Από τον προλετάριο στο άτομο: προς μια αναρχική αντίληψη των τάξεων
Οι κοινωνικές σχέσεις ανάμεσα στις τάξεις και την εκμετάλλευση δεν είναι κάτι απλοϊκό. Η εργατίστικη αντίληψη, που βασίζεται στην παραδοχή μιας αντικειμενικά επαναστατικής τάξης που ορίζεται βάσει της σχέσης της με τα μέσα παραγωγής, αγνοεί την μάζα που αποτελείται από όλους αυτούς παγκόσμια που οι ζωές τους έχουν κλαπεί από τα χέρια τους για λογαριασμό της τρέχουσας κοινωνικής τάξης αλλά δεν μπορούν να βρουν μια θέση μέσα στον παραγωγικό μηχανισμό της. Έτσι μια τέτοια αντίληψη καταλήγει παρουσιάζοντας μια στενόμυαλη κι απλουστευτική επεξήγηση της εκμετάλλευσης και του επαναστατικού μετασχηματισμού. Προκειμένου να διεξάγουμε έναν επαναστατικό αγώνα ενάντια στην εκμετάλλευση, χρειάζεται να αναπτύξουμε μια κατανόηση των τάξεων όπως υφίστανται στην πραγματικότητα στον κόσμο χωρίς να καταφεύγουμε σε στεγανά.
Το πιο βασικό στοιχείο της ταξικής κοινωνίας είναι ότι υπάρχουν αυτοί που κυριαρχούν, κι αυτοί που κυριαρχούνται, αυτοί που εκμεταλλεύονται κι αυτοί που τους εκμεταλλεύονται. Μια τέτοια κοινωνική τάξη μπορεί να συγκροτηθεί μόνο εφόσον οι άνθρωποι έχουν απολέσει την ικανότητά τους να λαμβάνουν και να διεκπεραιώνουν βασικές αποφάσεις για τη ζωή τους.
Η κυρίαρχη τάξη προσδιορίζεται βάσει της προοπτικής της για συσσώρευση ισχύος και πλούτου. Αν και υπάρχουν σαφώς σημαντικές έριδες στο εσωτερικό της άρχουσας τάξης με όρους αντικρουόμενων συμφερόντων, και πραγματικός ανταγωνισμός για τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών και του εδάφους, αυτή η κυρίαρχη προοπτική για τον έλεγχο του κοινωνικού πλούτου και της ισχύος, κι έτσι των ζωών και των σχέσεων κάθε ζωντανού όντος, παρέχει στην τάξη αυτή μια ενιαία θετική προοπτική.
Η εκμεταλλευόμενη τάξη δεν έχει μια ανάλογη θετική προοπτική να την προσδιορίζει. Αντίθετα προσδιορίζεται βάσει του τι υφίσταται, του τι έχει χάσει. Ξεριζωμένη από τον τρόπο ζωής που της ήταν οικείος και είχε δημιουργήσει με τα χέρια της, η μόνη κοινότητα που έχει απομείνει για τους ανθρώπους που απαρτίζουν αυτή την ανομοιογενή τάξη είναι αυτή που τους παρέχει το κεφάλαιο και το κράτος-η κοινότητα της εργασίας και της εμπορευματικής ανταλλαγής, διακοσμημένη με τις εκάστοτε εθνικιστικές, θρησκευτικές, πατριωτικές, φυλετικές, η υποκουλτουριάρικες ιδεολογικές οδηγίες μέσα από τις οποίες η κυρίαρχη τάξη δημιουργεί ταυτότητες ώστε να αφομοιώσει την προσωπικότητα και την άρνηση. Η αντίληψη μιας θετικής προλεταριακής ταυτότητας, μιας μοναδικής, ενιαίας, προλεταριακής προοπτικής, στερείται πραγματικής βάσης μιας και αυτό που ορίζει κάτι ως «προλεταριακό» σημαίνει ακριβώς ότι η ζωή του έχει κλαπεί από τον έλεγχό του, ότι έχει μεταμορφωθεί σε ένα πιόνι στα σχέδια των κυριάρχων.
Η εργατίστικη αντίληψη της προλεταριακής προοπτικής έχει τις ρίζες της στις επαναστατικές θεωρίες της Ευρώπης και των ΗΠΑ (ιδιαίτερα τις μαρξιστικές και συνδικαλιστικές θεωρίες). Προς το τέλος του 19ου αιώνα, τόσο η δυτική Ευρώπη όσο και οι ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες βάδιζαν σθεναρά στο δρόμο της πλήρους εκβιομηχάνισης, και η κυρίαρχη ιδεολογία της προόδου εξίσωνε την τεχνολογική ανάπτυξη με την κοινωνική απελευθέρωση. Αυτή η ιδεολογία εκδηλώθηκε στην επαναστατική θεωρία ως η ιδέα ότι η βιομηχανική εργατική τάξη ήταν αντικειμενικά επαναστατική καθώς βρισκόταν σε θέση που θα μπορούσε να καταλάβει τα μέσα παραγωγής που αναπτύχθηκαν υπό τον καπιταλισμό (τα οποία, ως προϊόντα της προόδου, εξυπακουόταν ότι θα ήταν εξ ορισμού απελευθερωτικά…) και να τα θέσει στην υπηρεσία της ανθρώπινης κοινότητας. Αγνοώντας το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου (καθώς και μια σημαντική μερίδα των εκμεταλλευομένων στις εκβιομηχανισμένες χώρες), η επαναστάτες θεωρητικοί πέτυχαν να επινοήσουν μια θετική προοπτική για το προλεταριάτο, μια αντικειμενική ιστορική αποστολή. Το ότι βασίστηκαν στην αστική ιδεολογία της προόδου έχει αγνοηθεί. Κατά τη γνώμη μου, οι λουδίτες είχαν μια πολύ πιο ξεκάθαρη προοπτική, αναγνωρίζοντας στην εκβιομηχάνιση ένα ακόμα εργαλείο στα χέρια των αφεντικών για το φτώχεμα των ζωών τους. Όχι παράλογα λοιπόν, επιτέθηκαν στα μηχανήματα της μαζικής παραγωγής.
Η διαδικασία του φτωχέματος, είχε επιτευχθεί από καιρό στη Δύση (αν και φυσικά πρόκειται για μια διαδικασία που συνεχίζεται ακόμα), αλλά είναι κυρίως στον Νότο του κόσμου που βρίσκεται ακόμα στα πρώτα της στάδια. Αν και η διαδικασία αυτή ξεκίνησε στη Δύση, έχουν σημειωθεί μερικές σημαντικές μεταβολές στη λειτουργία του παραγωγικού συστήματος. Οι θέσεις εξειδικευμένων εργατών έχουν σε μεγάλο βαθμό χαθεί από τα εργοστάσια, κι αυτό που χρειάζεται σε έναν εργάτη είναι η ευελιξία, η ικανότητα να προσαρμόζεται, με άλλα λόγια η ικανότητα να είναι ένα ευμετάβλητο γρανάζι της καπιταλιστικής μηχανής. Επιπροσθέτως, τα εργοστάσια τείνουν να χρειάζονται ολοένα και λιγότερους εργάτες προκειμένου να διεκπεραιώσουν την παραγωγική διαδικασία, τόσο λόγω της ανάπτυξης της τεχνολογίας και των τεχνικών που επιτρέπουν μια πιο αποκεντρωμένη παραγωγική διαδικασία όσο και λόγω του ότι όλο και περισσότερο το είδος της απαιτούμενης εργασίας περιορίζεται στην επόπτευση και τη συντήρηση των μηχανημάτων.
Σε ένα πρακτικό επίπεδο αυτό σημαίνει ότι είμαστε όλοι μας, ως υποκείμενα, αναλώσιμοι για την παραγωγική διαδικασία, καθώς κανείς μας δεν είναι αναντικατάστατος, ιδού η αξιοζήλευτη ισότητα στον καπιταλισμό, όπου ο καθένας ισούται με μηδέν. Στον πρώτο κόσμο, κάτι τέτοιο είχε ως αποτέλεσμα την ώθηση αυξανόμενων αριθμών εκμεταλλευομένων σε όλο και πιο επισφαλείς θέσεις: περιστασιακή εργασία, σπαστό ωράριο, παροχή υπηρεσιών, ημι-απασχόληση, η μαύρη αγορά κι άλλες μορφές παρανομίας, άστεγοι, φυλακισμένοι. Η σταθερή εργασία με τα εχέγγυά της, μιας κάπως σταθερής ζωής -ακόμα κι αν δεν την ορίζει κανείς ο ίδιος- δίνει τη θέση της σε μια στέρηση κάθε εγγύησης όπου οι ψευδαισθήσεις που παρείχε ένας μικρο-μεσαίος καταναλωτισμός δεν μπορούν πια να κρύψουν ότι η ζωή στον καπιταλισμό βιώνεται πάντα στο χείλος της καταστροφής.
Στον τρίτο κόσμο, λαοί που στάθηκαν ικανοί να δημιουργούν την ίδια την ύπαρξή τους, αν και συχνά αντιμετωπίζοντας μεγάλες δυσκολίες, βρίσκουν τη γη και τα άλλα μέσα που είχαν για το σκοπό αυτό, να τους τα παίρνουν μέσα από τα χέρια καθώς οι μηχανές του κεφαλαίου κυριολεκτικά εισβάλλουν μέσα στα σπίτια τους, και τους στερούν κάθε πιθανότητα για μια ύπαρξη βασισμένη στα προϊόν της δικής τους δραστηριότητας. Ξεριζωμένοι από τις ζωές και τη γη τους, αναγκάζονται να μετακινηθούν προς τις πόλεις όπου ίσως βρεθεί μια κάποια εργασία γι αυτούς. Παραγκουπόλεις αναπτύσσονται γύρω από τις πόλεις αυτές, συχνά με πληθυσμούς μεγαλύτερους από την ίδια την πόλη. Χωρίς καμιά πιθανότητα σταθερής εργασίας, οι κάτοικοι των παραγκουπόλεων αυτών πιέζονται να δημιουργήσουν μια οικονομία μαύρης αγοράς προκειμένου να επιβιώσουν, κάτι που εξυπηρετεί επίσης τα συμφέροντα του κεφαλαίου. ’λλοι, στην απόγνωσή τους, επιλέγουν την μετανάστευση, ρισκάροντας μια φυλάκιση σε κέντρα κράτησης μεταναστών χωρίς χαρτιά, ελπίζοντας να βελτιώσουν κάπως τις συνθήκες ζωής τους.
Έτσι, μαζί με τη φτώχια, την επισφάλεια και την ελαστικότητα, αυξάνονται τα κοινά χαρακτηριστικά αυτών που συνιστούν την παγκόσμια εκμεταλλευόμενη τάξη. Αν, από την άλλη, αυτό σημαίνει ότι αυτός ο πολιτισμός του εμπορεύματος δημιουργεί μέσα του μια τάξη βαρβάρων που δεν έχουν πραγματικά τίποτα να χάσουν καταστρέφοντάς τον (όχι όμως με τον τρόπο που φαντάζονταν οι παλιοί εργατιστές ιδεολόγοι), από την άλλη, αυτά τα χαρακτηριστικά από μόνα τους δεν παρέχουν καμία βάση για μια θετική προοπτική μετασχηματισμού της ζωής. Η οργή που φέρνει η εξαθλίωση της ζωής που επιβάλει αυτή η κοινωνία μπορεί εύκολα να χειραγωγηθεί μέσα από προοπτικές που εξυπηρετούν την κυρίαρχη τάξη ή τουλάχιστον τα ειδικά συμφέροντα του ενός ή του άλλου αφεντικού. Τα παραδείγματα παρελθοντικών καταστάσεων κατά τις τελευταίες δεκαετίες, στα οποία η οργή των εκμεταλλευομένων εξαντλήθηκε στα κανάλια του εθνικισμού, των φυλετικών ή θρησκευτικών προοπτικών μόνο και μόνο για να ενισχύσει την κυριαρχία είναι πάρα πολλά. Η πιθανότητα ενός τέλους της τρέχουσας κοινωνικής τάξης είναι μεγαλύτερη από ποτέ, αλλά η πίστη στο αναπόφευκτό της δεν μπορεί πια να υποκρίνεται πως έχει μια αντικειμενική βάση.
Προκειμένου, όμως, να κατανοήσουμε πλήρως την επαναστατική προοπτική και να αρχίσουμε να βρίσκουμε τρόπους διεξαγωγής της (και ανάπτυξης μιας ανάλυσης του πως η κυρίαρχη τάξη καταφέρνει να ενσωματώνει την οργή αυτών που εκμεταλλεύεται στις δικές της προοπτικές), είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε ότι η εκμετάλλευση δεν συμβαίνει απλά και μόνο τη στιγμή της παραγωγής πλούτου, αλλά επίσης κατά την αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων. ’σχετα με την ειδική θέση κάθε μεμονωμένου προλεταρίου μέσα στον παραγωγική μηχανισμό, είναι συμφέρον της κυρίαρχης τάξης ο καθένας να έχει έναν ρόλο, μια κοινωνική ταυτότητα, που να εξυπηρετεί στην αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων.
Φυλή, φύλο, εθνικότητα, θρησκεία, ερωτικές προτιμήσεις, υποκουλτούρες-όλα αυτά τα πράγματα αντανακλούν στ αλήθεια πολύ πραγματικές και πολύ σημαντικές διαφορές, όμως αποτελούν κοινωνικές κατασκευές για τη χειραγώγηση των διαφορών αυτών σε ρόλους χρήσιμους για τη διατήρηση της παρούσας κοινωνικής τάξης. Στις πιο ανεπτυγμένες περιοχές της παρούσας κοινωνίας όπου η αγορά προσδιορίζει τις περισσότερες σχέσεις, οι ταυτότητες σε μεγάλο βαθμό προσδιορίζονται από τα εμπορεύματα που τις συμβολίζουν, και η μεταβλητότητα γίνεται το πιάτο ημέρας της κοινωνικής αναπαραγωγής, όπως ακριβώς ισχύει με την οικονομική παραγωγή. Και είναι ακριβώς επειδή η ταυτότητα είναι μια κοινωνική κατασκευή και όλο και περισσότερο ένα ευπώλητο εμπόρευμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί σοβαρά από τους επαναστάτες, ν αναλυθεί προσεκτικά, στην πολυπλοκότητά του με την ακριβή στόχευση να κινηθούμε πέρα από τις κατηγορίες αυτές, προς το σημείο όπου οι διαφορές (συμπεριλαμβανομένων αυτών που η κοινωνία προσδιορίζει με όρους φυλής, φύλου, εθνικότητας κλπ) να είναι η αντανάκλαση του καθένα μας ως μοναδικό άτομο.
Καθώς δεν υπάρχει κάποια κοινή θετική προοπτική να βρεθεί στην κατάστασή μας ως προλετάριοι -ως εκμεταλλευόμενοι και στερημένοι- η προοπτική μας μπορεί μόνο να είναι η καταστροφή της προλεταριακής κατάστασης, το τέλος της στέρησης. Η ουσία αυτού που έχουμε χάσει δεν είναι ο έλεγχος πάνω στα μέσα παραγωγής ή στον υλικό πλούτο, είναι οι ίδιες οι ζωές μας, η ικανότητά μας να δημιουργούμε την ύπαρξή μας με όρους αναγκών και επιθυμιών μας. Έτσι, ο αγώνας μας βρίσκει παντού γόνιμο έδαφος να απλωθεί, πάντοτε. Σκοπός μας είναι να καταστρέψουμε οτιδήποτε μας στερεί τις ζωές μας: το κεφάλαιο, το κράτος, το βιομηχανικό και μετα-βιομηχανικό τεχνολογικό σύμπλεγμα, την εργασία, τη θυσία, την ιδεολογία, κάθε οργάνωση που προσπαθεί να καρπωθεί τον αγώνα μας, εν συντομία, κάθε μηχανισμό ελέγχου.
Πάνω στη διαδικασία της διεξαγωγής του αγώνα αυτού με τον μόνο τρόπο που έχουμε για να διεξάγουμε έναν τέτοιο αγώνα -έξω και ενάντια σε κάθε επίσημη δομή και θεσμό- ξεκινούμε να αναπτύσσουμε νέες σχέσεις βασισμένες στην αυτό-οργάνωσεις, μια κοινοτοπία βασισμένη στις μοναδικές διαφορές που προσδιορίζουν τον καθένα μας ως υποκείμενο η ελευθερία του οποίου επεκτείνεται με την ελευθερία του άλλου. Είναι στην εξέγερση ενάντια στην προλεταριακή κατάστασή μας που βρίσκουμε ότι η μόνη θετική προοπτική που μοιραζόμαστε είναι διαφορετική για τον καθένα μας: είναι ο συλλογικός αγώνας για την ατομική πραγμάτωση.
Δημοσιεύτηκε στο: http://www.geocities.com/kk_abacus/vbutterfly.html
Μετάφραση: …για τη διάδοση της μεταδοτικής λύσσας (Δεκέμβρης 2007)