες φετιχοποιούν τις αντίθετες τακτικές μορφές: οτιδήποτε βίαιο. Αναπτύσσεται λοιπόν μια ιδεολογία τακτικής που παραμένει παγιδευμένη μέσα στη δική της μονόφθαλμη όραση. Αντιτιθέμενοι στην μη-βία, η οποία γίνεται αντιληπτή σαν μια αποτυχημένη μέθοδος που δεν “φέρνει το επιθυμητό αποτέλεσμα” αρκετά γρήγορα, ποσοτικοποιούν την ίδια την κοινωνική αλλαγή. Βλέπουν τους εαυτούς τους ως αυτούς που πάνε “ένα βήμα πιο πέρα”. Είναι η ίδια αιτιολόγηση που χρησιμοποίησαν ομάδες όπως ο Black Liberation Army και οι Weather Underground, ξεπέφτοντας σε θεαματικές δράσεις που όμως δεν έκαναν τίποτε για να εξαλείψουν την εκμετάλλευση, παρά φετιχοποιούσαν την πολιτική βία. Η προσέγγισή τους αποδεικνύει και τη σύγχυση και την αδυναμία μιας “ριζοσπαστικής” δράσης διαχωρισμένης απ’ την καθημερινή επαναστατική πρακτική. Αντί να αναζητούμε την ποιοτική αμφισβήτηση μιας κοινωνίας βασισμένης σε ρόλους και ειδικούς, αυτές οι ομάδες ενισχύουν την εργαλειοποίηση των ατόμων που αφοσιώνονται τελικά στην μιά ή την άλλη ιδεολογία, κι όχι σε μια αυθεντική αλλαγή της ζωής που να ξεκινά απ’ τους ίδιους τους εμπλεκομένους σ’ αυτήν.
Άγγελοι του Ελέους: το πάθος για τους ήρωες, μάρτυρες και στρατιώτες
Σ’ αυτούς που έχουν χάσει τις ζωές τους πολεμώντας την κακοποίηση των ζώων και σ’ αυτούς που αφαίρεσαν την ίδια τους τη ζωή όταν η φρίκη έγινε αβάσταχτη, σ’ αυτούς που θυσίασαν την ελευθερία τους… Σας ευχαριστούμε. -Robin Webb, απ’ το βρετανικό γραφείο τύπου του ALF
Αρκετοί απελευθερωτές ζώων αγαπούν το μαρτύριο του ALF. Προσωποποιούνται ως ολότελα ανιδιοτελείς και γενναίοι, θύματα μόνο του ότι νοιάζονται τόσο πολύ και υποφέρουν απ’ τη συμπόνιά τους, σαν την μητέρα τερέζα ή τον χριστό. Ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτού, μπορεί να βρεθεί στο βιβλίο της Ingrid Newkirk “Free the Animals”, το οποίο διηγείται την ιστορία μιας ομάδας ανθρώπων που παραβαίνουν τους νόμους και ριψοκινδυνεύουν να βρεθούν στη φυλακή, προκειμένου να σώζουν ζώα από εργαστήρια πειραμάτων. Το βιβλίο αυτό έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές μεταξύ ακτιβιστών των ζώων ήδη από τα 80es. Η γοητεία του έγκειται στο ότι απεικονίζει ανθρώπους που είναι λίγο-πολύ καλύτεροι από μας τους άλλους, πιο ευγενείς, πιο γενναίοι, πιο ευαίσθητοι. Όπως ένας χαρακτήρας ενός απλοϊκού παραμυθιού, έτσι κι οι αγωνιστές του ALF ρισκάρουν τα πάντα προκειμένου να σώσουν τα ζώα απ’ το κακό. Το κίνημα απελευθέρωσης ζώων πλάθει τα είδωλα των ηρώων του, με τον ίδιο τρόπο που το κάνουν και τα μήντια, ενισχύοντας στο εσωτερικό του κοινωνικές σχέσεις ηγέτη και χειροκροτητή.
Φυσικά πολλοί αποφεύγουν μια παράνομη άμεση δράση, εξ αιτίας των συνεπειών της παρανομίας. Ο κίνδυνος των προσωπικών επιπτώσεων έτσι ενισχύει ακόμα περισσότερο τον μύθο της θυσίας του αγωνιστή. Το να παραβαίνεις τους νόμους γίνεται μια δουλειά για υπερανθρώπους, κι όχι για τον καθένα μας. Τα μέλη του ALF φαίνεται να έχουν γεννηθεί με ειδικές ικανότητες, και μια περιφρόνηση του φόβου που λείπει απ’ τους υπόλοιπους. Στήνονται στα ψηλά τους βάθρα, σα λατρευτικά είδωλα. Είναι οι ήρωες του κινήματος απελευθέρωσης ζώων. Από κάτω τους, άνθρωποι που μόνο να χειροκροτούν είναι ικανοί, όπως ένας θεατής χειροκροτεί ένα έργο τέχνης, κάτι που μόνο χαρισματικοί και σπάνιοι άνθρωποι μπορούν υποτίθεται να παράγουν.
Η κοινωνική αλλαγή όμως δεν έχει ανάγκη ούτε μάρτυρες, ούτε ήρωες, ούτε στρατιώτες. Η επαναστατική δράση πρέπει να περιλαμβάνει τη συνειδητή προσπάθεια ανατροπής των ρόλων που προσδιορίζουν ακριβώς τον αποκλεισμό και την αδυναμία της θέσης μας. Όσο νωρίτερα τελειώνουμε με τους οσιομάρτυρες και τους χειροκροτητές τους, τόσο πιο γρήγορα θα μπορούμε να πολεμήσουμε για την ελευθερία μας. Η επανάσταση ξεκινά με τον καθέναν από μας. Εμείς είμαστε που θα κρίνουμε την μοίρα της και τη δική μας. Εμείς είμαστε που θα αποφασίσουμε για το μέλλον μας, είμαστε αναγκασμένοι να το κάνουμε, ώστε να μην το κάνει κανείς άλλος για μας.
Η ελευθερία δεν νομοθετείται
Πρέπει να ‘ναι κανείς τρελλός για να περιμένει να τον προστατεύσει το Κράτος… Εγώ δεν είμαι πάντως. –Andrea Dorea, “N’Drea”
Το κίνημα απελευθέρωσης ζώων θεωρεί ότι τα ζώα θα έπρεπε να χαίρουν νομικών δικαιωμάτων και θεσμικής προστασίας. Επικροτούν την κατάργηση των κοκκορομαχιών, έναν πραγματικά ασήμαντο θεσμό στην μεγάλη κλίμακα της κακοποίησης των ζώων, ακριβώς γιατί το βλέπουν σαν κάτι που βοηθάει τα ζώα και μπορούν να το προσθέσουν στον κατάλογο με τις υποτιθέμενες νίκες τους. Ωστόσο, κριτικάρουν τους νόμους που προστατεύουν τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν ζώα. Αποδέχονται τη λογική του κράτους καταρχήν, όσον αφορά την ύπαρξη νόμων, αγνοώντας τη λειτουργία του νομικού συστήματος στη ρύθμιση των κοινωνικών σχέσεων, στην κανονικοποίηση, την παραγωγικότητα και τον έλεγχό τους. Οι νόμοι επικυρώνουν τον κοινωνικό έλεγχο, εγκληματοποιώντας την ακυβερνησία και προστατεύοντας την εξουσία. Οι νόμοι και οι υποστηρικτές τους έχουν σκοπό να μας αποτρέψουν απ’ το να διαλύσουμε τη βιομηχανική φάρμα με τα ίδια μας τα χέρια.
Το κράτος προστατεύει τις επιχειρήσεις που σχετίζονται με ζώα, όπως και τις άλλες καπιταλιστικές εταιρίες, είναι η σπονδυλική στήλη και η ωμή βία του καπιταλιστικού συστήματος. Η νομοθεσία ποινικοποιεί οτιδήποτε αντιτίθεται στην ομαλή λειτουργία του καπιταλισμού, διατηρώντας τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις. Η έννοια της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και η κατοχή της είναι ιερά. Κάθε έκκληση για επιπλέον νόμους, απλώς δυναμώνει την εξουσία του νομικού συστήματος και την μυθολογία του, της αντικειμενικότητας και της δικαιοσύνης. Η πίστη στον νόμο, είναι υποταγή στην καπιταλιστική εκμετάλλευση, όπως αυτή επιβάλλεται από μπάτσους, γραφειοκράτες, δικαστές και νομοθέτες. Προφανώς και δεν έχουν κάποιο ενδιαφέρον στην αλλαγή ενός κοινωνικού συστήματος απ’ το οποίο ζουν. Το να περάσουν έναν νόμο ενάντια στην κακοποίηση ζώων εδώ, ή ενάντια στα τσίρκα κάπου αλλού, έχει ελάχιστο αντίκτυπο ώστε να διαφημίζεται ως νίκη. Τα εργοστάσια συνεχίζουν την παραγωγή, κι ολοένα και περισσότερα ζώα περνούν απ’ τους μύλους τους. Η αθλιότητα συνεχίζεται και το ενισχυμένο προφίλ του κρατικού νομικού συστήματος είναι εδώ για να τη διασφαλίζει.
Αν θέλουμε να βγάλουμε τα ζώα απ’ το υποβιβαστικό παραγωγικό σύστημα, πρέπει να αρνηθούμε κάθε υποτιθέμενη λύση που προέρχεται απ’ τους εκλογικούς και νομικούς μηχανισμούς του κράτους. Τα μόνα προβλήματα που είναι σε θέση να λύνει η νομοθεσία, είναι αυτά των ισχυρών. Δεν έχει νόημα να αντιστεκόμαστε στο κοινωνικό αυτό σύστημα, χωρίς να αντιστεκόμαστε στους νόμους του. Το ALF τουλάχιστον καταλαβαίνει μέχρι εκεί. Είναι χίλιες φορές καλύτερο να καταστρέψουμε ολόκληρο το σχήμα της αλλοτριωμένης πολιτικής εξουσίας, παρά να ζητάμε απ’ αυτό περισσότερα ψίχουλα και κενές παραχωρήσεις. Αν αντιστεκόμαστε στον καπιταλισμό γι αυτά που κάνει στα ζώα, θα πρέπει τουλάχιστον αντίστοιχα να αντιστεκόμαστε και στο κράτος που διασφαλίζει ότι αυτό το σύστημα θα συνεχίσει να υποδουλώνει τον κόσμο στη λογική του.
Άμεση δράση, όχι ιδεολογία
Η απελευθέρωση ζώων αποκτά την μέγιστη δυναμική της ως άμεση δράση, παρά ως ιδεολογία. Οι απελευθερώσεις ζώων διαρρηγνύουν τη συνθήκη τους, ως ιδιόκτητα αντικείμενα. Το σαμποτάζ και η καταστροφές βιομηχανιών με ζώα, δείχνουν μια στόχευση ενάντια στην εμπορευματοποίηση των ζώων. Ωστόσο, όταν αυτές οι δράσεις γίνονται με απόλυτο διακηρυγμένο στόχο την απελευθέρωση ζώων, τότε παραμένουν περιορισμένες σε μια προοπτική απλά φιλοζωική. Για παράδειγμα, πολλές αναλήψεις ευθύνεις για επιθέσεις σε εργαστήρια πειραμάτων σε ζώα, επικεντρώνουν αποκλειστικά στην κακοποίηση των ζώων, συνήθως με ηθικιστικούς ή ιδεολογικούς όρους, αγνοώντας κάθε άλλη εκμεταλλευτική και αποτρόπαια όψη των πανεπιστημιακών ή φαρμακευτικών εργαστηρίων. Αντί να ρίχνουν τα σύνορα προς μια αντίληψη της κοινωνικής κυριαρχίας, τέτοιες δράσεις θέτουν οι ίδιες τα όριά τους, και προωθούν μια περιορισμένη οπτική που δεν υπολογίζει καν τις υποβόσκουσες αιτίες για τις οποίες τα ζώα βρίσκονται εκεί ως εμπορεύματα. Αναλόγως, οι δυνατότητες αυτών των δράσεων περιορίζονται απ’ τον εγκλεισμό τους σε ένα μονοθεματικό ζήτημα, αντί να γίνονται δράσεις αλληλέγγυες, συνδεδεμένες με άλλους κοινωνικούς αγώνες. Υπάρχουν βέβαια, ορισμένες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις ανθρώπων που απελευθερώνουν ζώα και σαμποτάρουν επιχειρήσεις εκμετάλλευσης ζώων, χωρίς να αναλαμβάνουν την ευθύνη της δράσης τους στα πλαίσια της απελευθέρωσης ζώων [58]. Αυτές δεν πρέπει να περάσουν απαρατήρητες, καθώς είναι θετικές μιας και δεν φορούν στον εαυτό τους την ταμπέλα του πολέμιου μιας και μόνον όψης της κυριαρχίας, αλλά προσπαθούν να επιτεθούν πολύπλευρα. Αν πραγματικά βλέπουμε την εκμετάλλευση και την κυριαρχία παντού, τότε δεν υπάρχει λόγος να περιοριστούμε. Πρέπει να επιτεθούμε παντού όπου βρίσκονται.
Ενάντια στον ακτιβισμό, προς μια ενεργητική ανταρσία
Αυτό που είμαστε, κι αυτό που θέλουμε, ξεκινά μ’ ένα “όχι”. Απ’ αυτό γεννιέται ο μόνος λόγος για να σηκωνόμαστε το πρωί. Απ’ αυτό γεννιέται ο μόνος λόγος για να βγαίνουμε οπλισμένοι στην επίιθεση εναντίον ενός συστήματος που μας πνίγει. -Ανώνυμο “At Daggers Drawn”
Αυτή η κοινωνία-φυλακή, πρέπει να καταστραφεί, αν θέλουμε να μιλάμε για ελευθερία. Η βιομηχανική φάρμα δεν είναι παρά ένα σημείο όπου εντοπίζεται η αθλιότητά της. Το σύστημα της εκμετάλλευσης κερδοσκοπεί εξίσου απ’ τον ανθρώπινο και τον ζωικό ιδρώτα και πόνο. Είναι ένας εχθρός κοινός. Δε θ’ αλλάξει κάτι με το να ζητάμε απ’ τους κυριάρχους να κάνουν την αθλιότητα πιο βιώσιμοι, ή να μας εκμεταλλεύονται με καλύτερους όρους, σε μεγαλύτερα κλουβιά. Οι ζωές μας και οι σχέσεις μας σ’ αυτόν τον κόσμο πρέπει να διεκδικηθούν με τους δικούς μας όρους. Για να το κάνουμε αυτό, έχουμε μπροστά μας ένα πολύ δυσκολότερο καθήκον. Προς το παρόν, ας μην γεμίζουμε ψευδαισθήσεις, ηθικούς κώδικες και τυφλωτικές ιδεολογίες. Ας δυναμώσουμε τις κοφτερές ιδέες και την αυτοκαθορισμένη δράση.
Ορισμένοι θα πουν ότι “κάτι πρέπει να γίνει”. Ο κόσμος γίνεται ολοένα και χειρότερος και πρέπει να δράσουμε. Θα μας πουν ότι πρέπει να κάνουμε πράγματα που θα μας κάνουν να νιώσουμε ότι όντως αλλάζουμε κάτι. Οπότε γιατί να μην ασχοληθούμε με την απελευθέρωση ζώων; Αν οι δράσεις μας είναι μια πρακτική έκφραση των επιθυμιών μας, τότε δεν υπάρχουν και πολλά να περιμένουμε απ’ το μέτρημα προσηλυτισμένων βήγκαν κι απελευθερωμένων πουλερικών. Η επανάσταση είναι πρώτα και πάντοτε η αλλαγή της δικής μας παρέμβασης με τον κόσμο, ο ποιοτικός κοινωνικός μετασχηματισμός, κι όχι η ποσότητα των ακτιβιστικών επιτυχιών. Πρέπει να φτύσουμε τις εκκλήσεις σ’ αυτούς που βρίσκονται στην εξουσία και να δράσουμε άμεσα γι’ αυτό που θέλουμε. Η επανάσταση οφείλει να είναι μια καθημερινή πρακτική, αν περιμένουμε να έχουμε κάποια πραγματική δυναμική.
Κάτι πρέπει να γίνει. Χρειαζόμαστε τη φωτιά όσο χρειαζόμαστε και τις ιδέες. Για να φέρουμε έστω και την παραμικρή αυθεντική επαναστατική κοινωνική αλλαγή, οι κοινωνικές σχέσεις πρέπει να παν παραπέρα απ’ τη συμμόρφωση σε ιδεολογίες και στην αποσπασματική κριτική τους, πέρα απ’ την ιεραρχική κλειστή λείψη αποφάσεων, πέρα από ευσεβή κηρύγματα. Θέλουμε κάτι ριζικά διαφορετικό, έναν κόσμο όπου θα είμαστε ελεύθεροι να διαλέξουμε το πώς θα ζήσουμε. Κάτι τέτοιο είναι εφικτό μόνο εάν δρουμε έξω απ’ τον κοινωνικό ρόλο του ακτιβιστή ή του καταναλωτή, έξω απ’ τα πολιτικά κόμματα και τα κούφια λόγια τους, ή τις μη-κερδοσκοπικές οργανώσεις και τις μονοθεματικές καμπάνιες τους. Πρέπει να απελευθερώσουμε τους εαυτούς μας, κι όχι να υποδουλωθούμε στον έναν ή τον άλλον σκοπό, με θρησκευτική ευλάβεια και ιδεολογική τύφλωση.
Αυτή η κριτική στο κίνημα απελευθέρωσης ζώων θα πρέπει να εφαρμόζεται σε κάθε ψευδή κριτική και σκοπό, και υπάρχουν πολλοί τέτοιοι. Δε ψάχνουμε να προσηλυτίσουμε κόσμο στην προοπτική μας. Δε ζητάμε από κανέναν να αγνοήσει το ζήτημα της εκμετάλλευσης των ζώων ή απλά να αρχίσει να τρώει κρέας, κι όλα εντάξει, αλλά μάλλον να αφιερώσουμε περισσότερη κριτική σκέψη και αναλυτική συζήτηση στις καθημερινές μας δράσεις, καθώς και στις θεωρίες και τις πρακτικές του κοινωνικού κινήματος.
Προκειμένου να απελευθερωθούμε απ’ το φτυάρισμα σκατών και την κατανάλωση σκατών, χρειάζεται να γίνουμε ενεργοί συμμέτοχοι σε μια ανταρσία ενάντια σε κάθε ιδεολογία, ηθική, στον καπιταλισμό και το κρατικό οχυρό του. Με λίγα λόγια, να καταστρέψουμε οτιδήποτε απλώνει την κυριαρχία του πάνω μας, καθώς ο κόσμος γίνεται ολοένα και πιο ανοιχτά μια απέραντη φυλακή. Η αθλιότητα της βιομηχανίας γούνας και των εργαστηρίων πειραμάτων είναι παντού. Παντού λοιπόν πρέπει να είναι και η στόχευσή μας. Στην καταστροφή των σχέσεων που αναπαράγουν κι επιτρέπουν την ύπαρξη αυτής της κοινωνίας, ξεκινώντας από μια ανυπακοή και μια άρνηση που δε θα ναι ούτε “πολιτική” ούτε “τυφλή”.
Όπως είπε και μια νεκρή αντάρτισσα: να καταστρέψουμε ό,τι μας καταστρέφει. Αυτός ο κόσμος θα καταρρεύσει στο ξετύλιγμα των επιθυμιών μας. Για μας, μια καταστροφική ανταρσία ενάντια σ’ αυτήν την σκατένια κοινωνία είναι το μόνο πράγμα που διατηρεί μια ελπίδα απελευθέρωσης. Δε ζητάμε μεγαλύτερα κλουβιά. Θέλουμε να τελειώνουμε μ’ αυτά εξ ολοκλήρου.
Δεν είναι τα ζώα που εξαρτώνται από μας για να τα απελευθερώσουμε σ’ αυτόν τον κόσμο. Είμαστε εμείς που πρέπει να απελευθερωθούμε απ’ αυτόν τον κόσμο, ώστε να νιώσουμε τον άνεμο της ελευθερίας στο πρόσωπό μας.
* * *
Σημειώσεις:
[42]^ Για το ALF, βλ.: http://www.animalliberationfront.com. Για το ριζοσπαστικό κομμάτι της απελευθέρωσης ζώων: http://www.nocolnpromise.org.Ενημέρωση για παράνομες ενέργειες άμεσης δράσης: www.directaction.info. Αναλόγως το ίντερνετ είναι γεμάτο πληροφορίες για το ζήτημα, περισσότερες απ’ όσες θα ενδιαφερόταν να διαβάσει κανείς για οτιδήποτε.
[43]^ Φράση του Albert Einstein. Ομάδες όπως η Vegan Outreach κι η PETA χρησιμοποιούν αποφθέγματα διαφόρων διασήμων για να δείξουν οτι όχι μόνο θα πρεπε να πιστέψουμε οτιδήποτε λεν αυτές οι προσωπικότητες, αλλά κι ότι ακόμα κι αυτοί πίστευαν στα δικαιώματα των ζώων, και το ίδιο θα πρεπε να κάνουμε κι εμείς.
[44]^ Η παγκόσμια κατανάλωση πετρελαίου είναι στα 2.73 δις γαλόνια ανά ημέρα. Κάθε μέρα 31.5 δις γαλόνια μεταφέρονται στη θάλασσα. Δεν προέρχονται όλες οι κηλίδες από βυτιοφόρα. Ορισμένες είναι από αποθήκες, αντλίες, σωλήνες και σκάφη που καθαρίζουν τα βυτιοφόρα. Χωρίς να υπολογίζουμε τα δεκάδες εκ. γαλόνια πετρελαίου που παράγει η κατανάλωση, ως συνέπεια του βιομηχανικού καπιταλισμού που δεν συνυπολογίζει κανένα περιβαλλοντικό κόστος, σ’ αυτό των προϊόντων του. Πηγή: “Analysis of Oil Spill Trends in the United States and Worldwide” (http://www.environmental-research.com/publications/pdf/spill_statistics/paper4.pdf)
[45]^ Το 1989, το Exxon Valdez χτύπησε στο Prince William Sound, της Αλάσκας, χύνοντας κάπου 10.8 εκ. γαλόνια πετρελαίου. Επρόκειτο απλά για την 34η μεγαλύτερη πετρελαιοκηλίδα παγκοσμίως, αν και ήταν η μεγαλύτερη σε χωρικά ύδατα των ΗΠΑ. Ως αποτέλεσμα είχε τεράστιες περιβαλλοντικές ζημιές, πχ 35,000 θαλασσοπούλια, 2,800 βίδρες, 300 γλάρους, 250 φαλακρούς αετούς, 22 όρκες, και δισεκατομμύρια σολωμών και αυγών νεκρών, καθώς και ζημιές στην αλιεία.
[46]^ Το σύστημα διανομής βιομηχανικών προϊόντων είναι οργανωμένο έτσι, καθώς όσο μεγαλύτερη αγορά έχει ένα προϊόν, τόσο μεγαλύτερο κέρδος μπορεί να προσκομίσει. Η καπιταλιστική κερδοφορία είναι συνδεδεμένη με την επέκταση των καταναλωτικών αγορών.
[47]^ Επιτομή του σχετικισμού, της θεωρίας όπου οι έννοιες της αλήθειας και των ηθικών αξιών δεν είναι απόλυτες, αλλά επαφίονται στα άτομα ή τις ομάδες που τις στηρίζουν. Κάτι που για μια κουλτούρα είναι σωστό, για μια άλλη είναι λάθος. Μπορεί να παρατηρηθεί σε πολλούς πολιτισμούς στον κόσμο κάτι τέτοιο. Ορισμένοι ήταν και παραμένουν χορτοφαγικοί, άλλοι, όπως οι Ινουίτ (εσκιμώοι ινδιάνοι), καταναλώνουν αποκλειστικά κρέας. Οι διατροφικές συνήθειες των περισσοτέρων, έχουν αναπτυχθεί σύμφωνα με τις περιβαλλοντικές συνθήκες και τα διαθέσιμα αποθέματα, κι εξελίχθηκαν σε πολιτιστικές παραδόσεις.
[48]^ Για περισσότερα δες το φυλλάδιο: Critical Thinking: http://anti-politics.net/distro/download/criticalthinking.doc
[49]^ Αυτό δεν ισχύει συνήθως για τους ίδιους τους μισανθρώπους, που συνήθως θεωρούν εαυτούς ως καλύτερους ή πιο ευαίσθητους απ’ οποιονδήποτε άλλον. Η λογική προέκταση του μισανθρωπισμού είναι η αποκρουστική υπεροψία.
[50]^ Απ’ το άρθρο “Progress of the Animal Rights Movement” στην ιστοσελίδα του ALF.
[51]^ Συχνά γίνεται λόγος στους κύκλους της απελευθέρωσης ζώων για “ξεπουλημένους” βηγκαν που τρώνε κάποιου είδους ζωικά προϊόντα. Αυτού του είδους οι συζητήσεις αντανακλούν την κοινοτυπία των περισσότερων συζητήσεων σήμερα, στις οποίες η αλλοτρίωσή μας μας οδηγεί στο να αποφεύγουμε να αντιμετωπίσουμε την αλλοτρίωση αυτή.
[52]^ Αυτό δε σημαίνει ότι οι άνθρωποι που μάχονται για τον κοινωνικό μετασχηματισμό δε θα κακοποιηθούν ή δε θα σκοτωθούν απ’ αυτούς που έχουν την εξουσία. Αντιθέτως, πρόκειται απλά για την μη-ανάδειξη μιας φετιχιστικής τιμωρίας ως έκφραση του κοινωνικού αγώνα. Τα μαρτύρια είναι τόσο γαμημένα βαρετά και μη-δημιουργικά άλλωστε. Όταν πεθαίνεις, απλά πεθαίνεις. Όλες οι δυνατότητες και τα όνειρα για τη ζωή σου χάνονται.
[53]^ Αξίζει να αναρωτηθούμε πόσοι άνθρωποι έχουν απορρίψει τον ακτιβισμό αφού ένιωσαν σαν ζώα για θυσία. Οι άνθρωποι που κάρφωσαν συγκατηγορουμένους τους μπορεί να ένιωσαν ότι μια μακροχρόνια φυλάκιση δεν ήταν ακριβώς μια θυσία που ήταν πρόθυμοι να αναλάβουν. Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι δεν είναι σκατορουφιάνοι που έστειλαν κάποιον άλλον στη φυλακή. Ωστόσο είναι χρήσιμο να προσπαθούμε να κατανοήσουμε το πώς και το γιατί, κάποιοι άνθρωποι παίρνουν τέτοιες αποφάσεις ώστε να μπορέσουμε να τις καταλάβουμε τις συνθήκες τους και να τις αποτρέψουμε στο μέλλον.
[54]^ Κάτι τέτοιο είναι σαφές όταν ρίχνουμε μια ματιά στην ετήσια κατανάλωση ζωικών προϊόντων στις ΗΠΑ και στο εξωτερικό. Μικροπαλινδρομήσεις στην αγορά γούνας, αν και μπορεί να επιρρεάζονται απ’ τον φιλοζωικό ακτιβισμό, δεν έχουν ακόμα καταλήξει σε μια σαφή πτώση της βιομηχανίας γούνας εξ ολοκλήρου. Αν κάτι μπορεί να πουληθεί, θα συνεχίσει να παράγεται και να βρίσκει τις αγορές του. Ακόμα κι αν η βιομηχανία παραγωγής του καταστρεφόταν, θα έβρισκε κάποιον τρόπο να ξαναστήσει στη θέση της μια άλλη άθλια επιχείρηση.
[55]^ Ο όρος “Road to Victory” προέρχεται απ’ το βρετανικό κίνημα απελευθέρωσης ζώων, όμως η έννοια που περιέχει ταυτίζεται κάλλιστα και με την αμερικανική προοπτική. Η ιδέα ότι μια “επιτυχημένη” καμπάνια είναι ένα συμπαγές βήμα προς μια σαφή νίκη, είναι δυστυχώς μια αυταπάτη που πιθανόν χρειάζεται προκειμένου να αποθαρρύνει την πλήρη απογοήτευση.
[56]^ Το Stop Huntington Animal Cruelty (SHAC) αποτελεί ένα τέλειο παράδειγμα. Χρησιμοποιούν διάφορα μέσα εκβιασμού και παρενόχλησης προς τον σκοπό της κατάρρευσης μιας και μόνο εταιρίας πειραμάτων σε ζώα. Η PETA εργάζεται για τον ίδιο σκοπό αλλά με τακτικές που δεν αποξενώνουν την νομοταγή βάση των μελών της. Δεν υπάρχει κάτι ριζοσπαστικό στο να κλείσουν τα εργαστήρια μιας εταιρίας, όταν κάποια άλλη θα πάρει τη θέση της στην αγορά, καλύπτοντας τη σχετική ζήτηση, και σκοτώνοντας τα ανάλογα ζώα, με τον ανάλογο τρόπο.
[57]^ Πηγή: ALF website.
[58]^ Το περιοδικό Biteback (www.directaction.info) κι άλλοι υποστηρικτές της φιλοζωικής άμεσης δράσης, αναφέρουν συχνά αυτές τις ενέργειες χωρίς να τις διαχωρίζουν απ’ τις ενέργειες του ALF. Είναι πολύ πιθανό να θεωρούν πως κάθε ενέργεια που περιλαμβάνει κάποιο ζήτημα σχετικό με τα ζώα, γίνεται προς το σκοπό της απελευθέρωσης ζώων. Εμείς πάντως, βλέπουμε την φιλοζωική άμεση δράση ως κάτι το θετικό, όταν δε συνοδεύεται απ’ όλη την παραφιλολογία της απελευθέρωσης ζώων.
[59]^ Κάποιος άλλος έγραψε αυτό το σημείο. Λυπάμαι που δεν μπορώ να αναφέρω το όνομά του, γιατί δεν το θυμάμαι. Ωστόσο, είναι ένα σημαντικό σημείο: η πρακτική είναι δυνατότερη όταν έχει τη συνείδηση του δυναμισμού κριτικών ιδεών. Αναλόγως, οι ιδέες είναι τόσο δυνατές όσο μακριά φτάνουν οι πρακτικές εφαρμογές τους. Διαφορετικά, η θεωρία γίνεται απλά μια κούφια διανοητική αναζήτηση.
Μίνα Καραμήτρου: 59 ετών. Σχετιζόμενη με επαγγελματικούς και συγγενικούς δεσμούς με ενεργή τρομοκρατική οργάνωση, με βάση τη γιάφκα επί της Λ. Αλεξάνδρας την οποία επισκέπτεται καθημερινά.
.
.
.
.
.
.
Παύλος Τσίμας: 57 ετών. Φέρεται ως ο παραλήπτης ύποπτων πακέτων, πιθανώς του “ταμείου” της οργάνωσης, καθώς θεωρείται ως “συνδετικος κρίκος” με τον κόσμο του κοινού ποινικού εγκλήματος, με εξέχοντα μέλη του οποίου που βρίσκονται φυγόδικοι στο εξωτερικό φέρεται να διατηρεί φιλικές σχέσεις.
.
.
.
.
.
.
Γιάννης Πρετεντέρης: 56 ετών. Θεωρούμενος ως ένας απ’ τους πιο γλιστερούς του χώρου, γνωστός για τη συμμετοχή του σε επεισόδια χούλιγκαν κατά το παρελθόν.
.
.
.
.
.
.
Όλγα Τρέμη: 68 χρονών. Θεωρείται ως αρχηγός της οργάνωσης. Καταγραφές σε οπτικοακουστικό υλικό τεκμηριώνουν την υποκίνησή της από ανώτερους σκοτεινούς κύκλους τους οποίους η δράση της οργάνωσης -που κρατάει καθηλωμένους στον φόβο εκατομμύρια πολίτες- φαίνεται σύμφωνα με εκτιμήσεις να εξυπηρετεί. Παρακαλούνται όσοι φιλήσυχοι περαστικοί, παρατηρητικοί γειτόνοι και λοιποί ανησυχούντες για τη ζωή, την περιουσία τους, και την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό, όπως προσκομίσουν περισσότερες πληροφορίες για τα φερόμενα ως μέλη και τυχόν συνεργούς, στα σχόλια παρακάτω ή μέσω e-mail.
Κάθε γεγονός που εμπίπτει στις ελάχιστες απαιτήσεις που προσδιορίζουν τί είναι ένα μπάχαλο για τη Βιβλιοθήκη των Ταραχών είναι επαρκώς ικανοποιητικό για να αποδείξει τουλάχιστον μια κατάσταση ανυπόφορη για το Κράτος, και συχνά τους υπόλοιπους διαμεσολαβητές της σκέψης που χρησιμεύουν στο να παραλύουν τις συζητήσεις των ανθρώπων, όπως η εμπορευματοποίηση ή ο διανοουμενισμός. Πρόκειται στις μέρες μας για τρεκκλίζοντες ελιγμούς σ’ ένα πεδίο πιο ευαίσθητο από ποτέ, διάστικτο με πολυάριθμα ταμπού που έχουν συσσωρευθεί στη διάρκεια των τελευταίων δυο αιώνων: τη συμπάθεια ή την αντιπάθεια για τα μπάχαλα.
Τα μπάχαλα έχουν, σχεδόν εξ’ ορισμού, όλον τον κόσμο εναντίον τους. Δεν φέρνουν παρά την καταστροφή, το ξεσάλωμα της οργής, την απώλεια του ελέγχου, της λογικής, της τακτοποιημένης σκέψης, όλων αυτών που κάνουν τον άνθρωπο να φοβάται μπρος στην απόλαυση. Προβάλουν φιγούρες που τα ξεπερνούν, άγριες, ανεξέλεγκτες κι αδάμαστες, μια απειλή για κάθε ιδιοκτησία και κάθε πολίτη. Τα μπάχαλα είναι μια αποκρουστική υπερχείλιση, όπως οι αφροί στο στόμα ενός λυσσασμένου. Τα μπάχαλα παραμένουν το απόλυτο κακό για την φαντασία των σημερινών πολιτών, των οποίων η επαφή, σχεδόν αποκλειστικά, μαζί τους είναι μέσω της οθόνης της τηλεόρασης, όπως ακριβώς στην εποχή του αστικού φιλελευθερισμού, για την οποία έγραφε ο Ντίκενς στο Barnaby Rudge [ιστορικό μυθιστόρημα του Charles Dickens, με θέμα τις θρησκευτικές ταραχίες στην Αγγλία του 1780], χωρίς να έχει έρθει ο ίδιος ποτέ σε επαφή με τις αποκαλυπτικές εικόνες που περιγράφει.
Αυτός ο σπλαχνικός φόβος αντιλαμβάνεται τον ταραχοποιό με μια προσέγγιση που του αποδίδει αυτό που τον καθιστά τέτοιο, αντίστροφα βέβαια με την εποχή του Ντίκενς: τα μπάχαλα είναι δικαιολογημένα, στα προσδιορισμένα πλαίσια μιας επαναστατικής πράξης. Πρόκειται για το κίνημα που εισήλθε θριαμβευτικά στον παραλογισμό της μπουρζουαζίας, των εξηγήσεων και των επιστημονικών κατασκευών. Τα μπάχαλα της 12ης Μάη 1839 στο Παρίσι [στμ: αποτυχημένη εξέγερση οργανωμένη μυστικά απ’ τη “Συνομωσία των Ίσων”, δεν κατάφερε να διαδοθεί πέρα από μερικούς δρόμους του Παρισιού και πνίγηκε στην καταστολή], με επικεφαλής τον Μπλανκί, και όπως τα διηγείται 100 χρόνια αργότερα ο Dommanget, εξακολουθεί να σκιαγραφεί τα σημερινά πεδία των οδομαχιών. Αν τα όποια μπάχαλα αποτυγχάνουν, θα ευθύνονται κατά τρόπο χονδροειδή αυτοί που βρέθηκαν σ’ αυτά, ξεγελασμένοι απ’ τον αυθορμητισμό τους, που δεν εμπιστεύθηκαν τους προσεκτικούς σχεδιασμούς ενός επαναστατικού κόμματος.
Αυτοί που έχουν συμφέρον στην καταπολέμηση της κάθε εξέγερσης οδηγούν εξίσου τα μπάχαλα σ’ αυτό το πεδίο της λογικής. Σήμερα ακόμη, η πρώτη σκέψη που έρχεται στο κάθε μυαλό, είναι ότι τα μπάχαλα δεν μπορεί παρά να είναι υποκινούμενα, καθοδηγούμενα. Ωστόσο ο σταλινισμός δεν μπορεί πια να κατηγορηθεί για κάτι τέτοιο, το κόμμα που αυτοανακηρύσσεται κόμμα της επανάστασης, δυσανασχετώντας εμφανώς στην παραμικρή υποψία ότι θα πρέπει να την κάνει, θα είναι το πρώτο που θα διαψεύσει κάθε εις βάρος του κατηγορία, σαν να πρόκειται για πραγματικό ζήτημα τιμής. Το κόμμα υποψιάζεται πάντα ποιός κινεί τα νήματα όμως, ειδικά όταν οι ταραχές εκτυλίσσονται ανοιχτά εναντίον του, οπότε δεν μπορεί παρά να υποκινούνται από στοιχεία της αντίδρασης, από τον ιμπεριαλισμό, την αστική τάξη κλπ, οι οποίοι με τη σειρά τους διαψεύδουν κάθε τέτοια κατηγορία. Το 1990, η εποχή που όλοι αυτοί που δόλια κατηγορούσαν τον αυθορμητισμό των άλλων έσπευσαν στο στρατόπεδο των χθεσινών εχθρών τους, όπως οι Αλβανοί προς την Ιταλία, αυτά τα υπέροχα υποτιθέμενα χαρακτηριστικά των μπαχάλων, που αποτελούν στην πραγματικότητα την εκδήλωση της κατάρρευσής τους, οφείλει να περάσει ανεπιστρεπτί. Δεν πρόκειται για τίποτα τέτοιο. Οι σύγχρονες ταραχές γίνονται ακόμα αντιληπτές όπως οι ταραχές άλλων εποχών. Η παρακμή των διαμεσολαβητών που αναδεικνύονταν από τις ίδιες, έχει δώσει τη σκυτάλη σε μια στρατιά υποτιθέμενων, αυτόκλητων διαμεσολαβητών. Αρκεί, σύμφωνα με τις τρέχουσες φαντασιώσεις, να βρεθεί μια κομματική ή μη πρωτοπορία, μια χούφτα υποκινητές, μια εγκληματική συμμορία, μια μαφία, κάποιοι μυστικοί αστυνομικοί ή πράκτορες, μια θρησκευτική σέχτα, ένα εργατικό ή κι εργοδοτικό συνδικάτο σε κοντινή απόσταση απ’ το πεδίο της μάχης για να φωτιστούν τα πρόσωπα, να βρεθεί επιτέλους ο λόγος. Φυσικά, τα μπάχαλα της νεολαίας του 1990, η εμφανής έλλειψη οργάνωσής τους, ο στοιχειώδης εξοπλισμός τους, η χωρίς αύριο λύσσα τους δεν είναι και τα πιο ταιριαστά χαρακτηριστικά μιας προγραμματισμένης κατάστασης, αλλά και πάλι, αυτή η χαλαρότητά τους δεν είναι το ιδανικό έδαφος για τους χειρισμούς κάθε υποψήφιου υποκινητή; Ψάξτε το ποιος επωφελείται απ’ τις ταραχές, λένε αυτοί που αποφεύγουν να θέσουν το ίδιο ερώτημα όσον αφορά την τρομοκρατία, και θα βρείτε ποιός τους υποκινεί. Έτσι, σε σύγκριση με την εποχή όπου τα μπάχαλα ήταν η ιδιωτική ιδιοκτησία του προλεταριάτου, τώρα είναι πρώτα απ’ όλα τα κίνητρα, καθώς οι ποικιλίες ταραχών και ταραχοποιών έχουν απελευθερωθεί από κάθε στολή. Κι αυτή η απελευθέρωση έχει, με την ίδια κίνηση, επιτρέψει έναν πολλαπλασιασμό των ταραχών σε σχέση με την εποχή που κλείνονταν σε πιο συμπαγή πλαίσια.
Στη σύντομη παροντική ιστορική στιγμή, όπου αυτοί που έχουν σφαιτεριστεί τον λόγο αναδιοργανώνονται, δεν υπάρχει ακόμη πια κάτι που να τους επιτρέπει να οικειοποιούνται τα μπάχαλα. Θα έπρεπε ίσως να εξαιρέσουμε εδώ τις πολύ μειοψηφικές ριζοσπαστικές τάσεις του εκλειπόντος δυτικού επαναστατικού κινήματος, που αγωνίζονται για να ξαναβρούν την χαμένη θέση τους, ιδίως αφότου η ενηλικίωσή τους προσέθεσε ένα επιπλέον βάρος στην κάλυψη της απόστασης προς αυτήν. Αποδέχονται τα μπάχαλα ως αρχή, χωρίς να μπορούν να παρατηρήσουν την μεταμόρφωσή τους εδώ κι ένα τέταρτο του αιώνα. Από την εποχή του Watts, γι’ αυτούς τους ιδεολόγους, ένα μπάχαλο είναι κάτι καλό, ενώ ένα κακό μπάχαλο δεν είναι πραγματικό μπάχαλο, κι ένα καλό μπάχαλο είναι πάντα σαν τα μπάχαλα του Watts. Οι γάλλοι μετακαταστασιακοί για παράδειγμα, δεν είδαν στο θέαμα των ταραχών του Vaulx-en-Velin [στμ: προάστειο της Λυόν, όπου τον Οκτώβρη του 1990 ξέσπασαν πολυήμερες ταραχές μετά τον φόνο νεαρού από αστυνομικούς, οι ταραχές διαδόθηκαν αλυσιδωτά, αλλά διασπάστηκαν από την σύγκρουση ταυτοτήτων, γενιών, γειτονιών κλπ, που επέτρεψαν την ανάδυση των επαναφομοιωτών], ή άλλες παρόμοιες θεαματικές καταστάσεις όπως του Ουζμπεκιστάν [ταραχές ενάντια στη σουνίτικη τουρκική μειονότητα, του 1989, στη διάρκεια των οποίων έγιναν στόχος επιθέσεων πολλά κρατικά κτίρια], φαίνεται να ήταν πολύ εθνοτικές, ενώ στο Κασμίρ πολύ θρησκευτικές; Για άλλους ιδεολόγους, τα μπάχαλα είναι εξ’ ορισμού κάτι κακό. Και τότε όμως, η υποκρισία είναι εύκολο να ξεμασκαρευτεί: ποιός καλός δημοκρατικός δυτικός δε θα συμπαθήσει έστω εξ’ αποστάσεως, τους Αλβανούς ταραχοποιούς που τα βάζουν με το τελευταίο σταλινικό κράτος, ενώ την ίδια στιγμή κατεβάζει τα φρύδια μπρος στους μαροκινούς συνδικαλιστές, που γοητευμένοι απ’ τον ίδιο πλουραλισμό με τον δικό του, ξεσπούν σε μια άσχημη λεηλασία και σε οργισμένες οδομαχίες που τον κάνουν γρήγορα να ξεχάσει την απεργία του. Επομένως, τα μπάχαλα δεν είναι καλά ή κακά παρά μόνο σε σχέση με την υποστήριξη που θα λάβει η ιδεολογία της υπεράσπισής τους.
Κανείς δεν έχει ανοσία απέναντι στο δηλητήριο του ηθικισμού, είναι φανερό επίσης και στη Βιβλιοθήκη των Ταραχών, με τη διαφορά ότι είναι η μόνη που το αναγνωρίζει. Θα ήταν παράξενο η επίδραση της ιδεολογίας να ήταν μικρότερη στη σκέψη μας, απ’ ότι στη δραστηριότητα των ταραχοποιών. Αν θέλουμε να προσδιορίσουμε τα “καλά” μπάχαλα, τα σύμφωνα με τις επιθυμίες μας, θα τα περιγράφαμε όπως ο Ντίκενς τα “ανοσιουργήματα”, με τη διαφορά ότι το εννοούμε με τον ακριβώς αντίθετο τρόπο. Αν ήταν εφικτό, σ’ αυτόν τον κόσμο, μια λύσσα ειλικρινής και κοινή να μοιράζεται ταυτόχρονα από 400 άτομα, απ’ τα οποία κανένα να μην έχει μια ιεραρχική θέση, και τα οποία δε θα γνωρίζονταν καν πριν απ’ αυτήν τη συνάντηση, να τα οδηγούσε, δίχως τον παραμικρό δισταγμό, σε μια χαρούμενη λεηλασία των εμπορευμάτων στο πέρασμά τους και σε μια επίθεση (ει δυνατόν νικηφόρα) επί των δυνάμεων της τάξης, καταστρέφοντάς τες, αδελφοποιώντας την μεγάλη μάζα τους μ’ αυτό το αυθόρμητο πλήθος, που θα εξαπλωνόταν χωρίς όρια, μην αφήνοντας περιθώρια ύπαρξης σ’ αυτόν τον κόσμο. Στις πραγματικές διαδηλώσεις, εκεί όπου περιμένουμε το κουράγιο, συχνότερα συναντούμε τη ψευδή συνείδηση, άλλοτε ρατσιστική, άλλοτε θρησκευτική, άλλοτε οπαδική, άλλοτε μιας λεηλασίας όχι από οργή αλλά από υπολογισμό. Πιθανόν να δούμε έναν μαχητή των ταραχών, ως βερολινέζο “αυτόνομο”, ως αγωνιστή εργάτη, ως κορεάτη φοιτητή, ως έναν ηθικιστή αγωνιστή, που κατεβαίνει απ’ το αμάξι με τους συναδέλφους του, με άλλους οπαδούς, με μια νόμιμη πολιτική οργάνωση. Θα υπάρχουν σίγουρα κάποιοι σαραντάρηδες που δε θα ξεπεράσουν ποτέ την εφηβική απόλαυση της εξέγερσης ενάντια στο αυτονόητο, μερικοί έφηβοι που θα κάνουν οικονομία σ’ αυτήν για να τη γεύονται για πάντα, και ορισμένοι νομιμόφρονες πολίτες που θα βρεθούν εκεί κατά τύχη, από μια διαστρεμμένη περιέργεια, ή για να ξεγελάσουν την ανία τους, και που, καλυμμένοι απ’ τη σκιά μιας προς στιγμήν ατιμωρησίας, θα επωφεληθούν για μερικές πικρές στιγμές εκδίκησης. Ιδού με τί μοιάζει ένα καλό μπάχαλο, όπως το σκεφτόμαστε. Και θα μπορούσαμε εξίσου να παρουσιάσουμε ένα κακό τέτοιο, σαν μια ευχαρίστηση κοινή και ανοιχτή προς κάθε προοπτικής ελευθερίας. Επειδή τα μπάχαλα είναι η δεξαμενή για κάθε μορφή ατομικής αλλοτρίωσης, διασπαστικής, χωρίς ενότητα, σε ανταγωνισμό με κάθε τέτοια συλλογικής αλλοτρίωσης.
Στην πραγματικότητα, εάν η Βιβλιοθήκη των Ταραχών ανακαλύπτει έτσι μια αντίφαση μεταξύ των καλών και των κακών ταραχών, είναι για να βρει την μέθοδο σε σχέση με τα γεγονότα. Απ’ την μια πλευρά, προφανώς παίρνουμε μέρος, και μια ταραχή που κολακεύει την υποκειμενικότητά μας και επιβεβαιώνει τα συμπεράσματά μας είναι μια καλή τέτοια. Αλλά η ύπαρξη μιας Βιβλιοθήκης των Ταραχών διέπεται από μια άλλη ιδέα, της αναγνώρισης ότι δεν είμαστε εμείς που ανανεώνουμε την Ιστορία, ότι δεν είναι άλλο απ’ αυτήν την ανανέωση που περιμένουμε τη συνέχεια (και το τέλος) της ιστορίας, και ότι αυτή η νεότητα εκφράζεται αναγκαστικά μέσα απ’ τις ταραχές. Κι όπως κάθε τί νέο, δεν μπορεί προφανώς παρά να συγκρούεται με κάθε υπάρχουσα άποψη και κάθε βεβαιότητα. Να ανακαλύπτουμε την νεότητα αυτού του κόσμου σημαίνει να σχετικοποιούμε τις ταραχές που κολακεύουν τις ιδέες μας, και ν’ αναζητούμε το αρνητικό σ’ αυτές που τις αρνούνται: του Tirgu Murges στη Ρουμανία, όπου Ούγγροι και Ρουμάνοι εθνικιστές αλληλοσκοτώνονταν, προς μέγα όφελος και των δυο κρατών. Του Σινδ, όπου Μοτζαχίρ και Σινδίς ξέσπασαν σε αιματηρές μάχες για λόγους που φαίνεται να καταδικάζουν κι οι ίδιοι, του Κοσόβου, όπου χωρικοί, πιθανώς στρατολογημένοι, πήραν τα όπλα τους του 1945 για να τους παραχωρηθεί απ’ το κράτος μια μεταρρύθμιση προς όφελος της εθνικότητάς τους, χωρίς καν να τους περνάει απ’ το μυαλό μια επίθεση στα εμπορεύματα. Τα άσχημα μπάχαλα, εθνικιστικά, εθνοτικά, θρησκευτικά, αυξάνονται. Όταν τα μπάχαλα τα κάνουν φασίστοειδείς σκινχεντς, Τυνήσιοι ισλαμιστές, Ζουλού οπλισμένοι με δόρια κι ασπίδες, ή Ινδοί φοιτητές αγωνιζόμενοι για την υπεράσπιση του συστήματος των καστών, είμαστε απρόθυμοι να τους βάλουμε πλάι-πλάι με τους ταραχοποιούς των ταραχών της πείνας ή των βρετανικών προαστείων. Όμως ασφαλώς θα εμφανιστούν και ταραχολόγοι, και δεν είναι σίγουρο ότι αυτοί οι επίδοξοι επαναφομοιωτές θα είναι πολύ πιο έτοιμοι να ενσωματώσουν αυτές τις άσχημες ταραχές απ’ ότι τις καλές μας. Γιατί οι ιδέες, οι κατηγορίες, οι μέθοδοι έρευνας και οι επαγγελματίες επαναστάτες που έχουν περάσει μέχρι σήμερα είναι πια τελειωμένοι. Κι αυτό μας λέει ότι αυτός ο κόσμος είναι σήμερα σε πολύ μεγαλύτερο αναβρασμό απ’ ότι ήταν στις οργισμένες ταραχές του 1990.
Το κείμενο της Bibliothèque des Emeutes γράφτηκε το 1991. Μεταφράστηκε εδώ ως μικρή συνεισφορά στη συζήτηση με αφορμή τις τρέχουσες κινητοποιήσεις στη Γαλλία. Πηγή [teleologie] βλ. επίσης: Περί ταραχών.
Το πρόβλημα της διαχείρισης των σκουπιδιών δεν είναι πρωτόγνωρο για την Καμπάνια, την επαρχία της Νάπολης. Τα τελευταία χρόνια οι σωροί σκουπιδιών στα πεζοδρόμια, στοιβάζονταν για εβδομάδες, μέχρι -όχι σπάνια- την πυρπόλησή τους από αγανακτισμένους κατοίκους. Εκτός από την ενοχλητική μυρωδιά, σοβαρότερες ανησυχίες αφορούν τον υγειονομικό κίνδυνο, λόγω της συσσώρευσης κάθε είδους τοξικής ουσίας μαζί με τα καθημερινά οικιακά απόβλητα. Τα ποσοστά λευχαιμίας, λεμφωμάτων, μυελώματος, είναι τοπικά σε έξαρση, περνώντας κατά πολύ τον μέσο όρο της χώρας. Συχνά οι παιδίατροι συμβουλεύουν τις οικογένειες παιδιών που εμφανίζουν αναπνευστικά προβλήματα να μετακομίσουν. Καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης έρχονται και πάνε απ’ το 1994, καθώς οι διάφορες κυβερνήσεις, αριστερές και δεξιές, έχουν αποδειχθεί ανίκανες να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα. Τον Μάρτη του 2008 η συσσώρευση των σκουπιδιών στους δρόμους του ιστορικού κέντρου της Νάπολης (στους αυτοκινητοδρόμους χρησιμοποιούταν πλέον μόνο η μια λωρίδα, καθώς οι άλλες κατακλύονταν απ’ τους σωρούς σκουπιδιών), προκάλεσε τόση οργή στους κατοίκους, που συνέβαλε στην πτώση της κεντροαριστερής κυβέρνησης του Ρομάνο Πρόντι. Ο μετέπειτα πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι, δεν έχανε ευκαιρία να τονίζει το ζήτημα και να υπόσχεται στους Ναπολιτάνους ότι θα “λυσει μια και καλή” το πρόβλημα καίγοντας τα σκουπίδια σε κλίβανους, κάπου μακριά… Μακριά απ’ την κοινή θέα, μακριά απ’ τη συνείδηση, καθώς μια τέτοια καύση τοξικών και μή προϊόντων θα είχε αναμφίβολα ανεξέλεγκτες συνέπειες για το περιβάλλον. Τελικά η κυβέρνησή του έρχεται τώρα, στην αποκορύφωση του προβλήματος να “δώσει λύση” κατασκευάζοντας ακόμα μία μεικτή χωματερή-“χυτά”, 20 χιλιόμετρα απ’ την Νάπολη, στο Terzigno, μια πόλη 16.000 κατοίκων στους πρόποδες του Βεζούβιου. Οι κάτοικοι διαμαρτύρονται. Τα μμε -εκπλήσσεται κανεις;- στηρίζουν με κάθε τρόπο τα κυβερνητικά σχέδια. Κατηγορούν τους κατοίκους για τοπικισμό, για ανευθυνότητα -θυμίζει κάτι;-, για υποκινούμενους απ’ την Καμόρρα, την τοπική μαφία, ότι προτιμούν να συσσωρεύονται τα σκουπίδια στους δρόμους… Κι όμως, οι πρωτοβουλίες των κατοίκων προτείνουν μια εναλλακτική διαχείριση. Το κράτος απ’ την άλλη φαίνεται αποφασισμένο να διατηρήσει και να επεκτείνει το καθεστώς των χωματερών, ενώ τη φύλαξή τους αναλαμβάνει πλέον ο στρατός.
Η Καμόρρα είναι πράγματι “από πίσω”. Αλλά από ποιά μεριά;
Η μαφία, ως ιδιαίτερος τρόπος οργάνωσης της εργασίας και της απόσπασης υπεραξίας, αναπτύσσεται υπό συγκεκριμένες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, όπως αυτές που διόλου τυχαία άνθισαν στην ταραγμένη νότιο Ιταλία τους τελευταίους αιώνες. Έτσι προέκυψαν η cosa nostra (δική μας υπόθεση) στη Σικελία, η ‘ndraghetta (“ανδραγαθία”) στην Καλαβρία, και τέλος η camorra στην περιοχή της Νάπολης, όπως σχηματικά ονομάζονται τα συγκεκριμένα τραστ της εγκληματικής οικονομίας. Αναπτύχθηκαν αρχικά χάρη στην ικανότητά τους -υποκαθιστώντας το κρατικό μονοπώλιο της βίας- να επιβάλλουν έναν προστατευτισμό στον τοπικό καπιταλισμό και κάποιου είδους προστασία στους κατοίκους απ’ τις κρατικές αυθαιρεσίες, αν και στη συνέχεια, ξεπλένοντας την “μαύρη” συσσώρευση και ανελισσόμενοι στην επίσημη οικονομία του κράτους -μέσω του ελέγχου της διακίνησης ναρκωτικών και της αγοράς ψήφων-, εγκατέλειψαν κάθε κοινωνική νομιμοποίηση. Μια διαμάχη μεταξύ της cosa nostra και κομματιών του επίσημου κράτους, έφτασε στο σημείο χωρίς επιστροφή με την εκτέλεση των εισαγγελέων Φαλκόνε και Μπορσελίνο και την ακόλουθη θεαματική ανάπτυξη 150.000 στρατιωτών στη Σικελία, στη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, εξελίξεις που οδήγησαν πάντως στην εξουδετέρωση μεγάλου μέρους της ισχύος της cosa nostra επί της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Μια ανάλογη διαδικασία δρομολογήθηκε και για την περίπτωση της ‘ndraghetta τη δεκαετία του 2000-’10. Απ’ αυτές τις διαμάχες, η Camorra έμεινε σε μεγάλο βαθμό στο σκοτάδι, κι έτσι αλώβητη. Στα τέλη της δεκαετίας του 2010 έχει υποσκελίσει κάθε άλλο δίκτυο της εγκληματικής οικονομίας, με τζίρο που ξεπερνάει το 7% του ιταλικού ΑΕΠ, σύμφωνα με τους πιο συντηρητικούς, επίσημους υπολογισμούς (κάτι τέτοια βλέπουν οι μπίζνεσμεν της λίγκας του βορρά και βγαίνουν απ’ τα ρούχα τους)…
τί σχέση έχουν όμως όλ’ αυτά, με τα σκουπίδια; Πολύ απλά, η συγκομιδή και μεταφορά των σκουπιδιών, ελεγχόμενη από την Καμόρρα, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή εσόδων, μετά τα ναρκωτικά, και πολύ ψηλότερα από τα παράνομα φάρμακα, την πορνεία-προστασία, τους εκβιασμούς… Καθώς οι ιδιωτικές εταιρίες συγκομιδής σκουπιδιών ελέγχονται απ’ την Καμόρρα, επικερδή συμβόλαια κλείνονται με δήμους και επιχειρήσεις ολόκληρης της Ιταλίας, και ιδιαίτερα του βιομηχανικού βορρά που επιθυμούν να ξεφορτωθούν τα απόβλητά τους με κάθε τρόπο. Τα σκουπιδιάρικα των καθ’ όλα νόμιμων εταιριών της Καμόρρα λοιπόν, συσσωρεύουν όλους αυτούς τους τόνους απορριμάτων στην πόλη που έχουν υπό τον ολοκληρωτικό έλεγχό τους, την Νάπολη. Στην περιοχή του Terzigno λοιπόν, κι εντός του εθνικού δρυμού του Βεζουβίου, υπάρχουν μια σειρά από φρέατα και σπήλαια, τα οποία χρησιμοποιεί η Καμόρρα ως χωματερές σκουπιδιών, ενώ τίτλους ιδιοκτησίας για τα περισσότερα απ’ αυτά, εμφανίζονται να έχουν συλληφθέντες μέλη συμμοριών, μεταξύ των οποίων κάποιος Salvatore La Marca. Ο συγκεκριμένος κύριος, κατηγορήθηκε ως ηθικός αυτουργός για τη δολοφονία ενός δημοτικού συμβούλου (του σοσιαλιστή Pascuale Cappuccio) που προωθούσε μέτρα ενάντια στην μαύρη οικονομία, ενώ τον ίδιο καιρό βρέθηκε νεκρός και ο Mimo Benevento του ιταλικού ΚΚ, γνωστός για τις ενοχλητικές οικολογικές του ανησυχίες. Ο La Marca από την Καμόρρα έκανε τελικά το πέρασμα στην “καθωσπρέπει” ζωή, κι έκτοτε η τύχη του αγνοείται. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ενασχόληση των κληρονόμων του με επενδύσεις αιολικής ενέργειας στο νησί της Σαρδηνίας (http://napoli.indymedia.org/node/13909). Η μαφία έχει ανοίξει και στη συνέχεια εγκαταλείψει στην τύχη τους ακόμα 4 χωματερές γύρω απ’ τον Bεζούβιο, συγκεντρώνοντας ανεξέλεγκτα κάθε είδους χημικών και τοξικών ουσιών. Η κατάσταση είναι αφόρητη για τους κατοίκους της περιοχής που βλέπουν τη γη τους να γίνεται ο σκουπιδότοπος της μαφίας, του βορρά, του Κεφαλαίου…
Όλο το καλοκαίρι έλαβαν χώρα διάφορες πρωτοβουλίες, με έμφαση κυρίως σε μια νομική υπεράσπιση της άρνησης των κατοίκων να υποδεχθούν τη χωματερή και συμβολικούς αποκλεισμούς, που προσέκρουσαν στην αδιαλλαξία και την καταστολή του κράτους.
22 Σεπτέμβρη: Πυρπόληση οχτώ σκουπιδιάρικων στο Terzigno.
24 Σεπτέμβρη: Συγκρούσεις στο Terzigno μεταξύ κατοίκων και ματ. Ένας μπάτσος τραυματίας και μια σύλληψη απ’ την μεριά των κατοίκων. Μπλόκα στους δρόμους γύρω απ’ την υπό κατασκευή χωματερή.
26 Σεπτέμβρη: απρόκληση επίθεση των μπάτσων σε διαδηλωτές κοντά στη χωματερή.
28 Σεπτέμβρη: Νύχτα ταραχών στο Terzigno. Διαδηλωτές μπλοκάρουν σκουπιδιάρικα και αντιμετωπίζουν αστυνομικές διμοιρίες. Τουλάχιστον 2.000 άνθρωποι συμμετέχουν.
16 Οκτώβρη: Μπλόκο διαδηλωτών έξω απ’ τη χωματερή.
18 Οκτώβρη: Εκδήλωση ενάντια στην μαφία και την υποβάθμιση του ιταλικού νότου. Ολονύχτιες συγκρούσεις γύρω απ’ την υπό κατασκευή χωματερή.
19 Οκτώβρη: Δεύτερη συνεχόμενη νύχτα συγκρούσεων. Πέντε συλληφθέντες, τέσσερεις 19χρονοι κι ένας 57χρονος κάτοικος, μετά από επίθεση της αστυνομίας στις 3 την νύχτα, κατά του συγκεντρωμένου πλήθους που περιφρουρούσε τον αποκλεισμό της χωματερής. Αρκετοί κάτοικοι οχυρώνονται στη ψηλότερη περιοχή της πόλης, και κυκλοφορεί μια ανακοίνωση που υπογράφουν η “Κίνηση πολιτών του Terzigno” και η “Κίνηση για την υπεράσπιση της γης του Βεζουβίου”, ζητώντας: άμεσο κλείσιμο της χωματερής των φρεάτων λόγω ρύπανσης των υπογείων υδάτων, και δράσης για την αποκατάστασή τους, αποστρατιωτικοποίηση της περιοχής, ριζική αναμόρφωση του περιφερειακού σχεδίου διαχείρισης απορριμάτων, σε συμφωνία με τις τοπικές κοινότητες.
20 Οκτώβρη: Τρίτη συνεχόμενη νύχτα ταραχών, με επιθέσεις εκατοντάδων νέων κυρίως, ενάντια στους αστυνομικούς, μετά την επίθεση της αστυνομίας στην περιφρούρηση. Ένα λεωφορείο πυρπολείται. Αυθόρμητη πορεία ξεκινάει το πρωί. Ο Santi Giuffrè, αστυνομικός διοικητής της Νάπολης προειδοποιεί σε συνέντευξή του: “η εξέγερση του Terzigno θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα νέο και ευρύτερο κύμα διαμαρτυρίας, ικανό να ενοποιήσει τις διάφορες κοινωνικές ομάδες που εναντιώνονται στις δυσχαίριες της Καμπάνιας. Χρειαζόμαστε επαγρύπνηση για να εξασφαλίσουμε ότι άλλες ομάδες, οποιεσδήποτε κι αν είναι αυτές, δε θα ενσωματωθούν και δε θα χειριστούν αυτήν την κατάσταση”.
21 Οκτώβρη: Επίθεση των μπάτσων μετά από ήρεμη διαδήλωση των κατοίκων, με το που αποχωρούν οι δημοσιογράφοι της RAI3 που την κάλυπταν: σοβαροί τραυματισμοί 2 ανήλικων αγοριών κι ενός άνδρα, οι μπάτσοι κατάσχουν κάμερες από ανεξάρτητους δημοσιογράφους, κάποιοι βρίσκουν άσυλο σε σπίτια κατοίκων, που περικυκλώνονται για ώρα. Ένα αγόρι τραυματίζεται σοβαρά όταν παρασύρεται από αστυνομικό όχημα. Ξεσπούν άγριες συγκρούσεις, με 20 αστυνομικούς τραυματίες και έναν διαδηλωτή. Δράσεις αλληλεγγύης στην Νάπολη. Η τοπική κίνηση πολιτών αναφέρει στο δελτίο τύπου της: “έχοντας χάσει κάθε ελπίδα σε όλους τους θεσμούς, καλούμε κάθε τοπική κοινότητα να μας στηρίξει σ’ αυτόν τον αγώνα που θα είναι μακρύς”.
22 Οκτώβρη: Νέες ενισχύσεις για την αστυνομική φρουρά. Επιθέσεις κατά διαδηλωτών που περιφρουρούσαν τη ροτόντα, μέρος όπου διεξάγονται οι γενικές συνελεύσεις, η αντιπληροφόρηση, με σοβαρούς τραυματισμούς διαδηλωτών. Γράμμα ενός μπάτσου που “απολογείται” για την σπασμένη μύτη μιας διαδηλώτριας 15αριά φορές, πριν επιστρέψει στο έργο του. Ένταση κατά την βίαια απομάκρυνση διαδηλωτών απ’ το χωριό Sant’Arcangelo από δρόμο που οδηγεί στη χωματερή για να περάσουν φορτηγά.
23 Οκτώβρη: Νέα νύχτα ταραχών, στην πυρά παραδίδεται ένα μεταφορικό φορτηγό. Οι συγκρούσεις κρατούν μέχρι το πρωί. Εκτεταμένη χρήση δακρυγόνων CS.
24 Οκτώβρη: Πάνω από 10.000 κάτοικοι του Terzigno, του γειτονικού Boscoreale και Ναπολιτάνοι διαδηλώνουν ενάντια στην κατασκευή χωματερής. Γενική συνέλευση και δράσεις αντιπληροφόρησης. Τα μμε “ανακαλύπτουν” πίσω απ’ τους διαδηλωτές είτε τη CGIL ή την μαφία… Ένας 49χρονος τεχνικός, ο Silvano Di Bonito σκοτώνεται σε δυστύχημα κατά την εργασία του στη χωματερή Stir, στο βωμό της κατάστασης έκτακτης ανάγκης.
25 Οκτώβρη: απαγορεύεται η είσοδος σε ιατρική ομάδα στην υπό κατασκευή χωματερή. Η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης συνεχίζεται ενώ δεκάδες διμοιρίες της ιταλικής αστυνομίας περικυκλώνουν τους εξεγερμένους κατοίκους του Terzigno…
Ενημέρωση για κινητοποιήσεις και δράσεις στα πλαίσια της κυλιόμενης γενικής απεργίας
πριν…
[Για μεταφράσεις κειμένων από τη Γαλλία βλ. εδώ]. To προοίμιο των κινητοποιήσεων: 23/3: πρώτη μεγάλη πορεία από την διασυνδικαλιστική (intersyndicale) πλατφόρμα, όπου συμμετέχουν σχεδόν όλα τα συνδικάτα, από συνεργαζόμενα με την κυβέρνηση (collabo) μέχρι τα πιο ριζοσπαστικά, ορίζοντας “ημέρες δράσεις” με κεντρικές πορείες σε κάθε πόλη. Γύρω στους 800.000 στους δρόμους, άτονες γενικά οι πορείες της 23 Μάρτη. 26/5: Κοντά στο 1 εκ. διαδηλωτές, άνευρες ακόμα οι πορείες. 24/6: Πάνω από 2 εκ. στους δρόμους, επισφαλείς και άνεργοι μπαίνουν στον χορό, τονώνοντας την αυτοπεποίηθηση του κινήματος. Σποραδικές δράσεις το καλοκαίρι. 7/9: 2,5 εκ. διαδηλωτές. 23/9: Κοντά στα 3 εκ. στους δρόμους. Πρώτη φορά που ο κόσμος δε διαλύεται με το πέρας της πορείας, αλλά καταλαμβάνει τις πλατείες, συζητά κλπ. Οργανώνονται διεπαγγελματικές συνελεύσεις, που ενώνουν εργαζόμενους από διαφορετικούς χώρους, ανέργους κλπ. Η CNT και πολλοί αναρχικοί οργανώνουν λαϊκές συνελεύσεις που ασκούν κριτική στα κεντρικά συνδικάτα. Μπλοκάρονται τα 2 πρώτα σχολεία. 2/10: Πάνω από 3 εκ. στους δρόμους, μαθητές και φοιτητές κάνουν την εμφάνισή τους. 5/10: Τα πρώτα μπλόκα των φορτηγατζήδων στους δρόμους κάνουν την εμφάνισή τους. Σκοπός είναι να μπλοκάρουν την οικονομία και να καθυστερήσουν τους εργαζόμενους από και προς τις δουλειές τους. Γίνονται δεκτά με συμπάθεια. Τα συνδικάτα δεν υποστηρίζουν τη δράση αυτή. 7/10: Ξανά με κάλεσμα της Solidaires 86, οργανώνονται μπλόκα φορτηγών. Πρώτη φοιτητική γενική συνέλευση, με περίπου 400 άτομα.
12/10
3,5 εκατομμύρια Γάλλοι στους δρόμους ενάντια στην μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος (κυρίως αύξηση των ορίων ηλικίας απ’ τα 60 στα 62). 350.000 στο Παρίσι. Κλείνουν τον Πύργο του Άιφελ. Συμπλοκές με την αστυνομία σε διάφορες πόλεις. Κυλιόμενη γενική απεργία σ’ όλη τη χώρα. Πρωτοστατούν οι σιδηροδρομικοί, λιμενεργάτες, εργάτες διυλιστηρίων, μεταλλεργάτες, εργοστασίων ενέργειας κα. Το απεργιακό κύμα γενικεύεται με την είσοδο των φοιτητών σ’ αυτό, αλλά κυρίως μαθητών και νεολαίων των προαστείων. Οι απεργιακές κινητοποιήσεις καλύπτονται από τα κεντρικά συνδικάτα (CGT) μετά από τεράστια πίεση της βάσης τους, που οργανώνουν κυλιόμενες μέρες απεργίας 9/9, 27/9, 12/10…). Δες κ εδώ. Χάρτης με τις κινητοποιήσεις ανά ημέρα: http://engreve.wordpress.com/2010/10/16/la-carte-des-manifs-du-16-octobre/ Η απεργία φτάνει το 80% στα εργοστάσια και το 50% στις μεταφορές.
13/10
Αποκλεισμοί σταθμών από σιδηροδρομικούς, σχολείων και σχολών από μαθητές-φοιτητές και νεολαίους. Συγκρούσεις έξω από σχολεία, και από νοσηλευτές στο υπουργείο υγείας. Απεργίες και στάσεις εργασίας στις μεγαλύτερες πόλεις σε πολλούς κλάδους (οδοκαθαριστές, λιμενεργάτες, βιομηχανία).
14/10
Δυναμική είσοδος των μαθητών και της νεολαίας. Συγκρούσεις γύρω από σχολεία και σε πορείες φοιτητών. Μπάτσοι εγκαθίστανται γύρω και μέσα σε σχολεία. Το κίνημα οργανώνεται μέσα από διεπαγγελματικές ανοιχτές συνελεύσεις, ανοιχτές συνελεύσεις σε σχολεία και σχολές και σε γειτονιές. Εκκένωση κατάληψης και άγρια αστυνομική βία σε πορεία στο παρισινό προάστειο Montreuil. Ένας 16χρονος τραυματίζεται σοβαρά από πλαστική σφαίρα μπάτσων και χάνει το μάτι του. Μπλόκα σε αρκετά διυλιστήρια και αποθήκες καυσίμων. 31% των σιδηροδρομικών απεργεί, σύμφωνα με το συνδικάτο SNCF. 6% των οδηγών λεωφορείων του Παρισιού. 8% των λυκείων μπλοκαρισμένα. Μεγαλύτερη συμμετοχή σε ενέργεια, λιμάνια, οδοκαθαριστές, διυλιστήρια.
15/10
Οι μπάτσοι επανακαταλαμβάνουν αποθήκες καυσίμων.. Γεωγραφική και επαγγελματική εξάπλωση του κινήματος. Εκτεταμένα επεισόδια στο Chambéry όπου μαθητές τις παίζουν με τους μπάτσους και μπλοκάρουν σιδηροδρομικές γραμμές.
16/10
Διαδήλωση 300.000 στο Παρίσι και μπάχαλα (ένας προσωπικός απολογισμός εδώ) με αρκετές συλλήψεις κατά την απόπειρα κατάληψης όπερας στη Βαστίλλη, απεργίες και μπλόκα σε λιμάνια κι εργοστάσια στην Μασσαλία, την Νάντη, τις ακτές του Ατλαντικού και την Κορσική. Συνεχίζονται τα μπλόκα στα τραίνα και οι διάφορες άλλες δράσεις.
17/10
Κατάληψη του μεγάλου διυλιστηρίου του Grandpuits. Εδραίωση της απεργίας σε Μασσαλία, Χάβρη, Αβινιόν, Μονπελιέ κλπ. Κλειστά τα διυλιστήρια της Total. Μπαίνουν και οι οδηγοί φορτηγών στο παιχνίδι δημιουργώντας “βήμα σαλιγκαριού” με τεράστιες ουρές σταματημένων φορτηγών στις εθνικές οδούς. Τοπικές πορείες και γενικές συνελεύσεις σ’ όλην τη χώρα.
18/10
Συνεχίζονται τα “σαλιγκάρια” έξω από Παρίσι (για 17.000 “σπάστες” κάνουν λόγο οι αρχές) και άλλες μεγάλες πόλεις. Συγκρούσεις μαθητών με μπάτσους στο Παρίσι, την Νάντη, τη Lille (2.000 “σπάστες” σύμφωνα με τις αρχές), το Lens κ.α. Συνεχίζονται οι απεργίες και τα μπλόκα των σιδηροδρομικών. Την προηγούμενη νύχτα εκδηλώθηκαν επιθέσεις με μολότοφ κι εκκρηκτικούς μηχανισμούς κατά αστυνομικών στόχων. Η απεργία γίνεται αισθητή στα αεροδρόμια, λόγω προβλημάτων στον ανεφοδιασμό και κινητοποιήσεων των υπαλλήλων. Οι καθηγητές της Μπεζανσόν σε πορεία αλληλεγγύης στους μαθητές τους, ενάντια στην αστυνομική βία. Μπλόκα και συμπλοκές με μπάτσους στο Mulhouse της Αλσατίας. Πεσίματα σε αστ. περιπολίες σε παρισινά προάστεια και λεηλασίες καταστημάτων στο Seine-Saint-Dennis, όπου 36 απ’ τα 64 λύκεια είναι μπλοκαρισμένα, ενώ περισσότερα συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις. Αποκλεισμός και αψιμαχίες με τα CRS στο λιμάνι της Lorient. Μπλόκα από αυτοκινητιστές της Alstom. 428 συλλήψεις όλη μέρα. Σύμφωνα με γκάλοπ, 77% των Γάλλων είναι υπέρ των απεργιακών κινητοποιήσεων και των μπλόκων.
19/10
Πάνω από 3,5 εκατομμύρια στις διαδηλώσεις που καλούν τα συνδικάτα στα πλαίσια των ημερών δράσης. Πρωτοφανείς συγκρούσεις στο πλούσιο κέντρο της Λυόν μετά από πορεία 45.000, κρατούν μέχρι το απόγευμα, με δεκάδες συλληφθέντες, ενώ συνεχίζεται για δεύτερη μέρα η κατάληψη του διυλιστηρίου Feyzin, στα περίχωρα της πόλης. Κατά τις 9 το βράδυ, η αστυνομία ανακοινώνει ότι έχει αναγνωρίσει 200 άτομα τα οποία θα αναζητήσει ένα προς ένα. Ένοπλοι μπάτσοι στήνονται μπροστά σε τράπεζες και αστυνομικές περίπολοι κυνηγούν νέους. Μια κοπέλα πηδάει απ’ την γέφυρα του Ροδανού (10μ ύψος) για να ξεφύγει. Συμπλοκές με τους μπάτσους στις πορείες αρκετών πόλεων. Πάνω από 800 λύκεια είναι κλειστά. 4.000 στα 12.000 βενζινάδικα της χώρας χωρίς αποθέματα λόγω της απεργίας. Στην απεργία και οι οδοκαθαριστές της Τουλούζ. Αποκλεισμός και συγκρούσεις μετά από επίθεση των CRS στο λιμάνι της Χάβρης. Οι λιμενεργάτες δίνουν ένα μάθημα στους μπάτσους με πέτρες και πλάκες από ξηλωμένα πεζοδρόμια. Μεγάλη πορεία στην Amiens όπου πρωταγωνιστούν οι ιδιωτικοί υπάλληλοι. Οι πανεπιστημιακές αρχές του Rennes 2 κλείνουν τη σχολή για να αποφευχθεί κατάληψη του κτιρίου. 1.158 “σπάστες” συνελήφθησαν την τελευταία βδομάδα, σύμφωνα με την εφ. liberation. Περίπου 1000 κρατούνται, ενώ 150 έχουν ήδη περάσει δικαστήρια. 14% των καθηγητών σε απεργία. 25% των ταχυδρομικών, σύμφωνα με τα συνδικάτα. Μηδενική ανοχή στους “σπάστες” που “παρεισφρύουν στις διαδηλώσεις” υπόσχεται η υπουργός δικαιοσύνης Michèle Alliot-Marie. Πορεία 150 εθνικιστών στη Λυόν με κεντρικό πανώ “κάτω τα χέρια απ’ την πόλη μου”, ενάντια στους “σπάστες” και στην μετανάστευση… Μπλοκάρισμα του αεροδρομίου Bordeaux-Mérignac από 500 διαδηλωτές. Πάνω από 40% των πτήσεων συνολικά με καθυστέρηση ή αναβολή λόγω της απεργίας. Συγκρούσεις γύρω από σχολεία, και πυρπόληση κολλεγίου στο Le Mans. Μπάχαλα σε Lyon, Nanterres (300 φοιτητές που αποσπάστηκαν απ’ την πορεία σύμφωνα με τις τοπικές αρχές), Argenteuil. Το βράδυ, μια ομάδα επιτίθεται σε τράπεζες και γραφεία εύρεσης εργασίας στο Παρίσι. Απεργιακό ταμείο αλληλεγγύης ανοίγει το διυλιστήριο Grandopuits (RAFFINERIE DE GRANDPUITS -INTERSYNDICALE CGT / CFDT-77720 MORMANT CEDEX, A l’ordre de : Intersyndicale CGT / CFDT Total GPS, téléphone de contact: Franck Manchon 06 21 97 37 70, cgtgrandpuits (at) gmail.com)
20/10
Καταδίκη ενός 19χρονου σε 12 μήνες φυλάκισης και αναστολή 13 ανηλίκων για επεισόδια στα πλαίσια απεργιακών πορειών (Combs-la-Ville). Μπάχαλα στην Grenoble με τη λήξη της πορείας. Στην Μασσαλία, ο δήμαρχος καλεί τον στρατό να περισυλλέξει τα σκουπίδια που σχηματίζουν σωρούς, σπάζοντας καθ’ αυτόν τον τρόπο την απεργία των οδοκαθαριστών. Οι τελευταίοι αποκλείουν τις δυο χωματερές της πόλης, οι στρατιώτες όμως μεταφέρουν αλλού τα σκουπίδια. Μια πρωτοβουλία 20αριά ατόμων κλείνει τις τρεις σήραγγες της πόλης για λίγη ώρα. Απεργία στις σχολικές καντίνες του Χερβούργου. Το συνδικάτο SUD-Collectivites 59 αποστέλλει 5.000 ευρώ για την οικ. ενίσχυση των συντρόφων που κρατούν κλειστά τα διυλιστήρια της Φλάνδρας. Κλειδώματα και διάφορες δράσεις στη Ρέν. Δεύτερος γύρος συγκρούσεων στη Λυόν και την Ναντέρ, με μια κλούβα των CRS (γαλλικά ματ) να παραδίδεται στις φλόγες. Ο υπουργός εσωτερικών Brice Hortefeux δηλώνει “η Γαλλία δεν ανήκει σ’ αυτούς που σπάνε, καίνε και κλέβουν, αλλά στους τίμιους ανθρώπους που θέλουν να παν στις δουλειές τους ανενόχλητοι”, καθώς φυγαδεύεται από την εμπόλεμη Λυόν, υπό τα βρισίδια μιας παρέας 15αριά νεαρών. Μετρό, τραμ και τραίνα κλειστά. Τα CRS εκκενώνουν μπλόκο στην αποθήκη καυσίμων του Lespinasse, στην Τουλούζ. Το αεροδρόμιο της πόλης παραμένει κλειστό. Στο Alès, οι απεργοί οδοκαθαριστές κλειδώνουν τα φορτηγά και μπλοκάρουν τις χωματερές. Σχεδόν 7,600 ευρώ μαζεύτηκαν σε εκδήλωση αλληλεγγύης στους εργάτες που κρατούν κλειστό το διυλιστήριο του Donges, πολλοί απ’ τους οποίους είναι εργαζόμενοι στο διυλιστήριο αυτό, και συμμετέχουν μετά από δέσμευση των συνδικάτων CGT και CFDT να τους στηρίξουν. Ανοιχτή γενική συνέλευση στη Λυόν, ζητά την απελευθέρωση των συλληφθέντων και την παύση της αστυνομικής βίας. Η απεργία επεκτείνεται σε νοσοκομειακούς και καθηγητές. 2.000 μαθητές-φοιτητές στους δρόμους της Νάντης. Ένας 14χρονος με μολότοφ συλλαμβάνεται στη Roanne. 12 πυρηνικοί αντιδραστήρες κλειστοί για “έργα συντήρησης”. Το γαλλικό κράτος εισάγει ηλεκτρική ενέργεια, και απ’ το μικρό νησί Jersey της Μάγχης, με το οποίο συνδέεται με υποθαλάσσια καλώδια. Στοιχεία που δίνει η εφ. LePoint: 12 στα 12 διυλιστήρια της πρωτεύουσας σε απεργία. 3.200 βενζινάδικα χωρίς αποθέματα, και τουλάχιστον 1.700 με μεγάλες ελλείψεις. Οι 2 τερματικοί γκαζιού και ηλεκτρισμού μένουν κλειστοί, με το 2,8% όλων των απεργών να εργάζονται στους συγκεκριμένους τομείς. 28,7% των σιδηροδρομικών σε απεργία, σύμφωνα με τη CGT. Μπλόκα στην Νάντη, στο Clermont-Ferrand, ενώ σιδηροδρομικοί απέκλεισαν με ράγες το δημαρχείο του Vesoul. Συγκεντρώσεις και παρεμβάσεις και στους υπόλοιπους σταθμούς. 69 πλοία παραμένουν αποκλεισμένα στη θάλασσα, στο λιμάνι της Μασσαλίας. Πάνω από 600 λύκεια και 5 πανεπιστήμια κλειστά, σύμφωνα με την UNEF. Μικρότερη από 0,5% η απεργία στο δημόσιο. Πάνω από 2.000 οι συλληφθέντες από της 12/10 μέχρι σήμερα. Μια 18χρονη μαθήτρια καταδικάζεται για φωτιά σε κάδο στα επεισόδια της Λυόν σε 6 μήνες φυλάκισης. Αναμένονται οι αποφάσεις για άλλους 3 ενήλικες και 20 ανήλικα.
21/10
Σαμποτάζ στις σιδηροδρομικές γραμμές κοντά στο Παρίσι. Όλα τα συνδικάτα καταδικάζουν τη δράση. Η CGT “καταδικάζει κάθε κατάχρηση ή στέρηση των μέσων εργασίας […] αλλά υποστηρίζει αποκλειστικά συμβολικούς αποκλεισμούς”. Μαρτυρίες για ομάδες φασιστών που περιφέρονται γύρω από διαδηλώσεις προσπαθώντας να ξεκινήσουν εντάσεις με μετανάστες διαδηλωτές. Ένταση μεταξύ συνδικαλιστών της CGT και αναρχικών στην πορεία της Tours, μετά από συνθήματα ενάντια στην εργασία και τον ρεφορμιστικό συνδικαλισμό ομάδων απ’ το μαύρο μπλοκ. Συγκρούσεις με την αστυνομία και συλλήψεις νεολαίων στην Καέν, στο Στρασβούργο, τη Λυόν και το Αγιάτσο της Κορσικής. Ξεκινούν οι πρώτες ομαδικές δίκες συλληφθέντων με προβληματισμό στα μμε για τους ανήλικους. Ο πιο νέος είναι 13 ετών. “Οι σπάστες δε θα έχουν τον τελευταίο λόγο, σε μια δημοκρατία…” απειλεί ο Σαρκοζί ενώ κάνει έκκληση στην “υπευθυνότητα του καθενός”. 5 εκ. την ημέρα -περισσότερο κι απ’ την ηφαιστιακή τέφρα της Ισλανδίας- υπολογίζει ο πρόεδρος της εθν. ομοσπονδίας εμπορικής αεροπορίας ότι κόστισαν οι απεργίες στην αεροπλοϊα. 240 συλλήψεις τις τελευταίες 2 μέρες στο Seine-Saint-Dennis, κατά κύριο λόγο ανήλικα. Ο βουλευτής Philippe Meunier θα δηλώσει σχετικά: “βρισκόμαστε αντιμέτωποι με αρπακτικά θηρία που ‘χουν ως μόνο στόχο τα σπασίματα και το πλιάτσικο εις βάρος του γαλλικού λαού”, επιχειρηματολογώντας υπέρ της εξόρισης των συλληφθέντων “σπαστών” από τη χώρα… Παρίσι: πορεία 250 εθνικιστών κραδαίνοντας γαλλικές κι ευρωπαϊκές σημαίες από την πλατεία Saint-Sulpice μέχρι το πάνθεον , με αστυνομική συνοδεία, “ενάντια στα αποβράσματα και στους σπάστες”… Φωτογραφίες απ’ τα μπάχαλα της Λυόν.
][][
Νέες μέρες δράσης: στις 28/10 και 6/11 καλούν τα συνδικάτα CFDT, CFE/CGC, CFTC, CGT, FSU, UNSA.
22/10
2.257 συλλήψεις και 72 μπάτσοι τραυματίες από τις 12/10. 4 νέοι στο Saint-Nazaire, ένας 41χρονος λιμενεργάτης, δυο 18χρονες κι ένας 34χρονος στο Trignac φυλακίζονται. Άλλοι 3 ενήλικες στο Bobigny. 32 άτομα συνελήφθησαν στο Pantin για λεηλασία μιας parfumerie. 4 συλλήψεις στο Blanc-Meslin. Βρέθηκε πάνω τους μπαστούνι του μπέιζμπολ και μαχαίρι. Πάνω από 300 οι συλλήψεις στο Seine-Saint-Dennis, την τελευταία εβδομάδα. Τα μαγαζιά της πόλης είχαν όλη μέρα κατεβασμένα τα ρολλά, μιας και οι βιτρίνες τους ήταν σπασμένες. 2 ανήλικα φυλακίζονται στη Λυόν και μία στην Ναντέρ. Στο Meux ένα λυκειόπαιδο που κοπάνησε έναν μπάτσο στην πορεία, αναγνωρίζεται από βίντεο στο youtube και καταδικάζεται σε 10 μήνες φυλάκισης. Σπάσιμο του μπλόκου στο μεγαλύτερο διυλιστήριο Grandpuits από επέμβαση των CRS στη διάρκεια της νύχτας. Η πολιορκεία κράτησε περίπου μισή ώρα αφού οι απεργοί και αλληλέγγυοι αντιστάθηκαν. Τουλάχιστον τρεις τραυματίστηκαν. Απόπειρες επανακατάληψης των διυλιστηρίων. Οι μπάτσοι κόβουν βόλτες με οχήματα και κανόνια νερού στο κέντρο της Λυόν. Μπλοκάρισμα της αποθήκης καυσίμων του Coignières, της Βρέστης και της Λυόν. Μπλόκα δρόμων από φορτηγά στη Lille. Επέμβαση των CRS και στην Rouen και σπάσιμο του μπλόκου της αποθήκης καυσίμων. Η CGT κάνει λόγο για κατάργηση του δικαιώματος στην απεργία. Καταδίκες: ένας μήνας φυλάκισης για 2 φοιτητές του Μονπελιέ για ρίψη αντικειμένων σε μπάτσους. 6 μήνες σ’ έναν 18χρονο στην Τουλούζη για μεταφορά μπουκαλιού με υδροχλωρικό οξύ (“αυτοσχέδιος εκκρηκτικός μηχανισμός”) στην πορεία της 19/10. Ένας 14χρονος κι ένας 19χρονος στην Καέν. Άγρια καταστολή της διαδήλωσης στο Στρασβούργο (φωτογραφίες).
Μια γρηγορη ανασκόπηση της κατάστασης στις 22/10:
Διυλιστήρια: Γενική απεργία και στα 12 διυλιστήρια της χώρας. Το δικαστήριο έκρινε παράνομη την επιστράτευση στο Grandpuits μετά από προσφυγή της CGT (το πιο μαζικό, ρεφορμιστικό συνδικάτο). Το βελγικό συνδικάτο CGCP προειδοποιεί ότι θα κατέβει σε απεργία εάν το βελγικό κράτος εξαγάγει καύσιμα στη Γαλλία για να αντισταθμίσει την έλλειψη λόγω απεργίας. Το γαλλικό κράτος άνοιξε τα στρατηγικά του αποθέματα. 20% των βενζινάδικων παραμένουν άδεια.
Σιδηρόδρομοι: Απεργία όλων των σιδηροδρομικών, κυκλοφορία με διακοπές.
Λιμάνια: Απεργία στα περισσότερα λιμάνια. Δεκάδες πλοία μπλοκαρισμένα.
Καθαριότητα: Απεργία σε πολλές πόλεις. Στην Μασσαλία, φαντάροι επιστρατεύτηκαν ως απεργοσπάστες.
Οδικές μεταφορές: Οι φορτηγατζήδες έχουν ενωθεί με το κίνημα. Απεργία και μπλόκα-“βήμα σαλιγκαριού” σε πολλές εθν. οδούς.
Λύκεια: (σημ. στη γαλλία τα λύκεια είναι εξατάξια, ανάλογο με το γυμνάσιο-λύκειο εδώ) Χιλιάδες σχολεία κλειστά, πολλά εχουν μετατραπεί σε κέντρα συνεύρεσης, συζήτησης και άλλων δραστηριοτήτων στα πλαίσια των κινητοποιήσεων. Αυθόρμητες διαδηλώσεις ξεκινούν συχνά απ’ τα μπλοκαρισμένα σχολεία, που συχνά αντιμετωπίζονται με άγρια βία απ’ την αστυνομία.
Πανεπιστήμια: Πάνω από 10 παραμένουν μπλοκαρισμένα, οι πρυτανείες άλλων έχουν κηρύξει λοκ-άουτ από φόβο κατάληψής τους από φοιτητές.
Άλλοι τομείς με συμμετοχή στην απεργία: μεταλλουργία, πυρηνικά εργοστάσια, ενέργεια, εκπαιδευτικοί, οδηγοί λεωφορείων, ταχυδρομικοί, υπάλληλοι στην τοπική αυτοδιοίκηση, εφοριακοί… Στον ιδιωτικό τομέα είναι δύσκολο να απεργήσει κανείς, αν και πολλοί υπάλληλοι κατεβαίνουν στις “ημέρες δράσης” που καλούν τα κεντρικά συνδικάτα. Κάτι ανάλογο ισχύει για τους κρατικούς λειτουργούς, τους νοσοκομειακούς κλπ. Στις παραδοσιακές εργατουπόλεις (Χάβρη, Μασσαλία, Σεν Ναζαίρ) η απεργία είναι ολική, το ίδιο και σε αρκετά χωριά. Αναρίθμητα είναι τα μπλόκα, όπως και άλλες δράσεις πχ το σπάσιμο των γραφείων της MEDEF (το επιφανές “συνδικάτο” των αφεντικών, σύλλογος επιχειρηματιών-βιομηχάνων), του δεξιού κόμματος UMP, πολυτελών καταστημάτων και γραφείων εύρεσης εργασίας, αλλά και οι δωρεάν μεταφορές με λεωφορεία, ανοίγματα διοδίων, δωρεάν υπηρεσίες, τα απεργιακά ταμεία, άγριες διαδηλώσεις, μπάχαλα, συγκεντρώσεις, συνθήματα κλπ…
][][
Σημείωση: τα όσα μεταφέρονται εδώ, σε καμμία περίπτωση δεν καλύπτουν το εύρος ενός τόσο εκκρηκτικού κινήματος όπως αυτό της Γαλλίας, και σκοπεύουν στο να δώσουν μια στοιχειώδη εικόνα του τί λαμβάνει χώρα. Στο εξής, δεδομένης της ανάπτυξης του κινήματος και της στενότητας του διαθέσιμου χρόνου για μεταφράσεις, η σύνοψη αυτή θα περιοριστεί κι άλλο, παίρνοντας έναν χαρακτήρα καθαρά ενδεικτικό, ενώ περισσότερο βάρος θα δοθεί στις μεταφράσεις κειμένων.
23/10
Ο αγώνας επικεντρώνεται γύρω απ’ την υπεράσπιση των μπλοκαρισμένων διυλιστηρίων μετά τις απειλές τις κυβέρνησης, και κυρίως στα μπλόκα της Χάβρης, του Donges και του Grandpuits, ενώ κυρήσσεται απεργία και στο διυλιστήριο της Gonfreville. Διαδηλώσεις στη Λυόν, την Narbone κα. Μεγαλύτερη αίσθηση στη δυτική Γαλλία και στη Βρετάννη, όπου 4 στα 10 πρατήρια δεν έχουν καύσιμα. Συνεχίζονται οι κινητοποιήσεις των σιδηροδρομικών, με μέσο όρο 1 στα 2 τραίνα να φεύγει στην ώρα του, ή σχεδόν. Μπλόκα σε αυτοκινητοδρόμους από φορτηγά ή πεζούς διαδηλωτές (Τουλούζη)…
Το βράδυ της 23/10 στο Αlbertville της Σαβοϊας, σύμφωνα με τον τοπικό τύπο, μια ντουζίνα “αντίπαλοι της μεταρρύθμισης”, εκμεταλλευόμενοι την εκδήλωση “Σαβοϊα για όλους” του βουλευτή του κυβερνόντος κόμματος Hervé Gaymard, κλείδωσαν τις πόρτες της σάλας όπου ήταν συγκεντρωμένα 300 άτομα για την εκδήλωση και κατέβασαν τον διακόπτη του ρεύματος, βυθίζοντάς τους στο σκοτάδι. Στη συνέχεια η ομάδα άνοιξε τις πόρτες και άρχισε να τους “βομβαρδίζει” με αυγά, φρούτα και πέτρες! στο φευγιό και πριν καλά καλά οι φίλοι του κυβερνόντος κόμματος καταλάβουν τί συνέβη, οι άγνωστοι προκάλεσαν ζημιές σε μερικά αυτοκίνητα των συγκεντρωμένων. Η αστυνομία δεν κατάφερε να κάνει συλλήψεις. Πηγή.
24/10
Απειλές επίταξης του διυλιστηρίου του Donges, συγκεντρώνουν μέσα σε λίγη ώρα εκατοντάδες αλληλέγγυους που ενισχύουν το μπλόκο, ενώ 300 άτομα αποτρέπουν την άφιξη βυτιοφόρων στο γειτονικό Saint-Nazaire, ξεφεύγοντας απ’ την αστυνομία. Στο Saint-Etienne του Rouvray, ένα εμπορικό κέντρο γίνεται στάχτες (φωτογραφίες στο Jura-Libertaire), το ίδιο θα συμβεί και στο δημαρχείο της Tarnos. Στο Scionzier, κοντά στα γαλλοελβετικά σύνορα, 15αριά άτομα μπαίνουν στα Carrefour και γεμίζουν καροτσάκια με τρόφιμα για να τα μοιράσουν στους απεργούς. Σταματιούνται στα ταμεία από μέλη της διεύθυνσης που καλούν την αστυνομία. Έχοντας αποφασίσει να είναι μια “ειρηνική” δράση, αναγκάζονται ν’ αφήσουν τα τρόφιμα και να φύγουν. Το προηγούμενο βράδυ λαμβάνουν χώρα επιθέσεις ενάντια σε πολιτικούς του κυβερνόντος κόμματος. Στο SaintPierre-des-Corps 300 μπάτσοι των CRS σπάνε με τη βία την περιφρούρηση 30αριά συνδικαλιστών του τοπικού διυλιστηρίου και το “απελευθερώνουν”. 600 λιμενεργάτες καταλαμβάνουν τις αποθήκες του κεντρικού λιμανιού της Μασσαλίας. Άνοιγμα διοδίων από πρωτοβουλία συνδικάτων (CGT, CNT κα) στο Ain. Μπλόκα, σαλιγκάρια, κι οδοφράγματα στη Βρέστη, τη Ρουέν και το Παρίσι. Δέσμευση της FGTB να μπλοκάρει κάθε μεταφορά καυσίμων της Total Βελγίου προς τη Γαλλία, ώστε να προστατευθεί η απεργία των γάλλων συναδέλφων τους. Οι εργαζόμενοι του διυλιστηρίου Petroplus Reichstett στην κάτω Ρηνανία, ψηφίζουν παύση της απεργίας τους. Οι οδοκαθαριστές του Παρισιού, της Τουλούζης και του Μπελφόρ κατεβαίνουν σε κυλιόμενη απεργία μαζί με τους συναδέλφους τους της Μασσαλίας. Ολοήμερη απεργία των ταχυδρομικών. Χάρτης των απεργιών στο Grève générale. Χρονολόγιο των μπλόκων απ’ το Rebellyon.
25/10
Από τα χαράματα, στήνονται πύρινα οδοφράγματα στις κεντρικές εισόδους της επιχείρησης μεταφορών Sopitra της Νάντης, μπλοκάροντας την τροφοδοσία αρκετών αγορών με προϊόντα (φωτογραφίες στο Jura Libertaire και στο ιντυμήντια Νάντης). Μπλοκάρονται επιτυχώς μεγάλα εργοστάσια όπως της Renault και της Peugeot. Το 1/4 των βενζινάδικων χωρίς αποθέματα. Οι εργαζόμενοι 2 διυλιστηρίων της Exxon Mobil ψηφίζουν επιστροφή στην εργασία τους από Δευτέρα. 300 μαθητές μπλοκάρουν το σχολείο τους στην υπερατλαντική αποικία της Ρεϋνιόν. Απεργία στην πολυεθνική Babcock Wanson, μπλόκα σε σιδηροδρομικούς σταθμούς, και άνοιγμα των ταμείων στον ζωολογικό κήπο της Λίλ με τη στήριξη της CGT. Κατάληψη κι επανακατάληψη από αστυνομικές δυνάμεις του διυλιστηρίου του Fos. Σκοτάδι στο κέντρο των πόλεων Tourcoing και Wasquehal, από εργαζόμενους της CGT, που κατέβασαν τους διακόπτες σε αλληλεγγύη στο κίνημα. Οι διακοπές δεν έπληταν την οικιακή κατανάλωση. Από Τρίτη η εθνοσυνέλευση θα μπορεί να ψηφίσει το τελικό κείμενο του νομοσχεδίου, κι έπειτα να το επικυρώσει η Γερουσία.
26/10
Στο Παρίσι, πολυπληθείς αστυνομικές δυνάμεις αναπτύσσονται σε διάφορα σημεία, όπως στον τσιγγάνικο καταυλισμό του Bondy και στη Σορβόννη. Μπλόκο σε αμαξοστάσια των αστικών συγκοινωνιών στη Lille και το Neuilly-Plaisance οργανωμένο απ’ τα συνδικάτα CGT, CNT, FSU, Solidaires και της συλλογικότητας collectif de défense des services publics. Αποκλεισμοί αποθηκών καυσίμων στην κεντρική Γαλλία στη Βρέστη, στη Ντιζόν, στο Lamballe και στο Grigny (φωτογραφίες), κι επειχειρήσεων στα δυτικά και στη Rennes. 2 βελγικές αποθήκες καυσίμων Total (σε Tertre και Feluy) μπλοκάρονται σε ένδειξη αλληλεγγύης από αντιπροσωπείες συνδικάτων που διαπραγματεύονται με τη διοίκηση για να αποτρέψουν την αποστολή καυσίμων στη Γαλλία. Πορείες στη γαλλική πρεσβεία των Βρυξελλών καλούνται για την Πέμπτη. Γύρω στους 200 διαδηλωτές, κυρίως μέλη συνδικάτων (CGT κα) στήνουν φλεγόμενα οδοφράγματα και πετούν αυγά και λαχανικά στα γραφεία του MEDEF (ο γαλλικός ΣΕΒ) του Loire Saint-Etienne, ενώ με σκουπίδια φράχτηκε η είσοδος του MEDEF στην Μασσαλία (φωτογραφίες). Στην Μασσαλία και άλλες πόλεις, οι οδοκαθαριστές ψήφισαν την παύση προσωρινά της απεργίας τους κυρίως για λόγους δημόσιας υγείας. Το κίνημα κρατάει ακόμα 9 απ’ τα 12 διυλιστήρια της χώρας, ενώ τα 3 που έχουν ψηφίσει υπέρ μιας παύσης της απεργίας από Δευτέρα, δύσκολα θα μπορέσουν να λειτουργήσουν όσο κρατούν οι απεργίες στους τομείς της τροφοδοσίας τους και των μεταφορών. Παράλληλα, το ταμείο αλληλεγγύης των απεργών του Donges, συγκέντρωσε 30.000 ευρώ. 37 απ’ τα 80 πανεπιστήμια κρατιούνται κλειστά. Πυρπολημένα μέχρι θεμελίων βρέθηκαν τα σουπερμάρκετ DIA του Saint-Maurice-de-Beynost, οι 10 υπάλληλοι απολύθηκαν. Ανοιχτή συνέλευση δημιουργείται στο Seine-St-Dennis, από δημοτικούς υπαλλήλους, μέλη συνδικάτων ή μη, και κατοίκους (site). Τα συνδικάτα ετοιμάζονται για πορείες σε όλη τη χώρα στις 28/10 (χάρτης της CGT). Μια ανταπόκριση (στα αγγλικά) για το κίνημα ως τώρα, απ’ την ομάδα Mouvement Communiste, στο libcom.org. Μπλόκα και συμπλοκές με τους μπάτσους έξω απ’ τα διυλιστήρια Total στο Brive-la-Gaillarde (φωτογραφίες). Διαδηλώσεις μαθητών στο νησί της Ρεϋνιόν(φωτογραφίες). Σαμποτάζ των υπαλλήλων στην ηλεκτροδότηση, αφήνουν το εμπορικό κέντρο του Villeneuve d’Ascq χωρίς ρεύμα. Κρούσματα κλοπής καυσίμων εμφανίζονται στα πλαίσια της έλλειψης. Δολιοφθορές στα οχήματα της οικογένειας του Bernard Thibault, γ.γ. της CGT. Χαμηλής έντασης σαμποτάζ και “αμέλειες” των υπαλλήλων της SNCF (σιδηρόδρομοι, μεταξύ των οποίων και τα τραίνα υψηλής ταχύτητας TGV), προκαλούν καθημερινά πολύωρες καθυστερήσεις και βλάβες.
27/10
Κλείνει το διυλιστήριο της Petroplus στο Cressier της Ελβετίας, που τροφοδοτούταν απ’ το σταθμό καυσίμων του Fos-sur-Mer στη Γαλλία. Απεργιακά ταμεία αλληλεγγύης έχουν δημιουργηθεί στις περισσότερες μεγάλες πόλεις, συνήθως με πρωτοβουλία της CNT. Αποκλεισμοί κέντρων logistics, σούπερμάρκετ Carrefour, σταθμών λεωφορείων και αποθηκών καυσίμων, στην Γκρενόμπλ, στην Ντιζόν, το Λοντβίκ κ.α. , μπλόκα επίσης στο Grandpuits και σε αυτοκινητοδρόμους (φωτογραφίες). Συνεχίζεται το μπλόκο στο λιμάνι της Μασσαλίας. Στο Παρίσι, συμβολική κατάληψη των γραφείων της Malakoff Médéric, εταιρίας ιδιωτικών συντάξεων και ασφαλίσεων. Μπλόκο και κινητοποιήσεις στο λιμάνι της Χάβρης (περισσότερα, Havre de grève). Μπλόκο στο κέντρο διαλογής πετρελαιοειδών του Sassenage (φωτογραφίες). Στην Νάντη, μετά από πιέσεις εργαζομένων κι αλληλέγγυων, η διοίκηση της Sopitra, αποσύρει τις μηνύσεις για τις ζημιές που υπέστη στη διάρκεια της απεργίας. Μαθητικές κινητοποιήσεις κι επιθέσεις σε περιπολικά στην Ρεϋνιόν και στις άλλες νησιωτικές αποικίες (φωτογραφίες). Παρέμβαση στο ράδιο France Inter και διάβασμα προκηρύξεων…
28/10
“Προληπτική” επίθεση της αστυνομίας σε διαδήλωση στο Παρίσι. Κατάληψη κτιρίου στη Rennes, για να στεγάσει συνελεύσεις και κινηματικές διαδικασίες: Maison de la grève, rue de la Barbotière. Εμπρησμός σούπερ μάρκετ στο Saintes. Αναδιακόσμηση με αφίσες και μπογιές γραφείων της Malakoff-Médéric, στην Νάντη και καταλαμβάνονται στη διάρκεια διαδήλωσης αυτά του Στρασβούργου (φωτό). Ισχυρή διαδήλωση 50αριά χιλιάδων στην Γκρενόμπλ, σπάζονται τα γραφεία της MEDEF κι ένα αστυνομικό τμήμα (φωτογραφίες). Έντεκα συλλήψεις ανηλίκων στην Ναντέρ για συγκρούσεις με τους μπάτσους κι εμπρησμούς οχημάτων στις απεργιακές διαδηλώσεις της 18-19/10. Άλλες 22 συλλήψεις “σπαστών” σ’ όλη τη Γαλλία. Μπάχαλα στο St-Nazaire κι οχτώ συλλήψεις. Μπλόκα διαδηλώσεις και συγκρούσεις σε όλη τη χώρα (φωτο). Βανδαλισμοί κεραιών της γαλλικής τηλεόρασης France3 και διακοπή του προγράμματος στη Lille. Δωρεάν μεταφορές στο Belfort κα. 50% των πτήσεων του Orly αναβάλλονται. Μπλόκα στην κυκλοφορία στο Παρίσι. Απεργίες των οδοκαθαριστών σε πολλές πόλεις. Μεγάλη ανάπτυξη του κινήματος στην Caen, πορεία 170.000 και μπλόκα. Παρεμβάσεις σε γραφεία του UMP σ’ ολόκληρη τη χώρα, κατεβασμένες οι τζαμαρίες των γραφείων στις Αρδέννες στη διάρκεια διαδήλωσης (φωτό). Πορείες στη Λυόν και αντισυγκέντρωση 150 εθνικιστών “ενάντια στα σπασίματα” υπό αστυνομική περιφρούρηση. Βίαια αστυνομική καταστολή στην απόπειρα ειρηνικής κατάληψης της νομαρχίας στο St-Etienne από διαδηλωτές, η περιφρούρηση της CGT σε ρόλο μεσολαβητή (φωτό). 2.000.000 συμμετέχουν στις διαδηλώσεις σ’ όλη την επικράτεια (φωτογραφίες από Νάντη) σύμφωνα με τη CGT, αν και ο νόμος έχει ήδη υπερψηφιστεί στο κοινοβούλιο, κι επικυρωθεί. Οι σχολικές αργίες πιθανόν να είναι υπεύθυνες για μια ύφεση στις μαθητικές κινητοποιήσεις.
29/10
Πριν το ξημέρωμα, άγνωστοι ντυμένοι ως αστυνομικοί, επιτίθενται στον καταυλισμό τσιγγάνων του Poissy. H CGT μπλοκάρει την ανέγερση του σταδίου της Lille. Συμπλοκές με τα CRS. Ημέρα δράσης στην Μασσαλία. Χτίσιμο της εισόδου των γραφείων της Medef στη Χάβρη, από μέλη της CGT (φωτο): η διάσταση μεταξή της μαχητικότητας της βάσης και της αμηχανίας(;) της συνδικαλιστικής ηγεσίας αυξάνει, καθώς οι κοινοβουλευτικές τάσεις του κινήματος, μετά την επικύρωση του νόμου σιγά-σιγά αποχωρούν, παραπέμποντας την αναμέτρηση στις επερχόμενες εθνικές εκλογές του 2012… Μπλόκα σε δρόμους (και συλλήψεις τριών συνδικαλιστών στο Μπορντώ), σε σχολεία, διυλιστήρια, διαδηλώσεις και διάφορες δράσεις σε όλη τη χώρα. Ένα χρονοδιάγραμμα των κινητοποιήσεων (μτφρ. google translator) μέχρι και τις 28/10, κι ένας χάρτης (απ’ το γαλλόφωνο δελτίο rebetiko). Κρατούν γερά οι απεργίες στην πετρελαιοβιομηχανία, σε μεταφορές, κι αυτοδιοίκηση, ενώ αναμένεται η επιστροφή των μαθητών και της νεολαίας στο παιχνίδι, που έχουν σηκώσει τεράστιο βάρος της αναμέτρησης, καθώς ριζοσπαστικές μειοψηφίες μαθητών κρατούν επαφή με τις κινηματικές διαδικασίες παρά τις σχολικές αργίες.
30/10
Νωρίς την νύχτα, σαμποτάρονται δεκάδες ΑΤΜ τραπεζών στο Guingamp. Σπασίματα γραφείων του UMP σε Ντιζόν και Montceau. Μια χαλάρωση των κινητοποιήσεων αποδίδεται στο τριήμερο αργίας (Toussaints, των αγίων πάντων στη Γαλλία). Ενδιαφέρον παρουσιάζει η εμφάνιση γκράφιτι στα νεκροταφεία της Τουλούζ, με συνθήματα όπως “θάνατο στους νεκρούς”, “ξυπνήστε τους νεκρούς” κλπ που χαλάν τη γιορταστική ατμόσφαιρα. Τις επόμενες νύχτες, θα εμφανιστούν και διάφοροι βανδαλισμοί στο χιονοδρομικό κέντρο του Serre-Chevalier, με τις συνολικές ζημιές να υπολογίζονται στα 300.000 ευρώ. Γκράφιτι με βρισιές κατά των μπάτσων, αλγερινές σημαίες και λοιπά αντεθνικά σύμβολα θα εμφανιστούν στην υπό ανάπλαση/gentrification περιοχή της Ανγκουλέμ, μαζί με διάφορους βανδαλισμούς. Βανδαλισμοί και σε μνημεία των νεκρών γάλλων στρατιωτών στην Άπω Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική, και σε μνημείο της “ελεύθερης Γαλλίας” με κόκκινες μπογιές και συνθήματα, φεμινιστικά και άλλα ωραία, αντεθνικού περιεχομένου.
31/10
Μια τάση “επιστροφής στην ομαλότητα”, λόγω της τριήμερης αργίας, περιορισμένη όπως θα φανεί, γίνεται ωστόσο αντιληπτή απ’ το κράτος, που περνά στην αντεπίθεση, είτε με συλλήψεις και δίκες νεαρών όπως στο Παρίσι, είτε με εκκενώσεις καταυλισμών τσιγγάνων όπως στη Λυόν.
1/11
Μπλόκο σούπερμάρκετ στο Montivilliers. Άνοιγμα διοδίων στην Τουλούζ. Μπλόκα σε πετρελαιαποθήκες σε Ντιζόν και Longvic. Απεργοί ανοίγουν τα διόδια στο Calvados για να περάσουν οι αυτοκινητιστές δωρεάν, ενώ αρκετοί απ’ αυτούς συνεισφέρουν οικονομικά για την ενίσχυση των απεργιακών ταμείων (φωτογραφίες). Απόπειρα κλεισίματος εργοστασίου στο Blanquefort, αποτρέπεται μετά από επέμβαση της αστυνομίας. Μπλοκάρισμα mall στην Boulogne. Απεργία και μπλόκα απ’ τους οδοκαθαριστές του Laval (δυτική Γαλλία). Στην Κορσική, ισχυρό προπύργιο της απεργίας όπου η δυσφορία εναντίον του γαλλικού κράτους παίρνει ιδιαίτερα τοπικά χαρακτηριστικά, στρατολογικό κέντρο του γαλλικού στρατού γίνεται στόχος εμπρηστικής επίθεσης. Μπλοκάρεται το τραίνο υψηλής ταχύτητας (TGV) μεταξύ Le Mans-Rennes. Μπλόκο και στα τραίνα του Chambéry, και μαθητικές κινητοποιήσεις στην ίδια πόλη. Οι πετρελαϊκές υπολογίζουν σε 200 εκ ευρώ τις απώλειές τους από την παρατεταμένη απεργία. Τα αφεντικά μετράνε τις ζημιές τους. 300.000 ευρώ μόνο, οι καταστροφές στο εμποροδικείο της Nanterres.
2/11
Πρώτος γύρος. Συνεχίζουμε! Γενικές συνελεύσεις και μπλόκα στο Παρίσι. Μπλόκο της Σορβόννης. Απεργία, μπλόκα και διεπαγγελματική γενική συνέλευση στο Genevilliers. Κλείδωμα των γραφείων της εφορίας στο St-Dennis. Γενικές συνελεύσεις και μπλόκα στην πανεπιστημιούπολη της Γκρενόμπλ, του Σεν-Ετιέν, της Λυόν, της Νάντης, του Le Mans, του Pau, και αλλού. Μπλοκάρονται με φλεγόμενα οδοφράγματα οι ταχυμεταφορές Chronopost της Νάντης, που εξυπηρετούν τους πλουσίους, ώστε να μην πλήττονται απ’ τις ελλείψεις λόγω απεργίας (φωτογραφίες). Μπλόκο απ’ τη διασυνδικαλιστική (CGT, CFDT, SUD, FSU και CNT) του πυρηνικού εργοστασίου του Cruas-Meysse (φωτογραφίες), ενώ μέλη της CGT μπλοκάρουν και τη βιομηχανία χημικών του Ρουσιγιόν (φωτο). Μπλόκα και αστυνομική καταστολή και στην Καέν. Διακοπή της απογευματινής λειτουργία σε εκκλησία του Carcassonne, από νεολαίους -βορειοαφρικανικής καταγωγής σύμφωνα με τους αυτόπτεις μάρτυρες πιστούς- που πέταξαν πέτρες και ντομάτες προς τους ιερείς, κι έσπασαν ένα άγαλμα της παναγίας.
3/11
Επιστροφή των μπλόκων σε πολλά πανεπιστήμια, σ’ όλη τη χώρα. Άμεση καταδίκη σε 3 μήνες φυλάκισης ενός απεργού του Grandpuits, μέλους της CGT, που συνελήφθη σε διαδήλωση στο Παρίσι. Μαθητική διαδήλωση στο Chalon. Νυχτερινό μπλόκο της πετρελαιαποθήκης του Auchan (φωτογραφίες). Πειθαρχικά συμβούλια εναντίον φοιτητών που συμμετέχουν στις διαδηλώσεις, στην Πικαρδία. Μπλόκα σε διάφορες πόλεις, και πετρελαιαποθήκες, γενικές συνελεύσεις στα πανεπιστήμια στην Γκρενόμπλ (φωτογραφίες) και αλλού. Με την επιστροφή των μαθητών απ’ το τριήμερο, εμφανίζονται και τα πρώτα μπλόκα και κλειδώματα σχολείων εκ νέου.
4/11
Αστυνομική επέμβαση στο κατειλημένο πανεπιστήμιο του Saint-Étienne, και σπάσιμο της κατάληψης. Ένας φοιτητής υπό κράτηση (φωτογραφίες). Μπλόκο αποτεφρωτήρα στο SaintOuen, με διανυκτερεύσεις, χορό, γλέντι, συζητήσεις (φωτογραφίες). Μπλόκο και στο αεροδρόμιο της Τουλούζ, απ’ τη CGT και άλλους (φωτογραφίες), το ίδιο και στο αεροδρόμιο της Νάντης (φωτο), του Roissy, του Κλερμόν-Φεράν, του Ορλύ (Παρίσι) ενώ στάσεις απεργίας εμφανίστηκαν και στης Λυόν και της Μασσαλίας. Μπλόκο απ’ τη διασυνδικαλιστική και σε σήραγγα Frejus των Άλπεων που ενώνει τη Γαλλία με την Ιταλία. Νυχτερινή διαδήλωση με δαυλούς και φαναράκια στο Alençon (φωτο). Διαδηλώσεις και μπλόκα και στην Ρεϋνιόν, κυρίως από μαθητές και νεολαίους. Μπλόκο μέρους του λιμανιού της Βρέστης. Μπλόκο στα λεωφορεία του Villeneuve d’Ascq. Πολλοί μαθητές όπως του λυκείου Paul-Valéry δεν προσέρχονται για μάθημα, ενώ άλλοι οργανώνουν μικρές διαδηλώσεις (φωτό, φωτό από Le Mans) ή μπλόκα στα σχολεία τους (φωτό). Αστυνομική καταστολή, και σύλληψη ενός μαθητή στο Περπινιάν. Επί έξη ώρες μια επί τόπου πρωτοβουλία νεαρών κρατά κλειστή την πετρελαιαποθήκη του Guéret (φωτό). Βήμα σαλιγκαριού στον αυτοκινητόδρομο Παρίσι-Λίλ, χάρι στα μπλόκα των φορτηγατζήδων. Πορείες κι εκδηλώσεις στη Λυόν. Άγρια διαδήλωση στο Παρίσι, με συμμετοχή κυρίως νέων, φοιτητών, μαθητών, περικυκλώνεται από CRS και ασφαλήτες και αντιμετωπίζει βάρβαρη καταστολή, ενώ στις 89 υπολογίζονται οι συλλήψεις. Στο Angers, η αστυνομία μπλοκάρει τους δρόμους γύρω από τα γραφεία του UMP εμποδίζοντας τους διαδηλωτές να κατευθυνθούν προς τα κει. Πίσω στο Παρίσι, εργαζόμενοι του υπουργείου πολιτισμού μπλοκάρουν το Grand Palais. Η εταιρία κλιματιστικών Behr, χρησιμοποιεί ελικόπτερα προκειμένου να σπάσει την απεργία και να παρακάμψει τα μπλόκα των απεργών (φωτό). Νυχτερινή διαδήλωση φοιτητών και νεολαίων στο Μονπελιέ. Γενικές συνελεύσεις αγώνα στη Ρεν, Λιλ κ.α.
5/11
Επιστροφή των μπλόκων στα σχολεία. Τουλάχιστον τα μισά λύκεια του Μονπελιέ κλειστά. Μπλοκάρεται η διανομή της εφημερίδας Ouest-France κοντά στη Rennes (φωτό), τα τυπογραφεία της εφ. Voix du Nord, το δημαρχείο του Vire (φωτό) σταθμοί τραίνων (φωτο) και τα επείγοντα του νοσοκομείο Tenon στο Παρίσι. Γενικές συνελεύσεις σε Μονπελιέ, Μοντωμπάν, Ρεν κ.α... Ανάπτυξη των μπλόκων και στη Χώρα των Βάσκων (λινκ). Άνοιγμα των διοδίων στο Voreppe κοντά στην Γκρενόμπλ από τριανταριά άτομα και μοίρασμα πάνω από 3.000 προκηρύξεων στους οδηγούς που περνούσαν δωρεάν. Απεργοί (κυρίως της CGT) μπλοκάρουν τις αποθήκες των Lidl στο Sautron. Διεθνής δράση στα γαλλο-γερμανικά σύνορα κατά της μεταφοράς πυρηνικών αποβλήτων με τραίνα.
6/11
Μπλόκο στον σ.σ του Guingamp (φωτογραφίες). Συμβολική κατάληψη του δημαρχείου του Vire (φωτογραφίες). Μπλόκο στο πανεπιστήμιο του Metz (φωτό). Οι μπάτσοι επιτίθενται στο μπλοκάρισμα των γραφείων της εφημερίδας Ouest-France, και συλλαμβάνουν 2 άτομα μετά από αντίσταση των διαδηλωτών. Στη Ρεν, το ράδιο France Bleu Armorique καταλαμβάνεται για μιάμιση ώρα από “30 άτομα της αναρχοαυτόνομης τάσης” σύμφωνα με τη διευθύντρια του ραδιοσταθμού, που διαβάζουν προκηρύξεις στον αέρα. Μπλόκο στα τραίνα στο Morlaix, από 50αριά διαδηλωτές, κυρίως των συνδικάτων Sud-Solidaires. Περίπου 500 διαδηλωτές μπλοκάρουν τον σ/σ του Quimperlé και αντιστέκονται σθεναρά στις προσπάθειες των μπάτσων να σπάσουν το μπλόκο (φωτό). Κατάληψη επ’ αόριστον του πανεπιστημίου του Mirail στην Τουλούζ, το ίδιο και στο Poitiers, αν κι εκεί οι μπάτσοι εκκενώνουν την κατάληψη το ίδιο βράδυ. Στην Tours δημιουργείται ένας κεντρικός συντονισμός των γενικών λαϊκών και των διεπαγγελματικών ανοιχτών συνελεύσεων του αγώνα (ιστοσελίδα). Στην ίδια πόλη, μπλόκα δημιουργούνται γύρω από εμπορικά κέντρα (Galleries Lafayette κα) Στο Cognac, 500 διαδηλωτές καταλαμβάνουν την περιφέρεια, ενώ σε συμπλοκές με την αστυνομία τραυματίζεται ένας μπάτσος. Διαδηλώσεις, καθηστική διαμαρτυρία και συμπλοκές με τους μπάτσους στην Αβινιόν (φωτό, βίντεο). Διαδήλωση στην Γκρενόμπλ, οι συμμετέχοντες εκτιμώνται απ’ τη CGT στους 55.000, ενώ απ’ τις αρχές στις 5.500. Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στην μέση. Ο αριθμός των συμμετεχόντων στις διαδηλώσεις έχει μειωθεί αισθητά, ωστόσο η δυναμική των μπλόκων και των άλλων δράσεων (όπως και η διάδοση των απεργιακών ταμείων κι εντύπων αντιπληροφόρησης) είναι πολύ πιο έντονη απ’ αυτήν που θέλουν να περάσουν τα μμε. Στην κωμόπολη του Soultz, η αστυνομία προωθεί το αγγλοσαξονικό μοντέλο γενικευμένου χαφιεδισμού, προτείνοντας “συμμετοχή των πολιτών” στην επιτήρηση σε συνεννόηση με τη χωροφυλακή και τη δημοτική αστυνομία, ώστε να αποφευχθούν “πράξεις που υπονομεύουν την ησυχία και το αίσθημα ασφαλείας των πολιτών, όπως διαρρήξεις, βανδαλισμοί κ.α.” Η πρώτη συγκέντρωση που κάλεσε ο Δήμος ματαιώθηκε λόγω μικρής προσέλευσης, οπότε ο δήμαρχος σκέφτεται να στείλει τη δημοτική αστυνομία να γυρίσει από σπίτι σε σπίτι ώστε να ξετρυπώσει τους κατοίκους και να τους “ρωτήσει για ποιό λόγο δεν προσήλθαν”. Λαϊκή κουζίνα (σούπα) και νυχτερινή διαδήλωση στο Chambéry (φωτό). Πολιορκεία του δημαρχείου της Brioude από διαδηλωτές.
7/11
Παρέμβαση σε εκδήλωση της L’ Oreal στο Λούβρο, διαδηλωτές εισέβαλλαν σπρώχνοντας τους μπάτσους και φωνάζοντας “εσείς είστε οι κλέφτες και τα αποβράσματα”, “τις συντάξεις να πληρώσουν τα αφεντικά”. Ένας 17χρονος συλλαμβάνεται στο Tarn, για πυρπόληση γαλλικής σημαίας με την παρέα του. Την νύχτα κάηκαν επίσης οχήματα κοντά σε λύκειο της Lyon. Μπλόκα και βανδαλισμοί στα σχολεία του Carcassonne.
Ενημέρωση για τα πανεπιστήμια: Toulouse II μπλοκαρισμένο μετά από ψηφοφορία 2.000 φοιτητών. Nantes: μπλοκαρισμένο μετά από ψηφοφορία 700 φοιτητών, μέχρι τη Δευτέρα. Angers: κλειδωμένο μετά από ΓΣ. Metz: κλειδωμένο, μετά από ΓΣ. Brest: κλειδωμένο μετά από ΓΣ. Caen: μπλοκαρισμένο μέχρι τις 20 Οκτώβρη, η τελευταία ΓΣ 2000 φοιτητών ψήφισε κατά της συνέχισης των μπλόκων, αλλά υπέρ της αποχής από μαθήματα και της κατάληψης ενός αμφιθεάτρου. Νέα ΓΣ στις 8/11. Le Havre: Μπλοκαρισμένο απ’ τις 3/11 μετά από ΓΣ 300 φοιτητών, το μπλόκο έσπασε από τις πρυτανικές αρχές κι αντιδραστικούς καθηγητές συνοδεία αστυνομικών στις 4/11. Sorbonne: Μπλοκαρισμένο μέχρι τις 2/11, κατάληψη απ’ την ΓΣ στις 3/11 και επίθεση της αστυνομίας κι εκκένωσή του. Tolbiac: ΓΣ 2000 φοιτητών καταψήφισε τη συνέχιση του μπλοκαρίσματος στις 2/11. Saint-Étienne: μπλοκαρισμένο από ΓΣ 300 φοιτητών, εκκενώθηκε μετά από επίθεση της αστυνομίας στις 3/11. Le Mans: ΓΣ στις 2/11 ψήφισε υπέρ της συνέχισης του μπλοκαρίσματος. Lyon II: οι πρυτανικές αρχές καταδικάζουν τις πράξεις βανδαλισμού και κρατούν το πανεπιστήμιο κλειστό (λοκ-άουτ) ώστε να μην καταληφθεί από φοιτητές. Montpellier III: κλειστό μέχρι τις 4/11, οπότε η ΓΣ 1.200 φοιτητών καταψήφισε τη συνέχιση του μπλόκου. Poitiers: Μετά από επίθεση της αστυνομίας, σπάει η κατάληψη της πρυτανείας που κρατούσε μέχρι τις 4/11. Reims: έμεινε κλειστό μόνο για μια μέρα, στις 28/10. Paris VI: έκλεισε μόνο για τις 2/11. Grenoble: η ΓΣ ψήφισε υπέρ του μπλοκαρίσματος, ωστόσο δεν είναι πρακτικά αποτελεσματικό. Το ίδιο για το Pau. Limoges: υπέρ του μπλοκαρίσματος η ΓΣ της 2/11. Lille III: η ΓΣ ψήφισε υπέρ του μπλοκαρίσματος, αλλά λόγω μικρής προσέλευσης δεν είναι πλέον αποτελεσματικό. La Rochelle: ΓΣ υπέρ του μπλοκαρίσματος για δυο μέρες (2-4/11).
8/11
Παρέμβαση συνδικαλιστών στο δημαρχείο του Plouay. Απ’ έξω αντισυγκέντρωση 10αριά αντιδραστικών για το κόστος της απεργίας και των ζημιών στους φορολογούμενους κλπ. Διάλογος κωφαλάλων μεταξύ συνδικαλιστών και αντιδραστικών. Ο δήμαρχος της Ρεν θυμάται ότι το κατειλημμένο “σπίτι της απεργίας” μπορεί να αξιοποιηθεί και δρομολογεί την επανάκτησή του απ’ τον δήμο.
9/11
Απεργία των εργαζομένων σε κέντρα εύρεσης εργασίας. Μπλόκα δρόμων και σιδηροδρομικών σταθμών στην Νιμ. Καταδίκες τριών ανηλίκων στο Chambéry για επεισόδια στα πλαίσια της πορείας της 14/10, σε ολιγοήμερες ποινές φυλάκισης, “κοινωνικής εργασίας” και χρηματικών προστίμων. Μπλόκα σε πανεπιστήμια, σιδηροδρόμους (και TGV), κι εκατοντάδες λύκεια σ’ όλη τη χώρα, σε αρκετά παρεμβαίνει η αστυνομία και εκκενώνει τα σχολεία, το ίδιο και στο πανεπιστήμιο της Caen. Καταδίκη ενός 20χρονου στο Lorient σ’ έναν χρόνο φυλάκισης για ρίψη μιας πέτρας σ’ έναν πάνοπλο μπάτσο, στη διαδήλωση της 19/10. Δυναμική μαθητική διαδήλωση στο Μονπελιέ “ο αγώνας είναι σαν κύκλος: απ’ οποιοδήποτε σημείο και ν’ αρχίσει, δε σταματά ποτέ”. Συλλήψεις μαθητών από διάφορα σχολεία του Μονπελιέ ως απάντηση της αστυνομίας. Αστυνομική βία σε λύκεια στο Dessaignes. Πορεία και τοπικές δράσεις στη Ρεν. Μαθητική πορεία στη Γκρενόμπλ, και τραυματισμός ενός μαθητή στην προσπάθειά του να διαφύγει τις επιθέσεις της αστυνομίας (φωτό&βίντεο)
10/11
Μπλόκα και κατάληψη δημαρχείου στο Tarbes, από φοιτητές. Απεργία και μπλόκο στον αποτεφρωτήρα του Saint-Ouen. Μπλόκα και φλεγόμενα οδοφράγματα στο Καλαί απ’ τη διασυνδικαλιστική (φωτό). Μπλόκο στο πανεπιστήμιο της Μπεζανσόν, μετά από ψηφοφορία στη ΓΣ (φωτό). Κατάληψη αμφιθεάτρου από αναρχικούς στο πανεπιστήμιου του Ντιζόν (φωτό). Ενντωμεταξύ, μια φοιτητική διαδήλωση 55.000 στο Λονδίνο ενάντια στην αύξηση των διδάκτρων και την μεταρρύθμιση στα βρεττανικά πανεπιστήμια (φωτό) καταλαμβάνει τα γραφεία των συντηρητικών και συγκρούεται με την αστυνομία. “Στο Ris-Orangis προτιμάμε το κοτόπουλο στα κάρβουνα”: πυρπόληση δυο περιπολικών της αστυνομίας σε υπόγειο πάρκινγκ. Κατάληψη των γραφείων της εταιρίας σιδηροδρόμων SNCF στη Λυόν. 8 μήνες φυλάκισης για έναν “σπάστη”-φοιτητή πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο της Λυόν. Καταδικάστηκε για ζημιές σε έξι οχήματα και τραυματισμό ενός μπάτσου.
11/11
Μέλη της CNT παρεμβαίνουν στις εκδηλώσεις για την ημέρα μνήμης (11/11: ημερομηνία κατάπαυσης του πυρός, του πρώτου παγκοσμίου πολέμου το 1918, αλλά και το 1943, απελευθέρωση της Γαλλίας απ’ τους αντάρτες “Maquis” και τους δυτικούς συμμάχους της). Μπλόκο στα Carrefour στο Quimper και στο Chambéry, η CGT και η CFDT Carrefour αποδοκιμάζουν το μπλόκο, που οργανώθηκε από το NPA (νέο αντικαπιταλιστικό κόμμα), την CNT και ανένταχτους αγωνιστές (google translate). Διήμερες αποβολές δέκα μαθητών για “οργάνωση μπλόκων” σε λύκειο του Combs-la-Ville. Απόπειρα κατάληψης κι αυτοδιαχείρισης της φοιτητικής λέσχης του Στρασβούργου. Μπλόκο υπεραγοράς του Montauban. 20 μέρες φυλάκισης για έναν μαθητή απ’ το Παρίσι, για συμμετοχή σε συμπλοκές με την αστυνομία. Αναγγελίες νεοναζιστών (κυρίως από τη Λυόν) για θεαματικά εγκαίνια των γραφείων του εθνικιστικού κόμματος στο Saint-Étienne, είχε ως απάντηση αντιφασιστική συγκέντρωση 150 περίπου αγωνιστών (φωτό). Η αστυνομία έκανε προσπάθειες να περικυκλώσει την αντιφασιστική συγκέντρωση και να αποφύγει τυχόν συμπλοκές, ωστόσο ένα 19χρονο μέλος του γαλλικού “εθνικού μετώπου” δε στάθηκε τόσο τυχερό και κατέληξε στο νοσοκομείο. Μπλόκο εμπορικού κέντρου στην Καέν (φωτό). Άνοιγμα των διοδίων στην Νιμ (φωτό). Άγρια διαδήλωση 150 ατόμων στη Λυόν, χωρίς ανοιχτό κάλεσμα αλλά στόμα-με-στόμα, συμπλοκές με την αστυνομία στην προσπάθειά της να περικυκλώσει τους διαδηλωτές. Μαζικές προσαγωγές και καταστολή της διαδήλωσης του Παρισιού απ’ την αστυνομία. To ίδιο πρωί, περίπου 100 άτομα συγκεντρώθηκαν με κάλεσμα της CNT για να καταγγείλουν τους θανάτους στην εργασία. Στην Γκρενόμπλ, Ρομά μαζί με μέλη της συλλογικότητας Collectif Solidarité Roms χτίζουν την πρώτη κοινοτική σάλα για την εξυπηρέτηση των βασικών αναγκών των Ρομά της περιοχής, και συγκεντρώνουν κουβέρτες, ρούχα, φάρμακα κλπ (φωτογραφίες!). Αναλυτικά οι δράσεις της ημέρας, με google translate.
12/11
Το πανεπιστήμιο Lyon II παραμένει μπλοκαρισμένο. 15.000 διαδηλωτές στη Χάβρη, κυρίως απ’ τα κεντρικά συνδικάτα (φωτό, λινκ).
13/11
Επιστροφή στην ομαλότητα; Πέσιμο σε Ρομά στην Pont de Bagnolet (Παρίσι) από 2 κλούβες CRS.
14/11
30αριά άτομα απ’ τον συντονισμό αναρχικών ομάδων (λινκ) παρεμβαίνουν στο Haute-Garonne εναντίον της εργασίας την Κυριακή. Άνοιγμα των διοδίων στη Roanne, στο Vinci (Nantes) και στο Fleury-en-Bière. Το ίδιο και στην Ντιζόν, όπου οι διερχόμενοι προτρέπονται σε ελεύθερη συνεισφορά για τα απεργιακά ταμεία. Σύλληψη ενός άγγλου, μιας γερμανίδας κι ενός αιθίοπα στο Καλαί, για αναγραφή αντιμπατσικών συνθημάτων.
15/11
Μέρα δράσης των διεπαγγελματικών συνελεύσεων. Προβολές, εκδηλώσεις και συναυλίες στο κατειλημμένο “σπίτι της απεργίας” στη Ρεν (πρόγραμμα). Μπλόκο σε υπεραγορά του Mellac. Ενέδρες και πεσίματα σε μπάτσους και πυροσβεστική στο Chambéry. Ένας 15χρονος στο Mulhouse, σκοτώνεται σε δυστύχημα από μηχάνημα αρτοποιείου, όπου βρισκόταν για μια υποχρεωτική σχολική εργασία. Μπλόκο στις galleries Lafayette και νυχτερινή πορεία στην Caen (φωτογραφίες). Δίκη μιας ακτιβίστριας της CNT που συνελήφθη στην πορεία της περασμένης πρωτομαγιάς για κατέβασμα δυο καμερών επιτήρησης 360 μοιρών στην Γκρενόμπλ. Η δίκη αναβάλλεται για τέταρτη φορά, καθώς η αστυνομία δεν έχει συντάξει ακόμα την σχετική έκθεση για το δικαστήριο. Μπλόκο στο λιμάνι της Santes, κοντά στη Lille, απ’ την ανοιχτή συνέλευση αγώνα της Lille, και τα συνδικάτα Solidaires και CNT. Νυχτερινή διαδήλωση στη Χάβρη (φωτογραφίες & google translate). Με τη δύση του ηλίου, η αστυνομία ξεκινά επιχείρηση-σκούπα κατά των μεταναστών χωρίς χαρτιά στη Belleville (Παρίσι).
16/11
Δίκη του αυτόνομου χώρου casa marulaz στη Μπεζανσόν. Μπλόκο στα Airbus στο Bordeaux.
17/11
Συνοπτικές πανομοιότυπες καταδίκες δυο διαφορετικών περιπτώσεων διαδηλωτών συλληφθέντων στις 23/9 και στις 12/10, σε έναν μήνα φυλάκιση και 400 € αποζημίωση σε μπάτσους που υποτίθεται χτυπήθηκαν από πέτρες. Πάνω από 300 συλλήψεις τις τελευταίες 2 εβδομάδες και πρωτοφανής αστυνομοκρατία στη Λυόν, “κυριλέ” πόλη με παραδοσιακά ασήμαντο κίνημα, που όμως έκανε την εμφάνισή του για πρώτη φορά σ’ αυτό το απεργιακό κύμα, μέσα απ’ τις εκτεταμένες συγκρούσεις στο κέντρο της πόλης. Καθώς το κίνημα χάνει έδαφος και υποχωρεί, η αστυνομοκρατία προελαύνει χλευάζοντας κάθε πρώτερη παραδοχή νομιμότητας. Συλληφθέντες καταδικάζονται για κατοχή φυλλαδίων του τύπου “νομικές συμβουλές για διαδηλωτές” κλπ. Αναβάλλεται η δίκη πέντε μαθητών του Μονπελιέ που συνελήφθησαν να μοιράζουν φυλλάδια κατά της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης, και κατηγορούνται για …παρεμπόδιση συγκοινωνιών, αντιμετωπίζοντας ποινές μέχρι και 4.500 €. Συνέντευξη τύπου για την καταστολή στο Saint-Nazaire, σύμφωνα με την οποία, μόνο στο προάστειο αυτό έχουν καταγραφεί την περίοδο των κινητοποιήσεων: 64 συλλήψεις (20 ανήλικα), 60 κατ’ οίκον περιορισμοί, 16 δίκες συνεχίζονται, 15 έχουν ήδη καταδικαστεί σε ποινές φυλάκισης, 12 έχουν ήδη εξοριστεί απ’ τη χώρα, οι υπόλοιποι θα δικαστούν τους επόμενους μήνες. Πηγή: www.codelib.info
18/11
Γιορταστική διαδήλωση στη Λυόν, ενάντια στα πανευρωπαϊκά μέτρα λιτότητας. Συναυλία στήριξης του κατειλημένου Σπιτιού της Απεργίας στη Ρεν. Συνδικαλιστή των Sud-Solidaires του Poitiers καταδικάζεται για τη συμμετοχή του σε μπλόκο (άρνηση να βγει απ’ το όχημά του, απείθια, παρακώλυση κυκλοφορίας κλπ) σε 2 χρόνια φυλάκισης και 4.500 €. Βίαιες συλλήψεις μετά από διαδήλωση στην Μπεζανσόν από μπάτσους με σκυλιά και μηχανοκίνητους.
19/11
Καταστολή και απειλές διαγραφής φοιτητών που συμμετείχαν στο κίνημα, απ’ το πανεπιστήμιο του Μονπελιέ για υποτιθέμενες κλοπές, φθορές κλπ. Μια ματιά στις δράσεις στο Πουατιέ, με αυτόματη μετάφραση google.
20/11
Αντιφασιστική διαδήλωση στη Μπεζανσόν ενάντια σε “αυτόνομους” εθνικιστές (φωτογραφίες), χριστιανοταλιμπάν και την προπαγάνδα τους κατά της έκτρωσης (αφίσσα) Ανάλογη πορεία και στη Λιλ (αφίσσα), Ανζέρ, Τουλούζ, Μπορντώ, Πουατιέ, Νάντ, Νανσύ… Φωτογραφίες και αυτόματη μετάφραση google εδώ κι εκεί, περισσότερες φωτογραφίες. Δράσεις στο Μονπελιέ ενάντια στην καταστολή του κινήματος.
21/11
Μπλόκο σουπερμάρκετ στην Mézière, από κόσμο απ’ τη CGT και τη Fédération anarchiste. Απόδραση 6 μεταναστών χωρίς χαρτιά απ’ το κέντρο κράτησης της Vincennes. Αστυνομοκρατία σην Belleville και γειτονιές του Παρισιού.
22/11
Νέα κατάληψη στη Rouen, με τ’ όνομα “Habite Asociale“. Δυο νεαροί μαροκινής καταγωγής, “χωρίς χαρτιά”, οι Mohamed Sakkmi, 26 ετών, και Icham Mekkaoui, 22 ετών, καταδικάζονται σε 10 χρόνια κάθειρξης για τον εμπρησμό ενός κέντρου κράτησης μεταναστών (CRA) στο Bordeaux, στις 19/1/2009/. Οι δυο νέοι αναγνωρίστηκαν από υλικό σε κάμερες ασφαλείας κοντά στο κέντρο. Άνοιγμα της πολιτικής κατάληψης “La Mandragore” στο Μονπελιέ. Ημέρα δράσης στο Παρίσι, πορεία προς το χρηματιστήριο, εκδηλώσεις…
23/11
Πορεία και συναυλία στην κεντρική πλατεία της Μπεζανσόν. Από 200 μέχρι 400 εκ. ευρώ την ημέρα υπολογίζει η Bloomberg τις ζημιές της γαλλικής οικονομίας στη διάρκεια της απεργίας. Απεργία και μπλοκάρισμα της εταιρίας μεταφορών Sopitra στα περίχωρα της Νάντης. Σε συγκέντρωση στη Ρεν, συνδικαλιστές των κεντρικών συνδικάτων CGT και CFDT αρνούνται να διαβαστεί κάλεσμα της Διεπαγγελματικής Συνέλευσης της πόλης, και επιχειρούν να απομονώσουν τα μέλη της συνέλευσης. Πορεία 40αριά ατόμων σε γειτονιές του Saint-Claude και μοίρασμα προκηρύξεων. Στο λιμάνι της Χάβρης, πορεία 2.500 ατόμων και διασυνδικαλιστικές διαδικασίες για “αγώνα σε μακροπρόθεσμη κλίμακα”. Αντικατασταλτική συγκέντρωση και συνέλευση στο Μονπελιέ.
][][
Ουσιαστική υποχώρηση του κινήματος. Στις 25/11 στη Χάβρη, πρωτοφανής αριθμός εργαζομένων παρίσταται στην μνημόσυνη συγκέντρωση για τα 100 χρόνια απ’ την καταδίκη σε θάνατο του συνδικαλιστή Jules Durand. Στις 27/11, αναγνωρίζεται ο πρώην υπουργός παιδείας των σοσιαλιστών Claude Allègre στην Νάντη, και τουρτώνεται (φωτογραφίες). Μακροπρόθεσμη στρατηγική και από τις διεπαγγελματικές συνελεύσεις, που σε συνάντησή τους στην Νάντη, ορίζουν νέες ημέρες δράσεις στις 14/12 και 15/1. Στις 29/12, δολοφονείται από μπάτσους με taser μετανάστης απ’ το Μαλί, στο Colombes (Παρίσι). Στις 30/11, πυρπολείται όχημα της δημοτικής αστυνομίας στο Aimargues. Νέα κατάληψη κτιρίου στη Βαστίλλη. Στις 2/12 εκκενώνεται το Σπίτι της Απεργίας στη Ρεν από αστυνομικές δυνάμεις, κόβεται το ρεύμα και το νερό και μπαζώνεται το ισόγειο ώστε να αποφευχθεί ανακατάληψη του χώρου. Ακολουθεί άγρια διαδήλωση 300 ατόμων που επιτίθεται σε καλλιτεχνική έκθεση του δήμου. 4/12 συγκέντρωση και ανοιχτή κουζίνα στο Montreuil. Το βράδυ πυρπολούνται 2 οχήματα του Ερυθρού Σταυρού, σε αλληλεγγύη με τους εγκλείστους της Vincennes (στη Γαλλία, όπως και στην Ιταλία και αλλού, ο Ερυθρός Σταυρός συνεργάζεται ανοιχτά με το κράτος στη λειτουργία και διαχείριση κέντρων κράτησης μεταναστών και φυλακών). Επίσης, πυρπολείται για τρίτη φορά μέσα σε τρεις εβδομάδες το υπό ανέγερση αστυνομικο μέγαρο του Béziers. 6/12: σύσταση κοινής συλλογικότητας φοιτητών-εργαζομένων στη Ρεν, για συνέχιση των δράσεων. Βανδαλισμοί και κόκκινες μπογιές στην πρόσοψη του δικαστηρίου της Τουλούζ. Συνεχίζονται οι συλλήψεις μαθητών απ’ την αστυνομία της Λυόν, για αναποδογυρίσματα αυτοκινήτων ενάμισυ μήνα πριν.
][][
Ρίχτε μια ματιά σ’ αυτό το βιντεάκι: http://www.youtube.com/watch?v=Qi7XtHbpa6s&feature=related. Είχε κυκλοφορήσει αρκετά, μπλογκερς στη Γαλλία αλλά και στην Ελλάδα(!) βγήκαν απ’ τα ρούχα τους για τον “αστυνομικό με πολιτικά” που κλωτσάει στον αέρα τον τύπο που πάει να σταματήσει έναν “σπάστη”, όντας βέβαιοι ότι πρόκειται για αστυνομικό με πολιτικά(!). Αν και η ταυτότητα του “συντρόφου νίντζα” απασχόλησε αρκετά το κίνημα στη Γαλλία, επιλέξαμε να μην αναπαράγουμε τη σχετική (εξαντλητική) συζήτηση εδώ, καθώς δεν υπήρχε κάποιο εμφανές στοιχείο που να προσδίδει μια αστυνομική ιδιότητα, εκτός από μια μπανάλ μπαχαλοφοβική ερμηνεία των κινήσεων, της χορογραφίας, των κινήτρων… Ο “σύντροφος νίντζα” τελικά συνελήφθη και καταδικάστηκε στις 6/12 σε έναν χρόνο φυλάκισης. Στο δικαστήριο είπε “ήθελα απλά να τους φοβίσω, να τους φοβίσω ώστε να αποφευχθεί ένα λυντσάρισμα”.
][][
6/12: Σπάσιμο γραφείων του εθνικιστικού κόμματος FN στην Νίκαια. Βανδαλισμός και λεηλασία εκκλησίας στο Gourin. Ιστορική πτώση των ποσοστών της CGT στα συνδικάτα, αν και διατηρεί τον έλεγχο στρατηγικών τομέων (ενέργεια, ταχυδρομία κλπ).
Προκηρύξεις, αναλύσεις και σχόλια από τη γαλλική γενική απεργία
για μια συνοπτική ιδέα για το τί γίνεται στη Γαλλία, βλ. εδώ.
][][
Contre l’exploitation, bloquons l’économie!
Ενάντια στην εκμετάλλευση, να μπλοκάρουμε την οικονομία!
“Μα καλά, κάνετε απεργία εν μέσω κρίσης;”
Συνδικαλιστικές ηγεσίες, αφεντικά και βουλευτές της αριστεράς και της δεξιάς, μοιράζονται το ίδιο αίσθημα υπευθυνότητας. Στο όνομα του “οικονομικού ρεαλισμού”, υποτίθεται ότι οφείλουμε να αποδεχθούμε την αναγκαιότητα μιας ολοένα κι αγριότερης εκμετάλλευσης. Ιδού το ιδεολογικό όπλο που συστηματικά στρέφουν ενάντια σ’ οποιονδήποτε εξεγείρεται ενάντια σ’ αυτό το σύστημα.
“Εν μέσω κρίσης, θέλετε να κάνετε ζημιά στην οικονομία; θα φταίτε για τις απολύσεις…”
Στο όνομα της ίδιας ψευτο-λογικής, ορισμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες αρνούνται να διεκδικήσουν όχι μόνο την απόσυρση του νομοσχεδίου αλλά ούτε καν μια μεταρρύθμισή του. Κάποιοι άλλοι, για λόγους τακτικισμού, απαιτούν την απόσυρση, αλλά αρνούνται να συμβάλουν στην αποκατάσταση μιας πραγματικής ισορροπίας δυνάμεων: μέσα απ’ τη γενική απεργία, τα μπλόκα, το σαμποτάζ, κλπ. Τα συνδικάτα, που υποτίθεται ότι μιλούν στ’ όνομα των εργαζομένων, έχουν αυτή τη λειτουργία: της συνδιαχείρισης αυτής της ταξικής κοινωνίας μέσω της διαπραγμάτευσης και της διαμεσολάβησης.
Σήμερα, τα κεντρικά συνδικάτα προσπαθούν να ελέγξουν και να περιορίσουν τον ανταγωνισμό, μονοπωλώντας τα διεκδικητικά πλαίσια. Εμποδίζουν την όξυνση του αγώνα, κι αυτό έχει τεράστια σημασία: Δεν έχουν βγάλει ούτε μια προκήρυξη που να μην κινδυνολογούν για κατευθυνόμενες συγκρούσεις.
Επιπλέον, πολλοί εργαζόμενοι που, έχοντας περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στον μύλο που αλέθουν την υπεραξία τους τ’ αφεντικά, δεν επιθυμούν διόλου έναν αγώνα με μόνο στόχο να διασφαλίσει τα ψίχουλα που ρίχνουν ως τώρα τ’ αφεντικά. Είναι πολλοί επίσης που δεν επιρρεάζονται άμεσα απ’ το νομοσχέδιο: άνεργοι και όσοι ζουν με επιδόματα, περιοδικά εργαζόμενοι, μετανάστες χωρίς χαρτιά, μαθητες ή φοιτητές για τους οποίους η αγορά εργασίας δεν επιφυλάσσει ούτε μια ελάχιστη προσοδό, συνταξιούχοι που ήδη λαμβάνουν μια μίζεροι σύνταξη κ.α… Και που παρ’ όλ’ αυτά, κατανοούν και συμμετέχουν στο κίνημα που αναδύεται. Είμαστε πολλοί που συμμετέχουμε περισσότερο σ’ ένα κοινωνικό κίνημα παρά σε μια διαμαρτυρία εναντίον ενός νόμου που μας θίγει. Που επιθυμούμε μια μεγαλύτερη ώθηση στον ισχύοντα συσχετισμό δυνάμεων, από πορείες-κηδείες στη γωνία μεταξύ δημοκρατίας και έθνους.
Χωρίς τις πρωτοβουλίες που θα ξεπερνούν τα θεσμικά πλαίσια, χωρίς μια απεργία που θα ξεβράσει τους εργατοπατέρες των συνδικάτων, δε θα υπάρξει μια πραγματική αντίρροπη δύναμη που συνιστά ένα πραγματικό κοινωνικό κίνημα στη γέννησή του. Ένα κίνημα μέσα στο οποίο οι συντεχνιακές διεκδικήσεις ξεπερνιούνται και οι γραφειοκράτες χάνουν το έδαφος κάτω απ’ τα πόδια τους, όπου οι δράσεις απαντούν σε ανησυχίες που ευρείες από το μονοδιάστατο ζήτημα της σύνταξης, όπου ο αγώνας δεν περιορίζεται στην υπεράσπιση υποτιθέμενων κεκτημένων.
Κρατώντας στο μυαλό μας τον δρόμο που μένει να διανύσουμε, ας οργανώσουμε τη λύσσα μας.
Υπάρχουν πολύ περισσότερα να πάρουμε, απ’ αυτά που μας προορίζουμε!
Ραντεβού στο τέλος της πορείας, πίσω απ’ το πανώ:
“Τα αφεντικά δεν καταλαβαίνουν παρά μια γλώσσα: απεργία, μπλόκα, σαμποτάζ!”
Επικοινωνία: turbin@riseup.net
][][
A bas la paix sociale! – Κάτω η κοινωνική ειρήνη!
Με το βάθεμα της κρίσης, όλες οι κυβερνήσεις των κρατών και σύσσωμες οι πολιτικές τάσειςεεπιταχύνουν τη λήψη μέτρων λιτότητας. Οι εκμεταλλευτές σ’ όλες τις χώρες διαπραγματεύονται και συνωμοτούν για να μας κάνουν να σφίξουμε ολοένα και πιο πολύ το ζωνάρι. Στο όνομα της διάσωσης της οικονομίας, της επιχειρηματικότητας, ορίζουν περικοπές των μισθών, αύξηση των φόρων, πετσοκόβουν κάθε κοινωνική πρόνοια…
“Κατανοώ την ανησυχία των εργαζομένων, αλλά τα ευρωπαϊκά πλάνα λιτότητας είναι απαραίτητα προκειμένου να αποκατασταθούν τα δημοσιονομικά μεγέθη και να καταφέρουμε να πάρουμε κοινωνικά μέτρα, δηλαδή να δημιουργήσουμε θέσεις εργασίας” (Herman Van Rompuy). Νά πώς ο πρόεδρος του συμβουλίου της Ευρώπης συνόψισε τις προοπτικές που μας προσφέρει ο σάπιος κόσμος του: να υπομένουμε πάντα κάθε θυσία για να ενισχύσουμε το Κράτος, να διασφαλίσει την κερδοφορία του κεφαλαίου, και να ελπίζουμε έτσι ότι θα συνεχίσει να μας εκμεταλλεύεται (υπό ολοένα και χειρότερες συνθήκες), σ’ έναν αέναο κύκλο υποταγής.
Οι μισθωτοί σκλάβοι αυτού του κόσμου θα πρέπει πάντα να θυσιάζονται για να συντηρούν την ίδια τη σκλαβιά τους! Η ζωή της τεράστιας πλειοψηφίας των ανθρώπων θα πρέπει κάθε φορά να θυσιάζεται προκειμένου να διασώζονται τα συμφέροντα του κεφαλαίου, για να αποφύγει την χρεωκοπία του μέσα στον ίδιο τον χρεωκοπημένο κόσμο του.
Η μόνη εναλλακτική λύση, βρίσκεται στα χέρια μας: Ή θα πολεμήσουμε ή θα πεθάνουμε! Ή θα οργανωθούμε για να υπερασπιστούμε τις ανάγκες μας ενάντια στις ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας, ή θα σκύψουμε το κεφάλι και θα πάμε σαν τα πρόβατα για σφαγή!
Λυπούμαστε αλλά μέση λύση δεν υπάρχει. Οι μεταρρυθμίσεις, οι εναλλακτικές προτάσεις διαχείρισης της κρίσης, από μια άλλη κυβέρνηση κλπ… είναι όλα τρόποι να μας αποπροσανατολίζουν και να μας παίρνουν τον αγώνα μας μέσ’ απ’ τα χέρια μας.
Αν σήμερα τα συνδικάτα μας καλούν σε αποχαυνωτικές μονοήμερες “δράσεις”, να μας σαλαγήσουν στο δρόμο και να μας ρίξουν στο “τραπέζι των διαπραγματεύσεων”… είναι ακριβώς για να μας αφομοιώσουν στα πλαίσιά τους, να μας χαλιναγωγήσουν, να σαμποτάρουνε την οικειοποίηση του αγώνα μας από μας τους ίδιους… για να μετατρέψουν τις αντιδράσεις μας που προκύπτουν ενόψει της επίθεσης που δέχονται οι συνθήκες ζωής μας, σε απονευρωμένα, συντεχνιακά, μεταρρυθμιστικά αιτήματα.
Για να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας ενάντια στις επιθέσεις του κεφαλαίου, οφείλουμε να οργανωθούμε έξω κι ενάντια στα συνδικάτα, να οικοδομήσουμε τον αγώνα μας με τρόπους που να σπάνε την απομόνωσή μας. Να απορρίψουμε κάθε θυσία και κάθε υπεράσπιση της εθνικής οικονομίας. Η οικομνομία βρίσκεται σε κρίση; Ας πεθάνει!
Μπροστά σε μια “απεργία” των συνδικαλιστών, ας οργανωθούμε για να καταστρέψουμε την κοινωνική ειρήνη!
Να εμποδίσουμε την κυκλοφορία: να μπλοκάρουμε τους δρόμους, τα τραίνια… Να εμποδίσουμε την παραγωγή, οργανώνοντας παρεμβάσεις σε επιχειρήσεις, σχολεία… Να διαρρήξουμε την απομόνωση που μας επιβάλλουν τα σύνορα μεταξύ κρατών, και οι διαφορές μεταξύ επαγγελματικών κλάδων… Να εμποδίσουμε μια επιστροφή στην ομαλότητα με όλα τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας!
Με πρωτοβουλία των σιδηροδρομικών εργατών του Gare de l’Est και των εκπαιδευτικών του 18ου διαμερίσματος [του Παρισιού], συναντηθήκαμε μια εκατοστή μισθωτών (σιδηροδρομικών, εκπαιδευτικών, ταχυδρομικών, στα μμε, σε είδη διατροφής, στην πληροφορική κλπ) συνταξιούχων, ανέργων, φοιτητών, εργάτες με ή χωρίς χαρτιά, από συνδικάτα ή όχι, για να γνωριστούμε στις 28 Σεπτέμβρη, και στις 5 Οκτώβρη για να συζητήσουμε το συνταξιοδοτικό κι ευρύτερα τις επιθέσεις που δεχόμαστε και τις προοπτικέςνα κάνουμε αυτήν την κυβέρνηση να τις πάρει πίσω.
Ήμασταν εκατομμύρια που διαδηλώσαμε και που απεργήσαμε και βρεθήκαμε μαζί στις τελευταίες μέρες δράσης. Η κυβέρνηση παρ’όλ’αυτά δεν έκανε ακόμη πίσω. Μόνο ένα μαζικό κίνημα θα είναι σε θέση να της το επιβάλλει. Η ιδέα αυτή δρομολογήθηκε μέσα σε συζητήσεις γύρω απ’ την κυλιόμενη, γενική, επ’ αόριστον απεργία και το μπλοκάρισμα της οικονομίας.
Το ποιά μορφή θα έχει αυτό το κίνημα είναι κάτι που αφορά όλους εμάς. Είναι στο χέρι μας να το δημιουργήσουμε στους χώρους εργασίας μας, με τις απεργιακές επιτροπές, στις γειτονιές μας με τις λαϊκές γενικές συνελεύσεις. Θα πρέπει αυτές να ενώνουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του εργαζόμενου κόσμου, και να συντονίζονται σε πανεθνικό επίπεδο με αιρετούς και άμεσα ανακλητούς εκπροσώπους. Είναι στη διάθεσή μας να αποφασίσουμε τα μέσα των δράσεών μας, τις διεκδικήσεις μας… εμάς και κανενός εκτός από μας.
Αν αφήσουμε τους Chérèque (CFDT-το χριστιανοδημοκρατικό συνδικάτο), Thibault (CGT) και Σία να αποφασίζουν για μας, τότε ας προετοιμαζόμαστε για νέες ήττες. Ο Chérèque είναι υπέρ της πρότασης για 42 έτη εργασίας. Δεν μπορούμε να διανοηθούμε ότι ο Thibault θα παλέψει τώρα για να πάρουν πίσω το νομοσχέδιο, καθώς δεν μπορούμε και να ξεχάσουμε το 2009 που έπινε σαμπάνια με τον Σαρκοζί, ενώ χιλιάδες από μας απολύονταν, αφήνοντάς μας να μας τσακίζουν έναν-έναν.
Δεν έχουμε πια καμμιά εμπιστοσύνη στους υποτιθέμενους “ριζοσπάστες”. O ριζοσπαστισμός του Mailly φτάνει μέχρι να σφίξει το χέρι του Aubry, ενώ και το PS (σοσιαλιστές) ψήφισε υπέρ των 42 ετών. Όσο για τη Sud-Solidaires, τη CNT ή την άκρα αριστερά (OL NPA), δεν μας προσφέρουν καμμιά προοπτική πέραν της συστράτευσης στη συνδικαλιστική ενότητα. Δηλαδή της ενότητας πίσω απ’ αυτούς που θέλουν να διαπραγματευτούν την υποχώρηση.
Αν σήμερα βρίσκονται καβάλα στο κύμα της κυλιόμενης απεργίας, είναι κυρίως για να αποφύγουν να ξεβραστούν απ’ αυτό. Να απλώνουν τον έλεγχό τους στον αγώνα μας, είναι ένα προσόν για να γίνουν δεκτοί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων… γιατί; Διότι, όπως είναι γραμμένο στην επιστολή που υπογράφουν επτά σωματεία της CFTC στην εφημερίδα Solidaire (αλληλέγγυα), “πρέπει να ακουστούν οι απόψεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων στο πλαίσιο εύρεσης ενός συνολικότερου τρόπου, πιο δίκαιου και αποτελεσματικού, για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος.
Μπορούμε να πιστέψουμε έστω για μια στιγμή ότι μπορεί να υπάρξει μια αμοιβαία συνεννόιηση με αυτούς που μας κλέβουν τις συντάξεις από το 1993 ήδη, με αυτούς που έχουν κάνει επιχείρηση την μεθοδική διάλυση των συνθηκών ζωής μας;
Η μόνη ενότητα που είναι ικανή να κάνει την κυβέρνηση και την άρχουσα τάξη να τα μαζέψουν, είναι αυτή της ενότητας δημόσιου κι ιδιωτικού, μισθωτών κι ανέργων, συνταξιούχων και νέων, εργατών μέ ή χωρίς χαρτιά, από συνδικάτα ή όχι, ενότητα στη βάση, μέσα σε κοινές γενικές συνελεύσεις, και στον έλεγχο του αγώνα από μας τους ίδιους.
Θεωρούμε την απόσυρση του νόμου για τις συντάξεις ως την ελάχιστη διεκδίκηση. Κι αυτή δεν αρκεί. Εκατοντάδες χιλιάδες ηλικιωμένων εργαζομένων επιβιώνουν ήδη με λιγότερα από 700 ευρώ τον μήνα, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες νέοι ζουν με τα ελάχιστα επιδόματα πρόνοιας (RSA). Για εκατομμύρια από μας, το κρίσιμο ζήτημα είναι ήδη του να ‘χουμε φαί, στέγη, περίθαλψη. Δεν το θέλουμε άλλο.
Ναι, οι επιθέσεις ενάντια στις συντάξεις είναι το δένδρο που κρύβει πίσω του το δάσος. Από τότε που ξεκίνησε η κρίση, η άρχουσα τάξη με τη βοήθεια του Κράτους πέταξαν στο δρόμο εκατομμύρια εργαζομένους, εξάλειψαν χιλιάδες θέσεις εργασίας στις δημόσιες υπηρεσίες. Κι είμαστε ακόμα στην αρχή. Η κρίση συνεχίζεται και οι εναντίον μας επιθέσεις θα γίνονται ολοένα και πιο άγριες.
Για να τις αντιμετωπίσουμε, δεν μπορούμε να ‘χουμε εμπιστοσύνη στα αριστερά κόμματα (PS, PCF, PG…). Πάντοτε υπηρέτησαν πιστά τα συμφέροντα της μπουρζουαζίας, δίχως να αμφισβητήσουν ποτέ τα βιομηχανικά συμφέροντα ή το χρηματοπιστωτικό σύστημα και την μεγάλη ιδιοκτησία. Επιπλέον, στην Ισπανία, όπως και στην Ελλάδα, είναι η αριστερά της εξουσίας που οργανώνει την επίθεση του κεφαλαίου εναντίον των εργαζομένων. Για τις συντάξεις μας, την υγεία, την εκπαίδευση, τις μεταφορές, για να μην πεθαίνουν της πείνας οι εργάτες θα πρέπει να οικειοποιηθούν τα πλούτη που παράγουν για να καλύψουν τις ανάγκες τους.
Σ’ αυτόν τον αγώνα, δεν μπορούμε να εμφανιζόμαστε ως υπερασπιστές των συμφερόντων της μιας ή της άλλης ομάδας, αλλά ως κάποιοι απ’ όλον τον κόσμο της εργασίας, και μαζί των μικρο-γεωργών, των ψαράδων και ναυτικών, των τεχνιτών και αυτοαπασχολούμενων, που οδηγούνται στην αθλιότητα με την καπιταλιστική κρίση.
Πρέπει να τους διδαχθούμε και να μπούμε μπροστάρηδες σ’ όλους τους αγώνες που θα ξεσπάσουν ώστε να γίνουν όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικοί ενάντια στο κεφάλαιο. είτε είμαστε μισθωτοί, άνεργοι, επισφαλείς, χωρίς χαρτιά, οποιαδήποτε κι αν είναι η εθνικότητά μας, όλος ο κόσμος της εργασίας βρισκόμαστε στην ίδια βάρκα.
Ραντεβού για να συζητήσουμε στις διεπαγγελματικές γενικές συνελεύσεις
Τρίτη 12/10, Τετάρτη 13/10
Bourse du travail, métro République
Ένας προσωπικός απολογισμός της άγριας διαδήλωσης του Παρισιού (16/10):
δημοσιεύτηκε στο Indymedia Nantes
6μμ απόγευμα στην πλατεία Nation, τα τελευταία μπλοκ της μεγάλης συνδικαλιστικής διαδήλωσης περνούν. Μια πρώτη απόπειρα για άγρια διαδήλωση (manif sauvage) ξεκινά στη θέα των αστυνομικών μπλόκων που κλείνουν τον δρόμο που σχεδίαζαν να βαδίσουν οι απεργοί. Μαζευτήκαμε γύρω απ’ το σημείο φωνάζοντας Απεργία επιθετική, αποφασιστική, και Απεργία, μπλόκα, σαμποτάζ, άλλη γλώσσα δεν καταλαβαίνουν τα αφεντικά (“grève offensive, définitive”, ou “grève, blocage, sabotage, les patrons ne comprennent qu’un langage”). Η ουρά της πορείας τότε άρχισε ν’ ανασυγκροτείται, εκεί που βρίσκονταν οι μπάτσοι για δεύτερη φορά μες την εβδομάδα, μια αρκετά ενδιαφέρουσα τακτική.
Ήμασταν πραγματικά αρκετοί, τουλάχιστον 500, που κατηφορήσαμε την λεωφόρο, διασχίσαμε το μπλοκ της CNT (αρκετά συμπαθητικές διαθέσεις, αλλά ελάχιστοι άφησαν τις γραμμές τους, προτιμώντας να παραμείνουν στην πλατεία ψάλλοντας τη διεθνή όρθιοι/ες με τις γροθιές υψωμένες. Συνεχίζουμε, ασταμάτητοι, ο δρόμος ανοίγεται μπροστά μας.
Αρκετή ένταση, επιτάχυνση, φωνές ο ένας στον άλλον (περιμέντε! περπατάτε πιο γρήγορα!) αλλά παραμένουμε αρκετοί που κατευθυνόμαστε προς τη Βαστίλλη, φωνάζοντας “πάμε Παρίσι εξεγέρσου” (“Paris, debout, soulève toi”) και άλλα συνθήματα. Πρώτος στόχος γίνεται το στρατολογικό γραφείο στην Reuilly Diderot, συνθήματα, μπογιές, πέτρες κλπ. Περνώντας μπροστά από μια τράπεζα, ο κόσμος κατεβάζει μια βιτρίνα, ξεκινά το μπάχαλο. Ένα λεωφορείο των CRS (γαλλικά ματ) δέχεται επίθεση με σιδερόβεργες και πυροτεχνήματα, λίγο πριν ή λίγο μετά.
Οι μπάτσοι μας ακολουθούν όλο και πιο ασφυκτικά. Με την πάροδο του χρόνου, μαζεύτηκε μια εκατοντάδα χοιρινών, ως επί το πλείστον κουκουλωμένοι, με κράνη και ρόπαλα, μας ακολουθούν, και τελικά μας περικυκλώνουν σπρώχνοντάς μας στα πεζοδρόμια. Μπορεί να είναι προσωπική μου εντύπωση, αλλά οι μπάτσοι με τα πολιτικά ήταν πιο χεσμένοι απ’ τους ένστολους.
Εν συντομία, φτάνουμε στη Βαστίλλη, βρίσκουμε κι άλλον κόσμο (λιγότερο πολυάριθμοι μέχρι τότε), που διασκορπίζονται τελικά, ενώ ένα κομμάτι θα προσπαθήσει να καταλάβει την όπερα. Τουλάχιστον ένας άνθρωπος συνελήφθη από μπάτσους εκείνη τη στιγμή, πέντε γουρούνια τον έριξαν στο έδαφος και φώναζαν, ήταν μακρυά απ’ την πορεία όμως.
Εκεί (δεν είναι δημοσιογραφικό το άρθρο αυτό φυσικά), δεν είμαι σίγουρος τί συνέβη. Πενηνταριά άνθρωποι θα γύριζαν στην όπερα, και δεδομένου του μικρού πλήθους, θα ήταν στη διάθεση της άλλης πλευράς το τί θα γινόταν. Εκείνη τη στιγμή έγιναν και οι περισσότερες προσαγωγές. Μεταξύ τριάντα και σαράντα άτομα σύμφωνα με τις πηγές. Οι μπάτσοι τους κράτησαν στον προθάλαμο του κτιρίου, για να μην προκληθεί κάποια στάση. Εκείνη τη στιγμή αποχώρησα, οπότε δε θα μιλήσω για τη συνέχεια, δεν έχω γνώση τί έγινε.
Λευτεριά σε όλους κι όλες.
][][
Μπλόκα, σαμποτάζ, άγρια απεργία…
Καταλήψεις, καταστροφές, απαλλοτριώσεις
ν’ αγωνιστούμε οπλισμένοι με όλη τη λύσσα μας
Πλατεία de Gaule, 19/10
][][
«Gaspillez le carburant» – Ξοδέψτε τα καύσιμα!
Κάλεσμα των απεργών προς όλους τους εργαζομένους που χρησιμοποιούν οχήματα στο πλαίσιο της εργασίας τους:
Στο σημερινό απεργιακό κίνημα που εξαπλώνεται, η απεργία των εργαζομένων στα διυλιστήρια είναι στρατηγικής σημασίας για ολόκληρη την εργατική τάξη. Στην ερώτηση πώς να βοηθήσουμε τον αγώνα των εργατών στα διυλιστήρια, απαντάμε: “πηγαίντε για βενζίνη στα πρατήρια!”
Για τους περισσότερους μισθωτούς και μισθωτές, η τιμή της βενζίνης πληρώνεται από την τσέπη τους και πρέπει να κάνουν οικονομία… όμως για δεκάδες χιλιάδες μισθωτούς, στις μεταφορές, διανομείς, και αρκετοί ακόμα τομείς, χρησιμοποιούν καθημερινά οχήματα στο πλαίσιο της εργασίας τους, κι εδώ είναι το αφεντικό που “πληρώνει” για τη βενζίνη!
Αν είστε σε τέτοια θέση και για τον έναν ή τον άλλον λόγο δεν μπορείτε να απεργήσετε (η καλύτερη αλληλεγγύη στους εργάτες των διυλιστηρίων παραμένει η συμμετοχή στο κίνημα προς μια γενικευμένη απεργία μέχρι την απόσυρση του νόμου για το συνταξιοδοτικό), αρκεί να κάνετε αυτό: να σπαταλήσετε τα καύσιμα!
Θα γνωρίζεται πολλές συμβουλές για την εξοικονόμηση καυσίμων, αρκεί λοιπόν να κάνετε ακριβώς τ’ αντίθετο. Έτσι, μεταξύ των συμβουλών που δίνονται για την εξοικονόμηση, διαβάζουμε “το άναμμα των φώτων σημαίνει μεγαλύτερη κατανάλωση απ’ το να οδηγείτε με σβηστά φώτα”. Το ίδιο ισχύει για υαλοκαθαριστήρες, ραδιόφωνο, κλιματισμό… Στο κυνήγι της σπατάλης, ο κλιματισμός είναι ένας ακόμα μεγάλος εχθρός. Βάλτε το κλιματιστικό να δουλεύει, και θα καταφέρετε τουλάχιστον ένα 20% παραπάνω κατανάλωσης καυσίμου. Ξέρετε λοιπόν τί πρέπει να κάνετε, και υπάρχει ακόμα ένα πλήθος άλλων τρόπων. Σε ορισμένα επαγγέλματα, είναι επίσης εφικτό να χαθούν απ’ την πορεία τους και να κάνουν μερικές δεκάδες χιλιόμετρα παραπάνω.
Με δεκάδες χιλιάδες μισθωτούς που χρησιμοποιούν τα οχήματά τους και που, χωρίς να χάσουν οι ίδιοι μια δεκάρα, θα κατασπαταλήσουν τα καύσιμα, τα αποθέματα θα στραγγίσουν πολύ γρηγορότερα και η απεργία των συντρόφων στα διυλιστήρια θα γίνει πολύ πιο αισθητή και θ’ αρχίσει να αγγίζει άμεσα το σύνολο των λειτουργιών της καπιταλιστικής οικονομίας, πιέζοντας πολύ πιο σθεναρά την κυβέρνηση να αποσύρει το πετσόκομμα των συντάξεών μας.
Des travailleurs en lutte – Εργαζόμενοι στον αγώνα
][][
Le front commun des casseurs- Ενιαίο μέτωπο των “σπαστών”
[Είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί εκ του προοιμίου: η μορφή δεν είναι το περιεχόμενο. Κατά συνέπεια, δεν τίθεται εδώ θέμα εξιδανίκευσης των καθαυτό πρακτικών, αλλά της εξέτασής τους σ’ ένα πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο. Η βία δεν είναι ποτέ κάτι που μπορούμε να μυθοποιούμε, να εξιδανικεύουμε. Είναι απλά μια αναγκαιότητα σε κάθε πράξη εξέγερσης, άσχετα με οποιαδήποτε επαναστατική πολιτική ορθότητα. Και πρέπει πάντα να διεξάγεται απαλλαγμένη απ’ τις βρώμικες εξουσιαστικές στρατηγικές]
Παρατηρούμε μια ευδιάκριτη διαφορά σ’ αυτό το κοινωνικό κίνημα σε σχέση μ’ αυτά που προηγήθηκαν. Η είσοδος σ’ αυτό των λυκειοπαίδων δεν έγινε με διακριτικό τρόπο, αυτό είναι το λιγότερο που θα μπορούσαμε να πούμε. Η ριζοσπαστικοποίηση δεν ήρθε από μια μειοψηφία στα άκρα του κινήματος, αλλά μεταδίδεται άμεσα απ’ τις ίδιες τις πράξεις του κινήματος, με τρόπο διάχυτο. Ρίξτε μια ματιά στις ειδήσεις των τελευταίων ημερών, δίνουν μια ένδειξη ακριβή και διόλου αμφιλεγόμενη: αντιμετωπίζουμε τους μπάτσους, σπάμε, καίμε, λεηλατούμε κοκ. απ’ τις μεγαλύτερες πόλεις μέχρι τα χωριά. Η μηχανή έχει πάρει μπρος, και η λύσσα διαδίδεται.
Κι εδώ εντοπίζεται μια δεύτερη ιδιαιτερότητα: η φιγούρα της νεολαίας των προαστείων του νοέμβρη 2005, που κατά το μαθητικό κίνημα του 2005 ή το κίνημα ενάντια στο cpe το 2006, κατέβαινε στις διαδηλώσεις αλλά όχι με τον ίδιο σκοπό που είχαν κι οι διαδηλωτές οι ίδιοι (και ορισμένοι “ανταγωνισμοί” γίνονταν τελικά αισθητοί στον τομέα αυτόν), ξαναβρέθηκε τώρα απ’ την ίδια πλευρά των οδοφραγμάτων. Μια κάποια ενοποίηση επιτέλους γεννήθηκε. Δεν είναι η ενότητα της τάξης, αλλά είναι μια αισιόδοξη αφετηρία συνεργασίας. Ποιός όμως -τ’ αυγό ή η κότα- το γέννησε αυτό; Δεν έχει τόση σημασία να το διερευνήσουμε. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι τα δυο φαινόμενα αυτά είναι αλληλοτροφοδοτούμενα: Οι μαθητές που μπλοκάρουν τα σχολεία τους υιοθετούν στρατηγικές (ή τουλάχιστον αντιδράσεις) πιο επιθετικές, η νεολαία των προαστείων, που ένα κομμάτι της απέχει από τη σχολική κανονικότητα (πιθανώς αδιαφορώντας μπρος στην ενσωμάτωση ή την κοινωνική άνοδο) έρχεται τώρα στα σχολεία για να συμμετάσχει στα μπλόκα, και γύρω απ’ αυτά να βοηθήσει ή να απολαύσει τα μπάχαλα, συνεισφέροντας την πέτρα του… Κι έτσι προχωρούν τα πράγματα…
Μπορούμε να βρούμε ακόμα μια σειρά από πράξεις βίας που ακόμη και τα μμε δεν μπορούν να πουν (και πλέον κανείς) ότι οφείλονται αποκλειστικά σε “υποκινούμενους σπάστες”. Και οι καθηγητές των λυκείων ακόμα αναγνωρίζουν με συμπάθεια ότι ανάμεσα στους σπάστες βρίσκονται και οι μαθητές τους. Οπότε, σκατά! η φιγούρα των “βαρβάρων” αποσυντίθεται. Μπορούμε να βρούμε μαρτυρίες όπου δε χωρεί αμφιβολία, αλλά είναι ακόμη πιο εκκωφαντικές: η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, την οποία κανείς δε θέλει, αλλά και για την οποία κανείς δεν νοιάζεται. Είναι επίσης, ένα καλό πρόσχημα για ‘χουμε τα πάντα γραμμένα, όπως κάνουμε για τα περισσότερα πράγματα σε καθημερινή βάση. Κι όπως λένε μερικοί μαθητές: πάμε με το κίνημα. Αρχίζουμε να τα σπάμε ή να πετάμε πέτρες στους μπάτσους, επειδή το καναν οι μπροστικοί. Και χωρίς αμφιβολία αισθανόμαστε καλά. Διότι σε γενικές γραμμές, οι ίδιοι συμβαδίζουμε με πολύ μεγαλύτερη πειθαρχία καθημερινά στο (σχολικό ή γενικότερα) σύστημα. Έτσι, επιτέλους, ραγίζουμε μερικά απ’ τα κανάλια του.
Αυτή η βαλβίδα αποσυμπίεσης δεν είναι βεβαίως δωρεάν και άνευ νοήματος: Βρίσκεται στην νοητή προέκταση του νοέμβρη 2005, με μια διαφορετική αυτήν την φορά κλίμακα. Συν μερικές γεωγραφικές μεταβολές. Οι ίδιοι, με τους νέους μας συντρόφους του δρόμου, που στα 2005 γεμίζαμε ικανοποίηση να λαμπαδιάζουμε τις γειτονιές μας, τώρα λαφυραγωγούμε τα πολυτελή καταστήματα των εμπορικών οδών της Λυόν, ή φυλάμε τους δρόμους γύρω απ’ τα λύκεια της Ναντέρ. Δυο μόνο απ’ τα πιο πρόσφατα παραδείγματα, μακράν του να είναι απομονωμένα όμως. Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε πολλά άλλα.
Η αξιοσημείωτη διαφορά εδώ είναι ότι δεν τίθεται ζήτημα μιας αλυσίδας βίαιων αντιδράσεων πυροδοτημένων από μια αστυνομική “υπερβολή”, όπως ήταν η κατάσταση του νοέμβρη 2005 ή της Ελλάδας πιο πρόσφατα. Μια ευκαιριακή κατάσταση είναι συχνά δυσμενής. Κι ακόμα κι αν μπορούσαμε να μιλήσουμε εδώ για κάτι τέτοιο (η γνωστή ιστορία της αφορμής), όταν μιλάμε για μπάχαλα ως αντίδραση, θα μας έκανε εντύπωση μια μικρή όμορφη ιδιαιτερότητα: Λαμβάνοντας υπόψιν ότι η αντιδραστική βία έχει περισσότερο να νομιμοποιήσει και να αναζητήσει τον ευλογοφανή στόχο της στη φιγούρα του μπάτσου, εδώ οι μπάτσοι δεν είναι ακριβώς η αιτία της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού. Κι ακόμα κι αν επιδεικνύουν την επιθετικότητα και την κατασταλτική τους δύναμη απέναντι στο κίνημα, δεν είναι κατ’ ουσίαν, αντίθετα μ’ αυτά που πιστεύουν οι καλόπιστοι δημοκράτες της αριστεράς (οι περίφημες “αστυνομικές προκλήσεις”), που αποτελούν το λόγο που θέλουμε να τους γαμήσουμε. Αντίθετα, είναι περισσότερο μια προσωπική εκδίκηση γι’ αυτούς που γεύονται τις καθημερινές ταπεινώσεις και τους εξευτελισμούς, όσο και για να τους βάλουμε στη θέση που βρίσκονται: στη θέση αυτουνού που προστατεύει το κεφάλαιο, το Κράτος, αυτουνού που μας
“τρέχει” κάθε μέρα, αυτουνού που μας πετάει στη φυλακή και τσακίζει τις εξεγέρσεις του αύριο. Και είναι, συνεπώς, δείγμα καλού γούστου κι ενστίκτου που η πρώτη αντίδραση στη θέα τους δεν είναι πια να τους στέλνουμε φιλιά και λουλούδια, ούτε να ξαπλώνουμε σε καθηστικές διαμαρτυρίες στα πόδια τους. Αλλά να είμαστε ειλικρινείς. Όσο περισσότερο, τόσο καλύτερα.
Αλλά να μην επικεντρώσουμε απλά στους μπάτσους. (Μικρή παρένθεση, οι ομάδες περιφρούρησης των συνδικάτων θα πρέπει να γευτούν κι αυτές το φάρμακό τους…) Ο ένοπλος βραχίονας του κεφαλαίου θα πρέπει να χτυπηθεί πιο αποτελεσματικά και στο στόμα, και σίγουρα να μη σταματήσουμε εκεί. Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε, είναι ότι πρέπει να τα σπάμε, πρέπει να τα καίμε, πρέπει να λεηλατούμε. Όλα όσα μας ταπεινώνουν καθημερινά υλικά, ψυχολογικά, όλες τις απογοητεύσεις και τα αδιέξοδα που επιφυλλάσει αυτή η γαμωκοινωνία για το μεγαλύτερο κομμάτι της, πρέπει να χτυπηθούν, πρέπει να καταρρεύσουν (ειδικά τώρα που τείνουν να πάρουν ένα άμεσο πραγματιστικό πνεύμα, προκειμένου να συνεχίσουν να γεμίζουν τις τσέπες τους).
Στην τρέχουσα κατάσταση πραγμάτων, είναι ανώφελο να συζητάμε για το αν μπορεί να προκύψει κάτι μεγαλύτερο ή όχι. Μια σπασμένη βιτρίνα ή ένα αναποδογυρισμένο αυτοκίνητο ούτε άλλαξαν ποτέ, ούτε πρόκειται να αλλάξουν -ως τέτοια- τον κόσμο, αυτό είναι σίγουρο. Ισχύει ότι τις τελευταίες μέρες είναι πιο ενδεικτικές για το αύριο, για το τί θα γίνει στο κίνημα ή στο μέλλον. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν τίποτα να χάσουν και πολλά να κερδίσουν βλέποντας αυτόν τον κόσμο να πεθαίνει.Κι όταν οι περισσότεροι άνθρωποι στο δρόμο θα δρομολογήσουν μια σειρά πράξεων πέρα απ’ τις οποίες δε θα υπάρχει επιστροφή, τότε όλα είναι δυνατά. Όταν δε θα μιλάμε για 10 αλλά για 1000 κατεβασμένες βιτρίνες αιφνιδιαστικά και ταυτόχρονα. Όλα θα ξεκινήσουν.
Πότε θα πυρποληθεί ένα διυλιστήριο;
Ένα ελεύθερο κι εξεγερμένο ηλεκτρόνιο που ελπίζει σ’ ένα ρεύμα υψηλής τάσης για να μην μείνει κολλημένο στην νύχτα…
ΥΓ: κάλεσμα στους δημοκράτες θεωρητικούς-συνομωσιολόγους: σύντροφοι, για να μην αμφιβάλλετε πλέον για το γεγονός ότι δεν είναι μπάτσοι-προβοκάτορες αυτοί που κατεβάζουν τις βιτρίνες και ξεκινούν τις διάφορες βίαιες δράσεις, ιδίως στα μαύρα παρισινά μπλοκ, την επόμενη φορά πάρτε μια σιδερόβεργα και κατεβάστε μια βιτρίνα εσείς πρώτοι. Είναι μια θεραπεία-σοκ στη διάθεσή σας. Διαφορετικά, μπορείτε ακόμη να συμμετάσχετε στις τάξεις της SO και των εν τη γεννέσει σταλινικών πολιτοφυλακών της. Προσοχή όμως, γιατί αν και γνωρίζουμε ότι οι SO δεν είναι μπάτσοι-προβοκάτορες (αν και -σκατά!- συμμετέχουν σωματεία μπάτσων και δεσμοφυλάκων σε αρκετά συνδικάτα), γνωρίζουμε επίσης ότι οι μπάτσοι και οι δεσμοφύλακες έχουν παρεισφρύσει κυρίως στα κεφάλια σας. Θα πρέπει λοιπόν να αντιμετωπίζονται αναλόγως. Des porcs à saigner.
][][
Une même colère! Solidarité entre les modes d’action!
Η ίδια λύσσα! Αλληλεγγύη μεταξύ των τρόπων δράσης!
“Μπουρζουάδες του αστικού κέντρου, σταματήστε να καταγγέλετε τους ριζοσπαστικοποιημένους νέους των προαστείων! Στις ταραχές του 2005, παραπονιόσασταν ότι οι νέοι αυτοί χτυπούσαν τους διπλανούς τους, έκαιγαν τα αμάξια τους και τα μαγαζιά των γειτονιών τους… Τώρα που επιτίθενται στο πλούσιο Presqu’île, εσείς μείνατε να “καταδικάζετε τους σπάστες” που “παρεισφρύουν” στις πορείες…
Να πάψουμε να αντιπαραθέτουμε τον έναν τρόπο δράσης στον άλλον! Η οργή εκφράζεται, τόσο το καλύτερο! Είτε μέσα από ένα συνδικάτο, μια διαμαρτυρία, μια διαδήλωση ή ένα μπάχαλο! Αυτοί που υφίστανται την αστυνομική ταπείνωση στην καθημερινότητά τους, απαντούν, και καλά κάνουν! Όταν ένας μπάτσος σφυρίζει σ’ έναν νέο στο δρόμο για να “κάτσει καλά”, όταν οι μπάτσοι επιτίθενται πέντε-πέντε για να μαζέψουν έναν νέο ή μια νέα, όταν οι μπάτσοι στήνουν τα φράγματά τους πραγματοποιώντας καθημερινούς ελέγχους γύρω απ’ τα προάστεια… το εκπληκτικό είναι που δεν έχουμε τέτοιες ταραχές κάθε βδομάδα. Εάν οι νέοι πυρποολούν τα αμάξια και λεηλατούν τα μαγαζιά των πλουσίων στο τουριστικό κέντρο της Λυόν, είναι επίσης μια απάντηση στη βία που εξασκεί η μπουρζουαζία, αυτή των νυχτερινών κέντρων με τους τραμπούκους στην είσοδο, αυτή που επιδεικνύεται στα πολυτελή καταστήματα, και που κυκλοφορεί ανάμεσά μας με αστραφτερά αμάξια.
Αν λοιπόν δεν αισθάνεστε θιγμένοι/ες, στηρίξτε τις δράσεις αυτών που αφήνουν την οργή τους να εκφραστεί πλάι στη δική σας, οποιαδήποτε κι αν είναι η αφορμή της, είτε η διάλυση των (υποθετικών) συντάξεών μας, είτε των (απίθανων) προοπτικών απασχόλησής μας, ή της διαλυμένης εκπαίδευσής μας!
Ήταν οι λευκές αμερικανικές κι αγγλοσαξονικές εξουσίες που ενθρόνισαν τον Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ και τον Νέλσον Μαντέλα ως συνομιλητές τους… Αλλά ήταν η πίεση των Μαύρων Πανθήρων και των πολύμορφων εξεγερσιακών κινημάτων που τις ανάγκασαν να κάνουν κάτι τέτοιο.
Διαμαρτυρία, εξέγερση, μπλόκα, διαδηλώσεις
Αλληλεγγύη μεταξύ όλων των τρόπων δράσης
Pour la réhabilitation des “casseurs” et du sabotage
Για την αποκατάσταση των “σπαστών” και του σαμποτάζ
Το Κράτος δεν κινδυνεύει, αξιοσημείωτα και με διάρκεια, παρά εν όψει μιας αντιπολίτευσης αποφασισμένης και συντονισμένης, της οποίας η βία αποτελεί συστατικό στοιχείο.
Δεν είμαστε σε θέση να βάζουμε κανέναν να συμμετάσχει σε βίαιες ενέργειες, στις οποίες, εμείς οι ίδιοι δε συμμετέχουμε.
Αλλά αν το Κράτος επιβάλλει την ποινική ευθύνη από τα 13 χρόνια, πώς θα μας θεωρεί υπεύθυνους για παρότρυνση των νέων να τα “σπάσουν”;
Αντιμέτωπο με πρωτοφανή και μεταδιδόμενη βία, το Κράτος, όσο κι αν χλευάζει τις δράσεις των “σπαστών”, τις εκλαμβάνει δικαιολογημένα ως πράξεις σαμποτάζ, χτυπήματα αναμφίβολα πιο θαρραλέα και αποφασιστικά στην κρατική οικονομία και τη θέλησή της να ελέγχει τα πάντα, από οποιαδήποτε συνδικαλιστική στάση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Οι συμβουλές του Émile Pouget (διάβασε το Sabotage) είναι απείρως πιο αποτελεσματικές από έναν αιώνα συνδικαλιστικών και κοινοβουλευτικών διαπραγματεύσεων.
Σοσιαλιστές και συνδικαλιστές, οι οποίοι αποδοκιμάζουν, κατά τα λεγόμενά τους “κάθε βία” και περιφρονούν το σαμποτάζ, το μόνο που είναι σε θέση να υπερασπιστούν είναι τα προνόμιά τους, τα οποία επιθυμούν να διατηρήσουν. Έχουν πτώματα στο στόμα τους. Είναι η ατυχής γέννα της σμείξης της μπουρζουαζίας με το Λαϊκό Μέτωπο (και του Roger Salengro) που έσπαγε τις προλεταριακές απεργίες. Επαναλαμβάνουν τις ίδιες υποσχέσεις που έδιναν οι σοσιαλιστές και οι κομμουνιστές, στην Ισπανία του 1936, όταν αφοπλίζοντας χιλιάδες αναρχικούς, κατέστρεφαν την εργατική αυτονομία, προετοιμάζοντας την ήττα μπρος στην φρανκική και ναζιστική συμμαχία.
Η αθλιότητα που ανέδειξε η ήττα, δε χρειαζόταν πια ν’ ανέχεται τους καλομαθημένους ροζ και κόκκινους να την καταδικάζουν, και τους ξεφορτώθηκε. Όσο για την εχθρότητα που εκδηλώνουν, είναι γέννημα της ανικανότητάς τους να δημιουργήσουν ένα βιώσιμο πρόγραμμα ανθρώπινης χειραφέτησης, και άλλων βρώμικων λόγων που τους έκαναν στο παρελθόν και θα τους κάνουν και στο μέλλον, προπαγανδιστές της αθλιότητας.
Αν ο τρομοκράτης είναι ο αντικειμενικός σύμμαχος του Κράτους, ο σαμποτέρ είναι ο αντικειμενικός εχθρός του. Αυτοί που του αντιτίθενται είναι οι αντικειμενικοί σύμμαχοι του Κράτους και του τρομοκράτη.
Η καταστροφή είναι δημιουργική, έλεγε ο Μιχαήλ Μπακούνιν.
Αν η Γαλλία ήταν μια πόρνη, ο Σαρκοζί θα ήταν ο Τζακ ο Αντεροβγάλτης.
Κάψτε το και πετάξτε το μπροστά στον κόσμο.
Retraites : pour en finir avec la société industrielle et les illusions de la gauche
Συντάξιοδοτικό: για να τελειώνουμε με τη βιομηχανική κοινωνία και της ψευδαισθήσεις της αριστεράς
Φυλλάδιο που διανεμήθηκε στην Grenoble στη διάρκεια των τελευταίων δυο διαδηλώσεων.
Εκατομμύρια άνθρωποι στον δρόμο. Καλέσματα για απεργία επ’ αόριστον. Λιμάνια κλειστά εδώ και δυο βδομάδες. Διυλιστήρια μπλοκαρισμένα, ανακοινώνουν την επικείμενη έλλειψη καυσίμων. Χιλιάδες μαθητών που μπλοκάρουν τα λύκειά τους. Η αναταραχή γενικεύεται και το κίνημα ενάντια στην μεταρρύθμιση γίνεται πλέον αξιοσημείωτο. Παντού διαδίδεται αυτή η αίσθηση ότι κάτι παίζεται.
Αυτό το κίνημα, μέρος του οποίου είμαστε, όπως και αλληλέγγυοι με όλα τα πρόσωπα που αγωνίζονται σ’ αυτό, είναι ενάντια στην μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, κι ενάντια στην εκμετάλλευση γενικότερα. Είναι θεμιτό για τους ανθρώπους που εργάζονται όλην τους τη ζωή να αρνούνται να δώσουν άλλα δυο χρόνια τζάμπα. Αυτή η άρνηση είναι ακόμα πιο δικαιολογημένη τη στιγμή που ένα μοίρασμα του πλούτου που έχουν συσσωρεύσει λίγοι, θα μπορούσε να επιτρέψει σε όλους να έχουν μια αξιοπρεπή σύνταξη και ζωή.
Ωστόσο, μεγάλο μέρος της συζήτησης σήμερα αφιερώθηκε στην αριστερά και στους αντιπάλους της μεταρρύθμισης, όπου μας φαίνεται να εντοπίζεται ένα αδιέξοδο, τουλάχιστον επικίνδυνο. Στην πραγματικότητα, δεν γίνεται να υπάρξει αγώνας ενάντια στην μεταρρύθμιση του συνταξιοδιτικού συστήματος χωρίς μια σαφή άρνηση της ρομποτοποίησης της ζωής μας, και χωρίς να βγούμε απ’ το δόγμα της ανάπτυξης και της απασχόλησης με κάθε τίμημα. Χωρίς μια τέτοια κριτική, δεν μπορεί να υπάρξει κανένα κίνημα με πραγματικές προοπτικές.
Για δεκαετίες, οι μηχανές και οι υπολογιστές υποκαθιστούν μαζικά την ανθρώπινη εργασία. Χάρη στην πρόοδο στην επιστήμη και την τεχνολογία, ας σημειωθεί και η συνεισφορά των ερευνητικών κέντρων της Grenoble, του INRIΑ ή του CEA-Minatec, της STMicroelectronics και της IBM, συσσώρευση κερδών πλέον απαιτεί την εκμετάλλευση λιγότερης ανθρώπινης εργασίας απ’ ότι παλιότερα. Η έκθεση για τη δόξα του Vaucanson και του τεχνητού ανθρώπου, που στεγάζεται στο μουσείο dauphinois μέχρι τις 31 δεκέμβρη, είναι εκεί για να μας υπενθυμίζει, το ποιός θέτει το ερώτημα: “Γιατί πρέπει να αντικατασταθεί ο άνθρωπος με μηχανές;”
Ο καπιταλισμός δεν είναι πια σε θέση να δημιουργήσει θέσεις εργασίας για όλους. Μετά τους εργάτες και τους υπαλλήλους (στο ταχυδρομείο, την SNCF, τα καταστήματα ή τις τράπεζες), είναι η σειρά των δασκάλων προς την εξαφάνηση. Το σχολείο ήδη γίνεται ψηφιακό, προς όφελος των πολυεθνικών της πληροφορικής, και για κακό της εκπαίδευσης, και της ψυχικής υγείας των παιδιών. Ακόμα και οι προσωπικές υπηρεσίες τείνουν να αντικαταστήσουν τον άνθρωπο από ρομπότ.Στην Isère, το πρόγραμμα Empatic προσφέρει σε ηλικιωμένα άτομα μηχανική παρακολούθηση: καμμιά ανάγκη πλέον ανθρώπινης παρουσίας χάρι στους ηλεκτρονικούς αισθητήρες. Ζήτω η συνταξιοδότηση!
…το να σ’ εκμεταλλεύονται γίνεται “προνόμιο”
Τα ρομπότ μας αντικαθιστούν λοιπόν. Το πρόβλημα, είναι ότι παραμένουμε λιγότερο ή περισσότερο εξαρτημένοι απ’ την εργασία. Χωρίς δουλειά, δεν έχει μισθό, και το ψυγείο μένει άδειο. Όλοι οι άνθρωποι που απορρίπτονται για κάποιο μηχάνημα δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση. Έχουμε φτάσει στο στάδιο όπου το να πουλά κανείς την εργατική του δύναμη γίνεται προνόμιο. Αλλά τί προνόμιο; Οι θέσεις εργασίας που δημιουργεί ακόμα επώδυνα ο καπιταλισμός, είναι ολοένα και πιο άδειες, αποσυνδεδεμένες από τις βασικές μας ανάγκες, οι εργαζόμενοι περιορίζονται σε απλά βοηθητικά εργαλεία υπολογιστών και μηχανημάτων, κι εργοστασιακών μηχανών. Το κέρδος της παραγωγικότητας οφείλεις να αυξάνεται ακατάπαυστα, εκείνοι που εργάζονται πρέπει να μοχθούν όλο και περισσότερο, όλο και γρηγορότερα, όλο και πιο αποτελεσματικά.
Αποκλεισμένοι και άχρηστοι, ή εκμεταλλευμένοι και καταπιεσμένοι. Ιδού που καταντούμε. Δεν υπάρχει λύση για τα προβλήματα της σύνταξης ή της ανεργίας χωρίς έξοδο από τον καπιταλισμό και τη βιομηχανική κοινωνία. Για πόσο καιρό νομίζετε ότι αυτό το σύστημα θα συμβιβάζεται μ’ ένα περιττό εργατικό δυναμικό;
Για να δικαιολογήσει την μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, η δεξιά μας εξηγεί: “σήμερα υπάρχουν λιγότεροι ενεργοί εργαζόμενοι, και περισσότεροι μη-ενεργοί. Είναι λοιπόν φυσιολογικό να δουλεύουμε περισσότερο για να πληρώνουμε τους συνταξιούχους”. Κάτι στο οποίο οι οικονομολόγοι της αριστεράς και της άκρας αριστεράς απαντούν: “ακόμα και με μια ανάπτυξη της τάξης του 2%, το εθνικό προϊόν θα διπλασιαζόταν μέσα σε 40 χρόνια, και θα μπορούσαμε να δαπανήσουμε ένα πιο μεγάλο μέρος του για τη χρηματοδότηση των συντάξεων, χωρίς επιπρόσθετη καταβολή εκ μέρους των μισθωτών”.
Για την αριστερά, το πρόβλημα είναι λοιπόν αποκλειστικά ένα πρόβλημα κατανομής των (σάπιων) καρπών της ανάπτυξης. Λες και οι συντάξεις, ή ευρύτερα η ανθρώπινη αλληλεγγύη, βασίζονται στην οικονομική ανάπτυξη. Πρέπει να τελειώνουμε με την ιδεολογία της ανάπτυξης. Το να βασιζόμαστε σ’ έναν διπλασιασμό της παραγωγής μέσα σε 40 χρόνια είναι ένας καθαρός παραλογισμός. Το περιβάλλον μας δεν μπορεί να αντέξει μια τέτοια οικολογική καταστροφή. Για να μην μιλήσουμε για την υποβάθμιση της κοινωνικής ζωής. Διότι, για να παράγουμε περισσότερα, σημαίνει να παράγουμε περισσότερους υπολογιστές, περισσότερες τηλεοράσεις με επίπεδες οθόνες, περισσότερα κινητά τηλέφωνα, περισσότερα χάι-τεκ γκατζετάκια που αλλοτριώνουν, εξατομικεύουν και τελικά καταστρέφουν κάθε αληθινή σχέση μεταξύ μας. (αλήθεια εσείς, πόσους εικονικούς φίλους έχετε στο φέισμπουκ;)
Είναι η δουλειά ντροπή;
Το δεύτερο επιχείρημα της αριστεράς ενάντια στην μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, συνίσταται σε μια άρνηση της παράτασης της διάρκειας της εργασίας επειδή αυτό θα αποτελούσε φραγμό στην απασχόληση των νέων. Ποιά απασχόληση όμως; Σε εργασίες που ικανοποιούν ποιές ανάγκες; Καμμία σημασία. Αυτό που μετράει είναι να τους βάλει όλους σε μια δουλειά.
Πρέπει να εγκαταλείψουμε τη λογική της απασχόλησης με οποιοδήποτε τίμημα. Καταρχήν, γιατί δεν υπάρχει πλέον εργασία για όλους (βλ. παραπάνω). Δεύτερον, επειδή δεν μπορούμε να υπερασπιζόμαστε καμμιά εργασία όταν αναπτύσσεται εις βάρος της υπόλοιπης κοινωνίας. Δεν είναι καθόλου ντροπή να μην έχεις “εργασία” με την έννοια που έχει αυτή σ’ αυτήν την κοινωνία: δηλαδή, μια δουλειά που γίνεται μόνο για τον μισθό, χωρίς δεύτερες σκέψεις για το περιεχόμενό της.
Είναι πιο αξιοπρεπές να μην εργάζεται, παρά να είσαι τραπεζίτης, στρατιωτικής, ερευνητής νανοτεχνολογίας ή πληρωμένος δημοσιογράφος. Απ’ την άλλη, δε θέλουμε να περάσουμε τη ζωή μας χωρίς να κάνουμε τίποτα. Θέλουμε μιαν εργασία να τη διαλέγουμε, να μας γεμίζει, να τη θεωρούμε χρήσιμη. Προτιμούμε λοιπόν να μιλάμε για δραστηριότητα, όχι δουλειά.
Από που ν’ αρχίσουμε;
Ως πρώτο βήμα, να οργανώσουμε τη βάση για να επιτύχουμε την απόσυρση του νομοσχεδίου.
Καχυποψία απέναντι στα κεντρικά συνδικάτα που θα μας πουλήσουν με το που θα τους δοθεί η ευκαιρία, και στους σοσιαλιστές που δε θα αποσύρουν το νομοσχέδιο ακόμα κι αν βγουν το 2012.
Όχι άλλες ημέρες δράσης-πυροτεχνήματα, να οικοδομήσουμε ένα συνεκτικό και διαρκές κίνημα.
Να παραλύσουμε τα οικονομικά, επιστημονικά και πολιτικά κέντρα.
Να εκμεταλλευτούμε τους αγώνες μας ως ευκαιρία να συναντηθούμε μεταξύ μας, να συζητήσουμε να ανταλλάξουμε απόψεις και γνώσεις.
Πάρτε το χρόνο σας να σκεφτείτε και να χτίσετε δομές αλληλεγγύης.
Να οργανωθούμε για να εμποδίσουμε κάθε επιστροφή στην ομαλότητα. Να κλείσουμε τα εργοστάσια και τα ερευνητικά κέντρα που μας βλάπτουν. Να παράγουμε συλλογικά ό,τι έχουμε ανάγκη για να ζήσουμε, χωρίς την μεσολάβηση της βιομηχανίας.
Να αχρηστέψουμε αυτό το σύστημα που μας αχρηστεύει.
Grenoble, 12/10/2010
Grupe LIBELUDD
Libertaires, Luddites.
libeludd[arobase]laposte.net
][][
Aujourd’hui je voulais vous parler de répression…
Σήμερα θα ήθελα να σας μιλήσω για την καταστολή…
Το κίνημα ριζοσπαστικοποιείται, και είναι σημαντικό στα μάτια μου να εξηγήσω το εάν, γιατί και πώς το κράτος αντιδρά σ’ αυτό. Ο αγώνας ενάντια στην μεταρρύθμιση στο συνταξιοδοτικό έχει ήδη ενάμισυ μήνα που αναπτύσσεται. Τα συνδικάτα χρησιμοποιούν διαφορετικούς τρόπους δράσεις: διαδηλώσεις, γενικές απεργίες. Ο αγώνας για πρώτη φορά ριζοσπαστικοποιείται από μεριάς τους, με τα μπλόκα, τις απεργίες επ’ αόριστον… Κι έπειτα ήρθαν οι φοιτητές. Όλο και περισσότεροι κατεβαίναν στις διαδηλώσεις, όλο και περισσότερα λύκεια μπλοκάρονταν κλπ. Το ίδιο το κίνημα των μαθητών ριζοσπαστικοποιήθηκε στις δυο τελευταίες εβδομάδες.
Μιλούν για “σπάστες” και για “προβοκάτορες”. Από την τελευταία πέμπτη, πάνω από 150 συλλήψεις έγιναν μόνο στην Λυόν. Οι συλλήψεις έγιναν κατά κύριο λόγο μετά από πεσίματα μπάτσων στις διαδηλώσεις, και με μεθόδους ανήθικους κι ακόμα και παράνομες.
Πυροβολώντας με πλαστικές σφαίρες μπροστά σε ανήλικα απ’ τα δυο μέτρα, χτυπώντας συνδικαλιστές, παιδιά, γονείς, πασιφιστές… Αποκλείοντας τους νέους μέσα σε μια στοά για να τους ελέγχουν κι έπειτα να τους μαζεύουν, όλα αυτά, είναι εντελώς απάνθρωπα κι επαίσχυντα, και εκτός νόμου. Χθες, 200 άνθρωποι είχαν αποκλειστεί στη γέφυρα της Guillotière, ελέγχηκαν από αντιτρομοκρατικάριους της GIPN, φωτογραφήθηκαν, τους έγινε σωματική έρευνα. Εν όψει των δυνάμεων της “τάξης” που σημαδεύουν τους διαδηλωτές με γεμάτα όπλα, ορισμένοι απ’ αυτούς ήταν τόσο φοβισμένοι που προτίμησαν να ρισκάρουν τη ζωή τους πηδώντας από μια γέφυρα άνω των 10 μέτρων, για να ξεφύγουν.
Δικαστήρια καθημερινά από τη Δευτέρα κιόλας. Για ρίψη φυλλαδίων, για “προσβολή δημοσίου λειτουργού”, για “εμπρησμό σκουπιδιών”, μπορεί τώρα να βρεθούν στη φυλακή. Όλοι οι νέοι που δικάζονται βρίσκονται “έξω” μ’ αναστολή, κάποιους τους αρνήθηκαν ακόμα κι αυτό, και τους γύρισαν στο Corbas, σε προληπτική κράτηση. Βρίσκονται στη φυλακή επειδή έριξαν μια πέτρα σ’ έναν μπάτσο, αυτό μου φαίνεται πολύ άδικο. Να μη σας κουράζω με ομιλίες για τις άθλιες συνθήκες στις φυλακές. Όλα αυτά για τους κατηγορούμενους, τους “σπάστες”. Αυτοί που θεωρούνται τέτοιοι, είναι σαν εμάς. Λυκειόπαιδα, φοιτητές, ή άλλες φορές όχι. Συνήθως καταγγέλουμε τις πράξεις τους γιατί δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη τους, είναι βίαιες, και όχι πάντα κατανοητές.
Αλλά είναι εξίσου σημαντικό να θυμόμαστε ότι ακόμα κι αν αυτή η διαδικασία δεν είναι “πολιτικοποιημένη” είναι πολιτική γιατί είναι μια άμεση συνέπεια του χάσματος που έχει ανοίξει η κυβέρνηση μεταξύ της κοινωνίας και ορισμένων συνοικειών, ορισμένων νέων. Στη Γαλλία σήμερα, ο ρατσισμός είναι διάχυτος. Ακόμα και οι υπουργοί μιλούν ανοιχτά ρατσιστικά, τρέφοντας έτσι την οργή ενός ολόκληρου κομματιού του πληθυσμού, που είναι αποκλεισμένο, π, υποβαθμισμένο. Και η οργή αυτή είναι νομιμοποιημένη, όταν βλέπουμε τα CRS να συλλαμβάνουν τους ανθρώπους αναίσθητους στις 17:00, στην μέση της πλατείας Jean Macé. Όταν οι ασφαλίτες κολλάν αυτοκόλλητα CGT στο πέτο, κι εκτός του να τσιμπούν ανθρώπους στην τύχη, φέρουν ευθύνη και για μια μεγάλη καχυποψία προς τα συνδικάτα. Όταν υποφέρουμε κάθε μέρα τους αστυνομικούς ελέγχους. Ναι, το μίσος είναι νόμιμο. Συχνά μπορεί να μην εκφράζεται καλά, αλλά αρκετά έχει καναλιζαριστεί.
Σήμερα θέλω να σας πώ ότι ακόμη κι αν ο τρόπος δράσης ορισμένων απ’ τους διαδηλωτές δεν είναι ο δικός μας, ο δικός μου ή ο δικός σας, είμαστε στην ίδια πλευρά. Είμαστε όλοι μέρος του αγώνα για μια δικαιότερη κοινωνία. Κι αυτό που είναι αφύσικο είναι να βλέπουμε απέναντί μας την GIPN (που συνήθως ασχολείται με υποθέσεις τρομοκρατίας ή απαγωγών), ή να πετούν από πάνω μας τα ελικόπτερα που καταγράφουν το κέντρο της πόλης κάθε μέρα.
Το ερώτημα είναι λοιπόν αυτό: Ποιοί είναι οι προβοκάτορες;
Communiqué de la Fédération des conseils ouvriers et syndicats en Irak (FSCOI)
Προκήρυξη της Ομοσπονδίας εργατικών συμβουλίων και συνδικάτων του Ιράκ
“Η Γαλλία είναι η χώρα όπου οι ταξικοί αγώνες δίνονται κάθε φορά, περισσότερο απ’ ότι αλλού, μέχρι την τελική κρίση” – Καρλ Μαρξ
Το κύμα των απεργιών και των κινητοποιήσεων μεγαλώνει μέρα με την μέρα, ενάντια στην πολιτική της κυβέρνησης Σαρκοζί. Ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης, η γαλλική κυβέρνηση προσπαθεί να επιβάλει νέους νόμους περιορίζοντας τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των εργαζομένων. Η πολιτική της λιτότητας, όπως αυτή που θέλει να επιβάλλει τη συνταξιοδότηση στα 62 απ’ τα 60, είναι η σπίθα που άναψε τη φλόγα του κινήματος διαμαρτυριών σε ολόκληρη τη χώρα, επιρρεάζοντας σαφώς και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Τα μάτια των εκατομμυρίων εργαζομένων του κόσμου είναι στραμμένα στους δρόμους του Παρισιού και των άλλων γαλλικών πόλεων. Παρακολουθούν και θαυμάζουν και υποστηρίζουν το εργατικό κίνημα. Οι εργάτες των διυλιστηρίων έχουν επιτύχει να παραλύσουν κάθε κυκλοφορία και η εργατική τάξη της Γαλλίας έχει ξεκινήσει σήμερα πραγματικό πόλεμο ενάντια στον καπιταλισμό. Αυτό δίνει την ευκαιρία, σε όλους τους εργαζομένους του κοσμου, να μπουν απ’ την μεριά τους σ’ αυτήν την μάχη.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη προσέξει τον “κίνδυνο” που αναπαριστούν οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα, κι εδώ και μερικούς μήνες αποφάσισε να στηρίξει οικονομικά τους καπιταλιστές για να γλυτώσουν την κατάρρευσή τους. Το γαλλικό εργατικό κίνημα βρίσκεται στην πρωτοβουλία ενός διεθνούς εργατικού κινήματος, και γι’ αυτό πρέπει να σταθούμε ενωμένοι στο πλάι του.
Χαιρετίζουμε τους συντρόφους μας στη Γαλλία.
Ζήτω οι σύντροφοι των διυλιστηρίων και όλων των άλλων τομέων.
Ζήτω το εργατικό κίνημα στη Γαλλία.
Ζήτω η διεθνής αλληλεγγύη.
Falah Alwan: Πρόεδρος της ομοσπονδίας εργατικών συμβουλίων και συνδικάτων του Ιράκ
[…] 4:30 το πρωί χθές, και 50αριά φοιτητές και αυτόνομοι ανηφορίζουν προς τον σταθμό των λεωφορείων στο Baud, τρέχοντας σαν τον άνεμο. “Ανάψαμε φωτιές για να ζεσταθούμε, κάποιοι παίζαν τύμπανο στις παλέτες, άλλοι είχαν φέρει τζεμπέ (αφρικανικό δερμάτινο μικρό τύμπανο), ήταν μια ειρηνική δράση” διηγείται η Ella, φοιτήτρια του Rennes 1. H διεύθυνση των λεωφορείων δεν είχε την ίδια άποψη “εμποδίζοντας την έξοδο των λεωφορείων, φέρνουν το κοινό σε δύσκολη θέση” εξηγεί ο Frédéric Mazeaud, γενικός διευθυντής της εταιρίας. Αποφάσισε λοιπόν να καλέσει τις αρχές να “διευθετήσουν την κατάσταση”. Στις 9:30 φτάνουν τα CRS, ένα λεωφορείο, δυο κλούβες, τα γνωστά αυτοκίνητα. “Μείναμε αποσβωλομένοι, δεν ήμασταν αρκετοί” λέει η Ella. “Ο σκοπός μας ήταν να απελευθερώσουμε την εταιρία. Παρουσιαστήκαμε μπροστά στην ομάδα αυτή. Τους δώσαμε τις νόμιμες προειδοποιήσεις” δηλώνει ο αστυνόμος Emig. Εκείνη τη στιγμή, χώθηκαν στην μέση κάποιοι οδηγοί λεωφορείων. “Δεν γινόταν να τους αφήναμε, θα μπορούσαν να είναι τα παιδιά μας αυτά”. Λέει ο Serge Boscherel της CGT. […] Στις 10:00 τα CRS χτύπησαν. Οι οδηγοί ενώθηκαν με το μέρος των παιδιών και κατάφεραν να τα φυγαδεύσουν. “Θα φύγετε από δω με το κεφάλι ψηλά. Ούτε ένα λεωφορείο δε θα βγει σήμερα”…
Συγκρούσεις με την περιφρούρηση της CGT στην πορεία της 19/10
Στη διάρκεια της διαδήλωσης της τελευταίας Τρίτης 19/10, η ομάδα περιφρούρησης της CGT συνεργάστηκε με τους μπάτσους (μια συνήθεια που όλοι γνωρίζουν, δεν είναι κάτι που το ‘χουν μυστικό), και κατέφυγαν σε νέους πράξεις βίας εναντίον νεαρών που διαδήλωναν με μπόλικο ενθουσιασμό, ενώ προσπαθούσαν να ανάψουν κάποιους πυρσούς. Είναι προφανές ότι η επιλογή των “ενόχων” έγινε με βάση το χρώμα του δέρματός τους. Γίναμε μάρτυρες μιας πολύ βρώμικης βίας (χτυπήματα με γκλομπ, ψέκασμα με σπρέυ). Οι νέοι σοκαρίστηκαν, μη καταλαβαίνοντας γιατί όλο αυτό “δεν καναμε κάτι, γιατί μας επιτέθηκε η αστυνομία;”… Πήγαμε κοντά στην περιφρούρηση για να ηρεμήσουμε τα πράγματα, αλλά αμέσως μας επιτέθηκαν με γκλομπ και σπρέυ. Ανάμεσά τους έφτασαν μπάτσοι με πολιτικά, φανερά χαρούμενοι που η “δουλειά” τους έγινε πιο εύκολη χάρη στη CGT. Δεν μπορέσαμε να δούμε τις συλλήψεις, πάντως δεν μας φαίνεται περίεργο η περιφρούρηση να παρέδωσε παιδιά στους μπάτσους. Οι άνθρωποι μιλούν πολύ για την “άσκοπη βία των σπαστών”, αλλά ελάχιστα γι’ αυτήν των μπάτσων (είναι πάρα πολλοί οι τραυματίες στις διαδηλώσεις και τα μπλόκα, οι συλληφθέντες, τα παιδιά που κλειδώθηκαν σε κελλιά) ή για την συνενοχή των ρατσιστών της περιφρούρησης.
Όπως οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι φοιτητές, οι συνταξιούχοι… της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Κίνας, του Μπαγκλαντές, της Νότιας Αφρικής, της Αλγερίας, του Περού κι όλων των άλλων περιοχών του κόσμου, κατεβαίνουμε με τη σειρά μας στους δρόμους στη Γαλλία. Είμαστε αυτή η “κολλητική ασθένεια” που τρέμουν όλες οι κυβερνήσεις όλων των χωρών κι όλων των πολιτικών τάσεων! Οι διαφορετικές διεκδικήσεις μας δεν είναι παρά έκφραση ΕΝΟΣ ΚΟΙΝΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ:
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΙΣ ΘΥΣΙΕΣ που μας επιβάλλουν παντού οι διαχειριστές του κεφαλαίου. ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ, στη στέγαση, στην υγεία, παντού… που ολοένα και περισσότερο υποβαθμίζονται. ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΜΙΣΘΩΤΗ ΣΚΛΑΒΙΑ που οξύνεται παντού (αύξηση της κερδοφορίας, της έντασης της εκμετάλλευσης, της αποχαύνωσης στη δουλειά…)
Βεβαίως οι εκμεταλλευτές και οι συνδικαλιστές υπηρέτες τους ήδη προσπαθούν να εξουδετερώσουν τις διεκδικήσεις μας στα πλαίσια του ρεφορμισμού: διαπραγματεύσεις/αναθεώρηση/απόσυρση του νόμου, ακόμα και μια αλλαγή της κυβέρνησης… ό,τι θα ανταποκριθεί καλύτερα στις ανάγκες του Κεφαλαίου. Αν είναι να ικανοποιήσουμε τις ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΜΑΣ, δεν υπάρχουν μεσοβέζικες λύσεις:
Η οικονομία είναι σε κρίση; Ας τελειώνουμε μ’ αυτήν!
ΝΑ ΣΠΑΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΙΡΗΝΗ. Να εξαπλώσουμε και να βαθύνουμε το κίνημά μας! Να αυτοοργανωθούμε σε όλα τα επίπεδα! Να εμποδίσουμε με κάθε μέσο μια επιστροφή στην ομαλότητα!
Τι ζωή είναι αυτή; Να σηκώνεσαι απ’ το κρεββάτι με τη βία του πρωινού ξυπνήματος, της πολύωρης ταλαιπωρίας στις μεταφορές, κι έπειτα στην εργασία. Να υποφέρεις το κάθε αφεντικό, το θόρυβο των μηχανημάτων, τη φωτεινότητα μιας οθόνης, να σκύβεις το κεφάλι για να γίνεται πιο προσοδοφόρος για εκμετάλλευση. Μέχρι το σώμα σου να λυγίσει, από πόνους στην πλάτη, στο στομάχι, στις αρθρώσεις, στ’ αυτιά… μπας και σου θυμίσει ότι δεν είναι μια μηχανή που μια βλάβη μπορεί να αντιμετωπιστεί με αντικατάσταση μ’ ένα νέο κομμάτι, αλλά θα ναι για πάντα ελαττωματικό, και δως του φαρμακευτικά παρασκευάσματα που θα σε διαλύσουν ακόμα περισσότερο, η ζωή σου σαπίζει… μια ζωή μισθωτής σκλαβιάς.
Ο αλλότριος χαρακτήρας της εργασίας είναι εμφανής απ’ το γεγονός ότι μόλις αρθεί ο οικονομικός εκβιασμός, κάθε σωματική εργασία αποφεύγεται σαν την πανούκλα.
Αυτή είναι η πραγματικότητα που συχνά κρύβεις απ’ τον εαυτό σου: Ξεπουλάς τα ταλέντα σου στην εργασία, και πείθεις τον εαυτό σου ότι είσαι ικανοποιημένος έτσι, γνωρίζοντας ότι κατά βάθος καταστρέφεσαι και θες να ζήσεις χωρίς αυτόν τον βραχνά. Πόσο παράδοξο, η δικτατορία της οικονομίας που σ’ αναγκάζει να ξεπουλιέσαι για να εξασφαλίζεις την επιβίωσει σε μετατρέπει σ’ έναν εθελοντή δούλο: διακηρύσσεις ότι η εργασία είναι απαραίτητη! Έτσι, σε κάποια στιγμή ακούς το σώμα σου για να καταλάβεις ότι το κεφάλαιο σ’ έχει να υπηρετείς έναν ρόλο, μέχρι να νιώσεις το κορμί σου να λυγίζει, κι ότι ποτέ δε θα μπορέσεις τελικά ν’ απολαύσεις τη ζωή, μέχρι να πας χαμένος κι εσύ όπως τόσοι συνάδελφοί σου που ήξερες καλά και μια μέρα άκουσες πως πέθαναν “από επιπλοκές μακροχρόνιας ασθένειας”.
Εκτός απ’ το αν θα εργαζόμαστε μέχρι τα 60, τα 62 ή ακόμα παραπέρα, αυτό που διακυβεύεται εδώ είναι η ίδια η εργασία!
Σήμερα, κατεβαίνεις στη διαδήλωση πιστεύοντας ότι τα πράγματα μπορεί ν’ άλλάξουν επειδή τα νούμερα, η φασαρία, η πολυχρωμία, οι ντουντούκες, είναι αρκετά για να πάρουν πίσω αυτόν τον νόμο που επιδεινώνει τις συνθήκες της ζωής μας. Μα το πλήθος από μόνο του δεν είναι δύναμη, τα πλήθη πάνε κι έρχονται. Οι ηγέτες “μας”, συνδικαλιστές κι αριστεροί πολιτικοί είναι που μας μετράνε πόσοι είμαστε, γιατί γι’ αυτούς δεν είμαστε παρά μια μάζα, που θα χειραγωγήσουν προκειμένου να διευκολύνουν την ανέλιξή τους στην εξουσία, ένα ταπεινό σκαλί. Μήπως αν φτάσουν εκεί, θα αλλάξουν τον νόμο; Με τίποτα! Επειδή απλά αυτή η κοινωνία που διέπεται από το κέρδος, δικτατορικά επιβάλει την παράταση του χρόνου εργασίας, καθώς έχει ανάγκη μια ολοένα και μεγαλύτερη ένταση της εκμετάλλευσης της ετον δρόμο της λιτότητας που έχουν επιλέξει.
Το πρόγραμμα της μπουρζουαζίας είναι το ίδιο σ’ όλον τον κόσμο: Θα πρέπει να μοχθείτε ολοένα και περισσότερο, για όλο και περισσότερο χρόνο, και να το βουλώσετε.
Οι φίλοι μας, οι σύντροφοί μας, οι συνάδελφοί μας στη δουλειά… τους έχουν βάλει καλά στο μυαλό την μοιρολατρία. Για να πιστεύουν ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα, άντε ίσως το πολύ να ρίχνουν το ένα ή το άλλο ψηφοδέλτιο σε μια κάλπη, αλλά τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει ριζικά τα πράγματα. Κι όσο συνεχίζουν να εμπιστεύονται αυτούς που μιλούν στ’ όνομά τους, η εκμετάλλευση εντείνεται. Να σταματήσουμε να αναθέτουμε τη δύναμή μας, γιατί γνωρίζουμε ότι με την πρώτη πλειοδοσία θα μας πουλήσουνε, αχώριστοι φίλοι αυτοί της κάθε κυβέρνησης.
Θα μπορούσαμε να είμαστε μια δρώσα δύναμη που θ’ άλλαζε τον κόσμο. Σήμερα, αποδεχόμενοι τους κανόνες αυτής της διαδήλωσης, θα μείνουμε στον ρόλο του αιώνιου γκρινιάρη, που τον σαλαγάνε πάνω κάτω. Πείτε ό,τι θέλετε! Η δύναμη που εναποτίθεται στους αντιπροσώπους, προέρχεται από μας, είναι η δύναμή μας. Δύναμη ναρκωμένη μέσα μας, απορροφημένη απ’ τη ρουτίνα -μετρό-δουλειά-τιβί- την απομόνωση, την μοναξιά, τη βαθιά ριζωμένη πεποίθηση ότι μόνο κάποιος ανώτερος σωτήρας είναι σε θέση να μας σώσει, ενώ εμείς πεθαίνουμε στη δουλειά για έναν μισθό της πλάκας. Ο φόβος, η ρουτίνα, η παθητικότητα διέπουν κάθε πρόσχημα της ζωής μας.
Ε λοιπόν, ας βγούμε απ’ την απομόνωσή μας! Να βρούμε ο ένας τον άλλον! αυτό που τρέμουν οι κυβερνώντες, μαζί και οι συνδικαλιστές εταίροι τους, είναι το να πάρουμε τα πράγματα στα χέρια μας αντί να μετατρεπόμαστε σε θεατές και να θαυμάζουμε τους εαυτούς μας στην τηλεόραση, παραλυμένοι απ’ την ανεπάρκειά μας. Θα τα ‘χαναν αν οργανωνόμασταν με την παρέα μας, δυναμώνοντας περισσότερο πράγματα που κάνουμε ήδη: Καθημερινή αντίσταση -σαμποτάζ, καθυστερήσεις, κοπάνες, στάσεις εργασίας- μέχρι την οργάνωση άγριων απεργιών, και τη σύνδεση με άλλους αγώνες. Είμαστε όλοι μας σ’ αυτόν τον κόσμο, αλλά τι σκληρό παράδοξο: σήμερα δεν είμαστε τίποτα. Τίποτα παρά πρόβατα που βαδίζουν πίσω απ’ όποιον δίνει το βήμα.
Το μόνο που μπορεί να διασφαλίσει την νίκη των αναγκών μας είναι η οργάνωση της δύναμής μας αυτόνομα, έξω κι ενάντια σ’ όλες τις δομές του κράτους! Έξω κι ενάντια από τα συνδικάτα κι όλα τα πολιτικά κόμματα, όπως κι αν ονομάζονται!
Des prolétaires – Κάποιοι προλετάριοι (επαφή: proletairesenavant(a)hotmail.fr)
][][
“Μετατρέψατε σε θέαμα την μόνη εφικτή αντιπαράθεση”
Από νυχτερινή πορεία στην Tours, 21/10, 22:30
][][
Communiqué depuis la raffinerie Grandpuits
Προκήρυξη απ’ το διυλιστήριο του Grandpuits
Εμείς, τα 55 μέλη της διεπαγγελματικής συνέλευσης του St-Denis, ενωθήκαμε με τους συγκεντρωμένους απεργούς στην είσοδο του διυλιστηρίου του Grandpuits. Ήρθαμε εδώ για να στηρίξουμε τους εργάτες που χτυπήθηκαν βίαια απ’ τις δυνάμεις τις τάξεις αυτό το πρωί, αποδεικνύοντας τις χειραγωγικές προθέσεις της κυβέρνησης που με κάθε τρόπο υπερασπίζεται τα συμφέροντα των καπιταλιστών φίλων της. Παρά την επανακατάληψη, οι εργαζόμενοι μας βεβαίωσαν για την πρόθεσή τους να συνεχίσουν την απεργία. Ταυτόχρονα, μια διαδήλωση έλαβε χώρα στη γειτονική πόλη Mormant και πολλοί διαδηλωτές επέστρεψαν προς το δικαστήριο της Melun μετά από κάλεσμα της διασυνδικαλιστικής, για να αμφισβητήσουν έμπρακτα την νομιμότητα της επίταξης. Η κυβέρνηση πιστεύει ότι θα διαλύσει με τη βία έναν απ’ τους κεντρικούς πυλώνες της κινητοποίησής μας, όπως είναι οι εργαζόμενοι στα πετρο-χημικά. Η διεπαγγελματική γενική συνέλευση του Saint-Denis καταδικάζει με αγανάκτιση την κρατική καταστολή και δηλώνει την ολόψυχη αλληλεγγύη της στους εργαζομένους στα πετρο-χημικά. Ενάντια σε κάθε κυβερνητική διαβεβαίωση πως η Γαλλία δε διατρέχει κίνδυνο έλλειψης, έχουν αποδείξει την ικανότητά τους να μπλοκάρουν έναν στρατηγικό τομέα της οικονομίας και να στήσουν την κυβέρνηση στον τοίχο. Η κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει άμεσα την καταστολή εναντίον των εργαζομένων, των μαθητών και των φοιτητών του αγώνα. Δημόσιοι-ιδιωτικοί υπάλληλοι, ο αγώνας συνεχίζεται, ας οικοδομήσουμε τη γενική απεργία μέχρι την απόσυρση του νομοσχεδίου.
Η διεπαγγελματική γενική συνέλευση του St-Denis.
][][
Actualité/suivi Le Mans – τελευταία ενημέρωση απ’ το Mans
Σας στέλνω αυτό το μήνυμα για να σας ενημερώσω ότι το κίνημα στο μπλόκο του Mans δεν κάμπτεται, αλλά το αντίθετο. Μόλις σήμερα το πρωί ολόκληρη η νότια βιομηχανική ζώνη μπλοκαρίστηκε, οδοφράγματα και φωτιές στήθηκαν επί τόπου για να εμποδίσουμε την κυκλοφορία των εμπορευμάτων. Ωστόσο, μας είναι αδύνατον να ξαναπάρουμε την πετρελαιαποθήκη του Mans, τα CRS τη φυλούν απ’ την Πέμπτη, αδύνατον να προσεγγιστεί.
Αδελφικά,
Κάτω απ’ την άσφαλτο, ο καπνός.
][][
Communique d’appel à la première assemblée ouverte “grève blocage”
Προκήρυξη καλέματος στην πρώτη ανοιχτή συνέλευση “απεργίας-μπλόκων”
(στμ. αναφέρεται στα γεγονότα της πορείας της 16/10, βλ. και παραπάνω)
Εδώ και αρκετές μέρες ποικίλες πρωτοβουλίες ανθούν παντού: μπλόκα λυκείων, σταθμών, διυλιστηρίων, αυτοκινητοδρόμων, καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, χώρων εργασίας, εμπορικών κέντρων, στοχευμένες διακοπές στην ηλεκτροδότηση, λεηλασίες εκλογικών κέντρων και δημαρχείων…
Σε κάθε πόλη, οι δράσεις τείνουν να οξύνουν τον συσχετισμό δυνάμεων και να δείχνουν ότι δεν είναι λίγοι αυτοί που δεν ικανοποιούνται από τις μορφές δράσεις και τα γνωστά λόγια που επιβάλλουν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες. Στην περιοχή του Παρισιού, μεταξύ των μπλόκων των λυκείων και των σταθμών, των απεργιών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και των συγκεντρώσεων στα εργοστάσια, των διεπαγγελματικών συνελεύσεων και των συλλογικοτήτων του αγώνα δυναμώνει μια τάση για ρήξη της απομόνωσης και των κοινωνικών κι επαγγελματικών διαχωρισμών. Το σημείο αφετηρίας τους: η αυτοοργάνωση, ως απάντηση στην ανάγκη να οικειοποιηθούμε τους αγώνες μας χωρίς τη διαμεσολάβηση αυτών που παριστάνουν ότι μιλούν στ’ όνομα των εργαζομένων. Δεν είμαστε λίγοι αυτοί που δεν οργανωνόμαστε σύμφωνα με τις παραδοσιακές φόρμες της απεργίας στους χώρους εργασίας και κυρίως που θέλουμε να συνεισφέρουμε σ’ ένα ευρύτερο κίνημα για το μπλοκάρισμα της οικονομίας. Διότι αυτό το κίνημα είναι επίσης η αφορμή να πάμε πέρα από έναν μονοδιάστατο προβληματισμό για τις συντάξεις, για να θέσουμε το ζήτημα της εργασίας, για ν’ αναπτύξουμε και να οικοδομήσουμε από κοινού μια κριτική της εκμετάλλευσης.
Με αφητηρία αυτά τα ερωτήματα, αποφασίσαμε αυτό το Σάββατο, να καταλάβουμε την Όπερα της Βαστίλλης. Σκοπός μας ήταν να διαταράξουμε μια απ’ ευθείας ραδιοφωνική μετάδοση, να κάνουμε τους ταραχοποιούς σ’ έναν χώρο όπου κυκλοφορεί το εμπόρευμα της κουλτούρας και να οργανώσουμε μια συνέλευση. Βρεθήκαμε λοιπόν μπροστά σε μια χιλιάδα κόσμου στην πλατεία de la Nation, γύρω απ’ τα πανώ “τα αφεντικά δεν καταλαβαίνουν παρά μία γλώσσα: απεργία, σαμποτάζ και μπλόκα” και “ενάντια στην εκμετάλλευση, να μπλοκάρουμε την οικονομία”, θέλοντας να πάμε πέρα απ’ τα στενά πλαίσια της συνδικαλιστικής διαδήλωσης. Προχωρήσαμε προς την ουρά της πορείας για να φτάσουμε στον τόπο της δράσης, επιτέλους σε μια ελεύθερη διαδήλωση αλλά περικυκλωμένη από υπέρμετρες δυνάμεις της αστυνομίας. Ταχύτατα, μια εκατοστή μπάτσοι με πολιτικά έκοψαν την πορεία στα δύο, υποβοηθούμενοι από την περιφρούρηση των συνδικάτων, εμοπδίζοντας αρκετούς ανθρώπους να έρθουν μαζί μας. Με ρίψεις αυγών και πετρών, κρατήσαμε όσο ήταν δυνατόν μακρυά απ’ την πορεία μας τους μπάτσους ενώ αφήσαμε κι ορισμένα διακοσμητικά ίχνη στο πέρασμά μας. Υπενθυμίζουμε σε κάποιους που δεν έχουν τίποτα καλύτερο να κάνουν από εικασίες για το ποιοί είναι προβοκάτορες της αστυνομίας βάσει εικόνων των δημοσιοκάφρων (journaflics στο πρωτότυπο, όπου flic ο μπάτσος), ότι δεν είναι και λόγος να τα βάψουν μαύρα, δυο βιτρίνες τραπεζών το σπάσιμο των οποίων δεν είναι παρά μια ελάχιστη απάντηση στη βία του κεφαλαίου.
Με την άφιξή μας στη Βαστίλλη, χάρη στην πίεση της αστυνομίας και τη σύγχυση, μόνο μια πενηνταριά άτομα κατάφεραν τελικά να εισβάλλουν στην όπερα, ενώ οι άλλοι επέλεξαν να εξαφανιστούν. Οι μπάτσοι που είχαν καταλάβει την πλατεία κατάφεραν να συλλάβουν γύρω στα σαράντα άτομα που διασκορπίσανε σε διάφορα αστυνομικά τμήματα. Δευτέρα βράδυ, το μεγαλύτερο μέρος τους είχαν αφεθεί ελεύθεροι, αλλά τουλάχιστον 5 άλλοι κρατούνται ακόμα και περνούν ανακριτή αυτήν την Τρίτη, ενώ θα τους φορτωθούν κατηγορίες για ένοπλη συμπλοκή και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση. Όπως πάντα, η εξουσία επιλέγει να κινηθεί γρήγορα και σκληρά, ελπίζοντας να δημιουργήσει διαχωρισμούς (μεταξύ λογικών συνδικαλιστών και “ανεύθυνων σκληροπυρηνικών”, μεταξύ μαθητών και σπαστών…) και να κατατμήσει όλα τα στοιχεία που συμμετέχουν στην ανάδυση μιας πραγματικής αντίρροπης δύναμης ενάντια στο κράτος και τ’ αφεντικά. Η αστυνομία επιτίθεται με πλαστικές σφαίρες και γκλομπ στους λίγο πιο ένθερμους μαθητές. Οι εργάτες των διυλιστηρίων υποφέρουν τις επιθέσεις των μπάτσων αλλά επίσης τις άμεσες απειλές δίωξης και κυρώσεων από τις τοπικές αρχές. Οι οργισμένοι διαδηλωτές που είχαν αποφασίσει να μη διαλυθούν ήρεμα αντιμετωπίζουν κίνδυνο φυλάκισης όπως στο St-Nazaire. Μετά την αφετηρία του κινήματος, πάνω από 1.000 άτομα έχουν συλληφθεί…
Ο πολλαπλασιασμός των πρωτοβουλιών που ξεπερνούν τους παραδοσιακούς νεκροθάφτες των αγώνων διαψεύδει με σαφήνεια όλους αυτούς που θέλουν να απομονώσουν τα μαύρα πρόβατα και να εμποδίσουν την αμφισβήτηση όλων όσων υπομένουμε καθημερινά, πέρα απ’ τον αριθμό των συντάξιμων ετών. Αυτές οι δράσεις μας επιτρέπουν να διαβλέπουμε την πιθανότητα ενός κινήματος που θα ξεπερνά τις συντεχνιακές διεκδικήσεις, που θα δίνει πόδι στους γραφειοκράτες, που δε θα περιορίζεται μόνο σε υποτιθέμενα κεκτημένα.
Είναι πολύ περισσότερα αυτά που έχουμε να πάρουμε απ’ όσα νομίζουμε! Παύση των διώξεων. Λευτεριά για όλους…
][][
Appel pour une AG de lutte à Avignon!
Κάλεσμα για μια γενική συνέλευση του αγώνα
Αβινιόν, Τετάρτη 27/10 6μμ.
Μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα ή του δημοσίου, άνεργοι, φοιτητές, μαθητές κοκ, συνδικαλισμένοι ή μη, αν θέλουμε να κερδίσουμε, πρέπει να αυτοοργανώσουμε τον αγώνα μας!
Ο αγώνας παίζεται σε δυο μπάντες: τη δική μας, των χώρων εργασίας που απεργούν (πλήρως ή προσχηματικά), εδώ και δεκαριά μέρες, των μπλοκαρισμένων πανεπιστημίων, των κατειλημένων γραφείων και δημοσίων υπηρεσιών, των διυλιστηρίων και των αποθηκών καυσίμων που κρατάνε γερά, των χιλιάδων ανθρώπων κάθε ηλικίας και κάθε ιδιοσυγκρασίας που κατεβαίνουν στους δρόμους για να εκφράσουν την εξέγερσή τους με χίλιους κι έναν τρόπους. Απ’ αυτούς, η GIPN (στμ: κάτι μεταξύ εκαμ κι αντιτρομοκρατικής) επιτίθεται σε μαθητές, φοιτητές κι άλλους, τα CRS (γαλλικά ματ) σπάνε τα μπλόκα στις πετρελαιαποθήκες και χτυπούν τους απεργούς, η τοπική αυτοδιοίκηση επιτάσσει τους απεργούς όπως συνέβη με τους οδοκαθαριστές της Μασσαλίας.
Συζητώντας σε διαδηλώσεις, δράσεις και απεργιακές συγκεντρώσεις, αντιλαμβανόμαστε ότι είμαστε τελικά πολλοί που δεν μας ικανοποιεί η απάντηση της διασυνδικαλιστικής, που χωρίς να μας δίνει ποτέ τον λόγο, προτείνει τα δικά της “10ήμερα πίεσης” και συμβολικές δράσεις. Πολλοί αισθάνονται ότι αυτές η μεγάλες μέρες διαδηλώσεων είναι ανεπαρκείς αν θέλουμε πραγματικά να λυγίσει η κυβέρνηση. Γιατί λοιπόν να μην αποφασίζουμε εμείς οι ίδιοι για τον λόγο που θέλουμε να δίνουμε στον αγώνα μας, για την έντασή του;
Σε πολλές πόλεις, οι δράσεις όξυναν τον συσχετισμό δυνάμεων κι έδειξαν έμπρακτα ότι είναι πολλοί αυτοί που δεν μένουν ικανοποιημένοι από τις μορφές δράσεις και τον λόγο που τους επιβάλλεται. Σε όλη την επικράτεια, ανάμεσα στα μπλόκα των λυκείων και των σταθμών, τις απεργίες στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, τις εργατικές συγκεντρώσεις στα εργοστάσια, τις διεπαγγελματικές συνελεύσεις και τις συλλογικότητες του αγώνα δυναμώνει μια τάση για ρήξη της απομόνωσης και των κοινωνικών κι επαγγελματικών διαχωρισμών. Το σημείο εκκίνησής της: Η αυτοοργάνωση, ως απάντηση στην ανάγκη να οικειοποιηθούμε τους αγώνες μας χωρίς τη διαμεσολάβηση εκείνων που παριστάνουν ότι μιλούν στο όνομα των εργαζομένων. Είμαστε πολλοί που δεν οργανωνόμαστε σύμφωνα με τις παραδοσιακές μορφές σ’ έναν χώρο εργασίας και που θέλουμε να συνεισφέρουμε σ’ ένα ευρύτερο κίνημα μπλοκαρίσματος της οικονομίας. Διότι αυτό το κίνημα είναι επίσης η αφορμή να πάμε πέρα από έναν μονοδιάστατο προβληματισμό για τις συντάξεις, για να θέσουμε το ζήτημα της εργασίας, για ν’ αναπτύξουμε και να οικοδομήσουμε από κοινού μια κριτική αυτού του συστήματος.
Η “ΓΣ του αγώνα” είναι ένα μέσο για να ξεπεράσουμε τους ψεύτικους διαχωρισμούς (ιδιωτικοί εναντίον δημοσίων υπαλλήλων, άνεργοι ή φοιτητές, μαθητές κλπ μέλη συνδικάτων ή όχι) και να πάρουμε στα χέρια μας τον αγώνα. Είναι λοιπόν ανοιχτή σε όλους όσους θέλουν η απεργία και το μπλόκο στην οικονομία να διευρυνθεί, μέχρι την νίκη!
Η “ΓΣ του αγώνα” δεν πρέπει λοιπόν να μετατραπεί σ’ έναν χώρο άκαρπων κι ατέρμονων συζητήσεων, αλλά σε χώρο συζήτησης για να συναποφασίζουμε συνεκτικές δράσεις για να ενισχύσουμε το κίνημα
Να αυτοοργανωθούμε!
Για να μπλοκάρουμε την οικονομία, να μπλοκάρουμε τα πάντα!
Κάποιοι εργαζόμενοι, άνεργοι και φοιτητές αρκετών πόλεων του Vaucluse
Επικοινωνία: onlacherien84(α)laposte.net
][][
Liaisons et barricades
Διασταυρώσεις κι οδοφράγματα
Τα διυλιστήρια έχουν δόσει τον τόνο: Μπλόκο στην οικονομία, και η απεργία με τις καταλήψεις είναι τα πιο αποτελεσματικά μέσα για να ασκήσουμε μια οικονομική πίεση στην πολιτική του κεφαλαίου. Αυτό, εμφανιζόμενο ως η λογική της οικονομίας, είναι απίθανο να πάρει έναν διαφορετικό δρόμο απ’ το αργό τέλος του συγκεντρωτικού συστήματος, που ήδη έχει μετράει τις ζημιές του. Στην πάλη των τάξεων έχει πλέον συνδεθεί άμεσα το μπλοκάρισμα της παραγωγής, χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα τον περιορισμό του στις απεργίες, αποδεικνύοντας έμπρακτα τη δύναμη που έχει ο καθένας μας. Είναι η θέση αυτής της απόδειξης που έχει αναδειχθεί μέσα απ’ αυτό το κίνημα: οι διαφωνίες που για πολύ καιρό έτειναν μια διαχωριστική γραμμή, έχουν σε μεγάλο βαθμό εκτοπιστεί. Αυτή η διαχωριστική γραμμή έχει διαλυθεί τόσο στους κόλπους των πολιτικών οργανώσεων και των συνδικάτων όσο και μεταξύ αυτών και πολλών κύκλων φοιτητών, ανέργων κι επισφαλών οργανωμένων στα περιθώριά τους. Κάθε αυτοκινητιστής είναι πλέον πιθανόν να σταθεί αλληλέγγυος με το κίνημα.
Στη Rennes, ακόμα πριν ξεκινήσει η κυλιόμενη απεργία, η θέληση να γίνουν ορατοί αυτοί που ήλπιζαν σ’ ένα αυθεντικό απεργιακό κίνημα, πραγματοποιήθηκε μέσα απ’ την δημιουργία των “διασυνδικαλιστικών” συνελεύσεων που άνοιξαν με τους συνδικαλιστές της SUD, του κινήματος των ανέρων και των επισφαλών της Rennes, και ανένταχτων αγωνιστών, οργανώνοντας μπλόκα σε εμπορικά κέντρα, με κάθε κάλεσμα για ημέρες δράσης. Η συμμετοχή σ’ αυτές τις δράσεις αυξήθηκε κατ’ αναλογία με την ανάπτυξη του κινήματος, δυναμώνοντας τις προσδοκίες όσον αφορά αυτές τις κινητοποιήσεις. Συνεισέφερε στο να εξορκιστεί η αδυναμία που προκαλούν οι μεγάλες διαδηλώσεις που περιορίζονται σε μια απλή βόλτα (défilé), αλλά και στη δημιουργία διεπαγγελματικών πρωτοβουλιών.
Κατ’ αρχάς, αυτά που ήταν άλλοτε πρακτικές φοιτητικές, γίνονταν τώρα μια μέθοδος κοινή. Τα μέλη συνδικάτων που πήραν τον λόγο στις γενικές συνελεύσεις του Rennes 2, έθεσαν το ζήτημα του μπλόκου του πανεπιστημίου ως συνυφασμένο με την αναγκαιότητα επέκτασης του οικονομικού αντίκτυπου της τρέχουσας απεργίας. Η κίνηση των φοιτητών να έρθουν, στο πλευρό των μισθωτών, στις καταλήψεις και στις απεργίες κάνοντάς τις πιο αποτελεσματικές, δεν περιορίστηκε στην μορφή μιας αγωνιστικής εφεδρείας. Η κατάσταση που διαμορφώθηκε γρήγορα, επιτρέποντας στο κίνημα να επεκταθεί, ήταν ακριβώς αυτή η συμμαχία μισθωτών-φοιτητών-ανέργων. Σπάνια οι φοιτητές δεν εισακούονταν αρκετά, και κάθε απεργός που συναντούσαμε μας ρωτούσε πού ήταν η κινητοποίηση στα πανεπιστήμια. Μ’ αυτήν την ιδέα, ότι η είσοδος στο παιχνίδι των φοιτητών ήταν ένα σημείο-κλειδί για το κίνημα, με την έννοια, ότι διέλυσαν τα προκαθορισμένα πλαίσια της κινητοποίησης, προσθέτοντας μια νέα αναγκαιότητα, αυτήν της εισόδου των μαθητών.
Αυτοί κινητοποιήθηκαν ταχύτατα, μπλοκάροντας τα σχολεία τους και φτάνοντας μέχρι και τους 7.000 στις διαδηλώσεις με γρήγορο βήμα επιβάλλοντας το σύνθημα για “γενική απεργία” στις αγορές και τους δρόμους. Σε κάθε διαδήλωση οργανωνόταν μια γενική συνέλευση που αποφάσιζε το στόχο της. Είναι όμως λυπηρό ότι εδώ, στη Rennes, οι μαθητικές ενώσεις ήταν οι πιο απόμακρες απ’ τις δράσεις. Φαίνεται ότι η συμμετοχή τους στην NPA δεν ενθαρρύνει τέτοιες συναναστροφές. Υπάρχουν πάντα οι ανένταχτοι, που είναι κι αυτοί που επιτρέπουν να πραγματοποιούνται οι δράσεις αυτές. Δεν είναι απίστευτο ότι υπάρχει συχνά ασυμφωνία μεταξύ τομέων που κινητοποιούνται εθελοντικά και αυτών που οργανώνουν την κινητοποίηση.
Για περισσότερο από 10 μέρες, οι απεργοί που συμμετέχουν σ’ αυτό το μπρα-ντε-φερ σηκώνονται στις 4:30 κάθε πρωί, για να οικοδομήσουν το κοινωνικό μέτωπο στον πόλεμο της οικονομίας. Μαζί τους είναι αρκετές εκατοντάδες άνεργοι, μισθωτοί, φοιτητές, μαθητές, που βρίσκονται για να μπλοκάρουν τις αποθήκες καυσίμων, τους δρόμους, τις αγορές κλπ. Το μπλόκο ενός αμαξοστασίου λεωφορίων ήταν μεταξύ των μεγαλύτερων επιτυχιών μας. Το κλείσαμε για 5 ώρες, ενώ στην είσοδό του άναψε φωτιά γύρω απ’ την οποία συζητούσαμε με ενθουσιασμό για όλα όσα λάμβαναν χώρα στην περιοχή, παρόλο που ήταν πραγματικά δύσκολο να γνωρίζει κανείς πόσες ακριβώς πρωτοβουλίες δημιουργούνταν από παντού. Πολλοί εργαζόμενοι, παρόλο που δεν κατέβαιναν σε απεργία, παρακολουθούσαν τις δράσεις μας καλοπροαίρετα, κερνώντας μας πολλές φορές τους απαραίτητους καφέδες.
Τα κοτόπουλα (στμ: οι μπάτσοι) έφτασαν στις 10 για να αποκαταστήσουν την τάξη, μιας και δεν κυκλοφορούσε ούτε ένα λεωφορείο. Οι φιλικοί μας οδηγοί μπήκαν στην πρώτη γραμμή των ανθρώπων που συνέθεταν το μπλόκο για να τους προστατεύσουν. Τα κοτόπουλα τσατίστηκαν, άρχισαν να χτυπάνε άγρια την πρώτη γραμμή της συγκέντρωσης. Μας φυγαδεύουν απ’ τον σταθμό, και οι οδηγοί κατεβαίνουν άμεσα σε άγρια απεργία, επικαλούμενοι όλοι ασθένεια (σύμφωνα με τον νόμο για το δικαίωμα στην απεργία του 2007). Τα χαράματα, επιστρέφουμε στο σημείο, και μένουμε εκεί μέχρι τις 18:00, χωρίς ενοχλήσεις απ’ τα κοτόπουλα. Η επιμονή του διευθυντή του σταθμού δεν αρκούσε προφανώς για να πείσει τον νομάρχη να παρέμβει. Ο ίδιος ο δήμαρχος της Rennes έκανε έκκληση στην νομαρχία να στείλει τον στρατό, χωρίς να δοθεί τελικά συνέχεια. Φεύγουμε για την πορεία αφήνοντας πίσω φλεγόμενα οδοφράγματα και χωρίς να αντικρύσουμε ούτε ένα πουλερικό. Δυστυχώς, οι οδηγοί δεν μπήκαν στην απεργία, αλλά στη συγκέντρωσή μας, αρκετοί ήταν οι συνδικαλισμένοι που μας υποστήριξαν. Οργανώσαμε επί τόπου μια δράση για την επόμενη μέρα με οδηγούς της CGT, που είχαν φτιάξει αρκετές πικέτες μόνοι τους το πρωί.
Οι κοινές δράσεις μεταξύ συνδικάτων και οργανώσεων θέτουν ένα σαφές εμπόδιο στη συστηματική αστυνομική παρέμβαση. Ωστόσο, αυτές οι μορφές συνεύρεσης που μπορεί να αναδυθούν στις δράσεις δεν καταφέρνουν να αντικαταστήσουν τις τοπικές συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες. Αυτές, μπορούν άνετα να επιβληθούν, περιφρονώντας τη γνώμη όσων οργανώνουν τις απεργιακές συγκεντρώσεις κάθε μέρα. Γι’ αυτό δημιουργήσαμε τις διεπαγγελματικές γενικές συνελεύσεις κάθε βράδυ, ώστε να μπορεί ο καθένας να έχει λόγο στο κίνημα χωρίς να καταστέλλεται ό,τι δε συμφωνεί με τα κεντρικά συνδικάτα και τα πολιτικά κόμματα. Αυτή η υποδομή βάσης του κινήματος είναι μια δομή αυτοοργάνωσης και αυτονόμησης του αγώνα που θέλει να ενθαρρύνει τις δημοκρατικές διαδικασίες. Έτσι, βγήκαν συλλογικές προκηρύξεις, στήθηκαν επιτροπές σύνδεσης με τους αγρότες κλπ, οδοφράγματα, ραδιόφωνα και η λίστα δεν έχει τελειωμό. Η AGI (Γενική διεπαγγελματική συνέλευση) χαρακτηρίστηκε απ’ τη συμμετοχή εργαζομένων διαφορετικών τομέων (βέβαια, κυριάρχησαν εκείνοι του δημοσίου) και διαφορετικών συνδικάτων. Θα συνεισφέρει, ελπίζουμε, στην εξάπλωση της απεργίας και την ενεργοποίηση αποτελεσματικής αλληλεγγύης ενάντια στην καταστολή του κινήματος, είτε είναι εργοδοτική είτε αστυνομική.
Άννα, απ’ το κίνημα των ανέργων κι επισφαλών του αγώνα [link]
25 Οκτώβρη 2010
Πηγή: το δελτίο Justqu’ici [link]
][][
Rennes: Το κατειλημένο “σπίτι της απεργίας. να οργανώσουμε τον αγώνα μας. προπαγανδίζουμε: γενική απεργία, μπλόκα παντού, κατάληψη-επανοικειοποίηση” [link]
][][
Entre enthousiasme et résignation…
Μεταξύ ενθουσιασμού και παραίτησης…
Εδώ και αρκετό καιρό, σημαντικά κείμενα για το κίνημα ενάντια στην μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού και του κόσμου της, εμφανίζονται στον ριζοσπαστικό χώρο. Το πώς σκέφτεται κανείς πάνω στο μέλλον του κινήματος, κι ενόψει των κυρίαρχων μήντια, των μπάτσων και του καθεστωτικού συνδικαλισμού που αγωνίζονται να το εξαλείψουν, είναι πεδίο διαρκούς σύγκρουσης.Έτσι, μοιραζόμαστε την αισιοδοξία ορισμένων συντρόφων για την επέκταση της ιδέας του μπλοκαρίσματος της ροής της εμπορευματικής οικονομίας, του διηλικιακού (απ’ τους ήδη συνταξιούχους μέχρι τους νέους επισφαλείς εργαζομένους, και τους ανήλικους μαθητές ή μη) και διεπαγγελματικού (απ’ τους σιδηροδρομικούς μέχρι τους ταχυδρόμους και τους δημόσιους υπαλλήλους μέχρι ορισμένους ιδιωτικούς τομείς) χαρακτήρα αυτού του αγώνα, και ακόμα τη διάρκεια και την έκτασή του, μεταξύ απεργιών και συγκρούσεων στο δρόμο, μπροστά στα λύκεια αλλά και πίσω στους χώρους εργασίας, σε στρατηγικές μονάδες παραγωγής (τα διυλιστήρια) της καπιταλιστικής κι εμπορευματικής οικονομίας.
Είναι αλήθεια, για μια ακόμα φορά ένας αγώνας μοιάζει να έχει ξεπεράσει τα πλαίσια της αγανάκτισης και του αισθήματος κοινωνικής αδικίας που προκάλεσε αυτή η μεταρρύθμιση, και γενικότερα αυτή η κυβέρνηση (δε χρειάζεται ιδιαίτερη έρευνα για να το διαπιστώσει κανείς, το να βγει στο δρόμο αρκεί…). Κι έτσι, βγαίνουμε κι εκφράζουμε την οργή μας, τη λύσσα μας, απεργώντας, μπλοκάροντας, επιτιθέμενοι (λεκτικά ή υλικά) σ’ αυτήν την κυβέρνηση και το οικονομικό σύστημα που υπερασπίζεται. Ωστόσο, αυτές οι επιθέσεις είναι άραγε αρκετές για να ρίξουν την κυβέρνηση που παίζει το χαρτί του θατσερισμού ελπίζοντας να κατοχυρώσει την αξιοπιστία της ενόψει της νεοφιλελεύθερης βαρβαρότητας διεθνώς; Υπάρχουν τουλάχιστον μερικές ενδείξεις που δε ψεύδονται: η αιφνίδια ριζοσπαστικοποίηση της συζήτησης στο εσωτερικό των μεγάλων συνδικάτων όπως η CGT ή η CFDT, που σπρωγμένες με το ζόρι χάρι στη βάση τους, υποχρεώθηκαν να προβούν στις συχνές ημέρες δράσεις.
Μπορούμε λοιπόν να αναρωτηθούμε αν δεν πρόκειται για μια τακτική πολιτική επιλογή για τα συνδικάτα που δε θέλουν να γίνουν ρεζίλι για μια ακόμα φορά, μπροστά σε μια βάση και σ’ έναν πληθυσμό (που φαίνονται αδύναμα να χαλιναγωγήσουν) και δευτερευόντως μπροστά στην κυβέρνηση απ’ την οποία δεν λαμβάνονταν και τόσο σοβαρά υπόψιν (ας θυμηθούμε τις αποτυχημένες ημέρες δράσεις του 2009 για την “αγοραστική δύναμη” και την “μεταρρύθμιση Fillon” του 2003 κλπ) και με την οποία είναι πάντα πρόθυμα να διαπραγματευτούν. Ως εκ τούτου, μια τέτοια ξαφνική αγωνιστική στάση (τουλάχιστον όπως βγαίνει στα μήντια) των συνδικαλιστικών ηγεσιών μπορεί δικαίως να φανεί ύποπτη. Πόσο μάλλον, όταν έρχονται να μας φορέσουν καπέλο, ως συνήθως, τις διάφορες αριστερές προσωπικότητες του Σοσιαλιστικού Κόμματος που προσπαθούν να καβαλήσουν αυτό το αντικυβερνητικό κύμα, ώστε να τους ξεβράσει ο λαός σε κάποια κυβερνητική πολυθρόνα: οι αντιπρόσωποι των οργανώσεων νεολαίας ((MJS, UNEF, FIDL, UNL, κλπ) επιχειρούν να χειραγωγήσουν τη φοιτητική και μαθητική εξέγερση, ώστε να την χωρέσουν στις κάλπες του 2012.
Έπειτα, υπάρχει η μηντιακή προπαγάνδα του μη-απεργούντος προσωπικού των εθνικών ραδιοφώνων (πχ του Radio France), καθώς και της εργοδοτικής MEDEF και CGPME που ενωμένοι παίζουν το χαρτί της ενοχοποίησης των μισθωτών των τομέων-κλειδιά του καπιταλισμού στο Εξάγωνο (στμ. έτσι λεν συχνά οι Γάλλοι τη χώρα τους, λόγω του σχήματος στον χάρτη), ώστε να τους κάνουν να νιώθουν ένοχοι… Δεν είναι λίγες οι πολιτικές στρατηγικές και τεχνικές που στοψεύουν στο να υπερισχύσει η παραίτηση. Μόνο, προς το παρόν, αυτό το τεράστιο κίνημα με τις σποραδικές απεργίες, τα επαναλαμβανόμενα μπλόκα στην οικονομία, που διεξάγεται χάρι στη βάση των ιδιαίτερα μαχητικών διασυνδικαλιστικών συνελεύσεων και/η τους αυτόνομους συντονισμούς που δε σκοπεύουν στη διαπραγμάτευση αλλά στην επιβολή ενός νέου κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων, μπορεί πάρα πολύ εύκολα να υπονομευθεί από μια τέτοια παραίτηση και να σπάσει τα μούτρα του.
Μπλόκαρε, να μπλοκάρουμε, να μπλοκάρετε! Για την καταστροφή του παλιού κόσμου…
Είμαστε μάρτυρες μιας στιγμής ιστορικής. Ένα σύστημα που μας επιτρέπει να ζούμε στον κόσμο αποτυγχάνει. Η πίστη στην παντοδυναμία της αγοράς, στην αντιπροσώπευση σύμφωνα με την οποία η κοινωνία μπορεί να οργανωθεί γύρω απ’ τον ελεύθερο κι ανόθευτο ανταγωνισμό, η αυτορρύθμιση των αγορών, καταρρέουν. Αυτό που εξακολουθεί να ισχύει, είναι η έκκρηξη του συστήματος υπό το βάρος των χρόνιων χρεών των κρατών, ή ακόμα και αμφισβήτηση ενός μεγάλου μέρους των κεκτημένων του σκληρού αγώνα του κοινωνικού κινήματος.
Το κράτος ενάντια στην κοινωνία
Ο σημερινός αγώνας γύρω απ’ τη διατήρηση του καθεστώτος των συντάξεων δείχνει ότι οι διευθύνουσες τάξεις προτίθενται να εξασφαλίσουν την επιβίωση του καπιταλισμού, που γνωρίζει μια απ’ τις πιο σοβαρές ιστορικές του κρίσεις, καταφεύγοντας στη βία με τρόπο ώστε να γενικεύσουν τον φόβο. Το συνταξιοδοτικό αποτελεί έναν ισχυρό συμβολισμό κι ως τέτοιος βρίσκεται στην καρδιά της κοινωνικής ειρήνης από την Απελευθέρωση και δώθε. Μια πτώση της κυβέρνησης θα ήταν ένα χτύπημα στις πολιτικές της κοινωνικής οπισθοδρόμησης που στοχεύουν να προσαρμόσουν τις κοινωνίες σε μια νέα διεθνή κατάσταση: η διαχείριση μιας συστημικής κρίσης του καπιταλισμού και του ολοκληρωτισμού απαιτεί μηδενική ανοχή. Μια ήττα του κοινωνικού κινήματος στη Γαλλία, την χώρα του ανεπτυγμένου κόσμου που έχει ίσως την πιο ισχυρή αντίσταση στη φιλελεύθερη ιδεολογία, προετοιμάζει και λειαίνει το έδαφος για μια δραματική κοινωνική διολίσθηση.
Επιστροφή στο ’30;
Στο πλαίσιο αυτό, δεν αποτελεί έκπληξη ότι οι ευρωπαϊκές κοινωνίες κατατρέχονται ξανά απ’ τους παλιούς τους δαίμονες: τον ρατσισμό και τον εθνικισμό. Δεν είναι απλώς επειδή η λεηλασία των κοινωνικών κατακτήσεων και η οικειοποίηση του πλούτου από μια ελάχιστη μειοψηφία αρπακτικών καθιστά αδύνατη την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών της βάσης, είναι επίσης επειδή κάθε πιθανότητα μιας αδερφικής ανθρώπινης κοινότητας εξαλείφεται. Όταν οι άνθρωποι έχουν χάσει τα πάντα, ακόμα και την ελπίδα ότι θα ‘ρθουν καλύτερες μέρες, δεν τους μένει συχνά παρά μόνο η εθνική περηφάνεια, ένα αίσθημα του ανήκειν σε μια ταυτότητα βασισμένη στον αποκλεισμό και τον φόβο του Άλλου. Αυτό αντικατοπτρίζει τον εκφασισμό των συνειδήσεων που προχωρά παντού στην Ευρώπη. Αλλά δεν είναι βέβαιο ότι οι ψευδοδημοκρατίες μας θα εξελιχθούν σε ολοκληρωτικά καθεστώτα τέτοια όπως του αιώνα που μας πέρασε. Βλέπουμε περισσότερο μια διολίσθηση, της δημοκρατικής τάξης σε ένα κράτος εξαίρεσης που θα κρατήσει απ’ αυτήν μόνο το όνομά της. Στο “πιο ελεύθερο κράτος του κόσμου”, η ελευθερία θα είναι βασικά ελευθερία για τα σκυλιά.
Ουτοπία ή θάνατος
Η παράνοια που περνιέται σήμερα για εξυπνάδα, που η εξουσία επαναλαμβάνει ανεξέλεγκτα, λες και το κάνει για να συνοδεύει τα χτυπήματα των μπάτσων της, είναι ότι η πολιτική που εφαρμόζει δεν είναι παρά ένα σύνολο αντικειμενικών στοιχείων, μια αλήθεια που βασίζεται σε φυσικούς νόμους που δεν μπορεί να διαφύγει κανείς. Ωστόσο, δεν υπάρχει καμμιά προδιαγεγραμμένη μοίρα: οργανωνόμενοι έξω απ’ τις πολιτικές ή συνδικαλιστικές δομές, σε επιτροπές αγώνα ή γενικές συνελεύσεις διεπαγγελματικές και ενωτικές, ξεπερνούμε τα φράγματα μεταξύ ατόμων και κοινωνικών ομάδων. Το εξεγερσιακό κίνημα ενάντια στη ρευστοποίηση του συνταξιοδοτικού έχει ήδη ξεπεράσει αυτό το θέμα και πλέον θέτει υπό αμφισβήτηση μια ολόκληρη τάξη κι ένα κοινωνικό μοντέλο, πραγματικά εμετικά. Αλλά δεν θα υπάρχει ριζικός αγώνας τόσο έντονος κι ευρύς χωρίς να επαναπροσδιορίσουμε στο σήμερα την επαναστατική προοπτική, η οποία δεν μπορεί σήμερα να είναι παρά ένα πρόταγμα ελευθεριακής ουτοπίας. Δηλαδή, μια εικόνα που να κερδίζει μία-μία τις γραμμές της σε δύναμη, ακρίβεια και βάθος στο βαθμό που ο αγώνας για την κοινωνική χειραφέτηση θα εντείνεται.
Προς το παρόν, η καλύτερη οργάνωση είναι εκείνη που συνίσταται σ’ έναν μέγιστο αριθμό υποκειμένων και δυνάμεων γύρω απ’ την άνευ όρων υπεράσπιση της ελευθερίας και της ισότητας.
Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες, την Πέμπτη 21 Οκτώβρη, σκόπιμα τορπιλλήσαν το κίνημα ενώ αυτό είχε αρχίσει να παραλύει την εθνική οικονομία. Απομακρύνοντας τις επόμενες ημέρες δράσεις, στις 28 Οκτώβρη και 6 Νοέμβρη, προγραμμάτισαν την εξάντληση και το τέλος της σύγκρουσης, θυσιάζοντας αυτών που, στα διυλιστήρια και αλλού, συνέχιζαν τα μπλόκα. Αν πέτυχαν στις μανούβρες τους, συμπληρώνοντας αυτές του Κράτους, είναι επειδή στο κίνημα δεν είχε αναπτυχθεί κάποια αυτόνομη δυναμική, κανένα περιεχόμενο που να κρύβει μια τάση, ένα όνειρο για κάτι διαφορετικό. Κι εκεί επίσης, υπήρχε δυστυχώς ένα μπλοκάρισμα.
Έχουμε μιλήσει ελάχιστα για το σημαίνει πραγματικά “retraite” (σύνταξη, αλλά και αποχώρηση, απόσυρση) σ’ αυτό το κίνημα. Ένας ακόμη λόγος για την αποτυχία. Γιατί η σύνταξη με την τρέχουσα μορφή της -όλος ο κόσμος το γνωρίζει- δεν είναι κάτι το τόσο επιθυμητό: η έξοδος από την ενεργή ζωή (τί ήταν λοιπόν τελικά αυτή η ζωή απ’ την οποία θα πρέπει να βγούμε;) οδηγεί σιωπηλά αλλά βίαια στην απομόνωση, την ιατρική ιδρυματοποίηση, την εξάρτηση απ’ όλους, και τελικά στο γηροκομείο: στην ταφή πριν τον θάνατο. Ήταν η στιγμή να τα θέσουμε όλα αυτά στα μπλόκα, για ν’ αρχίσουμε να οραματιζόμαστε κάτι διαφορετικό. Αλλά ο φόβος για το μέλλον παραλύει τα πάντα, σε σημείο που να εμποδίζει τη σκέψη για το παρόν, για την αμφισβήτησή του.
Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες έχουν έναν ρόλο να διαδραματίσουν στο σύγχρονο πολιτικό θέατρο αλλά και στο δρόμο, ως μια θεαματική αντιπολίτευση αλλά και ως αποκούμπι: “Πρέπει να ξέρετε πότε να σταματάτε μιαν απεργία!”. Γι’ αυτούς τους ψευταράδες, ήταν πάντοτε εκτός της κουβέντας κάθε πραγματικό μπλοκάρισμα της οικονομίας. Εξ’ ού και η υποκριτική αυτοβύθισή τους, από χέρι πλοιάρχου. Κι είναι έτσι για πάνω από πενήντα χρόνια τώρα, προς τέρψιν των Thibault, Chérèque και κάθε άλλου στη θέση τους, ότι τίποτα δεν τους αποκαθηλώνει απ’ αυτήν. Έτσι όπως μένουν τα πράγματα, η αποτυχία έχει ήδη δρομολογηθεί.
Για πόσο ακόμα;
Communiqué de La Lanterne rouge
Saint-Nazaire, 28 octobre 2010.
στμ. Le Grand Sabordage: τίτλος ταινίας του 1972, με θέμα τον έρωτα δυο παιδιών, ενός αγοριού κι ενός κοριτσιού, που εγκαταλείπουν το σχολείο για να ζήσουν μια κοινή ζωή στο περιθώριο, που τελικά προδίδει το κορίτσι κολακευμένο απ’ την προσοχή μιας μεγαλύτερης γυναίκας
][][
Grève irréparable (απόσπασμα)
[…] Μια λειτουργική κατασκευή των μήντια και της κυβέρνησης: ο διαχωρισμός σε “σπάστες” και ειρηνικούς διαδηλωτές, είναι μια μανούβρα που έχει γίνει πια κλασσική, αλλά διατηρεί την ισχύ της καθώς αντηχεί σε κάθε κεφάλι. Θα πρέπει να καταστρέψουμε κάθε τέτοια αντίθεση, καθώς αποκρυσταλλώνει και συντηρεί μια ψεύτικη αντιπαλότητα. Σε μια τέτοια εποχή κοινωνικού πολέμου, δεν υπάρχει πια διάκριση μεταξύ αυτών που καταστρέφουν ένα εμπορικό κέντρο σπάζοντας τις βιτρίνες και καίγοντας τα οχήματα, κι αυτών που μπλοκάρουν την οικονομία. Ο στόχος είναι τελικά ο ίδιος, το θέμα δεν είναι καθόλου η βία αλλά κάτι διαφορετικό: Είναι ένα ζήτημα συσχετισμού δυνάμεων με τον εχθρό: αυτοί που επιθυμούν ακόμα και τώρα και πάντα να παράγουν και να ακολουθούν κάθε εντολή του καπιταλιστικού αφεντικού τους ώστε να διατηρήσει την κυριαρχία του σ’ αυτόν τον εμπορευματικό κόσμο, αυτοί που με κάθε τίμημα θέλουν να διαφυλάξουν την κυριαρχία τους, κι εκείνοι που χρησιμοποιούν βία για να σπάσουν τα μπλόκα και τις συγκεντρώσεις (δηλαδή τόσο το Κράτος και τ’ αφεντικά, όσο και οι μεγαλομανείς διευθυντές και υπηρέττες τους), παρουσιάζονται από ορισμένους μ’ έναν ουδέτερο χαρακτήρα, ως “εργαζόμενοι σαν εμάς”. Είναι όμως σαφές: ο πόλεμος αναδεικνύει αυτό που ο καθένας είναι, κι όχι αυτό που λέει ότι είναι. Απ’ τη στιγμή που γίνεται ορατός (όπως κι αν παρουσιαζόταν μέχρι τώρα), χαμηλής έντασης αλλά με δυο σαφώς ορισμένες πλευρές, δεν είναι φρόνιμο να ισχυριζόμαστε ότι δεν υπάρχει. Η αντιμετώπιση των μπάτσων ως “εργαζομένων σαν κι εμάς” δεν είναι το ίδιο με την ιδέα ότι η σύγκρουση θα είναι μεταξύ των εργαζομένων και των αφεντικών. Ένα τέτοιο πρόταγμα είναι άλλωστε άνευ σημασίας, στο βαθμό που αυτοί οι μπατσοεργαζόμενοι αποδέχονται ότι αποτελούν το νόμιμο μονοπώλιο της βίας, κι εμείς παραδεχόμαστε ότι είμαστε μη-επιθετικοί. Θα προχωρήσω λίγο ακόμα: Σημαίνει ότι αυτοί που έχουν επιλέξει να είναι βίαιοι προς τον εμπορευματικό κόσμο αναγνωρίζονται έτσι από τους παραπάνω μη-επιθετικούς ως εχθροί. Θα ήταν επικίνδυνο για μας (εμάς που δηλώνουμε ότι πρέπει να είμαστε επιθετικοί) να απορρίψουμε εκ των πρωτέρων τη “βία”. Θα πρέπει έτσι να αποδομήσουμε τη φιγούρα του “κουκουλοφόρου-σπάστη-των-προαστείων”, και κάθε φορά που θα γίνεται αναφορά σ’ αυτούς, να στεκόμαστε αλληλέγγυοι με τις πρακτικές τους. Οι πρακτικές αυτές μας φαίνονται ως μια απ’ τις κοινές πρακτικής της επίθεσης κι ως ένα σύνολο πράξεων που ανησυχούν ιδιαίτερα το Κράτος: γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο δεν πρέπει να επιτρέψουμε να αποσυνδεθούν απ’ τις συνδικαλιστικές κινητοποιήσεις ή άλλες πολιτικές δράσεις: αυτές οι πράξεις, καθώς βρίσκονται στην καρδιά του πολέμου, πρέπει να υποστηριχθούν. Πέρα απ’ την αλληλεγγύη, αυτές οι πρακτικές πρέπει να σταθούν η αφορμή για μας να εμπλουτίσουμε τις κινήσεις μας πέρα απ’ τον ψευτοδιάλογο για τη βία/μη-βία. Δεδομένου ότι επιθυμία μας είναι να αντισταθούμε συνολικότερα στην οικομική κρίση, θα ήταν σημαντικό σ’ αυτόν τον πόλεμο να αντηχεί ο ήχος ενός γενικότερου ξεπεράσματος. […]
Το μετρό σταματά, καμμιά επιστροφή στην ομαλότητα!
[…]
Η σύνταξη! Αχ, η σύνταξή μου! Δε θα πάρω. Παρ’ όλα αυτά. Στο κίνημά μας δεν είναι το θέμα οι συντάξεις, αλλά γενικότερα η εργασία και η εκμετάλλευση, του χρόνου που μας κλέβουν. Απεργίες, μπλόκα, σαμποτάζ… είναι πάντα προσπάθειες να ξανακερδίσουμε τον χαμένο χρόνο. Και μπορεί να ακούσετε στις διαδηλώσεις: “Απεργία μέχρι τη σύνταξη”. Αυτό το κίνημα αναμειγνύει γενιές και τομείς: μαθητές και μεσήλικες λίγο πριν τη σύνταξη, άνεργοι και εργαζόμενοι, συνδικαλισμένοι ή μή… Αλλά, δεν είδα κάτι απ’ αυτά στην τηλεόραση, σαχλαμάρες, ένας υπεύθυνος συνδικαλιστικός εκπρόσωπος να μιλά για τις συντάξεις σ’ ένα ντιμπέιτ για την εργασία, σαν χονδροειδής διαπραγματευτής των ζωών μας και του τέλους του κινήματος. Στην μια κλοπή του χρόνου μας προστίθεται κι άλλη μία.
Ωστόσο, παντού εκφράζεται μια άρνηση: μια άρνηση να δουλέψει κανείς, ολοένα και περισσότερο, μια άρνηση να ελέγχεται, χωρίς σταματημό. Θέλουν να σφυρίξουν το τέλος του διαλείματος και της παιδικής χαράς, αλλά αυτή δεν έχει ξεκινήσει ακόμα. Για παράδειγμα, οι απεργοί μισθωτοί της EDF ανακοίνωσαν χθες ότι έχουν ξεκινήσει μια μείωση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Παντού η ανάγκη να διαταραχθεί και να μπλοκαριστεί η οικονομία, γίνεται αποδεκτή κι εφαρμόζεται. Έτσι, όπως και πολλοί άλλοι, αποφάσισα να γίνω μέρος της αυτό το πρωί και τράβηξα τη λαβή που σταματά το ρεύμα στις γραμμές του μετρό. Γι’ αυτό και σταμάτησαν για λίγη ώρα οι συρμοί των γραμμών 2, 3, 6, 8, 9 και 12. Θα ήμασταν λοιπόν αρκετοί αυτοί που σήμερα το πρωί θα είχαμε έναν καλό λόγο να αργήσουμε για τη δουλειά!
Ζήτω η απεργία, και μαζί της οι διακοπές, η αυτοοργάνωση, τα μπλόκα!
Τίποτα δεν τέλειωσε, όλα τώρα αρχίζουν
Απ’ τον σταθμό Malesherbes
Παρασκευή 29 Οκτώβρη 2010 [link]
][][
Ce qui est en jeu
Αυτό που παίζεται
Αυτό που παίζεται, δεν είναι μόνον οι συντάξεις.
Αυτό που διακυβεύεται είναι αυτό που όλος ο κόσμος καταλαβαίνει: ότι είμαστε σ’ έναν κόσμο που πρέπει να δίνουμε ολοένα και περισσότερα για την εργασία, και σε αντάλλαγμα να ζήσουμε μ’ αυτό που μας δίνουν. Κι αυτό που μας δίνουν, και το πόσο είναι, καθορίζει απόλυτα τον τρόπο που υποτίθεται ότι θα ζήσουμε. Δουλεύουμε, και σε αντάλλαγμα λαμβάνουμε ένα μέρος του κοινού πλούτου με την μορφή ενός μισθού και εισοδημάτων, κι επίσης, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, με την μορφή κοινωνικής πρόνοιας, εκπαίδευσης, υγείας και της σύνταξης.
Οι κοινωνικές δαπάνες, είτε για την εκπαίδευση, είτε την υγεία ή τις συντάξεις πέφτουν παντού παγκόσμια, κι αυτό σηματοδοτεί ότι παγκόσμια μας κοστολογούν ολοένα και φθηνότερα. Κι αν αξίζουμε λιγότερο, είναι γιατί μέσα σ’ αυτό το σύστημα του καπιταλισμού η αξία της εργασίας μας δεν εξαρτάται ούτε από την ποιότητά της, ούτε απ’ τη χρησιμότητά της, αλλά αποκλειστικά απ’ την ικανότητά της να παράγει νέα αξία.
Όταν η δημιουργία αυτής της αξίας εκτοπίζεται μαζικά προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, η δική μας εργασία τιμάται λιγότερο, και η ζωή μας το ίδιο.
Αυτό όμως δεν αληθεύει για όλον τον κόσμο. Εκείνοι που κατέχουν ή διαχειρίζονται τον πλούτο, έχουν μια πρόσβαση στα προϊόντα, συνεχίζουν να λαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου που δημιουργήθηκε ακριβώς επειδή οι επενδύσεις όπου τα χέρια εργασίας είναι λιγότερο ακριβά, έχουν στόχο τη δημιουργία και τη συντήρηση του κέρδους για τους καπιταλιστές.
Αντίθετα με ό,τι θα ήθελαν να μας κάνουν να πιστέψουμε, δεν υπάρχει τίποτα που να λέει ότι τα πράγματα υποχρεωτικά θα πρέπει να είναι έτσι. Εμείς λέμε, ότι θα μπορούσαμε κάλλιστα να παράγουμε για να ζήσουμε. Ναι, αλλά είναι πραγματικά υποχρεωτικό να παράγουμε για να ζήσουμε έτσι;
Γιατί αυτό που παράγουμε δουλεύοντας, δεν είναι πλούτος. Αυτό που παράγουμε δουλεύοντας, είναι πρώτ’ απ’ όλα οι συνθήκες της ίδιας της σκλαβιάς μας. Αν πρέπει πάντα να παράγουμε και να συσσωρεύουμε, είναι επειδή αυτός ο συγκεκριμένος μηχανισμός έχει κέρδος απ’ αυτό. Οι πλούσιοι δεν γίνονται μόνο πλουσιότεροι, γίνονται επίσης περισσότερο κυρίαρχοι επί των άλλων. Όπως όλοι οι αφέντες του παρελθόντος, οι καπιταλιστές του σήμερα ασκούν πάνω στην κοινωνία τη συλλογική εξουσία τους. Το προνόμιο της γέννησης, έχει αντικατασταθεί από ένα άλλο: το προνόμιο των τραπεζικών λογαριασμών.
Η ισχύς αυτού του συστήματος είναι να μας αφήνει να πιστεύουμε ότι αυτή η κυριαρχία δεν είναι καθόλου τέτοια. Ότι είναι μια αναγκαία μορφή κάθε κοινωνικής οργάνωσης. Ότι κανένα ανθρώπινο ον σήμερα δε θα μπορούσε να ζήσει διαφορετικά.
Η αδυναμία αυτού του συστήματος, είναι ότι βασίζεται σε μια παραγωγή και μια δαπάνη πάντα υψηλότερη απ’ αυτήν την νέα αξία που κάνει το κεφάλαιο να γυρίζει. Αλλά το χρήμα δε φυτρώνει στα δένδρα, λέει μια παροιμία, και υπάρχει πάντα μια στιγμή ή κάποιο πράγμα που χάνουν. Οπότε έχουμε κρίση. Οπότε, πρέπει να πάρουν πίσω απ’ τους ανθρώπους αυτά που τους έχουν δόσει, να τους κάνουν να δουλεύουν περισσότερο, να πληρώνονται λιγότερο, όλ’ αυτά για να μπορούν αυτοί που κυριαρχούν να συνεχίσουν να κυριαρχούν.
Το να σπάσει αυτή η κυριαρχία, δεν είναι εφικτό με μεταρρυθμίσεις, πολύ περισσότερο από οποιαδήποτε τροποποίηση του συνταξιοδοτικού. Ελάχιστη σημασία έχει μια αναδιανομή του πλούτου, καθώς το πρόβλημα στον καπιταλισμό δεν εντοπίζεται αποκλειστικά στα πλούτη που έχουν ήδη παραχθεί και μοιραστεί άδικα, αλλά και σ’ αυτά που δεν μπορούν να παραχθούν παρά μόνον με άδικο τρόπο. Αυτό που έχουμε ανάγκη, είναι να συνεχίσουν οι απεργίες και τα μπλόκα: Γιατί είναι στο κίνημα της αντιπαράθεσης που η κριτική του υπάρχοντος μπορεί να μεταμορφωθεί σε πρόταση για να υπάρξει κάτι άλλο.
Πρέπει να μπλοκάρουμε την καπιταλιστική παραγωγή και να μοιραστούμε αυτά που έχουν ήδη παραχθεί, κι έπειτα να μοιραστούμε τον τρόπο με τον οποίο αυτό το μοίρασμα θα μπορούσε να συνεχιστεί.
Derrière les retraites, l’esclavage salarié – ICO, 23 octobre
Πίσω απ’ τις συντάξεις, η μισθωτή σκλαβιά – ICO, 23 Oκτώβρη
(αποσπάσματα)
Εργατικό Αντάρτικο: Το κίνημα ενάντια στην “μεταρρύθμιση” του συνταξιοδοτικού, που διαρκεί ήδη εδώ κι ενάμισυ μήνα, φαίνεται να παίρνει μια μορφή διαρκείας. Ομάδες αγωνιστών σχεδιάζουν δράσεις για την επόμενη βδομάδα, μαθητές και φοιτητές οργανώνονται για μετά το τριήμερο (στμ. των αγίων πάντων στη Γαλλία), η απεργία στα διυλιστήρια… Παντού, παίρνει μια μορφή “εργατικού αντάρτικου”: αυθόρμητες δράσεις αποφασίζονται επί τόπου από εκατοντάδες διαδηλωτές, μειοψηφικές απεργίες υποστηρίζονται απ’ την πλειονότητα των εργαζομένων, δημιουργώντας διαταραχές, μπλοκάροντας την οικονομία. Το κίνημα επεκτείνεται σε μικρές επιχειρήσεις, κωμοπόλεις και χωριά, χωρίς να γίνεται άμεσα ορατό. […]
Είναι σαφές ότι στην τρέχουσα κατάσταση, δεν είμαστε σε γενική απεγία, αλλά σ’ ένα φαινόμενο διαφορετικό, που δε θα πρεπε να αναλυθεί σύμφωνα με τις γνωστές νόρμες. […]
Με κινηματικούς όρους, αυτή η κατάσταση “εργατικού αντάρτικου” παραμένει ευάλωττη στις ανησυχίες και τα ρίσκα της απομόνωσης των πιο μαχητικών κομματιών του. Οι διακοπές, που θέτουν πολύ σοβαρά ζητήματα, μπορούν να επιφέρουν μια σχετική αποστράτευση (τα παιδιά που θα φυλάξουν μέσα οι γονείς, η απουσία του συνδετικού χώρου για τους μαθητές ή τους καθηγητές), καθώς επίσης ενθαρρύνουν τα κομμάτια αυτά να αναπτύξουν μια δραστηριότητα αποσυνδεδεμένη από την κινηματική καθημερινή πραγματικότητα.
Γι’ αυτό είναι και σημαντικό, να συνεχίσουμε να κινητοποιούμε τους συναδέλφους μας και να καλούμε τα κομμάτια αυτά σε επαγρύπνηση. Ο συνάδελφος που δεν απεργεί σήμερα, μπορεί να απεργήσει αύριο, αυτός που δεν έρχεται στα μπλόκα μπορεί να το κάνει, η κατάσταση είναι ρευστή. […] Δεδομένου ότι τα διυλιστήρια έδωσαν τον τόνο του κινήματος, πρέπει να τα οργανώσουμε έτσι ώστε να κρατήσουν τουλάχιστον άλλες έξη εβδομάδες. Κάτι τέτοιο απαιτεί να είμαστε επινοητικοί, να παρακολουθούμε τις καλύτερες δράσεις που γίνονται αλλού, να τις επαναλαμβάνουμε, να τις προσαρμόζουμε, να τις βελτιώνουμε. […] το ίδιο όσον αφορά τις ανοιχτές γενικές συνελεύσεις. […] Για ορισμένους συνδικαλιστές, δεν πρόκειται παρά για ένα μάζεμα των εργαζομένων για ν’ ακούσουν τους συνδικαλιστές ηγέτες, κι έπειτα να ψηφίσουν κάτι που έχει καθοριστεί ήδη από πριν. Αλλά για τους αγωνιστές που θέλουν πραγματικά ζωντανές συζητήσεις στις γενικές συνελεύσεις, η πρακτική πραγματικότητα είναι συχνά μια μεγάλη απογοήτευση, αναπαράγοντας τα ίδια και τα ίδια: το γεγονός ότι δίνεται ο λόγος στην αίθουσα, δε σημαίνει κι ότι θα τον πάρει κανείς έτσι απλά, ειδικά όπου δεν υπάρχει μια παράδοση κοινωνικών αγώνων, απεργιών και συζήτησης από τα κάτω. Το ότι οι πρώτες φορές δεν πήγαν καλά, δε σημαίνει ότι θα είναι και πάντα έτσι. Ο λόγος απελευθερώνεται αργά, στο ίδιο βήμα με την τοπική και κοινωνική ανάπτυξη του κινήματος.
Μια νέα πτυχή του κινήματος, είναι η αφετηρία μιας πραγματικής διεθνούς αλληλεγγύης. Η πιο σημαντική εικόνα της είναι φυσικά αυτή της CGSP (γενική ομοσπονδία δημοσίων υπαλλήλων) του Βελγίου, που απείλησε με μπλόκα κάθε απόπειρα μεταφορών πετρελαιοειδών απ’ το Βέλγιο προς τη Γαλλία. […]
Η διασυνδικαλιστική: […] Η κυβέρνηση δεν παίζει πια το παιχνίδι των διαπραγματεύσεων, σε αντίθεση με το 1995 ή το 2003. Δεν ρίχνει κανένα κόκκαλο για να δεχτούμε, ούτε καν στα πιο ρεφορμιστικά συνδικάτα της διασυνδικαλιστικής. Με το ζήτημα της συνταξιοδότησης στα 62/67 χρόνια, η κυβέρνηση θέλει να τσακίσει ολόκληρο τον κόσμο της εργασίας, συμπεριλαμβανομένων και των πιο γραφειοκρατικών και ρεφορμιστικών οργανώσεών του. Εδώ φαίνεται και η ήττα της στρατηγικής τους, του προνομιακού τους ρόλου μεσάζοντα, συνδιαλεγόμενου με το Κράτος και την εργοδοσία, που τους υποχρέωνε να υιοθετήσουν μια συνδικαλιστική και μαχητική στάση για να αποδείξουν ότι είναι ακόμα απαραίτητοι ώς τέτοιοι. Αυτό τους οδηγεί παρά τη θέλησή τους να ακολουθούν τη ριζοσπαστικοποίηση του κινήματος, παρά τον φόβο που έχουν και που εκφράζουν ανοιχτά γι’ αυτήν.
Πρέπει να έχουμε υπόψιν ότι υπάρχει μια μεγάλη ανάγκη για συνδικαλιστική ενότητα σε όλα τα επίπεδα, όσο το κίνημα παραμένει στα πλαίσια που θέτουν τα συνδικάτα. Όχι μόνο δεν υπάρχει κάποιο εμφανές ξεπέρασμα των συνδικαλιστικών πλαισίων, αλλά η πίεση αυτή είναι εξίσου ισχυρή στη βάση των κινητοποιήσεων, αν και για λίγους λόγους, όσο και στις συνδικαλιστικές ηγεσίες που φαίνονται να υποστηρίζουν το κίνημα, κι αυτές που δεν το προδίδουν. […]
Στρατηγικά κέντρα: Τα διυλιστήρια έχουν διαδραματίσει έναν στρατηγικό ρόλο σε εθνικό επίπεδο. Η πλειοψηφία της εργατικής τάξης είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις και να υποστηρίξει τους απεργούς. Είναι ένα φαινόμενο εξέχουσας σημασίας: άνθρωποι που νιώθουν αδύναμοι να απεργήσουν οι ίδιοι, είναι έτοιμοι παρόλ’ αυτά να υποστηρίξουν ακόμα και οικονομικά τους απεργούς, γνωρίζοντας ότι θα υποστούν τις συνέπειες της απεργίας στην καθημερινότητά τους.[…] Οι εργάτες των διυλιστηρίων, καθώς και οι οδηγοί, είναι μια εντυπωσιακή περίπτωση, καθώς απολαμβάνουν ένα καλύτερο καθεστώς συνταξιοδότησης απ’ τους υπόλοιπους, που δεν απειλείται άμεσα, ωστόσο, έχουν τη συνείδηση ότι οφείλουν να υπερασπιστούν το κίνημα σήμερα, για να μη βρεθούν απομονωμένοι αργότερα. Χρησιμοποιούν με τον καλύτερο τρόπο τον στρατηγικό τους ρόλο, προς όφελος του συνόλου του κοινωνικού κινήματος.
Καταστολή: Η καταστολή ξεκίνησε να χτυπάει άγρια τους μαθητές, από την πρώτη κιόλας μέρα του κινήματος: μαζικές συλλήψεις και προσαγωγές, άμεσα δικάσιμες, βαριές ποινές, “μηδενική ανοχή”. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στις μικρές επαρχιακές εργατουπόλεις, με υψηλό ποσοστό ανεργίας μεταξύ των νέων, όπου οι συγκρούσεις με τους μπάτσους ήταν ιδιαίτερα βίαιες. Επίσης, σε μερικές πόλεις όπως η St-Nazaire, όπου προϋπήρχε μια παράδοση εργατικών αντιπαραθέσεων με την αστυνομία. Αλλά τώρα, αυτή η καταστολή εφαρμόζεται εξίσου και σε εργαζομένους, ιδιαίτερα σε συνδικαλιστές που συμμετέχουν στα μπλόκα. Δεν είναι μόνο οι συλλήψεις σε δράσεις, αλλά κυρίως οι κλήσεις στα αστυνομικά τμήματα και οι προσαγωγές. Δεν πρόκειται για “αστυνομική αυθαιρεσία” αλλά για μια συνειδητή πολιτική, επιλεγμένη στα ανώτερα κλιμάκια κι εφαρμοσμένη αμείλικτα, συχνά από μπάτσους που συμμερίχονται τις ανησυχίες των διαδηλωτών αλλά υποκύπτουν στις εντολές τους με δυσφορία. […]
[…] Υπάρχει μια ισχυρή κουλτούρα μπλόκων, στους εργατικούς κύκλους, αλλά ακόμα κανένα μέσο για τη διατήρησή τους απέναντι στην αστυνομία. Όταν ασκούν πίεση, πρέπει να μπορούμε να τους αντιμετωπίσουμε. Προς το παρόν, το εργατικό αντάρτικο παραμένει αρκετά εξαρτημένο απ’ τα περιθώρια της ανεκτικότητας που θα δείξει το Κράτος, λίγο-πολύ σύμφωνα με τους τοπικούς συσχετισμούς. Φυσικά, το πλήθος, η αποφασιστικότητα, επιτρέπουν να επιβάλλουμε έναν συσχετισμό ισχύος και πολλαπλασιασμό των δράσεων, που θα περιπλέξουν το έργο του αντιπάλου, αλλά δεν υπάρχει κάποια γνωστή περίπτωση όπου στάθηκε δυνατό να διατηρηθεί ένα μπλόκο απέναντι σε μια αστυνομία αποφασισμένη να το διαλύσει. Αυτό είναι φανερά ένα πρόβλημα, που πρέπει να συζητηθεί σοβαρά.
Το να καλούμε σ’ ένα μπλόκο, σημαίνει κι ότι θα πρέπει να εξασφαλίζουμε την τεχνική προετοιμασία του και την προστασία των διαδηλωτών. Αυτό θα πεί, να είμαστε σε θέση να το επιβάλλουμε χωρίς να διατρέχουμε περιττούς κινδύνους, γι’ αυτούς που δεν ήρθαν γι’ αυτό. Διαφορετικά, οι ομάδες περιφρούρησης των συνδικάτων, θα συνεχίζουν το εμμονικό τους κυνήγι των “σπαστών”, προς τέρψιν των μπάτσων στις διαδηλώσεις, αδιαφορώντας για τη διασφάλιση της επιτυχίας της εκάστοτε δράσης, ή για την προστασία των διαδηλωτών. […]Είμαστε αντιμέτωποι με μια αστυνομία κι έναν στρατό εξοπλισμένο και εκπαιδευμένο για εμφύλιο πόλεμο, ενώπιον των οποίων είμαστε άοπλοι, ανίκανοι να αντισταθούμε με έναν τρόπο κάπως παραπάνω από συμβολικό. Είναι μια ευθύνη για κάθε κομμουνιστική οργάνωση να μελετήσει αυτά τα θέματα χωρίς περιστροφές. Διαφορετικά, θα κυριαρχήσει η ειρηνιστική νοοτροπία, η νομιμόφρων και δημοκρατίστικη, που βουλιάζει το εργατικό κίνημα.
Πίσω απ’ τις συντάξεις, η μισθωτή σκλαβιά: Τα λεπτομερή αιτήματα των συνδικάτων και οι ακροβασίες τους πάνω στο θέμα της απόσυρσης του νόμου, δεν κυριαρχούν πραγματικά στις διαδηλώσεις. […] Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχουν πραγματικά αιτήματα, ακόμα κι αν η παραμονή του ορίου συνταξιοδότησης στα 60 χρόνια παίζει έναν σημαντικό ρόλο κινητήρα. Πίσω απ’ τις συντάξεις, η εργατική οργή κατευθύνεται ενάντια στην εκμετάλλευση, ενάντια στην μισθωτή σκλαβιά γενικότερα – κανείς δε θέλει να εργαστεί περισσότερο στις σάπιες συνθήκες της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Ωστόσο, μεταξύ των νέων, ιδιαίτερα των μαθητών, είναι λιγότερο αυτή η εντελώς απόμακρη εικόνα της συνταξιοδότησης, όσο ο φόβος της ανεργίας. Οι δυο πτυχιές αλληλοσυμπληρώνονται ως κριτική του καπιταλισμού, αλλά λειτουργούν σύμφωνα με αρκετά διαφορετικές πηγές. Αυτός είναι και ο λόγος που στην εργασία μας, πρέπει να συνεχίσουμε να κριτικάρουμε το καπέλωμα των αιτημάτων των συνδικάτων και των αριστερών κομμάτων, πάνω στα δυο αυτά θέματα. Έχουμε φτάσει ένα επίπεδο κινητοποίησης, ιδιαίτερα στο πιο ενεργητικό περιθώριο του κινήματος, όπου είναι αρκετά πιθανό να θέσουμε αυτά τα ζητήματα και να κάνουμε εμφανή μια κομμουνιστική συζήτηση.
Το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας: Το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας, που εκφράζεται στην οργή ενάντια στον Σαρκοζί, είναι ουσιαστικό, αλλά δεν τίθεται ως τέτοιο – πλήν της άποψης που θέλει μια εκλογική αλλαγή. Αυτό θα πεί ότι όλος ο κόσμος, μέσα στο κίνημα, δηλώνει το μίσος του για την κυβέρνηση, ονειρεύεται την πτώση της, αλλά χωρίς αυτό να τίθεται ποτέ μέσα από μια πιθανή εναλλακτική, σε πρακτικό επίπεδο. Το να μπερδεύουμε την πτώση μιας κυβέρνησης, ακόμα κι αν συνιστά μια δυνατή στιγμή αυτής της κρίσης, με την πτώση του Κράτους, είναι ένα χονδροειδές σφάλμα. Πάνω απ’ όλα, στην καλύτερη, θεωρούμε ότι η γενική απεργία, παρουσιαζόμενη σκόπιμα ως πανάκεια, ως αυτοσκοπός, θα μπορούσε να αναγκάσει την κυβέρνηση να παραιτηθεί. Ωστόσο, η γενική απεργία δεν είναι κάτι αυτοτελές, ούτε καν ένα μέτρο επαρκές για να αλλάξουμε την κατάσταση. Επιτρέπει την κινητοποίηση, την οργάνωση και τη δημιουργία των συνθηκών για μια πολιτική κρίση, για μια κορυφαία διαίρεση, αλλά αυτό δεν αρκεί για να λυγίσει το καπιταλιστικό Κράτος.
Φυσικά, δεν είναι οι αόριστες εκκλήσεις για εξέγερση που θα δώσουν ένα επαναστατικό χρώμα, αλλά αντιθέτως, ο τρόπος που απευθύνουμε τα πολιτικά ζητήματα και τα όρια του κινήματος, για τα οποία πρέπει να μιλάμε: η κριτική στον Σαρκοζί και στην κυβέρνησή του, το μπινελίκι, είναι όλα άχρηστα εάν δεν παίρνουμε σοβαρά τα απαραίτητα μέτρα για να τους ανατρέψουμε, κι αυτό ξεκινά σφυρηλατώντας το γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό χωρίς μια εξέγερση για να απαλλοτριώσουμε την εξουσία της κυρίαρχης τάξης.
Σε όλη τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, δείξαμε τη δύναμή μας, την αποφασιστικότητά μας, να χτυπήσουμε το Κράτος μέσα από ένα σύνολο δυναμικών ενεργειών: σταματώντας την παραγωγή μέσω των απεργιών, μπλοκάροντας την εμπορευματική κυκλοφορία, με τα σπασίματα… Δράσεις που χτυπούν την Οικονομία, σαμποτάροντας τη διαδικασία απόσπασης υπεραξίας για το κεφάλαιο.
Οι απεργίες των φορτηγατζήδων, των οδοκαθαριστών, των σιδηροδρομικών, των εκπαιδευτικών, των ταχυδρομικών, στα διυλιστήρια, στους σταθμούς των λεωφορείων, των τραμ… Οι καταλήψεις των δημοσίων κτιρίων, των εμπορικών κέντρων, των γραφείων των αφεντικών, των πανεπιστημίων. Οι στοχευμένες διακοπές ρεύματος. Τα σπασίματα των γραφείων του UMP, της MEDEF. Τα μπλόκα στην κυκλοφορία των εμπορευμάτων, στις βιομηχανικές ζώνες, στα κέντρα των πόλεων, στα αεροδρόμια, στις αποθήκες καυσίμων. Οι άγριες διαδηλώσεις των μαθητών, που χάρισαν ζωντάνια κι ενέργεια. Τα σπασίματα, οι καταστροφές απ’ τις στάσεις λεωφορείων μέχρι τις λεηλασίες πολυτελών κατασημάτων, οι επιθέσεις ενάντια στους μπάτσους.
Όλες αυτές οι μορφές δράσης εκφράζουν την ανάγκη μας να επιβάλλουμε έναν συσχετισμό ισχύος ενάντια στον νόμο του κέρδους, της κερδοφορίας με κάθε κόστος. Σ’ αυτές τις δυνατές στιγμές εντοπίζεται μια ρήξη με την κυρίαρχη ατμόσφαιρα της παραίτησης, του φόβου, του ο καθένας να κοιτάει την πάρτη του: οι αστοί έρχονται ξανά με έκπληξη αντιμέτωποι με την ανατρεπτική μας ύπαρξη, την ικανότητά μας να ανακαλύπτουμε τον εαυτό μας. Αυτό που τους φοβίζει, είναι το ξεχείλισμα της δύναμής μας, που βρίσκεται συνήθως θαμμένη κάτω απ’ τα προσχήματα της μοιρολατρίας. Όσο περισσότερες οι απεργίες, οι καταλήψεις, τα διαρκή μπλόκα, τόσο περισσότερο αυξάνεται η επικινδυνότητα που αντιπροσωπεύουμε κοινωνικά. Τόσο περισσότερο θα γίνεται πραγματικότητα η ένωση των προλεταρίων.
Σήμερα, η τακτική που χρησιμοποιεί το Κράτος είναι η πλύση εγκεφάλου, τα μαγειρέμματα του αριθμού των απεργών, του αριθμού των συλλήψεων, των απελάσεων, των διαδηλώσεων. Σήμερα ο εξευτελισμός της γλώσσας του Κράτους είναι εμφανής σε όλο το εύρος της δαιμονοποίησης των “σπαστών” (casseurs): όταν ένας μαθητής θα πετάξει μια πέτρα στους πάνοπλους μπάτσους, είναι ένας σπάστης. Όταν ένας μπάτσος πυροβολεί με ελαστικές σφαίρες στο κεφάλι ενός μαθητή (όπως στο Montreuil) ή ρίχνει δακρυγόνα στο κεφάλι ενός άλλου (όπως στην Caen) δεν είναι παρά ένας αστυνομικός που κάνει τη δουλειά του. Ο αστικός πολιτισμός βρίσκει φυσιολογική τη βία των μπάτσων, την οικονομική βία της εκμετάλλευσης, το πέταμα στον δρόμο χιλιάδων μισθωτών, αλλά αποκηρύσσει μετά βδελυγμίας τη βία των εκμεταλλευομένων που καταστέλλει ανελέητα. Η πραγματικότητα είναι ότι όλοι είμαστε εν δυνάμει σπάστες. Το Κράτος το ξέρει, είναι καιρός να το κατανοήσουμε κι εμείς, να αρνηθούμε αυτού του είδους τους διαχωρισμούς ανάμεσά μας και να οικειοποιηθούμε αυτήν τη βία.
Ο αγώνας ενάντια στην μεταρρύθμιση των συντάξεων δεν είναι παρά η αφορμή. Είναι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Δεν μπορούμε να πιστέψουμε ότι η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης κατά δύο χρόνια, είναι ένα κίνητρο ικανό να προκαλέσει μια τόσο βαθιά εξέγερση, πόσο μάλλον όταν έχουμε ήδη σιωπηλά συμφωνήσει να θυσιάσουμε 40 χρόνια απ’ την ύπαρξή μας υποφέροντας τα βάσανα της εργασίας. Στην πραγματικότητα, αυτό που αρνούμαστε είναι αυτά τα 40 χρόνια της μισθωτής σκλαβιάς, στο σύνολό της.
Γι’ αυτό το λόγο είναι ανόητο να θέλουμε να περιορίσουμε τον αγώνα μας στα όρια των λογικών αιτημάτων. Μια εργασία απλά μέχρι τα 60, ενώ τα σώματά μας αποσυντίθενται, που μας πληγώνει, που μας εμποδίζει να απολαύσουμε τη ζωή; Όχι ευχαριστούμε! Να μας λείπει αυτή η λογική των αριστερών κομμάτων και των συνδικάτων, αυτή η παγίδα, αυτός ο ρεφορμισμός που είναι πια ανεπιθύμητος, όπως κάθε ρεφορμισμός του παρελθόντος! Θα τους αφήσουμε λοιπόν για πολύ να μιλούν για μάς; Να αρνηθούμε την παγίδα του διαχωρισμού μεταξύ αυτού που είναι αποδεκτό κι αυτού που δεν είναι… γιατί, ας μη ξεχνάμε ποτέ ότι, η εργασία μας είναι που παράγει κάθε αξία και δημιουργεί κάθε κοινωνική ανάπτυξη που μας κυριαρχεί, που μας μειώνει ολοένα και περισσότερο. Η εργασία μας, δεν είναι κάτι το καλό, είναι ξένη προς εμάς, κι αν είχαμε τη δυνατότητα, θα την αποφεύγαμε σαν την πανούκλα!
Το Κράτος, είναι επίσης και τα συνδικάτα που δε χάνουν ευκαιρία να μας αποδυναμώσουν. Ήδη επειδή δεν έχουν θέσει σε αμφισβήτηση την εργασία. Αντίθετα, την εκθειάζουν. Συνεπώς, δεν πρέπει να προκαλεί καμμιά κατάπληξη το ότι αγωνίζονται για να συντηρήσουν αυτόν τον κόσμο, ότι το μόνο που ονειρεύονται είναι να διορθώσουν μια-δυο λεπτομέρειές του, αλλά ως εκεί. Μουχλιασμένες διαδηλώσεις, ίδια ενορχηστρωμένες σαν από παρτιτούρες μουσικής, νυσταλέα διεκπεραιωμένες μόνο και μόνο για να μας αφομοιώσουν στα πλαίσιά τους, να μας εκτονώσουν, να μας τιθασεύσουν. Αυτά που οφείλουν να μας ενδιαφέρουν είναι ο αριθμός των συμμετεχόντων, η φασαρία που έκαναν, αλλά ο θόρυβος δεν είναι η δύναμή μας, η βαβούρα πάει κι έρχεται! Ιδιαίτερα μετά το τέλος αυτών των διαδηλώσεων, η προγραμματισμένη διάλυσή τους είναι εντελώς αντίθετη στην ανθρώπινη ανάγκη για συνεύρεση, για μια βασική συζήτηση των εμπειριών μας.
Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες “μας”, οι αριστεροί πολιτικοί, μας μετράνε σαν κουκκιά, γιατί γι’ αυτούς δεν είμαστε παρά μια χειραγωγήσιμη μάζα, ένα ελεεϊνό σκαλοπάτι για να πατήσουν ώστε να ανέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Άλλες τακτικές που επιστρατεύουνε, συμπεριλαμβάνουν συμβολικές καταλήψεις χώρων, σε απομονωμένα μέρα, ή μικρές παρεμβάσεις στην κυκλοφορία των οχημάτων, μπλοκάρισμα των λεωφορείων για λίγες ώρες, αν είναι δυνατόν και για κανά μισάωρο! Φυσικά κάθε φορά επικαλούμενοι την ταλαιπωρία του κοινού, κι απ’ την άλλη το δικαίωμα του καθενός στην έκφραση. Μια γλώσσα αστική, βγαλμένη απ’ το κωλόχαρτο της le Figaro. Λες και το λεγόμενο κοινό αυτό, δεν είναι ταυτόχρονα μισθωτοί, εργάτες, επισφαλείς… που όλοι επηρεάζονται απ’ την παρούσα επιδείνωση των συνθηκών της ζωής… αλλά απλοί παθητικοί συνεργοί του Κράτους, που του γλύφουν τον κώλο!
Εμείς δε βάζουμε όλον τον συνδικαλιστικό κόσμο στο ίδιο τσουβάλι. Αναγνωρίζουμε τη διαφορά μεταξύ της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας που είναι αποφασισμένη να κρατήσει την προνομιούχο θέση της, εγγυώμενη την κοινωνική ειρήνη, και ορισμένων ανακλητών αντιπροσώπων της βάσης που είναι φορείς των δράσεών της, των χειρονομιών ρήξης με τη συνδικαλιστική λογική, αν και παραμένουν προσηλωμένοι στα μαγαζάκια τους, είτε από συνήθεια, είτε χάρι στη δύναμη των προσωπικών σχέσεων με τους συναδέλφους τους εκεί… Είναι αυτή η κίνηση της ρήξης που μας ενδιαφέρει να ενισχύσουμε ώστε η δύναμή μας να αυξηθεί ακόμη περισσότερο.
Η δύναμή μας θα αυξάνεται όσο γενικεύουμε τα μπλόκα, τα σαμποτάζ, τις άγριες απεργίες επ’ αόριστον, τις καταλήψεις, τις απαλλοτριώσεις. Χωρίς ταμπέλες πέρα απ’ την κατάστασή μας ως προλετάριοι, ως παρίες της οικονομίας. Η δύναμή μας, θα είναι ακόμα μεγαλύτερη εάν ξεκόψουμε μ’ όλες αυτές τις άχρηστες προκαταλήψεις, γύρω απ’ την υπεράσπιση της εθνικής οικονομίας. Κάτω ο σεβασμός στην ιδιωτική ιδιοκτησία! Κάτω η εργασία! Αν η οικονομία τους είναι σε κρίση, ας τα τινάξει!
ΝΑ ΑΓΩΝΙΣΤΟΥΜΕ ΟΠΛΙΣΜΕΝΟΙ Μ’ ΟΛΗ ΤΗ ΛΥΣΣΑ ΜΑΣ!
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΕΙ ΤΟΝ ΘΡΙΑΜΒΟ ΤΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ Η ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΔΥΝΑΜΗΣ ΜΑΣ ΕΞΩ ΚΙ ΕΝΑΝΤΙΑ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Des prolétaires
Κάποιοι προλετάριοι
proletairesenavant(α)hotmail.fr
][][
Du mouvementisme à l’ autonomisation des luttes
Απ’ τον κινηματισμό, στην αυτονομία των αγώνων
Θα επιχειρήσω εδώ μια πρώτη κριτική ανάγνωση των τριών τελευταίων εβδομάδων αγώνα, σε επίπεδο τόσο τοπικό όσο κι εθνικό, με σκοπό να συλλογιστούμε πάνω στη δράση μας και να την εξελίξουμε. Ελπίζοντας να συμπληρωθεί και να αντικρουστεί από άλλους ανθρώπους, γινόμενη έτσι -γιατί όχι- ένα είδος συλλογικού κειμένου τοποθετήσεων. Έτσι ώστε ο καθένας να μπορεί να συμβάλει σε μια τέτοια αναλυτική αυτοκριτική, με τα κείμενά του, με θεματικά αποσπάσματα, με τις επιθυμίες και τις ανάγκες του, υπογράφοντας ελεύθερα, ανώνυμα είτε με ψευδώνυμο, ώστε να προκύψει μια ανάλυση εν τω γενάσθαι και ταυτόχρονα προκύπτουσα από παντού, σύμφωνα με τις ατομικές και συλλογικές εμπειρίες.
Για να γίνει η γραφή πέτρα απ’ το πλακόστρωτο, μια πρακτική ανάλυση πρέπει να είναι εργαλείο για τον αγώνα, και με την έκρηξη της ελεύθερης διάδοσής της, να μην μένει ποτέ στατική, να μην περιορίζεται σ’ έναν τόπο, να έχει έναν χαρακτήρα πειρατικό κι οριζόντιο. Κάτι τέτοιο θα μας επιτρέψει να συντονίσουμε καλύτερα και πιο αποτελεσματικά την παρούσα και την μελλοντική μας δράση. Και -γιατί όχι, να φτάσουμε σε μια συλλογική μπροσούρα “απ’ τον κινηματισμό στην αυτονομία των αγώνων” ως στήριγμα για τις επόμενες μεγάλες κοινωνικές αναταραχές.
Τοπικές εντυπώσεις
Η εντύπωση σήμερα, στην τρέχουσα φάση του κοινωνικού κινήματος, είναι να κλεινόμαστε ακριβώς σ’ έναν κινηματισμό. Έτσι, αντί να οικειοποιηθούμε τη χρονικότητα του αγώνα μας, υπακούμε στα συνδικαλιστικά καλέσματα.
Πως να επιβιώσουμε, να κάνουμε την απεργία μόνιμη, να τη ζήσουμε και να την πράξουμε μέσα από άλλους τρόπους από τις συνδικαλιστικές ημέρες δράσης, πώς με άλλα λόγια, να αυτονομήσουμε τον αγώνα, ξεκινώντας απ’ τους συντρόφους που τον δημιουργούν;
Η εντύπωση που κυριαρχεί είναι ότι πρέπει να περιμένουμε ποιά θα είναι η επόμενη δράση, όποια κι αν είναι αυτή, για να πάμε με κατεβασμένο το κεφάλι, χωρίς να της δίνουμε ένα βάθος, μια σαφή πολιτική κατεύθυνση, μια θέση, είτε μέσω προκηρύξεων, είτε μιας εφημερίδας, κειμένων κλπ. Στο χέρι μας είναι να δημιουργήσουμε και να βρούμε τα εργαλεία του αγώνα που θα μας φανούν κατάλληλα και χρήσιμα. Χωρίς αυτά, δεν είμαστε παρά οι φλαμπουροκουβαλίστρες, τα πρόβατα που φουσκώνουν των αριθμών του επικοινωνιακού μάρκετινγκ των δράσεων της CGT. Καθώς, γι’ αυτήν αυτό που μετράει δεν είναι συνήθως ένα πραγματικό, αποτελεσματικό κι επώδυνο ίσως, μπλοκάρισμα της οικονομίας, αλλά η προώθηση του λογότυπου-χορηγού της διοργάνωσης.
Πώς να μην μας χειραγωγούν, πως να ξεχωρίσουμε; Πώς μπορούμε να πάρουμε θέση: σε σχέση με τους συντρόφους στον αγώνα και τις πραγματικές τους δράσεις, σε σχέση με την καταστολή και τις αμέτρητες συλλήψεις/καταδίκες, σε σχέση με το ξεπούλημα των κεντρικών συνδικάτων, σε σχέση με την αποκλειστικά διεκδικητική κι αμυντική/αντιδραστική προοπτική του κοινωνικού κινήματος. Κι αυτό, προκειμένου να επαναφέρουμε στο κίνημα αυτήν την επιθετική δύναμη πυρός που περιλαμβάνει στα μέσα της δράσης του, αλλά λείπει απ’ τη λογική του. Η “βάση των μισθωτών” ριζοσπαστικοποιείται και αυτονομείται ως προς τα μέσα της δράσης της, αλλά όχι κι ως προς την πολιτική νοηματοδότηση που παίρνουν αυτά: ναι, μπλοκάρουμε τις εμπορευματικές ροές, εμποδίζουμε τους συναδέλφους να παν στη δουλειά, σπάμε τα γραφεία της εργοδοσίας ή του UMP και της MEDEF, κλπ κλπ, αλλά πάντα για να ικετεύσουμε τον διάλογο, τη διαπραγμάτευση, τον οίκτο εκ μέρους του Κράτους.
Ωστόσο, αυτή η φάση του κινήματος είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα: τα κεντρικά συνδικάτα το ξεπουλάνε, διαπραγματεύονται, διαχειρίζονται τις τοπικές εφεδρείες τους ως αναχώματα στις πρωτοβουλίες του κινήματος, ΚΑΙ ΠΑΡΟΛΑΥΤΑ οι ριζοσπαστικές δράσεις των οικονομικών μπλόκων συνεχίζονται, πολλαπλασιάζονται και αυξάνουν σε διάρκεια παντού. Ενώ η κυβέρνηση, απ’ την μεριά της, χέρι με χέρι με τα κεντρικά συνδικάτα, παίζει μπάλα πάνω στη διάσπαση και στην εξάντληση και στη λογοκρισία και προπαγάνδα των μμε, κι ακόμα με προβοκάτσιες και καταστολή. Αυτή η φάση είναι αυτή του φόβου της MEDEF, των αφεντικών, του Κράτους. Γιατί δικαίως φοβούνται, όπως και τα κεντρικά συνδικάτα που τους παπαγαλίζουν, αν μια ανάσα ζωής απ’ τους νέους (φοιτητές-μαθητές) θα δώσει ή όχι αρκετή ενέργεια στους μισθωτούς που κρατάν στις απεργίες και τις δράσεις στα μπλόκα, να συνεχίζουν.
Μ’ άλλα λόγια, το κίνημα εισήλθε πλέον στη τόσο επιθυμητή αυτή φάση της αντιστροφής της προοπτικής:
Ο ΦΟΒΟΣ ΑΛΛΑΖΕΙ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ, η MEDEF μετρά με θλίψη τα χαμένα κέρδη της (πάνω από 4 δισ. ευρώ απ’ το ξεκίνημα των απεργιών τον Σεπτέμβρη, εκ των οποίων 200.000 μόνο για την πετρελαιοβιομηχανία), το Κράτος τρέμει τη ριζοσπαστικοποίηση των μαθητών που είναι έτοιμοι να συγκρουστούν μαζί του, και τα κεντρικά συνδικάτα φοβούνται τη ριζοσπαστικοποίηση και την αυτονόμηση της βάσης τους.
Ο ΦΟΒΟΣ ΑΛΛΑΖΕΙ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ, και πρέπει να επιβεβαιώσουμε αυτήν την τάση, που δείχνει με σαφήνεια και συλλογικά την πολιτική μας κατεύθυνση: ότι δεν είμαστε εδώ για να διαπραγματευθούμε, δεν είμαστε εδώ για να βγούμε στην τηλεόραση, αλλά ότι οι διαδηλώσεις μας, οι συγκεντρώσεις, οι δράσεις, είναι πράξεις πολέμου. Πολέμου ενάντια στο Κράτος. Πολέμου ενάντια στο Κεφάλαιο. Πολέμου ενάντια στα κεντρικά συνδικάτα. Να βρούμε τα ελεύθερα ηλεκτρόνια, τους αποκλεισμένους, τους πειρατές, τα ανατρεπτικά παράσιτα στις μπουάτ, στα σχολεία, στα εργοστάσια, στον δρόμο. Να αρχίσουμε να γνωριζόμαστε, να συντονιζόμαστε, να αυτοοργανωνόμαστε, να παίρνουμε θέση, να αποφασίζουμε και να δρούμε μαζί, να χτυπάμε. Βάσει μιας τέτοιας δυναμικής στάθηκε δυνατό να δημιουργθηούν Λαϊκές Συνελεύσεις σε πολλές πόλεις (όπως στη Λυόν ή στην Τουλούζ), να γίνουν σκληρές διαδηλώσεις και μπλόκα με άμεση αντιπαράθεση με τους μπάτσους όταν προσπαθούσαν να τα σπάσουν, βγήκαν συλλογικές προκηρύξεις που φτύναν στα μούτρα τα συνδικάτα και τα μμε, δημιουργήθηκαν υποδομές (όπως το περιοδικό infoslutte), ραδιόφωνα κλπ.
Να ανακαλύψουμε, να επιλέξουμε, να δημιουργήσουμε τα εργαλεία του αγώνα που θα μας επιτρέψουν να αυτονομηθούμε καταρχήν οι ίδιοι στον αγώνα μας, και κατ’ επέκτασι να αυτονομηθεί ο ίδιος ο αγώνας.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, να αποφύγουμε τη δημιουργία παθητικών ακολούθων, αφού πάρουμε την πρωτοβουλία, πρέπει να τη διαφυλάξουμε και να την αναπτύξουμε.
Στη Γαλλία, αυτό το κοινωνικό κίνημα, θα έχει ορισμένες συγκεκριμένες χάρες: την αυτονομία των δράσεων μέσω της διάδοσής τους από τοπικές πρωτοβουλίες, την αλληλεγγύη και την τοπική σύγκλιση, τα οικονομικά μπλόκα ως πολιτική απεικόνιση της απεργίας, τις πικετοφορίες και συγκεντρώσεις, τα ταμεία αλληλεγγύης, και πάνω απ’ όλα, αυτό το κίνημα ανοίγει ένα ρήγμα, μια εποχή αναταραχής με μακροπρόθεσμη δυναμική. Εποχή αναταραχής που θα μπορεί όλο και δυσκολότερα να ελεγχθεί από τη συνδικαλιστική αστυνομία, απ’ τα κεντρικά συνδικάτα που έχουν την ισχύ τώρα, καβαλώντας τον άνεμο της αναταραχής αυτής, καθώς αυτά προσαρμόζονται πάντα στην αποφασιστικότητα της βάσης.
Επομένως, καθώς αυτό το ρήγμα είναι ανοιχτό, είναι σημαντικό να θέσουμε νέα ζητήματα τακτικής πάνω στη στρατηγική των ριζοσπαστικών ομάδων απέναντι στο “συνδικαλιστικό κίνημα”.
Όλο και περισσότεροι άνθρωποι συγκαταλέγονται στους “ανατρεπτικούς”, γίνονται πιο δεκτικοί στη ριζοσπαστική συζήτηση και στην αυτοοργάνωση σε μπλοκ σε πορείες και στην αλληλεγγύη στη βάση της συνάφειας στους ομοίους τους, αντιλαμβάνονται ότι οι μεγάλες “ημέρες εθνικής και διασυνδικαλιστικής δράσης” δεν είναι παρά φεστιβαλικές φανφάρες των οποίων το μόνο κριτήριο συσχετισμού δυνάμεων είναι το πλήθος, οι αριθμοί. Αλλά η δύναμή μας είναι η ριζοσπαστικότητα, πολύ δε παραπάνω η αυτοοργανωμένη και συντονισμένη πρωτοβουλία μας. Να δημιουργούμε ένταση, να δημιουργούμε τη σπίθα, τον συσχετισμό δυνάμεων στις διαδηλώσεις ή έξω απ’ αυτές, είναι μια δράση καθ’ εαυτή, βάσει της δικής μας ικανότητας δράσης κι αντίδρασης.
Ως εκ τούτου, συγκεκριμένα στην περίπτωση του Στρασβούργου, οι τακτικές επιτυχίες του Αντικαπιταλιστικού Μπλοκ, όπου 150 συμπαθούντες, απ’ τους οποίους μόλις 30-40 στον σκληρό πυρήνα του, δημιούργησαν περισσότερη ένταση απ’ ό,τι οι 30.000 που έκαναν τον περίπατό τους γύρω μας. Εξ ου και η ασφυκτική παρουσία της αστυνομίας αποκλειστικά γύρω μας, καθώς η καταστολή είναι πολιτική. Ίσως λιγότερο αποτελεσματική τακτική μπορεί να βρεθεί στην ιδέα, μπορεί πάντως, της δημιουργίας ενός είδους “μόνιμης αναταραχής” στους δρόμους μιας πόλης (συχνά εφικτής χάρη στους μαθητές, πολύ συχνά χάρη μόνο σ’ εκείνους), μέσω άγριων διαδηλώσεων, δράσεων οικονομικής παράλυσης στρατηγικών σημείων, καταλήψεων-μπλόκων χώρων εργασίας και παραγωγής, δηλαδή διατήρησης της πίεσης μέσω δράσεων-προπαγάνδας-μπλόκων στην οικονομία ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ και απλώς εντεινόμενων κατά τις μεγάλες κεντρικές διαδηλώσεις. Οι κεντρικές διαδηλώσεις παραμένουν απαραίτητες για να δώσουν στην κορύφωση του κινήματος έναν ρυθμό, μια τακτική χρονικότητα, εξ ου προκύπτει και η “μαζικοποίηση” ή αλλιώς η διεύρυνση και ριζοσπαστικοποίησή τους.
Κάτι τέτοιο διατηρεί το ενδιαφέρον του μέχρι την κρίσιμη φάση του κινήματος, οπότε εισέρχεται σε μια λογική καταστολής/ριζοσπαστικοποίησης που αντικατοπτρίζεται στον πολλαπλασιασμό κα την σκλήρυνση των εσωτερικών συγκρούσεων. Όμως αυτή η φάση δεν είναι και η τελική. Για να ξεφύγουμε από μια προοπτική “αυτοσκοπού”, δηλαδή από έναν κινηματισμό συνοδευόμενο από μια αίσθηση επείγοντος και την ακόλουθη εξάντληση, τη δύσπνοια, πρέπει να δημιουργήσουμε μια νέα φάση (αυτό είναι και το δύσκολο αυτή τη στιγμή στη Γαλλία), αυτή είναι ακριβώς η αντιστροφή της προοπτικής: να επιβάλλουμε ως συσχετισμό δυνάμεων την ίδια τη χρονικότητα του αγώνα κι έτσι να σπάσουμε τον εκβιασμό του Κράτους και των συνδικαλιστικών αστυνομιών.
“Το κίνημα είναι νεκρό”, ακούμε να λένε. Όμως για ποιό κίνημα μιλάμε; Η ιδέα είναι ακριβώς να προωθήσει τις προϋποθέσεις που επιτρέπουν τη δημιουργία ενός κινήματος μέσα στο κίνημα, ή τη φάση της ασφυξίας-ριζοσπαστικοποίησης που μπορεί να μεταμορφωθεί σε αυτοοργάνωση για έναν μακροπρόθεσμο αγώνα, δια-κινηματικό ίσως, ή ακόμα, ενός αγώνα που θα καταστήσει το κίνημα μόνιμο. Με λίγα λόγια, να επανοικειοποιηθούμε τη δύναμή μας να επιτεθούμε για να δώσουμε νέες προοπτικές στον αγώνα, οι οποίες δεν μπορεί πια να είναι διεκδικητικές-αμυντικές-αντιδραστικές. Αυτή η φάση μπορεί να πάρει πολλές μορφές: ένα κίνημα καταλήψεων στρατηγικών χώρων (όπως για παράδειγμα των όσων αντιπροσωπεύουν την κοινωνία του εμπορευματικού ολοκληρωτισμού) μέσω Λαϊκών Συνελεύσεων και μόνιμων συντονιστικών, επανοικειοποίηση των μμε όπως το ραδιόφωνο κλπ κλπ.
Ξεκινώντας από κει, να επανεξετάσουμε συλλογικά κι εκ νέου την κατάσταση του αγώνα που θα έχουμε δημιουργήσει οι ίδιοι, μ’ αυτό το κίνημα το οποίο δεν πρέπει πια να είναι διεκδικητικό αλλά επιθετικό.
Δεν υπάρχει ακόμα η κατάλληλη εξεγερσιακή φάση στα κοινωνικά κινήματα στην Ευρώπη προς στιγμήν, όμως αυτή θα αρχίσει να παίρνει μπρος, στη σκέψη και στην πράξη. Είναι στο χέρι μας να είμαστε παρόντες και να θέτουμε τα τεράστια ζητήματα τακτικής.
Επίσης, τώρα, σε τοπικό κι εθνικό επίπεδο, να θέσουμε το ερώτημα: πού βρίσκεται το πραγματικό κίνημα;
Όταν βλέπουμε μια Επιτροπή Αγώνα να συγκεντρώνει μέσα σ’ ένα βράδυ μια εξηντάδα λυκειόπαιδα, ελάχιστα “πολιτικοποιημένα” όπως λένε, αλλά δεκτικά, προσεκτικά, να επικεντρώνονται στην μακρά και φαινομενικά λιτή ανακοίνωση της Νομικής Ομάδας, που γίνεται αντιληπτή ως πραγματικότητα των συλλογικών αναγκών, αυτό είναι κάτι θετικό. Μια υποδομή που οργανώνεται, σταθεροποιείται, προετοιμάζεται και καταστρώνει σχέδια. Γιατί, αυτό είναι τελικά το πραγματικό ερώτημα: αν θα δώσει τα εργαλεία και τα μέσα για να συνεχίσει να ενισχύεται, να οικοδομείται, και να έχει έναν συσχετισμό ισχύος ικανό να χτυπήσει πιο συνεκτικά κι αποτελεσματικά, στα επερχόμενα μεγάλα κοινωνικά γεγονότα απ’ τα οποία προφανώς και δεν πρέπει να απομονωθούμε επειδή στην αφετηρία τους θα κουμαντάρονται απ’ τα ρεφορμιστικά κεντρικά συνδικάτα.
Η λέξη τρέχει, οικειοποιείται, εκφράζεται με ολοένα και λιγότερη συγκράτηση: το Κράτος, η αστυνομία, τα κεντρικά συνδικάτα, η μισθωτή εργασία, ο καπιταλισμός, είναι εκ θεμελίων ΕΧΘΡΟΙ. Με όλα όσα αυτό συνεπάγεται.
Κανονικά, θα ‘πρεπε να χε λάβει τέλος μέχρι τώρα. Η αναταραχή θα πρεπε να σβήνει σιγά σιγά, σε πείσμα των λίγων αμετανόητων. Το τέλος του κινήματος είναι γεγονός, το αποδεικνύουν τα νούμερα, το γράφουν οι εφημερίδες. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες το παραδέχονται: “ο νόμος πέρασε, χάσαμε”. Κι όμως, αυτό δεν είναι αυτό που νιώθουμε, και σίγουρα όχι αυτό που υπάρχει.
Τα μήντια αρέσκονται να αγνοούν ότι συμβαίνει σ’ ολόκληρη την επικράτεια, όπως έκαναν και στη διάρκεια της έλλειψης φυσικού αερίου, στην αναταραχή των καθημερινών δράσεων. Την πρώτη Νοέμβρη, ένα άνοιγμα διοδίων έλαβε χώρα στο Bozulé του Calvados, στο Blanquefort, στο Gers, ένα εργοστάσιο αρτοσκευασμάτων είχε αποκλειστεί, το ίδιο και στο Montivilliers, στην Άνω Σαβοϊα. Στόχοι αρχίζουν να εμφανίζονται παντού, επανασχεδιάζοντας τον χάρτη των αγώνων, κι αυτό που παίζεται σε μια κωμόπολη στα ΝοτιοΔυτικά, γίνεται εξίσου αποφασιστικό, τόσο το ίδιο το μπλοκάρισμα ως στόχος, όσο και η διάδοσή του στους νέους συνεργούς που θα μάθουν απ’ αυτό. Δεδομένου ότι οι αγώνες δεν εξαρτώνται πλέον αποκλειστικά από μια οργάνωση που εδρεύει στον χώρο της εργασίας, ούτε από μια κρίσιμη μάζα απεργών, μπορούν ακριβώς να εμφανιστούν οπουδήποτε, είναι στο χέρι της διαίσθησης και της πρωτοβουλίας ακόμα και 50 ανθρώπων να κινητοποιηθούν. Απελευθερωμένοι απ’ την τυραννία των αριθμών, οι απεργοί μπορούν να αναλάβουν “βάρδιες” εκ περιτροπής, χάνοντας λιγότερα χρήματα και χωρίς να τους εμποδίζει κάτι απ’ το να μετατρέπουν τις μέρες αργίας σε μέρες δράσης: την 11η Νοέμβρη η ανακωχή (του Β’ΠΠ) γιορτάστηκε με το μπλοκάρισμα ή την εισοβλή σε μια δεκάδα εμπορικά κέντρα της Λιλ και του Μπορντώ.
Εδώ κι έναν μήνα, οι κανόνες έχουν αλλάξει: η στατιστική δεν μπορεί πια να χωρέσει το πραγματικό και το παλιό μοτίβο της επιστροφής στην ομαλότητα είναι πια κενό νοήματος. Δεν είναι πια θέμα να είμαστε πολυάριθμοι στους δρόμους, αλλά να είμαστε αποτελεσματικοί στις δράσεις και στα μπλόκα. Δεν είναι θέμα να απαντάμε στα καλέσματα των συνδικαλιστικών ηγεσιών αλλά να οργανωθούμε έξω απ’ αυτές, ξεκινώντας απ’ τις πραγματικές μας δυνάμεις. Σ’ αυτές τις συνθήκες, το τέλος για το οποίο μας μιλάνε δεν μας αφορά καθόλου, πολύ απλά γιατί δεν έχουμε παίξει το τελευταίο χαρτί μας. Και γιατί μόλις τώρα ξεκινάμε να δοκιμάζουμε την άμεση και πρακτική αποτελεσματικότητα των καταλήψεων και των μπλόκων, και να μετράμε την ισχύ κάθε απίθανης συμμαχίας που δημιουργείται γύρω από μια πορεία ή μια συγκέντρωση. Είναι μάλλον μια αρχή, παρά ένα τέλος.
Με τρόπο διάχυτο, επίμονο, ένα μέρος του κινήματος συνεχίζεται. Κι αυτή η επιμονή οργανώνεται μέσα στις εστίες του αγώνα, εκεί όπου εκείνοι κι εκείνες που θέλουν ακόμα να δώσουν μάχη παραμένουν μαζί. Μπορεί να είναι μια συγκέντρωση, ένα κατειλημμένο αμφιθέατρο κάποιας σχολής, τα γραφεία μιας επιτροπής ή επιχείρισης… Στη Ρεν, εδώ και τρεις εβδομάδες, το “Σπίτι της Απεργίας” παραμένει ανοιχτό στο παλιό κτήριο των συνδικάτων, στο κέντρο της πόλης. Ένας χώρος “Σύγκλισης των Αγώνων” έχει κατειληφθεί στη Γκρενόμπλ. Όσον αφορά τη Λυόν, οι απεργοί κατέλαβαν ένα αμφιθέατρο στο πανεπιστήμιο Λυον 2, στο Μπρον. Κάθε φορά, αυτοί οι χώροι επιτρέπουν να βρίσκεται η κοινότητα των πορειών και των συγκεντρώσεων, για να συναντηθεί στο δρόμο ή στις στιγμές των μπλόκων, και να ξανακερδίσει τη συνοχή της εκεί. Επίσης για να οργανωθεί: να συντονίσει τις δράσεις της, να διασφαλίσει τη συνέχεια, να αναπτύξει τα υλικά μέσα που θα ενισχύσουν την ικανότητα λήψης πρωτοβουλιών (τα απεργιακά ταμεία, οι κινητές καντίνες ανεφοδιασμού κλπ), να σκεφτεί στρατηγικά, από κοινού, πάνω στο θέατρο των εχθροπραξιών. Και να συλλάβει τη συνέχεια.
Στη Γουαδελούπη, εδώ και δυο χρόνια, η εξέγερση και τα μπλόκα πήραν έναν χαρακτήρα αύξοντα. Και το να κρατήσεις ένα νησί αποκλεισμένο για δυο μήνες, σημαίνει ότι είσαι σε θέση να εξασφαλίσεις ότι ο κόσμος μπορεί να καλύψει την πείνα του, να συνεννοηθεί με τους παραγωγούς και να μεριμνήσει για την παραγωγή, να κολλεκτιβοποιήσει τις καλλιέργειες. Τόσες χειρονομίες που μια απλή έλλειψη βενζίνης ή μια συστηματική κατάληψη των λογιστικών πλατφορμών μας αναγκάζουν να ξαναμάθουμε. Να βρούμε τα μέσα να κρατήσουμε, δε σημαίνει απλά να λάβουμε θέσεις αντίστασης, να οχυρωθούμε, αλλά επίσης να διασφαλίσουμε ότι οι θέσεις μας θα γενικευθούν, να βαθύνουν, θα αυτοκαθοριστούν στο πεδίο του αγώνα όσο και στην καθημερινή ζωή. Ένας βρεφονηπιακός σταθμός για να αφήνουμε τα παιδιά όσο είμαστε στα μπλόκα, και μια ομάδα που θα έχει την ευθύνη να μαγειρέψει για όλον τον κόσμο. Ένα φορτηγό με φυλαγμένα καύσιμα για περίπτωση ανάγκης, που θα μεταφέρει μια κινητή καντίνα ικανή να φροντίσει τα γεύματα μιας εκατοστής ατόμων, και μια σειρήνα για να ειδοποιεί την νύχτα… Με άλλα λόγια, πρέπει να προετοιμαστούμε στα σοβαρά για ένα ξεπέρασμα της οικονομίας.
Οι απεργοί των διυλιστηρίων και των σιδηροδρόμων, πολύ συχνά επιστρέφουν στην εργασία τους με μια εντύπωση εγκατάλειψης από τους “άλλους τομείς”, με την πικράδα της απομόνωσης. Ωστόσο, την ίδια στιγμή που διαλύεται το κίνημα, λίγο-πολύ παντού, οι άνθρωποι οργανώνονται για νέα μπλόκα και παίρνουν πρωτοβουλίες, σε τοπικό επίπεδο. Αν η κατάσταση προκαλεί μια αίσθηση απομόνωσης, είναι στην πραγματικότητα επειδή οι επίσημες μορφές των κινητοποιήσεων, με τις ασφαλείς πορείες τους, υποχώρησαν αλλά στη θέση τους μια πιο διάχυτη επίθεση μπορεί να ξεκινήσει. Και το κενό που άφησε πίσω του το κοινωνικό κίνημα είναι επίσης μια ευκαιρία. Ο κατακερματισμός του κινήματος, είναι και πολλαπλασιασμός των πρωτοβουλιών, παραμένει το καλύτερο εφόδιο για ένα συμπαγές και διαρκές ξεπέρασμα της μοναξιάς. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες δεν δίνουν πια μάχες στην πολιτική σκηνή; Τόσο το καλύτερο. Η απώλεια του κέντρου, της κάθετης δομής του κινήματος, αφήνει ανοιχτά τα περιθώρια επικοινωνίας των μελών του, να οικειοποιηθούν και να ενισχύσουν, να δώσουν τους δικούς τους ρυθμούς και τις δικές τους προοπτικές για την νίκη.
Τώρα που δεν έχουμε πια να φοβόμαστε το τέλος, έχουμε όλον τον χρόνο με το μέρος μας.
Στις 12 Οκτώβρη προκηρύχθηκε ακόμα μία ολοήμερη γενική απεργία στη Γαλλία, με πάνω από 3.500.000 διαδηλωτές στους δρόμους ενάντια στο νομοσχέδιο για παράταση της ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 60 στα 62, 65 ή 67 χρόνια για όσους κριθεί ότι πληρούν τα κριτήρια.
Η απεργία ήταν εκτεταμένη, περιελάμβανε αεροδρόμια, σιδηροδρόμους, ΜΜΜ, ταχυδρομία, και κυρίως την πλειοψηφία των γυμνασίων και λυκείων της χώρας. Το ίδιο βράδυ, στο Παρίσι οι εναπομείναντες των διαδηλώσεων, φαίνεται να τις γιόρτασαν με τις παραδοσιακές πλέον συγκρούσεις με τις δυνάμεις της τάξεις. Κάτι που έχει ακόμα πιο πολύ ενδιαφέρον, είναι ότι την επόμενη μέρα ένα μεγάλο ποσοστό των εργαζομένων αλλά και μαθητών, ξέχασαν να παν στις δουλειές/σχολεία τους, ή αδιαθέτησαν… Γενικές συνελεύσεις οργανώθηκαν επί τόπου, όπου συζητήθηκαν ιδέες για συνέχεια των δράσεων. Σύμφωνα με το υπουργείο εσωτερικών τις τελευταίες 3 μέρες 61 άτομα συνελήφθησαν και σε 45 θα απαγγελθούν κατηγορίες για πράξεις βίας. Οι προσαχθέντες υπολογίζονται σε πολλαπλάσιο αριθμό.
Ο επίμαχος νόμος για την παράταση της ηλικίας συνταξιοδότησης, προτείνεται ως αντίδοτο στην χαώδη τρύπα των οικονομικών των ταμείων και των δημοσιονομικών του κράτους, αλλά και ως ενίσχυση της παραγωγικότητας του γαλλικού κεφαλαίου. Στην ουσία το νομοσχέδιο περιλαμβάνει: περικοπή μισού μηνιάτικου τον χρόνο ανά εργαζόμενο, ελάττωση της αγοραστικής δύναμης κατά περίπου 20% για τους συνταξιούχους, και 2-7 χρόνια παραπάνω εργασίας, προκειμένου να εισπράξει ένας εργαζόμενος σύνταξη.
Τα τελευταία 20 χρόνια, ένα 10% του ΑΕΠ έχει περάσει απ’ τους μισθούς των εργαζομένων στα κέρδη των καπιταλιστών. Χρόνο με τον χρόνο, οι μισθοί πέφτουν, οι εργαζόμενοι γίνονται φτωχότεροι, δουλεύουν περισσότερο για λιγότερα χρήματα, άρα είναι πιο εκμεταλλεύσιμοι για το κεφάλαιο, που προσπαθεί να διαφύγει της κρίσης του με μια φυγή προς τα εμπρός, επιταχύνοντας την εκμετάλλευση και την υποτίμηση της αξίας της εργασίας. Αυτή η επιτάχυνση όμως έχει κι ένα ακόμη διακύβευμα, που αυτή τη φορά αφορά το κράτος και την περίφημη κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που έχει ενεργοποιήσει συνοπτικά η κυβέρνηση Σαρκοζύ, αρχικά ενάντια στα “αποβράσματα” των προαστείων, και πιο πρόσφατα ενάντια στους Ρομά: ο κρατικός μηχανισμός εγκαταλείπει οποιοδήποτε δημοκρατικό πρόσχημα, επιτιθέμενος κατά βούληση στο ένα ή το άλλο κοινωνικό υποκείμενο, το οποίο επιπλέον στερεί από κάθε νομική ή κοινωνική αναγνώριση, εγκληματοποιεί και δαιμονοποιεί την ίδια την ύπαρξή του.
Δημιουργεί έτσι μια “κατάσταση εξαίρεσης” η οποία επεκτείνεται γρήγορα ώστε να αγκαλιάσει ασφυκτικά το σύνολο της ζωής και του λόγου. Κι αυτοί που δεν βρήκαν ν’ αρθρώσουν μια αντίρρηση στην εξόντωση των εξεγερμένων των προαστείων, στο κόλλημα στον τοίχο των “εξτρεμιστικών μειοψηφιών” των κινητοποιήσεων ενάντια στο “σύμφωνο πρώτης εργασίας”-cpe, στην αντιτρομοκρατική υστερία, στη στοχοποίηση και την κοινωνική υποτίμηση των αράβων/μουσουλμάνων, στο διωγμό των ρομά… οι μεγάλες μάζες, βρίσκονται τώρα στο μάτι του κυκλώνα, αντιμέτωπες με τις συνέπειες της προηγούμενης αδράνειάς τους που άφησε κάθε πρωτοβουλία κινήσεων στον εχθρό, καθώς το νομικό και αστυνομικό οπλοστάσιο του κράτους είναι εμφανώς ενισχυμένο μετά τις προηγούμενες νίκες του.
Το διακύβευμα λοιπόν είναι αυτό: αν θα μπορέσουν να αναδημιουργήσουν όσο πιο γρήγορα τα δεσμά αλληλεγγύης που θα επιτρέψουν καταρχήν να αντιστρέψουν την επίθεση του κράτους-κεφαλαίου, ή θα αφήσουν ξανά μόνους τους τους “εξτρεμιστές”, τις “μειοψηφίες”, για να φάνε τελικά τις σάρκες τους; Η ζωντανή παράδοση μαχητικότητας του γαλλικού προλεταριάτου δεν είναι αμελητέα πάντως, σ’ αυτήν τη διελκυστίνδα που παίζεται παντού, και ορισμένες απ’ τις αντιδράσεις του αναδημοσιεύουμε κι εδώ, για την καλύτερη επικοινωνία πρακτικών και προοπτικών.
13 Οκτώβρη
Σε όλη τη χώρα: αποκλεισμοί σιδηροδρομικών σταθμών απ’ τους εργαζομένους στους σιδηροδρόμους. Μπλόκα στην κυκλοφορία από μαθητές γυμνασίων και λυκείων και φοιτητές. Μπάχαλα στο Saine-Saint-Dennis. Οι μπάτσοι χρησιμοποιούν πλαστικές σφαίρες εναντίον μαθητών. Οδοφράγματα μπροστά απ’ τα γυμνάσια της Νίκαιας, και μικρές διαδηλώσεις γειτονιάς από μαθητές στην Μασσαλία. Χιλιάδες φοιτητές στους δρόμους της Χάβρης, της Νάντης, της Βρέστης, της Rennes.
Στο Παρίσι, νοσηλευτές μπλοκάρουν το υπουργείο υγείας και τις παίζουν με τους μπάτσους, ενώ στα προάστεια, νεολαίοι την πέφτουν σε αστυνομικές περιπολίες. Η αστυνομία επεμβαίνει ανοιχτά σε πολλά σχολεία προκειμένου να τα “επαναφέρει στην τάξη”.
Στο Saint-Nazaire, πάνω από 1.000 γυμνασιόπαιδα (τα μισά όλων των γυμνασίων της πόλης) συγκεντρώνονται μαζί με σιδηροδρομικούς και δασκάλους έξω απ’ τα ναυπηγεία για αλληλεγγύη στους εργάτες σ’ αυτά. Πάνω από 1100 γυμνάσια-λύκεια συμμετέχουν σε κινητοποιήσεις, τα μισά τουλάχιστον έχουν καταληφθεί απ’ τους μαθητές τους. Στάση εργασίας σε εργοστάσια παραγωγής ενέργειας στη Χάβρη όπου 55.000 διαδηλωτές “σπέρνουν την έριδα”-sèment la zizanie, σε διυλιστήρια κατά μήκος του Λίγηρα (Loire). Κλειστά καί τα έξη διυλιστήρια της Total.
Αρκετοί εργάτες πραγματοποίησαν στάση εργασίας για 1-3 ώρες, μετά από κάλεσμα της CGT. Στάση εργασίας και για δεκάδες εργοστάσια του Nord-pas-de-Calais. Απεργία των απορριματοφόρων στην Μασσαλία, ενώ λιμενεργάτες καταφέρνουν να μπλοκάρουν τις δραστηριότητες του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας. Απεργίες και μπλόκα και στο Στρασβούργο.
Nancy: Μετά από φασιστικές επιθέσεις, τρεις φοιτητές και μια φοιτήτρια απ’ την περιφρούρηση της κατάληψης της φιλολογίας, συλλαμβάνονται με μεταλλικές ράβδους στα χέρια, μετά από συμπλοκή κατά την οποία τραυματίστηκε ένας ασφαλίτης. Μέχρι το πρωί δεκάδες συμφοιτητές και αλληλέγγυοι ξενυχτούν έξω απ’ το αστυνομικό τμήμα ζητώντας να απελευθερωθούν οι σύντροφοί τους.
Béziers: Δολιοφθορείς κόβουν το ρεύμα και το αέριο στην οικία του βουλευτή Raymond Couderc, στο προάστειο του Παρισιού. Σε ανακοίνωσή της η CGT υπερασπίζεται το σαμποτάζ και το αποδίδει σε αγανακτισμένους απεργούς. Διάφορες δράσεις και κινητοποιήσεις στην υπόλοιπη χώρα.
Το σοσιαλιστικό κόμμα του Strauss-Khan (του ΔΝΤ) τώρα προτείνει ορισμένες υποχωρήσεις, όπως προνόμιο λίγων μηνών για πολύτεκνες μητέρες κλπ), και φαίνεται να ευνοείται από τα μμε.
14 Οκτώβρη
Χιλιάδες διαδηλωτές -κυρίως μαθητές και φοιτητές σε Παρίσι, Μπορντώ, Τουλούζη και Μασσαλία. Ξανά πεσίματα σε μπάτσους στο ηρωικό Seine-Saint-Dennis. Ένοπλοι μπάτσοι γύρω από αρκετά σχολεία.
Chambéry: Συγκρούσεις μεταξύ φοιτητών και μπάτσων μπροστά απ’ τη σχολή Monge για δυο ώρες. Η αστυνομία επιτίθεται με δακρυγόνα μέσα στη σχολή και συλλαμβάνει αρκετούς φοιτητές. Οι μαθητές ενώνονται με τους φοιτητές και απωθούν προσωρινά τους μπάτσους. Ακολουθούν κοινές συνελεύσεις μαθητών-φοιτητών και υπόσχεση για όξυνση του αγώνα.
Avignon: Σχεδόν όλα τα λύκεια είναι μπλοκαρισμένα από μαθητές. Ανοιχτή συνέλευση στο πανεπιστήμιο, με πάνω από 200 άτομα, φοιτητές, σιδηροδρομικούς, υπαλλήλους της France Telecom, δασκάλους, μαθητές κλπ.
Orange: Μπλοκάρισμα του γαλλικού πρακτορείου ειδήσεων.
Mistral: Δε σχηματίζεται κανονικό μπλοκ, μαθητές και φοιτητές πλημμυρίζουν τους δρόμους, κάποιοι μοιράζουν φυλλάδια, άλλοι κλείνουν δρόμους κλπ.
Nimes: Μαζικές διαδηλώσεις γυμνασίων-λυκείων. Πυρπολούνται αυτοκίνητα, πέντε ασφαλίτες καταλήγουν στο νοσοκομείο, από καταιγισμό πετρών. Τα επεισόδια αποδίδονται από τα μμε, μετά από δήλωση του λυκειάρχη G. Bouilhol σε “ομάδες απ’ το εξωτερικό” που καταφθάνουν στη Γαλλία για να συγκρουστούν με την αστυνομία. Περιέργως, δυο μαθητές μια μαθήτρια και δυο ανθρακωρύχοι, όλοι κάτοικοι της πόλης. Η μαθήτρια κατά τη σύλληψή της χτύπησε τον μπάτσο και βαρύνεται με επιπλέον κατηγορίες.
Arles: Οι μαθητές στους δρόμους. Με εντολή του δημάρχου, η αστυνομία αποκλείει το ιδιωτικό σχολείο Henry Leroy, που είχε πρωτοστατήσει σε μπλόκα δρόμων την προηγούμενη βδομάδα. Montrouge: Πάνοπλοι αστυνομικοί “διασφαλίζουν την ελεύθερη πρόσβαση” στο υπό κατάληψη λύκειο Maurice Genevoix. Ένταση και συμπλοκές μεταξύ καταληψιών και των γάλλων ρόμποκοπ. Απεργοί καθηγητές μπαίνουν στην μέση.
Chartres: πέντε νεαροί συνελήφθησαν και προφυλακίσθηκαν από ασφαλίτες για επίθεση κατά αστυνομικής περιπολίας με πέτρες και ένα μπουκάλι με οξύ, στο περιθώριο διαδήλωσης 600 φοιτητών.
Besançon: Τα γαλλικά ΜΑΤ (CRS) επιτίθενται σε διαδήλωση 500 φοιτητών.
Yvelines: 4 μαθήτριες στο νοσοκομείο και 2 μαθητές κρατούνται μετά από επίθεση μπάτσων σε μαθητική πορεία.
Στρασβούργο: πορεία και μαζική ανοιχτή γενική συνέλευση στο πανεπιστήμιο.
Lyon: Ζέσταμα για 250αριά φοιτητές που βγήκαν στο δρόμο το πρωί. Κάποιοι προκάλεσαν ζημιές σε στάσεις λεωφορείων και πολυτελή οχήματα. 20 άτομα θα προσαχθούν αργά το απόγευμα.
Montreuil: η αστυνομία κάνει χρήση δακρυγόνων και πλαστικών σφαιρών εισβάλλοντας στην κατάληψη demi-lune (Ημισέληνος) και συλλαμβάνοντας τους παρευρισκομένους. 6 μετανάστες χωρίς χαρτιά κρατούνται. Ακολουθούν δυνάμεις της πυροσβεστικής και εκσκαφείς που γκρεμίζουν τα δυο κτήρια της κατάληψης. Η αστυνομία εμποδίζει τους καταληψίες να ενωθούν με τη διαδήλωση των μαθητών. Ακολουθούν σφοδρές συγκρούσεις σε όλο το Παρίσι. Ένας 16χρονος τραυματίζεται σοβαρά. Πριν δυο μέρες ένας ακόμα νεαρός τραυματίσθηκε σοβαρά στο κεφάλι και κινδυνεύει η όρασή του, καθώς μετά από μια “τελετουργική” ρίψη αυγών στους μπάτσους κατά την πολιορκεία του MEDEF στην Caen, αυτοί απάντησαν με δακρυγόνα και πλαστικές σφαίρες κατευθείαν απέναντι στο συγκεντρωμένο πλήθος.
Οι Ρομά είναι ένας λαός ινδικής προέλευσης, οι πρόγονοι των οποίων εκδιώχθηκαν απ’ την μέση κοιλάδα του Γάγγη, στη Βόρειο Ινδία, στις αρχές του 11ου αιώνα. Διασκορπισμένοι σήμερα σ’ ολόκληρο τον κόσμο, η πλειοψηφία τους βρίσκεται στην Ευρώπη (γύρω στα 12 εκατομμύρια).
Οι Ρομά μπορούν να χωριστούν κατά προσέγγιση, στους λεγόμενους “Ανατολικούς” (85% του συνόλου), τους Σιντέ (αποκαλούμενοι συνήθως Μανούς στη Γαλλία, 4%) και στους Καλέ (ή Τσιγγάνους, 10%) χωρίς να υπολογίζουμε διάφορες ομαδοποιήσεις μικρές στον πληθυσμό, αλλά επίσης Ρομά καταγωγής. Στην Ευρώπη, βρίσκεται σήμερα ένα 96% αυτών.
Από την πρώτη άφιξή τους στην Μολδαβία και τη Βλαχία τον 16ο αιώνα, και μέχρι το 1856, οι Ρομά αντιμετώπισαν τη σκλαβιά, κι ως εκ τούτου εγκαταστάθηκαν στο ένα ή το άλλο μέρος. Μόλις ένα 4% του πληθυσμού των Ρομά (γύρω στα 15 εκατομμύρια συνολικά) παραμένουν νομάδες. Δεν υπήρξαν νομάδες από κουλτούρα, αλλά από ανάγκη:
Στο πέρασμα των αιώνων, κυνηγήθηκαν από χώρα σε χώρα, σχεδόν σ’ ολόκληρη την Ευρώπη, απειλούμενοι με τις σκληρότερες ποινές, συμπεριλαμβανομένης της θανατικής, επειδή γεννήθηκαν Ρομά… Προσπάθησαν λοιπόν να ξεφύγουν απ’ την κακοποίηση και τις διακρίσεις, με την ελπίδα να βρουν μια πιο φιλόξενη χώρα. Οι κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια δε δίστασαν ποτέ να προωθήσουν νόμους εναντίον τους. Τα γερμανικά κρατίδια μόνο, ψήφισαν 148 νόμους και ψηφίσματα γι’ αυτούς μεταξύ 1416 και 1774!
Στην Ισπανία του 16ου αιώνα, όλοι οι Ρομά (Τσιγγάνοι, Γιτάνος στη χώρα αυτή) που πιάνονταν να μιλούν την μητρική τους γλώσσα τιμωρούνταν με ακρωτηριασμό… Έτι εξηγείται και η μετατροπή των Ρομανί στο ιδίωμα που λέγεται “καλό”, μια ισπανική διάλεκτο ανάμεικτη με Ρομανί. Συστηματικά διωκώμενοι, οι Ρομά της Δυτικής Ευρώπης, ανέπτυξαν μέσα διαβίωσης που ήταν πιο ταιριαστά σ’ έναν τέτοιο τρόπο ζωής: εποχιακές αγροτικές εργασίες, επισκευαστικές εργασίες και μαστορέματα, εμπόριο ίππων, μικρεμπόριο του δρόμου, μαντεία… Δουλειές συμβατές με τη συνεχή κινητικότητα όπως και οι ίδιοι, πολλοί απ’ τους οποίους είναι σήμερα περήφανοι για τον τρόπο ζωής τους, που συνιστά και αναγνωρισμένο ανθρώπινο δικαίωμα, για τον σεβασμό του οποίου όλοι οι Ρομά αγωνίζονται.
Στις 8 Απρίλη 2009, μια αντιπροσωπεία ενώσεων Ρομά, Τσιγγάνων και Μανούς, έγινε δεκτή απ’ τη γαλλική Βουλή, όπου και αποκήρυξε την ισχύ της εγκυκλίου για τους “περιπλανώμενους λαούς” κι απαίτησε μεταξύ άλλων τον σεβασμό στο δικαίωμα της κυκλοφορίας και της κατάλυσης για όλους, χωρίς διακρίσεις…
Τα Ρομανί -τί ακριβώς είναι;
Είναι η γλώσσα των Ρομά! Πρόκειται για μια αδιαμφισβήτητα ινδικής καταγωγής γλώσσα, κοντινη στη σημερινή ινδική της Ινδίας. Το λεξικό και η γραμματική της βασίζονται κατά τα 3/4 περίπου στα ινδικά. Το υπόλοιπο αποτελείται από επιρροές περσικές, ελληνικές και στη συνέχεια όλων τωνν ευρωπαϊκών γλωσσών με τις οποίες ήρθε σ’ επαφή. Παρά την ποικιλομορφία των διαλέκτων, τα Ρομανί είναι μια ενιαία γλώσσα, και οι Ρομά της Ρωσσίας, της Αλβανίας, της Ελλάδας κοκ, μπορούν σχετικά εύκολα να επικοινωνήσουν μεταξύ τους στα Ρομανί. Μόνη προϋπόθεση, να μην τα έχουν ολοκληρωτικά ξεχάσει… Εμφανίζεται στον γραπτό λόγο απ’ τις αρχές του 20ου αιώνα, με διαφορετικά αλφάβητα ανάλογα με τη χώρα, και μέχρι το 1990 θα βρει μια κοινή γραφή που επιτρέπει περαιτέρω διάδοση της Ρομανί λογοτεχνίας. Σε ορισμένες χώρες, όπως η Ρουμανία, διδάσκεται σε μερικά σχολεία, ενώ στη Γαλλία, παρέχεται απ’ την INALCO ολοκληρωμένη εκπαίδευση στη γλώσσα και τον πολιτισμό των Ρομά.
Ρομά και Ρουμάνος, είναι το ίδιο πράγμα;
Οι Ρομά είναι ένας ευρωπαϊκός λαός ινδικής καταγωγής, διασκορπισμένος σ’ όλη την ήπειρο και πέρα απ’ αυτή. Οι Ρουμάνοι είναι ένα έθνος 30 εκατομμυρίων που κατοικούν στη Ρουμανία, τη δημοκρατία της Μολδαβίας και σε μερικές γειτονικές περιοχές. Η γλώσσα τους, τα ρουμανικά, είναι μια γλώσσα νεο-λατινική. Η λέξη Ρομ, προέρχεται απ’ το σανσκριτικό Ρρομβά, που σημαίνει “καλλιτέχνης”, τεχνίνης, αυτός που δημιουργεί με το πνεύμα ή τα χέρια του, ενώ το Ρουμάνος προέρχεται απ’ τ’ όνομα της πόλης της Ρώμης. Πρόκειται λοιπόν για δυο λαούς ξεχωριστούς ως προς την καταγωγή, τη γλώσσα και την κουλτούρα. Φυσικά, η Ρουμανία έχει τον μεγαλύτερο πληθυσμό Ρομά, πάνω από δυο εκατομμύρια, όμως δεν είναι όλοι οι Ρομά Ρουμάνοι ούτε όλοι οι Ρουμάνοι Ρομά.
Πηγή: “Η φωνή των Ρομά” http://www.lavoixdesrroms.org/ [50 rue des Tournelles 75003 Paris, La voix des Rroms], είναι μια ένωση βάσει του νόμου 1901, με σκοπό της την υπεράσπιση της αξιοπρέπειας των πληθυσμών των Ρομά (Ρομά, Τσιγγάνων, Μανούς)
***
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ρομά: ενσωμάτωση ποιανού και σε τί;
Σε μια δήλωσή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, από τις εργασίες της ολομέλειάς του στις 25 Μάρτη 2010, αναφέρει τα κάτωθι “κυριώτερα σημεία της συνεδρίας”:
“Καλύτερη υποστήριξη της ενσωμάτωσης των Ρομά. Οι ευρωβουλευτές επιθυμούν τη διάθεση κοινοτικών κονδυλίων με προορισμό την ένταξη των Ρομά, που να χρησιμοποιηθούν όσο το δυνατόν καλύτερα. Με δέκα εκατομμύρια άτομα, οι Ρομά αποτελούν την πιο μεγάλη εθνική μειονότητα της Ευρώπης, αλλά παραμένουν συχνά αποκλεισμένοι και περιθωριοποιημένοι. Εν όψει της δεύτερης πανευρωπαϊκής συνόδου των Ρομά, που θα διεξαχθεί στις 8 Απρίλη στην Κόρδοβα, οι ευρωβουλευτές θα τοποθετηθούν επί ενός τελικού ψηφίσματος την πέμπτη”.
Α, ακόμα ένα ψήφισμα. Θέλουν να μας ενσωματώσουν, αλλά σε τί; Στην Ευρώπη; βρισκόμαστε ήδη σ’ αυτήν, και καταλαβαίνουμε ότι οι αρχές που υμνούν τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα συμπίπτουν εδώ και καιρό με τον τρόπο ζωής των Ρομά. Κι αυτό δεν είναι θέμα φιλοσοφικής τάξεως, όπως για παράδειγμα για μας μπορεί ο διαχωρισμός της Ευρώπης σε κράτη να μοιάζει παραλογισμός, ή έσωτε αυτό που εξέφραζε την εποχή του ο Gunter Grass: “Οι Ρομά είναι αυτό που θέλουμε πραγματικά να γίνουμε, οι πραγματικοί Ευρωπαίοι”. Πάρτε για παράδειγμα τα οικονομικά πλάνα, την επισφάλεια, την εργασιακή ευελιξία, για την οποία μας πιπιλούν τ’ αυτιά, κάθε φορά που η ανεργία προκύπτει ως πρόβλημα: οι ευρωβουλευτές, όπως και η ευρωπαϊκή επιτροπή, ή το συμβούλιο των υπουργών, γνωρίζουν άραγε ότι πολλοί Ρομά περνούν απ’ την μουσική στην πώληση χαλιών, πριν ανησυχήσουν για την ενσωμάτωσή τους;
Ωστόσο, αν πρέπει όντως να ενσωματωθούμε σ’ ένα σύστημα οικονομικών επιδοτήσεων, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων βέβαια δαπανάται για τη διεξαγωγή της ίδιας της επιδότησης, τη διοικητική διαχείρισή της, και το promotion της υπόθεσης, για να φτάσει τελικά ένα ελάχιστο μέρος στους επιδοτούμενους, μετά απ’ όλο αυτό που συνήθως αποκαλείται “οι διαρροές του δικτύου”, και πραγματικά δε γνωρίζουμε πώς ακριβώς γίνεται… Υπάρχουν πάντως άνθρωποι που διαπρέπουν και σ’ αυτό το επάγγελμα.
Γνωρίζουμε τί είναι καλό για μας και για την Ευρώπη, ανεξάρτητα απ’ τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα. Τους έχουμε εκφράσει την ανάλυση και την πρότασή μας. Μας πήρε περίπου έναν χρόνο, μέσα στο 2000. Δουλεύοντας μ’ ένα άτυπο δίκτυο ακτιβιστών και ειδικών σε νομικά και πολιτικά ζητήματα (RANELPI – Rromani Activists Network on Legal and Political Issues), καταλήξαμε σε μιαν ολοκληρωμένη και σοβαρή πρόταση-πλαίσιο για τους Ρομά στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή η πρότασή μας επικυρώθηκε από την προεδρία της διεθνούς ένωσης ρομά, μια ΜΚΟ με συμβουλευτικό ρόλο στον ΟΗΕ, που απαρτίζεται από δεκάδες ενώσεις Ρομά σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Παρόλ’ αυτά, πριν 10 χρόνια, η Ε.Ε. έθαψε την πρότασή μας στα συρτάρια. Αντ’ αυτής, επιδόθηκε σε -κούφιες- λαμπρές διακηρύξεις αρχών, σε λόγια του αέρα. Ακόμα χειρότερα, κατασπαταλώντας δημόσιο χρήμα σε στείρες επιδοτήσεις, όπως φαίνεται και στο παραπάνω απόσπασμα, που έριξαν νερό στον μύλο όσων θέλουν να πιστεύουν ότι οι Ρομά είναι “άξιοι της μοίρας τους”.
Λοιπόν, για να απαντήσουμε στο ερώτημα του τίτλου του άρθρου, μια ενσωμάτωση πρέπει να είναι πάντα αμφίπλευρη: αρχικά, η Ευρώπη πρέπει να ενσωματώσει την ιδέα ότι είμαστε ένας λαός, με μια κουλτούρα, μια γλώσσα, μια ιστορία, κι όχι αναξιοπαθούντες που στην καλύτερη θα ‘πρεπε να μας πάρει η πρόνοια κάτω απ’ τις φτερούγες της. Όταν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί ενσωματώσουν και χωνέψουν αυτήν την ιδέα, θα μπορέσουν και να παρέχουν στην κοσμοθεωρία μας τα εργαλεία για να κατασκευάσουμε μια Ευρώπη αρμονική κι ευημερούσα.
Όσο για το ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό των Ρομά που βρίσκονται σε αξιοθρήνητη κοινωνική κατάσταση (πάνω απ’ τους μισούς), θα πρέπει καταρχήν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί να κατανοήσουν και να δηλώσουν ανοιχτά πως αυτό δεν είναι κάτι έμφυτο, αλλά το λογικό αποτέλεσμα μιας ολόκληρης σειράς μηχανισμών όπως ο ρατσισμός, η διαφθορά, ο ατομικισμός, ο πατερναλισμός κλπ. Γιατι για ν’ αγωνιστούμε ενάντια σε μια τέτοια κατάσταση, πρέπει πρώτα ν’ αντιμετωπίσουμε τις ρίζες της, να τις εντοπίσουμε, και να βρούμε πως να τις ξεριζώσουμε.
Πηγή: η ιστοσελίδα: http://www.rroma-europa.eu
***
Ορισμένες στιγμές απ’ τον διωγμό των Ρομά και τις αντιστάσεις σ’ αυτόν
Το 2009, 29.000 μετανάστες απελάθηκαν απ’ τη Γαλλία, σε σχέση με 10.000 τα προηγούμενα χρόνια, ενώ το 2010 υπολογίζεται ότι ο αριθμός θα είναι συντριπτικά μεγαλύτερος. Πάνω από 9.000 απ’ αυτούς ήταν Ρομά, ενώ 9.200 έχουν εκτοπιστεί ήδη φέτος. Στα μήντια κυριαρχεί ένας λόγος για “αποτυχία του μοντέλου ενσωμάτωσης”, και για ανάγκη “σεβασμού των παραδόσεων και των νόμων” του κράτους. Η μεσαία και μικρή αστική τάξη παρανοεί υπό το βάρος της ρευστοποίησής της εν όψει της οικονομικής ύφεσης, και η αναζήτηση εξιλαστηρίων θυμάτων φαίνεται να έχει μεγάλη απχηση. Τον αποδιοπομπαίο τράγο, μετά τα “αποβράσματα” των προαστίων και τις γυναίκες του ισλάμ (χιτζάμπ) φαίνεται πως θα το παίξουν οι Ρομά. Η κυβέρνηση Σαρκοζύ έχει ταυτόχρονα να αντιμετωπίσει μια ακόμα κρίση: στα ΜΜΕ φτάνουν στοιχεία χρηματισμού στενών συνεργατών και φίλων του. Ακόμα, η επίθεση του γαλλικού κράτους στις συντάξεις (απ’ τα 60 στα 62) και τις αποδοχές των εργαζομένων (μειωμένος νεανικός μισθός, περικοπές κλπ) ετοιμάζεται να κορυφωθεί. Ταυτόχρονα, η αριστερά έχει να αντιμετωπίσει μια καθήλωση των ποσοστών της, συνδεδεμένη με την έκρηξη της αποχής, ιδιαίτερα στα προάστια που είχαν σημαδευτεί από εξεγέρσεις το 2005-6, ενώ η ακροδεξιά ρητορική της λευκής, χριστιανικής “ταυτότητας” της Γαλλίας, που οφείλει να διαφυλαχτεί, ταυτίζεται ολοένα και περισσότερο με τον επίσημο κυβερνητικό και μηντιακό λόγο.
20 Μάη: Γιορτή της “Εξέγερσης των Τσιγγάνων”, όταν κατά τον ‘Β Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ναζί ετοίμασαν την εξόντωση των Ρομά στο Μπίρκεναου, ήρθαν αντιμέτωποι με την ένοπλη αντίσταση των Ρομά, που τους ανάγκασε να υποχωρήσουν.
19 Ιούλη: Ένας τσιγγάνος μοτοσυκλετιστής καταλήγει νεκρός μετά από καταδίωξη μπάτσων στο χωριό Saint-Aignan. Την επόμενη μέρα, εξαγριωμένοι, 50 τσιγγάνοι επιτίθενται με τσεκούρια και λοστούς στο αστυνομικό τμήμα και στα διόδια του χωριού, καταστρέφοντας 3 αστυνομικά οχήματα, φανάρια κλπ.
29 Ιούλη: Ο γάλλος πρόεδρος Ν. Σαρκοζύ διατάσσει την διάλυση των “παράνομων” οικισμών Ρομά και την “εθελούσια προώθηση” των Ρομά στις χώρες προέλευσής τους, κυρίως Ρουμανία και Βουλγαρία, για λόγους “δημοσίας τάξης”. Οι δυο αυτές χώρες, εντάχθηκαν στην Ε.Ε. το 2007, κατοχυρώνοντας υποτίθεται νομικά το δικαίωμα για τους κατοίκους τους να εγκατασταθούν σε όποια χώρα της Ε.Ε. προτιμούν. Ωστόσο, το γαλλικό κράτος πέρασε έναν νόμο σύμφωνα με τον οποίο, οι αφιχθέντες οφείλουν μέσα σε 3 μήνες να προσκομίσουν έγγραφα που να αποδεικνύουν ότι έχουν κάποια σταθερή εργασία στη Γαλλία, διαφορετικά μπορούν να απελαθούν.
Τέλη Ιουλίου: Διώξεις των Ρομά στο Μοντρέυιγ: Καταλήψεις σπιτιών από αντιεξουσιαστές για πρόχειρη στέγαση και αυθόρμητη αλληλεγγύη γειτόνων που ανοίγουν το δημοτικό στάδιο για να περάσουν το βράδυ οι Ρομά. Ο δήμαρχος θα κρατήσει μια ασαφή στάση τελικά. Διάσταση μεταξύ Ρομά και μιας τάσης “επαγγελματιών αλληλέγγυων”: διοργάνωση πορειών χωρίς καμιά επαφή με τους θιγόμενους, επιλεκτική μετάφραση και μεταφορά λεγομένων τους πετσοκομμένα ώστε να ταιριάζουν στα τροτσκιστικά ή σταλινικά πρότυπα, κατάληψη των συγκεντρώσεων με κομματικές σημαίες και αυτοκόλλητα στο πέτο. Μονοπώληση του δημόσιου λόγου από “ειδικούς” που “έχουν δουλέψει χρόνια με Ρομά” κλπ.
Αρχές Αυγούστου: Ο πρόεδρος της δημοκρατίας ανακοινώνει την απέλαση όλων των καταληψιών και όσων διαμένουν σε “παράνομους” καταυλισμούς. Ο αρχιφύλακας του Seine-Saint-Dennis θέλει να δώσει το παράδειγμα, με μια έξωση 50 ατόμων, περίπου τα μισά παιδιά. Ρομά και αλληλέγγυοι οργανώνουν πορεία, η αστυνομία προειδοποιεί ότι αν διεξαχθεί θα τσακιστεί επί τόπου. Λιγότεροι από 150 άνθρωποι συγκεντρώθηκαν τελικά. Οι Ρομά οδηγούνται στο Μοντρέυιγ σ’ένα MOUS (κέντρο “αποκατάστασης”).
6 Αυγούστου: ένα “βολικό” γκάλοπ της Figaro, δίνει 79% των ερωτηθέντων υπέρ των απελάσεων. Ο Γάλλος υπουργός μετανάστευσης ζητά να μη χρησιμοποιείται ο όρος “συγκέντρωση” για τους Ρομά, γιατί φέρνει στο μυαλό το ναζιστικό σχέδιο εξόντωσης των Εβραίων (παρεπιμπτόντως, κατά τον ΄ΒΠΠ, εξοντώθηκαν από τους ναζί επισήμως 400.000 τσιγγάνοι, ενώ άλλες πηγές κάνουν λόγο για πολλαπλάσιο νούμερο). Επιστρατεύονται μικρότερα αεροπλάνα από την αστυνομία συνόρων (PAF) για την απέλαση Ρομά και μεταναστών χωρίς χαρτιά, ώστε να μη γίνονται τόσο αντιληπτά, όσο αυτά της Air France που χρησιμοποιούνται κανονικά.
9 Αυγούστου: Ο Έπαρχος του Λουάρ P. Soubelet παινεύεται πως είναι ο πρώτος που θα εφαρμόσει πρακτικά τις αποφάσεις του Σαρκοζύ, σε συνεργασία με τον αριστερό δήμαρχο: συγκέντρωση των Ρομά, χωρισμός τους σε ομάδες, διωγμός απ’ την παραγκούπολη της Μοντμάρτης, από την αστυνομία και τη δημοτική αστυνομία. Επίδοση στους Ρομά εντολής να εγκαταλείψουν το γαλλικό έδαφος μέσα σ’ έναν μήνα. Το τοπικό δίκτυο αλληλεγγύης μαζεύει 2.000 υπογραφές ενάντια στην εκδίωξη.
22 Αυγούστου: Η κολλεκτίβα ενάντια στην ξενοφοβία καλεί τους πράσινους και την αριστερά να πάρουν σαφή θέση. Διάφορα αριστερά κόμματα κυκλοφορούν μια γενικόλογη προκήρυξη που επικαλείται τις αρχές του 1789, το δημοκρατικό χαρακτήρα της Γαλλίας κλπ.
24 Αυγούστου: Η αρμενική, η ελληνορθόδοξη και η προτεσταντική εκκλησία του Λουάρ προσπαθούν να παίξουν έναν ρυθμιστικό ρόλο, καλώντας όλες τις πλευρές να αποκηρύξουν τη βία και το θυμό, να γνωρίσουν την κουλτούρα Ρομά…
Τέλη Αυγούστου: προσπάθειες συνεύρεσης ανέργων-επισφαλών και Ρομά στη Ρεν.
4 Σεπτέμβρη: Μαζική διαδήλωση 13.000, με οργανώσεις Ρομά επικεφαλής, στο Παρίσι. Ακόμα 130 διαδηλώσεις σ’ ολόκληρη τη χώρα, μετά από καλέσματα συνδικάτων, εργατικών και φοιτητικών συλλόγων, πρωτοβουλιών αλληλέγγυων, αναρχικών κλπ.
8 Σεπτέμβρη: Επίθεση σε σούπερ μάρκετ Carrefour στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής, σε αλληλεγγύη με τους διωκώμενους Ρομά στη Γαλλία, από τον “πυρήνα των ηρώων του 1917-ταξιαρχία Luciano Arruga”, κατά την επίθεση, αφαιρούνται χρήματα απ’ τα ταμεία και αφοπλίζεται και ξυλοκοπείται ο ένοπλος φρουρός.
11 Σεπτέμβρη: Πανεπιστημιακοί, κοινωνιολόγοι κλπ οργανώνουν εκδηλώσεις και συλλαλητήριο στη Λιμόζ.
12 Σεπτέμβρη: Ασφαλίτες και δημοτική αστυνομία την πέφτουν στους τσιγγάνους μικροπωλητές της λαϊκής αγοράς του Pont de Bagnolet. Γίνεται αντιληπτό από ομάδα αντιφασιστών που παρεμποδίζει τους μπάτσους και βοηθά τσιγγάνους να ξεφύγουν. Δημοτικοί υπάλληλοι βοηθούν τους μπάτσους, κλείνοντας τις πύλες, ώστε να παγιδευτούν οι Ρομά, που γκαζώνουν με τα αμάξια τους για να ξεφύγουν.
Σεπτέμβρης: Τη στήριξή του στα γαλλικά μέτρα εκφράζει ο ιταλός πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Αποφεύγει να τοποθετηθεί ανοιχτά η γερμανίδα Μέρκελ, ενώ ο πρόεδρος της ευρωπαϊκής επιτροπής Μπαρόζο, νουθετεί όποιον σκοπεύει να ακολουθήσει με ανάλογα μέτρα να “το σκεφτεί καλύτερα πρώτα” ώστε ν’ αποφευχθούν τυχόν χοντροκοπιές. Οι απελάσεις των Ρομά συνεχίζονται..
Επαναφομοίωση & αρπαχτή: ένα βιβλίο για τον Αλ. Γρηγορόπουλο
“-espresso: Γιατί στον Αλέξη Γρηγορόπουλο;
-Βερούλη: Γιατί ήταν ένα γεγονός που άγγιξε τους εφήβους. Και καθώς κάθε γενιά αναζητεί τους δικούς της ήρωες, θεωρώ ότι στο πρόσωπο του Αλέξη οι νέοι βρήκαν τον αντιπρόσωπό τους.”[…]”Ο επίλογος του βιβλίου γράφεται με μια συνομιλία ανάμεσα στους νέους και τους αστυνομικούς: “Τί ωραία που είναι να μας ανοίγετε τους δρόμους κι εμείς να τους βαδίζουμε!””Στη συνέχεια τεράστιοι δράκοι βγήκαν απ’ την κουζίνα, ενώ οι πρωταγωνιστές βουτούσαν γελώντας στις χαρές του ελληνικού αθλητισμού.
Και να λοιπόν, 2 χρόνια μετά τον φόνο του Αλέξη απ’ την ultima ratio του επαίσχυντου κράτους, κι αφού η οικονομική καταστολή μας έστησε στον τοίχο με το στόμα κλειστό, οι λέρες των επιχορηγήσεων θα βγουν να μας πουλήσουν την “φωνή” μας, την υποτιθέμενη φωνή “της γενιάς μας”.
Το βιβλίο που απειλούν πως θα σπρώξουν στην πιάτσα εστιάζοντας ως καλοί αναμορφωτές στις παιδικές ηλικίες, υπογράφουν οι Άννα Βερούλη και Νίκος Μιχαλόπουλος, ενδεχομένως γνωστοί απ’ την εμπλοκή τους στα κυκλώματα τεσταρίσματος φαρμακευτικών που αποκαλούν κατ’ ευφημισμόν αθλητισμό-αρμοδιότητα πλέον του Υπουργείου Υγείας. Καθόλου αμελές, καθώς το θέαμα του αθλητισμού συγκεντρώνει ακόμα κάποια υπόληψη μεταξύ των φουκαράδων που έχουν απογοητευτεί απ’ τον συρρικνούμενο ρόλο του στρατού ή της εκκλησίας στην εθνική συνοχή.
Δε θα παραξενευτούμε λοιπόν, αν δούμε ξανά να επιστρατεύονται και οι διάφοροι αθλητικοί σύλλογοι μαζί με κρατικοδίαιτες επιτροπές -για κάθε χρήση-, ή καταγέλαστα κρατικά βραβεία, όπως στα προηγούμενα πονήματα των συγγραφέων, πάντα με θέματα που άπτονται της γλυκανάλατης ΜηΚυβερνητίστικης ιδεολογίας με την οποία φαίνεται να κωλοτρίβονται τα κεντροαριστερά thinktanks διεθνώς, αλλά κι όσοι μερακλήδες πιάσαν το ζουμί των επιχορηγήσεων: “οικολογία” και πράσινη ανάπτυξη, τσάι και συμπάθεια για τους αδυνάμους, προσωπικός αγώνας δρόμου για προσαρμογή των “απροσάρμοστων”, και λοιπά copy-pastes μιας σχεδόν αυτοματοποιημένης σχολής σκέψης (ή καλύτερα αποφυγής σκέψης) που συνδυάζει την αρπαχτή με την επαναφομοίωση διεθνώς, πλασάροντας με τον γλοιώδικο αέρα της κοινωνικής ευαισθησίας, το δασικό ολοκαύτωμα που παράγει, στα ράφια των βιβλιοπωλείων-σουπερμάρκετ.
Ακολουθεί περίληψη του έργου (ας σημειώσουμε ότι απ’ ό,τι γράφεται, το βιβλίο πρόκειται ουσιαστικά για “επένδυση” με μερικά επιπλέον κεφάλαια παλαιότερου έργου των ιδίων διανοιών με θέμα …μαραθωνοδρόμους) όπου ο εις εκ των συγγραφέων μιλά για τη στιγμή που τον επισκέφτηκε το εμπορικό δαιμόνιο μεταμφιεσμένο σε έμπνευση, και για το όραμά του γενικότερα:
Νίκος Μιχαλόπουλος: “Εκείνο το βράδυ του τραγικού συμβάντος επέστρεψα στο σπίτι αργά και έμαθα τα νέα από την τηλεόραση. Ένιωσα τον φόβο που είχε καλύψει όλη την Αθήνα. Στην μέση της νύχτας σκέφτηκα πως αυτή πρέπει να είναι η αρχή του βιβλίου. Φέτος, ένα ειρηνικό, ξεχωριστό γεγονός, όπως είναι ο μαραθώνιος, ας είναι μια ευκαιρία για τους νέους που έχουν μόνο ειρηνικά κίνητρα. Με αυτά τα παιδιά πρέπει να είμαστε μαζί.”
Προσοχή λοιπόν: στους “κοινωνικά ευαίσθητους” μαλάκες, σ’ όσους θέλουν να μας διασπάσουν (σε ειρηνικούς και μη, “παιδιά”, εφήβους και μεσόκοπους και πάει λέγοντας), να μας βάλουν σε νόρμες, να μιλήσουν για μας.
Ούτε ήρωες – ούτε μάρτυρες.
Ο Δεκέμβρης ακόμη έρχεται.-
To begin with, I deny all accusations against me. I have nothing to do with any of them: abduction, extortion, criminal association, attempted murder, robberies. I will refer to my acquaintance with Vassilis Palaiokostas, if you let me say a few things.
So at last, it’s time to state who I really am and what I have done. Surely everyone is influenced by the media scum, denigrating my personality and offensing my family. I was labeled as a notorious thief, with a passion for money, a wealthy client of casinos and bouzoukia, while I have never laid my foot in such places. All that is known about me, is nothing I have ever said or done. Speculation dysanalogous to both reality and my ethos.
Of course, noone would speak of my real and unpleasant years of labour, working in a furniture factory since I was 14, having 2500 work-stamps), nor about the brutal every day life of such a life of work, not as a hobby of course, but only because I had no other way to make some money to buy even the very necessary things to be “socially approved”. Noone works for fun, even you I imagine, do not come here every morning to make prisoners out of people, but to make some money! Work though, comes with an issue of being the boss, the worker, the state official etc, to enjoy a more comfortable and relaxed everyday life. When it comes to me, being a worker, I’m obliged to sell my energy day by day to the boss, to be able to buy the basics and maybe a couple of beers, to keep me going to work every other day… to sell again, and buy again, from production to consumption, and there it goes… Our whole everyday life, all our life revolves around work: Since we can remember ourselves, going to school, to become good students to go after a rewarding carrier (nevermind the years lost in school-studies-homework-private preparative classes), to being a pensioneer, guaranteed by a pay-check, merely waiting to die with a full stomach. From 6am I wake up to go to work, to the afternoon I’ll go off to see my friends to try to find how the 8 hours passed, to the evening I ‘ll be back home to sleep early, in order to be able to wake up again for work the next day…
So, speaking with the friends, what I see is that not all workers care for a more dignified daily life, and may not even take some time to think on that, resting back on a robotic life: Leaving work, checking their kids school grades, washing the car, watching a move, and again from square one. Mold for that and so exhausted by work, they start to lack even the slightest amount of time for a few thoughts. Me for instance, it took me 8 years to move to another job, while I was aware of the risks, I had lost one tip of my finger, having suffered a dual disc herniation, rendering me unable to bend my waist for 6 months, being on medical treatment, that’s the same time some of the activities you accuse me of, happened. And after I saw my collegue, Spyros, with his brains spilled on the floor! I fell on my knees, I couldn’t stand it anymore… Now, most of the employees didn’t care if they were paid less than the basic salary, they don’t even have the courage to stand up for it. They don’t say no to working overtime, saying their no to unemployment, while in that same time they have just covered the work an unemployed worker could do, while they’re all leaving under the threat of being fired. So, they won’t even ask for some days off, insurance, safety measures!
I have seen all these, I have lived them and fought individually -unfortunatelly- against them, after my collegues indifference. When, for example, I suggested not to do any overtime work, until our boss gives us a raise, they regarded it as irrational, unproductive, something that will turn against us. But when I got my salary raised, with this tactic, they, instead of doing the same thing, confronted me with dislike, for not asking a raise for them too! This is part of a typical petit-bourgeois logic: let the others fight for me, I have a family to raise… The only time they actually congratulated me, was when I spoke about the lack of safety measures after our collegue’s death! And then again, trade-union leaders, former presidents of the wood industry syndicate, would take the bosses side, declaring that it was a “bad luck”!!! An accident waiting to happen: to die on work. Working to live… These last years we were aware that the syndicalists consider it’s necessary for us to sell our lives in exchange of survival, and having them to bargain on the price. We were aware that they use the trade unions as means to enter the main politics scene, and in the same time to infuse the party hierarchies among the workers. We were aware that the syndicalists never confront the capital and the bosses, so as not to give the “working class” some time to rest(?), since that might endanger their whole reason d’etre, and their livelihood. We were n’t aware though, that they consider it as merely bad luck to die on work! 14-25 tousands of deaths per year, 2 millions of handicapped, and 20-25 millions of injured, either from falls or explosions in the capitalist temples they construct, or slowly rotting of diseases, caused by the long exposure to harmful substances. Without counting all those ending up as alcoholics or suiciding after an economic collapse… All these are nothing but fatalities, bad luck, according to our syndicalists…
We can see here that work is not connected to a social good, but its pure aim solely the money. The only relation a worker can have with his work, is his salary, while the only relation a boss has with the same work, is the profit such a business brings. For me life is simply up to money, for other the “liberation” of business, for others laziness. The thing is that every boss puts normally “profits over people”, giving all priority to the production and leaving aside any workers rights. If some supposedly humain feelings would call them upon keeping some pretexts, they would give a basic salary of 1200 euros, as it is in the EU. They could even hire every willing man, to drop unemployment to 0, under a 4-5 hour working day… But when their workers are willing to strive for 10-12 hours a day, they have no reason to hire new stuff, because something like that is simply not in their interest, because they don;t care if you can handle it or if you ‘re exhausted to death. They ‘ll give you 650 a month, and they don’t care how you deal with it, if its enough for rent, food, or if you want to go on a trip to relax. From the moment money is unevenly split, it signifies dominion, power. As long as there is money, there is never going to be enough for all. And for some to gather enough to satisfy them, they have to exploit even the last moment of our strength. By the bell we start work, by the bell we have our break, by the bell we start again, by the bell we leave work. Time is money, and if we ‘re a little late, it’s the red card for us! They have historically replaced worker’s hands with a machine, because it’s cheaper, better, most of all faster. You can carry them to distant countries, with nearly free labor, since unemployment is flourishing. I ‘m not depressed when I’m unemployed, I have all the time in the world to enjoy my days, it saddens me that I have no money. When I work I got money but not time… That’s how the capitalist system works: you ‘re thrown in the mould, exhausted, murdered, while the rich get richer and the poor poorer! 8-10 hours a day, 40 hours a week, 300 days a year, 10.500 work-stamps, 65 years of age for minimum retirement limit, 650 euros per month… it can be mathematically defined as terrorism!
Thus, aware of all mentioned above, as a worker with consciousness and the desire to live before I die, I left this hard work and the struggles I gave in it and its salary, that was much larger than what I made as a graphic designer -my second job, without the risk of physical damage or fatal accidents, a more relaxed lifestyle, without having to use my car to go to work and lose my patience every 10 metres, with a better stamina in sex, with the hands not that damaged from all the scrapping and the cold, with cleaner clothes, and at last, without the need to wake up every morning brutally on 6 o’ clock. What’s important for me is time, time for recreation, for healing of my back… And these only after sacrificing the largest salary I earned at the factory. But we said: people over profits… Naturally, this job also has its negative side, as every one of them: increased myopia because of the computer for instance. Work and jow do not come together. If there was any joy in work, then we wouldn’t long for the time we get off. If there was any joy in work, the bosses would keep it for themselves.
Generally, it would by nice if there was no work, wage slavery, since as long as there is work, there will be some kind of slaves (like in the ancient Greece for example). On the one hand, speaking of the abolition of work is a long way to making it real, on the other though, speaking of a negation of work and sticking in solidarity to persons that strive for it, feels like a duty to me. Since I have some understanding of the everyday routine of work, it seems unimaginable not to negate it, or not to struggle to change it! Vassilis Palaiokostas has negated work ever since he tasted its goods, and he makes it through by robbing banks, always opposed to any form of exploitation, with dignity and respect to the human life, with a true passion for freedom. I hope it’s not necessary to get into the role of banks as lawful usury etc, to inquire who is the one using criminaly violence… the one who robes it, or the one who opens it? I don’t fetishize Vassilis Palaiokostas underground life in illegality, since for me it is a very limited kind of freedom, though the fact that the public opinion is scandalously in favor of him, is something to consider. It is worth mentioning that even a cop would prefer him than any kiosk robber, willing to kill for 200 euros, than any mugger, any drug dealer, or any crook… Under this context they told me in the police station that they hoped Palaiokostas was behind mr. Mylonas’ kidnapping, because thay did quite a few stupid things, that they hoped it was him, since he is a man that knows what he wants, and will have it without any casualties. That’s exactly what they said! And inspite of all these, they use criminalization as a means to isolate individuals they consider as a threat. An isolation that one way or another dominates on any sector of social life, rendering the struggle against isolation and for solidarity one of my basic aims! (we really need weapons and solidarity is a powerful weapon!) Moreover, I am an too emotional a person to ignore a human with such a freedom loving character. To my consciousness, not being in solidarity with him, I would erase myself both socially and as an individual. I wouldn’t be true to myself.
Even now, incarcerated for my choise, I understand that even what I did was not “right”, it was definitely human. Because, keeping people living in prisons, is nothing but human. The threats, the humiliations and the torture in prison, the unsanitary health conditions (toilets, cold baths, sleeping on the floor with 2 square meters per person, lack of heat, food that even the cats wont eat), all these under the pretext of “correction”! Furthermore, our punishment is not merely the deprival of freedom.. Besides, their inability to preserve the same penal code they impose is typical: drug dealing controlled by the prison authorities (since drug prices being 1000% than Omonoia square prices render it a very profitable enterprise). Also, lack of rehabilitation programs, of doctors and medication, all these constitute only some of the causes for our 377 prisoners found dead, during the last decade. Not to mention the deprival of intercourse with our partner -a biological need- which is the last blow of our isolation, after the dissolution of our families. So, I used to be joy, but now I’m sadness, I used to be logic but now I’m mad, I used to be a human, but now I’m a monster… this transformation is the last point of this isolation! 4 out of 5 ex-cons return to prison, with heaviest yet charges, before even their parole is over. Why? Because the bars have enslaved our minds and our thoughts, our hearts, our feelings. This is how it goes… from the reign of sadness to embrace death.
And now, trying to survive in this modern hell, with exercise, reading, some correspondance and work, what I try not to perish is my spontaneous character, my smile. A smile they made a big deal during my arrestation, something that didn’t fit into the persona manifactured by the mass media devoted enemies of truth, talking of cruel and maniac criminals… And since this collapsed, they turned to a rhetory of insensitiveness, as if we’re animals and don’t feel what’s going on around us… But, what could we do? All we tried was to give a bit of courage to parents and friends, a smile that doesn’t cost a thing, a smile that is wealth to whoever receives it, without making any other poorer. It lasts only for a moment, but its memory for ever. It’s something you can’t sell or buy, you can’t demand or steal, you can only give it as a present. And if someone is to tired to give one away, then I give them mine.
And one last thing, I would like to read a poem:
I have not loved the world, nor the world me;
I have not flattered its rank breath, nor bowed
To its idolatries a patient knee, –
Nor coined my cheek to smiles, nor cried aloud
In worship of an echo; in the crowd
They could not deem me one of such; I stood
Among them, but not of them; in a shroud
Of thoughts which were not their thoughts, and still could,
Had I not filed my mind, which thus itself subdued.
Κάποια απ’ τα φυλλάδια, αυτοκόλλητα κι αφίσσες που έχουν κυκλοφορήσει φίλοι και σύντροφοι του Βαγγέλη. Περισσότερα για την υπόθεση: Από την απολογία του Βαγγέλη Χ.
Απόσπασμα απ’ την απολογία του Βαγγέλη Χρυσοχοΐδη για την υπόθεση Παλαιοκώστα. Μαζί με τον Πόλυ Γεωργιάδη, βρίσκονται κατάδικοι για υπόθαλψη του δραπέτη Βασίλη Παλαιοκώστα, και συμμετοχή στην απαγωγή του βιομηχάνου και πρώην προέδρου του σββε Γ. Μυλωνά.
Καταρχήν, αρνούμαι όλες τις κατηγορίες που με προσάπτετε. Δεν έχω καμία σχέση με : αρπαγή, εκβίαση, σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, απόπειρα ανθρωποκτονίας, ληστείες. Θα αναφερθώ στη γνωριμία μου με τον Βασίλη Παλαιοκώστα, αφού με αφήσετε να πω κάποια πράγματα.
Λοιπόν επιτέλους ήρθε η ώρα για να πω ποιος πραγματικά είμαι και τι έχω κάνει. Σίγουρα ο καθένας είναι επηρεασμένος από τους δημοσιοκάφρους των ΜΜΕ για τον διασυρμό της προσωπικότητάς μου και την προσβολή τόσο τη δική μου όσο και της οικογένειάς μου. Με παρουσίαζαν ως σεσημασμένο ληστή κι ως είλωτα του χρήματος και οικονομικά άνετου να μπαινοβγαίνω σε καζίνα και μπουζούκια ενώ δεν έχω πατήσει ποτέ σε τέτοιους χώρους. Ό,τι έχει ακουστεί για μένα δεν σημαίνει ότι έχει λεχθεί και πραχτεί από μένα. Φημολογίες που όσο δεν αρμόζουν στην πραγματικότητα, άλλο τόσο δεν αρμόζουν και στο ήθος μου.
Κανείς δεν μίλησε για τα αληθινά και δύσκολα χρόνια της εργασίας μου (όντας στο εργοστάσιο επίπλων από 14 χρονών με 2500 ένσημα), για την σκληρή καθημερινότητα της επιβίωσης, το ότι δεν δούλευα από χόμπι αλλά επειδή δεν είχα άλλο τρόπο για να βγάλω χρήματα και να αγοράσω τα πιο αναγκαία ώστε να γίνω «κοινωνικά αποδεκτός». Κανείς δεν δουλεύει από χόμπι, ακόμα και εσείς φαντάζομαι δεν έρχεστε εδώ κάθε πρωί για να βγάζετε και να βάζετε κόσμο στην φυλακή… Αλλά για να βγάλετε χρήματα! Απλά στην εργασία υπάρχει το ζήτημα αν είσαι αφεντικό, εργάτης, δημόσιος υπάλληλος κτλ, ώστε να έχεις μία πιο άνετη ζωή και ξεκούραστη καθημερινότητα. Εγώ ας πούμε, που είμαι εργάτης, πουλάω την ενέργειά μου στα αφεντικά για να αγοράσω τα πιο βιώσιμα αγαθά, άντε και καμιά μπίρα, αρκετά ώστε την άλλη μέρα να ξανά πάω στην δουλεία…να ξαναπουλήσω και να ξαναγοράσω, από την παραγωγή στην κατανάλωση και πάει λέγοντας… Όλη η καθημερινότητά μας ή καλύτερα όλη η ζωή μας κινείτε γύρω από την εργασία: Από μικρός που θα πάω στο σχολείο πρέπει να γίνω καλός μαθητής για να κάνω αργότερα μια δουλειά που θα βγάζω αρκετά χρήματα (άσχετα αν έχω φάει τα νιάτα μου σε σχολείο-διάβασμα-σπίτι-φροντιστήριο), μέχρι που θα βγω στην σύνταξη εξασφαλισμένος από ένα μισθό και απλά θα περιμένω να πεθάνω χορτάτος. Από τις 6 το πρωί που θα ξυπνήσω για να πάω στην δουλεία, το απόγευμα που θα σχολάσω και θα σχολιάσω με τους φίλους μου πως πέρασε το 8ώρο, μέχρι που θα γυρίσω νωρίς το βράδυ σπίτι για να κοιμηθώ ώστε να ξυπνήσω πάλι νωρίς για την δουλεία…
Σχολιάζοντας λοιπόν με φίλους, αυτό που διακρίνω είναι ότι όλοι οι εργαζόμενοι δεν ενδιαφέρονται για μια πιο αξιοπρεπή καθημερινότητα, και ίσως να μην αφιερώνουν χρόνο να ασχοληθούν επ’ αυτού αναπαυόμενοι σε μια ρομποτική ζωή: σχολνώντας απ’ την δουλειά, να δούνε τους βαθμούς των παιδιών τους, να πλένουν το αυτοκίνητο, να δούνε καμία ταινία και πάλι απ’ την αρχή… Καλουπωμένοι και εξαντλημένοι απ’ την εργασία, δεν υπάρχουν περιθώρια σκέψεις γι’ αυτούς. Εγώ ας πούμε, με πήρε 8 χρόνια για να αλλάξω δουλειά, αφού είχα ήδη αντιληφθεί την επικινδυνότητα – έχοντας κόψει το ένα άκρο του δαχτύλου, έχοντας πάθει διπλή δισκοκήλη στην μέση σε σημείο που να μην μπορώ να σκύψω για 6μήνες (για τους οποίους με κατηγορείτε για διάφορα ενώ έκανα θεραπείες) – και αφού είδα τον συνάδελφό μου Σπύρο με τα μυαλά χυμένα στο πάτωμα! Εκεί γονάτισα, δεν άντεξα άλλο… Τους περισσότερους εργαζόμενους δεν τους ενδιαφέρει αν παίρνουν μικρότερο μισθό από τον βασικό και δεν έχουν το θάρρος να τον διεκδικήσουν. Δεν λένε όχι στις υπερωρίες αλλά λένε όχι στην ανεργία, αφού έχουν ήδη καλύψει τις εργάσιμες ώρες κάποιου άνεργου και ταυτόχρονα ζούνε κάτω από την απειλή της απόλυσης. Δεν ζητάνε άδειες, ασφάλιση ούτε και μέτρα ασφάλειας!
Αυτά όλα τα έχω δει, τα έχω ζήσει και έχω αγωνιστεί ατομικά – δυστυχώς – , κατόπιν της αγνόησης των συναδέλφων μου. Όταν ας πούμε, τους έλεγα να μην δουλέψουμε υπερωρίες μέχρι το αφεντικό να μας κάνει αύξηση, το θεωρούσαν παράλογο, μη παραγωγικό, που στρέφεται εναντίον μας. Όταν όμως έπαιρνα εγώ την αύξηση διεκδικώντάς την με αυτόν τον τρόπο, αυτοί αντί να πράξουν το ίδιο, με αντιμετώπιζαν αρνητικά γιατί δεν ζήτησα και για αυτούς! Κλασική μικροαστική λογική… ας το κάνουν άλλοι για μένα, εγώ έχω και παιδιά να μεγαλώσω… Στην μοναδική στιγμή που δέχτηκα συγχαρητήρια, ήταν όταν μίλησα για τα μέτρα ασφαλείας μετά τον θάνατο του συνάδελφο μου! Και πάλι όμως, εργατοπατεράδες, πρώην πρόεδροι του συνδικάτου ξυλείας, πήραν το μέρος του αφεντικού λέγοντας πως ήταν μοιραίο!!! Μοιραίο να πεθαίνεις την στιγμή που δουλεύεις!!! Που δουλεύεις για να ζήσεις… Τα τελευταία χρόνια γνωρίζαμε ότι οι συνδικαλιστές θεωρούν απαραίτητο να πουλάμε τον χρόνο της ζωής μας με αντάλλαγμα την επιβίωση και κατόπιν αυτοί να μεσολαβούν επί της τιμής. Γνωρίζαμε ότι οι συνδικαλιστές χρησιμοποιούν τα συνδικάτα ως μέσα για να μπουν στην πολιτική και ταυτόχρονα να κομματικοποιούν τους εργαζόμενους. Γνωρίζαμε ότι οι συνδικαλιστές δεν εναντιώνονται στα αφεντικά και στο κεφάλαιο για να μην αναπαυθεί (;) η «εργατική τάξη», οπότε και δεν θα υπήρχε πλέον λόγος της ύπαρξής τους και του βιοπορισμού τους! Αλλά αυτό που δεν γνωρίζαμε είναι ότι θεωρούν μοιραίο κάποιος να σκοτωθεί, να πεθάνει στη δουλειά! 14-25 χιλιάδες νεκροί το χρόνο, 2 εκατομμύρια ανάπηροι και 20-25 εκατομμύρια τραυματίες, είτε από πτώσεις είτε από εκρήξεις στους καπιταλιστικούς ναούς που κατασκευάζουν είτε σαπίζοντας από αρρώστιες που οφείλονται στην πολύχρονη έκθεσή τους σε βλαβερές ουσίες…Χωρίς να υπολογίσουμε αυτούς που καταλήγουν στον αλκοολισμό ή στην αυτοκτονία μετά από οικονομική κατάρρευση… Κι όλα αυτά, απλά μοιραία, όπως λένε οι συνδικαλιστές…
Εδώ φαίνεται ότι η εργασία δεν έχει καμιά σχέση με το κοινωνικό όφελος αλλά έχει ως στόχο καθαρά το χρήμα. Η μόνη σχέση που έχει ο εργάτης με τη δουλειά του είναι ο μισθός ενώ η μόνη σχέση που έχει το κάθε αφεντικό με τη δουλειά του είναι το κέρδος της επιχείρησης. Για μένα απλότητα ζωής είναι το χρήμα, για άλλους η απελευθέρωση της εργασίας και για άλλους η τεμπελιά. Το θέμα είναι ότι όλα τα αφεντικά βάζουν το χρήμα πάνω από τον άνθρωπο, δίνουν βάση στην παραγωγή και αφήνουν παραπέρα τα εργατικά δικαιώματα. Αν κάποιες ενδεχόμενες ανθρώπινες ευαισθησίες τούς καλούσαν να κρατήσουν τα προσχήματα, θα έδιναν βασικό μισθό 1200 ευρώ όπως στην Ευρώπη… Με μια λογική του να ρίξουν την ανεργία στο 0%, θα προσλαμβάνονταν όλοι, με τις εργατοώρες να ήταν 4ώρα ή 5ωρα, αλλά με τον σημερινό βασικό μισθό τουλάχιστον να μην έπεφτε… Όταν όμως το δυναμικό τους δουλεύει 10-12 ώρες, αυτοί δεν προσλαμβάνουν προσωπικό, γιατί δεν τους συμφέρει οικονομικά, δεν τους ενδιαφέρει για το αν αντέχεις ή εξαντλείσαι σωματικά. Δίνουν το βασικό μισθό 650 ευρώ το μήνα και δεν τους ενδιαφέρει το πώς θα την βγάλεις, αν έχεις για το νοίκι, για το φαγητό, ή αν θες να πας κάποιο ταξίδι να χαλαρώσεις. Από τη στιγμή που το χρήμα είναι καταμερισμένο άνισα, τότε σημαίνει κυριαρχία, εξουσία! Όσο υπάρχει χρήμα, ποτέ δεν θα είναι αρκετό για όλους! Και για να μαζέψουν κάποιοι τόσο αρκετό ώστε να είναι ικανοποιημένοι, εκμεταλλεύονται μέχρι και το τελευταίο λεπτό της αντοχής μας. Με κουδούνι αρχίζουμε, με κουδούνι σταματάμε για διάλειμμα, με κουδούνι ξαναρχίζουμε, με κουδούνι σχολάμε. Ο χρόνος είναι χρήμα ∙ αν αργήσουμε … κόκκινη κάρτα! Αντικατέστησαν κάθε εργατικό χέρι με μια μηχανή επειδή είναι καλύτερες, φθηνότερες μα πάνω απ’ όλα γρηγορότερες. Μεταφέρονται εργοστάσια σε χώρες με φτηνά εργατικά χέρια και η ανεργία βαράει κόκκινο. Δεν στεναχωριέμαι που είμαι άνεργος (αφού έχω όλο τον χρόνο για να διασκεδάσω την ημέρα μου), αλλά επειδή είμαι άφραγκος. Δουλεύω – έχω λεφτά – δεν έχω χρόνο να το απολαύσω. Δεν δουλεύω – έχω χρόνο – αλλά δεν έχω λεφτά. Έτσι είναι το καπιταλιστικό σύστημα: σε βάζει σε καλούπια, σε εξαντλεί, σε σκοτώνει, ενώ οι πλούσιοι πλουτίζουν και οι φτωχοί φτωχαίνουν! 8-10 ώρες την ήμερα, 40 ώρες την εβδομάδα, 300 μέρες το χρόνο, 10.500 ένσημα, 65 χρονών όριο ηλικίας, 650 ευρώ το μήνα…με μαθηματική ακρίβεια σημαίνει τρομοκρατία!
Έτσι λοιπόν αντιλαμβανόμενος όλα τα παραπάνω, ως ένας εργάτης με συνείδηση και θέλοντας να ζήσω πριν από το θάνατο, άφησα πίσω μου την σκληρή εργασία, παραμέλησα τον μισθό μου και τους αγώνες που είχα δώσει γι’ αυτόν, που ήταν μεγαλύτερος απ’ την δεύτερη δουλειά που έπιασα ως γραφίστας. Για να μην έχω τον κίνδυνο της σωματικής φθοράς ή κάποιου εργατικού δυστυχήματος, για να ‘μαι πλέον ξεκούραστος σωματικά, χωρίς να χρησιμοποιώ το αυτοκίνητο και να εκνευρίζομαι ανά 10 μέτρα, με μεγαλύτερες αντοχές σεξουαλικά, με τα χέρια μου να μην είναι σκασμένα απ’ τα τριψίματα και το κρύο, με καθαρά ρούχα, και στην τελική, για να μην ξυπνάω βάρβαρα από τις 6 το πρωί, καθώς το πιο σημαντικό για μένα είναι ο χρόνος για την ανάρρωση και τις φυσιοθεραπείες για τη μέση μου. Και όλ’ αυτά θυσιάζοντας το μεγαλύτερο μισθό που έπαιρνα απ’ τη δουλειά στο εργοστάσιο. Είπαμε άλλωστε…ο άνθρωπος πάνω από τα κέρδη… Εννοείται βέβαια, πως και σ’ αυτή τη δουλειά, όπως και σε όλες, υπάρχει κι αρνητική πλευρά: αύξηση μυωπίας εξ’ αιτίας του υπολογιστή, κτλ. Δουλειά και χαρά δεν υπάρχει! Αν υπήρχε χαρά στη δουλειά, τότε δεν θα περιμέναμε πότε θα σχολάσουμε! Αν υπήρχε χαρά στη δουλειά, τότε τα αφεντικά θα την κρατούσανε για τον εαυτό τους!
Γενικά θα ‘ταν ωραία να μην υπήρχε δουλειά, μισθωτή σκλαβιά, αφού όσο υπάρχει δουλειά, θα υπάρχουν και σκλάβοι (βλ. Αρχαία Ελλάδα). Απ’ τη μια βέβαια, το να μιλήσουμε για την κατάργηση της εργασίας μέχρι το να γίνει πράξη είναι κάτι το αφάνταστο, απ’ την άλλη όμως, το να μιλάμε για την άρνησή της και το να μείνω αλληλέγγυος σε ανθρώπους που το επιδιώκουν, μου είναι κάτι σαν χρέος μου! Αφού ήδη έχω κατανοήσει την καθημερινότητα της εργασίας, μου είναι αδιανόητο να μην την αρνηθώ ή να μην αγωνιστώ για να την αλλάξω! Ο Βασίλης Παλαιοκώστας έχει αρνηθεί την εργασία αφού την έχει δοκιμάσει και επιβιώνει ληστεύοντας τράπεζες, ενάντια πάντα σε κάθε μορφή εκμετάλλευσης, με αξιοπρέπεια στη ζωή και σεβασμό προς τον άνθρωπο, με το πάθος του για την ελευθερία. (Δε χρειάζεται να μπούμε στο ζήτημα για το τι ρόλο παίζουν οι τράπεζες – περί νόμιμης τοκογλυφίας κτλ – για να αποδείξουμε το ποιος χρησιμοποιεί περισσότερη βία … αυτός που τη ληστεύει ή αυτός που ιδρύει μια τράπεζα;) Δεν θεοποιώ βέβαια την παρανομία του Βασίλη Παλαιοκώστα, αφού για μένα πρόκειται άλλωστε για μία κάπως περιορισμένη ελευθερία, το γεγονός όμως ότι συντάσσεται θετικά για το άτομό του μεγάλο ποσοστό της κοινής γνώμης έχει κάτι να πει από μόνο του. Εδώ άλλωστε ο οποιοσδήποτε αστυνομικός τον προτιμάει από τον κάθε ληστή περιπτέρου που σκοτώνει για 200 ευρώ, από τον κάθε τσαντάκια, από τον κάθε νταβατζή, από το κάθε βαποράκι της πρέζας, από τον κάθε απατεώνα… Κι αυτό που με είπαν στα κρατητήρια είναι ότι παρακαλούσαν να είναι ο Βασίλης Παλαιοκώστας πίσω από την απαγωγή του κ. Μυλωνά, γιατί έγιναν κάποιες γκάφες απ’ τη μεριά τους κι υπήρχε περίπτωση να χάσουν τον κ. Μυλωνά, με τη σκέψη ότι ο Βασίλης Παλαιοκώστας είναι ο άνθρωπος που ξέρει τι θέλει και πως να το πάρει χωρίς να υπάρχουν απώλειες. Αυτό ακριβώς με είπαν! Παρ’ όλ’ αυτά όμως χρησιμοποιούν την εγκληματοποίηση ως μέσο για να απομονώσουν άτομα τα οποία θεωρούν επικίνδυνα. Μια απομόνωση βέβαια που κυριαρχεί ούτως ή άλλως σε όλους τους τομείς της καθημερινότητας. Κι ο αγώνας ενάντια στην απομόνωση κι υπέρ της αλληλεγγύης είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά μου! (Έχουμε ανάγκη από όπλα κι η αλληλεγγύη είναι μεγάλο όπλο!) Συν τοις άλλοις, είμαι πολύ συναισθηματικός άνθρωπος για να μην σταθώ αλληλέγγυος σε κάποιον που έχει ανθρώπινα χαρακτηριστικά ώστε να ζει ελεύθερος! Η συνείδησή μου με έλεγε πως αν δεν στεκόμουν δίπλα του θα ακύρωνα τόσο τον εαυτό μου κοινωνικά, όσο και ατομικά! Δεν θα ήμουν αληθινός!
Ακόμα και τώρα έγκλειστος για την επιλογή μου, κατανοώ πως αν δεν έπραξα «σωστά», τουλάχιστον έπραξα ανθρώπινα. Γιατί το να ζει κόσμος στη φυλακή, μόνο ανθρώπινο δεν είναι! Η απειλή, ο εξευτελισμός κι οι βασανισμοί από την υπηρεσία, οι ανθυγιεινές συνθήκες διαβίωσης (η χρήση της τουαλέτας, μπάνιο με κρύο νερό, ύπνος στο πάτωμα – αφού 2 τ.μ. αντιστοιχεί στον καθένα – , έλλειψη θέρμανσης, το φαγητό που δεν το τρώνε ούτε οι γάτες…), όλ’ αυτά ονομάζονται σωφρονισμός! Κατά τ’ άλλα, η τιμωρία μας είναι μόνο η στέρηση της ελευθερίας… Άλλωστε, ούτε τον σωφρονιστικό κώδικα δεν είναι ικανοί να εφαρμόσουν… Το εμπόριο της πρέζας που εισάγεται από την ίδια την υπηρεσία (αφού η τιμή κόστους είναι δεκαπλάσια από την τιμή της Ομόνοιας), η έλλειψη προγραμμάτων Κ.ΕΘ.Ε.Α., η ανυπαρξία γιατρών κι ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, όλ’ αυτά είναι κάποιες από τις αιτίες για τους 377 νεκρούς κρατούμενους της τελευταίας δεκαετίας. Κι η μη συνεύρεση με τη σύντροφό μας – μια βιολογική ανάγκη – είναι το τελευταίο χτύπημα της απομόνωσης μετά τη διάλυση της οικογένειας. Ήμουν η χαρά μα τώρα η λύπη, ήμουν η λογική μα τώρα η τρέλα, ήμουν ένας άνθρωπος μα τώρα κτήνος… η μεταμόρφωση αυτή είναι το ύστατο αποτέλεσμα της απομόνωσης! Οι 4 στους 5 αποφυλακισθέντες να γυρίζουν πίσω, με πιο βαριές κατηγορίες, πριν ακόμη λήξει η αναστολή τους. Γιατί; Γιατί τα κάγκελα έχουν κλείσει τα μυαλά μας και τη σκέψη μας, τις καρδιές και τα αισθήματα μας! Έτσι πάνε αυτά… απ’ το βασίλειο της θλίψης στο χάδι του θανάτου!
Και προσπαθώντας να επιβιώσω στα σύγχρονα κολαστήρια με τη γυμναστική, το διάβασμα, την αλληλογραφία και τα μεροκάματα, αυτό που δεν θέλω να χάσω είναι ο αυθορμητισμός μου – το χαμόγελο. Ένα χαμόγελο που δεν πέρασε απαρατήρητο κατά τη σύλληψή μου, κάτι που δεν άρμοζε στα χαρακτηριστικά που έδιναν οι εχθροί της αλήθειας των ΜΜΕ περί σκληρών και αμετανόητων εγκληματιών… κι όταν δεν τους έκατσε, το γύρισαν στην ρητορεία περί αναισθησίας, λες και είμαστε ζώα και δεν ξέρουμε τι μας γίνεται… Αλλά τι να κάνουμε; Ένα κουράγιο δώσαμε σε φίλους και γονείς, ένα χαμόγελο μωρέ που δεν κοστίζει τίποτα, ένα χαμόγελο που πλουτίζει αυτούς που το παίρνουν χωρίς να φτωχαίνουν αυτοί που το δίνουν. Μια στιγμή κρατάει και η ανάμνησή του αιώνια. Δεν το αγοράζεις ή πουλάς, δεν το ζητάς ή το κλέβεις, μόνο στο χαρίζουν. Κι αν κάποιος είναι κουρασμένος που δεν μπορεί να μου το χαρίσει, τότε του δίνω το δικό μου…
Και κάτι τελευταίο, θα διαβάσω ένα ποίημα:
«Δεν αγάπησα τον κόσμο, ούτε αυτός με θέλησε.
Δεν λάτρεψα τις ιεραρχίες του, ούτε λύγισα το γόνατο μπροστά στα είδωλά του.
Δεν χαμογέλασα ψεύτικα, ούτε κραύγασα μια ηχώ για να λατρέψω.
Ανάμεσα στα πλήθη δεν ήμουν άλλος ένας αριθμός, ήμουν μαζί τους μα δεν ήμουνα δικός τους.
Ήμουν και θα ‘μαι μόνος, ζωντανός στη μνήμη τους ή ξεχασμένος.»
Στις 21 του Ιούνη, τέσσερεις νέοι απ’ το Villiers-le-Bel (Val-d’Oise) είναι αναγκασμένοι να λογοδοτήσουν στη δικαιοσύνη, για τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στις γειτονιές τους στις 25 και 26 Νοέμβρη 2007. Ο θάνατος δυο εφήβων, όταν ανατράπηκε το μηχανάκι τους από περιπολικό της αστυνομίας, είχε πυροδοτήσει την εξέγερση των νέων του Villiers, οι οποίοι αντιμετώπισαν νικηφόρα τα CRS (γαλλικά ματ) για δέκα ολόκληρες νύχτες. Πολλοί μπάτσοι τραυματίστηκαν από πυρά αεροβόλων.
«Η εκδίκηση του βασιλιά λέγεται δικαιοσύνη»
Philippe Le Bel
Καί οι τέσσερεις συνελήφθησαν στις 18 Φλεβάρη του 2008. Την ίδια μέρα, στις 6 το πρωί, χίλιοι πεντακόσιοι μπάτσοι εισέβαλλαν στους δήμους Villiers-le-Bel, Gonesse και Sarcelles, με μια λίστα υπόπτων στο χέρι, σπάζοντας πόρτες και κάνοντας άνω-κάτω σπίτια, τραμπουκίζοντας όποιον έβρισκαν μπροστά τους, ακόμα και γέρους ή παιδιά, για να πάρουν μαζί τους τριάντα τρεις υπόπτους. Δεκαπέντε απ’ αυτούς προφυλακίστηκαν.
Οι κατηγορίες που αντιμετωπίζουν ηταν συνέπεια μιας έκκλησης του υπουργείου εσωτερικών, που εγγυήθηκε σε κάθε πιθανό μάρτυρα ότι θα παραμείνει ανώνυμος και θα ανταμοιφθεί με αρκετές χιλιάδες ευρώ. Για πρώτη φορά υπό την πέμπτη δημοκρατία, άνθρωποι συλλαμβάνονται, δικάζονται και προφυλακίζονται στη βάση πληρωμένης ρουφιανιάς.
Τον Ιούλη του 2009, δέκα απ’ τους νεαρούς που συνελήφθησαν στη διάρκεια εκείνου του πογκρόμ, καταδικάστηκαν πρωτόδικα σε ένα εώς τρία χρόνια φυλάκισης – ποινή που παρέμεινε ίδια μετά την έφεση που είχαν ασκήσει τρεις απ’ αυτούς. Για το μόνο που κατηγορούνται είναι ότι πέταγαν πέτρες. Στις 21 Ιούνη, αντιμετωπίζουν ορκωτό δικαστήριο, οι τέσσερεις τελευταίοι, που κατηγορούνται για “απόπειρα ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως, εις βάρος των οργάνων της τάξης”.
Τα όργανα της τάξης έλαβαν στο Villiers-le-Bel ένα υποδειγματικό κυνηγητό, μια τιμωρία για την πολύχρονη βαρβαρότητα και ατιμωρησία. Οι τέσσερεις κατηγορούμενοι δε θα δικαστούν για όσα κάνανε, αλλά προκειμένου το Κράτος να ξεπλύνει αυτή τη δημόσια προσβολή.
Η «αποκατάσταση του κράτους δικαίου στα προάστια», αυτή η τάρτα με κρέμα που μας ταϊζουν σε κάθε δελτίο ειδήσεων, δεν είναι παρά η εμπέδωση του νόμου του Κράτους με οποιοδήποτε μέσο. Ο Sarkozy το αναγνώριζε, δηλώνοντας στους υπεύθυνους της αστυνομίας στις 29 Νοέμβρη 2007: “Χρησιμοποιείστε όποιον τρόπο θέλετε, αυτό δεν πρέπει να μείνει ατιμώρητο, είναι μια απόλυτη προτεραιότητά μας”. Τον νόμο μπροστά στον οποίο πρέπει η πλέμπα των υποβαθμισμένων, ιδίως αν προέρχονται απ’ τις πρώην αποικίες της αυτοκρατορίας, δεν μπορεί παρά να σκύβει το κεφάλι.
Οι διαδικασίες αυτής της υπόθεσης μιλούν από μόνες τους. Βρωμάν όπως εκείνη η παλιά έφεση στην κατάδοση, που ενθαρρύνεται τώρα με το δέλεαρ του εύκολου κέρδους – ένα τηλεφωνηματάκι στους μπάτσους και ιδού, χιλιάδες ευρώ στο χέρι! Μπορούμε να φανταστούμε όλη την μικρή χαιρέκακη εκδίκηση που τροφοδοτεί μια τέτοια έκκληση στο Villiers-le-Bel… Τα κοράκια που κατέδιδαν κυνηγημένους Εβραίους κι αντιστασιακούς θα ανταγωνίζονται τώρα για να ικανοποιήσουν τις ακόρεστες ορέξεις τους, μ’ αυτούς που έστειλαν δεκαπέντε νέους του Villiers-le-Bel στη φυλακή για να πιάσουν το τζακπότ. Η ναζιστική Γαλλία του Vichy και το Las Vegas, ιδού τα πρότυπα του καθεστώτος Sarkozy.
Την ίδια μέρα που μαθαίναμε για την παραπομπή των νέων αυτών στο κακουργοδικείο, η εισαγγελία ανακοίνωνε την άρση των διώξεων εναντίον των αστυνομικών που εμπλέκονταν στον θάνατο των Mushin και Lakamy, των δυο εφήβων που σκοτώθηκαν στις 25 Νοέμβρη 2007.
Οι μπάτσοι όσο κι αν έχουν επωφεληθεί απ’ τα όλο και πιο εξελιγμένα τεχνικά μέσα, ορισμένες αστυνομικές τακτικές διατηρούνται ακόμα στην πιο πρωτόγονη εκδοχή τους. Όπως αυτή του shooting, που έγινε γνωστή μετά τον θάνατο ενός νέου στο Vaulx-en-Velin προ εικοσαετίας. Οι ταραχές που ακολούθησαν τότε, κατάφεραν να κάνουν γνωστό το πώς χρησιμοποιούν οι μπάτσοι τα αμάξια τους για να σταματήσουν ένα δίκυκλο που προσπαθεί να τους ξεφύγει. Πιο πρόσφατα, στο Woippy, στο προάστειο του Metz, στις 20 Γενάρη 2010, ένας νέος σκοτώθηκε και δυο άλλοι τραυματίστηκαν σοβαρά, ως αποτέλεσμα μιας ακόμη κούρσας καταδίωξης. Ο ένας απ’ τους επιζήσαντες, μόλις συνήλθε απ’ το κόμα, διηγήθηκε: “Μας καταδίωξαν, μας έριξαν κάτω” – αναφερόμενος στους δημοτόμπατσους – “ενώ ήμασταν πεσμένοι κάτω, μας χτύπησαν”.
Μια υπέρμετρη εξουσία δεν ανέχεται να την αντικρούουν. Έτσι, ο υπεύθυνος ενός συνδικάτου μπάτσων (Alliance Police), δήλωσε στις στήλες της Figaro (15 Μάρτη 2009): “Έχουμε να κάνουμε με ένα κρεσέντο (sic) βίας, από τα γεγονότα του Villiers-le-Bel, μέχρι τις υπερπόντιες επαρχίες. Δε διστάζουν να πυροβολήσουν αστυνομικούς. Αν δεν τιμωρήσουμε με την μεγαλύτερη αυστηρότητα αυτούς που επιτίθενται στους συναδέλφους μας, θα οδηγηθούμε στην καταστροφή και δε θα μπορούμε να βγούμε ποτέ από κει”. Κάνει λοιπόν μια απόλυτα ξεκάθαρη έκκληση στους αρμόδιους δικαστές να εκδίδουν τέτοιες ποινές. Σε μια τέτοια υπόθεση υπό το βάρος του λόγου των μπάτσων -αυτοίι είναι που αμοίβουν τους μάρτυρες κι αυτοί είναι που μιλούν στα μήντια-, θα ήταν εντελώς απερίσκεπτο (και μάταιο) να επικαλούμαστε την “ανεξαρτησία της δικαιοσύνης”.
Βλέπουμε όμως, κι εμείς, τη βία να κάνει κρεσέντο. Αντίθετα με τον μπατσοσυνδικαλιστή, εμείς δεν μπορούμε να εντοπίσουμε το σημείο εκκίνησής της. Μπορούμε όμως να αντιμετωπίσουμε τις όλο και πιο προκλητικές και αλαζονικές συμπεριφορές μιας αστυνομίας μόνιμα οπλισμένης κι έτοιμης να βλάψει, και της οποίας η πανταχού παρουσίας στιγματίζει το έδαφος. Αυτή η εμπειρία δεν καταχωρήθηκε σε καμμία στατιστική, είμαστε όμως αμέτρητοι εμείς πάνω στους οποίους την εξασκεί -και ακόμα περισσότεροι για τους οποίους υπάρχει ως απειλή. Αμολώντας σκυλιά πάνω σε μεθυσμένους ξενύχτηδες έξω από κάποια γιορτή στη γειτονιά, ψεκάζοντας με χημικά θαμώνες ενός μπαρ επειδή διαμαρτυρήθηκαν για έναν έλεγχο, πλαστικές σφαίρες στο πρόσωπο μετά από μια ήρεμη διαδήλωση, εκκενώσεις καταλήψεων, χειροπέδες σε 14χρονα κορίτσια επειδή ανέβηκανν στο λεωφορείο χωρίς εισητήριο, ψάξιμο στις τσάντες για ναρκωτικά με σκυλιά μέσα στα λύκεια, ρίξιμο στο έδαφος με λαβή στο μπράτσο για μια λέξη πιο έντονη απ’ τις άλλες, ξυλοδαρμοί και προσαγωγές οδηγών επειδή κόρναραν σε ασφαλίτικο που έκλεινε το δρόμο, εκφοβισμοί και βιαιοπραγίες κάθε είδους, απ’ τις οποίες οι μπάτσοι βγαίνουν πάντα κερδισμένοι – με αποκορύφωμα τις αποζημιώσεις ατυχημάτων που εισπράτουν μετά από ξυλοδαρμούς πολιτών.
Για μια φορά όμως στο Villiers-le-Bel, οι μπάτσοι ηττήθηκαν στο ίδιο το πεδίο της βίας. Ήταν αυτοί που έγιναν στόχος, από αεροβόλα βέβαια – καμία σχέση με πραγματικές σφαίρες. Εισέπραξαν την πληβειακή οργή και τώρα πια την φοβούνται.
Η δίκη αυτή λοιπόν θα είναι μια δίκη πολιτική. Αυτό που θα δικαστεί δεν είναι η ενδεχόμενη συμμετοχή των τεσσάρων στα γεγονότα, αλλά η ίδια η ύπαρξη αυτών των γεγονότων. Αυτό που έχει σημασία για τους δικαστικούς μηχανισμούς είναι να πληρώσουν κάποιοι άνθρωποι ψυχή τε και σώματι γι’αυτό που έγινε τα δυο βράδια του Νοέμβρη στο Villiers-le-Bel. Αυτή η προσωποποίηση είναι προσχηματική: διότι αυτοί που επιλέχθηκαν να απολογηθούν θα ήταν αφιάδορο αν αντικαθίσταντο στην τύχη από τέσσερεις οποιουσδήποτε άλλους με ανάλογο προφίλ.
Όπως κάθε πολιτική δίκη, έτσι κι αυτή θα είναι μονομερής. Οποιαδήποτε ένσταση ή αντίρρηση εκ των προτέρων έχει απαξιωθεί – γιατί τί είδους νομιμότητα μπορεί κανείς να αναγνωρίσει σε μια διαδικασία χωρίς δυνατότητα αντίφασης, αφού οι μάρτυρες, στις καταθέσεις των οποίων βασίζεται, δεν θα χρειαστεί να παρευρεθούν;
Η προσωποποίηση, απαραίτητη για κάθε δικαστική διαδικασία, δεν εξυπηρετεί εδώ παρά τις ανάγκες της σκηνοθεσίας. Με αυτήν την έννοια η μαζική παρουσία δημοσιογράφων στο πογκρόμ της 18ης Φεβρουαρίου 2008 δεν είναι μια βαβούρα: «Χρησιμοποιούν μια αστυνομική επιχείρηση για πολιτικές σκοπιμότητες» παραπονέθηκε ο γραμματέας του συνδικάτου unsa της αστυνομίας. Όμως αυτή η αστυνομική επιχείρηση ήταν ακριβώς μια πολιτική επιχείρηση, και ήταν επιτακτική ανάγκη οι τηλεθεατές-ψηφοφόροι να λάβουν το μήνυμα: να ‘ναι σίγουροι ότι το κράτος έχει πάντα το μονοπώλιο της βίας. Η δίκη που έρχεται θα είναι η τελευταία πράξη αυτού του θεάματος.
Δύο ανήλικοι έπεσαν νεκροί στο Villiers-le-Bel, στις 25 Νοέμβρη 2007, μετά από ένα shooting, μια τακτική υπεύθυνη για πολλούς άλλους τέτοιους θανάτους που καταχωρήθηκαν ως ατυχήματα. Τέσσερα άτομα θα περάσουν από δίκη, στις 21 Ιούνη 2010, στη βάση πληρωμένης μαρτυρίας κάποιου αγνώστου Χ. Διαδικασίες εξαίρεσης, δικαστικής κι αστυνομικής φύσης.
Το λιγότερο που έχουμε να κάνουμε είναι να επισημάνουμε το πολιτικό περιεχόμενο αυτής της δίκης. Κάτι που σημαίνει να εκφράσουμε όλη μας την αλληλεγγύη στους τέσσερεις κατηγορούμενους. Αυτή η δίκη δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη.
“…And Sarpedon says to Glaukos in the Twelfth Book of The Iliad: My friend, if you and I could escape this battle and live forever, ageless and immortal, I myself would never fight again… But a thousand deaths surround us and no man can escape them. So let us move in for the attack”
-In girum imus nocte et consumimur igni, Guy Debord
At the antipode of all contemporary military operations, war in the ancient Greek world constituted an integral part of everyday life. Thoukydides observed that a state of war, was something natural for Greece, contrary to the short-term ceasefires between the city-states. Such a way of life, was in accordance with the supreme value of struggle, antagonism between individuals and their communities. These could then unify inside the Polis (city-state) and divide outside, since alienation from material means and power could still be limited or at least hidden behind popular customs and “divine” laws. This antagonism, the “generous Eris” as someone as perceptive as Nietzsche reminds us, fulfilled the great purpose of evolution, of the overcoming of the established order, towards a new and higher unity.
If there still exists an analogy with the epic classical battles, this has of course nothing to do with the systematic destruction of human beings and material means carried out by state and private armies, but concerns only the community of struggle that appears again in the battlefields, with a conscience of its common and deprived interest. In its desire to overcome established order in all of its aspects, this community is forced not to rest but to struggle, since it is only through its struggle that it manages to become visible and gain coherence. Before such a possibility and only so, any false community, and any alienated struggle, loses all value. This is a procedure we now need to intensify, in order to realise the possibility, that already exists among us, to humanize the historic movement, towards an authentic evolution.
From the warfare of antiquity, to modern street battles, their heart is the rule that remains unaltered. Regardless of the the personal skills of each fighter, a group that fights as a group will always have the upper hand against an enemy fighting – or forced to fight – as separate individuals. Such a battle group, a bloc, in ancient Greece was the phalanx.
The phalanx, as a tactical battle formation that prevailed over professional/mercenary and disorderly/tribal armies from the 8th to the 3rd century BC, was nothing other than the military formation of the Polis that reigned as an organized social order over the disorder represented by the “barbarians”. The social class that formed it was not the old landowning aristocracy and their slaves, but the emerging free merchants and craftsmen, the independent farmers – owners of their own land, a social figure emerging for the first time in the Mediterranean, “weapon in hand” under the threat of raiders. Former slaves that had gained some independence through their valuable professional skills, thus having a vital interest in defending the Polis, and also the ability to afford maintaining weaponry (:opla>Oplites). From the moment that this class had access to material means and weapons, it imposed its own say on public issues, democratizing the Polis, which from now on and under every authority, democratic or tyrannic, is obliged to be accountable to its armed populace. Thus the Polis made the phalanx out of its image and essence, just as the phalanx made the polis. Just as any social organization is reflected in its armed force, every armed force reflects the social organization that enforces it.
Basic strategic advantages of the phalanx were the small number of loses – decimation (10% loss) was considered too much bloodshed for Greece’s small population -, the brief preparation it asked of participants, while following face-to-face – battles the Oplites could return to their work without further damage to a Polis’ economy. It can be said that strategy was not too much of a concern, since something like that was incompatible with the war ethics of the epoch, but mainly since the battlefield usually sealed the supremacy of one Polis against the other, rather than estimating it from zero. Sun Tzu wrote something relative in his “art of war”: Victorious warriors win first and then go to war, while defeated warriors go to war first and then seek to win.
The classic Greek strategy represented the “purest” (if we define this according to Clausewitz) form of battle: Two distinct forces fighting one another in the sunlight. Hence a known anecdote on the Persian arrows that could “hide the sun”. Up until the Persian Wars, the phalanx had only been put to test in limited conflicts among Greek Poleis, but when it comes to an Empire, in order to survive it perpetually needs to expand, this is something that concerns all those living near its limits. Moreover, the Persian invasion in mainland Greece in retaliation for the support of Ionic insurrection against the Persian empire, reminds us of a basic rule: to eradicate an insurrection is to cut it off and set an example among those supporting it. The Persian threat will force the Spartan defendants to adopt a basic – the most known example probably- asymmetric tactic of defence: The selection of a privileged battlefield. Specifically, they came up with the narrow pass of Thermopylae (since Tempi pass at Olympus had previously been rejected as the existence of parallel passes left to the enemy usually leads to becoming surrounded). Giving a fight in a limited field, may temporarily overturn the advantage of a stronger enemy.
Nevertheless, the inherent weaknesses of the phalanx forced the defendants to a descend to the plains, since a compact formation cannot be kept on anomalous terrain. Sooner or later, gaps will appear in its front line, allowing the enemy to make a breach. In reality, the efficacy of the phalanx was a mediate function of its ability to “keep the line/not to break” during conflict. Formed by lines of Oplites, standing one next to the other (“shoulder to shoulder”), holding spear in the right arm and shield in the left, everyone was thus completely relying on the fighter next to him for protection. Under heavy armour and with their personal senses limited, the basic function they followed was to “push” the enemy backwards, and hold its position. The first army to suffer a rupture would be forced to retreat. It is the rule on such occasions that the desertion of the first fighter plays a decisive role, since it triggers a chain of disorderly flights of fellow fighters, depressed and abandoning all courage. Abandoning a common fight individually, they ended up suffering much more losses and pain as a whole, as the enemy progressed with small swords or cavalry. An organized retreat of the phalanx as a block was the only appropriate move, limiting captures and losses of fighters. It is a fact though, that heavy armour doesn’t keep up with chasing deserters. In such cases, victory is claimed without any need to annihilate the enemy.
Of course, this reality was reflected in the war ethics of the epoch, praising the fighter that, amidst the fires of the battle, gains the trust of his fellows through his courage and responsibility. A reason why the phalanx didn’t break too often, was that the oplites came from the same neighborhood or village, or were members of friendly families or even relatives, since one fights better for tangible relationships rather than abstract ideals or rewards. A step beyond this parameter can be found at the Theban Sacred Batallion, based upon erotic relationships among men and teenage boys. This way, the pressure and obedience of the Oplite is no longer to some fellow citizen, but to his own lover. According to Plutarch, the Sacred Batallion, formed of 150 couples, succeeded in crushing the supernumerary Spartans, while managing to remain undefeated for another 35 years. This victory is of special value. The Spartan phalanx was considered to be the climax of the form, as far as discipline as well as personal training is concerned, that on a massive scale embraced the whole of the Spartans’ lives, which were lived under the dark fear of a possible insurrection of the slaves. A parasitic class based only upon violence is forced to exercise equal violence against itself in order to maintain itself in power. Such a class reveals the irrational that exists in the established social organization, and also the possibilities that could be liberated with its destruction.
Another tactic practised targeted the psychology and morale of the enemy. For a long time before the clash, almost as a ritual, the two adversaries stayed face-to-face, yelling chants and singing paeans, trying to paralyze the enemy, intimidating them with their terrible armour decorated with monstrous medusa heads. Cases of involuntary defecation, urination or nausea were not uncommon. Plutarch characteristically mentions Aratos of Sikyon, whose enemies laughed about his pains and dizzines conquering him each time battle was about to begin. What’s worth mentioning about Aratos however, is the way he brought about a well-known point of Sun Tzu, managing to win wars without having to go to fight in battle.
“War is just when it is necessary; arms are permissible when there is no hope except in arms.”
“Never do an enemy a small injury”
-N. Machiavelli
Invading his homeland Sikyon at night, climbing over the walls with stolen ladders, he stirs the people against tyranny, claiming equal rights for all. He wins the hearts of the Achaic Confederacy that make him their leader. Then the same with Peloponnese, despite the fact he will be defeated twice in a row by the Spartans under King Kleomenes. He goes on to liberate Corinth from the Macedonians, again climbing in the night on Akrocorinth and gaining the support of the population. Removing the Macedonian guard of all its support, he forces them to retreat without actually having to fight them. A few years later he goes on to liberate Athens, bribing the Macedonian guard of Piraeus. Even after all these spectacular successes however, the Macedonian dominion was only grazed on the surface, since there was no antagonistic organizational form to take things over in decadent Greece. His economic and political order unharmed, King Philip V of Macedon was to take him easily out of his way, murdering him in 213 BC.
“All war is based on deception. Hence, when we are able to attack, we must seem unable; when using our forces, we must appear inactive; when we are near, we must make the enemy believe we are far away; when far away, we must make him believe we are near.”
-Sun Tzu
The last tactic we will deal with here was tested in the battle of Marathon (490 BC) by the Athenian general Miltiades and has to do with the Phalanx formation. Outnumbered by the opposing Persian army, he arrays an apparently weak force, with heavily reinforced flanks. These quick and strong side units surround and side-hit the enemy, while he finds it impossible to move forward, as the main body holds its line. It’s worth mentioning here that while the tactics of the smaller force address mainly the enemy’s morale and their goal is to push him backwards or evade him until they become stronger, from the side of the Empire, there is always the will to turn every battle into a slaughterhouse. Subjects are expendable, while the enemies are counted.
Another novelty in this field will be practiced in the Battle of Leuktra (371 BC), with the oblique Phalanx of the Thebans under Epameinondas, against the Spartans. While the main body of the army remained untouched, the reinforced left flank with the Sacred Batallion, strikes the adversary. The rest of the army tries to hold its position to prevent the enemy from moving forward.
Finally – exhausted from the conflicts between them, the Peloponnesian and Corinthian war- Poleis by the “Macedonian gold” (as Plutarch set it), the conquest of the signals, also the overcoming of the outdated classic phalanx by the Macedonian phalanx. This last one, using much longer spears and smaller shields, is far more compound, impenetretable, and a prevailing defensive formation. Also, the more extensive use of archers, cavalry, and – after Alexander’s campaign to the east – elephants, are mobilized to create confusion in the enemy, something that lowers their reflexes and their offensive potential. The defeat, at last, of the Macedonians at Kynos Kephalae in 197 BC sets, according to the historian Polybios, the greatest example of the superiority of the Roman Legion over the phalanx. It is always a fact that an organized and compound battle formation will be defeated by a better organized and funded analogous group. Much more so when someone is dealing with an empire.
The Roman Empire’s military finally kneeled before the unorthodox tactics of the nomadic tribes, only combined with an extensive civil war that had previously disintegrated its inner ranks. An increase in its Barbarian enemies – aka those that are not part of the state’s community – in itself was only indicative of this community’s crisis, and not its catalyst. Without the ability to form a community themselves, without theories to throw into the battle when needed, without creating a higher social organization, hostilities on their own are nothing more than tactics devoid of strategy. They can only represent a danger, that the Empire is well aware of, is a ghost.
Our own power cannot be measured by the force we exercise against our enemies, but by the force that brings us against them. We already know what brings them against us. All we have is to know ourselves.
Michael: [about the unrest in Cuba] We saw a strange thing on our way here. Some rebels were being arrested, and instead of being arrested, one of them pulled the pin on a grenade he had hidden in his jacket. He took himself and the captain of the command with him.
Guest: Ah, the rebels are insane!
Michael: Maybe. But the soldiers are paid to fight; the rebels aren’t.
Hyman Roth: What does that tell you?
Michael: They can win.
Τέχνη του πολέμου: η αρχαιοελληνική φάλαγγα ως μπλοκ
“Κι ο Σαρπηδών είπε στον Γλαύκο στο δωδέκατο βιβλίο της Ιλιάδας: Φίλε, αν μπορούσαμε εγώ κι εσύ να δραπετεύσουμε απ’ αυτήν την μάχη και να ζήσουμε για πάντα, αιώνιοι κι αθάνατοι, δε θα πολεμούσα ξανά ποτέ…” Όμως χίλιοι θάνατοι μας περικυκλώνουν και κανείς μας δεν μπορεί να τους δραπετεύσει. Ας επιτεθούμε λοιπόν.
-In girum imus nocte et consumimur igni, Γκυ Ντεμπόρ
Στον αντίποδα των σύγχρονων στρατιωτικών επιχειρήσεων, ο πόλεμος στον αρχαίο ελληνικό κόσμο αποτελούσε ένα αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινής ζωής. Ο Θουκυδίδης παρατηρούσε πως ο πόλεμος για την Ελλάδα είναι κάτι το φυσικό, σε αντίθεση με τις βραχύβιες εκεχειρίες μεταξύ των πόλεων-κρατών. Ένας τέτοιος τρόπος ζωής, βρισκόταν σε συμφωνία με την υψηλή αρετή του αγώνα, του ανταγωνισμού μεταξύ των ατόμων και των κοινοτήτων τους, που μπορούσαν ακόμα τότε να ενώνονται στο εσωτερικό της πόλης και να διαιρούνται έξω απ’ αυτήν, καθώς, εντός της, ο διαχωρισμός από τα υλικά μέσα και την εξουσία περιοριζόταν ή τουλάχιστον μπορούσε ακόμα να κρύβεται πίσω από εθιμικούς θεσμούς και “θείους” νόμους. Ο ανταγωνισμός αυτός, η “αγαθή έριδα” όπως υπενθύμιζε με τη γνωστή οξυδέρκειά του ο Νίτσε, εκπλήρωνε τον σπουδαίο σκοπό της εξέλιξης, του ξεπεράσματος της κατεστημένης τάξης προς μια νέα ανώτερη ενότητα. Αν υπάρχει κάποιο ανάλογο των επικών κλασσικών μαχών, αυτό δεν έχει φυσικά τίποτα να κάνει με την καταστροφή ανθρώπων και πόρων που φέρουν εις πέρας οι κρατικοί στρατοί, αλλά αφορά την μόνη κοινότητα αγώνα που εμφανίζεται ξανά στα πεδία των μαχών με συνείδηση του κοινού συμφέροντός της που της στερείται. Στην επιθυμία της να ξεπεράσει την κατεστημένη τάξη σε κάθε της όψη, η κοινότητα αυτή είναι αναγκασμένη να μην επαναπαύεται αλλά να αγωνίζεται, καθώς μόνο μέσα στον αγώνα κατορθώνει να γίνεται ορατή με συνοχή. Στην πιθανότητά της και μόνο, κάθε άλλη ψευδής κοινότητα και κάθε αλλότριος αγώνας, χάνουν κάθε αξία. Αυτή τη διαδικασία πρέπει να εντείνουμε, προκειμένου να πραγματώσουμε την πιθανότητα αυτή (που ήδη υπάρχει ανάμεσά μας), ώστε να εξανθρωπίσουμε ξανά την κίνηση της Ιστορίας, προς μια αυθεντική εξέλιξη.
Από τις συρράξεις της αρχαιότητας, μέχρι τις σημερινές οδομαχίες, ο παρακάτω κανόνας διατηρείται αναλλοίωτος: Ανεξάρτητα με τις ατομικές ικανότητες του κάθε πολεμιστή, μια ομάδα που μάχεται ως τέτοια, μπορεί να υπερνικήσει κάθε εχθρική δύναμη που παλεύει -ή αναγκάζεται να παλέψει- ως ξεχωριστά άτομα. Αυτή η ομάδα μάχης, στην αρχαία Ελλάδα, υπήρξε η φάλαγγα.
Η φάλαγγα, ως τακτική παράταξη μάχης που επικράτησε έναντι των επαγγελματικών-μισθοφορικών και των άτακτων-φυλετικών στρατιών, από τον 8ο μέχρι τον 3ο αιώνα πΧ, δεν ήταν παρά το στρατιωτικό όχημα της πόλης-κράτους, που κυριάρχησε ως οργανωμένη κοινωνική μορφή επί της αταξίας που αντιπροσώπευαν οι “βάρβαροι”. Η κοινωνική τάξη που τη στελέχωνε, δεν ήταν πια η αριστοκρατία των παλαιών γαιοκτημόνων και οι δούλοι τους, αλλά οι ανερχόμενοι έμποροι και τεχνίτες, οι ανεξάρτητοι γεωργοί (ιδιοκτήτες επί της γης τους, μια κοινωνική φιγούρα που εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Μεσόγειο, με το όπλο στο χέρι, υπό την απειλή των συχνών επιδρομέων). Επαγγελματίες δηλαδή που αφενός είχαν εύλογα συμφέροντα στην υπεράσπιση της πόλης, κι αφετέρου την οικονομική δυνατότητα να συντηρούν οπλισμό (Οπλίτες). Απ’ τη στιγμή όμως που η τάξη αυτή είχε πρόσβαση στους πόρους και τα όπλα, έθεσε και ζήτημα λόγου στα δημόσια πράγματα, ωθώντας έτσι σ’ έναν εκδημοκρατισμό την πόλη-κράτος, που υπό κάθε εξουσία, δημοκρατική ή τυραννική, εμφανίζεται στο εξής αναγκασμένη να λογοδοτεί στον ένοπλο πληθυσμό της. Η πόλη έφτιαξε καθ΄ εικόνα και ομοίωση τη φάλαγγα, αλλά και η φάλαγγα έφτιαξε την πόλη. Αναλόγως, κάθε κοινωνική οργάνωση αντανακλάται στον στρατό της, και κάθε στρατός αντανακλά την κοινωνική οργάνωση που επιβάλλει.
Στρατηγικά πλεονεκτήματα της φάλαγγας, ήταν η εξασφάλιση μικρών απωλειών (ο αποδεκατισμός-απώλεια ενός 10%, θεωρούταν υπερβολική αιματοχυσία για τον μικρό πληθυσμό της Ελλάδας), η μικρή προετοιμασία που απαιτούσε η στελέχωσή της, ενώ μετά τις σύντομες σώμα-με-σώμα μάχες, οι οπλίτες μπορούσαν να γυρίσουν στις εργασίες τους, χωρίς να επιβαρύνεται η οικονομική ζωή των πόλεων. Ελάχιστο ενδιαφέρον επιφυλασσόταν για τη στρατηγική, κάτι τέτοιο δεν συμβάδιζε με τα πολεμικά ήθη της εποχής, αλλά κυρίως με το ότι οι μάχες περισσότερο επισφράγιζαν την κοινωνική υπεροχή μιας πόλης έναντι μιας άλλης, παρά την ζυγιάζανε εξ αρχής (“Οι νικηφόροι πολεμιστές πρώτα κερδίζουν κι έπειτα πηγαίνουν να πολεμήσουν, οι ηττημένοι πρώτα παν στον πόλεμο κι έπειτα προσπαθούν να κερδίσουν” έγραφε ο Σουν Τσου).
Η κλασσική ελληνική στρατηγική συνίστατο στην πιο “αγνή” (κατά τον Πρώσσο θεωρητικό στρατιωτικό Κλαούζεβιτς) μορφή σύγκρουσης: Δυο δυνάμεις, ευθέως αντιμέτωπες η μια με την άλλη, πολεμούν υπό το φως του ηλίου. Εξ’ ού και το σχετικό ανέκδοτο για τα περσικά βέλη που το πλήθος τους θα έκρυβε τον ήλιο. Ως τους Περσικούς Πολέμους, η φάλαγγα είχε δοκιμαστεί μόνο στις περιορισμένες συγκρούσεις μεταξύ των ελληνικών πόλεων, όμως όσον αφορά μια Αυτοκρατορία, προκειμένου να επιβιώνει πρέπει διαρκώς να επεκτείνεται, κι αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να αγνοούν όσοι διαβιούν στα όριά της. Η απειλή αυτή, θα αναγκάσει τους αμυνόμενους Σπαρτιάτες του Λεωνίδα στην -πιο γνωστή ίσως- υιοθέτηση μιας βασικής ασύμμετρης τακτικής απ’ την μεριά των αμυνομένων: την επιλογή προνομιούχου πεδίου μάχης, συγκεκριμένα στο στένωμα των αρχαίων Θερμοπυλών (αφού τα Τέμπη προηγουμένως κρίθηκαν ακατάλληλα λόγω ύπαρξης παραλλήλων περασμάτων που θα έδιναν στους Πέρσες δυνατότητα περικύκλωσης). Η μάχη σε στενά περάσματα ανατρέπει προσωρινά το αριθμητικό πλεονέκτημα ενός πολλαπλάσιου εχθρού.
Ωστόσο, οι εγγενείς αδυναμίες της φάλαγγας, ανάγκασαν τους αμυνόμενους σε μια κατάβαση προς τα πεδινά, μιας και ένας συμπαγής σχηματισμός δεν μπορεί να κρατηθεί σε ανώμαλο έδαφος, αφού γρήγορα θα δημιουργηθούν κενά στην πρώτη γραμμή του, επιτρέποντας στον εχθρό να την διεμβολίσει. Στην πραγματικότητα, η αποτελεσματικότητα της φάλαγγας ήταν άμεση συνάρτηση της ικανότητάς της να μην “σπάει” στη σύγκρουση. Καθώς αποτελούταν από γραμμές οπλιτών, παρατεταγμένων ο ένας δίπλα στον άλλον (“ώμο με ώμο”, κρατώντας στο δεξί το δόρυ και στο αριστερό την ασπίδα, ο καθένας προστατεύεται έτσι από τον διπλανό του), φορτωμένων βαρύτατο οπλισμό, με τις ατομικές αισθήσεις (ακοή, όραση) απόλυτα περιορισμένες, η κεντρική λειτουργία της ήταν να “σπρώχνει” τον εχθρό προς τα πίσω (η πρώτη σειρά, με τις ασπίδες της), και να κρατά τη θέση της. Η πρώτη παράταξη που θα υφίστατο ρήγμα, θα αναγκαζόταν σε υποχώρηση. Συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις, η λιποταξία του πρώτου οπλίτη ήταν καθοριστική, μιας και αλυσιδωτά οδηγούσε σε άτακτη φυγή των συμπολεμιστών του που θα εγκατέλειπαν κάθε κουράγιο μπρος σ’ ένα τέτοιο θέαμα. Εγκαταλείποντας κατά μόνας την μάχη, υπέφεραν τελικά και τις περισσότερες απώλειες, καθώς πλαγιοκωπούνταν απ’ τις επελαύνουσες δυνάμεις του εχθρού, με μικρά ξίφη, είτε -σπανιότερα- ιππείς. Μια οργανωμένη υποχώρηση της φάλαγγας ενδεικνυόταν σε περίπτωση ήττας, περιορίζοντας τις αιχμαλωσίες ή απώλειες συμπολεμιστών. Είναι γεγονός πάντως, πως ο βαρύς οπλισμός καθιστά προβληματική την καταδίωξη υποχωρούντων, κι έτσι ο νικητής συνήθως αναδεικνυόταν χωρίς τον εκμηδενισμό του αντιπάλου.
Φυσικά, αυτή η πραγματικότητα αντιπροσωπεύεται και σε μια συγκεκριμένη πολεμική ηθική της εποχής, που υμνούσε τον συμπολεμιστή που μες τη φωτιά της μάχης, κερδίζει την εμπιστοσύνη των διπλανών του με το κουράγιο και τη δύναμή του. Ένας λόγος που οι φάλαγγα δεν έσπαγε συχνά, ήταν ότι αποτελούταν από οπλίτες απ’ τον ίδιο δήμο ή κώμη, μέλη φιλικών οικογενειών ή και συγγενών, καθώς πολεμά κανείς καλύτερα για απτές σχέσεις παρά για αφηρημένα ιδανικά ή ανταμοιβές. Μια εξέλιξη αυτής της παραμέτρου μπορεί να εντοπιστεί στον θηβαϊκό Ιερό Λόχο, που βασιζόταν στις ερωτικές σχέσεις μεταξύ ανδρών κι εφήβων αγοριών. Έτσι, η πίεση και η πειθαρχία του οπλίτη δεν είναι πια ενώπιων ενός απλού συμπολίτη του, αλλά του ίδιου του αγαπημένου του. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Ιερός Λόχος, αποτελούμενος από 150 ζευγάρια εραστών οπλιτών, κατόρθωσε σαρωτική νίκη απέναντι σε υπέρτερους Σπαρτιάτες, ενώ παρέμεινε αήττητος για 35 χρόνια έκτοτε. Η νίκη αυτή έχει μια ιδιαίτερη σημασία. Η σπαρτιατική φάλαγγα, θεωρούταν το αποκορύφωμα της μορφής αυτής, τόσο ως προς την πειθαρχία όσο και την προσωπική εκγύμναση που καταλάμβανε ολόκληρη τη ζωή των Σπαρτιατών, που κυλούσε στη σκιά του φόβου μιας πιθανής εξέγερσης των ειλώτων. Μια παρασιτική τάξη που βασίζεται μόνο στη βία, είναι αναγκασμένη να στρέψει την ίδια βία ενάντια στον εαυτό της προκειμένου να κρατηθεί στην εξουσία. Μια τέτοια τάξη κάνει φανερό το παράλογο που υπάρχει στην κατεστημένη κοινωνική οργάνωση, αλλά και των δυνατοτήτων που θα απελευθερώνονταν με την κατάργησή της.
Μια άλλη τακτική που εφαρμοζόταν, αφορούσε το ψυχολογικό και ηθικό επίπεδο. Σχεδόν τελετουργικά, γι αρκετή ώρα πριν τη σύγκρουση, οι δυο δυνάμεις παρέμεναν αντιμέτωπες, φωνάζοντας ιαχές (συνθήματα) ή τραγουδώντας πολεμικούς παιάνες, προσπαθώντας να παραλύσουν τον αντίπαλο, εκφοβίζοντάς τον με την τρομερή όψη τους (περικεφαλαίες, κεφάλια μεδουσών και τεράτων που κοσμούσαν τις ασπίδες), και να καταβάλλουν το ηθικό του. Περιστατικά ακούσιας αφόδευσης, ούρησης και ναυτίας ήταν συχνά σ’ αυτήν τη ψυχολογική δοκιμασία. Ο Πλούταρχος αναφέρει χαρακτηριστικά την κοροϊδία των εχθρών του Αράτου, που καταβαλλόταν από κράμπες και ζαλάδες, κάθε φορά που άκουγε το εναρκτήριο λάκτισμα της μάχης. Αξίζει να αναφέρουμε εδώ για τον Άρατο τον Σικυωνέα, ότι έκανε πράξη μια γνωστή παρατήρηση του κινέζου Σουν Τσου στην “Τέχνη του Πολέμου” του, να κερδίζει πολέμους δίχως να χρειαστεί να κατεβεί στην μάχη, να πολεμήσει.
“Ο πόλεμος είναι δίκαιος, όταν είναι αναγκαίος. Στα όπλα καταφεύγει κανείς όταν δεν υπάρχει καμμιά ελπίδα αλλού”…
“…Ποτέ μην καταφέρεις ένα μόνο τραύμα στον εχθρό”.
-Ν. Μακιαβέλι
Εισβάλλοντας νύχτα στην πατρίδα του πηδώντας πάνω από τα τείχη με κλεμμένες σκάλες, ξεσηκώνει τον κόσμο εναντίον της τυραννίας, ανακηρρύσοντας ίσα δικαιώματα για όλους. Κερδίζει τον δημοκρατικό πληθυσμό της Αχαϊκής Συμπολιτείας που τον αναδεικνύει σε ηγέτη του, και ολόκληρης της Πελοποννήσου, παρότι θα ηττηθεί δυο φορές στη σειρά από τους Σπαρτιάτες υπό τον βασιλιά Κλεομένη. Θα ελευθερώσει την Κόρινθο σκαρφαλώνοντας νύχτα ξανά, στον Ακροκόρινθο και παίρνοντας με το μέρος του τον πληθυσμό. Αφαιρώντας τα κοινωνικά ερείσματα της ισχυρής μακεδονικής φρουράς, την αναγκάζει σε υποχώρηση, χωρίς να χρειαστεί να καταφύγει στη σύγκρουση μαζί της. Λίγα χρόνια αργότερα θα απελευθερώσει απ’ τους Μακεδόνες και την Αθήνα, καταφέρνοντας να εξαγοράσει τη φρουρά του Πειραιώς. Παρόλες αυτές τις θεαματικές επιτυχίες όμως, η κυριαρχία των Μακεδόνων μόνο φαινομενικά πλήγηκε, αφού ούτως ή άλλως δεν υπήρχε κάποια ανταγωνιστική της στην παρηκμασμένη Ελλάδα. Με την οικονομική και πολιτική τους δομή αλώβητη, εξασφαλίζοντάς τους το πάνω χέρι, ο Φίλιππος ο Έ θα βγάλει εύκολα απ’ την μέση τον ενοχλητικό Άρατο, δολοφονώντας τον στα 213 πχ.
“Κάθε πόλεμος βασίζεται στην παραπλάνηση. Όταν είμαστε έτοιμοι να επιτεθούμε, πρέπει να δείχνουμε ανίκανοι, όταν εξαπολύουμε τις δυνάμεις μας, πρέπει να μοιάζουμε αδρανείς. Όταν πλησιάζουμε τον στόχο μας, πρέπει να κάνουμε τον εχθρό να πιστεύει ότι είμαστε μακριά. Όταν απέχουμε, να τον εξαπατούμε πως είμαστε δίπλα του.”
-Σουν Τσου
Η τελευταία τακτική, που δοκιμάστηκε στην Μάχη του Μαραθώνα (490 πχ) από τον Μιλτιάδη, αφορά την ίδια την παράταξη της φάλαγγας. Έναντι ενός πολυπληθέστερου στρατεύματος της (περσικής) Αυτοκρατορίας, παρατάσσει μια δύναμη με ενισχυμένα άκρα, τα οποία περικυκλώνουν και πλαγιοκοπούν τον εχθρό, ενώ αυτός εμπλέκεται σε μια κατά μέτωπον επίθεση. Αξίζει να σημειωθεί ότι ενώ η τακτική της μικρότερης δύναμης δεν μπορεί παρά να αποσκοπεί στην απώθηση του αντιπάλου, στο σπάσιμο του ηθικού του, από την μεριά της Αυτοκρατορίας υπάρχει πάντοτε κάθε θέληση να μετατραπεί η μάχη σε ανθρωποσφαγή. Οι υπήκοοι είναι αναλώσιμοι, ενώ οι εχθροί μετρημένοι.
Μια άλλη καινοτομία σ’ αυτό το πεδίο θα εφαρμοστεί στην Μάχη των Λεύκτρων (371), με τη Λοξή Φάλαγγα των Θηβαίων υπό τον Επαμεινώνδα, εναντίον των Σπαρτιατών. Ενώ το κυρίως σώμα της φάλαγγας είναι εμφανώς αδύναμο, το ενισχυμένο αριστερό άκρο της εμβολίζει τον αντίπαλο. Το υπόλοιπο σώμα απλά κρατάει τη θέση του, εμποδίζοντας τον αντίπαλο να προχωρήσει διαφεύγοντας την επίθεση. Η κατάκτηση των -εξαντλημένων απ’ τον Πελοποννησιακό και Κορινθιακό πόλεμο- πόλεων-κρατών απ “τον μακεδονικό χρυσό” (κατά τον Πλούταρχο), σηματοδοτεί κι ένα ξεπέρασμα της κλασσικής φάλαγγας από την μακεδονική, που χρησιμοποιώντας μακρύτερα δόρια (“σάρισσες”) και μικρότερες ασπίδες, καταφέρνει μια πολύ μεγαλύτερη σύμπτηξη της φάλαγγας που εξασφαλίζει αδιαπέραστη άμυνα απέναντι στον εχθρό. Επίσης, η πιο εκτεταμένη χρήση τοξοτών, ιππικού, και μετά τις εκστρατείες του Αλεξάνδρου, ελεφάντων, επιστρατεύονται στην πρόκληση σύγχυσης στον αντίπαλο, που κάμπτει τα αντανακλαστικά και τις επιθετικές δυνατότητές του. Η ήττα τελικά των Μακεδόνων (υπό τον Φίλιππο Έ) στις Κυνός Κεφαλές το 197 πχ, αποτελεί για τον ιστορικό Πολύβιο το καλύτερο παράδειγμα της ανωτερώτητας της ρωμαϊκής λεγεώνας επί της φάλαγγας. Είναι γεγονός ότι μια οργανωμένη και συμπαγής παράταξη μάχης, πάντα ηττάται από μια καλύτερα οργανωμένη κι εξοπλισμένη ανάλογή της, πόσο μάλλον όταν αυτή στηρίζεται από μια Αυτοκρατορία.
Αυτοκρατορία που γονάτισε στρατιωτικά μόνο μπρος στις ανορθόδοξες τακτικές των νομαδικών φυλών, και μόνο αφού προηγουμένως είχε αποσυντεθεί σ’ έναν εκτεταμένο εμφύλιο πόλεμο. Από μόνος του ένας πολλαπλασιασμός των Βαρβάρων, αυτών δηλαδή που δεν μετέχουν στην κοινότητα του κράτους, είναι μόνο ενδεικτικός της κρίσης στην οποία τίθεται η κοινότητα αυτή, κι όχι καταλύτης της. Χωρίς την ικανότητα να συγκροτηθούν οι ίδιοι σε κοινότητα, χωρίς τις θεωρίες που θα ρίξουν σαν στρατιωτικές μονάδες στην μάχη την κατάλληλη στιγμή, χωρίς τη δημιουργία μιας ανώτερης κοινωνικής οργάνωσης, οι ίδιες οι εχθροπραξίες ως τακτικές στερημένες από μια στρατηγική, δεν μπορεί παρά να αναπαριστούν έναν κίνδυνο που η Αυτοκρατορία γνωρίζει ότι δεν διατρέχει.
Η δύναμή μας, δεν μπορεί να μετρηθεί με τη δύναμη που εξαπολύουμε προς τον αντίπαλο, αλλά με αυτήν που μας φέρνει απέναντί του. Γνωρίζουμε τί φέρνει αυτόν απέναντί μας. Μένει να γνωρίσουμε τον εαυτό μας.
Michael: Είδαμε κάτι περίεργο στη διαδρομή (στην προεπαναστατική Κούβα). Είχαν πιάσει μερικούς αντάρτες, κι ένας τους, για να μη συλληφθεί, απασφάλισε μια χειροβομβίδα που έκρυβε στο σακάκι του. Πήρε και το λοχαγό της διμοιρίας μαζί του.
Καλεσμένος: Αχ, οι αντάρτες είναι τρελλοί!
Michael: Ίσως, αλλά οι στρατιώτες πολεμούν γιατί πληρώνονται, οι αντάρτες όχι.
Πρακτορείο Rioters: γνώση και κουλτούρα για βανδαλιστική χρήση
“Κι ο Σαρπηδών είπε στον Γλαύκο στο εικοστό βιβλίο της Ιλιάδας: Φίλε, αν μπορούσαμε εγώ κι εσύ να δραπετεύσουμε απ’ αυτήν την μάχη και να ζήσουμε για πάντα,αιώνιοι κι αθάνατοι, δε θα πολεμούσα ξανά ποτέ…” Όμως χίλιοι θάνατοι μας περικυκλώνουν και κανείς μας δεν μπορεί να τους δραπετεύσει. Ας επιτεθούμε λοιπόν.
-Απ’ το In girum imus nocte et consumimur igni, του Γκυ Ντεμπόρ
Στον αντίποδα των σύγχρονων στρατιωτικών επιχειρήσεων, ο πόλεμος στον αρχαίο ελληνικό κόσμο αποτελούσε ένα αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινής ζωής. Ο
Θουκυδίδης παρατηρούσε πως ο πόλεμος για την Ελλάδα είναι κάτι το φυσικό, σε αντίθεση με τις βραχύβιες εκεχειρίες μεταξύ των πόλεων-κρατών. Ένας τέτοιος
τρόπος ζωής, βρισκόταν σε συμφωνία με την υψηλή αρετή του αγώνα, του ανταγωνισμού μεταξύ των ατόμων και των κοινοτήτων τους, που μπορούσαν ακόμα τότε να
ενώνονται στο εσωτερικό της πόλης και να διαιρούνται έξω απ’ αυτήν, καθώς ο διαχωρισμός από τα υλικά μέσα και την εξουσία περιοριζόταν ή τουλάχιστον μπορούσε
ακόμα να κρύβεται πίσω από εθιμικούς θεσμούς και “θείους” νόμους. Ο ανταγωνισμός αυτός, η “αγαθή έριδα” όπως υπενθύμιζε με τη γνωστή οξυδέρκειά του ο Νίτσε,
εκπλήρωνε τον σπουδαίο σκοπό της εξέλιξης, του ξεπεράσματος της κατεστημένης τάξης προς μια νέα ανώτερη ενότητα. Αν υπάρχει κάποιο ανάλογο των επικών
κλασσικών μαχών, αυτό δεν έχει φυσικά τίποτα να κάνει με την καταστροφή ανθρώπων και πόρων που φέρουν εις πέρας οι κρατικοί στρατοί, αλλά αφορά την μόνη
κοινότητα αγώνα που εμφανίζεται ξανά στα πεδία των μαχών με συνείδηση του κοινού συμφέροντός της που της στερείται. Στην επιθυμία της να ξεπεράσει την
κατεστημένη τάξη σε κάθετης όψη, η κοινότητα αυτή είναι αναγκασμένη να μην επαναπαύεται αλλά να αγωνίζεται, καθώς μόνο μέσα στον αγώνα κατορθώνει να γίνεται
ορατή με συνοχή. Στην πιθανότητά της και μόνο, κάθε άλλη ψευδής κοινότητα και κάθε αλλότριος αγώνας, χάνουν κάθε αξία. Αυτή τη διαδικασία πρέπει να
εντείνουμε, προκειμένου να πραγματώσουμε την πιθανότητα αυτή (που ήδη υπάρχει ανάμεσά μας), ώστε να εξανθρωπίσουμε ξανά την κίνηση της Ιστορίας, προς μια
αυθεντική εξέλιξη.
Από τις συρράξεις της αρχαιότητας, μέχρι τις σημερινές οδομαχίες, ο παρακάτω κανόνας διατηρείται αναλλοίωτος: Ανεξάρτητα με τις ατομικές ικανότητες του κάθε
πολεμιστή, μια ομάδα που μάχεται ως τέτοια, μπορεί να υπερνικήσει κάθε εχθρική δύναμη που παλεύει -ή αναγκάζεται να παλέψει- ως ξεχωριστά άτομα. Αυτή η
ομάδα μάχης, στην αρχαία Ελλάδα, υπήρξε η φάλαγγα.
Η φάλαγγα, ως τακτική παράταξη μάχης που επικράτησε έναντι των επαγγελματικών-μισθοφορικών και των άτακτων-φυλετικών στρατιών, από τον 8ο μέχρι τον 3ο αιώνα
πΧ, δεν ήταν παρά το στρατιωτικό όχημα της πόλης-κράτους, που κυριάρχησε ως οργανωμένη κοινωνική μορφή επί της αταξίας που αντιπροσώπευαν οι “βάρβαροι”. Η
κοινωνική τάξη που τη στελέχωνε, δεν ήταν πια η αριστοκρατία των παλαιών γαιοκτημόνων και οι δούλοι τους, αλλά οι ανερχόμενοι έμποροι και τεχνίτες, οι
ανεξάρτητοι γεωργοί (ιδιοκτήτες επί της γης τους, μια κοινωνική φιγούρα που εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Μεσόγειο, με το όπλο στο χέρι, υπό την απειλή των
συχνών επιδρομέων). Επαγγελματίες δηλαδή που αφενός είχαν εύλογα συμφέροντα στην υπεράσπιση της πόλης, κι αφετέρου την οικονομική δυνατότητα να συντηρούν
οπλισμό (Οπλίτες). Απ’ τη στιγμή όμως που η τάξη αυτή είχε πρόσβαση στους πόρους και τα όπλα, έθεσε και ζήτημα λόγου στα δημόσια πράγματα, ωθώντας έτσι σ’
έναν εκδημοκρατισμό την πόλη-κράτος, που υπό κάθε εξουσία, δημοκρατική ή τυραννική, εμφανίζεται στο εξής αναγκασμένη να λογοδοτεί στον ένοπλο πληθυσμό της. Η
πόλη έφτιαξε καθ΄ εικόνα και ομοίωση τη φάλαγγα, αλλά και η φάλαγγα έφτιαξε την πόλη. Αναλόγως, κάθε κοινωνική οργάνωση αντανακλάται στον στρατό της, και
κάθε στρατός αντανακλά την κοινωνική οργάνωση που επιβάλλει.
Στρατηγικά πλεονεκτήματα της φάλαγγας, ήταν η εξασφάλιση μικρών απωλειών (ο αποδεκατισμός-απώλεια ενός 10%, θεωρούταν υπερβολική αιματοχυσία για τον μικρό
πληθυσμό της Ελλάδας), η μικρή προετοιμασία που απαιτούσε η στελέχωσή της, ενώ μετά τιςσ σύντομες σώμα-με-σώμα μάχες, οι οπλίτες μπορούσαν να γυρίσουν στις
εργασίες τους, χωρίς να επιβαρύνεται η οικονομική ζωή των πόλεων. Ελάχιστο ενδιαφέρον επιφυλασσόταν για τη στρατηγική, κάτι τέτοιο δεν συμβάδιζε με τα
πολεμικά ήθη της εποχής, αλλά κυρίως με το ότι οι μάχες περισσότερο επισφράγιζαν την κοινωνική υπεροχή μιας πόλης έναντι μιας άλλης, παρά την ζυγιάζανε εξ
αρχής (“Οι νικηφόροι πολεμιστές πρώτα κερδίζουν κι έπειτα πηγαίνουν να πολεμήσουν, οι ηττημένοι πρώτα παν στον πόλεμο κι έπειτα προσπαθούν να κερδίσουν”
έγραφε ο Σουν Τσου).
Η κλασσική ελληνική στρατηγική συνίστατο στην πιο “αγνή” (κατά τον Πρώσσο θεωρητικό στρατιωτικό Κλαούζεβιτς) μορφή σύγκρουσης: Δυο δυνάμεις, ευθέως
αντιμέτωπες η μια με την άλλη, πολεμούν υπό το φως του ηλίου. Εξ’ ού και το σχετικό ανέκδοτο για τα περσικά βέλη που το πλήθος τους θα έκρυβε τον ήλιο. Ως
τότε η φάλαγγα είχε δοκιμαστεί μόνο στις περιορισμένες συγκρούσεις μεταξύ των ελληνικών πόλεων, όμως όσον αφορά μια Αυτοκρατορία, προκειμένου να επιβιώνει
πρέπει διαρκώς να επεκτείνεται, κι αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να αγνοούν όσοι διαβιούν στα όριά της. Η απειλή αυτή, θα αναγκάσει τους αμυνόμενους
Σπαρτιάτες του Λεωνίδα στην -πιο γνωστή ίσως- υιοθέτηση μιας βασικής ασύμμετρης τακτικής απ’ την μεριά των αμυνομένων: την επιλογή προνομιούχου πεδίου μάχης,
συγκεκριμένα στο στένωμα των αρχαίων Θερμοπυλών (αφού τα Τέμπη προηγουμένως αποδείχθηκαν ακατάλληλα λόγω ύπαρξης παραλλήλων περασμάτων που θα έδιναν στους
Πέρσες δυνατότητα περικύκλωσης). Η μάχη σε στενά περάσματα ανατρέπει προσωρινά το αριθμητικό πλεονέκτημα ενός πολλαπλάσιου εχθρού.
Ωστόσο, οι εγγενείς αδυναμίες της φάλαγγας, ανάγκασαν τους αμυνόμενους σε μια κατάβαση προς τα πεδινά, μιας και ένας συμπαγής σχηματισμός δεν μπορεί να
κρατηθεί σε ανώμαλο έδαφος, αφού γρήγορα θα δημιουργηθούν κενά στην πρώτη γραμμή του, επιτρέποντας στον εχθρό να την διεμβολίσει. Στην πραγματικότητα, η
αποτελεσματικότητα της φάλαγγας ήταν άμεση συνάρτηση της ικανότητάς της να μην “σπάει” στη σύγκρουση. Καθώς αποτελούταν από γραμμές οπλιτών, παρατεταγμένων ο
ένας δίπλα στον άλλον (“ώμο με ώμο”, κρατώντας στο δεξί το δόρυ και στο αριστερό την ασπίδα, ο καθένας προστατεύεται έτσι από τον διπλανό του), φορτωμένων
βαρύτατο οπλισμό, με τις ατομικές αισθήσεις (ακοή, όραση) απόλυτα περιορισμένες, η κεντρική λειτουργία της ήταν να “σπρώχνει” τον εχθρό προς τα πίσω (η πρώτη
σειρά, με τις ασπίδες της), και να κρατά τη θέση της. Η πρώτη παράταξη που θα υφίστατο ρήγμα, θα αναγκαζόταν σε υποχώρηση. Συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις, η
λιποταξία του πρώτου οπλίτη ήταν καθοριστική, μιας και αλυσιδωτά οδηγούσε σε άτακτη φυγή των συμπολεμιστών του που θα εγκατέλειπαν κάθε κουράγιο μπρος σ’ ένα
τέτοιο θέαμα. Εγκαταλείποντας κατά μόνας την μάχη, υπέφεραν τελικά και τις περισσότερες απώλειες, καθώς πλαγιοκωπούνταν απ’ τις επελαύνουσες δυνάμεις του
εχθρού, με μικρά ξίφη, είτε -σπανιότερα- ιππείς. Μια οργανωμένη υποχώρηση της φάλαγγας ενδεικνυόταν σε περίπτωση ήττας, περιορίζοντας τις αιχμαλωσίες ή
απώλειες συμπολεμιστών. Είναι γεγονός πάντως, πως ο βαρύς οπλισμός καθιστά προβληματική την καταδίωξη υποχωρούντων, κι έτσι ο νικητής συνήθως αναδεικνυόταν
χωρίς τον εκμηδενισμό του αντιπάλου.
Φυσικά, αυτή η πραγματικότητα αντιπροσωπεύεται και σε μια συγκεκριμένη πολεμική ηθική της εποχής, που υμνούσε τον συμπολεμιστή που μες τη φωτιά της μάχης,
κερδίζει την εμπιστοσύνη των διπλανών του με το κουράγιο και τη δύναμή του. Ένας λόγος που οι φάλαγγα δεν έσπαγε συχνά, ήταν ότι αποτελούταν από οπλίτες απ’
τον ίδιο δήμο ή κώμη, μέλη φιλικών οικογενειών ή και συγγενών, καθώς πολεμά κανείς καλύτερα για απτές σχέσεις παρά για αφηρημένα ιδανικά ή ανταμοιβές. Μια
εξέλιξη αυτής της παραμέτρου μπορεί να εντοπιστεί στον θηβαϊκό Ιερό Λόχο, που βασιζόταν στις ερωτικές σχέσεις μεταξύ ανδρών κι εφήβων αγοριών. Έτσι, η πίεση
και η πειθαρχία του οπλίτη δεν είναι πια ενώπιων ενός απλού συμπολίτη του, αλλά του ίδιου του αγαπημένου του. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Ιερός Λόχος,
αποτελούμενος από 150 ζευγάρια εραστών οπλιτών, κατόρθωσε σαρωτική νίκη απέναντι σε υπέρτερους Σπαρτιάτες, ενώ παρέμεινε αήττητος για 35 χρόνια έκτοτε. Η
νίκη αυτή έχει μια ιδιαίτερη σημασία. Η σπαρτιατική φάλαγγα, θεωρούταν το αποκορύφωμα της μορφής αυτής, τόσο ως προς την πειθαρχία όσο και την προσωπική
εκγύμναση που καταλάμβανε ολόκληρη τη ζωή των Σπαρτιατών, που κυλούσε στη σκιά του φόβου μιας πιθανής εξέγερσης των ειλώτων. Μια παρασιτική τάξη που
βασίζεται μόνο στη βία, είναι αναγκασμένη να στρέψει την ίδια βία ενάντια στον εαυτό της προκειμένου να κρατηθεί στην εξουσία. Μια τέτοια τάξη κάνει φανερό
το παράλογο που υπάρχει στην κατεστημένη κοινωνική οργάνωση, αλλά και των δυνατοτήτων που θα απελευθερώνονταν με την κατάργησή της.
Μια άλλη τακτική που εφαρμοζόταν, αφορούσε το ψυχολογικό και ηθικό επίπεδο. Σχεδόν τελετουργικά, γι αρκετή ώρα πριν τη σύγκρουση, οι δυο δυνάμεις παρέμεναν
αντιμέτωπες, φωνάζοντας ιαχές (συνθήματα) ή τραγουδώντας πολεμικούς παιάνες, προσπαθώντας να παραλύσουν τον αντίπαλο, εκφοβίζοντάς τον με την τρομερή όψη
τους (περικεφαλαίες, κεφάλια μεδουσών και τεράτων που κοσμούσαν τις ασπίδες), και να καταβάλλουν το ηθικό του. Περιστατικά ακούσιας αφόδευσης, ούρησης και
ναυτίας ήταν συχνά σ’ αυτήν τη ψυχολογική δοκιμασία. Ο Πλούταρχος αναφέρει χαρακτηριστικά την κοροϊδία των εχθρών του Αράτου, που καταβαλλόταν από κράμπες
και ζαλάδες, κάθε φορά που άκουγε το εναρκτήριο λάκτισμα της μάχης. Αξίζει να αναφέρουμε εδώ για τον Άρατο τον Σικυωνέα, ότι έκανε πράξη μια γνωστή
παρατήρηση του κινέζου Σουν Τσου στην “Τέχνη του Πολέμου” του, να κερδίζει πολέμους δίχως να χρειαστεί να κατεβεί στην μάχη, να πολεμήσει.
“Ο πόλεμος είναι δίκαιος, όταν είναι αναγκαίος. Στα όπλα καταφεύγει κανείς όταν δεν υπάρχει καμμιά ελπίδα αλλού”…
“…Ποτέ μην καταφέρεις ένα μόνο τραύμα στον εχθρό”.
-Ν. Μακιαβέλι
Εισβάλλοντας νύχτα στην πατρίδα του πηδώντας πάνω από τα τείχη με κλεμμένες σκάλες, ξεσηκώνει τον κόσμο εναντίον της τυραννίας, ανακηρρύσοντας ίσα δικαιώματα
για όλους. Κερδίζει τον δημοκρατικό πληθυσμό της Αχαϊκής Συμπολιτείας που τον αναδεικνύει σε ηγέτη του, και ολόκληρης της Πελοποννήσου, παρότι θα ηττηθεί δυο
φορές στη σειρά από τους Σπαρτιάτες υπό τον βασιλιά Κλεομένη. Θα ελευθερώσει την Κόρινθο σκαρφαλώνοντας νύχα ξανά, στον Ακροκόρινθο και παίρνοντας με το
μέρος του τον πληθυσμό. Αφαιρώντας τα κοινωνικά ερείσματα της ισχυρής μακεδονικής φρουράς, την αναγκάζει σε υποχώρηση, χωρίς να χρειαστεί να καταφύγει στη
σύγκρουση μαζί της. Λίγα χρόνια αργότερα θα απελευθερώσει απ’ τους Μακεδόνες και την Αθήνα, καταφέρνοντας να εξαγοράσει τη φρουρά του Πειραιώς. Παρόλες αυτές
τις θεαματικές επιτυχίες όμως, η οικονομική και πολιτική δομή των Μακεδόνων παρέμενε αλώβητη, εξασφαλίζοντάς τους το πάνω χέρι, κι έτσι ο Φίλιππος ο Έ θα
βγάλει εύκολα απ’ την μέση τον ενοχλητικό Άρατο, δολοφονώντας τον στα 213 πχ.
“Κάθε πόλεμος βασίζεται στην παραπλάνηση. Όταν είμαστε έτοιμοι να επιτεθούμε, πρέπει να δείχνουμε ανίκανοι, όταν εξαπολύουμε τις δυνάμεις μας, πρέπει να
μοιάζουμε αδρανείς. Όταν πλησιάζουμε τον στόχο μας, πρέπει να κάνουμε τον εχθρό να πιστεύει ότι είμαστε μακριά. Όταν απέχουμε, να τον εξαπατούμε πως είμαστε
δίπλα του.”
-Σουν Τσου
Η τελευταία τακτική, που δοκιμάστηκε στην Μάχη του Μαραθώνα (490 πχ) από τον Μιλτιάδη, αφορά την ίδια την παράταξη της φάλαγγας. Έναντι ενός πολυπληθέστερου
στρατεύματος της (περσικής) Αυτοκρατορίας, παρατάσσει μια δύναμη με ενισχυμένα άκρα, τα οποία περικυκλώνουν και πλαγιοκοπούν τον εχθρό, ενώ αυτός εμπλέκεται
σε μια κατά μέτωπον επίθεση. Αξίζει να σημειωθεί ότι ενώ η τακτική της μικρότερης δύναμης δεν μπορεί παρά να αποσκοπεί στην απώθηση του αντιπάλου, στο
σπάσιμο του ηθικού του, από την μεριά της Αυτοκρατορίας υπάρχει πάντοτε κάθε θέληση να μετατραπεί η μάχη σε ανθρωποσφαγή. Οι υπήκοοι είναι αναλώσιμοι, ενώ οι
εχθροί μετρημένοι. Μια άλλη καινοτομία σ’ αυτό το πεδίο θα εφαρμοστεί στην Μάχη των Λεύκτρων (371), με τη Λοξή Φάλαγγα των Θηβαίων υπό τον Επαμεινώνδα,
εναντίον των Σπαρτιατών. Ενώ το κυρίως σώμα της φάλαγγας είναι εμφανώς αδύναμο, το ενισχυμένο αριστερό άκρο της εμβολίζει τον αντίπαλο. Το υπόλοιπο σώμα
απλά κρατάει τη θέση του, εμποδίζοντας τον αντίπαλο να προχωρήσει διαφεύγοντας την επίθεση. Η κατάκτηση των -εξαντλημένων απ’ τον Πελοποννησιακό και
Κορινθιακό πόλεμο- πόλεων-κρατών απ “τον μακεδονικό χρυσό” (κατά τον Πλούταρχο), σηματοδοτεί κι ένα ξεπέρασμα της κλασσικής φάλαγγας από την μακεδονική, που
χρησιμοποιώντας μακρύτερα δόρια (“σάρισσες”) και μικρότερες ασπίδες, καταφέρνει μια πολύ μεγαλύτερη σύμπτηξη της φάλαγγας που εξασφαλίζει αδιαπέραστη άμυνα
απέναντι στον εχθρό. Επίσης, η πιο εκτεταμένη χρήση τοξοτών, ιππικού, και μετά τις εκστρατείες του Αλεξάνδρου, ελεφάντων, επιστρατεύονται στην πρόκληση
σύγχυσης στον αντίπαλο, που κάμπτει τα αντανακλαστικά και τις επιθετικές δυνατότητές του. Η ήττα των Μακεδόνων (υπό τον Φίλιππο Έ) στις Κυνός Κεφαλές το 197
πχ, αποτελεί για τον ιστορικό Πολύβιο το καλύτερο παράδειγμα της ανωτερώτητας της ρωμαϊκής λεγεώνας επί της φάλαγγας. Είναι γεγονός ότι μια οργανωμένη και
συμπαγής παράταξη μάχης, πάντα ηττάται από μια καλύτερα οργανωμένη κι εξοπλισμένη ανάλογή της, πόσο μάλλον όταν αυτή στηρίζεται από μια Αυτοκρατορία.
Αυτοκρατορία που γονάτισε στρατιωτικά μόνο μπρος στις ανορθόδοξες τακτικές των νομαδικών φυλών, και μόνο αφού προηγουμένως είχε αποσυντεθεί σ’ έναν
εκτεταμένο εμφύλιο πόλεμο. Από μόνος του ένας πολλαπλασιασμός των Βαρβάρων, αυτών δηλαδή που δεν μετέχουν στην κοινότητα του κράτους, είναι μόνο ενδεικτικός
της κρίσης στην οποία τίθεται η κοινότητα αυτή, κι όχι καταλύτης της. Χωρίς την ικανότητα να συγκροτηθούν οι ίδιοι σε κοινότητα, χωρίς τις θεωρίες που θα
ρίξουν σαν στρατιωτικές μονάδες στην μάχη την κατάλληλη στιγμή, χωρίς τη δημιουργία μιας ανώτερης κοινωνικής οργάνωσης, οι ίδιες οι εχθροπραξίες ως τακτικές
στερημένες από μια στρατηγική, δεν μπορεί παρά να αναπαριστούν έναν κίνδυνο που η Αυτοκρατορία γνωρίζει ότι δεν διατρέχει.
Η δύναμή μας, δεν μπορεί να μετρηθεί με τη δύναμη που εξαπολύουμε προς τον αντίπαλο, αλλά με αυτήν που μας φέρνει απέναντί του. Γνωρίζουμε τί φέρνει αυτόν
απέναντί μας. Μένει να γνωρίσουμε τον εαυτό μας.
Michael: Είδαμε κάτι περίεργο στη διαδρομή (στην προεπαναστατική Κούβα). Είχαν πιάσει μερικούς αντάρτες, κι ένας τους, για να μη συλληφθεί, απασφάλισε μια
χειροβομβίδα που έκρυβε στο σακάκι του. Πήρε και το λοχαγό της διμοιρίας μαζί του.
Καλεσμένος: Αχ, οι αντάρτες είναι τρελλοί!
Michael: Ίσως, αλλά οι στρατιώτες πολεμούν γιατί πληρώνονται, οι αντάρτες όχι.
Hyman Roth: Τί σου λέει αυτό;
Michael: Μπορούν να νικήσουν.
Δημοσιεύουμε παρακάτω μια μετάφραση από το ιστολόγιο angry news from around the world, στα πλαίσια της διαρκούς προσπάθειας αυτομόρφωσης, ανίχνευσης κι εξέλιξης των τακτικών μας στο δρόμο, που αποτελεί κεντρικό άξονα του site. Θεωρούμε ότι ανεξάρτητα απ’ τις προθέσεις και τη θέρμη των συντρόφων, καταδεικνύουν πρακτικά τα όρια της πολιτικής του αυθόρμητου (ή της οργής αν προτιμάτε) και της στρατηγικής της εκτροπής, κι αξίζει να ληφθεί σοβαρά υπόψιν.
Λυσσαβώνα: το ποσοτικό και το ποιοτικό
“Σάββατο, 29 Μαΐου 2010, η CGPT (η γενική συνδικαλιστική συνομοσπονδία) κάλεσε σε διαδήλωση ενάντια στην κυβέρνηση και τα μέτρα λιτότητας που υιοθέτησε. Υπήρξε μια μαζική προσέλευση (300.000 άνθρωποι), αν και προφανώς τα νούμερα δεν μιλούν από μόνα τους. Δεν φαινόταν να υπάρχουν ματ πουθενά, κι αυτό καθώς αφεντός η CGPT διαθέτει τις δικές της “υπηρεσίες περιφρούρησης” (στην ουσία σεκιουριτάδες μπράβους), κι αφετέρου χάρις στην αυτοσυγκράτηση του κόσμου, που έχει χτισθεί μέσα από δεκαετίες πλύσης εγκεφάλου και χειραγώγησης ακόμα και της μικρότερης χειρονομίας δυσαρέσκειας, από τα συνδικάτα.
Με την πεποίθηση ότι οι δρόμοι και η οργή δεν αποτελούν μονοπώλιο των συνδικάτων, προέκυψε ένα κάλεσμα για μια αντικαπιταλιστική συγκέντρωση, στο οποίο ανταποκρίθηκαν περίπου 50 αναρχικοί κι αντιεξουσιαστές. Η αρχική ομάδα, σήκωσε ένα πανώ που έγραφε “Ο καπιταλισμός δεν μεταρρυθμίζεται, καταστρέφεται” και τελικά μαζί με τους υπόλοιπους αποφάσισε να κάνει τη δική της πορεία, ξεχωριστά απ’ την κεντρική πορεία, φωνάζοντας συνθήματα (πολλά απ’ τα οποία είχαν γραφτεί στους τοίχους της Λισαβώνας το προηγούμενο βράδυ) όπως “όχι συνδικαλισμός, πόλεμος κοινωνικός”, “ενάντια στη συνδικαλιστική μαφία, σαμποτάζ κι άγρια απεργία”, “ενάντια κράτος και το κεφάλαιο, πόλεμος κοινωνικός”, “η ελευθερία είναι μες τις καρδιές μας, κάτω τα τείχη και οι φυλακές” και “για την ελευθερία μας, θα καταστρέψουμε όλη την κοινωνία σας”. Αρχίσαμε να ακούμε και ανθρώπους μέσα απ’ την επίσημη πορεία να φωνάζουν τα συνθήματά μας. Μετά από κάποιο σημείο λοιπόν, η ομάδα μας αποφάσισε να μπει στην κεντρική πορεία, και αμέσως οι μπράβοι των “υπηρεσιών περιφρούρησης” των συνδικάτων (που μας ακολουθούσαν για ώρα), άρχισαν να μας σπρώχνουν πίσω μαζί με ασφαλίτες, φωνάζοντας ότι δεν θα περάσουμε. Σ’ αυτό το σημείο, κάποιοι άνθρωποι ακόμα άρχισαν να φωνάζουν σ’ αυτούς τους περιφρουρητές. Μετά από μερικά σπρωξίδια και απειλές, η ομάδα μας κατάφερε να χωθεί στην πορεία. Μετά από λίγο, και καθώς οι περισσότεροι από μας δεν είχαν καμιά πρόθεση να συμμετάσχουν σ’ αυτό το πολιτικό τσίρκο, αλλά να αρνηθούν να τους λένε άλλοι τί να κάνουν και τί όχι, αποφασίσαμε να αποσχιστούμε πάλι απ’ την πορεία.
Μετά το τέλος της πορείας, που κατέληξε σε έναν “γραφικότατο” λιθόστρωτο δρόμο γεμάτο με μπαρ κι εστιατόρια για τους τουρίστες (Rua das Portas de Santo Antao), ένα περιπολικό έκλεισε το δρόμο και πέρασε χειροπαίδες σ’ εναν μεσήλικα άνδρα, συλλαμβάνοντάς τον. Κάποιοι ευαισθητοποιημένοι άνθρωποι κύκλωσαν το αμάξι αλλά και σύντροφοι προσέτρεξαν και μαζί με τους υπόλοιπους συγκεντρωμένους, προσπάθησαν να εμποδίσουν τους μπάτσους να πάρουν τον άνθρωπο μαζί τους. Μετά από μερικά σφυρίγματα, ακόμα 20-30 σύντροφοι έφτασαν στο σκηνικό, τρέχοντας απ’ την κεντρική πλατεία όπου είχαν φτάσει. Κι άλλοι άνθρωποι μαζεύτηκαν απ’ τη γειτονιά, οπότε ήμασταν περίπου 50-60 άτομα που φωνάζαμε στους μπάτσους να αφήσουν τον άνθρωπο να φύγει, τους λέγαμε φασίστες.
Ακόμη ένα περιπολικό κατέφτασε (το ΑΤ βρίσκεται μόλις ένα τετράγωνο μακριά) και ο συλληφθέντας σπρώχθηκε μέσα στο αμάξι, με τα χέρια δεμένα πισθάγκωνα, κάτι που εξαγρίωσε ακόμη περισσότερο το συγκεντρωμένο πλήθος. Δεν μπορούσαμε να εμποδίσουμε τους μπάτσους να τραβήξουν το θήραμά τους μαζί τους. Μια διμοιρία ματατζήδων έφτασε απ’ την κοντινή λεωφόρο όπου μόλις είχε τελειώσει η μαζική πορεία, και αφέθηκαν επιτέλους να εκφραστούν ελεύθεροι: εκμεταλλεύτηκαν την αφορμή να ξεσπάσουν πάνω σ’ όλους μας. Ένας απ’ αυτούς είχε ένα όπλο με λαστιχένιες σφαίρες, ενώ όλοι οι υπόλοιποι είχαν ξεσαλώσει χτυπώντας με τα γκλόμπ τους τους πάντες.
Για καλή μας τύχη, βρέθηκαν μερικές καρέκλες στο πεζοδρόμιο τις οποίες ρίχναμε προς το μέρος τους, καθώς και μερικά μπουκάλια. Στην μέση όλου αυτού του πανικού, μια ηλικιωμένη γυναίκα φώναζε “Αυτό είναι το μέλλον”. Ο κόσμος κινήθηκε προς την κοντινότερη πλατεία, που αποτελούσε κάτι σαν στέκι πολλών μεταναστών που άραζαν εκεί, καθώς ολοένα και περισσότεροι ματατζήδες κατέφταναν και σχημάτιζαν σειρές μπροστά απ’ τους προηγούμενους.
Μέχρι στιγμής, είχαμε μαζευτεί περίπου 200 άνθρωποι, που φωνάζαμε ενάντια στους μπάτσους, και κάποια στιγμή αρχίσαμε να τους κοροιδεύουμε όλοι μαζί τραγουδιστά “κανείς δε σας γουστάρει”. Οι μπάτσοι υποχώρησαν έναν δρόμο πίσω, προς το ΑΤ τους, περπατώντας προς τα πίσω εν μέσω βρισιών. Απ’ την άλλη, μια σχεδόν στρατιωτική πομπή εκατοντάδων χιλιάδων πειθαρχημένων μελών συνδικάτων περνούσε, με το καθένα να κουβαλά τη σημαιούλα του. Μια νεκρώσιμη ακολουθία, θα ‘λεγε κανείς.
Και στην μέση, μια απλή κοινωνική στιγμή τσατισμένων πελατών των τοπικών μπαρ και λιγοστών ανθρώπων με τη φρόνηση της αλληλοπροστασίας από τον εχθρό. Μια στιγμή που ήταν πιθανώς μόνο μια ανάσα μακριά από μια φουρτουνιασμένη ταραχή, που ίσως επεκτεινόταν και σε πολλούς απ’ τους μετανάστες, συντρόφους και φτωχούς ανθρώπους που αράζουν στην περιοχή. Ολόκληρη αυτήν την ανθρώπινη μάζα που είναι αποκλεισμένη από κάθε αντιπροσώπευση, και τη λογική του ρεφορμισμού. Το μέλλον είναι ακόμα άγραφο. Οι στιγμές εξέγερσης αλληλοτροφοδοτούνται όπως και τα συναισθήματα ανταρσίας και χαράς. Ο έλεγχος θα επιβάλλεται με όλο και μεγαλύτερη δυσκολία, και τα όπλα τους θα μας τρομάζουν ολοένα και λιγότερο. Μη φιλάτε το χέρι που σας τσακίζει, δαγκώστε το!”
Η χρεωκοπία του ελληνικού κράτους, καθώς επιταχύνει την παγκόσμια οικονομική κρίση, οφείλει να ξυπνά κάθε συμπάθεια όσων επιθυμούν το τέλος του καπιταλισμού. Η σημασία αυτού του γεγονότος έχει ένα σαφές αντίκτυπο σε άλλα προφανώς υπό χρεωκοπία κράτη όπως η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Ισπανία, αλλά πάνω απ’ όλα, ανοίγει την τροχιά μιας κρίσης που δεν έχει σταματήσης να βαθαίνει. Η ελληνική εξέγερση μετά το ξέσπασμα του Δεκέμβρη που σαν καλός οιωνός φωτίζει τα βήματά της, συνεχίζεται παρά τις προσπάθειες εξουδετέρωσης και κρατικής αναδιοργάνωσης που δε στάθηκαν ικανές να την εμποδίσουν, προσπάθειες που σκοπός τους είναι η εκ των ουκ άνευ συνθήκη της ανασύστασης του Κράτους και η εξυγείανση των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών αγορών (κι αν το προχωρήσουμε, η ομαλή λειτουργία των μηχανισμών που τις ορίζουν). Η εφαρμογή ενός αυστηρού οικονομικού πλάνου, σχεδιασμένου από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, δυο απ’ τους υψηλότερους καπιταλιστικούς οργανισμούς, δε συσχετίζεται παρά με την εξουδετέρωση της ελληνικής κοινωνίας, ούτως ώστε τα χρέη του Κράτους, που βρίσκονται στα χέρια των μεγαλύτερων Ευρωπαϊκών (στμ. και ελληνικών βεβαια!) τραπεζών, να μετακυληθούν στους εργαζομένους, τους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους της Ελλάδας. Όμως, επίσης, ο μεγαλύτερος κίνδυνος που πρόβαλε η εξέγερση, έχει να κάνει με το δυσκόλεμα να ξαναστηθεί όρθιο το οικονομικό σύστημα σε έναν συγκεκριμένο τόπο της καπιταλιστικής γεωγραφίας, όχι δίχως σημασία, και κυρίως με το “κακό” παράδειγμα που έδωσε στους πληθυσμούς που απειλούνται από παρόμοια μέτρα, και την μεταδοτική ικανότητα που επέιξε αυτό στο να εξαπλώνεται, σαν ντόμινο. Πόσο μάλλον όταν η επόμενη ψηφίδα που απειλείται να πέσει είναι το ισπανικό Κράτος. Κι εδώ έγκειται ο θρίαμβος της περιορισμένης χωρικά ελληνικής εξέγερσης, στην δυνατότητα διεθνοποίησής της. Τα ελληνικά δαιμόνια ήρθαν αντιμέτωπα με την “λύση” τους, στο μεταξύ όμως έπαψαν να είναι μόνο ελληνικά.
Προκειμένου να αποφύγουμε μιμητισμούς χωρίς συγκρότηση, πρέπει να έχουμε μια ιδέα της ελληνικής πραγματικότητας και της χώρας. Το πρώτο πράγμα που τραβά την προσοχή σ’ αυτήν τη χώρα των 11,2 εκ. ανθρώπων, είναι ότι τα 5 απ’ αυτά ζουν στην μητροπολιτική ζώνη της Αθήνας, και πάνω από 1 στη Σαλονίκη. Η Πάτρα, το τρίτο αστικό κέντρο της χώρας, δεν έχει παραπάνω από 250.000 κατοίκους, κι έτσι η κατάσταση μπορεί κατά κάποιον τρόπο να απλοποιηθει μέσω της τεράστιας τοπογραφικής ανισορροπίας: ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα, συμβαίνει πρωταρχικά στην Αθήνα και τη Σαλονίκη. Το υπόλοιπο είναι επαρχία ή τουριστικός προορισμός. Πράγματι, οι δυο μητροπόλεις, συγκεντρώνουν ολόκληρη τη βιομηχανία, και την πλειονότητα του εμπορίου, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος των δημόσιων κι άλλων υπαλλήλων. Επίσης, σ’ αυτές εξελίσσονται οι διάφορες πολιτικές εξελίξεις και βρίσκεται η καρδιά των κοινωνικών αγώνων. Ας μην προκαλεί τόση έκπληξη λοιπόν, η παθητικότητα της κυβέρνησης μπρος τις πυρκαγιές του καλοκαιριού του 2007 που αναστάτωσαν το ένα τρίτο της χώρας, και η ενασχόλησή της μόνο όταν οι καπνοί έφτασαν την πρωτεύουσα. Τα πράγματα βέβαια δεν ήταν πάντοτε έτσι, καθώς μέχρι το 1970 η αγροτική παραγωγή ξεπερνούσε τη βιομηχανική. Δεν υπήρχε τόση ανισορροπία στην περιφέρεια, όμως μέσα στα επόμενα 25 χρόνια, ο αγροτικός πληθυσμός ωθήθηκε στις πόλεις, όχι γενικά αλλά στις δυο προαναφερθείες, που κατακλύστηκαν από αυτό το κύμα ανειδίκευτης εργασίας. Ακόμα και μετά απ’ αυτό όμως, ο πληθυσμός της υπαίθρου παραμένει τρεις φορές υψηλότερος από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Αυτή η ιδιαίτερη διαδικασία πληθυσμιακής συγκέντρωσης έγινε υπό την άμεση διεύθυνση του Κράτους, και σηματοδοτεί το δεύτερο βασικό χαρακτηριστικό της Ελλάδας, έναν τεράστιο δημόσιο τομέα. Το ένα τρίτο της μάζας των μισθωτών αποτελούν οι δημόσιοι υπάλληλοι, ενώ το Κράτος ελέγχει επίσης μεγάλο μέρος της βιομηχανίας και των τραπεζών. Καθ’ αυτόν τον τρόπο, τα δυο κόμματα που αλληλοδιαδέχονται την εξουσία, το σοσιαλδημοκρατικό ΠΑΣΟΚ και η συντηρητική ΝΔ, δεν είναι απλά κοινοβουλευτικά κόμματα, αλλά πραγματικοί μηχανισμοί διαχείρισης, με ιδιαίτερη ιεραρχία, και μια πατριαρχική αντίληψη της πολιτικής και της δημόσιας περιουσίας. Τα ίδια κομματικά πόστα περνιούνται από πατέρα σε γιο. Οι απαιτήσεις της ΕΕ, στην οποία η Ελλάδα ανήκει από το 1981, αξίωναν μεταξύ 1990 και 1998, την απόλυση ενός μέρους των εργαζομένων, στα πλαίσια ιδιωτικοποιήσεων και χρηματοπιστωτικής απελευθέρωσης. Ακριβώς τότε προέκυψαν οι πρώτες σημαντικές συγκρούσεις, ενάντια στην ιδιωτικοποίηση στην εκπαίδευση.Τα διάφορα ευρωπαϊκά κονδύλια, δεν έφταναν για τον εκσυγχρονισμό της χώρας, πόσο μάλλον μετά τη διασπάθισή τους από την πλουτοκρατία, πράγμα που οδήγησε σε μια εκμηδένιση των δημόσιων υπηρεσιών και σε χαμηλότερους μισθούς. Μια αίσθηση δυσφορίας ήταν πια κυρίαρχη μεταξύ των εργαζομένων. Το 1996 με την οικονομία των παχέων αγελάδων, η ελληνική άρχουσα τάξη επωφελήθηκε από το οικονομική έκκρηξη της παγκοσμιοποίησης. Ήταν μια έκκρηξη τουριστική και οικονομική, τα real estate και το θαλάσσιο εμπόριο γνώριζε άνοδο, ο ρυθμός γεννήσεων έπεφτε ελαφρώς, ο πολλαπλασιασμός των υποθηκών και η προσφορά εργασίας τράβηξαν χιλιάδες μετανάστες. Η Ελλάδα εισήλθε στον κόσμο των σύγχρονων, εκκρηκτικών κοινωνικών διαχωρισμών. Η άρχουσα τάξη χρησιμοποίησε το κράτος για να ενδυναμωθεί και να πλουτίσει, ενώ οι συμφωνίες με τα πανίσχυρα ως τότε συνδικάτα της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, πετύχαιναν μια κοινωνική ειρήνη, εις βάρος ενός ανοργάνωτου προλεταριάτου, φτωχού και περιθωριοποιημένου, σε μεγάλο μέρος μεταναστευτικού, που επιβίωνε απ’ το εμπόριο, την οικοδομή και τον τουρισμό. Η υγεία, η παιδεία, η κοινωνική πρόνοια και δικαιοσύνη, συνέχιζαν να υποτιμούνται ραγδαία, εν όψει μιας κρατικής βούλησης για επιβολή της ιδιωτικοποίησης, ενώ ως αντιστάθμισμα σ’ αυτήν την υποβάθμιση, το σύμπλεγμα της ασφάλειας γνώρισε τεράστια άνοδο. Είναι κοινό μυστικό ότι μια γενικά απαράδεκτη ανισότητα δεν μπορεί να συντηρηθεί παρά με τη βία της επιβολής και των φυλακών. Στην Ελλάδα υπάρχουν αυτή τη στιγμή 13.000 κρατούμενοι, πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό φυλακισμένων στην Ευρώπη. Επίσης, κατέχει το προνόμιο να επιδεικνύει περισσότερο από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, στον κάθε πολίτη της μια άνευ προηγουμένου αστυνομική βαρβαρότητα, κι έναν απίθανο αριθμό κρατικών εγκλημάτων. Σε καμμία άλλη χώρα λοιπόν, ο αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό, ενάντια στην άρχουσα τάξη, δεν έχει μια τόσο φανερή μορφή ως αγώνας ενάντια στην αστυνομία, τόσο την επίσημη όσο και τους παρακρατικούς. Γιατί σε καμμιά άλλη χώρα, σε οποιαδήποτε σύγκρουση, έχει σημασία αυτό, δεν τίθεται με τόσο ριζικό τρόπο, το ζήτημα της δημόσιας τάξης, και μέσω αυτού, η σύγκρουση με το Κράτος. Αυτοί οι τόσο ιδιαίτεροι λόγοι, είναι που κάνουν την Ελλάδα τόσο γόνιμη για την αναρχία.
Στην Ελλάδα, υπάρχουν αναρχικοί κάθε λογής -ρεφόρμες, αντιδραστικοί και επαναστάτες- όπως και παντού αλλού, με τη διαφορά ότι εδώ δε συνιστούν ένα αυτοεκπληρούμενο και τακτοποιημένο γκέττο, αλλά επισής απολαμβάνουν μια επιρροή, αν και αποτελούν μειοψηφία, και ένα ιδιαίτερο κοινωνικό γόητρο, που έχουν καταφέρει να κατακτήσουν με το δύσκολο τρόπο, τα τελευταία χρόνια. Δε θα περιοριστούμε στο αναρχικό κίνημα εδώ, γιατί αυτό που μας ενδιαφέρει δεν είναι οι διάφοροι σχηματισμοί του ή οι σημαίνουσες διαφορές τους, αλλά η αύξουσα σμασία των ελευθεριακών ιδεών στους αγώνες ενάντια στο παγκόσμιο κεφάλαιο και το ελληνικό κράτος. Η αναρχική αγκιτάτσια υπήρξε ο εκπυρσοκροτητής της παρούσας κοινωνικής κρίσης. Κάπου μεταξύ ενός αποτυχημένου καταναλωτισμού, δυσφορίας για την αδικία και την κοινωνική ανισότητα, μίσους για την αστυνομία και τα τηλεοπτικά παπαγαλάκια, κοροϊδίας της χλιδής και της εξουσίας, απογοήτευσης για τη διαφθορά, βρήκαν το δρόμο τους για την οργισμένη νεολαία και άνοιξαν ένα χάσμα στον κομφορμισμό που είχε καταβάλλει τον πληθυσμό απ’ την εποχή των παχέων αγελάδων. Η εξέγερση του Δεκέμβρη έκανε ορατό σε όλους, αυτό που ήταν προφανές, κι όλα τα ψέμματα του τύπου και της τηλεόρασης δεν ήταν πλέον ικανά να αποκρύψουν: το ξέσπασμα μιας κοινωνικής κρίσης που παρασέρνει όλα τα συνήθη φράγματα: τα συνδικάτα, τα κόμματα, το ένοπλο… Το 2009 ήταν χρονιά ιδεολογικών συζητήσεων και προσπαθειών σύνδεσης με τους εργαζομένους. Ως συνήθως, η πραγματικότητα προηγούνταν της σκέψης και η καινοτομία εξηγούσε πολύ περισσότερα απ’ ότι οι ξεπερασμένες συνταγές, ένας χυδαίος εργατισμός ή τα αφηρημένα πρωτοποριακά συνθήματα. Η εξέγερση όφειλε να δημιουργήσει τη δική της γλώσσα, με την οποία να διαφωτίσει πολιτικά τις δράσεις της και οι ελευθεριακοί ήταν οι μόνοι που θα μπορούσαν να κάνουν κάτι τέτοιο.
Κάθε κοινωνική κρίση πυροδοτεί και μια διαδικασία αντεπανάστασης, ένα αντανακλαστικό της κυριαρχίας προκειμένου να υπερασπιστεί τις θέσεις της. Οι πρώτες εκδηλώσεις της ήταν η όξυνση της καταστολής και οι κινήσεις της άκρας δεξιάς, αλλά πρέπει να κοιτάξουμε επίσης και στην άλλη πλευρά, των τελευταίων τροχών κατά περίπτωση, του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ. Και τα δύο αντιπροσωπεύουν μια μετασταλινική, γραφειοκρατική κρατικοκαπιταλιστική εναλλακτική, είτε στην τυπική σταλινική ολοκληρωτική εκδοχή της είτε στην εκσυγχρονισμένη κευνσιανή εκδοχή της κοινωνίας των πολιτών. Η ύπαρξη και μόνο του ΚΚΕ είναι ένας τυπικός ελληνικός αρχαϊσμός, καθώς το κόμμα έχει επιβιώσει της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης και διατηρεί ακόμα μια ελάχιστη επιρροή μεταξύ κυρίως υπαλλήλων, μέσω του συνδικαλιστικού μετώπου του, ΠΑΜΕ. Η πολιτική του ΚΚΕ είναι χαώδης, καθώς υποστηρίζει τη δεξιά ενάντια στους αντιπάλους του του ΠΑΣΟΚ και των αριστεριστών του Συνασπισμού. Στην εξωτερική του πολιτική, ευθυγραμμίζεται με τη Ρωσσία του Πούτιν απέναντι σ’ έναν “Ιμπεριαλισμό της ΕΕ”. Σ’ αυτό όμως που παραμένει σταθερό, είναι η θέση του ως κόμμα του νόμου και της τάξης. Ως τέτοιο, συντάχθηκε -αν δεν ηγήθηκε κιόλας- με τη χορωδία των φωνών που συκοφαντούσαν τους εξεγερμένους ως εγκληματίες και φασίστες. Η ύπαρξη του ΣΥΡΙΖΑ βασίζεται ακριβώς στον αρχϊκό κι αυταρχικό υπερσυντηρητισμό του ΚΚΕ, ενώ αποτελεί το ανάλογο αυτού που σε άλλες χώρες εκπροσωπείται από την Ενωμένη Αριστερά, το PCF, το Bloco Portugues, το Die Linke, την Rifundazione Comunista, ή όποιο άλλο όνομα παίρνει αυτή η μετασταλινική “κοινωνία των πολιτών”. Παρά τους διαφορετικούς σκοπούς τους, ένα Κράτος που θα διαχειριστεί την κρίση μακρυά απ’ την ΕΕ, θα ήταν ίδιο με του ΚΚΕ, πο τακτικές τους διαφέρουν, ο ΣΥΡΙΖΑ ασχολείται με το να διαβρώσει και να επαναφομοιώσει το κάθε κίνημα διαμαρτυρίας, ενώ το ΚΚΕ προτιμά να στήνει ένα άλλο παράλληλο δικό του, ολοκληρωτικά ελεγχόμενο και περιφρουρημένο.
Συχνά κατηγορούν την ελληνική πλουτοκρατία για ξεχαρβάλωμα της χώρας, διασπάθιση του δημοσίου χρήματος και κερδοσκοπική ασυδοσία. Για την κακή εικόνα της διαφθοράς, οι ιθύνοντες εμφανίζονται ως κακο-διαχειριστές, ενώ η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική: γνωρίζουν πολύ καλά τη δουλειά τους, καθώς δεν ήταν τίποτα άλλο απ’ αυτήν, που χρηματοδότησε την άνοδο, εν είδει κερδοσκοπικής φούσκας. Ολόκληρη η παγκόσμια οικονομία δουλεύει έτσι, στη βάση της δίχως μέτρο σπατάλης και της κερδοσκοπίας επί της πίστωσης, απ’ την κορφή ως τον πάτο (στην περίπτωσή μας τα κρατικά ομόλογα). Όμως αυτήν τη φορά, το Κράτος είχε βουλιάξει πολύ νωρίτερα. Το πρόβλημα εμφανίστηκε με την αμερικανική κρίση του καλοκαιριού του 2007, όταν οι υποθήκες κατέρρευσαν, πυροδοτώντας τα αλυσιδωτά γεγονότα που μπλόκαραν το πιστωτικό σύστημα και έσκασαν τη φούσκα. Το ρίσκο των ελληνικών ομολόγων αυξήθηκε γεωμετρικά ενώ οι μεταρρυθμίσεις στην κρατική διαχείριση δεν απέδωσαν, απαξιώνοντας τις δημόσιες υπηρεσίες και υποδομές, η οικονομία μπήκε σε ύφεση και οι μισθοί μειώθηκαν. Υπ’ αυτό το πρίσμα, η συντηρητική κυβέρνηση βγήκε απ’ την μέση παραδίνοντας τη σκυτάλη στους σοσιαλδημοκράτες. Το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις πρόωρες εκλογές του Οκτώβρη 2009 (με την αποχή στο ένα τρίτο) καθώς ήταν το μόνο κόμμα που είχε μια πιθανότητα να περάσει στον πληθυσμό το κρατικό χρέος, σώζωντας έτσι τις ευρωπαϊκές τράπεζες που κρατούσαν τα ομόλογά του. Δεν μπήκε στον κόπο να ερευνήσει υποψίες κερδοσκοπιών ή να φυλακίσει τυχόν πολιτικούς ή επιχειρηματίες που είχαν συνδεθεί με τη διαφθορά, από το κόμμα της ΝΔ, μιας και κάτι τέτοιο δεν ήταν ποτέ σκοπός του. Η απογοήτευση αυτών που ήλπιζαν σε μια πολιτική αλλαγή ήταν μνημειώδης. Επιπλέον, όλες οι κρατικές εξαγγελίες εγκαταλήφθηκαν λόγω έλλειψης χρημάτων, ενώ η ανεργία και η εγκληματικότητα διογκώθηκαν πολύ περισσότερο απ’ το αναμενόμενο, κι έτσι ακόμα και τα συνδικάτα που είχαν συμβάλει σ’ ένα τέτοιο κλίμα υποθετικής αλλαγής, η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ αναγκάστηκαν να κρατήσουν τις αποστάσεις τους απ’ την κυβερνητική πολιτική. Απ’ τον Γενάρη του επόμενου έτους μέχρι τον Μάη, κήρυξαν διάφορες απεργίες, τέσσερις απ’ τις οποίες γενικές, και οργάνωσαν συζητήσεις και διαδηλώσεις με κοινό παρονομαστή την απόρριψη όλων των κομμάτων και της πολιτικής εν γένει. Η αναταραχή συντηρήθηκε κυρίως στους δημόσιους υπαλλήλους και τους μισθωτούς που ήταν λιγότερο εκτεθειμένοι σε απολύσεις. Αυτή ήταν η χρονική στιγμή της μεγάλης μανούβρας του ΚΚΕ, που παρουσιαζόμενο ως το “κόμμα της εργατικής τάξης”, έκανε επίδειξη αντιευρωπαϊσμού, και αντηχώντας τον γενικευμένο αντικοινοβουλευτισμό, και ήταν αυτό που αποκήρυξε με λιγότερο τρεμάμενη φωνή από κάθε άλλο κόμμα τους πραγματικά αντικοινοβουλευτικούς ως βίαιους προβοκάτορες.
Προέκυψαν έτσι στην Ελλάδα δυο διαφορετικές όψεις του προλεταριάτου, μια παλιά και μια νέα. Οι σταλινικοί και οι αριστεριστές, μιλώντας για την εργατική τάξη, αναφέρονται στην μάζα των μισθωτών που πλαισιώνεται απ’ τα συνδικάτα, πολιτικά χειραγωγίσιμη από τα κόμματα ή τις πρωτοπορίες, σ’ αυτούς που αναγνωρίζουν το χρέος τους ως “πολίτες” να ψηφίσουν. Συμβαίνει όμως, η θεμελιώδης αντίθεση του καπιταλισμού να μην έγκειται στη σύγκρουση κεφαλαίου-εργασίας, αλλά στην υπαγωγή κάθε δραστηριότητας στην καπιταλιστική λογική, σύμφωνα με την οποία ακόμα και ένας αγώνας για το μισθό ή την εργασία να μπορεί να τεθεί σε δεύτερη μοίρα, μη αμφισβητώντας το σύστημα. Αυτό έχει σημασία, απ’ την άποψη ότι δεν μπορεί να συγκροτηθεί μια τάξη για τον εαυτό της αποκλειστικά απ’ το γεγονός ότι εργάζεται. Ο πραγματικός αγώνας βρίσκεται στην απελευθέρωση της καθημερινής ζωής που έχει αποικιοποιηθεί απ’ το εμπόρευμα, και κατά συνέπεια, η άρνηση της μισθωτής εργασίας και της κατανάλωσης. Ο εργάτης, με την τρέχουσα έννοια, είναι όμηρος του καπιταλισμού σε κάθε δραστηριότητα της ζωής του, όχι απλά σ’ αυτήν για την οποία πληρώνεται. Μόνο ξεκινώντας από μια επιθυμία απελευθέρωσης της καθημερινής ζωής μπορεί να δημιουργηθεί μια αυθεντική κοινότητα αγώνα. Το ζήτημα αυτό είναι εξαιρετικής σημασίας, καθώς η σύλληψη του προλεταριάτου περιοριστικά σύμφωνα με μια υποτιθέμενη εργατίστικη προσέγγιση μας φέρνει πίσω σε μια στρατηγική κεφαλαιοποίησης. Απ’ τις μορφές εργατικού αγώνα κυριαρχούν οι εργασιακές διεκδικήσεις και η μια πολιτική αδιαφορία. Το κέντρο της διαρκούς σύγκρουσης είναι οι χώροι εργασίας και η οργάνωση που προκύπτει σ’ αυτούς είναι συνδικαλιστική ή παρασυνδικαλιστική. Όσον αφορά τις μορφές επαναστατικού αγώνα, κυριαρχούν οι κοινωνικές διεκδικήσεις και μια αποφασιστική άρνηση της πολιτικής. Το κέντρο της σύγκρουσης είναι εδαφικό, και οι οργανώσεις που προκύπτουν είναι οι συνελεύσεις γειτονιάς και οι επιτροπές βάσης. Ίδιον του συνδικαλισμού είναι οι απεργίες που ακολουθούνται από διαπραγματεύσεις. Τυπικές για το ριζοσπαστισμό είναι οι καταλήψεις χωρίς διαπραγμάτευση. Στις πρώτες φάσεις της κοινωνικής σύγκρουσης, και οι δυο αυτοί αγώνες είναι αλληλένδετοι, καθώς για λόγους αρχών δεν συγκρούονται, μιας και κοινή συνισταμένη τους είναι η καταστροφή της ταξικής κοινωνίας. Όμως, καθώς προχωρά η σύγκρουση εμφανίζονται όλο και πιο ξεκάθαρα δυο θέσεις: αυτή της επιστροφής στους χώρους εργασίας κι αυτή της παραμονής στους δρόμους. Αυτή που επαναπαύεται σε μια καλύτερη διαχείριση της μιζέριας κι αυτή που επιμένει να σαμποτάρει τους μηχανισμούς της, αυτή που επιμένει να επαναξιώνει το εμπόρευμα-εργασία κι αυτή που επιθυμεί να θέλει να ξεμπερδεύει με το εμπορευματικό σύστημα ολωσδιόλου. Αντηχούν φυσικά την έλλειψη κι αντίστοιχα την επιθυμία για ένα συνεκτικό επαναστατικό εγχείρημα.
Όταν μιλάμε για τον ελληνικό καπιταλισμό και την εργατική τάξη, δεν αναφερόμαστε σε αφηρημένες έννοιες, της φαντασίας, αλλά σε συμπαγείς κοινωνικούς σχηματισμούς του σήμερα. Οι έλληνες προλετάριοι σχηματίζουν μια πολύμορφη μάζα μισθωτών, υπαλλήλων, συνταξιούχων, επισφαλών, μεροκαματιάρηδων, εργαζομένων στις υπηρεσίες και στη βιομηχανία, με ιδιαίτερα συμφέροντα ανά τομέα που πρέπει να ξεπεραστούν προκειμένου να καταρρεύσει ο καπιταλισμός. Μόνο τότε, όταν είμαστε με το ένα πόδι πέρα απ’ τον καπιταλισμό, όταν τα κοινά μας συμφέροντα ξεπεράσουν τα ιδιωτικά και συντεχνιακά συμφέροντα του καθενός που είναι ήδη αποικιοποιημένα απ’ τον καπιταλισμό, μπορούμε να σχηματίσουμε μια τάξη, ένα ιστορικό υποκείμενο. Σε αντίθετη περίπτωση, η κατάρρευση του καπιταλισμού θα οδηγήσει σε μια νέα ανασύνθεσή του πάνω σε διαφορετικές βάσεις, δηλαδή σε έναν άλλο τύπο καπιταλισμού. Ο ελληνικός καπιταλισμός είναι ένα φαινόμενο σχεδόν ολότελα σύμφυτο με τον κρατισμό. Κατά συνέπεια, προϋπόθεση κάθε απελευθερωτικής διαδικασίας στην Ελλάδα είναι η κατάρρευση του Κράτους, κάτι που ενδεχομένως να συμβεί εάν χτυπηθεί από τα κύματα της παγκόσμιας οικονομίας, είτε εξαιτίας της δικής του ανικανότητας, είτε χάρις στην αντίσταση του πληθυσμού στον εξανδραποδισμό του. Τότε θα παιχτεί το δεύτερο χαρτί στα χέρια του νόμου και της τάξης, η δικτατορία, στρατιωτική ή κομματική, δεξιά ή αριστερή, μετριοπαθής ή τρομοκρατική. Αυτό εξαρτάται απ’ την ισχύ των κομμάτων και τις στρατηγικές ή τακτικές κινήσεις τους. Η καταστολή είναι ο κοινός παρονομαστής ολόκληρης της περιόδου της καπιταλιστικής αποσύνθεσης, την οποία οι επαναστάτες πρέπει να αντιμετωπίσουν με τα όπλα που διαθέτουν. Αν επιτύχουν, θα είναι μια ιστορική ευκαιρία να αναπτύξουν το εγχείρημά τους. Προκειμένου να βάλει ένα τέλος στην κυριαρχία του κεφαλαίου, το προλεταριάτο θα πρέπει να αυτοκαταργηθεί ως ο ένας πόλος μιας ήδη τελειωμένης σχέσης. Στην περίπτωση της Ελλάδας, με τόσους δημόσιους υπαλλήλους, δεν πρέπει να κάνουν το λάθος να προσπαθήσουν για μια αυτοδιαχείριση του κρατικού μηχανισμού και όχι για την καταστροφή του. Ωστόσο, μια αυτοδιαχείριση της παραγωγής και των υπηρεσιών, προσανατολισμένη στην ικανοποίηση των βασικών αναγκών, μπορεί να αποτελέσει ένα μεταβατικό στάδιο, καθώς η έξοδος του μητροπολιτικού πληθυσμού και η πληθυσμιακή ισορροπία όλης της περιφέρειας δε θα γίνουν μέσα σε μια νύχτα. Τότε μόνο, ισότιμες μορφές κοινωνικής συνύπαρξης ολοένα και πιο αποκεντρωτικές και οριζόντιες, θα μπορούν να εμποδίσουν μια επανεμφάνιση των μηχανισμών διαχωρισμένης εξουσίας, μέσω των οποίων το σύστημα θα μπορούσε να ανασυνθεθεί.
Ο καλύτερος τρόπος να στηρίξουμε την ελληνική εξέγερση στην ιβηρική χερσόνησο θα ήταν να ακολουθήσουμε το παράδειγμά της, με τη διαφορά ότι εδώ η υποβάθμιση δεν είναι τόσο ακραία ούτε το γενικό χρέος, και οι χρηματοπιστωτικές δυνατότητες του Κράτους και τα τέσσερα εκατομμύρια ανέργων δεν είναι ικανά να πυροδοτήσουν μια κοινωνική κρίση. Η αλληλεγγύη με την Ελλάδα, λοιπόν, δε θα μπορούσε παρά να μείνει σ’ ένα συμβολικό επίπεδο και να μη σπάσει το γκέττο, υποφέροντας απ’ όλες τις ασυνέπειες αυτής της αδυναμίας. Έχουμε ήδη δει τις διαφορές μεταξύ των δυο χωρών, που θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στις αναμφίβολα διαφορετικές εξελίξεις. Η αλήθεια είναι ότι η ισπανική άρχουσα τάξη γνωρίζει πως θα ‘ρθουν ταραγμένοι καιροί και παίρνει τα μέτρα της. Ξεχάστε λοιπόν την “αειφόρο ανάπτυξη” και στρατολογήστε φρουρούς για να διατηρήσουν την τάξη. Είναι αναγκασμένη να διαλέξει μεταξύ του να θυσιάσει τις μάζες ή να κηρύξει πτώχευση, και γνωρίζουμε όλοι πως η πτώχευση δεν περιλαμβάνεται στις προτιμήσεις της. Μια κατασταλτική επίδειξη ισχύος είναι πάντα μεταξύ των χαρτιών που ‘χει στα χέρια της η κάθε κυβέρνηση όταν οι συνδικαλιστική ή πολιτική χειραγώγηση δεν περνάει πια. Η ασυνειδησία του πληθυσμού που θα υποφέρει υπό τα μέτρα οικονομικής διάσωσης του κράτους ενώ ακόμη θα πληρώνει τις υποθήκες του, είναι ένα ανησυχητικό σημάδι των δυσμενών καιρών που θα ‘ρθουν. Η συνείδηση του τί είμαστε και τί πρέπει να γίνουμε, του τί κάνουμε και τί θα ‘πρεπε να κάνουμε, είναι λοιπόν το ερώτημα και το ζητούμενο. Για να ξυπνήσουν απ’ τον λήθαργό τους οι μάζες και ν’ αρχίσουν να ονειρεύονται.
Aκολουθεί ένα κείμενο ανάλυσης με αφετηρία το τραγικό γεγονός της 5ης Μάη, διακινήθηκε σε στέκια και σε κύκλους συντρόφων, δεν εκφράζει κάποια συλλογικότητα, κατατίθεται πρωτοβουλιακά στο διάλογο που εκ των πραγμάτων έχει ανοίξει ανάμεσα στους αναρχικούς και τους αντιεξουσιαστές… -διατίθεται και σε pdf στο αρχείο της ΑΣυνΈργιας
Η ΑΜΕΙΛΙΚΤΗ ΒΑΡΥΤΗΤΑ ΕΝΟΣ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ
(ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΒΑΣΤΑΧΤΗ ΕΛΑΦΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΣΗΜΕΙΟΛΟΓΙΑΣ)
Παγωμάρα, μούδιασμα, αμηχανία στο πρώτο άκουσμα… Άρνηση να το δεχτείς, ανάγκη να πιαστείς από την πιθανότητα του να μην είναι παρά ένας χυδαίος καθεστωτικός/ μηντιακός χειρισμός… Εντέλει συντριβή, κατάθλιψη, εκνευρισμός μπροστά στο αναντίρρητο των γεγονότων… Συναισθηματικά περάσματα πολλών μπροστά στην τραγική κατάληξη που επιφύλασσε αυτό το μοναδικό απεργιακό συλλαλητήριο της 5ης Μάη, μπροστά στο θάνατο των τριών εργαζομένων από αναθυμιάσεις εξαιτίας του εμπρησμού του υποκαταστήματος της Marfin στη Σταδίου.
Το εξοργισμένο πλήθος των διακοσίων χιλιάδων με τις πρωτόγνωρα πλατιές συγκρουσιακές διαθέσεις και τις επανειλημμένες εφόδους προς το κοινοβούλιο, θα αποσυρόταν μια ώρα αρχύτερα από τους δρόμους βουβό και παγωμένο. Η ογκούμενη κοινωνική οργή, έστω βραχυπρόθεσμα ή περιορισμένα, θα περιβαλλόταν από ένα ακόμα πέπλο αναστολών. Και η κατασταλτική στρατηγική που προσπαθεί επίμονα και επιτακτικά τον τελευταίο χρόνο να εγκλωβίσει τη δράση των αναρχικών και των αντιεξουσιαστών σε τροχιά κοινωνικής απονομιμοποίησης, περιθωριοποίησης και ποινικής εξόντωσης, θα συνδιαλεγόταν με την ιδανική της αφορμή.
Μπάτσοι, δημοσιογράφοι και πολιτικοί αναρωτήθηκαν μήπως βρέθηκαν μπροστά στην ευκαιρία να αντιστρέψουν το χαρακτηρισμό που τόσο τους ταιριάζει, το χαρακτηρισμό του δολοφόνου. Αυτοί οι τιποτένιοι που θα τους λείπει πάντα το ηθικό ανάστημα και που πάντα θα φλυαρούν υποκριτικά για την αξία της ανθρώπινης ζωής. Αυτοί που έχουν λερωμένα τα χέρια τους μέσα στην καθημερινότητα των αστυνομικών δολοφονιών, των βασανιστηρίων, των ξυλοδαρμών, των κάθε είδους ταπεινώσεων, αυτοί που τα οργανώνουν όλα αυτά και τα δικαιολογούν διασκεδάζοντάς τα μέσα στο σύμφυρμα των θεαματικών αναπαραστάσεων και των δημοκρατικών ψευδαισθήσεων. Αναρωτήθηκαν λοιπόν μήπως βρέθηκαν μπροστά στην ευκαιρία να εξουδετερώσουν το ηθικό έρεισμα των αναρχικών και των αντιεξουσιαστών ώστε να επιχειρήσουν την τελική λύση στο σχέδιο πολιτικής εξόντωσής τους. Το ίδιο απόγευμα ο κατασταλτικός μηχανισμός τέθηκε σε επιθετική διάταξη και οι ορδές των μπάτσων επιτέθηκαν σε στέκια αγωνιστών στα Εξάρχεια. “Πρέπει να αφανίσουμε αυτούς τους τρομοκράτες της πόλης άμεσα, απόψε”, παραληρούσε ο αμίμητος δήμαρχός της.
Ωστόσο η ιδιαίτερη κρισιμότητα της εποχής, η οξυμένη ευαισθησία των κοινωνικών αισθητηρίων, οι πλατιές διεργασίες ρήξης και αντίστασης, φάνηκαν απροσπέλαστες για τη φτηνή μηντιακή υστερία και ανέκοψαν την άμεση πολιτική/ κατασταλτική εκμετάλλευση ακόμα και ενός τόσο ακραίου γεγονότος. Από τη θέση που του αντιστοιχούσε, πολύς κόσμος στάθηκε με χαρακτηριστικό ορθολογισμό και υγιή ανακλαστικά επιμένοντας στην ανάδειξη των εργοδοτικών ευθυνών του αηδιαστικού Βγενόπουλου και θεωρώντας τους νεκρούς εργαζόμενους ως τα πρώτα θύματα του ΔΝΤ. Αυτός ο κόσμος αρνήθηκε να αγνοήσει την ποιοτική σταθερά της αντιεξουσιαστικής εμπειρίας και την οργανική της σύνδεση με αυτό που γίνεται αντιληπτό ως κοινωνική αντίσταση. Γιατί το τραγικό γεγονός σχετίζεται μεν συνειρμικά όσο δεν πάει με την κατατεθειμένη αντιεξουσιαστική εμπειρία αγώνα, όπου οι κουκούλες, οι μολότωφ και οι επιθέσεις στις τράπεζες κατέχουν κεντρική θέση στα προτάγματα και τις πρακτικές της. Αλλά ταυτόχρονα διαφοροποιείται σαφώς από αυτή, που με χρονικό βάθος δεκαετιών και πάμπολλες επιθετικές δράσεις, έχει αρνηθεί και έχει αποφύγει να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο οποιονδήποτε απλό άνθρωπο.
Επειδή όμως η τοποθέτηση κάποιου απέναντι στο γεγονός κρίνεται σε σχέση με τη θέση του, οι αναρχικοί θα χρειάζονταν να σταθούν πολύ περισσότερο γύρω από αυτό. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η ενέργεια ήταν πράξη πρακτόρων της ΕΥΠ ή ακροδεξιών. Η εύκολη καταφυγή στη συνωμοσιολογία και την προβοκατορολογία όχι μόνο δεν χρησιμεύει αλλά μάλλον ζημιώνει και την πιο στοιχειώδη ευφυΐα. Δεν μπορούσε λογικά επίσης να υπάρχει δολοφονική πρόθεση ακόμα και από τους πιο “ανεγκέφαλους” ή “κατεστραμμένους” από την πλευρά των διαδηλωτών. Αντιβαίνει σε όλα τα έως τώρα δεδομένα το να θέλει κάποιος που κατεβαίνει σε μια διαδήλωση να χρεωθεί θανάτους. Κατά μία έννοια ήταν απόρροια λάθους, τραγικό δυστύχημα. Κατά μία έννοια, γιατί δεν αρμόζει στη σοβαρότητα του γεγονότος να προσπερνιέται επιφανειακά και ελαφρά την καρδία, να μην απασχολεί και σε δεύτερο επίπεδο. Το ερώτημα οφείλει να γίνει ουσιαστικό, να προεκταθεί στο αν θα μπορούσε να μην έχει δοθεί από τους αυτουργούς της επίθεσης η απαιτούμενη προσοχή, να μην έχει υπάρξει η αγωνία και η πρόνοια να αποφευχθεί μια τέτοια εξέλιξη.
Όχι γιατί είναι γνωστές οι ακριβείς περιστάσεις κάτω από τις οποίες συνέβη -όποιοι εμπλέκονται δεν φρόντισαν καν με κάποιο ανώνυμο τρόπο να τις ξεκαθαρίσουν. Αλλά γιατί εκ των πραγμάτων επανέρχεται μια συνολική συζήτηση, για το πως είναι δυνατό να υπάρχουν περιθώρια επιπολαιότητας, αδιαφορίας ή και κυνισμού -όποτε υπάρχουν- εκεί όπου θα αντιστοιχούσε η συναίσθηση των κινδύνων και της ευθύνης της κάθε πράξης. Μια συζήτηση που αναλογεί στους αναρχικούς και τους αντιεξουσιαστές, γιατί αυτοί αποτελούν εδώ και χρόνια το βασικό σημείο αναφοράς για μια σειρά μορφές επιθετικής δράσης και για τους τρόπους που διαπράττονται και νοηματοδοτούνται. Μια συζήτηση που με διάφορες αφορμές και αιτίες επανέρχεται κάθε τόσο, για να εξαντληθεί στην ανάλυση του φετιχισμού της βίας, στην αναγωγή του στις πολιτικές αντιλήψεις που ευθύνονται ή υποτίθεται ότι ευθύνονται για αυτόν και σε προτάσεις για δυνατές και αποφασιστικές περιφρουρήσεις.
Η συζήτηση αυτή δεν γίνεται να χωρέσει στη μερικότητα των αποσημειολογήσεων, ότι η σχέση για παράδειγμα των ατόμων με τη βία μπορεί να παίρνει και χαρακτήρα υπαρξιακής αυτοεκπλήρωσης ή ότι μπορεί να επικαθορίζεται από το φαντασιακό της πατριαρχίας και τα μάτσο στερεότυπα. Προφανώς και ισχύουν, πάραυτα η βία βρίσκεται στον πυρήνα των εξουσιαστικών σχέσεων, είναι η καθημερινή υλική έκφραση της ασίγαστης σύγκρουσης των αντίρροπων κοινωνικών δυνάμεων, αυτή που τελικά κρίνει την αλλαγή ή τη συντήρηση των πραγμάτων, “η μαμή της ιστορίας”. Δεν γίνεται επίσης να χωρέσει σε μια μάλλον προκατειλημμένη και κλειστή αντιπαράθεση μεταξύ διαχρονικών και αμετάλλακτων υποτίθεται αντιλήψεων, στα μαθήματα ας πούμε ενός αφαιρετικού και γι΄ αυτό εξωπραγματικού κοινωνισμού απέναντι σε λογικές που πράγματι έχουν ξεφύγει κάποτε στα όρια της αντικοινωνικής τύφλωσης και της υστερίας. Οι αντιλήψεις επιδρούν αλλά δεν προηγούνται της κίνησης της πραγματικότητας, αντίθετα υπάρχει αναγκαιότητα βαθύτερης κατανόησης των καταστάσεων που σε μια ορισμένη φάση πριμοδοτούν μια μεταφυσική της βούλησης αντί για μια διαλεκτική των πραγμάτων ή έναν εγωιστικό βολονταρισμό αντί μιας ταξικής συνείδησης. Αν η συζήτηση μπορούσε να χωρέσει σε αυτά, το πρόβλημα θα ήταν μάλλον απλό, κάποιες κουλτούρες βουτηγμένες στο κυρίαρχο και κάποιες ιδεολογικές αναφορές που ορίστε κάνουν ζημιά. Μόνο που δεν έχει βρεθεί ακόμα τρόπος οι ιδέες και οι κουλτούρες να περπατάνε χωρίς σώματα, έξω από τις υλικές τους προϋποθέσεις.
Μια τέτοια συζήτηση χρειάζεται γερές δόσεις ενδοσκόπησης και αναστοχασμού, χρειάζεται να διακινδυνεύει συνολικότερες αφηγήσεις για την εξέλιξη των κοινωνικών σχέσεων και να διεκδικεί το ξεπέρασμα των επί της ουσίας δομικών προβλημάτων του κινήματος μέσα από το προχώρημα, την εξέλιξη των προτάσεων αγώνα εντός του. Έστω και περιορισμένα εδώ, μια κάποια διαστολή της θεματικής είναι απαραίτητη. Η μητρόπολη αντιπροσωπεύει μια συγκεκριμένη φάση ανάπτυξης του καπιταλισμού με ορισμένες συνέπειες στη μορφή των κοινωνικών σχέσεων και τις αντιλήψεις. Μια φάση διάλυσης των προηγούμενων συνθηκών συλλογικής υποκειμενοποίησης που υπήρχαν στο πλαίσιο ενός αυστηρού και άκαμπτου καταμερισμού εργασίας και εγκαθίδρυσης νέων όρων επιβίωσης πολύ περισσότερο εντατικοποιημένων και εξατομικευμένων. Η επιβίωση για τον καθένα γίνεται μια αγχώδης μοναχική υπόθεση κοινωνικής ένταξης και υπαρξιακής ισορροπίας, μέσα σε μια διχαστική και παραληρηματική καθημερινότητα εκβιασμών και υποσχέσεων εκτεινόμενη από την απειλή της ακραίας φτώχειας στη δυνατότητα του άκρατου καταναλωτισμού, από τη σύνθλιψη της άγριας εκμετάλλευσης στην εξημέρωση της βαθιάς αλλοτρίωσης, από την ωμή βία του αποκλεισμού στην απατηλή εξασφάλιση της ενσωμάτωσης. Η μοναχική αυτή επιβίωση γίνεται το πέρασμα του καθένα σε μια γενικευμένη συνθήκη κοινωνικής αποξένωσης και νοητικής παράλησης. Με ολέθρια συνέπεια για τους καταπιεσμένους, την αποδόμηση της ταξικής τους συνείδησης και το τσάκισμα κάθε έννοιας και πραγματικότητας κοινότητας εκτός εκείνων που ορίζουν οι καπιταλιστικές ανάγκες και οι κρατικές υποδείξεις.
Η μετάβαση στο μητροπολιτικό τοπίο θα εισήγαγε τις δικές του αντιφάσεις. Όσο η αναδιάρθρωση στην παραγωγική δομή και η προέκτασή της στην εκπαιδευτική διαδικασία θα κατεύθυναν τη σταδιακή διάλυση αυτού που θα ονομάζαμε εργατική τάξη των εργοστασίων, τόσο η δυναμική της σύγκρουσης θα μετατοπιζόταν προς νέες προλεταριακές φιγούρες. Φιγούρες καταπιεσμένων που δεν θα είχαν πλέον για σημείο αναφοράς τους τις συγκεκριμένες μορφές πρόσδεσής τους στην παραγωγή που αμφισβητούνταν ούτως ή άλλως από την κινητικότητα και την ευελιξία. Φιγούρες που θα ξεπήδαγαν από τους ξεχασμένους των υπό ανάπλαση λαϊκών συνοικιών, από τους λιποτάκτες της μεσαίας κοινωνικής τους καταγωγής, από τις εξεγέρσεις των φυλακών, από τις κερκίδες των γηπέδων, από τις καταλήψεις των σχολείων, από τις ουρές των διαδηλώσεων, από τους κύκλους αργότερα των μεταναστών. Με ακρωτηριασμένη ταξική μνήμη, με συλλογικές αναφορές αν όχι ανύπαρκτες περιορισμένες σε μικρόκοσμους, αποξενωμένοι τόσο ανάμεσά τους όσο και απέναντι στο αναπαλλοτρίωτο και ολοκληρωτικό περιβάλλον της μητρόπολης, έκθετοι στην πολύμορφη καθημερινή του βία. Με έσχατο σημείο αυτοκαθορισμού τους, τη δυνατότητά τους να αντιγυρίζουν ένα ποσοστό της έντασης της βίας που εισπράττουν, τη δυνατότητά τους να εξεγείρονται, με φωνές έστω άναρθρες, με χτυπήματα σπασμωδικά, με κινήσεις απεγνωσμένες.
Αν αυτές τις τελευταίες δεκαετίες η ριζοσπαστική αντίσταση εκφράστηκε κυρίως μέσα από τη δράση των αναρχικών και των αντιεξουσιαστών, είναι γιατί η ίδια η πολιτική τους συγκρότηση αποτελεί γέννημα αυτών των καιρών. Η σχέση του αντιεξουσιαστικού κινήματος με τη λεγόμενη άγρια νεολαία έχει θεωρηθεί κομβική. Και ίσως σε τίποτα να μην οφείλει περισσότερο την εξάπλωσή του, παρά στη σύνδεσή του με αυτήν ακριβώς την ακατέργαστη μητροπολιτική δυναμική της σύγκρουσης. Στη σύνδεση αυτής με έναν πολιτικό βηματισμό για την ανατροπή και με όλο τον πλούτο των χαρακτηριστικών που τον συγκρότησαν, με τις εμπειρίες που αντλήθηκαν από τις παρακαταθήκες των διάφορων επαναστατικών παραδόσεων, τους ψυχικούς δεσμούς που δημιουργήθηκαν με τις μνήμες των προηγούμενων αγώνων, τις οσμώσεις που δοκιμάστηκαν και με τις άλλες μορφές των αντιστάσεων του παρόντος. Ένας βηματισμός όπου θα έπρεπε να εφευρεθούν τα πάντα και που η εύλογη ανεπάρκεια των δοσμένων απαντήσεων σε συνάρτηση με τη δυναμική της ίδιας της μεταμόρφωσης του καπιταλισμού, θα άφηνε ευρύ το πεδίο των αναζητήσεων και των πειραματισμών. Αν βέβαια τα μονολιθικά σχήματα του τύπου “οι καπιταλιστές ενάντια στους εργάτες” ή “το κράτος ενάντια στην κοινωνία” μπορούν ελάχιστα πειστικά να περιγράφουν τη σημερινή πολυπλοκότητα του κοινωνικού-ταξικού πολέμου, το ίδιο και χειρότερα ισχύει και για τις αυτιστικές παντιέρες του τύπου “εμείς οι αναρχικοί και το κράτος” ή πιο πρόσφατα το κάτι σαν “εμείς οι ξεχωριστοί αρνητές και το καφκικό σύμπαν της διάχυτης αλλοτρίωσης”.
Οι ψευδαισθήσεις της μητροπολιτικής εποχής του μοναχικού ατόμου, συχνά ενσωματώθηκαν χωρίς ιδιαίτερη κρίση από τις κατά καιρούς αναζητήσεις. Τέτοιου είδους συμπτώματα αντικοινωνικής δεικτικότητας, αυτοαναφορικού ελιτισμού ή μιας θεολογίας της εξέγερσης έξω από τους υλικούς της όρους, συναντιούνται πλατιά και σε βάθος χρόνου μέσα στους αναρχικούς και τους αντιεξουσιαστές. Δεν είναι μόνο τα τυφλωμένα συνθήματα του τύπου “όσα δεν φτάνει το όπλο του μπάτσου τα φτάνει η κοινωνία”. Είναι και οι ζωόμορφοι απαξιωτικοί παραλληλισμοί για να στιγματιστεί η απάθεια. Είναι και ότι κάποιοι άλλοι -όχι αναρχικοί αλλά επιδρώντας εντός τους- επέλεξαν κάποτε να βάλουν στο επίκεντρο της ανάλυσής τους τα “μικροαστικά σκουλήκια” καταφέρνοντας να επισκιάσουν πολλά άλλα ουσιώδη. Είναι και η εξαγνισμένη εικόνα του εξεγερμένου δίπλα στις επίσης αφηρημένες/ καθαρές/ μεταφυσικές εικόνες του υπηκόου, του καταναλωτή, του τηλεθεατή που δίνουν και παίρνουν. Υπάρχει σίγουρα κάποια δόση αλήθειας στο “η σιωπή είναι συνενοχή” και σε πολλά ακόμα, αλλά υπάρχει μόνο μέσα στις πραγματικές της αναλογίες και διαστάσεις, μέσα σε μια σφαιρικότερη και ακριβέστερη ερμηνεία των κοινωνικών φαινομένων και μια αντίστοιχη πρόταση αγώνα. Αλλιώς αυτά από μόνα τους φλερτάρουν με τη σύγχυση, κατά περίπτωση και με την παράκρουση.
Οι αντιφάσεις της μητρόπολης είναι εμφανείς ανάμεσα στους αναρχικούς και τους αντιεξουσιαστές και σε σχέση με τη βία. Γυρνώντας στο αρχικό ερώτημα περί επιπολαιότητας, αδιαφορίας και κυνισμού, δεν είναι μια και δυο οι φορές που με τη πρώτη υπόνοια χτυπήθηκαν υποτιθέμενοι φασίστες ή ασφαλίτες πριν αποδειχθεί τελικά λάθος, δεν είναι τυχαίο που ακόμα και έμπειροι σύντροφοι έχουν επανειλημμένα χάσει τον αυτοέλεγχο και έχουν εκτραπεί ωθούμενοι από το θυμικό τους, ούτε είναι άγνωστο η υιοθέτηση δυναμικών πρακτικών να επικαθορίζεται από τη θεαματική τους πρόσληψη και να καταλήγει αυτοσκοπός ή να συνδέεται με την ικανοποίηση προσωπικών αναγκών επιβεβαίωσης και έπαρσης. Είτε πρόκειται για μια κεκτημένη ταχύτητα εξοικείωσης με τη βία είτε για μια ανώριμη και ανάρμοστη χαλαρότητα, χρειάζεται σίγουρα επιμονή στο άρρηκτο των πρακτικών με τις πολιτικές τους στοχεύσεις. Και χρειάζεται ακόμα περισσότερο επιμονή στο αδιαπραγμάτευτο του αξιακού προτάγματος της αντιεξουσίας, όπως στην περίπτωση του συντρόφου που συνελήφθη για ένοπλη ληστεία τράπεζας και έγινε γνωστό ότι κατά τη διάρκειά της είχε απομακρύνει μια έγκυο που έτυχε να βρίσκεται στο υποκατάστημα, όπως στις εικόνες που κουκουλοφόροι συνεφέρουν και φυγαδεύουν έναν εξαντλημένο από τα δακρυγόνα ηλικιωμένο κατά τη διάρκεια συγκρούσεων σε πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο.
Μπορεί να ειπωθεί ότι από την ίδια του τη δόμηση, ο βηματισμός του αντιεξουσιαστικού κινήματος εμπεριέχει μια διαρκή διαπάλη ορατή πολλές φορές και πάνω στα ίδια τα πρόσωπα. Απο τη μία να μην αφήνεται στο άναρθρο, το σπασμωδικό, το αποξενωμένο, το απεγνωσμένο, να μην υποχωρεί στην ισοπέδωση του ανάγλυφου του κοινωνικού-ταξικού πολέμου και στη συσκότιση των γραμμών, των μετώπων, των προτεραιοτήτων, των στόχων του, να μην διεμβολίζεται από τη σύγχυση της εποχής, τις κυρίαρχες κουλτούρες και την αναπαραγωγή τους. Και από την άλλη να κρατάει τους διαύλους με τους καταπιεσμένους της μητρόπολης, να μην απομακρύνεται από το ενστικτώδες και το ορμητικό της σύγκρουσης, να μπορεί να αφομοιώνει νέες αγωνίες και εμπειρίες, να διεκδικεί την επίδραση και την εξάπλωση των ανατρεπτικών πολιτικών περιεχομένων και πρακτικών στα πιο ριζοσπαστικοποιημένα τμήματά τους.
Μια διαπάλη με τον ίδιο του τον εαυτό, τόσο οριακή όσο κάποιες φορές και οι διαπληκτισμοί των οργανωμένων περιφρουρήσεων με τις παρέες των ατάκτων στις αναρχικές πορείες, όπου το δίλημμα επικρέμεται πιεστικά, προσπάθεια συνεννόησης ή επιλογή διάρρηξης. Και στην πρώτη απάντηση δεν αρμόζει ούτε η απειλή της ισχύος ούτε η σχεδόν γραφειοκρατικοποιημένη επίκληση των διαδικασιών και των αποφάσεων καθαυτών, που δεν τροφοδοτεί παρά την αντίπερα πόλωση πίσω από μια απαξιωτική απόρριψή τους. Επιτρεπόντων των αντικειμενικών συνθηκών, αρμόζει η έκθεση της ίδιας της λογικής των αποφάσεων και αν προκύπτει ακόμα και ο επαναπροσδιορισμός τους. Ένας δρόμος επικοινωνίας ανάμεσα σε ανθρώπους που υποτίθεται ότι θέλουν να μοιράζονται κάτι κοινό και ο οποίος για να υπάρχει πρέπει να ανοίγεται καθημερινά. Η έσχατη ώρα της δεύτερης απάντησης είναι η ώρα όπου οι πολλές αναλύσεις για τα κοινωνικά φαινόμενα -σαν και την παρούσα- αρχίζουν να φαντάζουν σαν άλλοθι, η ώρα όπου νιώθει κανείς υποχρεωμένος πλέον να υπερασπίσει τον εαυτό του και τον πολιτικό του βηματισμό, η ώρα που αποφασίζει ότι έχει απέναντί του “τελειωμένους” και ότι σαν τέτοιους θα τους αντιμετωπίσει.
Οι αναρχικοί δεν είναι κάποιοι άλλοι, συχνά προέρχονται και οι ίδιοι από την άγρια νεολαία, ενσαρκώνουν και οι ίδιοι τις μητροπολιτικές φιγούρες. Αυτό δεν απαλλάσσει όμως από τίποτα, ίσα-ίσα όσοι θεωρούμε ότι αγωνιζόμαστε συνειδητά και συστηματικά για την ανατροπή και την ελευθερία, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι φέρουμε επιπλέον ευθύνη για οτιδήποτε μπορεί να μειώνει τους αξιακούς κώδικες, τα πολιτικά περιεχόμενα ή τις υλικές δυνατότητες αυτού του αγώνα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο ανατρεπτικός λόγος οφείλει να είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια υποκουλτούρα ή αντικουλτούρα σημειολογικής κριτικής στο υπάρχον, ότι η απελευθερωτική βία οφείλει επίσης να είναι κάτι πολύ περισσότερο από τη μητροπολιτική βία.
Ας μην ξεχνάμε τέλος, ότι τα ερωτήματα ποτέ δεν τίθενται γενικά ή μόνο σε εκείνους που έχουμε κάθε φορά απέναντί μας, τίθενται και μέσα μας. Που τα καταφέραμε και που λείψαμε. Και ορισμένες φορές οι απαντήσεις δεν χωράνε σε ένα ναι ή σε ένα όχι, ορισμένες φορές ζητούν ακόμα και το ξεπέρασμα του εαυτού μας. Το αναγκαίο επόμενο βήμα μιας κριτικής στον φετιχισμό της βίας, θα περίμενε κανείς να είναι η κατάθεση επιλογών που να πραγματεύονται την απελευθερωτική βία καθαυτή, τα χαρακτηριστικά της, τις προοπτικές ανάπτυξής της. Το αναγκαίο επόμενο βήμα μιας πολεμικής στα αδιέξοδα αντικοινωνικά ανακλαστικά, θα περίμενε κανείς να είναι η εξέλιξη αναλύσεων και αντιπροτάσεων ικανών να αφουγκράζονται επαρκώς τις αγωνίες των καιρών και να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις τους. Το νου μας “μην πετάξουμε το μωρό μαζί με τα απόνερα”.
Sulla manifestazione del 5 maggio e sui tre impiegati morti della Marfin
È davvero inappropriato dare tutta la responsabilità e la colpa al signor Vgenopoulos (direttore della banca ndt.) per la triste morte dei tre impiegati dell’incendio della Marfin. Il fatto che abbia costretto i suoi impiegati, sotto minaccia di licenziamento, a rimanere chiusi negli uffici al piano superiore di una banca apparentemente vuota e non protetta, senza nessun dispositivo antincendio o uscite di sicurezza, nell’epicentro della manifestazione per il più grande sciopero degli ultimi 30 anni, non è stata solo un’altra criminale negligenza sull’altare del profitto [1], alla quale la sua classe ci ha abituati. Questo uso cosciente dei lavoratori come scudi umani per le banche e i business [2], è una delle risposte della classe dirigente a Dicembre (le rivolte dopo l’omicidio di Alexis Grigoropoulos nel 2009 ndt.) e alla violenza insurrezionale che si dipana impedendo e distruggendo la circolazione di beni, spaccando e bruciando auto, negozi, le sue guardie e soprattutto i suoi quartier generali: le banche.
Per essere chiari, l’intenzione del signor Vgenopoulos e della sua classe di sacrificare un po’ di lavoratori per bloccare il processo delle insurrezioni fino ad ora, deve avere questa risposta. Ragioni legali o derive sinistroidi come: l’insurrezione vuoI dire vessare il parlamento ma non le banche/negozi, senza avere alcuna idea di cosa si potrebbe fare una volta là, non fanno altro che eludere il problema.
È normale per un padrone conoscere meglio i propri interessi e come raggiungerli, rispetto ai lavratori. E tutti i padroni sanno sempre che “noi siamo in guerra”, anche se non si lamentano apertamente, come questa massa di naives che crede che in guerra sia giusto colpire ma una ingaggiato lo scontro, si debba contare sull’intervento di una presunta giustizia neutrale. Mettendo noi stessi (o altri lavoratori) nelle mani dello stato, traduciamo anche l’atto più estremo in nulla più che un violento riformismo. L’unica giustizia nelle strade, in grado di ridurli sotto la nostra forza, siamo noi. La responsabilità di qualunque cosa accada là, chi vive e chi muore, è nostra: DITTATURA DEL PROLETARIATO, punto. Se noi manchiamo – al di fuori di una vera è propria guardia dello sciopero che non lasci i colleghi nelle mani dei padroni – dell’essenziale fiducia tra noi, una fiducia plasmata attraverso le nostre esperienze comuni nella lotta e nell’incontrarci nelle strade, allora il prossimo passo sarà chiamare noi stessi la polizia alle nostre manifestazioni, affinché siano loro ad essere colpevolizzati e per scaricargli addosso tutta la responsabilità di qualunque cosa accada. CHIUNQUE PORTI VIOLENZA, FORZA LA GIUSTIZIA. Attuare la violenza, ignorando il buonsenso che viene con lei, portare un caos decontestualizzato, non fa il gioco di nessun altro tranne che delle sovrastrutture organizzate, che arrivano con il loro piani di “giustizia” di cemento armato (stalinisti, polizia, mafia, gruppi parastatali…). La vittoria appartiene a coloro i quali portano il caos SENZA PORTARLO DENTRO LORO STESSI.
Feticizzare l’insurrezione, come atto distruttivo fine a se stesso, rappresenta una fase passata del nostro movimento, talvolta debole e marginale, nonostante Dicembre, e la spogliazione della violenza da tutti i suoi feticci, con una simultanea apertura alla sua condivisione (inteso come messa in comune ndt.), è quanto deve prevalere. Un secondo Dicembre non sarebbe più una vittoria, ma una sconfitta. Qualunque appello a qualcosa di simile non sarebbe null’altro che una completa mancanza di qual si voglia piano per il dopo. Il nostro nemico si è palesato, siamo costretti a fare lo stesso, se non vogliamo sparire dalla Storia.
Non dobbiamo rimanere a casa a faci disciplinare dalle loro televisioni, come se fossimo dei bambini capricciosi a cui si dà man forte. Dobbiamo riportare il Logos (la capacità di esprimere le nostre volontà) nelle strade. Sputare addosso alla giustizia borghese e della televisione, che vendica il dolore di uno con la sofferenza dell’altro, accumulando miseria per tutti e socializzando il cannibalismo. I più stupidi di questi avvoltoi, prima di accertarsi di come le morti dei tre impiegati potessero paralizzarci, hanno cercato di farci sentire in colpa con una serie di cose ridicole, dall’atteso crollo del turismo, alla brutta nomea del paese all’estero. Per farci sentire in colpa nel lottare. Per dividerci in “lavoratori pacifici” e “criminali incappucciati con le molotov”, proprio ora che tutti sanno (eccetto il partito comunista -kke, ndr-, che vede solo provocatori) che il 5 maggio non c’è stato nessun lavoratore pacifico che non si sia sollevato – non importa se con o senza cappuccio e molotov – contro l’ultimo asso nella manica dello stato: il terrore poliziesco.
La loro giustizia divora sangue, il sangue dei trasgressori, o di tutti coloro che glieli ricordano, o ancor più degli anarchici [3], poiché sono loro ad aver generosamente offerto la propria bandiera a ogni violenza insurrezionale anche nel più isolato elemento della nostra classe. Ma vuole qualcosa. Vuole aprire una grande ferita nella memoria sociale, che rompa la nostra confidenza con la nostra stessa violenza, con la violenza della nostra lotta, con i suoi temi e con l’interscambio tra essi. La nostra giustizia avrà a che fare con null’altro che con la guarigione. Non sappiamo che tipo di persone fossero i morti, se il loro senso di dignità accettasse la melma fascista e gli avvoltoi della televisione che speculano sulle loro morti o no, ma siamo sicuri che come lavoratori, i loro interessi fossero nella vittoria della lotta, con tutti i lavoratori d’Europa e del mondo. Non faremo affondare nessun’altro, noi insorgeremo insieme: SCIOPERO GENERALE SELVAGGIO! (GENERAL WILDCAT STRIKE!)
Sosteniamo le occupazioni!
Rimaniamo nelle strade!
Comunichiamo!
2 dei 200000 provocatori.
[1] per il momento teniamo questo a mente: il 36,1 % netto di crescita del profitto della Marfin Bank quest’anno, nel bel mezzo della più arida crisi, che obbliga ogni lavoratore a riconciliare il lavoro con l’obbedienza in nome della nazione.
[2] incidenti simili a quello della Murfin Bank a123 di Stadiou street, sono avvenuti al supermercato Bazaar dietro piazza Omonia, dove un lavoratore ha spento dall’interno il fuoco con un estintore, e alla libreria Ianos che era aperta (come i sa la mercificazione della cultura se ne frega degli scioperi)
[3] la notte del 5 maggio squadroni di Delta Force e Zeta Force, agenti ordinari e antisommossa si sono accaniti sullo squat degli “Anarchici per un movimento multiforme” Zaimi street, e il ritrovo dei migranti a Tsamadou street -entrambi a Exarchia ndr-e su molte case e bar a Exarchia, picchiando e minacciando le persone. Allo stesso tempo in televisione, tutti stavano più o meno chiedendo le teste degli anarchici.