Categories
Třídní válka

Προκήρυξη αλληλεγγύης στους αγωνιζόμενους και προφυλακισμένους προλετάριους στην Ελλάδα

Προκήρυξη αλληλεγγύης στους αγωνιζόμενους και προφυλακισμένους προλετάριους στην Ελλάδα.

«Μέσα σε μία νύχτα η «πραγματικότητα» και η «κανονικότητα» πέθανε…

Στις 6 Δεκεμβρίου του 2008 στην Ελλάδα, τα γουρούνια δολοφονούν εν ψυχρώ τον 15χρονο Αλέξη Γρηγορόπουλο. Αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και η προλεταριακή οργή, η οποία εκφραζόταν με απεργίες και βίαιες διαδηλώσεις ενάντια στις επιθέσεις του Κεφαλαίου στις συνθήκες διαβίωσης της τάξης μας, ξέσπασε.

Ξαφνικά, μια εξέγερση ξέσπασε και έπειτα από αρκετές δεκαετίες το φάντασμα της προλεταριακής ανταρσίας και της ανοιχτής ταξικής σύγκρουσης επέστρεψε στην Ευρώπη. Φοιτητές αλλά και πολλοί μαθητές ξεχύθηκαν αυθόρμητα στους δρόμους των ελληνικών πόλεων, για να επιτεθούν σε αστυνομικά τμήματα και στους μπάτσους με πέτρες και μολότοφ.

Οι φοιτητές και οι μαθητές πλαισιώθηκαν γρήγορα από μετανάστες προλετάριους κάθε ηλικίας, από νεολαίους έλληνες από κακοπληρωμένες, επισφαλείς θέσεις εργασίας, αλλά επίσης και από πολλούς εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας. Ακόμα και πολλοί άνεργοι και άνθρωποι που ζουν στο περιθώριο της ταξικής κοινωνίας έλαβαν μέρος, Ρομά, παράνομοι πρόσφυγες, τοξικομανείς… Χούλιγκαν του ποδοσφαίρου παρέκαμψαν τις μεταξύ τους διαμάχες και συμμετείχαν στον αγώνα ενάντια στον πραγματικό εχθρό – τις κρατικές δυνάμεις καταστολής.

Άμεσα, έγινε ξεκάθαρο στον καθένα ότι οι μπάτσοι δεν είναι τίποτα περισσότερο από μισθοφόροι της κρατικής τρομοκρατίας. Έγινε ολοφάνερο ότι υπηρετούν την ομαλή λειτουργία του συστήματος της ατομικής ιδιοκτησίας κάποιων και της μισθωτής εκμετάλλευσης κάποιων άλλων και το μόνο που “προστατεύουν” είναι ο νόμος και η τάξη του αστικού καθεστώτος. Οι «υπεύθυνοι πολίτες» και η πίστη στη Δημοκρατία εξαφανίστηκαν ανάμεσα στα σύννεφα του καπνού και των δακρυγόνων και ανάμεσα στα ραπίσματα των αστυνομικών γκλομπ.

«Καταστρέφουμε το παρόν, επειδή ερχόμαστε από το μέλλον!»

Δεν ήταν μόνο οι οδομαχίες με τους μπάτσους και η πυρπόληση αστυνομικών τμημάτων. Οι εξεγερμένοι συνέτριψαν και έκαψαν το χαμογελαστό πρόσωπο του κόσμου του κεφαλαίου – τον καταναλωτικό παράδεισο των καταστημάτων, των σούπερ μάρκετ, των εκθέσεων αυτοκινήτων και των τραπεζών που σου δανείζουν χρήματα για κάποια από τα πολυτελή προϊόντα. Ο κόσμος των παθητικών καταναλωτών και των θεατών του Θεάματος τυλιγόταν στις φλόγες. Και υπήρχαν προλετάριοι που λεηλατούσαν οι οποίοι ξεπρόβαλλαν μέσα από τη φωτιά, επιβάλλοντας έμπρακτα τη δικτατορία των ανθρώπινων αναγκών πάνω στο κεφάλαιο και τις εμπορευματικές του σχέσεις.

Τα ταξικά μας αδέρφια και αδερφές επανοικειοποιούνταν όλα όσα είμαστε, ως η τάξη που καταναγκάζεται να παράγει στη δουλειά, με σκοπό να υποχρεωθεί να ξαναγοράσει πληρώνοντας με τα χρήματα του μισθού. Επανοικειοποιήθηκαν, επίσης, το χώρο και το χρόνο, που διαιρείται και περιορίζεται ανάλογα με τις ανάγκες του κεφαλαίου – ουρές αυτοκινήτων και αγχωμένα πλήθη αποξενωμένων ζόμπι που τρέχουν στη δουλειά, στο σχολείο, στα ψώνια…εξαφανίστηκαν από τους δρόμους που αναδημιουργήθηκαν από την προλεταριακή βία και αντικαταστάθηκαν από μια κοινότητα της μαχόμενης τάξης.

Η αυτό-οργάνωση του αγώνα των εξεγερμένων αναπτυσσόταν αυθόρμητα. Δεκάδες πανεπιστήμια και λύκεια καταλαμβανόταν όχι μόνο από φοιτητές, αλλά και από κάθε είδους προλετάριους, διαχωρισμένων από το κεφάλαιο, και μεταμορφώθηκαν σε κέντρα αντίστασης, σε τόπους συνάντησης, συζητήσεων, έρωτα και ταξικού μίσους.

Το ίδιο συνέβη στο δημαρχείο, σε μια εργατική περιοχής της Αθήνας, τον Άγιο Δημήτριο, που επίσης καταλήφθηκε από κατοίκους. Μετά από πολύ καιρό η τάξη μας ξεκινούσε να μιλάει και να διαμορφώνει το πρόγραμμά της από μόνη της

Όταν εξεγερμένοι εργάτες κατέλαβαν τα Εργατικά Κέντρα των συνδικάτων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, άσκησαν κριτική σε αυτούς τους διαμεσολαβητές της πώλησης της εργατικής μας δύναμης στα αφεντικά μας. Κατέδειξαν ότι τα συνδικάτα είναι όργανα του κράτους και ο σκοπός τους είναι να αποδιοργανώνουν και να καταστέλλουν τον ταξικό αγώνα και ότι ο δρόμος να πάμε μπροστά περνάει μέσα απ’ την αυτό-οργάνωση του αγώνα στους χώρους δουλειάς. Σε όλες αυτές τις πτυχές του ταξικού κινήματος και τον αυτόνομο αγώνα του προλεταριάτου ενάντια στους αστούς – οι ιδεολογίες του, οι οργανώσεις και ο τρόπος ζωής άρχισαν να γεννιούνται.

«Σταματήστε να παρακολουθείτε τηλεόραση! Βγείτε όλοι στους δρόμους!»

Αν και η προλεταριακή εξέγερση διαπερνούσε πολλούς τομείς, στους οποίους μας διαχωρίζει το κεφάλαιο, μόνο μια μειοψηφία της τάξης μας έπαιρνε ενεργά μέρος σε αυτή. Ενώ υπήρχαν φλεγόμενα οδοφράγματα στους δρόμους, καταστήματα λεηλατούνταν και γινόταν επιθέσεις ενάντια στους μπάτσους, η πλειοψηφία έμεινε στο σπίτι μπροστά στην τηλεόρασή της ακούγοντας τις αερολογίες των πολιτικών και των δημοσιογράφων.

Παρά την επίμονη προσπάθεια οι εξεγερμένοι δεν κατάφεραν να σπάσουν την παθητικότητα των ταξικών τους αδερφών – ούτε στην Ελλάδα, ούτε στην υπόλοιπη Ευρώπη και τις περισσότερες χώρες του κόσμου. Συνεπώς δεν υπήρξε μια γενική παράλυση της καπιταλιστικής οικονομίας, που σημαίνει ότι δεν υπήρξε ούτε επίθεση ενάντια στη μισθωτή εργασία και της παραγωγής για το κέρδος. Το κίνημα περιορίστηκε σε μερικές επιθέσεις ενάντια στο κράτος και σε μια ανολοκλήρωτη υπονόμευση των καπιταλιστικών σχέσεων. Το Δεκέμβρη, η ολοκληρωτική καταστροφή όλων των κρατικών δομών, που να στοχεύει στη διάλυση της δύναμης των αστών και η επιβολή της κοινωνικής δικτατορίας του προλεταριάτου, που θα ενδυνάμωνε και θα επέτρεπε τη μετατροπή των κοινωνικών σχέσεων σε κομμουνιστικές, δεν είχε μπει σε χρονική προτεραιότητα ακόμα. Ο επαναστατικός ξεσηκωμός αναβάλλεται για την ώρα.

“Merry crisis and a happy new fear!”

Είναι ακριβώς αυτό το μήνυμα που η ελληνική εξέγερση άφησε στους τοίχους της Αθήνας για τους νομοταγείς πολίτες (που συνεχίζουν να υποκύπτουν στις επιταγές του κεφαλαίου – που δεν σκέφτονται καν ότι μπορούν να αντισταθούν στα αφεντικά και στο κράτος και που απλώς περιμένουν σαν πρόβατα αυτό που θα τους συμβεί).

Αυτό το μήνυμα ισχύει επίσης και για τους προλετάριους εδώ στην Δημοκρατία της Τσεχίας. Η κρίση έρχεται και οι αστοί απολύουν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους μειώνοντας και τους βασικούς μισθούς. Για παράδειγμα, 4.000 απολυμένοι υαλουργοί αφέθηκαν τώρα χωρίς κανέναν μέσο επιβίωσης. Και τι συνέβη; Τίποτα!

Η κυριαρχία της κοινωνικής ειρήνης και της Δημοκρατίας κάθεται σα βαρίδιο στο σβέρκο της τάξης μας: προτιμάμε να πεθάνουμε από την πείνα ή να ζούμε κάτω από γέφυρες, παρά να αγωνιστούμε πραγματικά για την ικανοποίηση των αναγκών μας. Η Δημοκρατία λειτουργεί σαν το όπιο – μας αποτρέπει από τα να κατανοήσουμε τον εαυτό μας ως τάξη με διαφορετικά και αντίθετα συμφέροντα από του Κεφαλαίου. Βλέπουμε τη μιζέρια που φέρουν οι ατομικές και οικογενειακές μας ζωές ως το καλύτερο που μπορούμε να έχουμε.

Ωστόσο, η παγκόσμια κρίση θα συνθλίψει την ψευδαίσθηση ευτυχίας μας ως πολίτες-καταναλωτές, καθώς ακόμα και τον παραμικρό ενθουσιασμό για τον καπιταλισμό. Θα υπάρξουν όλο και περισσότεροι άνεργοι και άστεγοι άνθρωποι, οι τιμές των βασικών αγαθών θα αυξηθούν και αυτοί που θα έχουν δουλειές θα μπορούν να αγοράζουν όλο και λιγότερα με τους μισθούς τους… και στο τέλος η κυρίαρχη τάξη ίσως μας οδηγήσει σε έναν πόλεμο, με σκοπό να ξεφορτωθεί τους περισσευόμενους ανθρώπους και παραγωγικές δυνάμεις και να επιτύχει την πιθανότητα ενός νέου γύρου οικονομικής ανάπτυξης μέσω της ανοικοδόμησης.

Η οικονομία βρίσκετε σε κρίση; Ας την αποτελειώσουμε! Κάτω η κοινωνική ειρήνη! Μία Ελλάδα δεν είναι αρκετή!

Αργά ή γρήγορα το κεφάλαιο θα μας αφήσει χωρίς αποθέματα. Θα υποφέρουμε και ίσως πεθάνουμε, εάν συνεχίζουμε να αποδεχόμαστε δουλικά τη μισθωτή εργασία και το χρήμα ως απαραίτητα για να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες μας. Αλλά σίγουρα θα υπάρξουν προλετάριοι, που θα αρνηθούν τη λογική της ανταλλακτικής αξίας και θα εισβάλλουν στα σούπερ μάρκετ και θα απαλλοτριώσουν αυτά που χρειάζονται. Το ταξικό κίνημα στην Ελλάδα θα ξεσπάσει ξανά με ακόμα μεγαλύτερη ανατρεπτική δύναμη και αυτή τη φορά δε θα είναι μόνο του.

Και δε θα είναι μόνο οι προλετάριοι στην Κίνα, το Μπαγκλαντές, την Αίγυπτο ή τη Βολιβία που θα ξεσηκωθούν. Ακόμα και εδώ, βιτρίνες καταστημάτων θα γίνουν θρύψαλα. Θα λεηλατήσουμε καταστήματα και πολυτελείς αστικές επαύλεις. Μαζικές απεργίες εκτός κι ενάντια στα συνδικάτα, θα ανατρέψουν ολόκληρη την καπιταλιστική οικονομία. Το κράτος με την αστυνομία και το στρατό του, όπως πάντοτε, θα υπερασπιστεί την αστική τάξη και περιουσία και θα ασκήσει τον τρόμο ενάντια στους προλετάριους, που ποτέ δε θα επιλύσουν τίποτα, εάν δεν κάνουν τη δική τους επανάσταση. Στο μεταξύ, όλη η υποστήριξή μας, η συμπάθεια, οι σκέψεις μας ανήκουν στους προλετάριους στην Ελλάδα, που αγωνίζονται ή είναι φυλακισμένοι.

Επιθυμούμε να τους βοηθήσουμε εξαπλώνοντας τον αγώνα στη Δημοκρατία της Τσεχίας και σε ολόκληρο τον κόσμο. Θέλουμε να μοιραστούμε και να επεκτείνουμε τις εμπειρίες τους ώστε να επανατοποθετήσουμε έναν παγκόσμιο επαναστατικό ξεσηκωμό στον ρου της Ιστορίας…

Παγκόσμια επανάσταση ενάντια στο κεφάλαιο, τη μισθωτή εργασία και το χρήμα!
Επαναστατική προλεταριακή βία ενάντια στην κρατική βία της αστυνομίας ως την ολοκληρωτική καταστροφή όλων των κρατών!
Δικτατορία του προλεταριάτου για τη μετατροπή των κοινωνικών σχέσεων σε κομμουνιστικές και για την παγκόσμια αταξική κοινότητα!

Třídní válka (Ταξικός Πόλεμος)


Σημειώσεις: Η προκήρυξη της ομάδας Třídní válka μεταφράστηκε στα ελληνικά από το blog της κατάληψης ΕΣΗΕΑ, αναδημοσιεύεται εδώ με κάποιες μικρές διορθώσεις.

Categories
Uncategorized

Απ’ την Ελλάδα μέχρι το Logroño (Ισπανία)…

Απ’ την Ελλάδα μέχρι το Logroño (Ισπανία)… μια προκήρυξη Ισπανών συντρόφων

ή

Τί Ενώνει Μερικά Παιδιά από την Ήσυχη Ισπανική Επαρχία με τα Παιδιά της Ελληνικής Εξέγερσης

ΤΙΠΟΤΕ ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΣΕ, ΟΛΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ

1. Το ότι στεκόμαστε αντιμέτωποι με τον κόσμο της εμπορευματικής παραγωγής. Επιθυμούμε να σταματήσουμε αυτήν την ατέλειωτη ανάγκη που κάνει τους τροχούς της οικονομίας να γυρίζουν και να γυρίζουν. Τα τρία εμπορικά κέντρα που περικυκλώνουν το Logroño (“Las Cañas“, “Parque Rioja” και “Berceo“), και οι εμπορικές περιοχές της “Gran Via” και του “Paseo de las Cien Tiendas” είναι μονίμως γεμάτες εμπορεύματα, τα περισσότερα απ’ τα οποία είναι στην τελική άχρηστα. Από που έρχονται και πού καταλήγουν όταν τα πετάμε;

Η απάντηση στην ερώτηση αυτή χάνεται στον συνεχή κι άγριο βομβαρδισμό διαφημίσεων των μίντια. Προκειμένου να αποφύγουμε μια κατάρρευση της οικονομίας υπάρχει αυτή η ανάγκη για κατανάλωση εμπορευμάτων, απλά και μόνο για να καταστραφούν, να εξαφανιστούν και να αντικατασταθούν σε έναν ολοένα και αυξανόμενο ρυθμό. Είναι εκεί, το κράτος και οι οικονομολόγοι του καπιταλισμού να προσπαθούν να βρουν τους τρόπους να ενθαρρύνουν την εργατική δύναμη και να κινητοποιήσουν ένα νέο κύμα κατανάλωσης. Τα παιδιά των ελληνικών πόλεων με το καταστροφικό μένος τους, έθεσαν σε κίνηση ένα μπλοκάρισμα του καταναλωτικού shopping therapy και της ροής των εμπορευμάτων σε αρκετά οικονομικά κέντρα.

2. Επειδή επιθυμία μας είναι να πάψουμε να νιώθουμε ευγνώμονες για τις δουλειές απ’ όπου όλο και γρηγορότερα μας πετάνε έξω απ’ αυτόν τον “παράδεισο” του επιχειρηματικού και οικονομικού κόσμου. Αρνούμαστε να συνεχίσουμε να γινόμαστε ευέλικτα κενά όντα στις υπηρεσίες μιας αγοράς που έχει διαφύγει από τις δυνάμεις των ανθρώπων. Η μισθωτή εργασία δεν είναι τίποτα παραπάνω από στυγνός εκβιασμός κι όσο τα ποσοστά της ανεργίας αυξάνονται, αυτό γίνεται πιο εμφανές.

Όσοι ανάμεσά μας στηρίζονται σε προσωρινές/μαύρες δουλειές βλέπουν πώς η πρόσβαση στην αγορά εργασίας γίνεται ολοένα και πιο πολύπλοκη, πώς το δεδομένο της “μιας τίμιας δουλίτσας” γίνεται συνώνυμο του “προνομιούχου” εργαζομένου. Σ’ αυτό πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι πολλές δουλειές δεν έχουν την οποιαδήποτε κοινωνικής χρησιμότητα, αλλά αποτελούν συμπτώματα μιας οικονομίας εκτός ελέγχου. Δουλειές στις οποίες τελικά μπαίνουμε εξ’ αιτίας της ωμής αναγκαιότητας του μισθού.

Τα παιδιά στις ελληνικές πόλης, μέσα απ’ την καταστροφική τους βία, δήλωσαν μια άρνηση της κοινωνικής μηχανικής που τους μετατρέπει σε αγοραία προϊόντα.

3. Επειδή αυτό που συνέβη στην Ελλάδα, ξεκίνησε και ωρίμασε μέσα στη βία, δε σταμάτησε ποτέ εκεί. Έτσι, είδαμε μεταξύ άλλων, καταλήψεις σχολίων και πανεπιστημίων, επανοικειοποιήσεις δημαρχείων, καταλήψεις των γραφείων της ΓΣΕΕ, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών ώστε να μεταδίδονται προκηρύξεις των συνελεύσεων…  Όλα αυτά είναι η σπορά ενός γενικού εγχειρήματος αυτοοργάνωσης που στοχεύει στην οικοδόμηση εναλλακτικών από τις σημερινές αλλοτριωμένες και εμπορευματοποιημένες κοινωνικές σχέσεις.

Οι νεαροί εξεγερμένοι της Ελλάδας γνωρίζουν άμεσα ότι η καταστροφική οργή από μόνη της δεν είναι αρκετή για έναν ανοιχτό πόλεμο ενάντια στον κόσμο του κεφαλαίου, κι έχουν θέσει σε κίνηση μια πληθώρα από αυτοοργανωμένες δραστηριότητες.

4. Επειδή θέλουμε να σταματήσουμε τον πόνο, που δεχόμαστε εμείς, από την ενεργητική ή παθητική -δεν έχει σημασία- συμμετοχή μας στον καταστροφικό μηχανισμό παραγωγής, κυκλοφορίας και κατανάλωσης εμπορευμάτων.

Ερχόμαστε αντιμέτωποι με αμέτρητες αντιφάσεις στις ζωές μας: δουλεύουμε σε άχρηστες παραγωγικές διαδικασίες, οδηγούμε αμάξια σε δρόμους που περιζώνουν πολιτείες και κοιλάδες αναδύοντας τοξικά και νέφη. Καταναλώνουμε κινητά τηλέφωνα, ηλεκτρονικούς υπολογιστές και τηλεοράσεις, με μετασχηματιστές από ορυκτά του Κονγκό, χωρίς να μπορούμε να μη σκεφτούμε την ανθρωποσφαγή των παιδιών που εξορύσσουν τις πρώτες ύλες απ’ την Αφρική. Παίρνουμε ναρκωτικά ή -με συνταγή ιατρού- φαρμακευτικά βοηθήματα για να δραπετεύσουμε από μια πραγματικότητα επώδυνη και μπερδεμένη, προσαρμόζοντας έτσι τους εαυτούς μας στις επιταγές αυτής της κοινωνίας, ξεχνώντας τη λεηλασία που κρύβεται πίσω απ’ την “κανονικότητα” των εμπορευματικών σχέσεων…

Οι νεολαίοι στην Ελλάδα μας έδειξαν με ποιόν τρόπο να ονειρευόμαστε και πάλι, να ξεπερνούμε την πικρία και τη λύπη μας, να κερδίζουμε πίσω την ορμή που χάσαμε στην ενηλικίωση.

5. Επειδή όσο άδεια, κενή και υποβαθμισμένη μοιάζει η πραγματικότητα για μας, εμείς εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι όλα είναι δυνατά. Αν είναι να υπάρξει ένα μέλλον, αυτό θα είναι αναγκαστικά προϊόν της ανασύνθεσης της ανθρώπινης κοινωνίας σε νέα θεμέλια, διαφορετικά.

Είναι λοιπόν αυτή η ανασύνθεση στην οποία στοχεύουν όλη η ευφυία μας κι όλος ο κόπος μας: η κατάργηση του κράτους και η αντικατάστασή του από αμέτρητες μικρές κι ομόσπονδες κοινότητες. Η λογική εγκατάλειψη των σημερινών μέσων παραγωγής που είναι περιττά, και η αυτοδιεύθυνση κάθε κοινωνικής δραστηριότητας, η ρύθμιση της ζωής από συνελεύσης που θα οργανώνουν βασικά καθήκοντα. Η καταστροφή των επιθετικών τεχνολογιών που ενισχύουν μια τεράστια και περίπλοκη κοινωνική οργάνωση εγείροντας ιεραρχίες, συστήματα ελέγχου, μηχανισμούς/θεσμούς καταστολής… Η ολοκληρωτική κατάργηση της μισθωτής εργασίας και η μετατροπή της εργασίας σε παιχνίδι, μια ριζική επαναδιευθέτηση των αναγκών μας, μια εναλλασσόμενη διανομή των κοινών εργασιών μεταξύ όλων όσων είμαστε ικανοί για το κάθε έργο, κατάργηση του χρήματος και αντικατάστασή του από την οικειοθελή ανταλλαγή… επανεφυεύρεση πιο φυσικών τρόπων ζωής…

Θεωρούμε τους εαυτούς μας μέρος αυτό του εγχειρήματος, απλά και μόνο γιατί είναι τόσο η θέλησή μας όσο και απόλυτη αναγκαιότητα.

Σύντροφοι από το Logroño

***

Ελεύθερη μετάφραση του κειμένου. Στα αγγλικά στο aiming further-striking better. Το Λογκρόνιο είναι μια πόλη 190.000 κατοίκων κοντά στη Χώρα των Βάσκων, υπήρξε ισχυρή έδρα των επαναστατών μέχρι την ήττα στον εμφύλιο του 1936, αλλά και εργατικών αγώνων τα πρώτα χρόνια μετά τον φρανκισμό.

Categories
Uncategorized

Τα καλύτερα νέα του Μήνα

20 Νοέμβρη 2009

Σαν φθινοπωρινή βροχή…

Καβάλα: Στα πλαίσια του κύματος μαθητικών καταλήψεων που επανεμφανίζεται με σχεδόν ετήσια περιοδικότητα τα τελευταία χρόνια, αμφισβητώντας την εντατικοποίηση της εκπαίδευσης και επανοικειοποιούμενοι προσωρινά τους σχολικούς χώρους, οι μαθητές του 7ου Γυμνασίου Καβάλας αποφάσισαν να κάνουν κατάληψη στο σχολίο τους, χωρίς αιτήματα. Και σαν να μην ήταν αρκετό αυτό το σοκ για όλους τους απολογητές του διαλόγου, δε δίστασαν να διώξουν από πάνω και τους δημοσιογράφους που πλησίασαν το σχολείο τους, βρίζοντάς τους και κραδαίνοντας αλυσίδες! Πάντα τέτοια… (Η κατάληψη έληξε “αφανώς” μετά από πιέσεις στις οικογένειες των παιδιών).

Πηγή: http://eglimatikotita.blogspot.com/2009/11/21-2009-1813-7-kavalanet.html

6Δεκέμβρη 2009

έξω αντιεξέγερση, μέσα αντίσταση

Εμείς, κρατούμενοι της Β’ πτέρυγας της φυλακής Λάρισας απέχουμε σήμερα από το συσσίτιο για να τιμήσουμε τη μνήμη του αδικοχαμένου Αλέξη Γρηγορόπουλου και να εκφράσουμε την αντίδραση μας στις κρατικές δολοφονίες και εξευτελισμούς, στην καθημερινή τρομοκράτηση της ζωής όλων μας…
Γιατί ο αγώνας για ελευθερία και αξιοπρέπεια δε φυλακίζεται ούτε καταστέλλεται!
Κυριακή, 6-12-2009. -κρατούμενοι της Β’ πτέρυγας φυλακής Λάρισας
Στην αποχή συσσιτίου συμμετείχαν επίσης οι κρατούμενοι των φυλακών:
Αλικαρνασσός, Άμφισσα, Αυλώνα, Βόλος, Γιάννενα, Γρεβενά, Διαβατά (ισόγειο και Α πτέρυγα), Δομοκός, Θήβα, Κέρκυρα (Γ, Δ, Η και Θ πτέρυγες), Κομοτηνή, Κορυδαλλός (Γ και Δ πτέρυγες), Κως, Λάρισα (Β πτέρυγα), Μαλανδρίνο, Ναύπλιο, Νεάπολη, Πάτρα (Β και Γ πτέρυγες), Τρίκαλα, Χαλκίδα, Χανιά, Χίος

28 Γενάρη 2010

ο κοινωνικός αυτοματισμός σε κρίση

Χωρίς να μπούμε στην ουσία της κρίσης στον αγροτικό τομέα, καθότι δεν είναι σκοπός της σελίδας αυτός, αυτόν τον μήνα, το respect πάει στους αδέσμευτους αγρότες των μπλόκων και ιδιαίτερα τους έλληνες και βούλγαρους που κλείνουν από σήμερα από δυο μεριές τα σύνορα στον Προμαχώνα. Κι αυτό έχοντας απέναντί τους το σύνολο των ΜΜΕ και του “εμπορικού κόσμου” των μαγαζατόρων, αλλά κι ένα επιπλέον κράτος-απεργοσπάστη: τη Βουλγαρία (πιέσεις στο ελλ. κράτος για αποζημιώσεις αλλά και στην Ε.Ε. για παρέμβαση ώστε να καταλυθούν τα μπλόκα!). Εύφημος μνεία αρμόζει -εκτός απο κείνους τους Χαλκιδικιώτες που πέρασαν μες απ’ το μπλόκο των ΜΑΤ με τα τρακτέρ στην Ν. Τρίγλια!) στους αγρότες του Προμαχώνα, για τον υψηλό βαθμό επινοητικότητας και αυτονομίας του αγώνα τους: για πρώτη φορά λοιπόν έχουμε μπλόκα σιδηροδρόμων (έχει σημασία ότι κάτι τέτοιο έγινε αφενός μεν χωρίς καμιά συνεννόηση με τις αρχές αλλα και λόγω κοινωνικότητας και όρων του συγκεκριμένου αγώνα χωρίς να ξεδιπλωθεί μια συντριπτική αντεπίθεση του κράτους, όπως είχε γίνει στην περίπτωση των γάλλων σαμποτέρ πρόπερσι), καθώς και κινήσεις όπως ολιγόωρα ανοίγματα των συνόρων για ευπαθή προϊόντα κι ανθρωπιστικούς λόγους, λαϊκά γλέντια στα μπλόκα, μοιράσματα προϊόντων, αλλά και κάλυψη των πινακίδων μετά από απειλές της εισαγγελείας… Όσον αφορά την αυτονομία του αγώνα αυτή τη στιγμή, αρκεί να πούμε πως ο παραγκωνισμός των κομματικών έγινε εύκολα αντιληπτός ως “ανυπαρξία κεντρικής γραμμής” και ανεξαρτησίας του κάθε μπλόκου. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως η στάση τους αφενός μεν απέναντι στην ελλ. κυβέρνηση (αποχή από το διάλογο-παρωδία, για την οποία οι Αδέσμευτοι Αγροτικοί Σύλλογοι Σερρών κέρδισαν τον τιμητικό για κάθε αγωνιζόμενο, χαρακτηρισμό προβοκάτορες από την αρμόδια υπουργό, την οποία στη συνέχεια κάλεσαν να τους επισκεφτεί αυτή για τον όποιο διάλογο) κίνηση εξαιρετικής συμβολικής σημασίας για την νέα αντίληψη απέναντι στο κράτος, όπως μαρτυρά και το ανάλογο κάλεσμα του βούλγαρου πρωθυπουργού στα μπλόκα: η διαπραγμάτευση δηλαδή με την άλλη πλευρά έγινε “πρόσωπο με πρόσωπο” όπως ζήτησαν οι ίδιοι, κι όχι μέσω της διαμεσολάβησης του κράτους/κυβέρνησης-κηδεμόνα (ούτως ή άλλως χρεωκοπημένου και δεσμευμένου στην ευρωπαϊκή προοπτική εκμηδένισης των σημερινών αγροτών στο βωμό της βιομηχανικής γεωργίας) που τίθεται εκ των πραγμάτων απεναντι. Κι αυτό το απέναντι πραγματώνεται με πλήθος γνωστών και άγνωστων επιθέσεων, από ο ξαμόλυμα κρατικοδίαιτων στρατών δημοσιογράφων ενάντια σε κάθε κινητοποίηση μέχρι και τις επιθέσεις ακόμα και με μολότοφ εναντίων μπλόκων. Οι αγρότες φαίνεται να μη μασάνε πάντως. Στο κάτω κάτω, αυτοί παράγουν τον όποιο πλούτο αυτής της χώρας, κι αυτοί θα έχουν την τελευταία λέξη.
Και κάτι ακόμα, αν και δεν έχει (άμεση) σχέση με το περιεχόμενο της σελίδας, αξίζει ιδιαίτερη προσοχή: Στα μίντια πέρασε στα ψιλά γράμματα ως ένα ακόμη “φιάσκο” της αστυνομίας, αλλά στην πραγματικότητα δεν πρόκειται παρά για έναν επίσημο κρατικό μηχανισμό δημιουργίας προβοκατσιών. Ονομάζεται Ειδική Υπηρεσία Εσωτερικών Ελέγχων της Αστυνομίας και στις 24/12 πραγματοποίησε το πρώτο της(;) χτύπημα στην αστυνομική διεύθυνση Πειραιά, βουτώντας μια μοτοσικλέτα κάτω απ’ την μύτη των φρουρών. Το νου μας λοιπόν.

6 Φλεβάρη 2010

το κράτος, οι παρα-κρατικοί, και το κουμάντο του δημόσιου χώρου

Η κατάληψη, και υπεράσπιση από τους φασίστες, του δημόσιου χώρου στα Προπύλαια αποκτά εξαιρετική αξία ακόμη κάτω από ένα διαφορετικό πρίσμα: τους τελευταίους μήνες ένα κομμάτι της Αριστεράς -με πρόσχημα την φασιστική απειλή- καταβάλλει εντελώς συνειδητά μεθοδικές προσπάθειες να καθιερώσει και να νομιμοποιήσει κοινωνικά την αστυνομία ως ρυθμιστή του δημόσιου χώρου και κατ’ επέκταση του δημόσιου λόγου. Υπάρχει ένα τεράστιο άλμα απ’ το να βγαίνει κανείς στα κανάλια για να κλαψούρισει για την φασιστική απειλή, μέχρι το να προσκαλεί ανοιχτά και επίσημα τις δυνάμεις καταστολής στους δρόμους και στις διαδηλώσεις, ώστε να τον προφυλάξουν απ’ τους φασίστες. Κατ’ αυτόν τον τρόπο: Αφενός συντείνουν στην φασιστική προπαγάνδα παρουσιάζοντας τον φασισμό ως “διωκώμενο” “εχθρό” του δημοκρατικού κράτους, αλλά κυρίως στο προφίλ του δημοκρατικού κράτους ως “ουδέτερου μεσολαβητή” ή ακόμα και φύλακα απ’ τον φασισμό (στην περίπτωση της Ελλάδας, εγχείρημα τόσο γελοίο που μόνο αυτοί θα μπορούσαν να το αναλάβουν), κι αφετέρου καλλιεργούν την ηττοπάθεια και την ανάθεση στο κράτος ως ενδεδειγμένη στάση αγώνα.

Η πολιτική τους αυτή έχει συγκεκριμένο ιστορικό προηγούμενο, με κύριο σημείο εφαρμογής την Αγγλία, και η τάξη μας έχει πληρώσει κι ακόμα πληρώνει ακριβά. Η άφιξη των βρετανών επιτελών του υπ. προ.πο. και η εφαρμογή χαρακτηριστικών κατασταλτικών μεθόδων στα Εξάρχεια και σε διαδηλώσεις υποδεικνύουν ότι η πρόσκληση που απευθύνουν οι αντιρατσιστές μας στον υπουργό δύσκολα θα μείνει ανεκμετάλλευτη. Τρόπος να εκμηδενίσουμε τις καταστροφικές, για την προλεταριακή χρήση του δημόσιου χώρου, συνέπειες υπάρχουν: Η άμεση και πρακτική απομόνωση, αν όχι ανοιχτή αποκήρυξη, των συγκεκριμένων πρακτικών και των φορέων τους. Ως γνωστόν, η διαπραγματευτική αξία τους έγκειται στο βαθμό που μπορούν να παρουσιάζονται ως εκφραστές ενός ευρύτερου χώρου. Ασφαλώς, θα πρέπει να περιμένουμε κάποιες κατηγορίες για αντισυντροφική στάση, που ακόμα αφήνει έκθετους στους φασίστες το συγκεκριμένο κομμάτι του “κινήματος”. Είμαστε βέβαιοι όμως, πως στους συντρόφους μας δε συγκαταλέγονται αυτοί που στρώνουν το χαλί της αστυνομίας. Στα τέλη του μήνα και με αφορμή την απόλυση στις εκδόσεις Άγρα για την οποία σε μεγάλο μέρος της δε θα καταφέρει να πάρει μια σαφή θέση, η αποσύνθεση στο χώρο αυτής της μισο-χωμένης στα κρατικά πόστα Αριστεράς θα γίνει ακόμα πιο εμφανής. Οφείλουμε να την καλωσορίσουμε σε συνδυασμό με την έντονη ανεξαρτησία του κινήματος απ’ τις παραδοσιακές δομές της, μετά τον Δεκέμβρη όπως εκδηλώθηκε και στην απεργία της 24/2.

5 Μάρτη 2010

Απρίλης 2010

Η συναίνεση γκρεμίζεται από πάνω. Η σύνεση -των απο κάτω- δε θ’ αργήσει…

Μάης 2010

Τουλάχιστον δεν είναι τόσο άσχημα όσο θα μπορούσε

Κλικ εδώ για να διαβάσετε το μοναδικό κείμενο στο νετ που ΔΕΝ θα βρείτε στο κεντρικό του ιντυμίντια για τα γεγονότα της 5/5.

Ιούνης 2010

καθώς οι εχθροπραξίες συνεχίζονται…

Το γιατρικό για όλα τα προβλήματα του Κράτους μετράει τις πληγές του, στο επίπεδο που έχει ορίσει το ίδιο ως κεντρικό σημείο της ταξικής σύγκρουσης απ’ τον Δεκέμβρη κι έπειτα, και που αναμένεται να εστιάσει ακόμα περισσότερο όσο εξελίσσεται η καπιταλιστική κρίση. 4/6: Δεκάδες κάτοικοι παίρνουν στο κυνήγι μπάτσους που εισέβαλαν στα Ανώγεια, με αφορμή γλέντι -μετά μπαλωθιών- σε σπίτι, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στον οικοδεσπότη κι άλλους 6 συγχωριανούς τους να διαφύγουν τη σύλληψη. 29/6 συλλογική απόδραση κρατουμένων από το ΑΤ Νέου Κόσμου. 29/6 επίσης: Μάχες σώμα με σώμα με τις αστυνομικές συμμορίες στη γενική απεργία, και εποικοδομητικές δράσεις στο προσωρινά απελευθερωμένο έδαφος, όπως απαλλοτριώσεις σουπερ-μάρκετ και πρακτική απαγόρευση της εθνικιστικής σύγχυσης στην πορεία.

Ιούλης 2010

κι αφού καταλαγιάσει ο αχός, δεν μένει παρά ν αρχίσει η λεηλασία

Κι αφού δεν κερδίζουμε (ως τάξη τέλος πάντων): μετά και την ήττα της απεργίας των ιδιοκτητών-φορτηγατζήδων (οι οποίοι πήγαν άπατοι και άκλαυτοι, εξαργυρώνοντας εν μέρει και την περιφρόνησή τους σε απεργίες αγροτών κ.α.), ένα-ένα τα κομμάτια της τάξης που σε παλιότερους κοινωνικούς συσχετισμούς είχαν ανελιχθεί πετυχαίνοντας το ένα ή το άλλο προνόμιο (βλ. “συντεχνίες”, “ρετιρέ” και λοιποί “βολεμένοι” που δε δουλεύουν ακόμα για 5 κατοστάρικα μαύρα), θα κληθούν ένα-ένα προς ρευστοποίηση. Υπάρχει άραγε αλληλεγγύη μεταξύ μικροαστών; Μένει ν’ αποδειχτεί. Προς το παρόν, μια ωραία κίνηση με παιγνιώδη άποψη για την νομιμότητα εν καιρώ καπιταλιστικής κρίσης, υπερσυσσώρευσης σε κάθε πεδίο και τα ρέστα:

“Μετά την απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου της Αθήνας να κηρύξει παράνομη και καταχρηστική την απεργία τους […] οι Ελεγκτές Εναέριας Κυκλοφορίας […] ανακοίνωσαν ότι θα τηρήσουν αυστηρά τους κανονισμούς ασφαλείας για τη χωρητικότητα του εναέριου χώρου. […] Αυτό όμως θα επιφέρει αναστάτωση στο πρόγραμμα των πτήσεων τα αεροπορικών εταιριών, δεδομένου ότι το καλοκαίρι η κίνηση είναι μεγαλύτερη.  […] Μέχρι το απόγευμα της Κυριακής, σε πάνω από 120 πτήσεις από το διεθνές αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» σημειώθηκαν καθυστερήσεις ενώ τουλάχιστον τρεις ακυρώθηκαν […] Στην Κύπρο, συνολικά 400 πτήσεις έχουν επηρεαστεί […] Τελικά, οι ελεγκτές ανέστειλαν την απεργία του Σαββάτου καθώς λύθηκε το θέμα με την ανάκληση των θερινών αδειών τους.

Εκ μέρους του κοινωνικού αυτοματισμού τοποθετήθηκε […] ο Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Ανδρέας Ανδρεάδης, λέγοντας […]  η στιγμή είναι ακατάλληλη […] ουσιαστικά στρέφεται κατά της Ελλάδας και συμβάλλει αφού για μια ακόμη φορά η Ελλάδα πρωταγωνιστεί στα διεθνή ΜΜΕ με αρνητικές ειδήσεις. Οι ανταγωνιστές μας περιμένουν στη γωνία, δήλωσε με νόημα και τόνισε ότι τη στιγμή που η Τουρκία σημειώνει αύξηση 20%, εμείς θα έχουμε πτώση εσόδων 10% για φέτος.

Αύγουστος 2010

Αυτό. Οπωσδήποτε αυτό.

Σεπτέμβρης 2010

“…δεκατρείς κρατούμενοι του Α. Τ. Ομονοίας προφασίστηκαν αιφνίδιο πρόβλημα υγείας και ζητούσαν την άμεση μεταφορά τους σε νοσοκομεία, γι’ αυτό και οι δυο ειδικοί φρουροί που είχαν βάρδια την ώρα εκείνη στα κρατητήρια, άνοιξαν την πόρτα[…] Κατάφεραν να διαφύγουν συνολικά επτά, εκ των οποίων τέσσερις Παλαιστίνιοι, δύο Ιρακινοί και ένας Αφγανός, οι οποίοι αναζητούνται. -Καλή λευτεριά!

Οκτώβρης 2010

Οι μαθητές κι οι μαθήτριες των Χανίων. [candia alternativa] [trolls]. Κι οι γονείς ήταν εντάξει [candia].

Νοέμβρης 2010

Respect: στους Τσιγγάνους των Διαβατών [εργαλείο] και της Ταμπακαριάς Μεσολογγίου (άσυλο κοινωνικό!) [http://lepantotv.com/lepanto/?p=680]

Δεκέμβρης 2010

Οβριόκαστρο – Κερατέα

…με κινητικότητα κι ασφάλεια (αφήνοντας όσο λιγότερους στόχους γίνεται στον εχθρό), χρόνο και στρατηγική (την ιδέα της μετατροπής κάθε υποκειμενικής επιφύλαξης σε φιλικότητα), η νίκη δεν μπορεί παρά να είναι των ανταρτών, μιας κι όλοι οι αλγεβρικοί παράγοντες είναι τελικά αποφασιστικοί, κι εναντίον τους κάθε εκσυγχρονισμός των μέσων ή της μορφής πολέμου είναι τελικά μάταιος. – Wu Ming 1

Γενάρης 2011

Οι Τσιγγάνοι του Μενιδιού, που δεν έσκυψαν το κεφάλι μπρος στο licence to kill των μπασιτζήδων της ελληνικής δημοκρατίας, ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός της οποίας καλό είναι να μην πολυκυκλοφορεί, καθώς και οι Κερατιώτες που συνεχίζουν να χαρίζουν χαμόγελα:)

Φλεβάρης 2011

Να τους δω να τρέχουν
Να τους δω να τρέχουν

“Προβληματισμός επικρατεί το τελευταίο διάστημα για τις επιθέσεις-φραστικές και άλλες ακόμα χειρότερης μορφής- εναντίον πολιτικών, ειδικά κάποιων που φαίνεται να είναι στο στόχαστρο και να αποτελούν «κόκκινο πανί». Προβληματισμός, τόσο στον πολιτικό κόσμο, όσο βέβαια κατ επέκταση και σε διοργανωτές διαφόρων εκδηλώσεων με προσκεκλημένους τους πολιτικούς αυτούς ειδικά. Πιο πρόσφατο παράδειγμα η φραστική επίθεση στον αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Θεοδ Πάγκαλο  από Έλληνες φοιτητές στη Γαλλία, στο Παρίσι.”

Πηγή: http://www.daypress.gr/index.aspx?aid=3738&cid=19

“«Θα μας πάρουν με τις πέτρες» είχε πει πριν από μήνες ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, αλλά οι πολίτες φαίνεται ότι διαφωνούν ακόμα και σε αυτό. Προτιμούν τα γιαούρτια και τα αυγά. Έτσι μετά τις επιθέσεις με πλαστικά μπουκάλια στον αναπληρωτή υπουργό Εθνικής Άμυνας, Πάνο Μπεγλίτη, και τις φραστικές επιθέσεις κατά του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΠΑΣΟΚ, Χρ. Πρωτόπαπα, επεισόδιο σημειώθηκε και σε βάρος του υφυπουργού εργασίας, Βασίλη Κεγκέρογλου. Η επίθεση κατά του κ. Κεγκέρογλου έγινε στην Πάτρα, όταν ομάδα νεαρών συγκεντρώθηκε στην Αγορά Αργύρη, όπου ήταν προγραμματισμένο να μιλήσει ο κ. Κεγκέρογλου. Με την εμφάνιση του υφυπουργού οι νεαροί άρχισαν να εκτοξεύουν γιαούρτια και αυγά προς το μέρος του. Οι νεαροί αποχώρησαν μόνο όταν εμφανίστηκαν στην περιοχή αστυνομικές δυνάμεις.”

Πηγή: http://www.e-magazino.gr/index.php/eidiseis/epikairotita/ksekinisan-ta-giaourtomata-se-ipourgous.html

Μάρτης 2011

Προς ένα άνοιγμα της κυνηγετικής περιόδου: Προεόρτια

25 Μαρτίου και στη Σύρο, στο ίδιο πνεύμα όπως και αλλού, οι μαθητές “Έστρεψαν τα κεφάλια τους προς τους συμμαθητές τους που δεν συμμετείχαν στην παρέλαση και το άγαλμα του ήρωα της επανάστασης Ανδρέα Μιαούλη και όχι προς την εξέδρα των επισήμων απαξιώνοντας έτσι την παρουσία τους στις εορταστικές εκδηλώσεις“. Must see: youtube

Απρίλης 2011

Αντιμέτρα…

Μάης 2011

“Να μην υπάρχουν συγκεκριμένα αιτήματα, διότι δεν πρέπει να αναγνωρίζουμε κανένα  πολιτικό σύστημα. Να γίνεται συζήτηση περί δημοκρατίας και να δημιουργούμε. Οι ομάδες εργασίας να προκαλέσουν συνθήκες νέες. “Δεν ήρθαμε να διαμαρτυρηθούμε απέναντι σε ό,τι γίνεται αλλά να πάρουμε την τύχη μας στα χέρια μας”. Χρειάζεται αυτοοργάνωση & ανάληψη προσωπικής ευθύνης.” – από τα πρακτικά της ανοιχτής συνέλευσης Λευκού Πύργου

Ιούνης 2011

Again and again until the land is ours...

Ιούλης 2011

ούτε με ΕΛΕ ούτε με το ΚΝΑΤΟ, ζήτω το παγκόσμιο κουκουλοφοριάτο

ιδέες και λύσεις για άμεση προλεταριακή άρνηση του χρέους

Αύγουστος 2011

Σεπτέμβρης 2011

Οκτώβρης 2011

Καλά νέα γιόκ. Νιέμα. Ρίχτε μια ματιά εδώ πάντως, να κάνετε στομάχι απ’ τα γέλια.

 

 

Categories
Uncategorized

Όσον αφορά τους Βαρβάρους – Bleu Marin

Όσον αφορά τους Βαρβάρους | Bleu Marin

Πρώτη έκδοση: Bleu Marin, Anti-copyright, Αύγουστος 2002

Μετάφραση από τα ιταλικά στα αγγλικά: Diavolo in Corpo

Δημοσιεύτηκε στα αγγλικά στο φανζίν Killing King Abacus

Μετάφραση στα ελληνικά: Bezmotivnik, Σαλονίκη, Γενάρης 2008

«Αν δε γνωρίζω μια γλώσσα, είμαι ένας βάρβαρος γι αυτόν που την μιλάει, κι αυτός που την μιλάει θα είναι ένας βάρβαρος για μένα». Παύλος, Πρώτη επιστολή προς Κορινθίους

«Ο Πολιτισμός έρχεται στο τέλος του, όταν οι βάρβαροι πληθαίνουν» – Karl Krauss

Στην καρδιά της πόλης

Η ιστορία ενός πολιτισμού είναι ταυτόχρονα η ιστορία του μετασχηματισμού της γλώσσας του. Μια κοινωνία αναπτύσσεται γύρω από τη γνώση της, η οποία αρθρώνεται μέσα στην γλώσσα, η οποία με τη σειρά της καθιστά συνεκτική την ίδια τη σκέψη. Οι άνθρωποι δρουν βάσει των επιθυμιών τους, επιθυμούν βάσει της γνώσης τους, γνωρίζουν βάσει της σκέψης τους, και σκέφτονται βάσει της γλώσσας τους. Η μορφή και το περιεχόμενο αυτής της τελευταίας είναι ταυτόχρονα η συνθήκη και το αποτέλεσμα του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων. Η κυρίαρχη γλώσσα μιας εποχής είναι λοιπόν πάντοτε η γλώσσα αυτών που κυριαρχούν κοινωνικά την εποχή αυτή. Αν υπάρχει κάποια ιδέα που να εκφράζει ξεκάθαρα τη σχέση μεταξύ της γλώσσας και της κοινωνίας είναι αυτή του βάρβαρου. Για τους έλληνες ο βάρβαρος ήταν ο ξένος. Την ίδια στιγμή ήταν επίσης ο κατώτερος, καθώς οποιοσδήποτε δεν μπορούσε να χειριστεί τη γλώσσα της Πόλεως, προσδιοριζόταν αρνητικά. Η προέλευση της λέξης έχει να κάνει με την έλλειψη του Λόγου, της συνομιλίας. Αν αναλογιστούμε πως ο Αριστοτέλης προσδιόρισε τον άνθρωπο ως ένα «πολιτικό ον» και ως ένα «ζώο προικισμένο με τον Λόγο»,ακολούθως, ταυτίζοντας την γλώσσα με την πολιτική, ο βάρβαρος εξορίζεται όχι μόνον από την πόλη, αλλά από την ίδια την ανθρώπινη κοινότητα. Ο βάρβαρος είναι ένας μη-άνθρωπος, ένα τέρας.

Ο Λόγος επί το έργον

Ο λόγος δεν είναι απλά η συνομιλία ή η γλώσσα, αλλά είναι επίσης η επιστήμη, οι νόμοι, η λογική, η τάξη (τόσο με την έννοια μιας ρυθμιστικής αρχής όσο και της κατάστασης που συνδέει και εκφράζει την πολυπλοκότητα που αποτελεί την πραγματικότητα). Όλες αυτές οι σημασίες συνυπάρχουν ταυτόχρονα στη λέξη Λόγος, η οποία είναι προφανώς αμετάφραστη (στα αγγλικά ένας όρος που πλησιάζει τον λόγο είναι ίσως το expression=έκφραση). Έχοντας απλά όλα αυτά κατά νου, μπορεί να αντιληφθεί κανείς τον αριστοτελικό ορισμό του ανθρώπου, καθώς και τη φύση του αντιθέτου του, του βάρβαρου. Η πρώτη εμφάνιση της λέξης λόγος καταγράφεται στα αποσπάσματα του Ηράκλειτου (4ος με 5ο αιώνα π.χ.) όπου ορισμένα σημεία, υποδεικνύουν ταυτόχρονα μια κοσμική αρχή, την απόλυτη τάξη της πραγματικότητας με όλες τις πολύπλοκες εκφράσεις της, την ανθρώπινη κατανόηση της τάξη αυτής και την καθεαυτή αντίληψη του Ηράκλειτου. Ήδη στα αποσπάσματα αυτά, το στοιχείο όπου εντοπίζεται η κοινότητα μεταξύ των ανθρώπων συνίσταται στον λόγο.

Από την εποχή των ομηρικών επών, ο κοινός τόπος είναι η συνέλευση όπου οι πολεμιστές μοιράζονταν τόσο τα συλλογικά αγαθά, αποκτημένα μέσα σε λεηλασίες και πολέμους, όσο και το διάλογο. Αυτή η σχέση μεταξύ του κέντρου και του στοιχείου κοινότητας μεταφέρθηκε στην Αγορά, δηλαδή στην πλατεία της πόλης, τον χώρο των πολιτικών αποφάσεων. Οι κατηγορίες του δημοσίου διαλόγου, δείχνουν ακριβώς την πράξη της καθέλκυσης των λέξεων (κατά-) μέσα στη συνέλευση (αγορά) όπου θα υποβληθούν στη γενική κρίση. Ο βάρβαρος είναι λοιπόν αυτός που στέκεται εκτός των κατηγοριών, αυτός που μη έχοντας πρόσβαση στην αγορά, είναι αποκλεισμένος από τη δημόσια ζωή. Ξένος μέσα στο ίδιο του το σπίτι, τραυλός για τη γλώσσα της πόλης, μένει να ενωθεί με τον εξωτερικό εχθρό. Η γυναίκα και ο σκλάβος, αυτοί που αποκλείστηκαν από το διάλογο (διάλογος δηλαδή τάξη, λόγος και νόμοι), αυτοί οι υπήκοοι της εσωτερικής αποικίας, αναπαριστούν δυο κατώτατα σκαλιά στην κλίμακα που καταλήγει στη χειρότερη βαναυσότητα που υπάρχει και αντιπροσωπεύεται από τον βάρβαρο, τον κατώτερο, τον εχθρό.

Η εξουσία των συνελεύσεων ανήκει σ αυτούς που γνωρίζουν την τέχνη της ρητορικής, τις τεχνικές για να καρπώνονται οι ίδιοι τις χάρες της πανίσχυρης θεάς Πειθούς. Όσο περισσότερο έχει κανείς τον χρόνο για να κερδίσει την εύνοιά της, τόσο περισσότερο μπορεί να εξασκήσει τη δύναμή της, επιβάλλοντας τον λόγο του ως κοινό λόγο, εκμηδενίζοντας τους υπόλοιπους λόγους ως ιδιωτικούς. «Η δύναμη των λόγων στο πνεύμα εκείνου που πείθει είναι σαν αυτή του αφέντη πάνω στον δούλο, με τη διαφορά ότι το πνεύμα υποπίπτει στη δουλεία όχι με την ισχύ αλλά με την μυστηριώδη πίεση που ασκείται στη συγκατάβασή του» έγραφε ο Πλάτων στον «Φίληβο», σκιαγραφώντας επιδέξια την κυρίαρχη δύναμη της γλώσσας. Όμως είναι σημαντικό, όχι μόνο να αναγνωρίζουμε ότι στην πολιτική ο διάλογος είναι ένα όπλο πολέμου, αλλά επίσης να ερευνούμε τη σχέση που συνδέει το όπλο αυτό με όλα τα υπόλοιπα. Μόνο ένας που έχει στην κατοχή του σκλάβους που εργάζονται γι αυτόν μπορεί να σκλαβώσει άλλους με τα λόγια του. Η δραστηριότητα των υποκειμένων έχει ήδη εξειδικευτεί από τη στιγμή που ένας ιεραρχικός και ανώτερος ρόλος αποδόθηκε στον κόσμο. Η διαίρεση μεταξύ χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας, εν τω μεταξύ μετασχηματίζει τη δραστηριότητα των σκλάβων σε συσσώρευση αντικειμένων (κι έπειτα χρήματος και μηχανών) για τον αφέντη, ενδυναμώνοντας τον λόγο του τελευταίου. «Αυτή είναι η μοίρα της λογικής της γλώσσας, όταν η λέξη είναι όλο το νόημα, το κυρίαρχο νόημα δε χάνει στιγμή προκειμένου να οικειοποιηθεί όλες τις λέξεις» (G. Cesarano). Όμως η «μυστηριώδης πίεση» που εξασκείται στη συγκατάβαση του σκλάβου δε θα ήταν αρκετή αν η γλώσσα του σώματος δεν υποβαθμιζόταν στην εθιστική ορθολογικότητα της εργασίας. Είναι μέσα από την παραγωγή εργασίας που η οικονομία παρήγαγε τη δική της γλώσσα. Έτσι, καταλαβαίνει κανείς καλύτερα γιατί ο έλεγχος της γλώσσας των εκμεταλλευομένων ήταν πάντοτε μια προτεραιότητα των εκμεταλλευτών. Προκειμένου να διαμορφώσει αρχικά τη λογική του διαλόγου, κάθε εξουσία (εις βάρος της βαρβαρικής λογικής του σώματος) οφείλει να δώσει στους ανίσχυρους μια ολοένα και μειούμενη λογική. Το «Εγώ» που μιλάει είναι μια φιγούρα που αναπαριστά το σώμα του υποκειμένου (η σωματική πραγματικότητα είναι η πρώτη εργατική δύναμη) όπως το κράτος, ο φορέας του δημοσίου διαλόγου, αναπαριστά το σύνολο της κοινωνίας. Όσο αυξάνεται ο εσωτερικός διάλογος του υποκειμένου –η συνείδησή του– προσαρμόζεται στην κυρίαρχη γλώσσα, αυξάνεται η συγκατάβασή του, εξασφαλίζεται η υποταγή του. Με την έννοια αυτή, το κεφάλαιο, η νεκρή εργασία μιας ζωής περιορισμένης στην επιβίωση, είναι ο ίδιος ο «διάλογος», «η οργάνωση των μη-πραγματικών νοημάτων», η μηχανική λογική, το φανταστικό παιχνίδι της αναπαράστασης (G. Cesarano). Είναι αυτό που φέρνει τη γλώσσα που σβήνει τα πάθη να συνομιλήσει με τα πάθη.

Μια πτήση προς τα πίσω

Όμως ας επιστρέψουμε στους βαρβάρους που μας εξιστορούν τον πολιτισμό, αυτό το πεδίο του λόγου και της πολιτικής, καλύτερα απ’ τον καθένα. Αν η αποδοχή της σύλληψης του βάρβαρου φέρει μέσα της μια έννοια ιδεολογίας της προόδου (ο βάρβαρος είναι το αντίθετο της λογικής, επιστημονικής και δημοκρατικής κοινωνίας, είναι ένα τερατούργημα, μια σιωπηλή απειλή, ανορθολογική βία, προκατάληψη, πισωγύρισμα κλπ) υπάρχει μια ολόκληρη πνευματική παράδοση για την οποία οι βάρβαροι είναι πιο σπουδαία όντα από τους πολιτισμένους καθώς είναι πιο κοντά στη φύση. Από τον Πολύβιο στον Cioran, μέσω του Τάκιτου και του Giuccardini, του Μακιαβέλι και του Μοντεσκιέ, του Ρουσσώ και του Leopardi μπορεί κανείς να εξοικειωθεί με την ιδέα ότι η παρόρμηση, αποσταγμένη περίτεχνα από τη φύση, είναι που ωθεί τον άνθρωπο προς τη γενναία δράση, ενώ η λογική, το προϊόν του πολιτισμού, τους κάνει υπολογιστές, κλεισμένους στον εαυτό τους, αιώνιους απορημένους. Ο Leopardi είπε ότι ένας λαός που θα αποτελούνταν μόνο από φιλοσόφους θα ήταν ο πιο δειλός και ανίκανος απ’ όλους, επειδή ακριβώς θα ήταν ο πιο πολιτισμένος. Η πτώση της Ρώμης και η «ελληνιστική παρακμή» χρησιμοποιούνται από τον Μοντεσκιέ σαν παραδείγματα γι αυτό το σκεπτικό. Από τους Γερμανούς του Τάκιτου και τους σύγχρονους Ούννους του Cioran, το συνδετικό νήμα αυτής της παράδοσης είναι η σύνδεση μεταξύ της κατάφασης του σώματος, της εύνοιας της φαντασίας, της γενναίας αρετής και της επιθυμίας για δράση. Πολύ συχνά, όταν έχουμε να κάνουμε με αυτή τη σύλληψη της ιστορίας, ο χρόνος του πολιτισμού επαναλαμβάνεται με έναν κυκλικό τρόπο, λόγω μιας υπερβολής (κι όχι μιας έλλειψης) πολιτισμού, γεννιούνται οι βάρβαροι, αυτή η καταιγίδα που στέλνει τον πολιτισμό στα σκουπίδια, κι ο χρόνος ξεκινά πάλι απ’ την αρχή.

Η ανάπτυξη ενός πολιτισμού μπορεί να συγκριθεί με αυτήν ενός ζωντανού οργανισμού, όπου η παιδική ηλικία ακολουθείται από την ωριμότητα κι έπειτα τα γηρατειά και το θάνατο, στάδια που χαρακτηρίζονται από μια διαφορετική ζωτικότητα των παθών και της ευελιξίας. Η γλώσσα η ίδια αποτελεί μάρτυρα των διαφόρων σταδίων της ζωτικότητας μιας κουλτούρας (δεν είναι τυχαίο που γίνεται λόγος για βαρβαρισμούς της γλώσσας).

Αν η κριτική της προοδευτικής αντίληψης του πολιτισμού έχει οδηγηθεί στο μεγαλύτερο μέρος της από μια αντιδραστική κοσμοθεωρία (όπως για παράδειγμα οι Spengler και Schmitt), με μια πλειονότητα από βιολογικές και ιεραρχικές μεταφορές για έναν αγώνα για επιβίωση, οι επιθέσεις στην ιδεολογία της προόδου στο όνομα ενός άλλου διαφωτισμού δεν είναι ολότελα απούσες (για παράδειγμα στον Sorel και στον Adorno), ή παρμένες κατευθείαν από τους έλληνες όπως στον ίδιο τον Leopardi, στον Holderlin, στον Burkhardt και στον Νίτσε. Ή ακόμα, ιδωμένες μέσα από μια καλλιτεχνική τεχνογνωσία που καταστράφηκε κάτω από το βάρος της μηχανοποιημένης εργασίας (όπως για παράδειγμα στον William Morris).

Μηδενισμός ή βαρβαρότητα: ο δαίμονας της αναλογίας

Η περίπτωση του Leopardi είναι εξαιρετικής σημασίας. Σ αυτόν βρίσκουμε μια ελληνο-γεννή θέαση της ιστορίας (τα πάντα επαναλαμβάνονται, αν και δε γνωρίζουμε με σιγουριά σε ποιο σημείο της επανάληψης βρισκόμαστε), ένα έργο αποκάλυψης – υλιστικά αλλά όχι διαλεκτικά – των κυρίαρχων πολιτικών και θρησκευτικών ψεμάτων (με τον δικό του τρόπο, αν θέλετε, αλήθειας) και μια ριζοσπαστική κατάφαση στη ζωτική παρόρμηση την οποία έχει συντρίψει η σύγχρονη επιστήμη μαζί με τις άλλες εκδηλώσεις της υπολογιστικής λογικής. Η έννοια του βαρβάρου γίνεται δεκτή με αμφιθυμία. Δηλώνει πως ο πολιτισμός θα βρισκόταν στο ψηλότερο στάδιο της ανάπτυξής του (καθώς δεν είναι ο ύπνος, αλλά μάλλον η απολυταρχική αγρύπνια της λογικής που γεννά τέρατα), ότι η ζωτικότητα και η φυσική δύναμη που δεν έχει διαβρωθεί από τον μακάβριο εκλεπτυσμό του πολιτισμένου, είναι τελικά δεκτικές στο θαυμαστό και στο ενάρετο. Η αντίληψή του για τη βαρβαρότητα, ανάγεται στην νιτσεϊκή σύλληψη του μηδενισμού, που καταδεικνύει ταυτόχρονα έναν εχθρό και μια αναγκαιότητα, τυπική χριστιανική απογοήτευση μπροστά στην αντιπαράθεση μεταξύ της ζωής και του τραγικού, και του δημιουργού εκ του μηδενός, των κατεστημένων αξιών. Αυτά τα μυστικά παιχνιδίσματα του δαίμονα των αναλογιών δε θα ‘πρεπε να μας εκπλήσσουν. Μπορεί να παρατηρήσει κανείς ότι τόσο ο μηδενισμός όσο και η βαρβαρότητα είναι δυο λέξεις που συχνά εναλλάσσονται τόσο στα στόματα των συντηρητικών όσο και των επαναστατών. Πόσες φορές άραγε το κράτος και το κεφάλαιο περιγράφηκαν ως μηδενιστικά; Και μήπως δεν μπορούν αυτά, τα δυο τέρατα των απαγορεύσεων, να αρνηθούν όλες τις αξίες; Υποταγή, ανταγωνισμός, ρεαλιστική παραίτηση, ιδιόρρυθμη μοιρολατρία, μπορεί κανείς να πει ότι δεν είναι αξίες; Με τον ίδιο τρόπο, αυτό που περνιέται για βαρβαρότητα δεν είναι μόνο η φρενήρης καθημερινότητα του πολιτισμού αυτού, η αναστροφή των ονείρων της, εγκλωβισμένων σε ψυχοφάρμακα και ηλεκτρονικά ναρκωτικά. Από την άλλη, τι υπάρχει πέρα από τον σημερινό πολιτισμό της εξουσίας και της αγοράς; Η βαρβαρότητα είναι, πολύ συχνά, κάτι με το οποίο δεν είμαστε εξοικειωμένοι, και γι αυτόν το λόγο φαίνεται εχθρικό προς εμάς.

Γύρω από τέσσερις γωνίες

Ίσως η αμφιλεγόμενη έννοια του βαρβάρου είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός, πρώτα απ’ όλα αν θέλει κανείς να διατηρήσει αυτή την ενστικτώδη ευαισθησία απέναντι στην κοινωνική αναταραχή που φλέγεται κάτω από τις δικαστικές, γραφειοκρατικές κι εμπορικές αρχές μιας εποχής, δηλαδή αν θέλει κανείς να κατανοήσει ποιες είναι οι δυνάμεις που ασκούνται στο πεδίο.

Αν ο βάρβαρος είναι ένα ον στερημένο από Λόγο, είναι η φύση του Λόγου που πρέπει να αποσαφηνίσει τι σημαίνει η έλλειψή της. Για τον Λόγο, η καταπιεστική αρχή και η ανθρώπινη δυνατότητα μπερδεύονται, γίνονται ταυτόχρονα λογική, διάλογος, νόμος και κοινότητα. Η κριτική της προοδευτικής ιδεολογίας δεν μπορεί να συνίσταται σε μια κοινότυπη αντιστροφή των αξιών (για την οποία όλα όσα μοιάζουν να αντιτίθενται στον πολιτισμό γίνονται μια θετική θέση) μιας και το μόνο που κάνουμε έτσι είναι να μετατοπίζουμε το πρόβλημα στην προσέγγιση των υπόλοιπων όψεών του.

Είναι πιο αποτελεσματικό να γνωρίζουμε πώς να ξεχωρίζουμε αυτό που είναι υπερ-πολιτισμένο από αυτό που είναι απο-πολιτισμένο. Υπερ-πολιτισμός είναι η συμπλήρωση (με τη διπλή έννοια της πραγμάτωσης και της κατάληξης) του πολιτισμού, η ολοκληρωτική ανάδειξη της τεχνικής εξουσίας του. Η «βαρβαρότητα» ενός κόσμου που περνάει από το κυνήγι των «διασκεδάσεων» στο τρέξιμο πίσω από τις μάζες, από τις οικιακές συσκευές στην καταστροφή. Ο απο-πολιτισμός αντίθετα, είναι όλη εκείνη η υλική και πνευματική αυτονομία που μπορούν να πραγματώσουν τα άτομα δραπετεύοντας από αυτήν την ρομποτ-ο-ποιημένη κοινωνία: μια αναρχία των παθών που γκρεμίζει την εξημέρωση. Το ότι ένα ποτάμι είναι ελεύθερο από τσιμεντένια φράγματα και μόνον, δε σημαίνει ότι δε θα αφήσει τον εαυτό του να παρασυρθεί από τυχόν βράχους που θα βρεθούν στο δρόμο του, οδηγώντας τα νερά του σε ρεύματα που δεν είναι τα δικά του. Όμως δε θα γίνει ποτέ του μια τεχνητή λιμνούλα. Για να γυρίσουμε πάλι στο Λόγο, η σιωπή εκείνου που δεν έχει πια λόγια γιατί η ηλεκτρονική αλλοτρίωση του τα έχει στερήσει είναι υπερ-πολιτισμός. Όταν όμως νιώθει κανείς έναν πλούτο μέσα του που δεν μπορεί να παγιδευτεί σε λέξεις είναι από-πολιτισμός. Η διαταραχή ενός που δεν μπορεί να δεχτεί πια εντολές είναι από-πολιτισμός. Η διαταραχή που επιβαρύνει αυτόν που τις διεξάγει με τόσο ζήλο είναι υπερ-πολιτισμός. Είναι σαν δυο αντίρροποι δρόμοι για να διασχίσει κανείς την μιζέρια, δυο διαφορετικές μορφές της Ύβρης, κατά τους αρχαίους έλληνες. Μια κοινωνία ξεχωρίζει πάνω απ’ όλα, από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει την έπαρση, την τρομερή υποτίμηση απέναντί της.

Ο υπερ-πολιτισμός, τον οποίον ο πολιτισμός αποκαλεί βαρβαρότητα με σκοπό να δικαιολογήσει τον εαυτό του, είναι την ίδια στιγμή μια ριζική απομάκρυνση από τη φύση και το βάλτωμα μιας ορθολογικότητας που προβάλλεται μόνο για να δημιουργήσει ολοένα και πιο ξέφρενη παράνοια. Ο Λόγος στην υπηρεσία της εξουσίας σημαίνει την σύμπτωση της λογικής και των νόμων, κατά συνέπεια καθορίζει την υποταγή ως λογική. Ο διάλογος έχει επεκτείνει την θανάσιμη ανάσα του σε οτιδήποτε δεν μιλάει τη γλώσσα του. Έχει λειάνει τις αντιθέσεις, ώστε να επιστρέψει τελικά στον μονόλογο, μόνο με την τρομερή σιωπή των τεχνικών.

Η «απόλυτη πειθώ» της τεχνολογική γλώσσας δεν είναι τίποτα παραπάνω από το επίπεδο προσγείωσης μιας κουλτούρας που έχει εξορίσει για πάντα τους δικούς της βαρβάρους, καθιστώντας έτσι τον καθένα έναν βάρβαρο για τον άλλον. Οι κάτοχοι της τεχνικής γνώσης, απαραίτητοι στην εξουσιαστική διαχείριση της κοινωνίας, αναζητούν τις στρατηγικές για να οχυρωθούν όλο και περισσότερο απέναντι στις μάζες των «νομάδων», των ξένων εντός κι εκτός τειχών, που υποφέρουν την νέα γλώσσα τους χωρίς να την καταλαβαίνουν. Ο διάλογος έχει κερδίσει, μιας και όλοι παραμένουν σιωπηλοί, ή απλώς επαναλαμβάνουν τις 100 λέξεις που γνωρίζουν, ανάμεσα στις οποίες πιο συχνά απαντούν οι: τέλειο, σούπερ, μηδέν και φοβερό. Μέσα από τα λογότυπα της αγοράς και της στιγμιαίας απόλαυσης, ο πολιτισμένος συνθηκολογεί εις βάρος των τεράτων που πολιορκούν την πόλη, απευθύνοντάς τους εκκλήσεις για ειρήνη και παροχή εκπαίδευσης. Όμως η Πόλις έχει κομματιαστεί, και η Πειθώ έχει έναν άσσο στο μανίκι της.

Όπως ακριβώς η τεχνο-γραφειοκρατία μειώνει την ολότητα της κοινωνικής ζωής σε διεκδικήσεις προς την οικονομική και κυβερνητική ανόργανη δομή, ορίζοντας οτιδήποτε μπαίνει στο διάβα της ως βάρβαρο, με τον ίδιο τρόπο αποσπασματικές και μηχανικές αιτιολογήσεις από κοινού με τους τεχνολογικούς περιορισμούς εκμηδενίζουν τις ανεξημέρωτες παρορμήσεις και φωνές που ακόμα κατοικούν την κοινωνική ζωή, όπως οι βάρβαροι. Και πρόκειται στ αλήθεια για βαρβάρους, που δεν βλέπουν την ώρα να λευτερωθούν. Καμία επίκληση στην ηρεμία δεν τους καθηλώνει πια.

Εκεί όπου δεν υπάρχει κοινή γλώσσα, δεν υπάρχει κοινότητα, όπως και, αντιστρόφως, όταν εξαφανίζεται το κοινό έδαφος, δεν μπορεί πια να υπάρξει γλώσσα. Η πιο σημαντική και η πιο εξόφθαλμη συνέπεια μιας τέτοιας συνθήκης, είναι η αδυναμία επίτευξης μιας συμφωνίας. Ο Αφέντης Διάλογος δεν είναι πλέον ευπρόσδεκτος. Μια σύγκρουση χωρίς πρωτόκολλα ή κανόνες γίνεται μονόδρομος, και το πλαίσιο που θα πάρει είναι αυτό του εμφυλίου πολέμου.

Εμφύλιος Πόλεμος

Το μόνο πράγμα που έχει ο πολιτισμένος να αντιπροτείνει στον πόλεμο είναι η ιδεολογία του διαλόγου και της ειρηνικής επίλυσης των συγκρούσεων. Όμως προκειμένου να συμμετάσχει κανείς σε έναν διάλογο, έχει ανάγκη από κοινές αξίες, όπως ακριβώς για να έχει κανείς κοινές αξίες με κάποιον άλλον πρέπει να μοιράζονται και μια σειρά από χώρους και πρακτικές. Ποια είναι όμως η ηθική σήμερα, αν κάποιος κοιτάξει πέρα από εκεί που γεννιέται και πεθαίνει ο κοινωνικός ιστός, πέρα από την λεγόμενη πολιτική; Μιλούν για υποτιθέμενες παγκόσμιες αξίες την ίδια ακριβώς στιγμή της εξαφάνισής τους.

Τα ανθρώπινα και αστικά δικαιώματα που στόχευαν να κατευνάσουν ολόκληρη την κοινωνία δεν μπορούν να κατευνάσουν πια κανέναν. Η ιδεολογία των δυο μπλοκ που ανταγωνίζονται για τον παγκόσμιο έλεγχο και τις ελπίδες των υποκειμένων έχει καταρρεύσει μαζί με αυτήν του να ανήκεις σε μια εργατική τάξη ικανή να πάρει την εξουσία («κοινωνικά» αν όχι πολιτικά) και να αναδιοργανώσει τον κόσμο. Οι βεβαιότητες για το μέλλον που προσέφερε η επιστήμη δεν μπορούν πια να ζεσταίνουν τις άτολμες καρδιές που άφησε ορφανές η θρησκεία. Όλα αυτά τελειώσανε.

Παραμένει η εκμετάλλευση, αλλά η «κοινότητα» που δημιουργείται με σκοπό να συσπειρώσει τους εκμεταλλευόμενος –ή έστω τις εικόνες τους- εκρήγνυται. Η παραγωγή, χάρη στην ηλεκτρονική τεχνολογία, εξατομικεύεται σε δομές ολοένα και πιο περιφερειακές και απλώνεται στο πεδίο, με τον ίδιο τρόπο που οι ταυτότητες των μισθωτών εργαζομένων εξατομικεύονται, προσδένονται στην ανταγωνιστικότητα και στην περηφάνια για κείνο το εξαφανισμένο πλέον ταλέντο, του «μάστορα».

Η μνήμη εξαϋλώνεται μπροστά στο διαρκές παρόν που κατασκευάζεται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης (μόνο ότι υπάρχει στις ειδήσεις μετράει, τα υπόλοιπα απλά δεν υπάρχουν). Η ανθρώπινη επικοινωνία, με την έννοια της κοινής δέσμευσης, περιορίζεται κατά συνέπεια στην αναπαραγωγή της φτώχιας που ονομάζεται κουλτούρα, και καθημερινά ρηχαίνει. Η τεχνολογία, αφομοιώνοντας την επιστημονική αμφισβήτηση προς όφελός της, καθιστά την προγραμματική αβεβαιότητα την ίδια την νέα ιδεολογία –ικανή να δικαιολογήσει κάθε μανία ελέγχου στον πλανήτη και στα είδη του. «Για όσο κρατήσει», αυτό είναι το μότο των ισχυρών. Και η ύπαρξη των εκμεταλλευομένων είναι περισσότερο κάτι που υπομένει κανείς παρά κάτι που πραγματικά ζει. Από το σχολείο στη δουλειά, από την οικογένεια στο εμπορικό κέντρο, μόνο μια ικανότητα απαιτείται: αυτή του να προσαρμόζεσαι. Πρόκειται περί εμφυλίου πολέμου: μια συμβίωση χωρίς κοινές αξίες, χωρίς ασφάλεια για το μέλλον, με τρόπο που να ενοποιεί τα απομονωμένα άτομα μέσα στον ίδιο το διαχωρισμό τους.

Και φυσικά και υπάρχει πόλεμος, δεν είναι ανάγκη να κηρυχθεί –όπως δείχνει η πρόσφατη στρατιωτική παρέμβαση στα Βαλκάνια- προκειμένου να τονιστεί η διάκριση μεταξύ «καιρών ειρήνης» και «καιρών πολέμου» με τυπικές χειρονομίες. Ο διαρκής πόλεμος φέρνει νέες κοινωνικές σχέσεις σε διεθνές επίπεδο, όπως η παλιά διπλωματία της κυριαρχίας των κυβερνήσεων επέκτεινε τα σύνορα και τις συμφωνίες μεταξύ του κράτους και των αντιπροσώπων των εκμεταλλευομένων του πέρα από αυτό. Οι συγκρούσεις δεν διεξάγονται πλέον ανάμεσα σε εθνικές ολιγαρχίες, αλλά ανάμεσα σε οικονομικές ή μαφιόζικες ομάδες (δυο θεμελιώδεις μορφές συσσώρευσης χρήματος που συχνά εναλλάσσονται μεταξύ τους) που ξεπερνούν τα σύνορα και τα κρατικά μορφώματα και για τις οποίες η βίαια εξατομίκευση των κοινωνιών παρέχει άφθονη και ευμετάβλητη εργασία. Επιχειρηματίας ή γκάνγκστερ, αυτοί είναι οι δυο τρόποι οργάνωσης σε οικονομικά συμφέροντα, η μόνη διαφορά τους είναι ότι στη δεύτερη περίπτωση ο δρόμος για τον πλουτισμό είναι πιο αποδοτικός και πιο σύντομος.

Όμως αυτή η διαμάχη που δεν μπορεί πια να σπρωχτεί στο μέλλον, διαπερνά ολόκληρη την κοινωνία και τα υποκείμενά της. Η σύγκρουση ακονίζεται ανάμεσα στην κατεστημένη τάξη –την τελειοποιημένη γκιλοτίνα του πολιτισμού- και την βάναυση κατάρρευση των σχέσεων υπό το βάρος των περιορισμών. Ταυτόχρονα, η ένταση ανάμεσα στην αυθόρμητη δραστηριότητα του ανθρώπινου οργανισμού και την κυριαρχία του εξωτερικού αισθητηριακού χαρακτήρα της μηχανοποιημένης σύγχρονης δραστηριότητας επιδεινώνεται. Η αυθαίρετη οργάνωση του λόγου εμπλέκεται σε μια μάχη άνευ προηγουμένου με τις πιο βαθιές παρορμήσεις του υποκειμένου. Το τέλμα που τα λογότυπα τείνουν να ανακτήσουν, οι εικόνες με τις οποίες ο Freud συμβόλιζε την εκπολιτιστική δράση του Εγώ του υποσυνείδητου, αποκαλύπτεται στον μεγαλύτερο και πιο ομιχλώδη βαθμό από ποτέ. Ο ταξικός αγώνας επεκτείνεται σε τρομαχτικά νέα πεδία.

Είναι ένα ζήτημα έντασης, είναι προφανές. Δεν είναι πάντοτε ομοιόμορφο όμως. Εδώ ο εμφύλιος πόλεμος κοχλάζει, αλλού ξεσπά σαν ηφαίστειο. Αυτό το αλλού όμως είναι δίπλα μας. Όπως για παράδειγμα στην πρώην Γουγκοσλαβία.

Οι εθνικισμοί, και οι εθνικές και θρησκευτικές διεκδικήσεις είναι η εξουσιαστική και ιεραρχική απάντηση στην κατάρρευση των αξιών, το αποτέλεσμα της παρακμής των παλιών κοινοτικών δυνάμεων. Οι κάθε είδους αυταρχισμοί, είναι πρώτα απ’ όλα κοινοτικές ιδεολογίες, που προσπαθούν να αποκαταστήσουν την χαμένη ταυτότητα του λόγου (της γλώσσας, των νόμων, της τάξης) ενώ ο κοινός τόπος συρρικνώνεται. Έχουν να κάνουν με την υπερ-πολιτισμένη αντίδραση στην εικονική κοινότητα που βρίσκεται παντού, υποκαθιστώντας την πραγματική αμοιβαιότητα μεταξύ των υποκειμένων. Τα εργαλεία του πολιτισμού –η τεχνολογική «ευημερία», ο δημοκρατικός διάλογος, η κοινοβουλευτική νομιμότητα, ο ανθρωπιστικός κι εμπορευματικός κοσμοπολιτισμός- είναι παντελώς ανίκανα απέναντί τους, καθώς είναι μέρος του ίδιου προβλήματος.

Να καταστρέψουμε τα πάντα για να ξαναφτιάξουμε τα πάντα

Ο καπιταλισμός, στην ιστορική ανάπτυξή του, ενοποίησε τους εκμεταλλευόμενους μέσα από την εργασία και την αλλοτρίωσή τους, ορίζοντάς τους ως μια προγραμματισμένη τάξη, προγραμματισμένη πολιτικά και κοινωνικά. Οι αγώνες των μη-προνομιούχων βρέθηκαν να συνδέονται (μέσα από τους χώρους, τα όργανα, την ταξική συνείδησή τους) με την παλιά δομή του κεφαλαίου. Η αντίληψη ότι οι εργαζόμενοι «μπορούν να καταστρέψουν τα πάντα επειδή μπορούν να ξαναφτιάξουν τα πάντα» ανταποκρινόταν σ αυτή την ορισμένη δυνατότητα αναδιοργάνωσης της κοινωνίας χωρίς τη λειτουργία των αφεντικών. Δεν έχει τόσο ενδιαφέρον να διεισδύσουμε στο ποιες ιδεολογίες (ντετερμινισμός, παραγωγικισμός, ρεφορμισμός, επιστημονισμός κλπ) παρήγαγαν αυτήν τη συνθήκη, ούτε σε ποιες μορφές αυτό-οργάνωσης των εκμεταλλευομένων (εργατικά συμβούλια, αγροτικές κολλεκτίβες κλπ) είχε ήδη ζωογονηθεί. Αυτό που αξίζει να σημειώσουμε είναι ότι ένα ολόκληρο σχέδιο χειραφέτησης, τόσο στις γραφειοκρατικές και εξουσιαστικές διαστρεβλώσεις του όσο και στην ελευθεριακή αυθεντία του, βασίστηκε στη συνθήκη αυτή. Κι αυτό είναι ένα μέρος του οράματος της μελλοντικής κοινωνίας, και των μεθόδων αγώνα (συνδικαλιστική δράση, γενικές απεργίες ως προϋπόθεση της εξέγερσης, το ένοπλο κόμμα κλπ) για την καταστροφή της καπιταλιστικής κοινωνίας. Σήμερα, όλα αυτά έχουν τελειώσει, το ίδιο και οι ψευδαισθήσεις τους.

Το πρόβλημα, όπως είθισται να λέγεται, είναι σύνθετο. Δέχεται επίθεση και από τις δυο πλευρές του κοινωνικού οδοφράγματος: από την πλευρά του κεφαλαίου που επεκτείνεται σε κάθε κοινωνική σχέση και τείνει να αξιολογήσει ολόκληρη την καθημερινή ζωή των εκμεταλλευομένων, κι από την μεριά των επικίνδυνων τάξεων που δεν έχουν πλέον πολιτικά ή συνδικαλιστικά προγράμματα. Σχετικά με αυτές τις πρώτες σκέψεις, θα αρκούσε να πούμε ότι οι τόποι παραγωγής δεν περιέχουν πλέον κάποια αντίσταση στο κεφάλαιο, το οποίο γίνεται άμεσα κοινωνικό. Αν αυτό καθιστά την καθημερινή ζωή το κατ’ εξοχή πεδίο του κοινωνικού πολέμου, και κατά συνέπεια μπορεί να αυξήσει τη γνώση ότι καμιά από αυτές τις κοινωνικές σχέσεις δεν αξίζει διάσωσης, η άμεση συνέπεια είναι η εξαφάνιση της πρακτικής ενοποίησης-τα λογότυπα της τάξης-κάτω από τα πόδια των εκμεταλλευομένων. Που να βρούμε κι από πού να ξεκινήσουμε μια τέτοια αλλαγή; Θα παίξουν άραγε οι απομονωμένες ταραχές το ρόλο που έπαιζαν οι παλιές άγριες απεργίες, οπουδήποτε η τραυματισμένη ζωή εκρήγνυται; Όμως, πως μπορούν οι εξεγέρσεις να συνδιαλέγονται από απόσταση, ώστε να κλέβουν πίσω όσο περισσότερο χρόνο και χώρο μπορούν, όταν η αναπόφευκτη θεσμοποίηση τις περιμένει στη γωνιά;

Χωρίς άμεσες σχέσεις δεν υπάρχει επικοινωνία, χωρίς επικοινωνία δεν υπάρχει κοινωνικό όνειρο. Με την έννοια αυτή, υπάρχουν όλο και περισσότεροι βάρβαροι στον κόσμο.

Όμως μόνο μ αυτή την έννοια. Η αυθεντική κοινότητα βασίζεται στην αυτονομία των υποκειμένων, στην κοινότητα της διαφοράς, όπου ο καθένας θέλει να γνωρίζει τις σκέψεις του άλλου ως σκέψεις διαφορετικές από τις δικές του. Είναι το συναίσθημα ότι δεν υπάρχει ένας και μόνος παγκόσμιος λόγος, που ωθεί τους ανθρώπους να επικοινωνήσουν, να πλουτίσουν με το παιχνίδι της οικειότητας και την οξύνοια της γλώσσας τους. Μια γλώσσα νεκρώνεται όταν οι σκέψεις, τώρα πια όλες απελπιστικά όμοιες, δεν αξίζουν πια να επικοινωνηθούν, όταν χάνουν τα όνειρα που έθρεφαν την ποίησή τους. Μόνο μια διαφορετική και μοναδική ζωή δίνει πνοή σε διαφορετικές σκέψη.

Στις απολίτιστες καρδιές και μυαλά

Η ζωτικότητα βρίσκεται σήμερα εκεί που οι συνθήκες του πολιτισμού βραχυκυκλώνονται. Οι «βάρβαροι» του τεχνοκρατικού λόγου καταστρέφουν τις μεγάλες ψευδαισθήσεις, τις διαχρονικές δυνάμεις της σύγχυσης, επιτιθέμενοι στην ίδια την πηγή της ζωής. Όμως οι ψευδαισθήσεις που ωθούν στα ξεσπάσματα του πάθους γεννιούνται σε μεγάλο βαθμό εκεί όπου οι άνθρωποι διατηρούν το ένστικτο της αγέλης, που το μοναχικό πλήθος έχει τροποποιήσει. Για το λόγο αυτό, ο εθνικισμός κι ο αυταρχισμός προσφέρουν δυο ψευδείς λύσεις παίρνοντας την κοινωνική δυσαρέσκεια από το χέρι, με μια μείξη εξαγνιστικών ιδανικών, τελετουργικών επανάκαμψης και χιλιαστικών προσμονών. Τι υπάρχει στη σημασία των εθνικών και θρησκευτικών συγκρούσεων που δημιουργεί τεχνητούς εχθρούς απομονώνοντας καθ αυτόν τον τρόπο κάθε διαμαρτυρία ενάντια στην κατεστημένη τάξη; Η διαφορετικότητα του μετανάστη, εκείνου που ανήκει σε μια άλλη εθνικότητα, είναι ορατή και κατανοητή, αντίθετα με τη διαφορετικότητα των εκμεταλλευόμενων, οι οποίοι δεν έχουν έθνος. Στα υπερσύγχρονα φρούριά όπου βρίσκονται κλεισμένοι, μιλάνε μία και μόνη εσπεράντο (παγκόσμια γλώσσα): αυτή της αγοράς. Εν τούτοις, αναζωπυρώνεται ο παλιός ζήλος της πίστης. Αν είναι απαραίτητο, η νέα προπαγάνδα θα υψώσει ακόμα και τα παλιά πατριωτικά και θεϊκά λάβαρα για να συνεχίσει τον μονόλογό της, εξολοθρεύοντας τους απείθαρχους και πολυπληθείς εκμεταλλευομένους. Στο όνομα του πολιτισμού φυσικά. Όμως οι ψευδαισθήσεις είναι πάντοτε προ των πυλών των βαρβάρων, αυτών που πιο άγρια απ’ όλους μετασχηματίζουν τη βία με την οποία αποκλείστηκαν.

Ολοένα και περισσότερα, από μια τέτοια συνθήκη εμφυλίου πολέμου –που δεν είναι τόσο εκείνο το «όλοι εναντίον όλων» όσο ένα «όλοι εναντίον ενός αμετάβλητο κι ενιαίου όλου»- υπάρχουν μόνο δυο πιθανές διέξοδοι: είτε οι εθνικοί και μαφιόζικοι πόλεμοι, είτε η κοινωνική θύελλα του ταξικού πολέμου. Το εθνικιστικό ή θρησκευτικό ψέμα, σε κάποιες περιοχές επιμελώς προκατασκευασμένο από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, είναι μόνο το τελευταίο χαρτί που μπορεί να παίξει η κυριαρχία εν όψει του κινδύνου που αποτελεί γι αυτήν μια γενικευμένη εξέγερση. Στην πραγματικότητα, αντίθετα με το ντετερμινιστικό παραμύθι του «τέλους της ιστορίας», ή με ολόκληρο τον ρεφορμισμό των επαναστατών που συμβαδίζουν με την εποχή τους, η δυνατότητες για μια γενικευμένη λαϊκή εξέγερση δεν περιμένουν γι αφορμές για να ξεσπάσουν. Τα πρόσφατα παραδείγματα, ακόμα και δυο μέτρα απ’ την πόρτα μας, δε λείπουν.

Μπροστά στο αίσθημα αποκλεισμού που βιώνουν πολλά υποκείμενα βαδίζοντας προς μια εμπορευματική τυποποίηση που ωθεί τον καθένα να ονειρεύεται το ίδιο -κενό ζωής- όνειρο, ο ανθρωπιστικός κοσμοπολιτισμός είναι τόσο ψεύτικος όσο και η «διαφορετικότητα» -ιεραρχική και διαταξική- της νέας δεξιάς. Οι πραγματικές διαφορές βρίσκουν την κατάφασή τους (πολύ πέρα από τους πολιτιστικούς και γλωσσικούς περιορισμούς) μόνο στο ελεύθερο και αμοιβαίο παιχνίδι της ιδιομορφίας. Η αυθεντική ισότητα (αντίθετα με την νομική) είναι το μοίρασμα αυτών που έχουμε κοινά: του γεγονότος ότι είμαστε όλοι διαφορετικοί. Μια κοινότητα μοναδικών υποκειμένων χωρίς κράτος ή τάξεις, χωρίς χρήμα: αυτή είναι η ουτοπία των απολίτιστων καρδιών και μυαλών. Μια ουτοπία που, όπως κάθε κατάκτηση του φανταστικού, θα γεννηθεί μόνο μέσα από την καταστροφή και τη βρωμιά.

Ο άνεμος που λιώνει τους πάγους

Να ξαναπάρουμε την εκδοχή που θέλει τους Βάρβαρους, ως τους άνδρες και τις γυναίκες που βρίσκονται πιο κοντά στον κομμουνισμό σήμερα, δε θα τιμούσε την ισχυρή διαίσθηση που είχαν οι αναρχικοί όπως ο Coeurderoy και ο Dejaque τον προπερασμένο αιώνα, θα ήταν βασικά ένας εφησυχασμός, μια επιστροφή στην ιδεολογία της προόδου. Ο πολιτισμός είναι σάπιος, το ξεπέρασμά του έτοιμο να εκκολαφθεί – ένας τέτοιος ντετερμινισμός θα μας έκανε να πάρουμε τη σπίθα για πυρκαγιά, χωρίς όμως να γίνουμε πιο αποφασισμένοι. Ίσως όμως δεν είναι αυτό το θέμα. Δεν είμαστε υπέρμαχοι μιας διεύρυνσης της δημοκρατίας, ούτε των νομοθετικών και ρεφορμιστικών διεκδικήσεων, αυτό είναι σίγουρο. Προσβλέπουμε στην ελεύθερη συμφωνία της άναρχης κίνησης των κοινωνικών δυνάμεων, στις βαρβαρικές επιθέσεις ενάντια σε κάθε εξημέρωση. Και ακόμα. Μήπως δεν είμαστε τελικά, οι τελευταίοι των πολιτισμένων ανθρώπων, με τις αξίες μας, διαφορετικές, ατομικές, αλλά πάντοτε αξίες; Δεν είναι η αναζήτηση επικίνδυνων αρετών, για μας, η πηγή του θαυμαστού;

Είναι άχρηστο να κρύβουμε από τον εαυτό μας ότι οι κοινωνικές εκρήξεις φοβίζουν τους πάντες, ακόμα και τους ανατρεπτικούς. Φοβίζουν ακόμα κι εμάς. Πρώτα απ’ όλα, όταν δεν υπάρχουν οι προσδοκίες για μια διαφορετική ζωή, όταν οι λαϊκές εξεγέρσεις αναμειγνύονται με τους χειρότερους ψευδο-κοινοτικές ιδεολογίες, ή με τα αποσυνδεδεμένα ξεσπάσματα μιας καταρρέουσας κοινωνίας. Η flip-side (κάτω πλευρά των παλιών δίσκων) του υπολογιστικού λόγου, βρίσκεται στα συλλογικά όνειρα που στην πραγματικότητα οι λυτρωτικοί μύθοι της αυτοθυσίας και αυτοκαταστροφής κρατούν συγκαλυμμένα. Η «απελευθέρωση των ηθών» αφού κατάφερε να εκμοντερνίσει την ηθική, επαφίεται πλέον άμεσα στην τεχνολογία, αυτήν την εξουσία ορισμού του καλού και του κακού, ελέγχου της συνείδησης.

Όλα αυτά, δεν μας κάνουν σίγουρα να θρηνούμε τα παλιά πολιτικά προγράμματα και τους ορθοπεδικούς του πολιτισμού τους, που φιλοδοξούν να αποφύγουν τη βία με έναν και μόνο τρόπο: τη θεσμοποίησή της. Αυτό όμως δε συνεπάγεται πως μπορούμε να στηριχτούμε σε απόκρυφες βεβαιότητες αναγέννησης. Δεν μπορούμε να κάνουμε σημαία μας την παρακμή. Το Κεφάλαιο -και όχι οι επαναστάτες- έχει καταλύσει κάθε σύμβαση, οδηγώντας κάθε σπουδαία απελευθερωτική δυνατότητα και κάθε αξιοθρήνητη συγκεντρωτική ψευδαίσθηση στον ίδιο τάφο. Όπως λέει και η τρομοκρατία της προόδου, ότι έγινε, έγινε -δε γυρίζει πίσω. Όμως ακόμα και να γυρίζαμε πίσω, δια μέσου της απονεκρωμένης πορείας της ανόητης παραγωγής εμπορευμάτων και της εξάρτησης από αυτά, θα ήταν απαραίτητο να βρούμε το σωστό μονοπάτι. Κι έπειτα τι;

Αυτό που λείπει σήμερα, είναι ικανοί σχεδιασμοί, ιδέες και μέθοδοι, για τις νέες συνθήκες της σύγκρουσης. Ίσως όμως πάνω απ’ όλα, λείπει εκείνη η αίσθηση της περιφρόνησης, που είναι ηθική ποιότητα και όνειρο μαζί, το μεγάλο πάθος για τον ελεύθερο διάλογο και την αποφασιστική δράση.

Εάν από την μια πλευρά, δεν μπορεί να γίνει πιστευτό ότι η Ιστορία (ή η Άγρια Φύση) δρα υπέρ της, από την άλλη δεν γίνεται ορατό στον ορίζοντα παρά το κοινωνικό πάγωμα που διαπερνά ο πανίσχυρος άνεμος που λιώνει τους πάγους.

Ένας ψίθυρος από μακριά

Το 1870, εν όψει της εισβολής της Πρωσίας του Βίσμαρκ στη Γαλλία, η Ιστορία έμοιαζε να βρίσκεται σε μια διχάλα, και το επαναστατικό κίνημα ήταν εξίσου διχασμένο. Ο Μαρξ κι αυτοί που μοιράζονταν την ανάλυσή του, έβλεπαν στην νίκη των πρώσων, την επιβεβαίωση της ενίσχυσης του πιο ανεπτυγμένου καπιταλισμού στην Ευρώπη, και κατά συνέπεια, χάρη στους χρησμούς της διαλεκτικής, τη σταθεροποίηση των ιστορικών συνθηκών για την αναπόφευκτη γέννηση του κομμουνισμού, για την οποία έλειπαν μονάχα οι λαβίδες: ένα ενοποιημένο και πειθαρχημένο προλεταριάτο. Ο Μπακούνιν και οι άλλοι ελευθεριακοί, έβλεπαν στον μιλιταρισμό και στο βισμαρκιανό γραφειοκρατικό καθεστώς τον προάγγελο δεκάδων αντιδραστικών κινήσεων στην Ευρώπη, καθώς η Γαλλία, τους φαινόταν, σύμφωνα με την παράδοσή της, ως ο τόπος γέννησης κάθε επαναστατική ελπίδας. Για τους πιο διορατικούς, η υπεράσπιση της Γαλλίας δε σήμαινε συνεργασία με το κράτος και με τη γαλλική μπουρζουαζία ενάντια στον εξωτερικό εχθρό, αλλά μετασχηματισμός της στρατιωτικής σύγκρουσης σε κοινωνική εξέγερση, περνώντας από την ένοπλη προλεταριακή αυτοάμυνα στη δημιουργία και την ομοσπονδιοποίηση των επαναστατικών Κομμούνων. Ο Μπακούνιν, αμέσως μετά από μια εξεγερτική απόπειρα στη Λυών, έγραψε μια από τις καλύτερες αναλύσεις του σχετικά με την καταστροφική κατάσταση του εμφυλίου πολέμου, επικεντρώνοντας στην ανάγκη για μια επαναστατικά συνεπή, λαϊκή αναρχία παρά στην ιακωβινική τρομοκρατία των πολιτικών διαταγμάτων και της διοικητικής δομής. Γι αυτόν, ήταν ένα ζήτημα «αποδέσμευσης των αρνητικών παθών»

Όμως δεν είναι αυτή η ιστορία, και οι διδαχές της για την οποία θέλουμε να μιλήσουμε. (Το να αναρωτηθούμε τι θα μπορούσε να φέρει στο προσκήνιο τον αυθορμητισμό των μαζών των νέων ανθρώπων στην εποχή της πληροφορικής θα βοηθούσε πάντως). Το μόνο που φτάνει στην μνήμη μας από τις μέρες εκείνες είναι ένας ψίθυρος. Ο ίδιος που οδήγησε τον Bakunin να γράψει πως το γαλλικό προλεταριάτο θα μπορούσε να βασιστεί μονάχα σε μια απελπισμένη δύναμη: στον δαίμονα εαυτό (diavolo in corpo). Λίγους μήνες αργότερα, παρά τις προβλέψεις του ίδιου ρώσου επαναστάτη, ο δαίμονας έβγαινε στα οδοφράγματα του Παρισιού.

Ο εμφύλιος πόλεμος, οι «βάρβαροι», αυτή η θεαματική αντιπαράθεση με την οποία όλα τα αφεντικά αυτού του κόσμου και οι υπηρέτες τους πάντα δικαιολογούσαν τον εαυτό τους, αυτός ο εκβιασμός που έχει βραχυκυκλώσει την αποφασιστικότητα των αποκλεισμένων, γίνεται ολοένα και περισσότερο η συνθήκη κάτω από το βάρος της οποίας ξεκινάμε. Η ομοσπονδία των επαναστατικών Κομμούνων μοιάζει να αποτραβιέται ιστορικά, όμως τα «αρνητικά πάθη» μένουν μαζί μας χωρίς κάποιο συγκεκριμένο πρόταγμα οργάνωσης του ξεσπάσματος. Ο δαίμων δεν επιδέχεται προγραμματισμούς, πολύ περισσότερο σήμερα…

[Το κείμενο παραπάνω τυπώθηκε σε 700 αντίτυπα τα οποία μοιράστηκαν χέρι με χέρι, μέσω του δικτύου διανομής του εντύπου “Ασύμμετρη Απειλή”, ενώ τουλάχιστον τα μισά αφέθηκαν σε καρτοτηλέφωνα, παγκάκια, και διάφορα ενδιαφέροντα σημεία της πόλης.]

Categories
Les Amis de Nemesis

Από ένα δείπνο στάχτης στη χόβολη του σατέν – Les amis de Nemesis

Από ένα δείπνο στάχτης[1] στη χόβολη του σατέν – Les amis de Nemesis

(Σχετικά με τις ταραχές του Νοέμβρη 2005 στη Γαλλία)

Όχι πια αύριο
χόβολη του σατέν,
Η έντονη θέρμη
Είναι το (μόνο) καθήκον[2]

Αρθούρος Ρεμπώ. Μια εποχή στην Κόλαση

Πολλές από τις παρατηρήσεις που έγιναν από κατοίκους των προαστείων, ταραξιών ή μη, και εμφανίστηκαν στον τύπο, πετυχαίνουν διάνα, όσον αφορά την κρίση που μόλις τώρα αρχίζει να εκδηλώνεται στις πόλεις τους και σε αναγκάζουν να αντιληφθείς ότι στις παρατηρήσεις αυτές υπάρχει μια ασυνήθιστα καλο-ανεπτυγμένη ικανότητα διάυγειας. Το φαινόμενο της “σκουπιδούπολης” είναι τόσο σαφές και μαζικό που κανείς δεν μπορεί να εξαπατηθεί – χωρίς να το επιδιώξει, για λιγότερο ή περισσότερο επαίσχυντους λόγους. Όμως εδώ, ψηλαφίζει κανείς μια τάξη πραγμάτων που η καπιταλιστική κοινωνία, ακόμη κι αν μπορεί να εμποδίσει κάποιον να τα κατανοήσει, δεν μπορεί να τα τροποποιήσει επ ουδενί. Κάθε “βελτίωση” θα σήμαινε θεμελιακούς μετασχηματισμούς οι οποίοι είναι ασύμβατοι με την ίδια τη φύση αυτής της κοινωνίας. Αυτός είναι ο λόγος που είναι αφελές να μιλάς για τη “δημιουργία νέων αγορών εργασίας” τη στιγμή που οι παλιές εξαφανίζονται τάχιστα σε όλες τις εκβιομηχανισμένες χώρες. Ή για “ανύψωση του επιπέδου ατομικής ανάπτυξης”, καθώς περισσότερο ανεπτυγμένα υποκείμενα θα είχαν περισσότερες ανάγκες κι επιθυμίες, κάτι που θα έκανε ακόμα πιο απίθανη την ικανοποίησή τους, και τέτοιοι άνθρωποι θα ήταν ικανοί να εκφράζουν την οργή τους με πολύ πιο ποικιλόμορφους και μεταδοτικούς τρόπους. Ή πάλι για “καλυτέρευση της επαγγελματικής επιμόρφωσης”, μιας και η μόρφωση δεν παρέχει εργασία κι έτσι το μόνο που θα έβγαινε θα ήταν άνεργοι εργάτες αλλά πιο εξειδικευμένοι απ’ ότι πριν, κλπ κλπ. Δεν μπορεί κανείς να “βελτιώσει το επίπεδο” ενός πληθυσμού καταδικασμένου από την κίνηση της αξίας (με άλλα λόγια, από την μείωση της απαιτούμενης οικονομικά εργατικής δύναμης και την μόνη αναγκαιότητα για πιο φθηνό και απομακρυσμένο εργατικό δυναμικό) αλλά και από τις “πολιτικές ιδέες” που βλέπουν στην διαιώνιση αυτής της αναγκαιότητας (οι “ιδέες” που δεν είναι πια ιδέες και οι “πολιτικοί άνδρες” που δεν έχουν πια κανένα δικαίωμα πάνω στις ιδέες, από τη στιγμή που οι πραγματικές ιδέες θα έτειναν αναγκαστικά να ξεμπερδεύουν με το buseness plan[3] αυτής της “κοινωνίας”, δηλαδή, του κεφαλαίου). Αν αυτά τα ανθεκτικά και άυλα αδιέξοδα δείχνουν κάτι, αυτό είναι ότι η ερώτηση δεν αλλάζει πια κάποια πράγματα μέσα στην κοινωνία αλλά αλλάζει την ίδια την κοινωνία.

Η ανόητη Segolene Royal[4], που δεν έφυγε ποτέ από τον αστικό-μποέμ ορίζοντα της 6ης περιφέρειας, πρόσφατα πρότεινε την επανίδρυση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας ώστε “να συμμαζέψει και να διαπαιδαγωγήσει την νεολαία”, και ήταν ο Chirac που θα έκανε το σκουπάκι αυτής της τουαλέτας[5]: ορίστε λοιπόν οι συνεδρίες της στρατηγικής και κοινωνικής σκέψης στις οποίες ανέρχονται οι υπάλληλοι πολιτικής. Αν κανείς προσθέσει σ’ αυτα, την γενικευμένη εκδίωξη όλων όσων δεν είναι τόσο άριοι, ψηλοί και δολιχοκέφαλοι[6] όσο ο Nicolas Sarkozy[7], έχει πάρει μια γεύση από όλες τις “λυσεις του αύριο”, οι οποίες τυγχάνει να είναι ακριβώς αυτές που, μετά από δεκαετίες ψευτο-ανθρωπισμού, ήταν κάποτε γνωστές ως οι λύσεις του προχθές.

Η εσπευσμένη διαύγεια του πληθυσμού και η αναγκαιότητα εκτείνονται πέρα από τους “πολιτικούς” υπαλλήλους, γίνονται οι αντίποδες μιας γραμμής που γίνεται ολοένα και μακρύτερη, ολοένα και πιο τεταμένη, ολοένα και πιο εύθραυστη: μια αντίφαση του συστήματος που οξύνεται. Δυο παράμετροι αποδυναμώνουν αυτήν την ελπιδοφόρα απόπειρα, που έχουν να κάνουν με τον μερικό χαρακτήρα της εξεγερμένης σφαίρας (μαύροι και άραβες), από την μία, και στα αντικειμενικά όρια που αυτή η σφαίρα στοχεύει (είναι άραγε ένα ζήτημα μιας θέλησης για ρήξη με το σύστημα της αγοράς ή μόνο θέλησης για ρήξη με τις ανισότητές του, τις οποίες δεν έχει κατανοήσει ότι εμπεριέχονται στο ίδιο σύστημα;) από την άλλη.

Αυτοί είναι και οι δυό παράγοντες που για χρόνια παρεμπόδιζαν το εξεγερμένο κίνημα απ’ το να ξεκινήσει μια επανάσταση, οι παράγοντες που στην πραγματικότητα στοχεύουν στην εκτροπή αυτής της εξέλιξης προς το αντίθετό της: προς το απραγματοποίητο κυνήγι της ενσωμάτωσης, ή ακόμα χειρότερα, προς μια εμφύλια σύρραξη μεταξύ τμημάτων του πληθυσμού. Οι τακτικές που προτάσσουν οι διάφοροι “πολιτικοί άνδρες” πάντοτε στοχεύουν στην πραγματοποίηση της μιας ή της άλλης από αυτές τις προοπτικές επιβίωσης του κυρίαρχου συστήματος.

Αν η θεωρητική κριτική έχει να παίξει έναν ρόλο σε ένα τέτοιο πλαίσιο, θα όφειλε τότε -ως πρώτη πρωτεραιότητά της- να επιτεθεί σε αυτά τα δυο εμπόδια στον μεγαλύτερο πιθανό βαθμό: να μειώσει την αντίθεση μεταξύ “εθνικών” ομάδων (αλλά με διαφορετικό τρόπο απ’ αυτόν του επιφανειακού και καταγέλαστου αντιρατσισμού) και να καταδείξει την αδυναμία μιας γενικευμένης “ενσωμάτησης” (η παραγωγή “αποβλήτων”-ανθρώπων[8] είναι αδιαχώριστη από το σύστημα της αγοράς και ιδιαίτερα τώρα, κατά την οπισθοδρομική φάση του). Έτσι, η θεωρητική κριτική μπορεί να συνεισφέρει στο να υποδείξει τον περιορισμένο χαρακτήρα[9] των συγκρούσεων που θα διαδέχονται η μια την άλλη.

Τα ΜΜΕ και οι λοιποί κάτοχοι του δημόσιου λόγου έχουν προφανώς τείνουν να καθησυχάζουν, προκαλώντας ναυτία, τις ανεπιθύμητες επιδράσεις της “τυφλής” βίας στο σύνολο του πληθυσμού, που θα στερηθεί τα λεωφορεία του και τους χώρους εργασίας του, θα βρει τα αυτοκίνητά του να χουν γίνει στάχτες ή θα τον ξυπνήσουν μέσα στην νύχτα τα CRS (γαλλικά ΜΑΤ) ή η πυροσβεστική. Τι θα μπορούσε να πει κανείς γι αυτό, χωρίς να πέσει σε έναν στείρο ηθικισμό που θα αποτελούσε ανάχωμα στο πνεύμα;[10]

Ότι, από την μια, το κυρίαρχο σύστημα δεν είναι πλέον -όπως στα παλιά καθεστώτα, ή στο ισχυρό, εθνικό Κράτος- ένα συγκεντρωτικό σύστημα με ένα “κέντρο εξουσίας” ενάντια στο οποίο πρέπει να κινηθούν οι πληβείοι[11], με αξίνες και δόρια στα χέρια. Δεν υπάρχει πλέον ούτε καν ένα δίκτυο εργοστασίων που οι εργάτες μπορούν να μπλοκάρουν ή να οικειοποιηθούν, αλλά μια διάχυτη τάξη οι εκδηλώσεις της οποίας εντοπίζονται παντού, όπως οι αξίες της αγοράς που συνιστούν εαυτούς σε κάθε στιγμή του οικονομικού κύκλου (μέσα από την παραγωγή, την κυκλοφορία και την κατανάλωση εμπορευμάτων), μέσα στον οποίο τα ανθρώπινα όντα φυτοζωούν χωρίς εργασία και ειδικά χωρίς εισόδημα. Ότι η επίθεση ενάντια στο σύστημα, κατά συνέπεια, αναγνωρίζει ότι το σύστημα υπάρχει παντού, στα σούπερ-μάρκετ όπως και στα σχολεία, στο κτίριο του Εθνικού Νομισματοκοπείου καθώς και στις αίθουσες συνδιασκέψεων, στα αυτοκίνητα και τα μέσα μεταφοράς. Κι ότι μοιάζει εύκολο να αντιληφθεί κανείς, τουλάχιστον μετά τα γεγονότα, ότι το να γίνει στόχος το ένα ή το άλλο από αυτά τα αντικείμενα αναπόφευκτα περιλαμβάνει μια ενόχληση για τα τρίτα μέρη: Δεν μπορεί να βρεθεί σχεδόν πουθενά ένα μέρος όπου να μπορεί να στοχευτεί ή να δεχτεί επίθεση η Εξουσία και μόνον αυτή.[12]

Ότι, ακόμα, στις πόλεις όπου το σύστημα της αγοράς απορρίπτει τους ανέργους άραβες και μαύρους απογόνους αυτών που έφερε αρκετές δεκαετίες πριν, κατά την εποχή της βιομηχανικής του ανάπτυξης και της ανάγκης για κακοπληρωμένη εργατική δύναμη, η νεολαία δεν έχει την παραμικρή ελπίδα να ενσωματωθεί μια μέρα στην κανονικότητα που προωθείται τόσο ως μια επιβίωση που μπορεί να αγοράσει κανείς. Κι αυτό, με εκείνες ακριβώς τις συνθήκες, που οι πανκς[13] συνόψισαν τέλεια καιρό πριν (No Future[14]), είναι μια αυταπάτη να περιμένει κανείς από αυτήν την μάζα απελπισμένων ανθρώπων μια “εποικοδομητική” στρατηγική.

Ότι, τέλος, το σύστημα, που βασίζεται στη βία σε κάθε επίπεδο της εθνικής και διεθνούς λειτουργίας του, έχει προπαγανδίσει -όσο ποτέ πριν, στις δεκαετίες που η αγορά οργίαζε- την εικόνα της βίας ως το μοναδικό μέσο έκφρασης για τον καθένα και έχει, το ίδιο το σύστημα, τόσο κακούς συμβουλάτορες που εκπλήσσεται που το κοινό έχει πάρει το μάθημά του (από το ίδιο), ότι, έχοντας προγραμματίσει ανεξέλεγκτα την υποβάθμιση των ατόμων, κάτι που είναι κερδοφόρο για την ίδια, η οικονομία της αγοράς έμαθε, όπως και κάθε άλλο σύστημα κυρίαρχίας πριν από αυτήν, να προσθέτει υποκειμενικές, διανοητικές συνθήκες στις αντικειμενικές, υλικές συνθήκες φτώχειας, στο σημείο μαζικής κατασκευής υποκειμένων που στερούνται πλήρως την πιθανότητα να εξανθρωπίσουν τους εαυτούς τους, ακόμα και με την πιο ευρεία έννοια του όρου. Και ότι φαίνεται προφανές ότι το σύστημα που έχει παράγει αυτά τα νεο-ανθρώπινα όντα, θα αναγκαστεί να τα αντιμετωπίσει μια μέρα στους δρόμους του. Συνεπώς, αν το σύστημα δεν τους θέλει, ο μόνος που χρειάζεται να διώξει είναι ο εαυτός του. Παραδόξως, αυτό που πρέπει να συγκρατήσει κανείς, είναι μάλλον οι ιδέες με τις οποίες η αντικειμενική υποβάθμιση συνοδεύει μια υποκειμενική βελτίωση, όπως σε κάθε στιγμή ανοιχτής σύγκρουσης, κι αυτό -με τα πράγματα ως έχουν- σημαίνει ότι μόνο στην αμφισβήτηση της κυρίαρχης τάξης μπορούν αυτοί στους οποίους έχουν αρνηθεί κάθε δύναμη, κι ως εκ τούτου κάθε δύναμη να συγκροτηθούν ως υποκείμενα, να μπορέσουν να συγκροτηθούν ως άνθρωποι. Γινόμενοι αντάρτες ενάντια στην απουσία των ζωών τους, αυτό που δείχνουν οι νέοι κάτοικοι των προαστείων δεν είναι ότι αποτελούν ανθρώπινα σκουπίδα, αλλά, ότι αντιθέτως, δεν ανέχονται πλέον να υποβαθμίζονται έτσι.

Και, εν όψει μιας τέτοιας διαδικασίας και μιας τέτοιας αναγκαιότητας, μόνο οι ηλίθιοι θα καταπιαστούν με τα συντακτικά τους λάθη.

Αντίθετα με τα όσα προωθούν τα ΜΜΕ, αυτοί που στάθηκαν δίπλα σ’ αυτούς τους διάσημους “αλήτες των προαστείων” μπορούν να διαβεβαιώσουν ότι πουθενά, σε οποιαδήποτε άλλη σφαίρα της κοινωνίας δεν μπορεί να συναντήσει κανείς -ανάμεσα στην νεολαία- μια τόσο διαυγή και συγκροτημένη κατανόηση της κοινωνίας, της προέλευσης των προβλημάτων, της πολιτικής εκμετάλλευσης που τους επιφυλάσσει η εξουσία, τη λειτουργία του ρατσισμού ως ένα αναπόσπαστο εργαλείο για την κοινωνική ειρήνη (τη δημιουργία εθνικών εστιών ταραχής ως αποπροσανατολισμό από τον ταξικό αγώνα).

Αυτό που επιβεβαιώνεται λοιπόν, κι αυτό στον υπέρτατο βαθμό, είναι το γεγονός ότι τέτοιες αναταραχές επιτρέπουν στον καθένα να κατανοήσει τι είναι το θέαμα, που όπως θα περίμενε κανείς, δίνει μια ανεστραμένη εικόνα αυτών των πληθυσμών, μεταμφιέζοντάς τους σε αποδιοπομπαίους τράγους για τον “φιλήσυχο πολίτη”, και προσπαθεί να αποφύγει με κάθε κόστος έναν διάλογο μεταξύ των δυο πλευρών (της πλευράς του γκέτο και της πλευράς της πόλης), δηλαδή, μια καλύτερη κατανόηση όχι της μόνο της συγκεκριμένης αθλιότητας που μαστίζει μερικούς ανθρώπους (φτώχεια, επιβίωση στερημένη από τα πάντα, μη-συμμετοχή στον οικονομικό κύκλο), αλλά η οικουμενική αθλιότητα που μαστίζει τους πάντες (η ανάγκη για εργασία, η υποταγή στην οικονομική δικτατορία), κάτι που θα αποτελούσε την πιο σοβαρή απειλή στο σύστημα σήμερα.

Πουθενά ή σχεδόν πουθενά ανάμεσα στους νέους ταραξίες δεν μπορεί να βρεθεί κανείς που να τον εξιτάρει η βία, οι άγριοι τρόποι, ή ένας μηδενισμός στερημένος από σκέψη, τα χαρακτηριστικά δηλαδή που η κυρίαρχη εικονογραφία αποδίδει σε κάθε ταραχή, και που επιμένει να προωθεί το εμπόρευμα σε καιρούς “κοινωνικής ειρήνης”, κι αυτοί οι άνθρωποι είναι ακριβώς οι υποτιθέμενοι “βάρβαροι” που έχουν εμμονή με τον σεβασμό, με αυτή την ποιοτική αξία των πολιτισμένων που δε συναντούν πουθενά, και την οποία βιώνουν ως θεμελιωδώς απούσα από μια “κοινωνία” συγκροτημένη από εργοστάσια, σούπερ-μάρκετ και αστυνομικά τμήματα. Συνολικά, δε θα έρθουν αντιμέτωποι μόνο με το παλιό μίσος των προνομιούχων για τις επικίνδυνες τάξεις που εκφράζεται παντού και το οποίο χάρη στα ΜΜΕ[15] συντηρείται για να εξηγήσει στο ολοένα και πιο προλεταριοποιημένο τμήμα του πληθυσμού (το οποίο δεν ζει ακόμα στα γκέττο) ότι, μπροστά σ αυτούς τους βαρβάρους, οι “απλοί άνθρωποι” -μαζί με τους “προνομιούχους”- έχουν έναν κοινό εχθρό, από τον οποίο, ευτυχώς υπάρχει για να τους προστατεύσει το Κράτος (μέσα σ αυτό το σχήμα, τα προάστεια παίζουν σε εθνικό επίπεδο τον ίδιο ρόλο που παίζει η τρομοκρατία σε διεθνές επίπεδο). Επιπλέον, όπως θα περίμενε κανείς, η ριζοσπαστικότητα του θυμού αυτού ταυτοποιήθηκε από τον Bush με το σχήμα του Bin Laden, κι από τον Putin με την τσετσενική “Πέμπτη Φάλαγγα”, πράγμα που αποδεικνύει περίτρανα την απόλυτη έλλειψη σοβαρότητας της γλώσσας που χρησιμοποιούν οι διάφορες Εξουσίες. Η πλατεία Beauvau[16] θα ευχαριστιόταν επίσης αν μπορούσε να εμφυτεύσει την ψευδαίσθηση ότι οι ταραχές του 2005 ήταν προβλήματα που δημιούργησαν έμποροι ναρκωτικών ή ισλαμιστές εξτρεμιστές: στην πραγματικότητα, από κάθε στοιχείο που υπάρχει, αυτές οι δυο ομάδες, απαιχθάνονται πάνω απ όλα το να τραβούν την προσοχή της αστυνομίας και να εκθέτουν τα δίκτυά τους. Κανείς ανάμεσα στους ιδιοκτήτες του επίσημου ψεύδους δεν μπορεί να καταδεχτεί να κοιτάξει την αλήθεια: μια άρνηση προσδιορισμένη επακριβώς από την υπάρχουσα τάξη, η προφανής έκφραση του κοινωνικού αποκλεισμού που είναι έμφυτος στην κίνηση του κεφαλαίου.

Τα καταπιεστικά μέτρα, τα οποία απ’ ότι φαίνεται θα είναι εξαιρετικά σκληρά, όχι μόνο θα επιβεβαιώσουν την πολιτική της περιφρόνησης που ήταν ήδη στη ρίζα της σύγκρουσης, κι έτσι θα σιγουρέψουν τον επαναληπτικό χαρακτήρα του φαινομένου. Η ωμή αγριότητα της αστυνομίας έχει την μουχλιασμένη οσμή του 1905[17]: Απέδειξε ότι η κυρίαρχη τάξη δεν μπορεί πλέον να υποσχεθεί τίποτα, και δεν μπορεί πλέον να κάνει κανένα συμβιβασμό με την αλήθεια. Παγιδευμένη ανάμεσα στην απειλή ενός αυξανόμενου εσωτερικού ανταγωνισμού, η άπληστη επιθυμία ανάπτυξης παρόλο το μέχρι τώρα κέρδος, και την υποχρεωτική διαχείριση του αποθέματος των μη-απασχολήσιμων προλεταρίων, η κυρίαρχη τάξη αποζητά κάθε ευκαιρία που θα της επιτρέψει να βγεί από τον κίνδυνο. Η απέλαση όλων τους μοιάζει πρακτικά αδύνατη, οπότε θα αναγκαστούν να ψάξουν για λιγότερο απάνθρωπες διαδικασίες. Μπορούμε όμως να είμαστε βέβαιοι: Δε θα υπάρξει ξανά ησυχία.

13 Νοεμβρίου 2005

—————————————————————————–

[1] Αναφορά στο έργο του Giordano Bruno’s Δείπνο Στάχτης της Τετάρτης (“La Cena de le Ceneri”), που τυπώθηκε το 1582. Στα 1600, ο Bruno κατηγορήθηκε για “Αθεϊσμό” και ρίχτηκε στην πυρά. Οι στάχτες του διασκορπίστηκαν ώστε να χαθεί κάθε ίχνος της ύπαρξής του. Σημειωτέον, η επιγραφή στο μνημείο του Bruno στην Piazzi dei Fiori της Ρώμης γράφει: “Αποχαιρέτισε τις στάχτες. Είναι σ’ αυτές τις στάχτες όμως που βρίσκεται ο σπόρος που ανανεώνει ολόκληρο τον κόσμο”.

[2] Στα γαλλικά: 2] “Plus de lendemain, / Braises de satin, / Votre ardeur / Est le devoir.”

[3] Αγγλικά στο αρχικό κείμενο.

[4] Μια “σοσιαλίστρια” πολιτικός.

[5] Ο Jacques Chirac θα έπαιρνε την ηγεσία αυτής της υπηρεσίας. Ο γαλλικός όρος που χρησιμοποιήθηκε εδώ (bidet) υπονοεί επίσης ότι ο Chirac θα καταλάμβανε αυτή την τουαλέτα.

[6] Δολιχοκέφαλος: αυτός που έχει ένα επίμηκες κρανίο.

[7] Ο οποίος είναι σκούρος και κοντός, κι έχει ένα μάλλον περίεργο κεφάλι.

[8] dechets humains: όχι απορρίματα αλλά “άχρηστοι” άνθρωποι.

[9] Σημείωση των συγγραφέων: Πέρα από τα όρια που σημειώνονται, είναι ανάγκη, από την άλλη, να τονίσουμε την αξιοσημείωση ικανότητα για υπερ-ταχεία επέκταση που επέδειξε αυτή η ανταρσία, στη Γαλλία, φυσικά αλλά και στην μετάδοσή της σε άλλες χώρες.

[10] Για παράδειγμα, σημειώστε τον στείρο ηθικισμό αυτών των σχολίων Guy Debord, αναφορικά με μια τέτοια ταραχή: “Πιστεύω ότι παρατήρησες έναν παράγοντα που αναφέρθηκε άμεσα, μερικές μέρες μετά την σύγκρουση στην Pont de l’Alma. Οι πυροσβέστες κλήθηκαν στο Montfermeil, μετά από παγίδα που τους στήθηκε για μια φωτιά που δεν υπήρχε, όπου τους περίμεναν με πέτρες απ’ το πεζοδρόμιο και σιδερένιες ράβδους. Τα εμπορικά τραγούδια μας μαρτυρούν πως είναι, στο κάτω κάτω, φυσικό -όταν κάποιον τον έχουμε πολύ ανάγκη- να “κάψουμε την κοιλιά και το σακίδιο” ενός οδηγού λεώφορείου. Αλλά το να επιτίθεσαι σε πυροσβέστες, αυτό δεν είχε γίνε ποτέ όσο υπήρχε το Παρίσι. Και δεν ξέρω καν αν έχει γίνει στην Ουάσιγκτον ή στην Μόσχα. Είναι η τελειοποιημένη έκφραση και η πρακτική της διάλυσης κάθε κοινωνικού ιστού”. (Γράμμα στον Jean-Francois Martos, με ημερομηνία 26 Δεκέμβρη 1990).

[11] Αναφέρεται στις αγροτικές εξεγέρσεις.

[12] Όπως μια υποτιθέμενη “τρομοκρατική” οργάνωση, σαν την Χεζμπολάχ στο Λίβανο, η εξουσία έχει “ενσωματωθεί” παντού, μέσα κι ανάμεσα στον “άμαχο” πληθυσμό, ως ασπίδα προστασίας.

[13] Αγγλικά στο αρχικό κείμενο.

[14] Αγγλικά στο αρχικό κείμενο (“There is no future in England’s dreaming”: των Sex Pistols, από το “God Save the Queen”, 1977).

[15] Δεν υπάρχει ακριβής όρος στα αγγλικά είτε στα ελληνικά για τη γαλλική λέξη που χρησιμοποιήθηκε εδώ, “mediatiquement”, που δε σημαίνει μόνο “χάρη στα μίντια”, ή “μέσω των μίντια” αλλά επίσης “θεαματικά”.

[16] Η τοποθεσία του γαλλικού Υπουργείου Εσωτερικών, το οποίο είναι υπεύθυνο για την ασφάλεια της χώρας.

[17] Η χρονιά που απέτυχε η επανάσταση ενάντια στην τσαρική Ρωσία.

Γράφτηκε από τους Φίλους της Νέμεσης (Les Amis de Nemesis: http://www.geocities.com/nemesisite). Μεταφράστηκε από τα γαλλικά στα αγγλικά από το NOT BORED! (http://www.notbored.org) τον Ιούλη του 2007. Οι υποσημειώσεις είναι του μεταφραστή στα αγγλικά, εκτός από τα σημεία που σημειώνεται διαφορετικά. Ειλικρινείς ευχαριστίες από την αγγλική μετάφραση στους συγγραφείς για τη διόρθωση μερικών λαθών της πρώιμης όψης της μετάφρασης.
Η ελληνική μετάφραση έγινε τον Δεκέμβρη του 2007 από τις “εκδόσεις για τη διάδοση της μεταδοτικής λύσσας” – www.geocities.com/anarcores.

Πηγή: http://occupiedlondon.org/supperofashes

Categories
Uncategorized

Blues για την Νέα Ορλεάνη

Blues για την Νέα Ορλεάνη

:::μερικές οδηγίες χρήσης σε περίπτωση τυφώνα:::

Θεσσαλονίκη, Οκτώβρης 2005

λίγες βδομάδες που μας χωρίζουν από το σάρωμα της Νέας Ορλεάνης από τον τυφώνα Κατρίνα, έχουν άκοπα σβήσει την επιπόλαια φλυαρία των ΜΜΕ και τα δάκρυα των παρατρεχάμενων ανθρωπιστών, που συνηθίζουν άλλωστε να μαζεύονται όπου μυριστούν αίμα, σαν βρυκόλακες-η ευαισθησία τους δεν είναι παρά προπαγάνδα της κυρίαρχης νεκροφιλίας… Η στιγμή μοιάζει κατάλληλη για την καταγραφή κάποιων σημειώσεων στο περιθώριο της ιστορίας του τέλους της Ν.Ορλεάνης. Ιστορία που δεν μπορεί παρά να είναι ανάγνωση του κοινωνικού-ταξικού πολέμου και των όψεων που πήρε: Συγκεκριμένα, της διάχυτης παραβατικότικας που πυροδότησε ο τυφώνας, της κρατικής αντίδρασης όπως εκφράστηκε στο σύμπλεγμα αστυνομίας-ΜΜΕ, και της σύγκρουσης και καταστολής των εξεγερμένων από τις «δυνάμεις της τάξης».

Η ΦΥΣΗ ΓΕΛΑΕΙ ΠΑΝΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ

Από την μεμψιμοιρία των ΜΜΕ με τις παρελάσεις ξεπεσμένων πρωθυπουργών, αριστερών και άλλων σοκαρισμένων stars, μέχρι την ανθρωπιστική βοήθεια των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων (αποτελεί μέλημα κάθε κράτους να προβάλλει τον εαυτό του ως μηχανισμό ειρηνιστικό-ανθρωπιστικό, ειδικά όταν παράλληλα στέλνει στρατεύματα στο Ιράκ και αλλού) και τις φανφάρες περί εθνικής τραγωδίας, το επίσημο θέαμα ύφαινε τον πέπλο του, μεταμορφώνοντας για τις ανάγκες του, την καταστροφή σε μια συμφορά ουδέτερη, α-ταξική. Λες κι οι αποκλεισμένοι προλετάριοι της Νέας Ορλεάνης πέθαναν αγκαλιασμένοι με τα αφεντικά τους που την είχαν κοπανήσει μέρες πριν, ή λες και δεν ήταν ακριβώς η πολιτική των αφεντικών τους: η άρνηση της μείωσης των εκπομπών καυσαερίου που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και ευθύνονται για ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι τυφώνες, με πιο πομπώδες δείγμα της αδιαλλαξίας τους την μη-υπογραφή του πρωτοκόλλου του Κυότο, μιας ούτως ή άλλως ανεδαφικής διακρατικής συμφωνίας-βιτρίνας. Την συνοχή αυτής της μέτρια στημένης φάρσας την διέρρηξαν οι προλετάριοι της Νέας Ορλεάνης, που αφέθηκαν εσκεμμένα πίσω για να πεθάνουν, όπως ακριβώς ανά τον κόσμο ρίχνονται στον θάνατο του πολέμου, ή στην καλύτερη περίπτωση, στη λιγότερο εκκωφαντική απονέκρωση της μισθωτής σκλαβιάς και των εργατικών ατυχημάτων, της πένθιμης μιζέριας των εμπορευμάτων και της βίας των αστυνομιών τους, αν όχι σε κάποια φυλακή ή τρελάδικο…

Ο ΛΟΓΟΣ ΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

30/31 Αυγούστου: ο τυφώνας «Κατρίνα» μετά από μια άγονη περιπλάνηση στον κόλπο του Μεξικού χτυπάει την Νέα Ορλεάνη. Τις προηγούμενες μέρες είχαν απομακρυνθεί πάνω από 1.000.000 άνθρωποι. Περίπου 300.000 έμειναν πίσω «λόγω ολιγωρίας των αρχών». Η μεταφορά τους άρχισε μετά το χτύπημα του τυφώνα. 1-7 Σεπτέμβρη: αφού έχουν απομακρυνθεί όσοι είχαν αρκετά λεφτά για να φύγουν, ξεσπούν λεηλασίες (looting) σε όλη την έκταση της βυθισμένης πόλης. ’μεση είναι η απάντηση της αστυνομίας και των παρακρατικών ομάδων που δολοφονούν στις 5 και 6 Σεπτέμβρη δεκάδες μαύρους νεολαίους που συμμετείχαν στις λεηλασίες. Οι κάτοικοι της πόλης οπλίζονται από σπασμένα οπλοπωλεία και αντιμετωπίζουν τα γουρούνια με πυροβολισμούς. Οι τοπικοί μπάτσοι ενισχύονται με 5.000 εθνοφρουρούς, ελεύθερους σκοπευτές, και εκατοντάδες πεζοναύτες που αποσύρθηκαν επειγόντως απ’ το Ιράκ (για όσους απορούσαν που θα βρουν δουλειά όταν επιστρέψουν σπίτι τους, τα γνωστά ψυχωτικά-σαδιστικά γουρούνια) προκειμένου να μπει ένα τέλος τις λεηλασίες, που από είδη πρώτης ανάγκης, συμπεριλαμβάνουν πλέον και στοκ πολυτελών καταστημάτων.

ΟΙ ΕΧΘΡΟΠΡΑΞΙΕΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ

Η αθλιότητα της τηλεοπτικής μετάδοσης των γεγονότων φτάνει το σημείο έκρηξης της, κάπου ανάμεσα στις προειδοποιήσεις της Καθλήν Μπλάνκο (κυβερνήτης της Λουζιάνα) να «σταματήσουν αυτοί οι εγκληματίες να αμαυρώνουν την εθνική θλίψη με τις κλοπές τους, γιατί οι πεζοναύτες που μόλις γύρισαν απ’ το Ιράκ έχουν γεμάτα τα Μ-16 τους και ξέρουν καλά πώς να πυροβολούν και να σκοτώνουν» τις προτροπές διάφορων αριστερών, να μην πυροβολήσουν οι μπάτσοι στο ψαχνό γιατί υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσουν εξέγερση και την «μεγάλη αλληλεγγύη» του Φιντέλ Κάστρο στον λαό των ΗΠΑ… Οι αρχές προσπαθούν να μαντρώσουν τους κατοίκους στο στάδιο Superdome και σε άλλους χώρους, και να τους μεταφέρουν με λεωφορεία σε κοντινές πόλεις. Σε έκτακτη συνεδρίαση, η αμερικανική Γερουσία αποφασίζει την χορήγηση 10,5 δις δολάρια για την «άμεση βοήθεια» στην περιοχή, ενώ ο Μπους προσπαθεί να αναδείξει την υπόθεση «διάσωσης» σε εθνικό ζήτημα προκειμένου να κερδίσει λίγη δημοσιότητα. Οι εξεγερμένοι πλέον, κάτοικοι αντιμετωπίζουν τα ελικόπτερα των «ομάδων διάσωσης», το Superdome και τις εγκαταστάσεις της αστυνομίας με σφαίρες, εκρήξεις και φωτιές, ενώ αυτό-οργανώνονται σε ένοπλες ομάδες προκειμένου να βρουν τρόφιμα και να προστατευτούν. Ωστόσο, εκτός από την επίσημη καταστολή, οι εξεγερμένοι έχουν να αντιμετωπίσουν έναν μαραθώνιο συκοφαντίας στον οποίο επιδόθηκε με τη συνήθη δουλικότητά της η νομοταγής αριστερά λόγω των λεηλασιών στις οποίες προέβησαν.

10 ΜΕΡΕΣ ΜΕΤΑ

Γύρω στις 10 Σεπτέμβρη η κοινωνική έκρηξη που διαπέρασε την Ν.Ορλεάνη έχει ξεθυμάνει. Ο ρόλος των ΜΜΕ στην «αποκατάσταση της τάξης» ήταν καταλυτικός, με αποκορύφωμα το προπαγανδιστικό δίπολο του ηρωικού πεζοναύτη που σώζει τα αβοήθητα θύματα και του μαύρου ωφελιμιστή που βουτάει τηλεοράσεις. Οι εξεγερμένοι της Ν.Ορλεάνης δεν είχαν καμμιά υποστήριξη από τους καταπιεσμένους των ΗΠΑ που αφελώς ταυτίστηκαν με την εικόνα του φρουρού της τάξης. Επίσης, οι μορφές αυτό-οργάνωσης που ανέδειξαν, αν και αρχικά ανταγωνιστικές προς τις κρατικές δομές (οι κάτοικοι αδιαφορούσαν για την διανομή βοήθειας, απαλλοτριώνοντας τα αναγκαία από εγκαταλελειμμένα καταστήματα ενώ εξοπλίζονταν για να αντιμετωπίσουν τους μπάτσους), υποχώρησαν μετά από μια πάνοπλη επιχείρηση συκοφαντίας που ενορχήστρωσε το κράτος και επιστρατεύτηκε όλο το φάσμα της πολιτικής, τον κατακερματισμό των ομάδων που δεν είχαν επικοινωνία μεταξύ τους, την απομόνωση και την-όχι τόσο αναίμακτη-διάλυσή τους (οι μπάτσοι διέλυαν με πυρά κάθε συσπείρωση άνω των 4-5 ατόμων). Παράλληλα έδρασε και η μερική νομιμοποίηση των λεηλασιών σταδιακά, υπό τον έλεγχο της αστυνομίας. 1.500 νέοι μπάτσοι καθάρισαν τελικά το έδαφος για την εγκατάσταση των πολυεθνικών που θα ξαναχτίσουν την νεκρόπολη. Δεν είναι τυχαίο που οι αρχές σχεδιάζουν την ανοικοδόμηση της Ν.Ο. σαν ένα ακόμη Λας Βέγκας, κατ’ αναλογία των κέντρων κατανάλωσης διασκεδάσεων-εμπορευμάτων στα άδεια περίχωρα των δυτικών μητροπόλεων.

ΕΝΤΡΟΠΙΑ ΚΑΙ ΖΩΗ

Όπως το Black Out της Νέας Υόρκης του 1977, και το πρόσφατο χτύπημα από τυφώνα της Νέας Ορλεάνης, δείχνουν πως μια έμπρακτη αμφισβήτηση της εξουσίας, εμφανίζεται στο ιστορικό προσκήνιο με την (προηγουμένως ”απίθανη”) κατάρρευση δομών του κρατικού μηχανισμού, ο παρασιτικός ρόλος του οποίου, πλέον εκτίθεται ανεπανόρθωτα. Η έμπρακτη αυτή αμφισβήτηση αναδύεται μέσα από την αυτό-οργάνωση της συλλογικής άρνησης του παλιού κόσμου και των κανόνων του, που έχουν πια γίνει αβάσταχτοι, κι επισκιάζονται από τις ολοένα και πληθαίνουσες σταγόνες ζωής ενάντια στον νόμο, που αντανακλούν τον ίδιο ήλιο, της ελευθερίας (εξ ου και κύριο μέλημα των απανταχού υπαλλήλων της εξουσίας αποτελεί η συκοφαντία των παραβατικών συμπεριφορών, ώστε να μη γίνουν υποδειγματικές). Μόλις γίνει ευρέως συνειδητό το αναπόφευκτο της σύγκρουσης με το κράτος, κι αφού οι προβαλλόμενοι ρεφορμιστές ηγέτες παραδοθούν στη χλεύη, είναι αναγκαιότητα των εξεγερμένων να περάσουν στην αντεπίθεση. Χωρίς το σαμποτάζ των μονάδων (υλικής) παραγωγής, συμπεριλαμβανομένων των μονάδων παραγωγής ιδεολογίας (ΜΜΕ, κόμματα, συνδικάτα, κλπ), τον εκμηδενισμό της δύναμης της αστυνομίας, και την αμέριστη αλληλεγγύη ανάμεσα στους εξεγερμένους το όνειρο της αληθινά επικίνδυνης-επικίνδυνα αληθινής ζωής θα παραμένει όνειρο, αλυσοδεμένο στον γενικό εφιάλτη των καιρών. Ο παλιός κόσμος των εμπορευμάτων και των αστυνομιών τους, θα ανατέλλει μετά από κάθε σύντομο διάλειμμα.

(Το παραπάνω κείμενο kυκλοφόρησαν σε φωτοτυπίες οι «Εκδόσεις για τη διάδοση της μεταδοτικής Λύσσας» στα τέλη του 2005 στη σαλονίκη, με την παρότρυνση κάθε αναπαραγωγής ή διάδοσης του κειμένου…)

1

Categories
Τοπικές ειδήσεις

Μαθητικές καταλήψεις, φθινόπωρο 2008

10/21/2008

Εκεί που σταματάει η απόγνωση και αρχίζει η τακτική…

(ή Όταν το δημοκρατικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην -π ά σ ε ι θ υ σ ί α- γλοιώδη ανέλιξη βρήκε την πόρτα κλειστή)

Τί τρέχει λοιπόν;

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΟΛΜΕ, πάνω από 400 σχολία σ’ όλη τη χώρα έχουν καταληφθεί από μαθητές τους. Περίπου 70 απ’ αυτά στη Σαλονίκη, ενώ υπό κατάληψη είναι και τα περισσότερα λύκεια και γυμνάσια σε Κοζάνη (15 σχολεία), Πτολεμαϊδα, Φλώρινα, Έδεσσα, Κατερίνη… Σε άλλα οι μαθητές απέχουν από τα μαθήματα, ενώ έχουν ήδη γίνει 2 μικρές πορείες στην επαρχία.

Κάποια από τα πιο συχνά κοινά -μίνιμουμ- αιτήματα των καταληψιών είναι:
~ΟΧΙ στην αναθεώρηση του άρθρου 16
~ΟΧΙ στην ενταντικοποίηση της εκπαίδευσης και τον εξεταστικό χαρακτηρα του λυκείου
~Δωρεάν μεταφορά και σίτιση για όλους/ες τους μαθητές και τις μαθήτριες!
~Βελτίωση των σχολικών υποδομών (θέρμανση/υγειινή κλπ), και φυσικά:
~Καμιά δίωξη στους συλληφθέντες των μαθητικών καταλήψεων
Ήδη, στην Καλαμάτα, στο Βόλο, στην Τρίπολη, στη Ρόδο, στην Αθήνα αλλά και στη Σαλονίκη (π.χ. το σπασμένο φυλάκιο και η κατεστραμμένη μικροφωνική στον “Ευκλείδη”) έχουν αφήσει τα σημάδια τους οι πρώτοι χαρούμενοι βανδαλισμοί. Απελευθερωτικές χειρονομίες που συνοδεύουν κάθε ξέσπασμα ενάντια στον κόσμο της μισθωτής εργασίας, και της εκπαίδευσής σ’ αυτήν.


Όλες οι δυνάμεις του παλιού κόσμου, εισαγγελείς και οικονομολόγοι, δ η μ ο σ ι ο γ ρ ά φ ο ι, μπάτσοι και ψυχο-κοινωνιολόγοι, έχουν ενωθεί ενάντια στο νέο κύμα μαθητικής αταξίας. Ήδη δεκάδες μαθητές απειλούνται με δίκες, (3 ανήλικοι συλληφθέντες στη Ρόδο σε απόπειρα κατάληψης του τελευταίου σχολείου, ένας 30χρονος στην Καλαμάτα για βανδαλισμούς σε υπό κατάληψη σχολείο, πολλοί ακόμα απειλούνται με εξώδικα σε Τρίκαλα και Σαλονίκη), ενώ σύμφωνα με ανακοίνωση της Εισαγγελείας Πρωτοδίκων, “η κατάληψη αποτελεί πλέον” και επίσημα “ποινικό αδίκημα”, ενώ κατηγορίες εκτός από τους ίδιους τους καταληψίες (διατάραξη και διακοπής της ομαλής λειτουργίας δημόσιας υπηρεσίας) θα μπορούν να επιρρίπτονται και στους γονείς ή τους καθηγητές των σχολείων (παραμέληση εποπτείας ανηλίκων).


Αν και το ζήτημα, με τους όρους που τίθεται στο “δημόσιο διάλογο” σήμερα, με τους όρους που τίθεται κάθε ζήτημα δηλαδή, ως μια αναζήτηση του τρόπου με τον οποίο θα κατασταλεί, φαίνεται περίπλοκο, είναι αρκετά απλούστερο: Το τί θα κάνουν οι μαθητές με τα σχολεία τους είναι κάτι που αφορά τους ί δ ι ο υ ς κ α ι μ ό ν ο. Όσοι κλαψουρίζουν για την οικονομική χασούρα, ας μαζέψουν καλύτερα μετοχές καμιάς τραπεζας να σώσουν τον καπιταλισμό.

Σ’ ενα πρώτο βήμα από μεριάς μας, δεν μπορούσαμε παρά να τους μεταφέρουμε τους χαιρετισμούς μας παροτρύνοντας τους να συνεχίσουν το ευγενικό έργο τους…

Παρακάτω, φωτογραφίες από τρικάκια και συνθήματα στο 1ο πειραματικό, στο 2ο, το 4ο, το 15ο και το 17ο λύκειο Θεσσαλονίκης. (Οι φωτογραφίες πάνω, είναι απ’ τον “Ευκλείδη”).