ΤΑ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΑ ΟΠΩΣ ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ
…Προκειμένου να καταπιεστεί το αίσθημα ανεξαρτησίας των φτωχότερων, η αστική τάξη ένιωσε υποχρεωμένη να θέσει υπό τον έλεγχό της ολόκληρο το φάσμα της παραγωγής. Αυτό ήταν, πριν από κάθε τι άλλο, που βρισκόταν πίσω από την εξάπλωση των εργοστασίων. «Δεν είναι τόσο αυτοί που είναι απολύτως τεμπέληδες που προκαλούν ένα κοινό κακό, αλλά αυτοί που μισο-δουλεύουν» έγραφε ο Ashton ήδη από τα 1725. Οι στρατιωτικές επιστήμες επιστρατεύτηκαν στη βιομηχανία, και τα εργοστάσια κατασκευάστηκαν κυριολεκτικά με πρότυπο τις φυλακές, οι οποίες παρεπιμπτόντως έκαναν την εμφάνισή τους την ίδια εποχή.
Ένας πελώριος εξωτερικός τοίχος χώριζε τον εργάτη από κάθε τι που ήταν εξωτερικό σε σχέση με την εργασία, και φρουροί ορίστηκαν προκειμένου να διώχνουν όσους, στην αρχή, το θεωρούσαν φυσικό να επισκέπτονται τους λιγότερο τυχερούς φίλους τους (σ.τ.μ: που εργάζονταν στο εργοστάσιο). Στο εσωτερικό, ο αρχικός στόχος των δρακόντειων ρυθμίσεων ήταν να εκπολιτιστούν οι σκλάβοι.
Το 1770, ένας συγγραφέας οραματίστηκε ένα νέο σχέδιο για να κάνει τους φτωχούς πιο παραγωγικούς: Τον Οίκο του Τρόμου, στον οποίο οι κάτοικοι θα υποχρεώνονταν να εργαστούν για 14 ώρες την ημέρα και θα καθυποτάσσονταν με το να τους παρέχεται φαγητό ίσα-ίσα για να μην πεθαίνουν. Η ιδέα του δεν ήταν και τόσο πρωτοποριακή, μιας και μόλις μια γενιά αργότερα ο Οίκος του Τρόμου ονομάστηκε απλώς εργοστάσιο.
Ήταν στην Αγγλία που τα εργοστάσια εξαπλώθηκαν πρώτα. Εδώ, οι κυρίαρχες τάξεις είχαν από καιρό ξεπεράσει τις εσωτερικές διαμάχες τους και μπορούσαν πλέον να αφιερωθούν χωρίς περισπασμούς στο πάθος του εμπορίου. Η καταπίεση που ακολούθησε την χιλιαστική επίθεση των φτωχών, είχε στρώσει επίσης το δρόμο για τη βιομηχανική αντεπανάσταση.
Ήταν η θλιβερή μοίρα των άγγλων φτωχών να είναι οι πρώτοι που θα υπέκυπταν στην πρωτοφανή βαρβαρότητα αυτού του αναπτυσσόμενου κοινωνικού μηχανισμού. Δε χρειάζεται να πούμε ότι αντιμετώπισαν αυτή την μοίρα ως μια απόλυτη υποβάθμιση, κι αυτοί που την αποδέχτηκαν περιφρονήθηκαν από τους δικούς τους. Την εποχή των Levellers (“Ισοπεδωτές”), ήταν ήδη κοινοτοπία ότι αυτοί που αναγκάζονταν να πουλήσουν το μόχθο τους για έναν μισθό, είχαν απολέσει όλα τα δικαιώματα του «γεννημένου ελεύθερου ’Aγγλου». Ακόμα και πριν το ξεκίνημα της παραγωγής, οι πρώτοι εργοστασιάρχες είχαν μεγάλες δυσκολίες να βρουν εργάτες και συχνά έπρεπε να διασχίσουν μεγάλες αποστάσεις για να εντοπίσουν κάποιους.
Έπειτα, ήταν απαραίτητο να αναγκάσουν τους φτωχούς να παραμείνουν στις νέες δουλειές τους, τις οποίες εγκατέλειπαν μαζικά. Αυτό είναι ο λόγος που οι εργοστασιάρχες έπαιρναν υπ’ ευθύνη τους τις ζώνες κατοικίας των σκλάβων τους, τα οποία χρησίμευαν ως προθάλαμοι των εργοστασίων. Έτσι, συγκροτούνταν ένας τεράστιος εργοστασιακός εφεδρικός στρατός, πού επέφερε την στρατιωτικοποίηση ολόκληρης της κοινωνικής ζωής.
Ο λουδισμός ήταν η απάντηση των φτωχών σε αυτή την νέα τάξη. Στη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 19ου αιώνα, ένα κίνημα αφιερωμένο στην καταστροφή των μηχανών αναπτύχθηκε μέσα σε ένα κλίμα εξεγερτικής λύσσας. Δεν ήταν μόνο ζήτημα νοσταλγίας για τη χρυσή εποχή των μαστόρων. Σαφώς, η πρόοδος του ποσοτικού, του μαζικά παραγόμενου ομοιόμορφου εμπορεύματος σήμαινε μια μεγάλη πηγή οργής.
Τα χιλιαστικά κινήματα, ενεργά στην Ευρώπη από τον 13ο ως τον 17ο αιώνα, αποπειράθηκαν να πραγματοποιήσουν έναν Χρυσό Αιώνα χάριτος στην υλική ζωή. Αναπτύχθηκαν μέσα από έναν μεσσιανικό χριστιανισμό που έβλεπε στην κοσμική εξουσιαστική εκκλησία και το κράτος, τον αντίχριστο, και πολεμούσε για την έλευση των 1000 χρόνων βασιλείας του χριστού στη Γη. Οι πιστοί του, με όλες τις οικονομικές, σεξουαλικές, θρησκευτικές και πολιτικές προκαταλήψεις τους, χρησιμοποίησαν μια ευρεία ποικιλία τακτικών -μερικές από τις οποίες αρκετά βίαιες- προκειμένου να πραγματώσουν την ουτοπία τους. (Για περισσότερα βλ: Norman Cohn, The Pursuit of the Millennium μια συναρπαστική και ακριβής, αν και συντηρητική ανάλυση της εποχής).
Έτσι λοιπόν, ο χρόνος που απαιτούνταν για να ολοκληρώσουν μια εργασία, έγινε πιο σημαντικός από την ποιότητα και το αποτέλεσμά της, κι αυτή η απαξίωση του περιεχομένου κάθε ολοκληρωμένου έργου ώθησε τους φτωχούς προς μια συνολική επίθεση ενάντια στην εργασία, μέσα από την οποία αποκάλυπταν την ολότητά της. Αλλά, ο λουδισμός ήταν πάνω απ’ όλα ένας αντι-καπιταλιστικός πόλεμος ανεξαρτησίας, μια «προσπάθεια να καταστραφεί η νέα κοινωνία» (Mathias). Όπως έλεγε κι ένα από τα συνθήματά τους, «Όλοι οι ευγενείς και οι τύραννοι πρέπει να τσακιστούν».
Ο Λουδισμός ήταν κληρονομιά του χιλιαστικού κινήματος των προηγουμένων αιώνων, και παρόλο που δεν εκφραζόταν πλέον με μια οικουμενική και ενοποιητική θεωρία, παρέμενε ριζικά ξένος προς κάθε πολιτικό συμφέρον και κάθε οικονομικό ψευτο-ορθολογισμό. Κατά την ίδια περίοδο, στη Γαλλία, οι εξεγέρσεις των μεταξουργών, οι οποίες επίσης κατευθύνονταν ενάντια στην πρόοδο της βιομηχανικής εξημέρωσης, ήταν αντίθετα ήδη μολυσμένοι από το πολιτικό ψεύδος.
«Η πολιτική τους αντίληψη τους απέκοψε από τα αίτια της κοινωνικής αθλιότητας και διαστρέβλωσε τη συνείδηση του αυθεντικού στόχου τους» έγραφε ο Μαρξ το 1844. Το σύνθημά τους ήταν «Να ζεις δουλεύοντας, ή να πεθάνεις πολεμώντας»…
Απόσπασμα από το κείμενο Industrial Domestication του Leopold Rock στο αμερικανικό αναρχικό-πρωτογονιστικό περιοδικό Fifth Estate
μετάφραση:…για τη διάδοση της μεταδοτικής λύσσας (Δεκέμβρης 2007)