Categories
Socialisme ou Barbarie

Προλεταριάτο και Οργάνωση (αποσπάσματα) – Socialisme ou Barbarie

[…]

O αντιφατικός χαρακτήρας της ανάπτυξης του προλεταριάτου

Υπάρχει λοιπόν μια αυτόνομη ανάπτυξη του προλεταριάτου προς τον σοσιαλισμό, που εδράζεται στον αγώνα των εργαζομένων ενάντια στην καπιταλιστική οργάνωση της παραγωγής, βρίσκει έκφραση στον σχηματισμό πολιτικών οργανώσεων, και εξελίσσεται στην επανάσταση. Όμως αυτή η ανάπτυξη δεν συμβαίνει μηχανικά, σαν ένα αυτοματοποιημένο αποτέλεσμα των αντικειμενικών συνθηκών στις οποίες ζει το προλεταριάτο, ούτε αποτελεί μια βιολογική εξέλιξη, μια αναπόφευκτη διαδικασία ωρίμανσης που εμπεριέχει την ίδια της την ανάπτυξη. Είναι μια ιστορική διαδικασία και ουσιαστικά μια διαδικασία αγώνα. Οι εργάτες δε γεννιούνται σοσιαλιστές, ούτε μεταμορφώνονται σαν από θαύμα σε τέτοιους απλά και μόνο επειδή μπαίνουν σ’ ενα εργοστάσιο. Γίνονται τέτοιοι, ή για την ακρίβεια, κάνουν τους εαυτούς τους σοσιαλιστές στη διαδρομή μέσα και έξω απ’ τον αγώνα τους ενάντια στον καπιταλισμό.

Ωστόσο, πρέπει να δούμε επακριβώς τί είναι αυτός ο αγώνας, πού διεξάγεται, και ποιος είναι ο αληθινός εχθρός. Το προλεταριάτο δεν πολεμά μοναχά τον καπιταλισμό σαν μια δύναμη έξω απ’ αυτό. Αν ήταν απλά ένα ζήτημα φυσική ισχύος των εκμεταλλευτών, του κράτους και του στρατού τους, η εκμεταλλευτική κοινωνία θα είχε καταργηθεί καιρό τώρα, καθώς δεν έχει καμία δύναμη από μόνη της, πέρα από την εργασία αυτών που εκμεταλλεύεται.

Επιβιώνει μόνο επειδή ως τώρα στάθηκε επιτυχής να τους κάνει να αποδεχτούν τη θέση τους. Τα πιο αποτελεσματικά όπλα της, δεν είναι αυτά που χρησιμοποιεί συνειδητά, μα αυτά που παρέχονται αυτόματα με την αντικειμενική συνθήκη της εκμεταλλευόμενης τάξης, χάρη στον τρόπο που είναι τα πράγματα σ’ αυτήν την κοινωνία, και τον τρόπο με τον οποίο οι κοινωνικές σχέσεις οργανώνονται ούτως ώστε να αναπαράγουν διαρκώς τη βάση τους. Το προλεταριάτο όχι μόνο υφίσταται μια συστηματική κατήχηση από την αστική τάξη και τη γραφειοκρατία. Πιο γενικά, ολοκληρωτικά του στερούν μια κουλτούυρα. Του λεηλατούν το ίδιο του το παρελθόν, καθώς μπορεί να ξέρει μόνον όσα η κυρίαρχη τάξη αποφασίζει ότι θα του αποκαλύψει από την ιστορία του και τους περασμένους αγώνες του. Του κλέβουν την συνείδηση του εαυτού του ως μια παγκόσμια τάξη, ως αποτέλεσμα των τοπικών, κατοχικών και εθνικών παραγόντων απομόνωσης που γεννά η παρούσα κοινωνική δομή -αλλά και την συνείδηση της παρούσας κατάστασής του, καθώς όλα τα μέσα ενημέρωσης βρίσκονται υπό τον έλεγχο της κυρίαρχης τάξης. Παρά την κατάστασή του, ως τάξη που υφίσταται την εκμετάλλευση, το προλεταριάτο αγωνίζεται ενάντια στους παράγοντες αυτούς. Αναπτύσσει μια συστηματική καχυποψία απέναντι στην αστική κατήχηση, και σχηματίζει μια κριτική του περιεχομένου της. Τείνει να απορροφά την κουλτούρα όσων έχουν αποκοπεί απ’ αυτό με χίλιους τρόπους και ταυτόχρονα θέτει τα θεμέλια μιας νέας κουλτούρας. Υπό μια πιο βιβλιοφαγική έννοια, αγνοεί το ίδιο του το παρελθόν, αλλά βρίσκει μπροστά του τα ουσιαστικά αποτελέσματά του, με την μορφή συνθηκών που περιβάλλουν την παρούσα δράση του.

Όμως μέχρι τώρα, το μεγαλύτερο εμπόδιο στο δρόμο της ανάπτυξης του προλεταριάτου είναι η διαρκής αναγέννηση του πνεύματος και της πραγματικότητας του καπιταλισμού εντός του προλεταριάτου. Οι εργάτες δεν είναι ξένοι ως προς τον καπιταλισμό: γεννιούνται σε μια καπιταλιστική κοινωνία, εργάζονται μέσα της, συμμετέχουν σ’ αυτήν και την κάνουν να κινείται. Οι καπιταλιστικές ιδέες, οι νόρμες, οι συμπεριφορές τείνουν διαρκώς να εισβάλουν στο πνεύμα τους και όσο κρατάει αυτή η κοινωνία αυτό δεν μπορεί να αλλάξει. Η κατάσταση του προλεταριάτου είναι απολύτως αντιφατική, καθώς την ίδια στιγμή δίνει ζωή στα στοιχεία μιας νέας ανθρώπινης οργάνωσης και μιας νέας κουλτούρας ενώ αδυνατεί να απελευθερωθεί εντελώς από την καπιταλιστική κοινωνία στην οποία ζει. Το ισχυρότερο οχυρό της κοινωνίας αυτής βρίσκεται κυρίως εκεί που υποπτεύεται κανείς λιγότερο: είναι οι μακροχρόνιες συνήθειες, τα “αυταπόδεικτα” αξιώματα του αστικοί κοινού νου, που κανείς δεν αμφισβητεί, η αδράνεια και η συστηματική κοινωνική υπονόμευση της ανθρώπινης δραστηριότητας και δημιουργικότητας. Στη διάρκεια μιας επανάστασης, ο καπιταλισμός μπορεί να ηττηθεί στρατιωτικά, και όμως να παραμείνει νικηφόρος, εάν  προκειμένου να τον κερδίσουμε, και υπό το πρόσχημα της “αποτελεσματικότητας” ο επαναστατικός στρατός ή η παραγωγική διαδικασία, οργανώνονται σύμφωνα με την καπιταλιστική γραμμή (όπως έγινε στη Ρωσσία το 1918-21), καθώς μια τέτοια “ηθική” νίκη για την παλιά κοοινωνία θα της επιτρέψει σύντομα να την επεκττείνει σε ολική επικράτηση. Οι εργάτες μπορεί να πετύχουν την τεράστια νίκη της οικοδόμησης μιας επαναστατικής οργάνωσης που να εκφράζει τις προσδοκίες τους, και να στρέψουν άμεσα την νίκη τους σε ήττα αν πιστέψουν ότι αυτή η οργάνωση από τη στιγμή που χτίστηκε δεν μένει γι’ αυτούς παρά να της δείχνουν εμπιστοσύνη περιμένοντας να τους λύσει τα προβλήματά τους.

Ο αγώνας του προλεταριάτου ενάντια στον καπιταλισμό είναι, συνεπώς, στο πιο σημαντικό μέρος του, ένας αγώνας της εργατικής τάξης ενάντια στον εαυτό της, για να απελευθερωθεί από ό,τι φέρει μέσα της από την κοινωνία την οποία πολεμά. Η ιστορία του εργατικού κινήματος είναι η ιστορία της ανάπτυξης του προλεταριάτου μέσα απ’ αυτόν τον αγώνα, μια ανάπτυξη που δεν στάθηκε μια συνεχής προέλαση αλλά μια άνιση και αντιφατική διαδικασία κέρδους και απώλειας εδάφους, περιλαμβάνοντας ολόκληρες περιόδους υποχώρησης.

Ο εκφυλισμός των Εργατικών Οργανώσεων

Η εξέλιση των εργατικών οργανώσεων μπορεί να γίνει αντιληπτή μόνο μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο. Για έναν αιώνα το προλεταριάτο όλων των χωρών έστηνε οργανώσεις για να το βοηθήσουν στον αγώνα του, και όλες αυτές οι οργανώσεις, εργατικά συνδικάτα ή πολιτικά κόμματα, τελικά εκφυλίστηκαν κι ενσωματώθηκαν στο σύστημα της εκμετάλλευσης. Υπό αυτήν την έννοια έχει ελάχιστη σημασία αν έγιναν απλά εργαλεία του κράτους και της καπιταλιστικής κοινωνίας (όπως οι ρεφορμιστικές οργανώσεις), ή αν (όπως οι σταλινικές οργανώσεις) στοχεύουν να επιφέρουν έναν μετασχηματισμό αυτής της κοινωνίας, συγκεντρώνοντας την οικονομική και πολιτική εξουσία στα χέρια μιας γραφειοκρατικής κάστας ενώ διατηρούν αναλλοίωτη την εκμετάλλευση των εργαζομένων. Τα κύριο σημείο είναι ότι τέτοιες οργανώσεις έχουν γίνει οι ισχυρότεροι εχθροί του αρχικού τους στόχου: της χειραφέτησης του προλεταριάτου.

Ασφαλώς, κάτι τέτοιο δεν είναι ζήτημα “λαθών” ή “ξεπουλήματος” εκ μέρους της εκάστοτε ηγεσίας. Ηγέτες που κάνουν “λάθη” ή “ξεπουλιούνται” αργά ή γρήγορα απομακρύνονται από τις οργανώσεις που ηγούνται. Όμως ο εκφυλισμός των εργατικών οργανώσεων πάει χέρι-χέρι με τη γραφειοκρατικοποίησή τους, δηλαδή: με τον σχηματισμό στο εσωτερικό τους, μιας κάστας αμετακίνητων και υπεράνω ελέγχου ηγετών. Έτσι, η πολιτική αυτών των οργανώσεων, εκφράζει τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα αυτής ακριβώς της γραφειοκρατίας. Προκειμένου να κατανοήσουμε τον εκφυλισμό των οργανώσεων αυτών, πρέπει να καταλάβουμε πώς μια γραφειοκρατία μπορεί να γεννηθεί μέσα από το εργατικό κίνημα.

Εν συντομία, η γραφειοκρατικοποίηση σήμαινε ότι η θεμελιώδης κοινωνική σχέση του σύγχρονου καπιταλισμού, η σχέση μεταξύ διευθυντών και εκτελεστών, έχει αναπαραχθεί και στο εσωτερικό του εργατικού κινήματος, με δυο μορφές: πρώτη, μέσα στις εργατικές οργανώσεις, που έχουν ανταποκριθεί στη μεγέθυνση και την αύξουσα πολυπλοκότητα των καθηκόντων τους υιοθετώντας ένα αστικό μοντέλο οργάνωσης, με μια ολοένα και μεγαλύτερη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ μιας νέας ιεραρχίας ηγετών που σταθεροποιούταν, διαχωρισμένη από τις μάζες των αγωνιστών, που απ’ αυτό το σημείο κι έπειτα ξεπέφτουν στο ρόλο των εκτελεστικών οργάνων. Κατά δεύτερον, μεταξύ των εργατικών οργανώσεων και του ίδιου του προλεταριάτου. Η λειτουργία που ανέλαβαν σταδιακά αυτές οι οργανώσεις ήταν να οδηγήσουν την εργατική τάξη στα δικά της, συγκεκριμένα συμφέροντα- και τις περισσότερες φορές, η εργατική τάξη ήταν σύμφωνη να βασιστεί στις οργανώσεις αυτές και να ακολουθήσει τις υποδείξεις τους. Έτσι οδηγηθήκαμε σ’ αυτό που ήταν ακριβώς η άρνηση της ουσίας του σοσιαλιστικού κινήματος, κατ’ όνομα, η ιδέα της αυτονομίας του προλεταριάτου.

Η εξέλιξη αυτή έχει μια παράλληλή της στην σχετική εξέλιξη της επαναστατικής θεωρίας και ιδεολογίας, που έγινε εφικτή χάρη στον εξαρχής αντιφατικό χαρακτήρα του ίδιου του μαρξισμού. Με μια έννοια, τίποτα απ’ όσα γράφονται εδώ για την εργατική διεύθυνση και την αυτονομία του προλεταριάτου δεν είναι νέο. Όλα πάνε πίσω στη ρήση του Μαρξ: “Η χειραφέτηση της εργατικής τάξης πρέπει να είναι έργο της ίδιας της τάξης”. Με άλλα λόγια, η χειραφέτηση θα επέλθει μόνο όσο οι εργάτες οι ίδιοι επιλέγουν τα μέσα και τους σκοπούς του αγώνα τους. Αυτή η επιμονή της αυτονομίας έγκειται στο να συμβαδίζει κανείς με τις πιο βαθιές και τις πιο θετικές όψεις του έργου του Μαρξ: η κεντρική σημασία που απέδιδε στην ανάλυση των παραγωγικών σχέσεων στο καπιταλιστικό εργοστάσιο, η ριζοσπαστική κριτική της αστικής ιδεολογίας σε κάθε της όψη κι ακόμα και ως προς την παραδοσιακή αντίληψη της “θεωρίας”, και το όραμα του σοσιαλισμού ως μια νέα πραγματικότητα, τα στοιχεία για την οποία ξεκινούν να εμφανίζονται μόλις τώρα στις ζωές και τις συμπεριφορές των εργατών.

Ωστόσο, ο μαρξισμός, γεννημένος ο ίδιος μέσα στην καπιταλιστική κοινωνία, δεν έχει απελευθερωθεί απ’ αυτήν και ούτε θα μπορούσε να απελευθερωθεί ολοκληρωτικά απ’ την κουλτούρα στην οποία μεγάλωσε. Η θέση του, όπως και η θέση κάθε επαναστατικής ιδεολογίας και όπως η κατάσταση του προλεταριάτου μέχρι την επανάσταση, παραμένει αντιφατική. “Οι κυρίαρχες ιδέες μιας εποχής είναι οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης” δε σημαίνει απλά ότι αυτές οι ιδέες είναι οι πιο διαδεδομένες φυσικά ή οι πιο κοινά αποδεκτές. Σημαίνει επίσης ότι τείνουν να διαβρώνουν, μερικά και ασυνείρητα, ακόμα και τους ίδιους ανθρώπους που αντιτίθενται σ’ αυτές με την μεγαλύτερη βία. Στη θεωρητική σφαίρα, όχι λιγότερο απ’ ότι στην πρακτική σφαίρα, ο αγώνας του επαναστατικού κινήματος να απελευθερωθεί από τα δεσμά του καπιταλισμού είναι ένας αγώνας διαρκής.

[…]

Προλεταριάτο και Γραφειοκρατία την τρέχουσα περίοδο

Τα γεγονότα των πρόσφατων χρόνων δείχνουν ότι το προλεταριάτο αποκτά μια εμπειρια για την οποία οι γραφειοκρατικές οργανώσεις δεν στιγματίζονται απλά από τα “λάθη” ή τις “προδοσίες των ηγεσιών τους, αλλά από κάτι πολύ πιο βαθύ.

Οπουδήποτε αυτές οι οργανώσεις πήραν την εξουσία, όπως στην Ανατολική Ευρώπη, το προλεταριάτο τις αντιμετωπίζει αναγκαστικά ως καθαρά και ξάστερα, ενσαρκώσεις του συστήματος της εκμετάλλευσης. Όπου καταφέρνει να σπάσει τον γραφειοκρατικό κλοιό, ο επαναστατικός του αγώνας δεν κατευθύνεται απλά εναντίον της γραφειοκρατίας. Βάζει μπροστά στόχους που εκφράζουν με θετικούς όρους την εμπειρία της γραφειοκρατικοποίησης. Το 1953 οι εργάτες του ανατολικού Βερολίνου ζητούσαν μια κυβέρνηση “μεταλλεργατών”, ενώ αργότερα τα ουγγρικά επαναστατικά συμβούλια απαιτούσαν μια εργατική διαχείριση της παραγωγής.

Στην πλειοψηφία των Δυτικών χωρών, η στάση των εργατών απέναντι στις γραφειοκρατικές οργανώσεις, δείχνει ότι τις αντικρύζουν ως εξωτερικούς και αποκομμένους θεσμούς. Σε αντίθεση με το τί συνέβαινε στο τέλος του ΄Β Παγκοσμίου Πολέμου, σε καμία βιομηχανοποιημένη χώρα δεν πιστεύουν πια οι εργάτες ότι το “δικό τους” κόμμα ή συνδικάτο είναι πρόθυμα ή ικανά να επιφέρουν μια ουσιαστική αλλαγή στην κατάστασή τους. Ενδεχομένως τα “υποστηρίζουν” ψηφίζοντάς τα ως το “μικρότερο κακό”, ή να τα χρησιμοποιούνε -αυτή είναι συνήθως η περίπτωση όσον αφορά τα συνδικάτα- όπως χρησιμοποιεί κανείς έναν δικηγόρο ή την πυροσβεστική υπηρεσία. Όμως σπάνια κινητοποιούνται στο κάλεσμά τους, και ποτέ δεν συμμετέχουν ενεργά σ’ αυτά. Αν και τα εγγεγραμένα μέλη ενός συνδικάτου μπορεί να αυξομειώνονται, στην πραγματικότητα κανείς δεν παραβρίσκεται στις συνεδριάσεις του συνδικάτου. Τα κόμματα μπορούν να βασίζονται ολοένα και λιγότερο στην μάχιμη ενεργητικότητα των εργατών που είναι μέλη τους. Πλέον λειτουργούν κυρίως μέσω επαγγελματικών στελεχών που απαρτίζονται από “αριστερά” μέλη της μικροαστικής τάξη και της διανόησης. Στα μάτια των εργατών, αυτά τα κόμματα και τα συνδικάτα είναι μέρος της κατεστημένης τάξης -λιγότερο ή περισσότερο διεφθαρμένο από τα υπόλοιπα- αλλά βασικά το ίδιο μ’ αυτά. Όταν ξεσπούν εργατικοί αγώνες, αυτό γίνεται συνήθως έξω από τις γραφειοκρατικές οργανώσεις και ορισμένες φορές μάλιστα άμεσα εναντίον τους.

Έχουμε λοιπόν μπει σε μια νέα φάση στην ανάπτυξη του προλεταριάτου που μπορεί να χρονολογηθεί, αν θέλετε, από το 1953: Εκεί ξεκινά μια ιστορική περίοδος στην οποία το προλεταριάτο θα προσπαθήσει να απαλλαγεί από τα συντρίμια των όσων δημιούργησε το 1890 και το 1917. Έτσι, όταν οι εργάτες βάλουν μπροστά τους δικούς τους στόχους και αγωνιστούν σοβαρά να τους πετύχουν, θα είναι ικανοί να το κάνουν μόνο έξω, και στις περισσότερες περιπτώσεις σε σύγκρουση με, τις γραφειοκρατικές οργανώσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι τελευταίες θα εκλείψουν. Για όσο καιρό το προλεταριάτο δέχεται το σύστημα της εκμετάλλευσης, οι οργανώσεις που εκφράζουν αυτή την κατάσταση πραγμάτων θα υπάρχουν και θα συνεχίζουν να εξυπηρετούν ως όργανα ενσωμάτωσης του προλεταριάτου στην καπιταλιστική κοινωνία. Χωρίς αυτά, η καπιταλιστική κοινωνία δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει. Αλλά, εξαιτίας αυτού του γεγονότος, κάθε αγώνας θα τείνει να θέσει τους εργάτες απέναντι σ’ αυτές τις γραφειοκρατικές οργανώσεις, και αν οι αγώνες αυτοί αναπτύσσονται, νέες οργανώσεις θα αναπτυχθούν από το ίδιο το προλεταριάτο, για τομείς μισθωτών χειρωνάκτων και διανοητικών εργαζομένων που νιώθουν την ανάγκη να δρουν σε έναν δρουν με έναν συστηματικό και διαρκή τρόπο ώστε να στηρίζουν το προλεταριάτο να επιτυγχάνει τους νέους στόχους του.

[…]

απόσπασμα από το The Working Class and Organisation του Κορνήλιου Καστοριάδη (1959) για την ομάδα Socialisme ou Barbarie.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *