Categories
Uncategorized

Η “απολογία” του Νίκου Μαζιώτη

Η “ΑΠΟΛΟΓΙΑ” ΤΟΥ ΑΝΑΡΧΙΚΟΥ ΝΙΚΟΥ ΜΑΖΙΩΤΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΙΚΤΟΥ ΟΡΚΩΤΟΥ ΚΑΚΟΥΡΓΟΔΙΚΕΙΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ – 1999

Καταρχήν, εγώ δε θέλω να το παίξω καλό παιδί εδώ που αναγκάστηκα να έρθω. Δε θα απολογηθώ, γιατί δε θεωρώ τον εαυτό μου εγκληματία. Είμαι επαναστάτης. Δεν έχω να μετανιώσω για τίποτα. Είμαι περήφανος γι αυτό που έκανα. Για το μόνο που έχω να μετανιώσω είναι για το τεχνικό λάθος που έγινε και δεν εξερράγη η βόμβα, στην οποία μετά βρέθηκε το αποτύπωμα και κατέληξα εδώ που κατέληξα. Είναι το μόνο για το οποίο έχω να μετανιώσω. Και για κάτι άλλο έχω να μετανιώσω: τα πράγματα δεν έπρεπε να ήταν στο σπίτι μου, έπρεπε να ήταν αλλού.

Πρέπει να λάβετε υπόψη σας ότι, παρόλο που είστε δικαστές και κάθεστε πιο ψηλά από μένα, πολλές φορές οι επαναστάτες, κι εγώ συγκεκριμένα, σας έχω κρίνει πολύ πριν με κρίνετε εσείς. Είμαστε σε αντίθετα στρατόπεδα, εχθρικά στρατόπεδα.

Οι επαναστάτες, η επαναστατική δικαιοσύνη -επειδή δεν πιστεύω ότι αυτό το δικαστήριο είναι δικαιοσύνη, είναι δικαιοσύνη με πολλά εισαγωγικά- οι επαναστάτες λοιπόν, πολλές φορές κρίνουν πολύ πιο ανελέητα τους εχθρούς τους, όταν έχουν την ευκαιρία να αποδώσουν δικαιοσύνη.

Θα ξεκινήσω από πολλά χρόνια πριν. Εδώ δεν έχουμε να δικάσουμε κανένα έγκλημα δικό μου. Αντίθετα, θα πούμε για εγκλήματα, αλλά όχι δικά μου. Θα πούμε για εγκλήματα του Κράτους, των μηχανισμών, της δικαιοσύνης, της αστυνομίας…

Πρώτη φορά που μπορώ να πω ότι πολιτικοποιήθηκα ήταν όταν έλαβα μέρος σε μια διαδήλωση το 1985. Ήταν 17 Νοεμβρίου. Tότε ήμουν δεκατεσσάρων- δεκαπέντε χρονών, και κάποιος αστυνομικός, ο κύριος Μελίστας, είχε σκοτώσει έναν δεκαπεντάχρονο, τον Μιχάλη Καλτεζά. Φόνος! Δεν είχα λάβει μέρος στα επεισόδια εκείνης της νύχτας. Το ίδιο βράδυ έγινε κατάληψη του Χημείου και μπήκαν ειδικές αστυνομικές δυνάμεις και έβγαλαν τους αναρχικούς και τους νεολαίους. Την επομένη έγινε κατάληψη του Πολυτεχνείου από πέντε χιλιάδες άτομα – αν θυμάμαι καλά, ήμουνα και μικρός τότε, δεν είχα καλές πληροφορίες. Οι καταλήψεις αυτές έγιναν ακριβώς σαν αντίδραση για το φόνο του Καλτεζά από τον αστυνομικό Μελίστα. Η δικαιοσύνη, πέντε χρόνια αργότερα, το Γενάρη του ’90, τον αθώωσε τον Μελίστα.

Ήθελα να πω με αυτό ότι στην ουσία εσείς είστε ηθικοί αυτουργοί εγκλημάτων, για μένα τουλάχιστον. Γι αυτό έβαλα χίλια εισαγωγικά στη λέξη δικαιοσύνη.

Τότε, το Γενάρη-Φλεβάρη του ’90 είχα λάβει κι εγώ μέρος στην κατάληψη του Πολυτεχνείου, που είχε γίνει ως αντίδραση στην αθώωση του Μελίστα για το φόνο του Καλτεζά. Είχαν γίνει επεισόδια, καταστροφές, είχαν σπαστεί μαγαζιά, είχαν πέσει πέτρες, μολότοφ… Στα γεγονότα αυτά συμμετείχα κι εγώ. Από τότε και μετά μπορούσα να πω συνειδητοποιημένα ότι είμαι αναρχικός.

Κι όταν λέω αναρχικός, εννοώ ότι είμαι εναντίον του Κράτους και του Κεφαλαίου. Ότι σκοπός μας είναι η ανατροπή του Κράτους και του καπιταλιστικού καθεστώτος. Θέλουμε μια κοινωνία χωρίς τάξεις, χωρίς ιεραρχία και χωρίς κυριαρχία.

Το μεγαλύτερο ψέμα όλων των εποχών είναι ότι το Κράτος είναι η κοινωνία. Απ’ ό,τι θυμάμαι και ο Νίτσε το είπε αυτό, ότι το Κράτος λέει ψέματα, ψεύδεται.

Είμαστε αυτοί που εναντιωνόμαστε στο διαχωρισμό της κοινωνίας σε τάξεις, είμαστε ενάντια στο διαχωρισμό σε αυτούς που διατάζουν κι αυτούς που εκτελούν διαταγές. Αυτή η εξουσιαστική δομή διαπερνά την κοινωνία και αυτή τη δομή θέλουμε να την καταστρέψουμε. Είτε με ειρηνικά είτε και με βίαια μέσα, ακόμα και με τα όπλα· δεν έχω κανένα πρόβλημα πάνω σε αυτό.

Θα διαψεύσω τον αδερφό μου, που είπε πριν από λίγο ότι “δεν τα ήθελε τα όπλα για πόλεμο αυτός”. Για πόλεμο ήταν. Μπορεί όντως να κάθονταν κι εκεί που ήταν. Τα όπλα όμως είναι όπλα πολέμου, δεν τα έχεις για να τα κρατάς στο σπίτι, αλλά μπορεί και να τα κρατούσα έτσι όπως ήταν. Αλλά είναι όντως όπλα πολέμου, και πόλεμο κάνω… Και η βόμβα στο υπουργείο ήταν πράξη πολέμου.

*

Από το ’90 μέχρι σήμερα έχω καταδικαστεί μερικές φορές για τη δράση μου, για πολλαπλές μορφές δράσης.

Έχω καταδικαστεί για άρνηση στράτευσης. Όχι γιατί είχα πρόβλημα με τα όπλα και τη βία, το έχω επαναλάβει και στο στρατοδικείο αυτό. ’λλωστε το γεγονός ότι αυτή τη φορά είχα όπλα σημαίνει ότι δεν έχω πρόβλημα με τα όπλα και τη βία, και δεν είμαι καθόλου ειρηνιστής. Γιατί επίσης, ούτε η κοινωνία είναι ειρηνική, ούτε το Κράτος είναι ειρηνικό. Εφόσον λοιπόν δέχομαι βία, θα απαντήσω με βία.

Έχω περάσει εφτά μήνες σε στρατιωτικές φυλακές, έχω καταδικαστεί για ανυποταξία και λιποταξία. Τη δεύτερη φορά βγήκα μετά από 51 ημέρες απεργία πείνας.

Έχω συλληφθεί το ’94 στην κατάληψη της ΑΣΟΕΕ μαζί με 51 άλλους συντρόφους μου, όταν έκαναν απεργία πείνας ο Γιώργος Μπαλάφας και ο Οδυσσέας Καμπούρης. Ήταν και αυτή, η κατάληψη της ΑΣΟΕΕ, μια πράξη αλληλεγγύης. Σε μια κατάσταση που δεν μπορούσαμε ούτε να συγκεντρωθούμε πουθενά, ούτε να διαδηλώσουμε, είχαμε αποφασίσει να καταλάβουμε ένα πανεπιστήμιο και να το χρησιμοποιήσουμε ως εστία αντιπληροφόρησης, για την υπόθεση του Γιώργου Μπαλάφα και του Οδυσσέα Καμπούρη, οι οποίοι ήταν φυλακισμένοι.

Το ’95 με συνέλαβαν μαζί με άλλους πεντακόσιους στην εξέγερση του Νοέμβρη στο Πολυτεχνείο. Η κατάληψη εκείνη είχε γίνει γιατί υπήρχαν διάφοροι πολιτικοί κρατούμενοι στις φυλακές – ο Κώστας Καλαρέμας, ο Οδυσσέας Καμπούρης, ο Γιώργος Μπαλάφας που είχε ξανασυλληφθεί, ο Σπύρος Δαπέργολας, κάποιοι διαδηλωτές από τη Θεσσαλονίκη που είχαν συλληφθεί όταν χτυπήθηκε μια πορεία στις 14 Νοέμβρη, ο Χριστόφορος Μαρίνος-, και γιατί είχε γίνει εξέγερση των κρατουμένων στις φυλακές Κορυδαλλού. Γι αυτό καταδικάστηκα σε ένα χρόνο μαζί με πολλούς άλλους συντρόφους μου. Για όλες αυτές τις πράξεις, και εγώ και οι σύντροφοί μου, αναλάβαμε στο ακέραιο τις ευθύνες μας.

Σε όλη λοιπόν τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, από τότε που μπορώ να πω ότι λέγομαι αναρχικός, έχω χρησιμοποιήσει διάφορους τρόπους δράσης. Έχω γράψει κι έχω μοιράσει προκηρύξεις, έχω κάνει αφισοκολλήσεις, έχω συμμετάσχει σε καταλήψεις, είτε βίαιες είτε ειρηνικές. Για παράδειγμα, η κατάληψη της ΑΣΟΕΕ δεν είχε κανένα βίαιο στοιχείο, κι όμως μπήκαν τα ΕΚΑΜ και τα ΜΑΤ και μας έβγαλαν. Μπήκαν μάλιστα κουκουλοφόροι των ΕΚΑΜ με κόφτη για να κόψουν τις αλυσίδες.

Στο Πολυτεχνείο δεν το παίξαμε καλά παιδιά, χωρίς όμως να αποδεχθούμε τις συγκεκριμένες κατηγορίες. Είπαμε γιατί μπήκαμε μέσα. Εγώ μάλιστα μετά από καιρό, στο στρατοδικείο που έγινε το ’98, πήρα ευθύνη και για τη σημαία· είπα ότι εγώ την έκαψα. Τη θεωρώ σύμβολο εχθρικής δύναμης. Στον καθένα που βλέπω την ελληνική σημαία βλέπω τον εχθρό μου, γιατί τη φοράνε οι αστυνομικοί, τη φοράνε οι στρατιωτικοί… Είναι το σύμβολο του εχθρού.

*

Σκοπός δικός μας, στα πλαίσια αυτού του αγώνα του αντικρατικού και αντικαπιταλιστικού, είναι να συνδεθούμε με διάφορους κοινωνικούς αγώνες. Σκοπός μας επίσης είναι, μπαίνοντας σε αυτούς τους αγώνες, να προσπαθούμε να φτάσουμε τα πράγματα στα άκρα, δηλαδή να οξύνουμε τις συγκρούσεις αυτών των κοινωνικών κομματιών με το Κράτος και την αστυνομία. Να ωθήσουμε τους αγωνιζόμενους ανθρώπους να ξεπεράσουν τα θεσμικά πλαίσια, τα συνδικάτα, τους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, όλους αυτούς τους χειραγωγούς, που για μας είναι εχθροί της ανθρώπινης ελευθερίας. Πολλοί σύντροφοί μου, με τις μικρές τους δυνάμεις, έχουν εμπλακεί σε πολλούς αγώνες. Θα σας τους πω συγκεκριμένα.

Το 1989, σε έναν αγώνα περιβαλλοντικού χαρακτήρα πάλι, στην Αραβησσό Γιαννιτσών, οι κάτοικοι δεν ήθελαν να εκμεταλλευτεί τις πηγές τους ο Οργανισμός Ύδρευσης της Θεσσαλονίκης για να υδρεύσει τη Θεσσαλονίκη. Είχαν συγκρουστεί τότε με την αστυνομία και τα ΜΑΤ, είχαν κάψει αντλίες νερού, είχαν ανάψει φωτιές, είχαν στήσει οδοφράγματα… Και κάποιοι σύντροφοί μας από τη Θεσσαλονίκη είχαν συμμετάσχει σε αυτό τον αγώνα, και είχαν συλληφθεί μάλιστα.

Το 1990, άρχισε η επέλαση του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα (αυτή η επίθεση που παγκόσμια είχε αρχίσει από το ’80 με τις κυβερνήσεις Ρήγκαν-Θάτσερ) η οποία συνίσταται στην αποβιομηχάνιση, την απόλυση εργαζομένων, τις ιδιωτικοποιήσεις, τον περιορισμό του κράτους πρόνοιας, δηλαδή το “κόψιμο” μισθών, συντάξεων, ιατρικής περίθαλψης… Αυτή η επίθεση, ενώ στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική γινόταν ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, στην Ελλάδα ξεκίνησε από το 1990.

Το πρώτο σχέδιο ήταν οι “προβληματικές” επιχειρήσεις. Κι εδώ το 1990-91 είχαν γίνει καταλήψεις σε πολλά εργοστάσια της χώρας, στο Μαντούδι, στο Λαύριο, στην Πάτρα. Πάλι κάποιοι σύντροφοί μας, με τις μικρές τους δυνάμεις, ήταν και εκεί. Συγκεκριμένα, στο Μαντούδι και στην Πειραϊκή-Πατραϊκή στην Πάτρα.

Μετά έχουμε το μαθητικό κίνημα του ’90-’91, το οποίο ήταν μεγαλειώδες κίνημα, κατά τη γνώμη μου. Κατάφερε να ανατρέψει το νόμο του τότε υπουργού Παιδείας, του Κοντογιαννόπουλου, που παραιτήθηκε μάλιστα. Η τότε κυβέρνηση της Δεξιάς, στην προσπάθειά της να καταστείλει το κίνημα, έβαλε παρακρατικούς να σπάσουν τις καταλήψεις, με αποτέλεσμα το φόνο του καθηγητή Τεμπονέρα στην Πάτρα. ’λλο ένα έγκλημα του κράτους.

Εδώ θα μετρήσουμε εγκλήματα του κράτους, κανένα έγκλημα δικό μου.

Σαν απάντηση στη δολοφονία του Τεμπονέρα είχε γίνει μια διαδήλωση χιλιάδων ατόμων. Συμμετείχαμε κι εμείς, που οξύναμε τα πράγματα. Έγιναν συγκρούσεις με την αστυνομία, καταλήφθηκε πάλι το Πολυτεχνείο για δυο μέρες. Φωτιές, οδοφράγματα, σπασίματα… Μάλιστα έγινε κι άλλο έγκλημα εκείνες τις μέρες, στις 10 Γενάρη του ’91. Επάνω στις συγκρούσεις, τα ΜΑΤ πυρπόλησαν με δακρυγόνα το κτίριο του Κ. Μαρούση, το πολυκατάστημα στην Πανεπιστημίου. Τέσσερις πολίτες απανθρακώθηκαν. Και γι αυτό το έγκλημα κανένας δεν πλήρωσε, καμία δικαιοσύνη δεν είπε τίποτα. Το “κουκούλωσαν”.

Ένα χρόνο μετά, σύντροφοί μου -εγώ δεν ήμουνα προσωπικά, αλλά δεν έχει σημασία- συμμετέχουν στις συμπλοκές στο αμαξοστάσιο του Βοτανικού, το καλοκαίρι του 1992, όταν η κυβέρνηση θέλησε να ιδιωτικοποιήσει την ΕΑΣ. Και έγιναν συγκρούσεις μαζί με τους υπαλλήλους της ΕΑΣ. Και τότε κάποιοι υπάλληλοι της ΕΑΣ είχαν φυλακιστεί για δολιοφθορά, σαμποτάζ… Έσπαγαν τα λεωφορεία των ΣΕΠιτών, των ρουφιάνων ιδιοκτητών που είχαν αγοράσει τα λεωφορεία. Κι εκεί, με τις μικρές τους δυνάμεις, οι αναρχικοί ήταν παρόντες.

Πριν αναφερθώ στον αγώνα των κατοίκων του Στρυμονικού, θέλω να πω τα τελευταία παραδείγματα με τους καθηγητές πέρυσι και με το πρόσφατο μαθητικό κίνημα, το χειμώνα του ’98-’99. Κι εκεί ήμασταν παρόντες. Ένας σύντροφος που κατέθεσε χτες, ο Βασίλης Ευαγγελίδης, προσπάθησε να μιλήσει γι αυτό. Είχε συλληφθεί στις συμπλοκές που έγιναν το Γενάρη του ’99, στο μαθητικό συλλαλητήριο.

Γενικά, όπου υπάρχουν ταραχές, όπου υπάρχουν συγκρούσεις, θέλουμε να είμαστε μέσα. Να εκτρέπουμε τα πράγματα. Για μας, δεν είναι έγκλημα αυτό. Στην ουσία, οι ταραχές είναι η “λαϊκή κυριαρχία” που λένε οι επαγγελματίες πολιτικοί. Εκεί εκφράζεται η ελευθερία…

*

Ας πάμε τώρα και στον αγώνα των κατοίκων του Στρυμονικού. Πολύ πριν εγώ βάλω τη βόμβα, άλλοι σύντροφοι είχαν πάει στα χωριά, είχαν μιλήσει με τους κατοίκους, είχαν βγάλει μπροσούρα για την εξέγερση, για τα επεισόδια τον Οκτώβρη του 1996. Πιο συγκεκριμένα όμως στον αγώνα του Στρυμονικού θα αναφερθώ λίγο πιο μετά. Πρώτα θέλω να μιλήσω για την ενέργεια αυτή καθεαυτή.

Εμπνεύστηκα, για να πω την αλήθεια, να βάλω αυτή τη βόμβα για τον εξής λόγο: Επειδή οι ίδιοι οι κάτοικοι είχαν ξεπεράσει τα όρια, από μόνοι τους. Αν ήταν ένας αγώνας μέσα στα θεσμικά πλαίσια, έτσι όπως προσπαθούν να κρατούν περιορισμένους τους αγώνες τα συνδικάτα και οι φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, αν περιοριζόταν δηλαδή σε μια διαμαρτυρία χλιαρή, ακίνδυνη, ανώδυνη, ίσως και να μην έκανα τίποτα.

Αλλά οι σύντροφοι εκεί πάνω – που δεν είναι βέβαια αναρχικοί αλλά δεν με ενδιαφέρει εμένα αυτό, πολίτες είναι που θέλουν κι αυτοί την ελευθερία τους – είχαν ξεπεράσει κάθε όριο. Είχαν συγκρουστεί τρεις φορές με την αστυνομία – μία στις 17 Οκτώβρη του ’96, μια στις 25 Ιούλη του ’97 και μια στις 9 Νοέμβρη του ’97 -, είχαν κάψει περιπολικά, κλούβες των ΜΑΤ, είχαν κάψει γεωτρύπανα της TVX, είχαν μπει μέσα στα μεταλλεία στην Ολυμπιάδα και είχαν καταστρέψει μέρος των εγκαταστάσεων. Κάποιοι έκαναν κι ένα είδος αντάρτικου. Tα βράδια έβγαιναν με κυνηγετικές καραμπίνες και πυροβολούσαν στον αέρα για εκφοβισμό των αστυνομικών. Και λέω, πολύ μάγκες είναι αυτοί· μας έχουν ξεπεράσει κι εμάς δηλαδή.

Και ακολούθησε καταστολή, ειδικά το ’97, όταν κηρύχτηκε στρατιωτικός νόμος στην περιοχή. Ο αστυνομικός διευθυντής Χαλκιδικής έβγαλε διάταγμα με το οποίο απαγορεύονταν οι διαδηλώσεις, οι συναθροίσεις. Είχαν πάει ΕΚΑΜ επάνω, είχαν πάει και αστυνομικές αύρες, για πρώτη φορά μετά το 1980. Και τις είχαν στείλει τώρα εκεί, στα χωριά της Χαλκιδικής. Και λέω, κάτι πρέπει να κάνουμε κι εμείς, εδώ στην Αθήνα. Δεν μπορεί να δέχονται καταστολή οι άλλοι εκεί πάνω κι εμείς να καθόμαστε…

Το υπουργείο Βιομηχανίας και Ανάπτυξης, στην οδό Παπαδιαμαντοπούλου και Μιχαλακοπούλου, ήταν ένα από τα κέντρα αυτής της ιστορίας. Ο αγώνας του Στρυμονικού ήταν ένας αγώνας ενάντια στην “ανάπτυξη”, τον “εκσυγχρονισμό”, όλες αυτές τις μπούρδες που λένε. Πίσω από αυτές τις εκφράσεις, κρύβονται τα κέρδη των πολυεθνικών, τα κέρδη και των “δικών μας” καπιταλιστών, των Ελλήνων, τα κέρδη των κρατικών αξιωματούχων, του ελληνικού κράτους, των γραφειοκρατών, αυτών που παίρνουν τις μίζες, των τεχνικών εταιρειών… Όλων αυτών. Καμία σχέση δεν έχει η “ανάπτυξη” και ο “εκσυγχρονισμός” που λένε με την κάλυψη των λαϊκών αναγκών. Καμία σχέση.

Οπότε έβαλα κι εγώ μια βόμβα. Ο σκοπός ήταν αυτός που είχα πει και στην ανάληψη ευθύνης. Στο κείμενο του Φεβρουαρίου του ’98 λέω: Η τοποθέτηση του μηχανισμού σκοπό είχε την αποστολή ενός διπλού πολιτικού μηνύματος. Τα πάντα είναι πολιτικά. Ακόμη κι όταν χρησιμοποιείς τέτοια μέσα, πολιτικά είναι τα μηνύματα. Κι ο πόλεμος ο ίδιος είναι ένα μέσο πολιτικής πίεσης. Και σε αυτή την περίπτωση, ένα πολιτικό μέσο ήταν κι αυτό, μια πολιτική πρακτική. Μήνυμα καταρχήν προς τους κατοίκους του Στρυμονικού, ότι “μάγκες, δεν είστε μόνοι σας, υπάρχουν και κάποιοι άλλοι, που μπορεί να βρίσκονται 600 χιλιόμετρα μακριά από εσάς, αλλά που ενδιαφέρονται”. Όχι για προσωπικούς λόγους… Εγώ δεν ξέρω κανέναν από κει προσωπικά. ’λλοι σύντροφοί μου ξέρουν. Εγώ δεν έχω πάει ποτέ εκεί. Δε θίχτηκε το δικό μου το σπίτι στο φινάλε, αλλά δεν είναι αυτό το πρόβλημα.

Απλά η αρχή μου και γενικά η αρχή των αναρχικών, και άλλων επαναστατών μη-αναρχικών, είναι η εξής: η κοινωνική ελευθερία είναι μία και αδιαίρετη. Όπου λοιπόν θίγεται ένα επιμέρους κομμάτι της ελευθερίας, στην ουσία είναι σα να θίγεται στο σύνολό της. ’ρα, εφόσον θίγονται οι ελευθερίες αυτών, θίγονται και οι δικές μου. Ο πόλεμος ο δικός τους θα είναι και δικός μου, σε μια περιοχή που ο “κυρίαρχος λαός” -μια έκφραση που πάλι χρησιμοποιούνε οι επαγγελματίες πολιτικοί- δε θέλει αυτό που θέλουνε το κράτος και το κεφάλαιο, τη μεταλλουργία χρυσού της TVX.

Από την άλλη έχω πει ότι, εντάξει, κάποιες ζημιές θα γίνονταν -εν γνώσει μου. Ναι, είχα πρόθεση να κάνω υλικές ζημιές. Δηλαδή τι υλικές ζημιές; Στη τζαμαρία, στο συγκεκριμένο σημείο, τι υλικές ζημιές; Ή στην αποθήκη έξω από την οποία τοποθέτησα το μηχανισμό; Κατ’ εμέ, οι ζημιές θα ήταν ελάχιστες. Αλλά ακόμα κι αν ήταν μεγαλύτερες από ελάχιστες, δεν παίζει για μένα κανένα ρόλο. Γιατί η ελευθερία δε συγκρίνεται με τις υλικές ζημιές μιας τζαμαρίας, ενός κρατικού αυτοκινήτου ή μιας κρατικής ιδιοκτησίας. Για μένα, το υπουργείο δεν είναι εγκατάσταση κοινής ωφέλειας, όπως λένε οι κατηγορίες. Κρατικής ωφέλειας ναι, κοινωνικής ωφέλειας όχι.

Ουσιαστικά όμως, ακόμη κι αν δεν εξερράγη ο μηχανισμός, εγώ το μήνυμά μου το έστειλα. Βέβαια πιάστηκα, γιατί έκανα αυτό το τεχνικό λάθος κι άφησα ένα αποτύπωμα. Ακόμη όμως κι αν δεν εξερράγη ο μηχανισμός και δεν έγιναν καθόλου υλικές ζημιές, το μήνυμα το έστειλα. Και το λάβατε και εσείς και το κράτος, αλλά και οι κάτοικοι του Στρυμονικού. Ξέρω πως λένε ότι είμαι δικός τους άνθρωπος, χωρίς να με έχουν δει ποτέ, κι ας μην με γνώριζαν ποτέ. Δεν υπάρχει καλύτερο πράγμα απ’ αυτό. Και φυσικά, το επαναλαμβάνω, δε μετανιώνω καθόλου.

*

Θα αναφερθώ λίγο στα τεχνικά. Ακριβώς επειδή είμαι κοινωνικός επαναστάτης και στην ουσία όταν λες ότι είσαι κοινωνικός επαναστάτης, είναι σαν να μιλάς για το καλό της κοινωνίας. Όχι σαν δηλαδή. Μιλάς για το καλό της κοινωνίας. Εφόσον έχω αυτή την αρχή λοιπόν, δε θα μπορούσα να βλάψω κανέναν πολίτη. Θα μπορούσα να βλάψω αστυνομικό. Αυτούς τους θεωρώ εχθρούς μου. Κι εσείς είστε εχθροί μου. Σας διαχωρίζω δηλαδή. Κάνω σαφέστατο ταξικό διαχωρισμό. Απ’ τη μια έχουμε αυτούς, απ’ την άλλη τους άλλους. Παρόλ’ αυτά, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν είχα καμία πρόθεση να βλάψω ούτε τον κύριο αστυνομικό φρουρό του υπουργείου, ούτε κανέναν άλλο· πόσο μάλλον πολίτη.

Η διαδικασία που χρησιμοποιείται από τις οργανώσεις ή τα άτομα γενικά, όταν γίνονται τέτοιου τύπου ενέργειες είναι η εξής: βάζεις τη βόμβα στο στόχο σου και τηλεφωνείς σε μια εφημερίδα. Εγώ συγκεκριμένα, παίρνω τηλέφωνο την “Ελευθεροτυπία” και λέω: Σε μισή ώρα θα σκάσει βόμβα εκεί. Ό,τι ακριβώς λένε τα στοιχεία: Σε μισή ώρα θα σκάσει στο υπουργείο Ανάπτυξης βόμβα, για το ζήτημα της TVX και του Στρυμονικού. Με την έννοια αυτή, όπως αποδείχτηκε από την πράξη κι όχι υποθετικά, η αστυνομία πήγε εκεί· πρώτα η ’μεση Δράση έκλεισε την περιοχή γύρω-γύρω σε ακτίνα 200 μέτρων -όπως λέει ο πυροτεχνουργός-, έτσι ώστε να μην περνάει κανένας πεζός και κανένα αμάξι. Και περίμενε να σκάσει η βόμβα. Όπως έχουν πει οι κύριοι, περίμεναν να εκπνεύσει ο χρόνος ασφαλείας, δηλαδή, ΤΟ ΜΙΣΑΩΡΟ ΠΟΥ ΕΙΧΑ ΘΕΣΕΙ ΕΓΩ! Είτε έσκαγε, είτε δεν έσκαγε η βόμβα, ουσιαστικά δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος για ανθρώπινες ζωές. Αν έσκαγε, μόνο υλικές ζημιές θα είχαμε. Ουσιαστικά δηλαδή από την πρόθεση που είχα, αυτό θα γινόταν. Αντικειμενικά, δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει λάθος τυχαία, ούτε -αν εκρηγνυόταν ο μηχανισμός- να εκραγεί πιο πριν ή πιο μετά.

Κι επειδή ακριβώς το μήνυμα ήταν πολιτικό και συμβολικό, δεν είχα σκοπό να κάνω μεγάλες υλικές ζημιές· γι αυτό έβαλα λίγη ποσότητα. Και είχα τη δυνατότητα να βάλω και πέντε και εφτά και δέκα κιλά… Δεν έβαλα όμως. Εφόσον βρέθηκαν και πράγματα στο σπίτι μου, είχα τη δυνατότητα να κάνω μεγάλη ζημιά, υλική πάντα! Και πάλι δεν την έκανα. Αν μπορούσα δηλαδή να κατεδαφίσω ολόκληρο το υπουργείο χωρίς να σκοτωθεί κανένας, δεν θα είχα καμία αντίρρηση να το κάνω. Ένα άχρηστο κτίριο είναι και αυτό για το λαό και την κοινωνία. Για το μόνο που έχω μετανιώσει, όπως είπα, είναι γι αυτό το τεχνικό λάθος.

Θέλω να πω προκαταβολικά και κάτι άλλο τώρα. Την ενέργεια την έκανα μόνος μου, δεν υπήρχε κανένας άλλος. Βέβαια το μήνυμα έλεγε “Αναρχικοί Αντάρτες Πόλης”. Αυτό δεν έχει να κάνει όμως με το ότι υπήρχαν άλλα πρόσωπα, εκτός από μένα. Ήταν μια έκφραση που απλώς υποδήλωνε το χώρο από τον οποίο προέρχομαι εγώ. Δε θα έβαζα φυσικά την υπογραφή μου “Νίκος Μαζιώτης”, και δε θα έλεγα στην εφημερίδα ότι έβαλα τη βόμβα εκεί. Θα έλεγα, “Αναρχικοί”. Αυτό. Για να ξεκαθαρίσουμε, δηλαδή, ότι για την ενέργεια την πρωτοβουλία την πήρα μόνος μου. Ούτε ομάδα υπήρχε, ούτε οργάνωση, ούτε τίποτα. Και από τα αποδεικτικά στοιχεία πουθενά δεν προκύπτει ότι υπήρχε οργάνωση, ή ότι εγώ θα εφοδίαζα τους τάδε, την τάδε ομάδα ή οργάνωση. Ήμουν μόνος μου και τα πράγματα ήταν ατομικά.

*

Θέλω να αναφερθώ τώρα πιο εκτεταμένα σε αυτό που λέω αλληλεγγύη. Τα κίνητρα δηλαδή τα οποία είχα. Τι σημαίνει αυτή η αλληλεγγύη.

Πιστεύω ότι οι άνθρωποι κοινωνικοποιήθηκαν, ότι δημιουργήθηκε η ανθρώπινη κοινωνία πάνω σε τρία βασικά συστατικά: την αλληλεγγύη, την αμοιβαιότητα, την αλληλοβοήθεια. Πάνω σε αυτά λοιπόν βασίζεται η ανθρώπινη ελευθερία. Όταν θίγεις ένα επιμέρους κομμάτι της ανθρώπινης ελευθερίας, είναι σα να θίγεις το σύνολο.

Όποια κοινωνική ομάδα, σε διαφορετικό τόπο και χρόνο, κάνει έναν αγώνα -είτε λέγονται μαθητές, είτε λέγονται αγρότες, είτε πολίτες τοπικών κοινωνιών, είτε εργαζόμενοι-, για μένα και για τους αναρχικούς έχει τεράστια σημασία.

Δεν έχει σχέση με το αν εγώ είμαι εργαζόμενος και ταυτίζω τα συμφέροντά μου με τα συμφέροντα αυτής της τάξης. Αν κάποιος ζητάει παραπάνω μισθό, αν έχει κάποιο συντεχνιακό αίτημα, δεν έχει καμιά σημασία για μένα. Για μένα, αλληλεγγύη σημαίνει ανεπιφύλακτη αποδοχή και υποστήριξη, με οποιοδήποτε μέσο, του δικαιώματος που πρέπει να έχουν οι άνθρωποι να μπορούν να καθορίζουν τη ζωή τους όπως θέλουν, και όχι να αποφασίζουν κάποιοι άλλοι ερήμην τους, όπως το Κράτος και το Κεφάλαιο.

Δηλαδή, στην προκειμένη περίπτωση, σε αυτό τον αγώνα του Στρυμονικού, αλλά και σε κάθε κοινωνικό αγώνα, για μένα μετράει πιο πολύ ότι είναι αγώνες που οι άνθρωποι θέλουν να καθορίζουν τις τύχες τους μοναχοί τους. Και να μην αποφασίζει ο κάθε αστυνομικός διευθυντής, ο κάθε κρατικός αξιωματούχος, ο κάθε καπιταλιστής τι θα κάνουν. Δευτερεύουσα σημασία έχει για μένα αν το θέλουν ή δεν το θέλουν το εργοστάσιο, αν είναι περιβαλλοντική η αιχμή του αγώνα. Σημασία έχει ότι δε θέλουν το εργοστάσιο, επειδή δε γουστάρουν κάτι που τους επιβάλλουν με τη βία.

*

Όσον αφορά στο θέμα της πολιτικής βίας τώρα. Από την αρχή πήγε να παρουσιαστεί μια ιστορία “αποκρουστικών εγκληματιών”, “τρομοκρατών”, οι οποίοι “βάζουν στα τυφλά βόμβες”. Κάτι το οποίο δεν ισχύει.

Εάν τρομοκρατία θεωρητικά είναι η βία κατά πολιτών και άμαχου πληθυσμού, ε, αυτό ισχύει αποκλειστικά και μόνο για το Κράτος. Μόνο το Κράτος επιτίθεται ενάντια σε πολίτες, γι αυτό υπάρχουν και οι κατασταλτικοί μηχανισμοί, τα ΜΑΤ, τα ΕΚΑΜ, ο στρατός, οι ειδικές δυνάμεις… Μηχανισμοί οι οποίοι κλέβουνε και το λαό. Χρηματοδοτούνε δηλαδή επαγγελματίες οπλοφόρους, αστυνομικούς. Δεν εκπαιδεύονται για να σημαδεύουν στόχους; Για να τα χρησιμοποιούν τα ‘χουν τα όπλα οι άνθρωποι. Δεν εξοπλίζονται τα ΜΑΤ με χημικά αέρια; Για να τα ρίχνουν πού; Στους πολίτες. Στις διαδηλώσεις, στις συγκεντρώσεις. Οπότε βία εναντίον των πολιτών χρησιμοποιεί μόνο το Κράτος. Εγώ δε χρησιμοποίησα καμία βία εναντίον πολίτη.

Θα πω συγκεκριμένα τι σημαίνει τρομοκρατία.

Tρομοκρατία είναι όταν χτυπιούνται οι καταλήψεις, οι διαδηλώσεις, οι απεργίες. Όταν τα ΜΑΤ χτύπησαν τους συνταξιούχους πριν 4-5 χρόνια στο Μέγαρο Μαξίμου. Όταν ο Μελίστας σκότωσε τον Καλτεζά. Όταν σκοτώθηκαν ο Κουμής και η Κανελλοπούλου από τα ΜΑΤ, στις 16 Νοεμβρίου 1980, στην πορεία του Πολυτεχνείου. Κι αν θυμάμαι καλά, δε σκοτώθηκαν από σφαίρες, σκοτώθηκαν από το ξύλο. Τρομοκρατία είναι όταν σκοτώθηκε ο Χρήστος Κασίμης. Αλλά θα αναφερθώ πιο συγκεκριμένα σε αυτή την ιστορία.

Μια ομάδα επαναστατών, τότε, είχε προσπαθήσει να πυρπολήσει το γερμανικό εργοστάσιο της AEG, στον ’γιο Ιωάννη Ρέντη. Ήταν μια πράξη αλληλεγγύης κι αυτή. Δεν ξέρω αν τη γνωρίζετε, θα σας την πω εγώ όμως. Τότε, το ’77, κάποιοι αντάρτες της RAF, της Φράξιας Κόκκινος Στρατός, είχαν πεθάνει μέσα στα λευκά κελιά του Σταμχάιμ, στη Στουτγάρδη, της Δυτικής Γερμανίας. Τα λευκά κελιά από μόνα τους είναι τρομοκρατία. Οι φυλακές ΕΙΝΑΙ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ. Και τότε κάποιοι Έλληνες επαναστάτες, ως ένδειξη αλληλεγγύης στη RAF, αλλά και ως αντίδραση στη δολοφονία των ανταρτών στις φυλακές της Στουτγάρδης, είχαν πάει να πυρπολήσουν το εργοστάσιο της AEG. Σε αυτή την απόπειρα, που ήταν ανεπιτυχής, κάποιος σκοτώθηκε. Σκοτώθηκε ο Χρήστος ο Κασίμης από τους δύο αστυνομικούς, φρουρούς του εργοστασίου, τον Πλέσσα και το Στεργίου. Και μάλιστα, απ’ ό,τι έχω διαβάσει, δεν τον σκότωσαν επειδή απειλήθηκε η ζωή τους. Τον σκότωσαν πισώπλατα, με μια σφαίρα στην πλάτη.

Τρομοκρατία είναι όταν μπαίνουν στο Χημείο ειδικές αστυνομικές δυνάμεις το ’85 και χτυπούν τους αναρχικούς και τους νεολαίους. Τρομοκρατία είναι όταν δολοφονείται ο Τεμπονέρας στην Πάτρα. Τρομοκρατία είναι όταν σκοτώθηκε ο Χρήστος Τσουτσουβής το ’85. Αλλά κι αυτή η περίπτωση έχει κάτι ιδιαίτερο και θέλω να την τονίσω. Για το Χρήστο Τσουτσουβή ισχύει η φράση του Θουκυδίδη – του αρχαίου ιστορικού που κατέγραψε την ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου -, ότι “ο θάνατος στη μάχη είναι τίτλος τιμής και συνοδεύεται από τις επευφημίες των πολιτών”. Σκοτώθηκε μεν από τους αστυνομικούς, αλλά πήρε και δυο-τρεις μαζί του. Για μένα, ήταν ένας πολεμιστής, ένας μαχητής. Πιστεύω ότι η κοινωνία χρειάζεται κι άλλους τέτοιους.

Τρομοκρατία είναι όταν σκοτώνονται πολίτες σε απλές εξακριβώσεις στοιχείων. Θα αναφέρω κι εδώ μερικά παραδείγματα. Θα αναφέρω το Χρήστο Μουράτη, ένα Τσιγγάνο στη Λιβαδειά, ο οποίος πυροβολήθηκε σε μπλόκο της Τροχαίας τον Οκτώβριο του 1996. ’οπλος πολίτης… Αυτό είναι ένα έγκλημα. Αλλά η δικαιοσύνη δεν έκανε τίποτα, τι να κάνει; Απλώς το επιβράβευσε.

Το 1997, ο Ηλίας Μέξης, περνώντας από το τμήμα Μεταγωγών του Πειραιά, πυροβολήθηκε από τον φρουρό του τμήματος, τον Τσαγκράκο.

Ο Θόδωρος Γιάκας σκοτώθηκε, στις 10 Γενάρη του ’94, από τον αστυνομικό του τμήματος Μοσχάτου, Λαγογιάννη. Έχει έναν ιδιάζοντα χαρακτήρα κι αυτή η περίπτωση. ’οπλος πολίτης. Σε εξακρίβωση στοιχείων. Τον σταμάτησαν, αλλά εκείνος έτρεξε και τον πυροβόλησαν. Είπαν πάλι ότι του βρήκαν μαχαίρι κι άλλες τέτοιες μπούρδες… Απ’ ό,τι ξέρω γι αυτή την περίπτωση, πυροβολήθηκε αρχικά τρεις φορές. Και οι τρεις πιθανότατα ήταν θανατηφόρες. Κι ενώ ο Γιάκας ήταν ξαπλωμένος στο έδαφος, τον πυροβόλησε ο Λαγογιάννης άλλες δύο φορές και του φόρεσε και χειροπέδες! Ξέρετε τι έκανε η δικαιοσύνη γι αυτό; Τον καταδίκασε 12 χρόνια με αναστολή. Γι αυτό λέω ότι η δικαιοσύνη σας είναι δικαιοσύνη με εισαγωγικά.

Τρομοκρατία είναι όταν τον Πομάκο Αλή Γιουμφράζ από τα Βριλήσσια τον συνέλαβαν μεθυσμένο και μετά βρέθηκε νεκρός στο κρατητήριο. Είπαν ότι δήθεν πέθανε από ανακοπή καρδιάς. Όταν το Γενάρη του ’91, θυμάμαι, κάποιος Τούρκος πολιτικός πρόσφυγας, ο Σουλεϊμάν Ακιάρ, ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου, ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης είπε ότι είχε κάποιο καρδιακό πρόβλημα. Αλλά από την ιατροδικαστική εξέταση βρέθηκε ότι ήταν μελανιασμένος παντού.

Τρομοκρατία είναι κι αυτό το ίδιο το δικαστήριο εδώ. Κάθε δίκη αγωνιστή, κάθε δίκη επαναστάτη είναι τρομοκρατία, ένα μήνυμα εκφοβισμού προς την κοινωνία. Το είπα και χθες στις δηλώσεις μου, όταν με καλέσατε να πω αν αποδέχομαι τις κατηγορίες. Θα το επαναλάβω. Επειδή η δίωξη είναι πολιτική, το μήνυμα είναι σαφέστατο: οποιοσδήποτε αγωνίζεται εναντίον του Κράτους και του Κεφαλαίου θα ποινικοποιείται, θα εγκληματοποιείται, θα βαφτίζεται τρομοκράτης. Οποιαδήποτε αλληλεγγύη σε οποιονδήποτε κοινωνικό αγώνα, το ίδιο: θα ποινικοποιείται και θα συντρίβεται. Αυτό είναι το μήνυμα αυτής της δίκης. Και με αυτή την έννοια είναι τρομοκρατία. Τρομοκρατία προς εμένα, τρομοκρατία προς τους αναρχικούς, τρομοκρατία προς τους κατοίκους του Στρυμονικού, οι οποίοι λαμβάνουν κι αυτοί ανάλογα μηνύματα αυτό τον καιρό, γιατί έχουν παρόμοιες δίκες σε σχέση με τις κινητοποιήσεις τους. Αυτά είναι τρομοκρατία. Δεν είναι τρομοκρατία που έβαλα μια βόμβα σαν πράξη αλληλεγγύης. Γιατί κανένας πολίτης δε θίχτηκε απ’ αυτή την πράξη.

Πολλές φορές, ειδικά τα ΜΜΕ, πιο πολύ κι απ’ τους αστυνομικούς καμιά φορά, σε κάθε ενέργεια που γίνεται, για παράδειγμα σε ενέργειες με γκαζάκια, προβάλλουν την άποψη ότι “παραλίγο να είχαμε θύματα, παραλίγο το ένα, παραλίγο το άλλο”. Ποτέ όμως δεν έχει συμβεί κάτι τέτοιο πραγματικά. Όλα αυτά βέβαια γίνονται για τη δημιουργία εντυπώσεων, για να εμπεδωθεί η κοινωνική συναίνεση, για να υπάρξει καταστολή. Για να καταδικαστώ εγώ, για παράδειγμα, σε βαριά ποινή. “Βρήκαμε και κάποιον που έκανε το λάθος, άφησε το αποτύπωμά του, τον πιάσαμε· είπε κιόλας ότι το έκανε αυτός; Ε, θα τον γαμήσουμε τώρα”! Μιλάω λίγο λαϊκά…

*

Θέλω να αναφερθώ λίγο στον αγώνα του Στρυμονικού. Παρόλο που δεν έχω πάει ποτέ εκεί, θα σας δώσω κάποια ιστορικά στοιχεία. Τα μεταλλεία που έχει αγοράσει η πολυεθνική TVX Gold υπάρχουν από το 1927· τα είχε ο Μποδοσάκης. Σε αυτά τα μεταλλεία, όπου γίνονταν αμέτρητα εργατικά ατυχήματα και πολλοί μεταλλωρύχοι πάθαιναν πνευμονοκονίαση, είχε γίνει μια μεγάλη αιματηρή απεργία το 1977. Η απεργία ήταν για αύξηση μισθών, για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, για μέτρα ασφαλείας στις στοές. Και τότε είχαν κατέβει αύρες και τότε είχαν γίνει συλλήψεις και είχαν υπάρξει καταδίκες, και τότε είχε εφαρμοστεί τρομοκρατία στην περιοχή.

Κάποια στιγμή, χαρακτηρίζεται κι αυτή η εταιρεία “προβληματική”, όπως γίνεται και με πολλές άλλες. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, το κράτος μέσω της ΜΕΤΒΑ, σχεδιάζει την εγκατάσταση μεταλλουργίας χρυσού. Το ’92 περνά ως “προβληματική” στα χέρια του κράτους και αυτό πουλά τα μεταλλεία στην TVX το Δεκέμβρη του ’95. Όμως οι κάτοικοι των χωριών του Στρυμονικού δεν την ήθελαν την εγκατάσταση της μεταλλουργίας χρυσού. Εβδομήντα χρόνια μεταλλευτικής δραστηριότητας, είχαν προκαλέσει σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα.

Αυτός ο αγώνας έχει τεράστια σημασία, και αποδείχθηκε ότι έχει τεράστια σημασία. Για διεθνείς λόγους.

Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν από τις αρχές του ’96. Οι κάτοικοι μπλόκαραν την εθνική οδό Θεσσαλονίκης-Καβάλας, έστησαν φυλάκια απ’ όπου επιτηρούσαν τα μεταλλεία για να μην περάσει κανένα φορτηγό της επιχείρησης και να μην αρχίσουν οι γεωτρήσεις. Με αυτές τις πρακτικές, με τα μπλόκα και τα φυλάκια, οι κάτοικοι δήλωναν: “Εδώ είμαστε. Δεν περνάτε”!

Έτσι ανάγκασαν την εταιρεία να αναστείλει προσωρινά τις δραστηριότητές της. Στις 21 Οκτώβρη ’96, η TVX στέλνει τελεσίγραφο στο ελληνικό κράτος και το υπουργείο Ανάπτυξης, λέγοντας ότι “αν δεν αρχίσουν άμεσα οι εργασίες, εμείς φεύγουμε”. Η επένδυσή τους, που είναι η μεγαλύτερη ιδιωτική επένδυση που έγινε στη χώρα, 65 δις, θα έφευγε από την Ελλάδα.

Όταν έγιναν τα πρώτα επεισόδια, στις 17 Οκτωβρίου, και κατάφεραν οι κάτοικοι να απωθήσουν με τη βία τους αστυνομικούς από την περιοχή, ο Ιάσων Στράτος, ο πρόεδρος του ΣΕΒ, δήλωνε ότι “τα επεισόδια αυτά τραυματίζουν το κύρος της χώρας στο εξωτερικό”. Και είχε δίκιο, γιατί “δεν μπορεί δυο χιλιάδες βλάχοι” -βλάχοι για μένα δεν είναι, έτσι τους βλέπουν ο υπουργός, ο πρόεδρος του ΣΕΒ, έτσι πιστεύω μιλάνε γενικά οι επαγγελματίες πολιτικοί και τα κόμματα για τον απλό λαό- “δεν μπορεί λοιπόν δυο χιλιάδες άνθρωποι τώρα, να μας χαλάνε τις επενδύσεις μας και να μην μπορεί να έρθει μια καναδική εταιρεία, μια οποιαδήποτε ξένη εταιρεία να επενδύσει· πρέπει τέλος πάντων να κοπεί αυτή η αντίδραση”.

Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι ο αγώνας δεν είχε πια έναν περιορισμένο τοπικό χαρακτήρα. Είχε διεθνείς προεκτάσεις, γιατί θα δημιουργούσε ένα προηγούμενο: “Αν δεν μπορούμε να κάνουμε μια επένδυση στη Χαλκιδική, οπουδήποτε βρεθεί ένας ξένος επενδυτής, δε θα μπορεί να κάνει την επένδυσή του. ’μα ο λαός εξεγείρεται και δε θέλει αυτά που θέλει το κράτος, πάει η οικονομία, τελείωσε”.

Ένα χρόνο μετά, ξαναεπιχειρείται να αρχίσουν οι εργασίες για την εγκατάσταση της μεταλλουργίας χρυσού. Τον Ιούλη του ’97, οι κάτοικοι καταστρέφουν ένα γεωτρύπανο του Ι.Γ.Μ.Ε. και συγκρούονται με την αστυνομία. Το Νοέμβρη, συγκεντρώνονται και κάνουν πορεία προς τα μεταλλεία. Όμως, ήδη από μερικούς μήνες πιο πριν -από το Σεπτέμβρη του ’97 αν θυμάμαι καλά-, το κράτος, προβλέποντας ότι οι αντιδράσεις του κόσμου θα οξυνθούν, είχε στείλει εκατοντάδες αστυνομικούς από τη Θεσσαλονίκη. Είχε στείλει ΜΑΤ από την Αθήνα, είχε στείλει ΕΚΑΜ, αύρες, που όπως είπα είχαν να εμφανιστούν από το 1980 στους δρόμους για την καταστολή των διαδηλώσεων. Ένας στρατός κατοχής είχε εγκατασταθεί εκεί μόνιμα. Ξέρανε οι αστυνομικοί ότι πάλι θα γίνονταν επεισόδια, οπότε έπρεπε να έχουν έτοιμη μια στρατιωτική δύναμη για να καταστείλουν τους κατοίκους. Όπως κι έγινε. Βέβαια μερικώς έγινε, γιατί πάλι στρατιωτικά δεν τα κατάφεραν. Έγιναν τα επεισόδια στις 9 Νοεμβρίου και όπως είπα και προηγουμένως καταστράφηκαν περιπολικά, κλούβες των ΜΑΤ, κάηκε γεωτρύπανο της εταιρείας, και έγινε το αντάρτικο αυτό, όπου πέσανε και κάποιοι πυροβολισμοί για εκφοβισμό.

Όπως είπα και πριν, εμπνεύστηκα πάρα πολύ απ’ αυτά τα γεγονότα για να βάλω τη βόμβα στο υπουργείο Βιομηχανίας και Ανάπτυξης. Με βάση αυτό λοιπόν, θέλω να επαναλάβω ότι δεν είχε απλά τοπικό χαρακτήρα αυτός ο αγώνας. Τον είχε ξεπεράσει πια.

Για μας τους αναρχικούς, οι κοινωνικοί αγώνες και η αλληλεγγύη ξεπερνάνε και τα εθνικά όρια. Για μένα δηλαδή και για τους συντρόφους μου, έχουν τεράστια σημασία αγώνες που γίνονται και έξω από τα όρια του ελληνικού κράτους.

Τεράστια σημασία έχει για μένα το αντάρτικο των Ζαπατίστας που έχει ξεκινήσει στην Τσιάπας από το 1994. Είναι άλλος ένας αγώνας ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό, ο οποίος γίνεται με όπλα, με μάσκες.., ένας πόλεμος κανονικός. Εντάσσεται στην πολιτική βία και δεν είμαι ενάντια σε αυτό. Ποτέ δεν έχω δηλώσει ότι είμαι ενάντια και ούτε θέλω να το παίξω καλό παιδί.

Τεράστια σημασία έχει για μένα και το κίνημα των Βραζιλιάνων αγροτών που είναι ακτήμονες και καταλαμβάνουν τη γη των τσιφλικάδων για να την καλλιεργήσουν συλλογικά.

Μεγάλη σημασία έχει για μένα και το κίνημα των ανέργων στη Γαλλία, που έκαναν καταλήψεις σε γραφεία ευρέσεως εργασίας και συγκρούστηκαν με τις αστυνομικές δυνάμεις, το χειμώνα του ’97-’98.

Σημασία έχει και κάτι που έγινε στην Τουρκία ανάλογο με την TVX και το Στρυμονικό. Μια παρόμοια επένδυση προσπάθησε να κάνει μια άλλη εταιρεία, μια πολυεθνική κοινοπραξία, η EUROGOLD, στην Πέργαμο. Κι έχει σημασία αυτό που θα πω τώρα. Πιο συγκεκριμένα, αν θυμάμαι καλά, στο χωριό Οβαντσίκ της Περγάμου. Το ίδιο πράγμα ακριβώς. Επένδυση μεταλλουργίας χρυσού. Οι κάτοικοι της περιοχής, οι Τούρκοι αγρότες, με τους ίδιους ακριβώς τρόπους που οι κάτοικοι του Στρυμονικού έχουν αποτρέψει μέχρι στιγμής την εγκατάσταση της μεταλλουργίας, έχουν ματαιώσει την επένδυση της EUROGOLD. Με μπλόκα στο δρόμο Σμύρνης-Κωνσταντινούπολης, με συγκρούσεις με τις δυνάμεις της στρατοχωροφυλακής. Και επίσης, κατά σύμπτωση, πάλι κάποιος έβαλε μια βόμβα στα γραφεία της επενδύτριας εταιρείας στη Σμύρνη. Σαν εμένα δηλαδή.

Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν, όλες αυτές οι πρακτικές είναι μέρος των κοινωνικών αγώνων, γίνονται παντού. Και για μας, όχι μόνο δεν είναι εγκλήματα, αλλά τίτλος τιμής. Είμαστε περήφανοι γι αυτές τις πρακτικές.

Για το εργοστάσιο της Περγάμου μάλιστα, υποκριτικά, τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, το ΥΠΕΧΩΔΕ και το υπουργείο Αιγαίου έλεγαν ότι, άμα γίνει αυτό το εργοστάσιο στην Πέργαμο, θα μολυνθεί το Αιγαίο. Δεν έλεγαν όμως το ίδιο και για τον Στρυμονικό κόλπο. Δηλαδή να μη γίνει εργοστάσιο στην Τουρκία, αλλά να γίνει στην Ελλάδα! Κι εδώ φαίνεται η υποκρισία του ελληνικού κράτους, των Μέσων, των πολιτικών.

*

Δεν πιστεύω ότι στην πραγματικότητα με δικάζετε για “τρομοκράτη”. Δεν πιστεύω ότι με δικάζετε για το ότι “είχα σκοπό να βλάψω ανθρώπινες ζωές”. Αυτό είναι πρόσχημα και προκάλυμμα. Στην πραγματικότητα, με δικάζετε γι αυτά που έχω πει μέχρι τώρα. Γι αυτό που είμαι. Για το ότι είμαι αναρχικός, για το ότι πιστεύω αυτά ή ακόμα και για το παρελθόν μου. Γιατί όλα αυτά είναι επιβαρυντικά στοιχεία: “ε, αφού ήσουν στο Πολυτεχνείο, αφού ήσουν στην ΑΣΟΕΕ, αφού ήσουν αρνητής στράτευσης και ήσουν κι εκεί και αλλού…” Δεν έχω πρότερο έντιμο βίο.., για σας βέβαια, γιατί για μένα είμαι πολύ έντιμος άνθρωπος. Δε με δικάζετε στην πραγματικότητα γιατί υποτίθεται ότι θα έβλαπτα ανθρώπους.

Στην ουσία, το κράτος έχει αποδείξει ότι δεν ενδιαφέρεται για τους πολίτες. Ίσα-ίσα, όταν είναι να εμπεδωθεί η κυριαρχία του, το κράτος αφαιρεί ανθρώπινες ζωές, όπως είπα στα προηγούμενα παραδείγματα. Στην ουσία, το κράτος το μόνο που θέλει είναι να διατηρήσει ένα μονοπώλιο, το μονοπώλιο ότι “μόνο εμείς, μόνο εγώ, το Κράτος, μπορώ να αφαιρώ ανθρώπινες ζωές”. Μόνο τα κρατικά όργανα, οι ένστολοι αστυνομικοί, οι ασφαλίτες, τα ΜΑΤ ή τα ΕΚΑΜ μπορούν να αφαιρούν ανθρώπινες ζωές. Οποιοσδήποτε άλλος το κάνει, είναι εγκληματίας. Όταν όμως το κάνει το κράτος, μένει στο απυρόβλητο.

Όποτε έχουν σκοτωθεί πολίτες, η δικαιοσύνη έχει δεχτεί τους ισχυρισμούς της αστυνομίας. Όχι επειδή τους πίστευε, αλλά για λόγους συμφέροντος. Έχει δεχτεί τους ισχυρισμούς ότι τάχα “εξοστρακίστηκε η σφαίρα”, ότι τάχα “εκπυρσοκρότησε το όπλο του αστυνομικού”, ότι τάχα “ο αστυνομικός βρισκόταν σε νόμιμη άμυνα”, ότι τάχα… Ένα σωρό τάχα. Αλλά στην πραγματικότητα, όλα αυτά τα παραδείγματα που είπα, και θα αναφέρω κι άλλα πιο συγκεκριμένα, είναι στυγνές δολοφονίες. Ελάχιστοι αστυνομικοί έχουν βρεθεί στο εδώλιο του κατηγορουμένου και όλοι είναι έξω και περήφανοι. Περήφανοι!

Ειπώθηκε και προηγουμένως από κάποιον μάρτυρα για την περίπτωση Παναγούλη – και είναι όντως πραγματικότητα- ότι την απόπειρα φόνου του δικτάτορα Παπαδόπουλου από τον Παναγούλη, ο ελληνικός λαός την είχε επικροτήσει. Απόπειρα δολοφονίας έγινε. Ε, και; Ποιον πήγε να σκοτώσει; Έναν δικτάτορα!

Εύλογα μπορεί να μου αντιπαρατεθεί το επιχείρημα ότι τότε ήταν στρατιωτική δικτατορία. E, αν αυτό το μέσο πολιτικής βίας δικαιολογείτο να χρησιμοποιηθεί ως μέσο πολιτικής πίεσης στα χρόνια της δικτατορίας, τώρα έχουμε “κοινοβουλευτική δημοκρατία”. Έχουμε “ελευθερίες” και “δικαιώματα”! Ε, δεν νομίζω ότι είναι έτσι… Με όλα όσα είπα, δεν πιστεύω ότι υπάρχουν δικαιώματα. Στα χαρτιά μπορεί να υπάρχουν, στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τίποτα.

Θα αναφέρω περιπτώσεις από τη μεταπολιτευτική ιστορία, την εποχή της υποτιθέμενης δημοκρατίας -δημοκρατίας με χίλια εισαγωγικά λέω εγώ-, όπου πάλι άνθρωποι σκοτώθηκαν σε κοινωνικούς αγώνες. Και πάλι αποδείχτηκε ότι δεν ορίζει κανένας λαός την τύχη του επειδή άλλαξε το πολίτευμα το ’74. Συγκεκριμένα παραδείγματα: Πρώτες ταραχές είχαν γίνει, αν θυμάμαι καλά, τον Ιούλη του 1975. Και το Μάη του 1976 επίσης για μια ακόμη φορά εμφανίστηκαν οι αύρες στην Αθήνα. Ο τότε υπουργός Απασχόλησης της κυβέρνησης Καραμανλή, ο Λάσκαρης, είχε βγάλει εκείνο το νόμο, τον 330, τον αντεργατικό και αντιαπεργιακό. Στις 25 Μάη του ’76 είχε πραγματοποιηθεί πανεργατικό συλλαλητήριο. Είχαν γίνει και τότε συγκρούσεις, είχε γίνει επίθεση στα γραφεία της “Βραδυνής”…, πάλι μολότοφ, φωτιές… Τότε, μια αύρα της αστυνομίας, ενώ καταδίωκε διαδηλωτές, είχε σκοτώσει μια μικροπωλήτρια, την 67χρονη Αναστασία Τσιβίκα. Κανείς δε βρέθηκε σε κανένα εδώλιο κατηγορουμένου.

Σε άλλες περιπτώσεις έχουμε νομοσχέδια που περνιούνται χωρίς να ζητηθεί η γνώμη κανενός. Για παράδειγμα, το 1990 έγινε η αναθεώρηση της συμφωνίας για τη συνέχιση της λειτουργίας των αμερικάνικων βάσεων στην Ελλάδα. Ο λαός των Χανίων δεν το δέχτηκε αυτό. Τον Ιούνιο του 1990 έκανε διαδήλωση, χτυπήθηκε από τα ΜΑΤ, και ως αντίδραση συγκρούστηκε με την αστυνομία και πυρπόλησε τη Νομαρχία Χανίων.

Το 1991, αν θυμάμαι καλά, οι αγρότες του Νομού Ηρακλείου πυρπόλησαν τη Νομαρχία Ηρακλείου. Όπως βλέπετε, η πολιτική βία εξασκείται απ’ όλους. Απ’ όλη την κοινωνία και απ’ όλα τα κοινωνικά κομμάτια και τις τάξεις. Απ’ όποιον θίγεται.

Κι αυτό που επιδιώκει το Κράτος είναι να χτυπάει τον καθένα μόνο του. Θα έχετε ακούσει τη φράση που λέει ο νυν πρωθυπουργός, ο Σημίτης, για “κοινωνικό αυτοματισμό”, κάθε φορά που ξεσπούν κοινωνικές αντιδράσεις. Για να παρουσιάσει αυτές τις κοινωνικές αντιδράσεις, τα μπλόκα που στήνονται, τις καταλήψεις που γίνονται, όλες αυτές οι ενέργειες, να τις παρουσιάσει σαν να έρχονται σε αντίθεση με τα συμφέροντα της υπόλοιπης κοινωνίας. Πράγμα που είναι ψέμα. Απλά είναι η τακτική του “διαίρει και βασίλευε”. Δηλαδή “να σπείρουμε τη διχόνοια, να σπάσουμε την αλληλεγγύη”. Γιατί έχει τεράστια σημασία η αλληλεγγύη. Γιατί ο καθένας μόνος του χτυπιέται πιο εύκολα.

Όταν γίνεται μια απεργία και δε βρίσκει αλληλεγγύη, χτυπιέται πιο εύκολα. Μιλάνε για μια “μειοψηφία”. Αυτό είναι το επιχείρημα του κράτους, ότι είναι μια “μειοψηφία συντεχνιακή, με οπισθοδρομικά συμφέροντα που στρέφονται ενάντια στον εκσυγχρονισμό την ανάπτυξη, τις μεταρρυθμίσεις” και όλες αυτές τις μπούρδες. Ε, δεν υπάρχει κοινωνικό κομμάτι ή κοινωνική ομάδα που να μην έχει έρθει σε σύγκρουση με το κράτος, ειδικά τη δεκαετία του ’90, που να μην έχει χτυπηθεί μόνο του, κι όπου να μην έχει προβληθεί το επιχείρημα ότι “μια μειοψηφία είστε”, ότι “ο αγώνας σας έρχεται σε αντίθεση με τα συμφέροντα της υπόλοιπης κοινωνίας”.

Σε όλες τις περιπτώσεις, αυτό έγινε. Με τους εργαζόμενους των “προβληματικών” που έκαναν καταλήψεις το ’90-’91, με τους μαθητές που έκαναν καταλήψεις το ’90-’91 και τελευταία το ’98-’99. Με τους υπαλλήλους της ΕΑΣ το ’92 αυτό έγινε, με τα αγροτικά μπλόκα το ’95 και το ’96, με τις κινητοποιήσεις των καθηγητών ενάντια στην κατάργηση της επετηρίδας και ενάντια στον διαγωνισμό του ΑΣΕΠ. Και φυσικά με τους κατοίκους του Στρυμονικού.

Ουσιαστικά, αυτό είναι που χτυπιέται: η αλληλεγγύη. Και αυτό χτυπιέται και στη δική μου δίκη· απροκάλυπτα. Το κράτος θέλει να χτυπάει τον καθένα μόνο του, γιατί άμα τους βρίσκει όλους μαζί είναι πιο δύσκολα τα πράγματα.

Και βέβαια, δε φτάνει μόνο η αστυνομική βία για την καταστολή. Τελικά έχω καταλήξει, για να επανέλθω σε αυτό που έλεγα, πως η διαφορά της δικτατορίας με την κοινοβουλευτική δημοκρατία -ή μάλλον καπιταλιστική ολιγαρχία είναι η ονομασία που ταιριάζει καλύτερα-, είναι ότι η μεν στρατιωτική δικτατορία επιβάλλεται κυρίως με την ωμή βία, η δε δημοκρατία -σε εισαγωγικά- επιβάλλεται περισσότερο με το διανοητικό έλεγχο των πολιτών, με όπλο τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, με την εξαπάτηση. Γιατί δεν πιστεύω ότι με το να ψηφίζει τους αφέντες του ο λαός κάθε τέσσερα χρόνια σημαίνει ότι έχει την ελευθερία του. Τους ψηφίζει, αλλά όταν δεν κάνουν αυτά που λένε, δε μπορεί να τους βγάλει απ’ την πλάτη του.

Στην αρχαία Αθήνα δε γινόταν αυτό. Στην αρχαία Αθήνα, ο οποιοσδήποτε μπορούσε να μιλήσει στην εκκλησία του δήμου. Οποιοσδήποτε έλεγε τη γνώμη του, όσο ταπεινή θέση κι αν είχε. Και ανά πάσα στιγμή μπορούσε να ανακληθεί οποιοσδήποτε κατείχε ένα αξίωμα.

Αλλά η δημοκρατία έχει επίσης αποδείξει ότι, όπου δε φτάνει η εξαπάτηση και ο διανοητικός έλεγχος των πολιτών, δεν έχει κανένα πρόβλημα να χρησιμοποιήσει και την αστυνομοκρατία και την αστυνομική βία και να σκοτώσει και να βασανίσει και να τρομοκρατήσει.

Εντέλει, δε δικάζομαι επειδή έβαλα μια βόμβα, ούτε γιατί κατείχα τρία όπλα και δέκα κιλά δυναμίτη. Στο κάτω-κάτω, ο στρατός και η αστυνομία έχουν πολύ περισσότερα όπλα από εμένα και τα χρησιμοποιούν. Δε συγκρίνεται το ένα με το άλλο.

Δεν έχω να πω τίποτε άλλο. Το μόνο που έχω να πω είναι ότι σε όποια ποινή κι αν με καταδικάσετε, που θα με καταδικάσετε, δεν πρόκειται να μετανιώσω για τίποτα. Θα παραμείνω αυτό που είμαι. Μπορώ να πω μάλιστα ότι η φυλακή είναι πάντα για τον επαναστάτη ένα σχολείο. Δοκιμάζεται η ψυχική του αντοχή, οι ιδέες του. Κι άμα ξεπεράσει αυτή τη δοκιμασία, γίνεται δυνατότερος και πιστεύει πιο πολύ σε αυτά για τα οποία βρέθηκε στη φυλακή. Δεν έχω να πω τίποτα παραπέρα.

*

Πρόεδρος: Να μην είναι οι κάμερες στραμμένες προς την έδρα!

Εισαγγελέας: Στην αρχή της απολογίας σας είπατε ότι τα όπλα τα είχατε για πόλεμο. Δε βλέπετε κάποια αντίφαση όταν λέτε ότι δεν υπήρχε κίνδυνος για ανθρώπινες ζωές;

Ξεκαθάρισα ότι καμία δραστηριότητά μου δε στρέφεται εναντίον πολιτών. Το ξεκαθάρισα αυτό. Ποια είναι η αντίφαση που μου λέτε;

Εισαγγελέας: Εσείς είπατε ότι τα όπλα είναι για πόλεμο.

Ναι. Όχι για πολίτες όμως. Για τους ταξικούς μου εχθρούς. Ξεκαθάρισα για μένα ποιά είναι τα ερίφια και ποιά είναι τα πρόβατα.

Κοιτάξτε, εγώ δεν είπα ποτέ ότι είμαι ανθρωπιστής έτσι γενικά και αόριστα. Ούτε και φιλάνθρωπος, γιατί είναι ξεφτιλισμένες έννοιες αυτές. Σε ό,τι έχω γράψει -αν έχετε διαβάσει- και σε ό,τι έχω πει, έχω ξεκαθαρίσει ποιοι είναι οι φίλοι μου και ποιοι είναι οι εχθροί μου. Όχι προσωπικά, αλλά σε κοινωνικό επίπεδο. Ποιοι είναι οι κοινωνικοί και ταξικοί φίλοι μου και ποιοι είναι οι κοινωνικοί και ταξικοί εχθροί μου. Και στο κείμενο της ανάληψης ευθύνης, αλλά και στην απολογία μου, είπα ότι άλλο είναι η κοινωνία και άλλο το Κράτος.

Θα συνεχίσω, για να γίνω πιο σαφής και στους ενόρκους. Απ’ τη μια έβαλα το Κράτος, τους κρατικούς αξιωματούχους, την αστυνομία, το στρατό, τα σώματα ασφαλείας, τους καπιταλιστές, κι απ’ την άλλη έβαλα τους υπόλοιπους: τους εργαζόμενους, τους αγρότες, τους μαθητές, όλη την κοινωνία, την πλειοψηφία δηλαδή του λαού, τους καταπιεσμένους.

Εισαγγελέας: Μιλήσατε για δικαιοσύνη εντός εισαγωγικών. Τι παράπονο έχετε εσείς από τη δικαιοσύνη;

Είμαι δεκαοχτώ μήνες φυλακή. Εγώ προσωπικά έχω κάνει δεκαοχτώ μήνες στη φυλακή και άλλους εφτά σε στρατιωτικές φυλακές. Απλά και κοντινά παραδείγματα. Τι άλλο θέλετε; Για μένα προσωπικά, δε μιλάτε;

Οι νόμοι αυτοί είναι για να συμφέρουν εσάς. Απ’ αυτούς βγάζετε το ψωμί σας. Η δουλειά σας είναι να φυλακίζετε πολίτες. Και αντιπαρέβαλα το επιχείρημα ότι αστυνομικοί έχουν σκοτώσει, αλλά δεν έχουν μπει φυλακή. Αντιπαρέβαλα το επιχείρημα, τι δουλειά είναι αυτή η δικαιοσύνη που λέτε. Ότι υπάρχουν τελικά δύο μέτρα και δύο σταθμά. Δεν είναι θέμα τι γράφει ο νόμος και ο ποινικός κώδικας, αλλά τι γίνεται στην πράξη. Όπως και στο θέμα της τρομοκρατίας.

Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ θεωρούν το ΡΚΚ τρομοκρατική οργάνωση, ενώ τον UCK όχι. Και ενώ στην αρχή τον θεωρούσαν τρομοκρατική οργάνωση, μετά δεν τον θεωρούσαν, γιατί τους βόλευε στα σχέδιά τους. Έτσι; Οι ΗΠΑ δε θεωρούσαν τους Κόντρας τρομοκράτες, όταν πήγαιναν να μπουν στη Νικαράγουα, αλλά θεωρούσαν τρομοκράτες όλα τα αριστερά επαναστατικά κινήματα και αντάρτικα.

Εισαγγελέας : Θέλω να αναφερθώ τώρα και στον κίνδυνο που λέτε. Δεν ξέρατε ότι μπορούσε να δημιουργήσει κίνδυνο η βόμβα;

Αν ήξερα ότι θα δημιουργούσε κίνδυνο; Ήξερα ότι ΔΕΝ θα δημιουργούσε. Ακριβώς αυτή είναι η στερεότυπη διαδικασία, το να παίρνεις τηλέφωνο προειδοποιητικά στην εφημερίδα κι αυτή μετά να ειδοποιεί την αστυνομία και να αποκλείεται η περιοχή. Εφόσον αποκλείστηκε η περιοχή και εφόσον οι κύριοι πυροτεχνουργοί είπαν ότι στα 200 μέτρα ήταν ασφαλής ο αποκλεισμός, δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος για ανθρώπινες ζωές. Για υλικές ζημιές, σας έχω πει…

*

Θέλω να συμπληρώσω γενικά, αυτό που έλεγα και στον εισαγγελέα πριν, για την τρομοκρατία σε διεθνές επίπεδο. Ότι στην πραγματικότητα παγκόσμιος χωροφύλακας και τρομοκράτης είναι οι ΗΠΑ, αυτή τη στιγμή, ως η μοναδική υπερδύναμη. Ουσιαστικά δηλαδή, είναι το χειρότερο πράγμα στον κόσμο. Και σύμφωνα με την αντίληψη τη δική μας, ως αναρχικοί, το Κράτος, τα κράτη και όλες οι κυβερνήσεις είναι αντικοινωνικοί, τρομοκρατικοί μηχανισμοί, εφόσον έχουν οργανωμένους στρατούς, αστυνομίες, βασανιστές μισθοφόρους.

Και θέλω να συμπληρώσω αυτό που έλεγα πάνω στα δύο μέτρα και σταθμά. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ εξοπλίζουν, χρηματοδοτούν ή υποκινούν όλα τα δικτατορικά καθεστώτα σε όλο τον κόσμο. Και στην Ελλάδα επίσης. Στη Λατινική Αμερική, τη Χιλή, την Αργεντινή, τη Βολιβία, το Περού… Αυτό είναι Τρομοκρατία. Τρομοκρατία είναι να εξοπλίζεις δικτάτορες, να εξοπλίζεις τα τάγματα θανάτου στην Αργεντινή ή τη Βολιβία για να σκοτώνουν αριστερούς, πολίτες, επαναστάτες. Αυτοί που εξοπλίζουν τάγματα θανάτου για να βασανίζουν, αυτοί είναι τρομοκράτες. Τρομοκρατία είναι όταν βομβαρδίζουν τη Γιουγκοσλαβία επί δεκάδες ημέρες και σκοτώνουν πολίτες.

Συγνώμη, κύριε εισαγγελέα, αλλά οι ΗΠΑ λένε ποιος είναι τρομοκράτης και ποιος δεν είναι. Αυτές βγάζουν επίσημες οδηγίες από το State Department και κάνουν παραινέσεις στην Ελλάδα για το ποιος είναι τρομοκράτης. Αυτό τον καιρό πιέζουν το ελληνικό κράτος να φτιάξει αντιτρομοκρατικό νόμο, να φτιάξει ένα μοντέλο νόμου που να ποινικοποιεί τους αγωνιστές, να φτιάξει νόμους πιο δρακόντειους απ’ αυτούς που υπάρχουν. Ακόμα και η σύλληψη του Οτσαλάν και η καταδίκη του αυτό δείχνει. Αυτά είναι Τρομοκρατία.

Τρομοκράτες δεν είναι οι επαναστάτες, ούτε οι αγωνιστές. Τρομοκράτες είναι τα ίδια τα κράτη. Και με αυτή την κατηγορία, με αυτό το στιγματισμό, όλα τα κράτη και όλες οι κυβερνήσεις προσπαθούν να εγκληματοποιήσουν στο εσωτερικό των χωρών τους τούς κοινωνικούς επαναστάτες και τους αγωνιστές. Τον εσωτερικό κοινωνικό εχθρό. Στην ουσία και εμένα το Κράτος, η δικαιοσύνη και η αστυνομία σαν τέτοιο εχθρό με βλέπουν. Σαν εσωτερικό κοινωνικό εχθρό. Με βάση το διαχωρισμό που έκανα προηγουμένως. Έτσι το βλέπει και το κράτος. Ότι εγώ είμαι εσωτερικός εχθρός του. Αυτό διακυβεύεται σε αυτή τη δίκη.

Εισαγγελέας: Τι έχεις να αντιπαραθέσεις σε αυτό που υπάρχει;

Την κοινωνική επανάσταση. Με όποιο μέσο κι αν χρειαστεί.

Έχει αποδειχτεί γενικότερα, επειδή κατέχω και την ελληνική και τη διεθνή κοινωνική και πολιτική ιστορία, ότι ποτέ δεν έγιναν αλλαγές, ποτέ δεν πήγε η ανθρωπότητα προς την πρόοδο -πρόοδο όπως την αντιλαμβάνομαι εγώ- ούτε με παρακάλια, ούτε με προσευχές, ούτε με τα λόγια μόνο.

Είχα πει μάλιστα και στο κείμενο ανάληψης της ευθύνης που είχε δημοσιευτεί στην “Ελευθεροτυπία”, τότε που είπα ότι εγώ έβαλα τη βόμβα, ότι η κοινωνική αυτή ελίτ, οι μανδαρίνοι του κεφαλαίου, οι γραφειοκράτες, όλοι αυτοί οι άχρηστοι και παρασιτικοί -οι οποίοι πρέπει να εξαφανιστούν από το προσκήνιο της ιστορίας-, ποτέ δεν πρόκειται να παραιτηθούν από τα προνόμιά τους με το διάλογο και με την πειθώ. Εγώ δε θέλω να κάνω διάλογο, γιατί δεν γίνεται διάλογος με τέτοιους…

Ήθελα να προσθέσω κάτι. Επειδή πάλι έχω διαβάσει αρκετά, στα Ιουλιανά του ’65, είχε βγει ένας συντηρητικός βουλευτής της ΕΡΕ και είχε πει γι αυτούς που βγήκαν στο δρόμο και τα έσπασαν, τότε που σκοτώθηκε ο Πέτρουλας, ότι “δημοκρατία δεν είναι η ερυθρά αλητεία, είμαστε εμείς, που είμαστε στο κοινοβούλιο”, δηλαδή οι βουλευτές που τα παίρνουνε και χοντρά.

Εγώ θα το αντιγυρίσω αυτό. Λαϊκή κυριαρχία, κύριοι δικαστές, είναι όταν πέφτουν μολότοφ, πέτρες στην αστυνομία, όταν καίγονται κρατικά αμάξια, τράπεζες, εμπορικά κέντρα με τα πολυτελή καταστήματα… Έτσι αντιδράει ο λαός. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι έτσι αντιδράει ο λαός.

Αυτή είναι η λαϊκή κυριαρχία. Όταν ο Μαζιώτης πάει και βάζει βόμβα στο υπουργείο Βιομηχανίας και Ανάπτυξης για αλληλεγγύη στον αγώνα των κατοίκων του Στρυμονικού. Αυτή είναι η πραγματική λαϊκή κυριαρχία και όχι αυτό που λέει το Σύνταγμα….

*

Ξέχασα να μνημονεύσω κάποιους αγωνιστές που έχουν δολοφονηθεί.

Είναι ο Χριστόφορος Μαρίνος που δολοφονήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά, μέσα στο πλοίο Πήγασος, τον Ιούλη του 1996.

Ο Μιχάλης Πρέκας που δολοφονήθηκε από ΕΚΑΜίτες τον Οκτώβριο του 1987 στην Καλογρέζα.

Και ο Τσιρώνης που δολοφονήθηκε στη Ν. Σμύρνη το 1978.

*

Επίσης, θέλω να προσθέσω κάτι πάνω σε αυτό που είπε ο κύριος εισαγγελέας χθες στην αγόρευσή του, για το θέμα του ανθρωπισμού.

Θα αναφέρω ένα περιστατικό που έγινε στο εξωτερικό, για να αποδειχθεί τελικά ποιοι είναι ανθρωπιστές και ποιοι όχι, ποιοι είναι στην πραγματικότητα εγκληματίες.

Οι αντάρτες Τουπάκ Αμάρου είχαν μπει στην ιαπωνική πρεσβεία στο Περού, το Δεκέμβρη του 1996. Είχαν πιάσει περισσότερους από εκατό ομήρους, όχι απλούς πολίτες. Είχαν πιάσει πρέσβεις και διπλωμάτες πολλών κρατών, Ιάπωνες επιχειρηματίες και αξιωματούχους του περουβιανού καθεστώτος -που κάθε άλλο παρά δημοκρατικό είναι. Ζητούσαν την απελευθέρωση των συναγωνιστών τους, του αρχηγού της οργάνωσης και άλλων συντρόφων τους οι οποίοι βρίσκονται φυλακισμένοι σε υπόγεια κελιά.

Όχι μόνο δεν πείραξαν κανέναν, αλλά τους απελευθέρωσαν σχεδόν όλους -για να πούμε ποιοι είναι πραγματικά οι ανθρωπιστές. Αντίθετα, οι περουβιανές ειδικές δυνάμεις, μετά από ατέρμονες ψυχοφθόρες διαπραγματεύσεις, μπήκαν μέσα στην πρεσβεία και τους εκτέλεσαν όλους εν ψυχρώ. Για να ξέρουμε, δηλαδή, ποιοι είναι οι εγκληματίες και ποιοι οι ανθρωπιστές -εντός εισαγωγικών, γιατί δε μου αρέσει αυτός ο όρος και γι αυτό δεν τον πολυχρησιμοποιώ.

Θέλω επίσης να αναφέρω κάποια γεγονότα που έγιναν εδώ, στην Ελλάδα. Θέλω να πω για τον Χάρη Τεμπερεκίδη, ο οποίος δεν ήταν πολιτικός αγωνιστής, αλλά για μένα ήταν ένας ποινικός εξεγερμένος. Κρατήθηκε για χρόνια στις φυλακές. Πέθανε κι αυτός με το όπλο στο χέρι, κατά την καταδίωξη που ακολούθησε τη ληστεία της Αγροτικής Τράπεζας στην Κλειτορία Αχαϊας. Παρ’ όλο που έπεσε ζωντανός στα χέρια της αστυνομίας, δεν κατέδωσε κανέναν. Είχε συμμετάσχει σε εξεγέρσεις, όπως αυτή που έγινε το 1987 στις φυλακές της Κέρκυρας για την κατάργηση αυτού του κολαστηρίου.

Και μια άλλη περίπτωση -για να πούμε πάλι περί εγκλημάτων-, αυτή του Σορίν Ματέι. Όταν ο Ματέι είχε πιάσει όμηρο αστυνομικό, η αστυνομία δεν έκανε καμιά κίνηση για να τον συλλάβει. Τον άφησε ελεύθερο. Όταν ο Ματέι έπιασε για ομήρους πολίτες, η αστυνομία έγραψε στα παλιά της τα παπούτσια τους πολίτες. Και για να τονώσει το κύρος της, εισέβαλε στο σπίτι που είχε καταφύγει ο Ματέι, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί μια κοπέλα. Στην πραγματικότητα, οι εγκληματίες ήταν κυρίως οι ίδιοι οι αστυνομικοί και τα ΕΚΑΜ, παρά ο Σορίν Ματέι. Όπως εγκληματίας ήταν και ο διευθυντής του νοσοκομείου της Νίκαιας, ο Αλεξίου, ο οποίος διέταξε να τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο του Αγίου Παύλου όπου πέθανε είτε από τα χτυπήματα των αστυνομικών είτε από τα φάρμακα.

Αυτά για το ποιος είναι εγκληματίας…

7 Ιουλίου 1999

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *